Η άφιξη του Yamaha NMAX το 2015 έβαλε την ιαπωνική εταιρεία, στο παιχνίδι της νέας κατηγορίας μικρού κυβισμού premium scooter, προσφέροντας την πιο sport πρόταση. Όμως στο τεστ που κάναμε τον Ιανουάριο του 2016, διαπιστώσαμε ότι έχει κι άλλες αρετές:
Το νέο μικρό scooter της Yamaha δεν είναι απλώς μία ακόμα πρόταση ανάμεσα στα δεκάδες scooter της κατηγορίας του, αλλά έρχεται φορτωμένο με τεχνολογία και σπορ γονίδια για να δώσει μια νέα γεύση στην πρακτικότητα
Αν έψαχνες μέχρι σήμερα για ένα scooter που να είναι μοντέρνο, μικρό, οικονομικό σε κατανάλωση, επαρκείς χώρους για δύο άτομα, χαμηλή σέλα και με μπόλικο αποθηκευτικό χώρο κάτω από αυτή, το πιθανότερο ήταν να καταλήξεις σε κάποιο κατάστημα της Honda κοιτάζοντας ένα PCX 125. Τα υπόλοιπα scooter των 125 κυβικών είτε είναι πολύ μικρά σε μέγεθος, με αποτέλεσμα να μην κάθονται με άνεση δύο άτομα πάνω τους και έχουν ελάχιστους αποθηκευτικούς χώρους, είτε είναι δυσανάλογα μεγάλα για τον κυβισμό τους, με αποτέλεσμα να έχουν υπερβολικά ψηλές σέλες και μεγάλο βάρος που ζορίζει τον μικρό κινητήρα τους. Όμως από φέτος η Yamaha δίνει την δική της απάντηση ή αν θέλετε πρόταση, για το πώς πρέπει να είναι φτιαγμένο ένα πραγματικά πρακτικό και οικονομικό scooter. Οδηγώντας όλες αυτές τις μέρες το NMAX 125 μείναμε απόλυτα ικανοποιημένοι για δύο λόγους.
Ο πρώτος είναι ότι το NMAX έχει όλα τα βασικά στοιχεία που μας έχουν κάνει να μας αρέσει τόσο πολύ το PCX 125. Έχει δηλαδή πολύ μικρό βάρος, που μόλις ξεπερνά τα 125 κιλά με γεμάτο το ρεζερβουάρ και πολύ μαζεμένες εξωτερικές διαστάσεις για να τρυπώνει, στην κυριολεξία, παντού. Την ίδια στιγμή όμως το μήκος και το πλάτος της σέλας του είναι όσο μεγάλο χρειάζεται για να μπορούν να κάτσουν δύο άτομα πάνω της με περίσσια άνεση, που όμοιά της δύσκολα θα βρεις ακόμα και στην μεσαία κατηγορία των 250-300 κυβικών. Ο συνδυασμός μικρών εξωτερικών διαστάσεων και άφθονων χώρων, συμπληρώνεται από την προσεγμένη εργονομία, όπου χάρη στο μεγάλο μήκος της ποδιάς και των ξεχωριστών, πτυσσόμενων μαρσπιέ για τον συνεπιβάτη, όχι απλώς χωράνε δύο άτομα πάνω του στατικά, αλλά επιπλέον νοιώθουν άνετα όταν το NMAX κινείται, επιταχύνει, φρενάρει ή στρίβει.
Ο αναβάτης μπορεί να βάλει τα πόδια του σε τρία διαφορετικά σημεία πάνω στην ποδιά και να βρει εύκολα την θέση οδήγησης που επιθυμεί εκείνη της στιγμή. Εδώ να πούμε ότι η Yamaha έχει βάλει ένα πολύ καλής ποιότητας αντιολισθητικό λάστιχο σε όλα τα σημεία που πατάνε τα πόδια σου πάνω στην ποδιά, κάτι που δεν συνηθίζεται σε αυτή την κατηγορία κυβισμού. Αυτό βοηθάει ακόμα περισσότερο την άνεση όταν κάθεσαι για πολύ ώρα πάνω στο NMAX, διότι δεν χρειάζεται να σφίξεις ποτέ τα πόδια σου, ούτε όταν φρενάρεις, ούτε όταν στρίβεις γρήγορα, ούτε όταν κινείσαι με πάνω από 80km/h, όπου οι ριπές του αέρα πίσω από την ποδιά σού κουνάνε τα χωρίς στήριξη γόνατά σου σε όλα τα scooter. Όμως εκεί που το NMAX πραγματικά διαπρέπει και χτυπάει άριστα, είναι στον τομέα της πρακτικότητας. Είναι μύθος ότι όλα τα scooter είναι πρακτικά. Σίγουρα είναι πρακτικότερα και οικονομικότερα από ένα αυτοκίνητο ή μια μεγάλη, ειδικού προσανατολισμού μοτοσυκλέτα, όμως ένα scooter που ζυγίζει 250 κιλά, έχει πλάτος αεροπλανοφόρου και τα πόδια σου δεν πατάνε εύκολα στο έδαφος, δεν μπορείς να το αποκαλείς πρακτικό.
