Δοκιμή Thrust Motor DSR 150 LC ABS+TCS: Έσο έτοιµος

Oλοκληρωµένη πρόταση στα 150 κ.εκ.
δοκιμη thrust motor dsr150
Από τον

Γιάννη Τσινάβο

10/8/2024

Κάποια scooter µπαίνουν ξαφνικά στη ζωή σου εκεί που δεν το περιµένεις και σου κάνουν την καθηµερινότητα πιο εύκολη χωρίς να ζητούν πολλά ή να κοστίζουν πολλά, όπως το DSR 150 της Thrust Motor που χωρίς µεγάλα λόγια πετάει µε αξιώσεις το γάντι στους αντιπάλους του.

Στις µέρες µας στην κατηγορία των scooter των 150 κ.εκ. υπάρχει πληθώρα επιλογών. Από εκεί και έπειτα ξεκινά η εσωτερική αναζήτηση για το τι χρειάζεται ο καθένας στην καθηµερινότητα του, και το πιο σηµαντικό, πόσα χρήµατα θέλει να δαπανήσει. Εκεί µπαίνει στην εξίσωση το DSR 150 της δοκιµής µας. Η Thrust Motor τα τελευταία χρόνια έχει µπει για τα καλά στη µοτοσυκλετιστική ζωή µας, παρουσιάζοντας ενδιαφέροντα µοντέλα ειδικά στην κατηγορία των scooter. Ένα από αυτά είναι και το DSR 150 το οποίο έρχεται να µπει σφήνα στον ανταγωνισµό και από ότι φαίνεται έχει όλα τα εχέγγυα για να πετύχει τους στόχους του.

δοκιμη thrust motor dsr150

Αντικρίζοντας το από κοντά διαπιστώνεις πως το DSR 150 είναι πιο όµορφο από ότι στις φωτογραφίες. Σε αυτό βοηθά και το µατ-γκρι χρώµα το οποίο αναµφίβολα σε κερδίζει. Το µπροστινό τµήµα του scooter είναι το δυνατό του σηµείο, µε τους LED προβολείς σε συνδυασµό µε τα φώτα ηµέρας να σχηµατίζουν ένα ιδιαίτερο σχήµα. Στο πίσω µέρος εντυπωσιάζει το φωτιστικό σώµα το οποίο είναι σαν να έχει... φωλιάσει µέσα στο scooter.

Εύσηµα αξίζουν και για το µεσαίο τµήµα του DSR 150 το οποίο είναι άρτια κατασκευασµένο και φιλοξενεί την ποδιά αλλά και τα µαρσπιέ του συνεπιβάτη, τα οποία είναι αναδιπλούµενα. Στα θετικά στοιχεία του scooter περιλαµβάνονται η φιµέ ζελατίνα που προστατεύει ικανοποιητικά τον αναβάτη, ενώ µας έκανε εντύπωση και η LCD οθόνη της οποίας η φωτεινότητα ρυθµίζεται εύκολα µε έναν διακόπτη που βρίσκεται εκεί που θα συναντούσαµε σε άλλες µοτοσυκλέτες τον διακόπτη για τη µεγάλη σκάλα των φώτων. Το τιµόνι βρίσκεται σε σωστή θέση, οπότε δεν υπάρχει πρόβληµα µε τα γόνατα του αναβάτη, κάτι που συναντάµε συχνά-πυκνά σε άλλα scooter µε αυτές τις διαστάσεις. Κάτω από αυτό υπάρχει γάντζος για να κρεµάσεις κάποια τσάντα ενώ στα δεξιά υπάρχει ντουλαπάκι το οποίο µπορεί να χωρέσει αρκετά αντικείµενα -εµείς χωρέσαµε δύο µπουκάλια νερού του µισού λίτρου.

Πολύ καλή είναι η ποιότητα και των υπόλοιπων διακοπτών, µε τον περιστροφικό διακόπτη να χρειάζεται λίγη εκµάθηση µέχρι να τον συνηθίσεις. Περιστρέφοντας τον, ανοίγει η σέλα, κάτω από την οποία υπάρχει χώρος για ένα jet κράνος και κάποια άλλα µικροαντικείµενα. Στο τελείωµα της σέλας υπάρχουν δύο µεγάλες χειρολαβές οι οποίες προσφέρουν στον συνεπιβάτη περαιτέρω ασφάλεια. Το ύψος της σέλας του DSR 150 βρίσκεται στα χαµηλά 770 χλστ., µεγάλο ατού, καθώς µπορείς να πατήσεις εύκολα τα πόδια σου στο έδαφος ανεξαρτήτως του ύψους σου.

