Τριήμερο στο Πήλιο με την Harley Davidson Forty Eight
1000 χιλιόμετρα σε τρεις μέρες
Από τον
Μπάμπη Μέντη
26/9/2018
Οι απορίες γιατί ζήτησα από την Harley Davidson Athena να μου δώσει ένα Forty Eight για να πάω στα χωριά του Πηλίου συνοδεύοντας το πρώτο Woman’s Ride, ξεκίνησαν πρώτα από τους συναδέρφους μου στο γραφείο.
Με αυτό θα κάνεις 1000 χιλιόμετρα; Είπε ο ένας. Δεν είχαν κάποιο τουριστικό να σου δώσουν; Θα αντέξεις; Συμπλήρωσε ο άλλος και όλοι μαζί αναρτιόντουσαν αν έχει κλονιστεί η ψυχική υγεία μου.
Θα μπορούσα να κάνω αυτό το τριήμερο ταξίδι με το Honda Africa Twin που έχουμε για long term test. Ακόμα κι αν δεν ήθελα το Africa, θα μπορούσα να βρω από κάποια άλλη αντιπροσωπεία μια σαφώς πιο ξεκούραστη μοτοσυκλέτα για να ταξιδέψω στην εθνική και να βολτάρω στους ορεινούς δρόμους των χωριών του Πηλίου. Την επιλογή όμως του Forty Eight δεν την έκανα με γνώμονα την σωματική άνεση.
Το σκεπτικό μου ήταν εντελώς διαφορετικό. Για τρεις ήμερες θα ήμουν μακριά από το σπίτι μου και θα συμβίωνα με 40 άτομα που δεν γνώριζα κανένα από αυτά. Ούτε ήξερα κανέναν, ούτε είχα ιδέα ποιο θα ήταν το ύφος της εκδήλωσης. Ασχέτως αν στη συνέχεια αποδείχτηκε ότι το Woman’s Ride ήταν από τις καλύτερες μοτοσυγκεντρώσεις που θυμάμαι να έχω πάει, εν τούτοις πριν ξεκινήσουν όλα, πίστευα ότι θα περάσω ατελείωτες ώρες αμηχανίας ανάμεσα σε άγνωστους ανθρώπους. Οπότε σκέφτηκα πως έπρεπε να πάω με μια μοτοσυκλέτα που θα κάνει από μόνη της ενδιαφέρουσα αυτή την εκδρομή. Για να είμαι ειλικρινής η επιλογή του Forty Eight δεν είχε τόσο μεγάλο ρίσκο όσο φαντάζονται κάποιοι. Το είχα οδηγήσει πριν μερικούς μήνες για δύο-τρεις ημέρες και ήξερα πάνω-κάτω τι είδους μοτοσυκλέτα είναι.
Η Harley Davidson έχει κάνει άλματα προόδου τα τελευταία χρόνια, σε όλους τους τομείς που είχαν μείνει πίσω οι μοτοσυκλέτες της. Οι αναρτήσεις και τα φρένα έχουν σύγχρονη απόδοση και ποιότητα λειτουργίας. Τα πλαίσιά της είναι γεροδεμένα, οι νέοι ψεκασμοί που χρησιμοποιεί πλέον έχουν γλυκάνει την λειτουργία των κινητήρων της και τα κιβώτια ταχυτήτων έχουν μαλακώσει. Σαφώς το Forty Eight είναι ένα σπαρτιάτικο bobber, με μικρές διαδρομές αναρτήσεων και την πιο σπορ θέση οδήγησης απ’ όλα τα υπόλοιπα μοντέλα της σειράς Sportster. Όμως σε σχέση με τα Sportster της δεκαετίας του ’90 και των αρχών του 2000, είναι πολύ πιο ολοκληρωμένη μοτοσυκλέτα και ζεις αντίστοιχα πολύ πιο εύκολα μαζί της καθημερινά. Το μόνο πράγμα που με προβλημάτισε σε αυτό το τριήμερο ταξιδάκι ήταν η μικρή αυτονομία του ρεζερβουάρ. Η κατανάλωση βενζίνης είναι μικρή για κινητήρα 1200 κυβικών (από 4,5 έως 6 λίτρα για κάθε 100km) όμως τα μόλις 140 χιλιόμετρα της πραγματικής αυτονομίας αν ταξιδεύεις με ταχύτητες 140-160km/h σε αναγκάζουν να κάνεις συχνές στάσεις και θα πρέπει να τις προγραμματίζεις σωστά. Κάτι που εγώ δεν είχα κάνει, με αποτέλεσμα να μείνω από βενζίνη στα τελευταία διόδια πριν την Λαμία, μόλις 8 χιλιόμετρα πριν το επόμενο βενζινάδικο. Αυτή ήταν και η μοναδική στιγμή που το Forty Eight με έφερε σε δύσκολη θέση. Όλο το υπόλοιπο τριήμερο μου απέδειξε ότι ήταν η καλύτερη επιλογή που θα μπορούσα να κάνω για αυτή την εκδρομή.