Πραγματικά πρακτικό scooter είναι αυτό που δεν σε βάζει ΠΟΤΕ να σκεφτείς αν χωράς να περάσεις ανάμεσα από δύο αυτοκίνητα, αν μπορείς να το παρκάρεις και να το ξεπαρκάρεις χωρίς να του γδάρεις από κάτω την ποδιά και τον κινητήρα ή να κινδυνεύεις να σου πέσει. Επίσης, πρακτικό scooter είναι αυτό με το οποίο μπορείς να πηγαίνεις στο supermarket και να βολεύεις εύκολα τα ψώνια της εβδομάδας ή στο μπαράκι και στο club χωρίς να σκέφτεσαι πού θα φυλάξεις με ασφάλεια το κράνος, τα γάντια ή ακόμα και το μπουφάν σου. Πρακτικό scooter είναι και αυτό που έχει μεγάλη αυτονομία για να μην ψάχνεις ανοιχτό βενζινάδικο νυχτιάτικα στο νησί της άγονης γραμμής που διάλεξες να πας διακοπές. Με το NMAX τίποτα από αυτά δεν θα σε απασχολήσει και αυτό με δύο λέξεις ονομάζεται ποιότητα ζωής, που είναι το σπανιότερο και πολυτιμότερο αγαθό για όσους ζουν στις μεγάλες ελληνικές πόλεις.
Δολοφόνος παπιών
Τα τελευταία χρόνια η Yamaha παρουσιάζει νέες μοτοσυκλέτες με καταιγιστικό ρυθμό. Αυτό που τις ξεχωρίζει αυτή την στιγμή από τα νέα μοντέλα που παρουσιάζουν οι υπόλοιπες εταιρείες, είναι ότι εκείνες τις Yamaha βασίζονται σε μια σειρά ολοκαίνουριων κινητήρων, οι οποίοι έχουν σχεδιαστεί με την τελευταία λέξη της τεχνολογίας ώστε να αντέξουν τον ανταγωνισμό σε μεγάλο βάθος χρόνου. Ακριβώς το ίδιο σκεπτικό σχεδιασμού συναντάμε στοn κινητήρα του NMAX. Υπό τον γενικό τίτλο Blue Core Technology, ο νέος αυτό μονοκύλινδρος, υγρόψυκτος κινητήρας έχει μεταβλητό χρονισμό βαλβίδων, ψεκασμό με οβάλ διατομής αυλό, σφυρήλατο έμβολο και αντιτριβική επίστρωση (DiASiL) στον κύλινδρο.
Υπερβολικά ακριβός και τεχνολογικά προηγμένος για να τον βάλεις σε ένα μικρό scooter με τιμή κάτω από 3.000 ευρώ. Αν δεις όμως πόσο υποτετράγωνος είναι, θα καταλάβεις ότι με ένα μεγαλύτερης διαμέτρου έμβολο μπορεί εύκολα να γίνει 150, 200, 250 ή ακόμα και 300 κυβικά. Σημασία έχει ότι το NMAX έχει έναν Hi-End κινητήρα, που τα οφέλη του είναι άμεσα αντιληπτά. Οι επιδόσεις του είναι συγκρίσιμες με εκείνες των scooter των 150 και 200 κυβικών και ειδικά με δύο άτομα πάνω στην σέλα του, κανένα άλλο τετράχρονο 125 δεν μπορεί να σταθεί δίπλα του. Σε τελική ταχύτητα σε επίπεδη ευθεία δεν διαφέρει πολύ από τον ανταγωνισμό (100-110km/h στο κοντέρ με ένα άτομο) όμως φτάνει πολύ πιο γρήγορα σε αυτή την ταχύτητα και αν ο δρόμος αρχίζει να κατηφορίζει θα δείξει 124km/h, όταν τα περισσότερα 125 σταματάνε στα 110km/h.
Έτσι, χάρη στις μαζεμένες διαστάσεις και στην ψυχή του κινητήρα του, το NMAX κάνει κηδείες στα παπιά μέσα στην πόλη και ξεκινάει σφαίρα από τα φανάρια. Τα ευχάριστα νέα δεν σταματούν εδώ. Στις κορυφαίες επιδόσεις του κινητήρα του NMAX, η Yamaha συμπλήρωσε ένα εξίσου ακριβής κατασκευής πλαίσιο, αναρτήσεις, φρένα και ελαστικά, με αποτέλεσμα η ταχύτητα που επιτυγχάνει στις ευθείες να διατηρείται και όταν το NMAX συναντάει στροφές.
Το κράτημα των Dunlop ελαστικών σχεδόν εξαφανίζει τα απότομα γλιστρήματα που έχουν τα περισσότερα scooter με μικρούς τροχούς και βοηθούν τα δύο μεγάλα δισκόφρενα με το στάνταρ ABS να κατεβάσουν όλη τους την δύναμη στην άσφαλτο. Η απόδοση των φρένων πραγματικά εντυπωσιάζει, ειδικά όταν έχει δύο άτομα στην σέλα, όπου το επιπλέον βάρος δεν επηρεάζει τις αποστάσεις ακινητοποίησης όπως συμβαίνει με τους ανταγωνιστές του. Σε αυτό συμβάλει και η ρύθμιση του ABS, που δεν αμολάει νωρίς τα φρένα και δεν μπερδεύεται εύκολα με τις λακκούβες.
Τα δύο ποιοτικής λειτουργίας αμορτισέρ πίσω και το πλαίσιο που είναι κατασκευασμένο από ακριβό κράμα ατσαλιού, προσδίδουν μια πρωτόγνωρη αίσθηση στιβαρότητας σε όλες τις συνθήκες, που θυμίζει πολύ εκείνη του κορυφαίου TMAX 500 και δεν υπάρχει σε κανένα άλλο scooter. Το κόστος για όλη αυτή την σπορ συμπεριφορά του NMAX 125 το πληρώνεις στον τομέα της άνεσης, όπου με ένα άτομο στην σέλα είναι πολύ σκληρό και κάθε ανωμαλία του δρόμου γίνεται αντιληπτή, κάτι που φτάνει στα όρια του ενοχλητικού όταν οδηγάς ήρεμα και έχεις όρεξη για χαλαρή βόλτα. Όμως με δύο άτομα στην σέλα, το NMAX δεν έχει αντίπαλο σε αυτή την κατηγορία κυβισμού και τιμής σε ό,τι αφορά την ασφάλεια και την ταχύτητα που κινείται πάνω στο δρόμο.