Στην αστική ζούγκλα της Αττικής χαµογελάς µέσα από το κράνος σου, αφού το DSR 150 κινείται σαν αίλουρος και τίποτα δεν µπορεί να το σταµατήσει. Το τιµόνι κόβει αρκετά οπότε µε άνεση θα κάνεις ελιγµούς ώστε να βρεθείς πιο µπροστά στο φανάρι, ενώ τα 146,5 κιλά που ζυγίζει το scooter δεν θα σε απασχολήσουν ούτε µία στιγµή. Αλλάζεις κατεύθυνση άµεσα και χωρίς κόπο ενώ δεν θα συναντήσεις κανένα πρόβληµα κατά την διήθηση καθώς οι καθρέφτες δεν πρόκειται να έρθουν σε επαφή µε αυτούς των αυτοκινήτων.

δοκιμη thrust motor dsr150

Σύµµαχος εντός των αστικών τειχών

Γράφοντας περισσότερα χιλιόµετρα µε το DSR 150 συνειδητοποιείς πως ο τετράχρονος µονοκύλινδρος, υγρόψυκτος, διβάλβιδος κινητήρας χωρητικότητας 149,6 κ.εκ. και απόδοσης 14,7 ίππων τα πάει περίφηµα. Είναι αθόρυβος, χωρίς ενοχλητικούς κραδασµούς και το βασικό στοιχείο είναι πολύ οικονοµικός. Κατά την οδήγηση ανεβάζει χιλιόµετρα γραµµικά χωρίς κοµπιάσµατα ενώ µε λίγη υποµονή θα µπορέσετε να δείτε την τελική ταχύτητα του DSR 150 η οποία είναι αρκετή ακόµα και για κίνηση σε δρόµους ταχείας κυκλοφορίας, ενώ περιορίζεται µε τον κόφτη στις 9.600 σ.α.λ. Η αλήθεια είναι πως όσοι αγοράζουν scooter της συγκεκριµένης κατηγορίας δεν ενδιαφέρονται για τις τελικές ή για το αν στην κατηφόρα τα χιλιόµετρα θα αυξηθούν ώστε να το µεταφέρουν στους φίλους τους στην καφετέρια, καθώς ο µόνος στόχος δεν είναι άλλος από την πρακτικότητα.

δοκιμη thrust motor dsr150

Η ζελατίνα όπως είπαµε βοηθά στην προστασία από τον αέρα, ενώ και το αφρώδες της σέλας κρατά ξεκούραστο τον αναβάτη αλλά και τον συνεπιβάτη όσα χιλιόµετρα και αν διανύσεις εντός πόλεως. Οι αναρτήσεις κάνουν καλά τη δουλειά τους, µε αποτέλεσµα το DSR 150 να περνά τις κακοτεχνίες του ελληνικού οδοστρώµατος χωρίς να σκέφτεσαι αν αυτές θα σου µεταφέρουν αυτό το ενοχλητικό χτύπηµα στη µέση που σίγουρα έχεις βιώσει σε κάποιο άλλο scooter.

δοκιμη thrust motor dsr150

Οι τροχοί 14 ιντσών µπροστά και 13 ιντσών πίσω, µε τα ελαστικά της CST µε τη σειρά τους σε βγάζουν ασπροπρόσωπο, ενώ το ABS µε το οποίο εφοδιάζεται το DSR 150 κάνει καλά την δουλειά του καθώς έχεις δύναµη και αίσθηση ώστε να φρενάρεις µε ασφάλεια. Ένας έξτρα βοηθός κατά τη διάρκεια της οδήγησης είναι το Traction Control -µπορεί να απενεργοποιηθεί από την οθόνη- το οποίο βρίσκεται στον βασικό εξοπλισµό του scooter περιορίζοντας τα άσκοπα γλιστρήµατα. Με µέση κατανάλωση τα 3 λίτρα στα 100 χιλιόµετρα θα δείτε µε άνεση το DSR 150 να ξεπερνά τα 300 χιλιόµετρα αυτονοµίας, ενώ αν είστε περισσότερο προσεκτικοί µε το άνοιγµα του γκαζιού και χρησιµοποιώντας το Start & Stop που προσφέρεται στον βασικό εξοπλισµό, η κατανάλωση θα πέσει ακόµα περισσότερο, στα 2,7 l/100km.