Στην εθνική το Forty Eight ταξιδεύει αναπάντεχα καλά και ξεκούραστα με ταχύτητες μεταξύ 120-130km/h. Η μακριά 5η σχέση στο κιβώτιο ταχυτήτων επιτρέπει στον κινητήρα να περιστρέφεται ξεκούραστα μεταξύ 3000-4000 στροφών, χωρίς να ζορίζεται.
Εξίσου ευχάριστο ήταν και στα ορεινά στροφιλίκια. Το σφικτό πλαίσιο και οι ποιοτική λειτουργία των αναρτήσεων, χαρίζουν στο Forty Eight κορυφαία αμεσότητα στους χειρισμού για την κατηγορία των cruiser και σε εκπλήσσει ευχάριστα η ελαφριά αίσθηση που έχει στις αλλαγές πορείας. Μαζί με την ροπή των 1200 κυβικών και τις μακριές σχέσεις ταχυτήτων, το Forty Eight ανέβαινε και κατέβαινε τα βουνά του Πηλίου με αρχοντιά.
Το πόσο εύκολη είναι αυτή η μοτοσυκλέτα στην οδήγησή της στις στροφές και κυρίως πόσο ευχάριστη και μοναδική είναι η εμπειρία που την συνοδεύει, την επιβεβαίωσαν τα σχόλια που έκαναν οι κοπέλες που την οδήγησαν. Στην αρχή φυσικά ήταν μαγκωμένες και όλες τους δίσταζαν να ανέβουν στην σέλα της. Ό,τι ήξεραν για τις Harley Davidson ήταν ό,τι τους είχαν πει οι “έμπειροι” φίλοι τους μοτοσυκλετιστές (που μπορούν να γράψουν ολόκληρο τεστ μοτοσυκλέτας βλέποντας μια φωτογραφία…). Όταν όμως βρέθηκε η πρώτη θαρραλέα κοπέλα να κάτσει στη σέλα της τα πάντα άλλαξαν. Επί μία ώρα το Forty Eight έκανε πάνω κάτω τους δρόμους γύρο από το ξενοδοχείο, αλλάζοντας συνεχώς γυναικεία χέρια.
Αυτό σημαίνει ότι το συγκεκριμένο Forty Eight έχει συλλεκτική αξία, γιατί είναι το μοναδικό Harley στην Ελλάδα που έχουν κάτσει στη σέλα του τόσοι πολλοί γυναικείοι κώλοι!
Θα αποφύγω να γράψω εδώ τα σχόλια που έκαναν όταν επέστρεφαν, διότι όλα τους περιελάμβαναν μέσα λέξεις που έχουν σχέση με το sex… Αξίζει όμως να πω, ότι όταν έκαναν test ride τις υπόλοιπες μοτοσυκλέτες, τα σχόλιά τους ήταν βασισμένα στην ψυχρή λογική και έλεγαν τι του άρεσε και δεν τους άρεσε. Στην περίπτωση όμως του Forty Eight τα σχόλιά τους ήταν συναισθηματικά φορτισμένα κι αυτό λέει τα πάντα για την εμπειρία οδήγησης αυτής της μοτοσυκλέτας.