Καλοδεχούμενο
Η Yamaha κατάφερε να διαφοροποιήσει το NMAX 125 από το άμεσα ανταγωνιστικό του Honda PCX 125 και αυτό είναι πολύ ευχάριστο, αφού η επιλογή ανάμεσά τους δεν περιορίζεται σε οπαδικά κριτήρια, αλλά σε διαφορετικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα ανάλογα με τις ανάγκες του εκάστοτε υποψήφιου αγοραστή. Η σπορ άποψη της Yamaha είναι απόλυτα καλοδεχούμενη γιατί προκύπτει από την υψηλή τεχνολογία του κινητήρα και την ποιότητα υλικών στα εξαρτήματα γύρω του και δεν είναι απλώς ένα σκληρό scooter με σπορ εμφάνιση.
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Yamaha NMAX
Αντιπρόσωπος:
ΜΟΤΟΔΥΝΑΜΙΚΗ Α.Ε.Ε.
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος (mm):
1955
Ύψος (mm):
1115
Μεταξόνιο (mm):
1350
Απόσταση από το έδαφος (mm):
-
Ύψος σέλας (mm):
765
Ίχνος (mm):
-
Γωνία κάστερ (˚):
-
Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):
600
Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):
600
Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):
730
Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):
600
ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ
128 kg (χωρίς καύσιμο: 123kg)
Πίσω
41,6%
Εμπρός
58,4%
Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:
-
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Ατσάλινο σωληνωτό
Πλάτος (mm):
740
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):
-/127
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος, μονοκύλινδρος, υγρόψυκτος με 1 ΕΕΚ/ 4 μεταβλητού χρονισμού βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
52 Χ 58,7
Χωρητικότητα (cc):
125
Σχέση συμπίεσης:
11,2:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
12,2/7.500
Ροπή (kg.m/rpm):
1,2/7.250
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
97,6
Τροφοδοσία:
Ψεκασμός
Σύστημα εξαγωγής:
1 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Φυγοκεντρικός
Μετάδοση / σχέση:
Διαρκώς μεταβαλλόμενη με ιμάντα (CVT)
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Διαδρομή (mm):
90
Ρυθμίσεις:
Καμία
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
-
Ελαστικό:
130/70-13
Πίεση:
-
ΦΡΕΝΟ
Δισκόφρενο 230mm με ABS
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ψηφιακό πολυόργανο με ενδείξεις για ταχύτητα, βενζίνη, φώτα/φλας, θερμοκρασία ψυκτικού κινητήρα, κεντρικό και πλάγιο σταντ, Led φώτα εμπρός-πίσω
Το γιγαντιαίο σε κυβισμό, ιπποδύναμη και μέγεθος KTM 1290 Adventure δέχτηκε μια γεναία αναβάθμιση το 2021, τόσο στην έκδοση S, όσο και στην R, ξεκαθαρίζοντας πως είναι το πιο... "άγριο" Mega On-Off της αγοράς.
Αναδημοσιεύουμε την πλήρη δοκιμή των KTM 1290 Adventure S και 1290 Adventure R όπως δημοσιεύτηκε στο τεύχος 622 του περιοδικού ΜΟΤΟ τον Σεπτέμβριο του 2021:
του Θάνου Αμβροσιάδη-Φελούκα
φωτό: Γιώργος Νιαουνάκης
Το βασίλειο στην Adventure γκάμα της KTM μοιράστηκε σε δύο αδέρφια που αντίθετα με δυσοίωνες προβλέψεις δεν μαλώνουν μεταξύ τους για την μοιρασιά, αλλά με ενωμένες δυνάμεις τα βάζουν με όλους τους άλλους. Η μάχη για την κορυφή της κατηγορίας είναι φέτος πιο σκληρή από ποτέ και η παράταξη της KTM την έχει αναγάγει σε οικογενειακή υπόθεση
Έχω κάνει πλέον μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα με τα νέα Adventure της KTM φτάνοντας από τα βουνά της Βοσνίας και το Σαράγιεβο στα Αστερούσια Όρη, τέρμα κάτω στην Κρήτη και δεν γίνεται να μην αναλογιστώ πόσο μακριά έχουμε φτάσει από το 2015, μέσα σε μόλις έξι χρόνια! Οι γερές βάσεις που τοποθέτησε το 1190 το 2013, μία από τις καλύτερες μοτοσυκλέτες που έχει φτιάξει η KTM γενικά, κλονίστηκαν για λίγο με το πρώτο Super Adventure το 2015 που φορτώθηκε με τεχνολογία αλλά προσπάθησε να κάνει πολλά πράγματα μαζί. Πολύ γρήγορα η KTM ενίσχυσε τα θεμέλια του οικοδομήματος όμως ταυτόχρονα έχτισε και ψηλότερα από πριν. Το 2017 ήρθαν οι εκδόσεις S και R παίρνοντας την απόφαση πως δύο ξεχωριστά μοντέλα είναι ο μόνος τρόπος να καλύψουν όλο το μέτωπο των on-off μιας και το μέτωπο αυτό για την KTM είναι πολύ μεγαλύτερο απ’ ότι στους υπόλοιπους. Το πρόβλημα είναι οι εσωτερικές ανησυχίες εκείνων που σχεδιάζουν μοτοσυκλέτες στο Mattighofen κι όταν λέω εσωτερικές δεν εννοώ τις ενδόμυχες σκέψεις κάθε μηχανικού αλλά της ομάδας ολόκληρης που έχει σε αυτές τις θέσεις ανθρώπους με παγκόσμια πρωταθλήματα στις πλάτες τους, που οδηγούν όρθιοι στα μαρσπιέ κάθε τρεις και λίγο κόβοντας βόλτες στα βουνά της Ευρώπης. Καμία άλλη εταιρεία δεν μπορεί να ανοίξει τις πόρτες των γραφείων και να βγάλει από μέσα καμιά διακοσαριά άντρες και γυναίκες έτοιμους να καβαλήσουν στο χώμα. Στο Piaggio Group απαγορεύεται να οδηγήσεις μοτοσυκλέτα της εταιρείας αν δεν έχεις περάσει ειδικό σχολείο, ώστε να είναι καλυμμένοι σε περίπτωση που σκεφτείς να τους μηνύσεις αν πέσεις.