δοκιμη thrust motor dsr150

Η Thrust Motor µε το DSR 150 έρχεται να προσφέρει µία ολοκληρωµένη πρόταση στα 150 κ.εκ. η οποία θα δελεάσει ακόµη και αυτόν που ακόµα κρατά µία επιφύλαξη για τα scooter µε καταγωγή από την Κίνα. Η δελεαστική του τιµή στα 2.890 ευρώ, ο αξιόλογος εξοπλισµός του, η χαµηλή κατανάλωση, το σύγχρονο design και η καθηµερινή πρακτικότητα τοποθετεί το συγκεκριµένο scooter στο πάνω ράφι της κατηγορίας, µε το DSR 150 να µπορεί να αποτελέσει µε αξιώσεις τον καθηµερινό αστικό σας σύµµαχο. 

Δοκιμή Thrust Motor DSR 150 LC ABS+TCS: Έσο έτοιµος

R3B_0971

Το μούτρο του DSR 150 αφήνει τη φαντασία να οργιάσει

Δοκιμή Thrust Motor DSR 150 LC ABS+TCS: Έσο έτοιµος

R3B_0964

Σέλα με μπόλικο αφρώδες και για τον αναβάτη και για τον συνεπιβάτη

Δοκιμή Thrust Motor DSR 150 LC ABS+TCS: Έσο έτοιµος

R3B_1013

Ντουλαπάκι και γάντζος βοηθούν στη μεταφορά μικροαντικειμένων

Δοκιμή Thrust Motor DSR 150 LC ABS+TCS: Έσο έτοιµος

R3B_1017

H LCD οθόνη είναι ευανάγνωστη ενώ έχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες

Δοκιμή Thrust Motor DSR 150 LC ABS+TCS: Έσο έτοιµος

R3B_1027

Όμορφο από όποια μεριά και να το κοιτάξεις

ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ ΑΝΑΒΑΤΗ

Κράνος: HJC

Μπουφάν: Seventy Degrees

Παντελόνι: Nordcap

Γάντια: Gari

Μπότες: TCX

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ - Thrust Motor DSR 150 LC TCS

Αντιπρόσωπος:

Δ. ΓΚΟΥΝΤΟΥΦΑΣ ΙΚΕ

Τιμή:

2.890€

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

1.960

Ύψος (mm):

1.165

Μεταξόνιο (mm):

1.375

Ύψος σέλας (mm):

770

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

480

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

580

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

750

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

640

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ ΖΥΓΑΡΙΑ ΜΟΤΟ

146,5kg

Πίσω

57,7%

Εμπρός

42,3%

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο, σωληνωτό

Πλάτος (mm):

695

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/146,5

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, μονοκύλινδρος, υγφρόψυκτος

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

-

Χωρητικότητα (cc):

149,6

Σχέση συμπίεσης:

-

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

14,7/8.500

Ροπή (kg.m/rpm):

1,4/6.500

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

98,26

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής:

1 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Αυτόματος φυγοκεντρικός

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

-

Τελική μετάδοση / σχέση:

Ιμάντας

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

-

Ρυθμίσεις:

Καμία

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

-

Ελαστικό:

100/80-14 CST

ΦΡΕΝΟ

Δισκόφρενo 240mm & CBS

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Διπλό αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

-

Ρυθμίσεις:

Με ρυθυμίσεις

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

-

Ελαστικό:

100/80-13 CST

ΦΡΕΝΟ

Δισκόφρενo 220mm & CBS

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Έγχρωμη LCD οθόνη με ενδείξεις για στροφόμετρο, ταχύμετρο, αυτονομία καυσίμου, στάθμη καυσίμου, ρολόι, ενδεικτικές λυχνίες για φλας/αλάρμ, θερμοκρασία κινητήρα, μπαταρίας, πίεσης λαδιού, εγκεφάλου κινητήρα, μεγάλη/μικρή σκάλα φωτών, full LED φώτα, ρυθμιζόμενο Traction Control που απενεργοποιείται, Start & Stop, keyless κλειδί

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

3

Ελάχιστη

2,7

Μέγιστη

3,2

Αυτονομία (km):

300

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

-

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

10,5/-

       

 

