Οδηγούμε στην Ιταλία Moto Guzzi V7 850 2021: Οι πρώτες εντυπώσεις
Δύο εκδόσεις για διαφορετικούς αναβάτες
Από τον
Μπάμπη Μέντη
15/2/2021
Αν ρωτήσεις τους φανατικούς οπαδούς της Moto Guzzi που κρατάνε με θρησκευτική ευλάβεια αρχεία με τις διαφορές κάθε μοντέλου, θα σου πουν πως αυτή εδώ είναι η τέταρτη αναβάθμιση του “σύγχρονου” V7. Όμως για εκείνους που δεν ασχολούνται με κάθε λεπτομέρεια, το μοντέλο του 2021 αποτελεί την δεύτερη γενιά του μοντέλου καθώς έχουμε αλλαγή κυβισμού στα 850cc, αλλαγή πλαισίου και όπως θα δούμε παρακάτω, έχουμε στην πράξη και αλλαγή φιλοσοφίας.
Κι αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από την επιλογή της Moto Guzzi να διαχωρίσει εντελώς τον χαρακτήρα της έκδοσης Stone σε σχέση με την έκδοση Special.
Έως τώρα η Stone ήταν η βασική έκδοση με τον πιο λιτό εξοπλισμό. Όμως για το 2021 η Stone αποκτά δική της προσωπικότητα και γίνεται η έκδοση που απευθύνεται στο πιο νεανικό κοινό, με full-led προβολέα, ψηφιακά όργανα με Bluetooth και σπορ εμφάνιση που υπογραμμίζεται από την μικρότερου μήκους σέλα και το μαύρο ματ χρώμα όλων των μηχανικών μερών.
Οι τρεις χρωματικές επιλογές της έκδοσης Stone είναι ματ και πέρα από την μαύρη, υπάρχει μια πορτοκαλί ματ και μόνο για φέτοςη επετειακή έκδοση των 100 χρόνων στο χαρακτηριστικό πράσινο/ασημί αγωνιστικό χρώμα του θρυλικού V8 500 Moto Guzzi των Grand Prix.
Από την άλλη μεριά, η Special γυαλίζει απ’ όποια μεριά κι αν την κοιτάξεις, είτε πρόκειται για την ασημί/γκρι, είτε για την μπλε/άσπρη. Εδώ το χρώμιο είναι παντού, οι τροχοί έχουν την παραδοσιακή σχεδίαση με στεφάνια και ακτίνες, ο προβολέας παραμένει αλογόνου, όπως και τα όργανα είναι δύο πανέμορφα κλασσικά αναλογικά.
Επίσης η σέλα του Special έχει μεγαλύτερο μήκος και ειδικά στο τμήμα που κάθεται ο συνεπιβάτης έχει περισσότερο αφρώδες, είναι πιο επίπεδη και έχει μεγαλύτερη απόσταση από τα μαρσπιέ. Αυτό σημαίνει πως ο συνεπιβάτης κάθεται πιο αναπαυτικά και άνετα στην Special, όμως και οι δύο εκδόσεις έχουν κάνει άλμα προόδους σε επίπεδο άνεσης, χάρη στις νέες αναρτήσεις με την πολύ μεγαλύτερη διαδρομή πίσω, αλλά και στον νέο άξονα μετάδοσης που έρχεται κατευθείαν από το V85TT… όπως και ο κινητήρας άλλωστε!
Περισσότερα κυβικά, καλύτερος συμπλέκτης, επανασχεδιασμένο κιβώτιο ταχυτήτων και 10% αύξηση της ακαμψίας του πλαισίου είναι οι βασικές αλλαγές σε αυτή τη νέα γενιά των V7 που πραγματικά αλλάζουν επίπεδο στους τομείς της άνεσης, της ευκολίας οδήγησης αλλά και των δυναμικών χαρακτηριστικών. Ακόμα και η πίσω ζάντα έχει αυξήσει το πλάτος της για να βάλουν σύγχρονα σπορ ελαστικά της Dunlop με πλάτος 150mm, που χάρη στον ισχυρό σκελετό τους βελτίωσαν τη σταθερότητα της μοτοσυκλέτας στις υψηλές ταχύτητες και κυρίως στις στροφές.
Γενικά τα δυναμικά χαρακτηριστικά του νέου V7 έχουν αναβαθμιστεί σε πολύ μεγάλο βαθμό, όπως επίσης πολύ καλύτερα είναι το ABS και το Traction Control, τα οποία αντιδρούν πλέον με πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια και ταχύτητα.
Τα ευχάριστα νέα είναι πως όλη αυτή η αναβάθμιση στα ποιοτικά χαρακτηριστικά του νέου V7 δεν αλλοίωσε τον ξεχωριστό χαρακτήρα των Moto Guzzi. Για να το πούμε πιο απλά, οι Ιταλοί έφτιαξαν μια σύγχρονη γυμνή μοτοσυκλέτα, αλλά την ίδια στιγμή όταν την οδηγάς νοιώθεις πως είναι 100% Moto Guzzi και τίποτε άλλο.