Στην KTM μάλλον θα σε κοιτάξουν στραβά, αν πας να φύγεις χωρίς να καβαλήσεις, είναι ζήτημα φιλοσοφίας. Ταυτόχρονα έχουν χτίσει ήδη και ένα αντίστοιχο κοινό που είχε -και έχει- οργώσει τα χώματα με το 990. Αν η BMW είναι υπεύθυνη για την δημιουργία των μεγάλων Adventure με το G/S πολύ πιο πριν από το GS, τότε η KTM είναι εξίσου υπεύθυνη για την εξειδίκευση των μεγάλων on-off. Πώς να πεις σε όλους αυτούς τους ιδιοκτήτες να μείνουν στον 19άρη μπροστινό τροχό; Τα 1090 Adventure που διαδέχτηκαν το 1050 υπήρξαν στην γκάμα μονάχα για να κάμψουν τις αντιδράσεις εκείνων που δεν ήθελαν 1.301 κυβικά μοτοσυκλέτα και που με την σειρά τους περισσότερο εννοούσαν την τιμή ως πρόβλημα παρά οτιδήποτε άλλο. Εξυπηρέτησαν τον σκοπό μέχρι να εξελιχθεί το 790, πλέον 890 που είναι ουσιαστικά το νέο 990 και μοιράζει καλύτερο την γκάμα των Adventure πάνω στην λεωφόρο των κυβικών. Τι μας δείχνουν όλα αυτά; Την τεράστια ζύμωση που έχει συμβεί σε αυτή την οικογένεια μέχρι να φτάσουμε στο 2021 και να έχουμε ένα ρεζερβουάρ 23 λίτρων σε μία μοτοσυκλέτα που στρίβει σαν street, πατάει στο χώμα με ασφάλεια και έχει και έναν αδερφό που πετάει, κυριολεκτικά, στην εκτός δρόμου οδήγηση με σχεδόν 135 άλογα στον τροχό και ηλεκτρονικά που δεν φανταζόταν κανείς πως θα έχει ποτέ στην διάθεσή του.
Πλατύσκαλο 2021
Φτάσαμε στο σήμερα ανεβαίνοντας τα σκαλιά δυο-δυο και να ξέρετε πως πλέον πιάσαμε πλατύσκαλο. Θα μείνουμε εδώ για λίγο καιρό. Είναι καλά εδώ που πατάμε, γερό κομμάτι της σκάλας, φυσάει και λίγο παρότι αρκετά ψηλά και είναι τριγύρω και οι άλλοι να κοιτιούνται όλοι στα μάτια ώστε κανείς να μην βιάζεται να πάει στο επόμενο. Με τα προηγούμενα Super Adventure οι ομοιότητες σταματούν στο όνομα, στους τροχούς και σε κοινές λέξεις στον πλούσιο εξοπλισμό που πάντα είχαν, βάλε και κανένα σετ βίδες να φαίνονται περισσότερα τα κοινά σημεία αν το θέλεις, αλλά στην πράξη μιλάμε για τελείως νέες μοτοσυκλέτες. Επειδή το ταξίδι στην εθνική οδό με 140 στο κοντέρ, άντε κλεφτά από τον ΚΟΚ και στα 150 είναι κάτι πολύ συγκεκριμένο και απλό αλλά περιλαμβάνει μεγάλο κομμάτι της περιγραφής του μοντέλου S, να ξέρετε πως αν μείνετε σε αυτό δεν θα βρείτε διαφορές σε επίπεδο κοσμοθεωρίας ξεκινώντας την σύγκριση από το 2015 ακόμη. Μόλις δοκιμάσεις Αθήνα-Πάτρα ή Αλεξανδρούπολη-Θεσσαλονίκη κι ακόμη καλύτερα Αθήνα-Θεσσαλονίκη που οι καλές στροφές είναι σημαντικά λιγότερες από τις υπόλοιπες κεντρικές Εθνικές Οδούς, θα σου λείπει μετά το Adaptive Cruise Control που έχει στον βασικό εξοπλισμό η έκδοση S. Δεν μπορείς να αντιληφθείς την ευκολία αυτή αν δεν κάνεις το ταξίδι συχνά και στην σκέψη πως την επόμενη ημέρα θα βρεθείς στον ίδιο ακριβώς δρόμο, με τις ίδιες ακριβώς ευθείες, θα είσαι με μοτοσυκλέτα χωρίς έλεγχο μουσικής στους διακόπτες και χωρίς να ρυθμίζει μόνη της την ταχύτητα με βάση το όχημα μπροστά σου, επιβραδύνοντας μόνη της όταν τον πλησιάζει και επιταχύνοντας επίσης μόνη της όταν βγάζει φλας και κάνει δεξιά όταν κοιτάξει τον καθρέφτη του. Η ευτυχία κρύβεται στην άγνοια. Αν δεν το δοκιμάσεις δεν το λαχταράς, σου ακούγεται περιττό, αν το έχεις όμως δεν το σβήνεις, δεν είναι σαν το traction control της περασμένης δεκαετίας που απλά πρόσθετε βήματα στην εκκίνηση της μοτοσυκλέτας. Καβαλάς, γυρνάς κλειδί, απενεργοποιείς traction control, ξεκινάς.