Ετικέτες

Dunlop Roadsmart IV: Το δοκιμάζουμε σε όλες τις συνθήκες

Η νέα γενιά Roadsmart εξισώνει τις συνθήκες του δρόμου

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

21/4/2022

Συνομιλώντας κατά καιρούς με τα στελέχη των μεγαλύτερων κατασκευαστών ελαστικών, έχω καταγράψει ορισμένους κοινούς προβληματισμούς που παραδέχονται όλοι τους πως ισχύουν στον ίδιο βαθμό, κι ένας από αυτούς είναι πως τα ελαστικά που προορίζονται για καθημερινή χρήση δρόμου, έχουν στην πράξη τόσες απαιτήσεις που ο σχεδιασμό και η εξέλιξή καταλήγει δυσκολότερο έργο από την εξέλιξη ενός αγωνιστικού ελαστικού. Διότι το τελευταίο καλείται να κάνει ένα πράγμα, τα ελαστικά αυτής της κατηγορίας πρέπει να είναι σπορ με αξιώσεις, αλλά να έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής, καλή απόδοση στο βρεγμένο, να ζεσταίνονται γρήγορα αλλά να μην υπερθεμαίνονται εύκολα, να απορροφούν ανωμαλίες του δρόμου χωρίς όμως κινητικότητα πέλματος και να αντέχουν και στο φόρτωμα και τέλος, εκείνο που παραβλέπουν όλοι, να διατηρούν αυτά τα χαρακτηριστικά σε αρκετές διαφορετικές διαστάσεις!

Υψηλόβαθμο στέλεχος της Dunlop στην Ευρώπη εξηγούσε στο ΜΟΤΟ, κατά την παρουσίαση του νέου ελαστικού που έχετε ήδη διαβάσει στο τεύχος 629, πως το Roadsmart IV είναι ο κοινός τόπος επαφής της εταιρείας με εκατοντάδες χιλιάδες αναβάτες, που σημαίνει πως η ανάπτυξή του έχει μεγαλύτερη σημασία από τα αγωνιστικά ελαστικά των Moto2 και Moto3 στα MotoGP που τα τελευταία χρόνια η Dunlop είναι αποκλειστικός προμηθευτής.

Η αναφορά δεν ήταν τυχαία, καθώς το Roadsmart IV επωφελείται από την τεράστια αγωνιστική πορεία της Dunlop με τρόπο πολύ άμεσο και πρακτικό και όχι θεωρητικό. Οι αγώνες αποτελούν τον τόπο της εξέλιξης του είδους, χωρίς αυτούς η εξέλιξη όχι μόνο είναι αργή αλλά μπορεί να οδηγηθεί και σε λάθους δρόμους. Μπορείς να πεις πως όλα τα ελαστικά δρόμου κάθε εταιρείας επωφελούνται από την αγωνιστική της πορεία με βάση την εμπειρία που έχει αποκτηθεί, όμως εδώ μιλάμε για κάτι τελείως πρακτικό και όχι θεωρητικό: Πρόσφατα το τμήμα αγωνιστικών ελαστικών της Dunlop, αυτό που κατασκευάζει τα ελαστικά της Moto2 και της Moto3, μετακόμισε από το Birmingham της Αγγλίας όπου βρισκόταν επί δεκαετίας, στο βασικό εργοστάσιο της Dunlop στην Γαλλία, εκεί που κατασκευάζονται και τα Roadsmart IV. Η μεταφορά αυτή προίκισε τις γραμμές παραγωγής των ελαστικών δρόμου με ορισμένες πολύ ενδιαφέρουσες εργαλειομηχανές βουλκανισμού και επέτρεψε στην Dunlop να χρησιμοποιήσει ορισμένες τεχνικές κατασκευής που μέχρι στιγμής υπήρχαν μόνο στους αγώνες και στα αγωνιστικά ελαστικά που μπορούσαν να καλύψουν το υψηλότερο κόστος παραγωγής. Η ενοποίηση αυτή όμως, έδωσε πρόσβαση σε εργαλεία που μέχρι πριν δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί η ανάπτυξή τους χωρίς να αυξηθεί και το κόστος, κι έτσι από την απλή μεταφορά τεχνογνωσίας και εμπειρίας που γινόταν μέχρι πριν άμεσα και απρόσκοπτα στην κοινωνία της πληροφορίας που ζούμε, πλέον άνοιξε ο δρόμος και για την φυσική χρήση του εξοπλισμού!