Οδηγούμε: Yamaha MT-03 2024 - Πιο κοντά στον Ευρωπαίο αναβάτη
Το μικρομεσαίο μοντέλο της Iwata συνεχίζει την πορεία του στην Euro 5+ εποχή, με μικρές αλλαγές
Από τον
Αλέξανδρο Λαμπράκη
19/3/2024
Το MT-03 του 2024 μπαίνει στην Euro 5+ εποχή, διατηρώντας την ίδια σχεδιαστική ταυτότητα που γνωρίσαμε το 2020, έχοντας όμως δεχτεί αλλαγές στο εργονομικό τρίγωνο του αναβάτη που το φέρνουν πιο κοντά στον σωματότυπο των Ευρωπαίων, ενώ η απουσία του κόκκινου αυτοκόλλητου από το ρεζερβουάρ προσδίδει ένα πιο σοβαρό ύφος στον χρωματισμό της δοκιμής μας, Midnight Cyan.
Το MT-03 με τον δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα των 321 κυβικών, το γνωρίσαμε το 2016, όταν η Yamaha αποφάσισε να διεκδικήσει κομμάτι της πίτας από την Α2 κατηγορία, η οποία είχε ήδη αρχίσει να δίνει ζωή στις μικρομεσαίες μοτοσυκλέτες. Από τότε ο κινητήρας του ήταν ένα από τα δυνατά στοιχεία της μοτοσυκλέτας, καθώς οι περισσότερες προτάσεις της κατηγορίας έχουν μέχρι και σήμερα μονοκύλινδρη διάταξη. Το 2020, η εμφάνισή του άλλαξε δραματικά, υιοθετώντας το επιθετικό στυλ που είχε επιλέξει η Yamaha για όλα τα μοντέλα της οικογένειας MT. Ταυτόχρονα, επωφελήθηκε και από τις αλλαγές που είχαν γίνει από την προηγούμενη χρονιά, στο YZF-R3.
Ερχόμαστε στο σήμερα και στις Euro 5+ προδιαγραφές, όπου σε αντίθεση από το MT-09 που είδαμε να δέχεται μία σημαντική αλλαγή στην εμφάνιση, μαζί με πολλές ακόμα βελτιώσεις, η Yamaha επέλεξε να ακολουθήσει την ίδια σχεδιαστική φιλοσοφία στο ανανεωμένο MT-03, το οποίο καλύπτει τις νέες προδιαγραφές χωρίς επιπτώσεις στην απόδοσή του. Έτσι, έχουμε 42 ονομαστικούς ίππους στις 10.750 στροφές με τη ροπή να αγγίζει τα 3 κιλά στις 9.000 στροφές. Οι τιμές που φτάνουν στον πίσω τροχό δεν έχουν μεγάλη απόσταση από τα νούμερα που ανακοινώνει η Yamaha, ενώ με τη σωστή κλιμάκωση του κιβωτίου έξι σχέσεων, το MT-03 μπορεί να διατηρήσει με άνεση ταχύτητες 140-150 χ.α.ω. Το θέμα είναι αν εσύ αντέχεις, καθώς η έλλειψη οποιουδήποτε είδους προστασίας και η όρθια θέση οδήγησης βάζουν δύσκολα στον αναβάτη στα πολλά. Μάλιστα, για τη νέα χρονιά, ο αναβάτης είναι λίγο πιο όρθιος, με μικρές αλλαγές που έχουν να κάνουν με την εργονομία και θα τις αναλύσουμε εκτενέστερα σε επόμενο τεύχος.
Εκεί θα δούμε και τις αλλαγές που έχουν να κάνουν με τις αναρτήσεις, όπου παραμένει το μη ρυθμιζόμενο ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι και το μονό αμορτισέρ πίσω, το οποίο ρυθμίζεται ως προς την προφόρτιση του ελατηρίου. Οι διαδρομές παραμένουν στα ίδια επίπεδα με πριν, με 130 χιλιοστά μπροστά και 125 πίσω, που συνεπικουρούν στη διατήρηση του ύψους της σέλας στα 780 χιλιοστά από το έδαφος. Πράγμα που σημαίνει ότι το MT-03 καλύπτει μεγάλο εύρος αναβατών, ανεξαρτήτως αναστήματος. Επίσης, το γεγονός ότι οι περισσότεροι αναβάτες μπορούν να πατήσουν όλο το πέλμα και των δύο ποδιών στο έδαφος χαρίζει αυξημένη εμπιστοσύνη, αλλά και ευκολία στην καθημερινή μετακίνηση.
Το πλαίσιο διατηρεί τα γρήγορα γεωμετρικά του χαρακτηριστικά, με τη γωνία κάστερ των 25 μοιρών και το ίχνος των μόλις 95 χιλιοστών να προσδίδουν υψηλά επίπεδα ευελιξίας και σπορ συμπεριφοράς. Σε συνδυασμό με το μαζεμένων διαστάσεων τιμόνι, που έχει σαν αποτέλεσμα το πλάτος να μην ξεπερνάει τα 745 χιλιοστά, οι ελιγμοί ανάμεσα στα μποτιλιαρισμένα αυτοκίνητα γίνονται παιχνίδι, ενώ το μόνο που θα θέσει περιορισμούς στην αστική μετακίνηση είναι το μικρό κόψιμο του τιμονιού. Οι ρυθμίσεις στο ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι, όπου τα ελατήρια είναι πιο μαλακά σε σχέση με αυτό που θα βρίσκαμε σε ένα συμβατικό, έχουν όμως πιο σφιχτή προφόρτιση κατά 6 χιλιοστά και πιο ήπια απόσβεση συμπίεσης, συνεισφέρουν στην αμεσότητα των χειρισμών, καθιστώντας το MT-03 μία πολύ ευέλικτη μοτοσυκλέτα στην καθημερινή χρήση εντός αστικού ιστού.