Οι περισσότεροι που έχουν να πουν κάτι για τα ηλεκτρονικά βοηθήματα γενικά, εννοούν κάτι τέτοιο. Μονάχα που δεν γίνεται στην εποχή μας να μιλήσεις για τα ηλεκτρονικά βοηθήματα γενικά, παρά μόνο ειδικά από μοτοσυκλέτα σε μοτοσυκλέτα και με πολύ ρηχό βάθος χρόνου, το πολύ διετίας. Μόλις τελειώσεις με τον εξοπλισμό που δεν φαίνεται γιατί κρύβεται σε κουμπάκια, θυμήσου πως έχεις και 23 λίτρα ρεζερβουάρ που τα περισσότερα από αυτά είναι χαμηλά μπροστά στα πόδια σου και είναι μονάχα ένας από τους λόγους που αυτή η μοτοσυκλέτα έχει λιγότερες ταλαντώσεις από την αμαξοστοιχία όταν περνά από την Αλίαρτο και ταξιδεύει στο χαλί του κάμπου. Θα πρέπει λοιπόν να προσπεράσεις όλα τα παραπάνω για να πεις πως ναι, ταξιδεύοντας στην εθνική με 140-150 δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές με τα προηγούμενα μοντέλα. Ωστόσο στην περίπτωση της έκδοσης R η αφαιρετική αυτή επιλογή να βλέπει κανείς τα πράγματα είναι αδύνατο να δουλέψει. Ένας εξαιρετικά ικανός αναβάτης στο χώμα θα κάνει τα ίδια ακριβώς πράγματα ό,τι κι αν του δώσεις θα πάει το ίδιο γρήγορα όσο παλιά ή καινούρια είναι η μοτοσυκλέτα κάνοντας τα πάντα να φαίνονται εύκολα και -φαινομενικά- ίδια. Θα έλεγε κανείς λοιπόν πως η γνώμη του δεν μετράει και πολύ, ακριβώς γιατί είναι σε άλλο πλανήτη από τον μέσο αναβάτη και υπόκειται σε άλλους κανόνες βαρύτητας. Τι γίνεται όμως όταν σου λέει πως η έκδοση R είναι τώρα υπερβολική και “too much” την ίδια στιγμή που ο μέσος αναβάτης θα την βρει δύο φορές πιο ευκολοδήγητη από το μοντέλο που πρώτη φορά κυκλοφόρησε το 2017; Πώς μπερδεύονται έτσι τα πράγματα. Κι όμως η εξήγηση είναι απλή και πηγάζει μέσα από μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα στην σέλα της R οδηγώντας με μερικούς από τους καλύτερους αναβάτες της χώρας μας στα βουνά της Βοσνίας, μέχρι την Κρήτη παρέα με διάφορες μοτοσυκλέτες και μάλιστα πολλαπλάσια φθηνότερες. Από την μία σούζες, μπάντες και μερόνυχτα όρθιος στην σέλα και από την άλλη χωρίς να γεμίζει ούτε δευτέρα σε βατούς χωματόδρομους απολαμβάνοντας την διαδρομή με διαφορετικό τρόπο, οδηγώντας παρέα με ένα τσούρμο μέσων αναβατών. Το πρώτο είναι πιο κοντά στους λόγους που φτιάχτηκε αυτή η μοτοσυκλέτα, το δεύτερο όμως συμβαδίζει απόλυτα με την πραγματικότητα που θα αντιμετωπίσει στην ζωή της.