Κι έτσι το Roadsmart IV γίνεται πλέον το πρώτο ελαστικό της κατηγορίας που κάνει χρήση της τεχνολογίας Jointless Tread. Η ονομασία περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο τοποθετείται η γόμα πάνω στον σκελετό. Όπως ακριβώς και με την Jointless Belt τεχνολογία για την κατασκευή του σκελετού που είτε με αυτή την ονομασία είτε με διαφορετική, όλοι οι μεγάλοι κατασκευαστές χρησιμοποιούν, αντίστοιχα και με την Jointless Tread η εξωτερική γόμα απλώνεται σε λωρίδες σε μορφή μαστίχης τυλιγμένη πάνω στον σκελετό και γίνεται ένα σώμα κατά την διαδικασία του βουλκανισμού στην νέα εργαλειομηχανή που μέχρι πριν είχαν πρόσβαση μονάχα τα αγωνιστικά ελαστικά. Μέχρι τώρα η γόμα των ελαστικών αυτής της κατηγορίας ήταν ένα φύλλο που τύλιγε τον σκελετό και επικολλιούνταν επάνω του και ο βουλκανισμός, μεταξύ άλλων, εξαφάνιζε και το σημείο της ένωσης.

Η άλλη βασική διαφορά που έχει το νέο ελαστικό με τον προκάτοχό του, είναι στην εξέλιξη της ίδιας της Jointless Belt τεχνολογίας καθώς τώρα το νήμα που αποτελεί τον σκελετό είναι ένα και ενιαίο, εφαρμόζεται απευθείας στο εσωτερικό πέλμα και περιμένει την γόμα σε μορφή μαστίχης για να επικολληθεί. Μέχρι τώρα η κατασκευή του σκελετού ξεκινούσε φτιάχνοντας μία πλακέ ζώνη από τρεις χορδές που εμποτίζονταν στο ίδιο μίγμα της γόμας, κι έπειτα αυτή η ζώνη τυλιγόταν πάνω στο εσωτερικό πέλμα με την Jointless Belt τεχνολογία. Ο εμποτισμός σε γόμα και η δημιουργία ζώνης ήταν ο μόνος τρόπος συγκόλλησης όλων των διαφορετικών στρωμάτων πριν ξεκινήσει ο βουλκανισμός. Τώρα μπορεί και αυτή η διαδικασία να αλλάξει κι έτσι ένα ενιαίο νήμα, χωρίς κάποιον εμποτισμό, τυλίγεται πάνω στο εσωτερικό πλέγμα και απευθείας εφαρμόζεται το μίγμα της γόμας με Jointless Tread τρόπο. Το βασικό κέρδος αυτής της αλλαγής είναι το μικρότερο βάρος του ελαστικού και η καλύτερη απαγωγή θερμότητας, καθώς ο σκελετός παίζει τον μεγαλύτερη ρόλο στην διατήρηση θερμότητας του ελαστικού και πλέον είναι σε αμεσότερη επαφή με το εσωτερικό πλέγμα και την εξωτερική γόμα.

Φυσικά, η κυριότερη αλλαγή που αντιλαμβάνεται κανείς κοιτώντας το ελαστικό δεν είναι τίποτα από τα παραπάνω, αλλά η νέα χάραξη. Στο προηγούμενο μοντέλο που θα εξακολουθήσει για πολύ καιρό να παράγεται αλλά σε νέα τιμή αποτελώντας μία πιο προσιτή λύση, η Dunlop είχε εφαρμόσει μία τεχνική σχεδιασμού που την αποκαλεί «νησίδες» καθώς τα αυλάκια είναι χωρισμένα σε ομάδες που καλύπτουν το ελαστικό αφήνοντας κενά αχάρακτης γόμας ανάμεσά τους. Αφήνει πίσω της την τεχνική των ομάδων αυλακιών, των «νησίδων» και φτιάχνει τώρα μία νέα χάραξη παρόλο που ο τρόπος αυτός αποδείχτηκε αποτελεσματικός στο Roadsmart III. Βάζοντας όμως στόχο να αναβαθμίσει την απόδοση στο βρεγμένο και ταυτόχρονα την σπορ συμπεριφορά, χρειάστηκε κάτι νέο καθώς αποδείχτηκε πως οι νησίδες προσέδιδαν κινητικότητα πέλματος σε ακραία σπορ, ρυθμό οδήγησης. Παράλληλα τα νέα αυλάκια βελτιώνουν την διάρκεια ζωής, κάτι που αυτή την στιγμή αποτελεί δήλωση της Dunlop χωρίς να επαληθεύεται από εμάς, από την στιγμή που δεν έχουμε γράψει χιλιάδες χιλιόμετρα με τα νέα Roadsmart IV.