Δοκιμή Royal Enfield Himalayan - Οδηγώντας στις διαδρομές του Ράλι Σαρδηνίας
Ξεψαχνίζουμε τη νέα ινδική On-Off στην πανευρωπαϊκή παρουσίαση της, σε άσφαλτο και χώμα
Από τον
Κώστα Γκαζή
25/4/2024
Πριν λίγες ημέρες βρεθήκαμε στη Σαρδηνία, για να πάρουμε μια πρώτη οδηγική γεύση από τη νέα εποχή της Royal Enfield Himalayan, της ινδικής On-Off μοτοσυκλέτας της μεσαίας κατηγορίας που στη δεύτερη και υγρόψυκτη πλέον έκδοσή της φιλοδοξεί να συνεχίσει την κληρονομιά του προκατόχου της, ως best-selling μοντέλο σε όλο τον κόσμο.
Καλά τα μεγάλα Adventure μοντέλα, αλλά δεν έχουν όλοι 15 ή 20 ή 25 χιλιάδες ευρώ για να ξοδέψουν σε μια μοτοσυκλέτα, ούτε χρειάζεται κανείς 1.500 κυβικά, 150 άλογα και 250 κιλά βάρους για να διασκεδάσει σε άσφαλτο και χώμα. Κι αν οι ευρωπαϊκές και ιαπωνικές εταιρείες έχουν απορροφηθεί στην… κούρσα εξοπλισμών, κυβισμού και επιδόσεων, παρουσιάζοντας ολοένα και πιο μεγάλες σε κυβισμό και διαστάσεις μοντέλα, έρχονται τώρα Κινέζοι και Ινδοί να γεμίσουν το κενό προσφοράς που υπάρχει στην αγορά, με μερικά εξαιρετικά μοντέλα, συμπεριλαμβανομένης της νέας Himalayan, που προτάσσουν το… μέτρο (τόσο στα σημαντικά νούμερα επιδόσεων και βάρους όσο και στην τιμή αγοράς), έναντι της υπερβολής, κερδίζοντας οπαδούς αλλά και τις εντυπώσεις όσων τα οδηγούν.
Το παλαιότερο Himalayan είχε παρουσιαστεί το 2016, και ξεχώρισε για την σπαρτιάτικη απλότητα και αντοχή του στα δύσκολα, αποτελώντας ένα ινδικό “σιδερένιο άλογο”, που κόστιζε ελάχιστα σε αγορά και συντήρηση, έκαιγε επίσης ελάχιστα, ενώ άντεχε τα πάντα αγόγγυστα και μπορούσε να μεταφέρει τον ιδιοκτήτη του σε καθημερινή βάση τόσο στην άσφαλτο ως άλλο “παπί”, όσο και στο χώμα, αποτελώντας αξιολογότατο όχημα παντός εδάφους. Καλά όλα αυτά, αλλά ουδείς άσφαλτος που λέει και η Λαίδη, και το πρώτο εκείνο Himalayan με τον αερό-ελαιόψυκτο μονοκύλινδρο κινητήρα των 411 κ.εκ. με τις 2 βαλβίδες απέδιδε μόλις 24,3 αλογάκια, για ένα βάρος 200 κιλών (πολύ ατσάλι, μεγάλη αντοχή, αλλά και πολύ βάρος)… δεν το έλεγες και συγκλονιστικό στην οδήγηση. Προσθέστε και το ιδιαίτερα αδύναμο μπροστινό φρένο που θύμιζε ταμπούρο, και έχετε μια πλήρη εικόνα για ένα μοντέλο που άφηνε εξαιρετικές εντυπώσεις σε χαλαρή οδήγηση με ροή ακόμα και στα πιο κακοτράχαλα εδάφη, όμως απεχθανόταν οποιαδήποτε απόπειρα του αναβάτη για να κάνει τα πράγματα πιο σβέλτα και πιο διασκεδαστικά. Σούζα; Θα αστειεύεστε! Άλματα; Ναι, αν λάβεις υπόψη σου πως 9 στις 10 θα προσγειωνόσουν με endo αφού η μοτοσυκλέτα δεν είχε τη δυνατότητα περάσματος στο έδαφος κάποιας απότομης αύξησης της ιπποδύναμης ακόμα κι αν... “βίαζες” συμπλέκτη και γκάζι. Τέλος, ο εξοπλισμός ήταν εντελώς βασικός, αν εξαιρέσεις το Tripper της αναβαθμισμένης έκδοσης του 2019 χάρη στο οποίο ο αναβάτης απολάμβανε turn-by-turn πλοήγηση, και τη δυνατότητα απενεργοποίησης του ABS στον πίσω τροχό για την εκτός δρόμου οδήγηση.