Και το συμπέρασμα είναι πως το R είναι πλέον πολύ πιο ήπιο, πολύ πιο φιλικό από πριν κι αυτό επεκτείνει τα όριά του στην γρήγορη οδήγηση. Γιατί το προηγούμενο σου τέντωνε τα χέρια στο πρώτο δεκάλεπτο και έλεγες ΟΚ, αυτό ήταν το πήγα τέρμα και τώρα μπορώ να φρενάρω. Στο νέο R αυτό το τέντωμα των χεριών έρχεται πιο ομαλά. Διαχειρίζεσαι την ροπή του πιο εύκολα από πριν και το ξέσπασμα στο άνοιγμα του γκαζιού είναι μικρότερο χωρίς ποτέ να του λείπει η δύναμη. Οι αναρτήσεις δουλεύουν χωρίς να χρειαστεί να το πιέσεις διαβάζοντας πέτρες και κοτρόνες με το τιμόνι να μένει στα χέρια σου δίχως να προσπαθεί να τα τινάξει δεξιά και αριστερά λες και έχεις πιάσει τον ταύρο από τα κέρατα μέσα στην αρένα και ο όγκος αυτής της μοτοσυκλέτας σε απασχολεί λιγότερο από κάθε άλλη της ευρύτερης κατηγορίας. Η νέα θέση οδήγησης που έχει δημιουργηθεί από το μόνο ρεζερβουάρ με τόση επένδυση στην εξέλιξή του, σου δίνει απεριόριστη στήριξη στα γόνατα και η στενότερη σέλα που με το μικρότερο ύψος σε αφήνει να πατήσεις γερά τα πόδια στο έδαφος αν κι όταν χρειαστεί. Αυτό δεν σημαίνει πως είναι μια μοτοσυκλέτα άνετη για άπειρους αναβάτες με ύψος κάτω από 1,80. Η εμπειρία και οι ικανότητες προσθέτουν πολλούς πάτους στα παπούτσια και από εκεί και πέρα κάνει ο καθένας τα δικά του μαθηματικά. Διότι αν θυμάστε το παράδειγμα του ιδιώτη Iker, ενός Ισπανού με ύψος 1,67 που πηγαίνει το 1290 Super Adventure πιο γρήγορα και από τον δίμετρο, επαγγελματία Chris Birch, τότε όλα είναι εφικτά και δικαιολογίες δεν υπάρχουν. Με τον αναβάτη να κάθεται στο γεωμετρικό κέντρο της μοτοσυκλέτας, το κέντρο βάρος δεν το βρίσκει ψηλά μπροστά του, αλλά χαμηλά στο πόδια του. Ο κινητήρας αυτός είναι εξαιρετικά ελαφρύς για τα κυβικά του και κυρίως για την ιπποδύναμη που βγάζει και με τα λίτρα της βενζίνης μοιρασμένα δεξιά και αριστερά το μεγάλο R είναι απόλυτα ισορροπημένο στα χέρια σου και δεν ζητά έξτρα δύναμη για να το κατευθύνεις. Πάγια τακτική της KTM να φτάνει το τιμόνι όσο πιο κοντά γίνεται στο λαιμό και να απουσιάζουν πρόσθετες στρεβλώσεις χωρίς μεγάλους αποστάτες, πράγμα που το πετυχαίνει κανείς σχεδιάζοντας κατάλληλα την μοτοσυκλέτα από την αρχή. Η έκδοση R είναι λοιπόν σχεδιαστικά βελτιωμένη για να ταξιδεύει από χώμα πολύ καλύτερα από κάθε άλλη μεγάλη Adventure που έχει βγάλει η KTM, ωστόσο αυτή είναι μονάχα η μισή εικόνα για το πώς το καταφέρνει. Το παζλ συμπληρώνεται από τα ηλεκτρονικά και συγκεκριμένα το Rally Mode με τον έλεγχο ντριφταρίσματος, την βελτιωμένη απόκριση και το off road ABS. Από τον ίδιο διακόπτη που αυξομειώνεις χιλιόμετρα όταν ενεργοποιείς το cruise control που δεν δουλεύει με off road ABS κτλ, μπορείς να ρυθμίσεις το “slide control” όπως αντίστοιχα έχει και το 890 επίσης με την Rally ρύθμιση.
Οι διακόπτες αυτοί χρειάζονται συνήθεια στην αρχή, για να μην φτάσεις να ανεβάζεις μανιωδώς αριθμούς στην ρύθμιση ντριφταρίσματος αντί να κορνάρεις, αλλά αυτό είναι κάτι που θα το ξεπεράσεις στον δεύτερο, τρίτο το πολύ που θα σου πεταχτεί μπροστά στις ρόδες σου. Από εκεί και πέρα το slide control κόβει την πλαγιολίσθηση του πίσω τροχού από τελείως στην θέση εννιά, μέχρι το πολύ εντυπωσιακό της θέσης τρία και στο σχεδόν καθόλου της θέσης ένα. Εκεί το R θα κάνει και μεγαλοπρεπείς σούζες ακόμη και με τρίτη στο κιβώτιο χωρίς να σε κόψει το traction control και υπό προϋποθέσεις θα σε αφήσει να αλλάξεις και τετάρτη στον αέρα. Η βασική προϋπόθεση είναι ο ρυθμός ανύψωσης του εμπρός τροχού, όσο πιο απότομα γίνεται τόσο περισσότερο θεωρεί πως πηγαίνεις για καπάκι και σε προσγειώνει. Δεν χρειάζεται ωστόσο να απενεργοποιήσεις τελείως το traction control για να σηκώσεις μία σούζα καθαρίζοντας κάποιο εμπόδιο μπροστά σου, ένα αλματάκι ή απλά καθώς χαίρεσαι την μοτοσυκλέτα σου στο βουνό. Τα ηλεκτρονικά είναι ένα τεράστιο βοήθημα του νέου Adventure για να πηγαίνεις παντού γρήγορα μειώνοντας το ρίσκο. Δεν τα έχει βάλει η KTM για να σε περιορίσουν ή για να σε προστατέψει, μία χαρά θα πέσεις και με όλα αυτά ενεργοποιημένα καθώς με περίπου 135 άλογα στον τροχό και πάνω στον χωματόδρομο, οι φυσικοί νόμοι υπερισχύουν. Τα ηλεκτρονικά είναι εκεί για να πας γρήγορα ρισκάροντας λιγότερο, που είναι συνθήκη απείρως πιο δύσκολη να προσφέρει ένας κατασκευαστής, από το να ρυθμίσει ένα traction control που σε κόβει απότομα και να τελειώνει. Όλοι έχουν μπει πλέον σε αυτό τον δρόμο όταν φτιάχνουν τα ηλεκτρονικά της μοτοσυκλέτας τους, λίγοι το καταφέρνουν και ακόμη λιγότεροι μπορούν να το κάνουν και στο χώμα. Το quickshifter δουλεύει υποδειγματικά μέσα στους χωματόδρομους, από τους γρήγορους ανοικτούς, μέχρι τους γεμάτους πέτρα που είσαι συνέχεια πρώτη-δευτέρα. Κι αν τα καταφέρνει εκεί μέσα, τότε λογικό και επόμενο να τα βγάζει πέρα πολύ εύκολα και στην ζούγκλα της πόλης, όπως και πράγματι το κάνει πάρα πολύ καλά. Είναι δύσκολο να δουλεύει το quickshifter και στις χαμηλές στροφές, όπως ακριβώς και στις ψηλές, σε κάθε συνθήκη αλλά σε αυτό ακριβώς το επίπεδο έχουμε φτάσει πλέον και πραγματικά σπάνια θα χρειαστεί να πιάσεις την μανέτα του συμπλέκτη.