Εκεί που το MT-03 θα ξεδιπλώσει τις αρετές του όμως, είναι οι στενοί επαρχιακοί δρόμοι με διαδοχικές στροφές, όπου τον πρώτο λόγο δεν έχει η ιπποδύναμη, αλλά η ευελιξία που χαρίζουν το χαμηλό βάρος, τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά και η χαμηλή αντίσταση στο γυροσκοπικό φαινόμενο. Σε αντίθεση με τα μεγάλα δικύλινδρα, τα οποία έχουν παντού ροπή, το μικρομεσαίο γυμνό της Yamaha θυμίζει σε τρόπο οδήγησης τα τετρακύλινδρα εξακοσάρια, καθώς όπως σε αυτά, έτσι κι εδώ, η δύναμη βρίσκεται ψηλά. Στην περίπτωση του MT-03 χωρίζεται από δύο σκαλοπάτια. Το πρώτο, και πιο έντονο, έρχεται περίπου στις 7.000 στροφές, ενώ το δεύτερο και πιο ήπιο, λίγο ψηλότερα, κοντά στην περιοχή όπου βγάζει την μέγιστη ισχύ, απαιτώντας να μείνεις εκεί αν θέλεις να πάρεις τα μέγιστα από την απόδοση, όπως θα εξηγήσουμε και στην δοκιμή που θα δημοσιευτεί στο περιοδικό. Το πλαίσιο είναι πιο ενδοτικό από πριν, μία αλλαγή που είδαμε ήδη από τη δεύτερη γενιά του, χωρίς όμως να εμφανίζει τάσεις πλεύσεις. Έτσι, δεν θα αντιδράσει με τον ίδιο απότομο τρόπο περνώντας πάνω από κοφτές ανωμαλίες με ταχύτητα και κλίση, όπως γινόταν στο πρώτης γενιάς MT-03.
Στα όργανα βρίσκουμε μία μονόχρωμη LCD οθόνη, με πλήθος ενδείξεων και καλή αντίθεση που δεν θα σου δημιουργήσει σημαντικά προβλήματα κατά τη διάρκεια της ημέρας. Μόνο σημείο που θα δεις αντανακλάσεις είναι όταν ο ήλιος βρίσκεται ακριβώς πάνω από την οθόνη. Το χρώμα της δοκιμής μας, Midnight Cyan, με το γυαλιστερό φινίρισμα προσθέτει πόντους στην ποιοτική εμφάνιση, ενώ για το 2024, τα κόκκινα γραφικά απουσιάζουν όπως προείπαμε, δίνοντας μία πιο σοβαρή αλλά και πιο προσεγμένη αισθητικά αύρα στο MT-03. Η ποιότητα βαφής και συναρμογής των πλαστικών βρίσκονται στον μέσο όρο της κατηγορίας, χωρίς να εμφανίζονται συντονισμοί σε κανένα σημείο του στροφόμετρου. Μόνη παραφωνία η έδραση της οθόνης οργάνων, η οποία δεν τρίζει, ούτε δημιουργεί κάποιο πρόβλημα. Θα μπορούσε όμως να έχει δεχτεί περισσότερη φροντίδα, καθώς όταν ακουμπάς τα χέρια σου στα κουμπιά που βρίσκονται πάνω της για να αλλάξεις τις ενδείξεις, παρατηρείται ένας μικρός τζόγος που υπονομεύει την γενικότερα καλή ποιότητα κατασκευής.
Το MT-03 δεν θα θα σε εντυπωσιάσει για τον πλούσιο εξοπλισμό -που δεν διαθέτει-, αλλά για τη γενικότερη συμπεριφορά του, ως μία καλοζυγισμένη, διασκεδαστική και πολυχρηστική γυμνή μοτοσυκλέτα της Α2 κατηγορίας που μπορεί να σε βγάλει και εκτός των στενών αστικών ορίων χωρίς να νιώθεις ότι τη βασανίζεις. Ταυτόχρονα αποτελεί άριστη εισαγωγή για όσους θέλουν να μάθουν τα μυστικά της γρήγορης οδήγησης, επιτρέποντάς σου να κάνεις και τα πρώτα σου βήματα στα track days. Σαφώς, όπως συμβαίνει με όλες τις μοτοσυκλέτες, έτσι κι εδώ δεν έχουμε μόνο πλεονεκτήματα, αλλά και μειονεκτήματα, τα οποία θα τα δούμε στην εκτενή δοκιμή του MT-03 σε έντυπη μορφή.