Και φτάνουμε στο 2024, και στη Σαρδηνία, για την πανευρωπαϊκή αποστολή της ολοκαίνουργιας Royal EnfieldHimalayan. Μια μοτοσυκλέτα με πολλές και δραματικές βελτιώσεις, που επιτέλους καταφέρνει να προσθέσει διασκέδαση στη συνταγή των Ινδών, με κύριο υπεύθυνο τον νέο, υγρόψυκτο μονοκύλινδρο κινητήρα 452 κ.εκ. με τις 4 βαλβίδες, που η Enfield ονομάζει Sherpa, αποτίοντας φόρο τιμής στη βουνίσια φυλή των σκληροτράχηλων κατοίκων των Ιμαλαίων που χωρίς αυτούς το 99% των ορειβατών που “κατέκτησαν” το Έβερεστ θα είχαν γυρίσει πίσω στα μισά της ανάβασης. Από τους 24,3 ίππους / 6.500 rpm της παλαιότερης μονάδας, η νέα εκτοξεύει την απόδοση στους 39,5 ίππους / 8.000 rpm, σε μια αύξηση δύναμης 62,55%! Αυτή ακριβώς η αύξηση χαρίζει την πολυπόθητη απόδοση που έλειπε από το 411, και δίνει στη μοτοσυκλέτα τη δυνατότητα τόσο για σούζες με 1η και 2α στο κιβώτιο, με τη χρήση συμπλέκτη, όσο και για πλαγιολισθήσεις με το γκάζι αλλά και για άλματα!
Πολλές είναι και οι υπόλοιπες βελτιώσεις που αφορούν σχεδόν όλα τα εξαρτήματα της νέας Himalayan, από το πλαίσιο μέχρι τις αναρτήσεις, από το κιβώτιο στον συμπλέκτη, από τα φρένα στο ρεζερβουάρ και πάει λέγοντας.
Αν όμως διαβάζοντας τα παραπάνω πιστέψετε πως το Himalayan μεταμορφώθηκε σε KTM 390 Adventure, θα πρέπει να το σκεφτείτε ξανά. Κι αυτό καθώς οι Ινδοί επέλεξαν να κρατήσουν τον ίδιο χαρακτήρα στη νέα Himalayan όπως και στην 411, βάζοντας προτεραιότητα στη φιλικότητα, την αντοχή σε κακομεταχείριση και στον χρόνο, και στον απροβλημάτιστο all-round χαρακτήρα, παρά στις επιδόσεις. Οι τελευταίες είναι αδιαμφισβήτητες, όμως αν δεν τις κυνηγήσεις ίσως να μην τις γευτείς και ποτέ. Δάγκωμα στα φρένα; Κακό! Δεν το θέλουμε. Θυμηθείτε την οδήγηση στο χώμα. Ποιος θέλει να πιέζεις τη μανέτα και να κοκαλώνει ο τροχός; Κανείς. Σούζα με το γκάζι μόνο; Κακή! Να τρομάξει μεγάλη μερίδα πελατών στο test-ride και να απομακρυνθούν με βήμα ταχύ; Όχι, όχι, και πάλι όχι.
Όλα στο νέο Himalayan έχουν στόχο τη διατήρηση του προηγούμενου χαρακτήρα της αερόψυκτης μοτοσυκλέτας, ώστε να διατηρήσει παράλληλα η Enfield και το προηγούμενο πελατολόγιό της. Όσο για τους θερμόαιμους, ένα ψάξιμο σε μεσαίες και ψηλές στροφές, θα φέρει τα απαραίτητα χαμόγελα, και όλοι θα είναι ικανοποιημένοι.
Η εξέλιξη του νέου μοντέλου έγινε σε συνεργασία του τμήματος R&D που βρίσκεται στη Βρετανία, και με το αντίστοιχο της Ινδίας, με τους Βρετανούς να σπρώχνουν προς τις επιδόσεις, και με τους Ινδούς να βάζουν φρένα, κάνοντας ακόμα και παράπονα για την υγρόψυξη! “Μα είναι τόσο απαραίτητο να είναι υγρόψκτος ο κινητήρας;!” Γκάζι από τη μία, φρένο από την άλλη, μέχρι το αποτέλεσμα της διελκυστίνδας αυτής να ικανοποιεί και τους οπαδούς της συντήρησης αλλά και της προόδου.