Υπάρχει ένα για όλους
Η έκδοση S ακολουθεί στο χώμα πολύ πιο γρήγορα από εκείνο που πιστεύει ή καλύτερα θα περίμενε κανείς. Εξαιρούνται τα ιδιαίτερα σκληρά εδάφη με μεγάλα νεροφαγώματα, αλλά στις περισσότερες των περιπτώσεων η έκδοση S δεν δυσκολεύεται πουθενά. Η διαφορά με την R είναι κυρίως στον ρυθμό όταν μιλάμε για χωματόδρομους από βατή έως και μέτρια κατάσταση. Από εκεί και πάνω υπερτερεί το R και με βάση τις ικανότητές του να περνά τα εμπόδια, με τις WP Xplor να ισιώνουν τα πάντα και να μην παρουσιάσουν την έντονη τάση για συνεχή διόρθωση που έχουν οι ημι-ενεργητικές της έκδοσης S όταν περνάς από έντονες ανωμαλίες. Το ζήτημα είναι τώρα τι συμβαίνει στον δρόμο, εκεί που η R καλείται να πιάσει τις ταχύτητες των μεγάλων on-off αλλά έχοντας τον 21 ιντσών εμπρός τροχό να προσδίδει αναπόφευκτη νευρικότητα. Η διαφορά μεταξύ τους είναι ακόμη εντονότερη γιατί τώρα η S είναι από τις πλέον σταθερές μοτοσυκλέτες στα 250 χιλιόμετρα που εύκολα φτάνεις και σταθεροποιείται και το κοντέρ. Όσο τα ελαστικά στην R είναι καινούρια, τόσο πιο εύκολα μένεις πάνω από τα διακόσια χωρίς ταλαντώσεις στο τιμόνι, ιδιαίτερα αν επιταχύνεις ομαλά και δεν ανοίξεις τέρμα το γκάζι ελαφραίνοντας τον εμπρός τροχό. Η τεράστια οθόνη των 7 ιντσών αναβοσβήνει κατακόκκινη όταν περάσεις το όριο που εσύ έχεις ορίσει που το βράδυ λειτουργεί ως φωτορυθμικό στο πάρτι με δυνατή μουσική που διασκεδάζεις με DJ το τελικό της εξάτμισης.
Σε επίπεδα κοινωνικής υπευθυνότητας κυμαίνεται ο παραγόμενος ήχος, χωρίς να ξυπνάς βρέφη, παππούδες, ασθενείς και οποιονδήποτε είναι πολύ σημαντικότερο να παραμείνει ήρεμος, από την δική σου ευχαρίστηση. Την ίδια στιγμή που σε πιο ανοικτούς δρόμους, εκεί που άλλωστε μπορείς να ανοίξεις και το γκάζι τέρμα, σου έρχεται ένα μεθυστικό μπάσο που ολότελα θυμίζει σπορ μοτοσυκλέτα. Σε τέτοιο ρυθμό οδήγησης η S επιταχύνει σταθερά και άμεσα χωρίς να αδειάζει τον εμπρός τροχό από βάρος, την στιγμή που θα τον προσγειώσει και μετά γιατί τα ηλεκτρονικά θα δουλεύουν υπερωρίες για να τον επαναφέρουν. Θα πρέπει να μπεις σε κλειστό επαρχιακό και να αρχίσεις να πηγαίνεις γρήγορα για να διαπιστώσεις μία αντίσταση στο γυροσκοπικό από την λειτουργία των ημι-ενεργητικών ρυθμίσεων. Αυτή η αντίσταση εξαφανίζεται αν απενεργοποιήσεις το “anti-dive” που περισσότερο νόημα έχει στα ταξίδια και μάλιστα στα γρήγορα ταξίδια-αστραπή. Δεν θα ξεπεράσεις τα 250 στο κοντέρ παρά μονάχα με επιμονή σε μεγάλη ευθεία αλλά μέχρι εκεί θα φτάσεις πολύ γρήγορα και με την έκδοση R να ακολουθεί πολύ πιο πίσω κι αυτό όσο έχει καινούρια ελαστικά. Από εκεί και πέρα τον περιορισμό της τελικής τον θέτει ο καθένας με βάση τις ταλαντώσεις που θα αρχίσει να έχει και είναι συνάρτηση σωματότυπου, βάρους, καιρικών συνθηκών και κατάστασης ελαστικών. Πάντως αν στην έκδοση S θέλεις να δεις μία καταιγιστική απόκριση του γκαζιού στις χαμηλές στροφές, ώστε οι σούζες να έρχονται σαν την R, δεν έχεις παρά να επιλέξεις τον off road χάρτη και να νιώσεις την αλλαγή από την πρώτη κιόλας περιστροφή της γκαζιέρας και μέχρι την μέση της περίπου.