Μάλιστα για να μας αποδείξουν οι άνθρωποι της εταιρείας το πόσο καλή δουλειά είχαν κάνει με τη νέα Himalayan, για τη μέρα της οδήγησης είχαν σχεδιάσει μια διαδρομή 160+ χιλιομέτρων, με ελάχιστα από αυτά στον αυτοκινητόδρομο. Το 95% της οδήγησης έγινε τόσο σε κακοτράχαλους στριφογυριστούς επαρχιακούς δρόμους (με τμήματα με πούδρα και χώμα που πολλές φορές δεν φαινόταν λόγω σκιών από τα δέντρα, και τα καταλάβαινες μόνο αφού… ξεκίναγε το γλίστρημα) όσο και σε χώμα. Κι αν αποφύγαμε τα… enduro μονοπάτια, εντούτοις η διαδρομή είχε μεγάλο μέρος από τους απαιτητικούς χωματόδρομους στους οποίους διεξάγεται το ράλι Σαρδηνίας. Με μεγάλες ευθείες για να πάρεις πολλή φόρα, που αποδεικνυόταν άκρως επικίνδυνο όταν δεν γνωρίζεις τη διαδρομή και ξαφνικά ανακαλύπτεις πως το πατημένο χώμα μετατρέπεται χωρίς προειδοποίηση σε φυτευτή πέτρα ή σε κροκάλες που αναστατώνουν την πορεία της μοτοσυκλέτας, και βάζουν δύσκολα σε αναρτήσεις. Με απότομες κατηφόρες με κροκάλα, όπου καταλαβαίνεις με τον καλύτερο τρόπο τη λειτουργία των φρένων και του ABS.
Και με ένα άλμα για γενναίους (όχι το διαβόητο Micky’s Jump, ευτυχώς), το οποίο σε πέταγε κυρίως μακριά και όχι ψηλά, ενώ για να βγει ωραία η φωτογραφία έπρεπε να το κάνεις τουλάχιστον με 3η σκασμένη! Το άλμα μάλιστα κατέληξε σε μορφή άτυπου διαγωνισμού, καθώς δημοσιογράφοι, influencers και youtubers προσπαθούσαν να ξεπεράσει ο ένας το ρεκόρ του άλλου, και ευτυχώς το κόψαμε λίγο πριν η 3η γίνει 4η και αρχίσουμε να κινδυνεύουμε να γίνουμε ήχος και φως στην προσγείωση με τριψήφιο αριθμό χιλιομέτρων στο κοντέρ. Κι όμως, Ινδοί και Βρετανοί της Royal Enfield ένιωθαν σιγουριά να βάλουν τη μοτοσυκλέτα τους σε τέτοιο στίβο μάχης που θα μπορούσε να τονίσει τις όποιες αδυναμίες του συνόλου, ενώ παράλληλα το βάρος έπεφτε αρκετά και στους συμμετέχοντες που έπρεπε να δείξουμε την απαραίτητη ωριμότητα, ώστε να μη φτάσουμε στα επίπεδα του... “if he dies, he dies”, όπως είχε πει κι ο Ivan Drago στο Rocky IV.
Κι αφού εξαντλήσαμε την ποικιλία εδαφών και καταστάσεων στα οποία οδηγήσαμε τη νέα Himalayan, επιστρέψαμε στη βάση μας έχοντας διανύσει δέκα ολόκληρες ώρες σε δρόμο και χώμα. Μαζί μας, στη βόλτα συμμετείχαν και τα μέλη της ομάδας σχεδιασμού και προώθησης της Royal Enfield, τόσο από την Ινδία όσο και από τη Βρετανία, πάντα πρόθυμοι να απαντήσουν σε κάθε ερώτηση και με ανοιχτή διάθεση, χωρίς ίχνος κρυψίνοιας, ένα ακόμη σημάδι της εμπιστοσύνης που είχαν στο προϊόν τους, και στο γεγονός πως είχαμε να κάνουμε με μια πραγματικά εξαιρετική μοτοσυκλέτα.