Στην σέλα της S πάντως παραμένεις με ευκολία για πολύ ώρα με υψηλή τελική και γενικότερα πολύ ώρα σε ταξίδι χωρίς να κουράζεσαι. Η KTM έχει πολλές επιλογές στην γκάμα της για την ρυθμιζόμενη σε ύψος σέλα, ώστε να βρει κανείς το αφρώδες που προτιμά ενώ το κλασικό ζήτημα της ζέστης που αποτελεί απορία για κάθε νέο Adventure γενικά εκεί έξω, η KTM έχει βρει την λύση. Με δύο ξεχωριστά ψυγεία που εκμεταλλεύονται την σχεδίαση του ρεζερβουάρ, ο ζεστός αέρας ανακατευθύνεται μακριά από τα πόδια του αναβάτη και οδηγείς το μεγάλο Adventure καλοκαιριάτικα με μικρές ταχύτητες στο χώμα, χωρίς κανένα ζήτημα.
Προφανώς και αν είσαι με κοντό παντελόνι ή τζιν, θα αισθάνεσαι περισσότερη ζέστη από τον κινητήρα, αλλά δεν υπάρχει καμία δικαιολογία τουλάχιστον για το κοντό παντελόνι, ή απλά δεν δικαιούσαι να μιλήσεις για την εκπεμπόμενη θερμότητα σε μία τέτοια περίπτωση. Η μεγάλη TFT οθόνη δημιουργεί αντανακλάσεις σε συγκεκριμένες γωνίες αλλά ανταμείβεσαι από το τεράστιο εύρος πληροφορίας και το εύχρηστο μενού που με χειρίζεσαι από ποιοτικούς διακόπτες που δεν τους μπερδεύεις χρησιμοποιώντας τους χωρίς να κοιτάς από την πρώτη στιγμή και φορώντας τα γάντια σου. Κορυφαία κάλυψη από τον αέρα, άνεση στο άνω άκρο της κατηγορίας και συμπεριφορά σε άσφαλτο και χώμα που εξυπηρετεί είτε την τουριστική, είτε την ενθουσιώδη οδήγηση και τα δύο Adventure καλύπτουν όλα τα γούστα. Ζυγίζεις που θέλεις να κάνεις παραχωρήσεις και ξέρεις πιο από τα δύο, κάνει για εσένα.
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ KTM 1290 Super Adventure S/R
Αντιπρόσωπος:
K-MOTORS
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):
740
Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):
540
Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):
910
Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):
520
Μήκος
-
Ύψος
-
Μεταξόνιο
1.557 +-15
Απόσταση από το έδαφος
223/242
Ύψος σέλας
849/880
Ίχνος
109,2/-
Γωνία κάστερ
24,7 / 25,3
ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ
247,5/248
(χωρίς καύσιμο:229,4kg/229,9kg )
Πίσω
50,1%
Εμπρός
49,9%
Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:
4,09%
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Χωροδικτύωμα από χρωμιομολυβδαινιούχο ατσάλι και ατσάλινο σωληνωτό υποπλαίσιο
Πλάτος (mm):
-
Βάρος κατασκευαστή, κενή (kg):
220/221
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Υγρόψυκτος, δικύλινδρος "V" 75ο με 4 βαλβίδες ανά κύλινδρο και 2 επικεφαλής εκκεντροφόρους
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
108x71
Χωρητικότητα (cc):
1.301
Σχέση συμπίεσης:
13.1:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
160/9.000
Ροπή (kg.m/rpm):
14,07
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
122,98
Τροφοδοσία:
Ηλεκτρονικός ψεκασμός Keihin
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος με υδραυλική οδήγηση
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Γρανάζια
Τελική μετάδοση / σχέση:
Αλυσίδα
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
ΠΙΣΩ
ΤΥΠΟΣ
WP SAT / WP Xplor PDS
Διαδρομή (mm):
200/220
Ρυθμίσεις:
Ημι-ενεργητική λειτουργία / Πλήρεις ρυθμίσεις
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Χυτή αλουμινίου
Ελαστικό:
120/70-19 / 90/90-21
ΦΡΕΝΟ
Δίσκος 267mmτης Bremboμε δαγκάνα δύο εμβόλων και ρυθμιζόμενο / απενεργοποιήσιμο ABS που προσμετρά την κλίση, μονάδα Bosch10.3ME
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Έγχρωμη TFTμε πλήρεις ενδείξεις, σύνδεση με κινητό τηλέφωνο, πλοήγηση μέσω appέλεγχος τηλεφώνου από τα χειριστήρια. AdaptiveCruisecontrol (S) και Cruisecontrol, CorneringABS, ημι-ενεργητικές αναρτήσεις, LEDπαντού, ρυθμιζόμενη ζελατίνα, MTC, quickshifter, Slidecontrol (R)
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
ΕΜΠΡΟΣ
ΤΥΠΟΣ
Ανεστραμμένο πιρούνι της WPSAT / Xplor
Διαδρομή / Διάμετρος (mm):
200/220 / 48
Ρυθμίσεις:
Ημι-ενεργητική λειτουργία / Πλήρεις ρυθμίσεις
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Χυτή αλουμινίου
Ελαστικό:
170/60-17 / 150/70-18
ΦΡΕΝΟ
Δύο δίσκοι 320mmμε ακτινικές δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων της Bremboκαι ρυθμιζόμενο ABS