Στο τέλος της ημέρας, οι οιωνοί για τη νέα Himalayan ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκοί. Δέκα ώρες απολαυστικής οδήγησης και διαλειμμάτων για κατανάλωση σαρδηνιακού… αντικρυστού (με τη διαφορά πως ήταν γουρούνι αντί αρνί), καιμπόλικης κουβέντας, με τμήματα της διαδρομής που αρκετές φορές με γέμισαν αδρεναλίνη αλλά και φόβο, και όμως δεν συνοδεύτηκαν από καμία πτώση μεταξύ των συμμετεχόντων, παρά το γεγονός πως μεταξύ μας είχαμε ακόμα και… αστέρια του modelling με κολάν και κολιέ έξω από το μπουφάν, content creators με ελάχιστη εμπειρία, αλλά και youtubers κανιβάλους που έσπρωχναν τις καταστάσεις πέρα από τα όρια. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά τα χέρια μου που ταλαιπωρούνται από τενοντίτιδες παρέμειναν φρέσκα, παρόλο που δεν έχουμε cruise control, ενώ το ίδιο συνέβη και με τα μαλακά μου μόρια. Την ίδια στιγμή καμία μοτοσυκλέτα δεν παρουσίασε βλάβη, τίποτα δεν… έπεσε στα άλματα, ενώ το μυαλό γέμισε από τις εικόνες και τις εμπειρίες της ημέρας, με το χαμόγελο να παραμένει στα χείλη για πολλές ώρες ακόμα.
Κι αν το νέο Himalayan ικανοποιεί σε τόσο μεγάλο βαθμό οδηγικά, εντυπωσιακός είναι και ο εξοπλισμός της μοτοσυκλέτας παρόλο που η ινδική εταιρεία έχει κι εδώ εφαρμόσει το “παν μέτρον άριστον” μην φορτώνοντας το νέο της μοντέλο με ηλεκτρονικά βοηθήματα και λοιπά gadget.
Το μάτι σκαλώνει στην TFT οθόνη οργάνων που διαθέτει δωρεάν πλοήγηση με χάρτες της Google και πλήρη συνδεσιμότητα με το smartphone του αναβάτη, αλλά και στο josytick στον αριστερό διακόπτη. Ευχρηστία και ευκολία πλοήγησης παντού. Το ίδιο καλή είναι και η σέλα που αλλάζει ύψος σε λίγα δευτερόλεπτα για να ικανοποιήσει διαφορετικά ύψη αναβατών, ενώ θετικές εντυπώσεις αφήνουν τα πίσω φλας που παίζουν τον ρόλο και του φωτιστικού σώματος, αλλά και τα δεκάδες χρηστικά και όμορφα αξεσουάρ με τα οποία μπορεί να εξοπλίσει το Himalayan ο ιδιοκτήτης του.
Από εξάτμιση της Akrapovic που δίνει άλλο ήχο και απόδοση στον Sherpa κινητήρα, στην επίπεδη σέλα Rally, σε αλουμινένιες πλαϊνές βαλίτσες σε μεταλλικό ή μαύρο χρώμα, σε μαλακά σαμάρια, σε 3 top-box σκληρά και μαλακά, σε ψηλότερη ζελατίνα, μεταλλική μεγάλη ποδιά κινητήρα, κάγκελα κινητήρα, rally τιμόνι και διαφορετικές σέλες, προβολάκια, χούφτες, προστατευτικά κάγκελα προβολέα και ψυγείου, και αρκετά ακόμη που εξελίσσει και πιστοποιεί αυτή τη στιγμή η Enfield. Και μην ξεχάσουμε και τους δεκάδες κατασκευαστές aftermarket αξεσουάρ που έχουν ήδη παρουσιάσει τις δικές τους γκάμες αξεσουάρ για τη Himalayan. Όρεξη να έχεις να ψάχνεις και να φορτώνεις τη μοτοσυκλέτα με πράγματα.
Περισσότερα θα διαβάσετε στην αναλυτική δοκιμή της νέας Himalayan στο τεύχος 654 του ΜΟΤΟ που κυκλοφορεί στις αρχές Μάιου στα περίπτερα