Εκείνο που με βεβαιότητα επαληθεύτηκε, ήταν τα δυναμικά χαρακτηριστικά του σε μία αρχική διαδρομή τριακοσίων χιλιομέτρων χωρίς στάσεις, πριν μπούμε μαζί τους στην ιδιωτική πίστα δοκιμών της Dunlop. Εκτός από μία κανονική πίστα με έντονες υψομετρικές διακυμάνσεις στην μορφολογία της, η Goodyear, στην ομπρέλα της οποίας είναι και η Dunlop, διαθέτει και μία σειρά εξεζητημένων πεδίων δοκιμών για δοκιμές στο βρεγμένο και για δοκιμές ελιγμών και ευελιξίας. Η πίστα εξομοίωσης βροχής γεμίζει νερό και μάλιστα δημιουργεί και αυλάκια με περισσότερη ροή ώστε να έρχεται πολύ κοντά σε συνθήκες καταιγίδας σε δημόσιο δρόμο και την περνάς μονάχα με αδιάβροχα καθώς είναι σαν να βρέχει εκεί μέρα από τους πίδακες που δημιουργούν τα ελαστικά, τόσο πολύ νερό που υπάρχει στην επιφάνειά της.

Είναι ένας εξεζητημένος μηχανισμός που διακινεί τεράστιες ποσότητες νερού αλλά σε απόλυτο σεβασμό του περιβάλλοντος. Η πίστα είναι κατασκευασμένη σε πλαγιά και δεν χρησιμοποιεί μπεκ για την κατάβρεξή της αλλά διατρέχεται από την αριστερή της μεριά από υπόγειο αυλάκι που στην ουσία είναι η υπερχείλιση διαφορετικών, συγκοινωνούντων δεξαμενών. Το νερό που ξεχειλίζει και διατρέχει την πίστα, συλλέγεται από υπόγεια υδρορροή που διατρέχει την πίστα από την δεξιά της μεριά κι αφότου φιλτραριστεί, επαναπροωθείται στις δεξαμενές. Το αποτέλεσμα είναι μία πίστα που μόνιμα την διατρέχει το νερό με ακανόνιστα σημεία όπου έχει περισσότερη ή λιγότερη ροή, ανάλογα με την υπερχείλιση. Είναι ένα εξαιρετικό πεδίο δοκιμών για να δεις την απόδοση σε βρεγμένο οδόστρωμα σε συνθήκες που μόνιμα προσομοιάζουν μία καταρρακτώδη βροχή.

Η αρχή βέβαια της ημέρας έγινε κυνηγώντας τον Peter Hickman μαζί με έναν Αυστριακό και δύο Γερμανούς συναδέλφους, σχηματίζοντας ένα ξεχωριστό γκρουπ πέντε αναβατών και δύο πλοηγών που πήραν οδηγίες από το μεγάλο αφεντικό της Dunlop για ακραία σπορ οδήγηση όπου οι συνθήκες το επέτρεπαν, «και μην τολμήσουν να πουν πως βαρέθηκαν». Το αποτέλεσμα ήταν να κάνει λόγο ο Peter Hickman, συνέντευξη του οποίου θα διαβάσετε σύντομα στο ΜΟΤΟ, για οδήγηση που ξεφεύγει από τα δικά του πρότυπα για ελαστικά δρόμου και αγνώστους συνοδοιπόρους, κι ας μην πλησιάσαμε ούτε στο ελάχιστο μία ημέρα του στο Isle of Man. Ήταν όμως η πλέον γρήγορη οδήγηση που επέτρεπε ο δρόμος και οι συνθήκες, με στάσεις μονάχα για να αλλάξουμε μοτοσυκλέτες, δοκιμάζοντας τα νέα ελαστικά από Suzuki GSX-S 1000GT, μέχρι Honda NT1000!

Η καλή η ημέρα φάνηκε από την πρώτη κιόλας στροφή, όταν ο πλοηγός χρειάστηκε να βγάλει το πόδι από τα μαρσπιέ του Versys 1000 που είχαν διπλώσει ξύνοντας την άσφαλτο με όλο τους πλέον το μήκος και όχι μονάχα τον αποστάστη. Βασικό μέλημα της Dunlop είναι να σχεδιάζει τα ελαστικά έτσι ώστε το πίσω να χάνει πρώτο την πρόσφυση, δίνοντάς σου χρόνο αντίδρασης. Πρόκειται για μία φιλοσοφία σχεδιασμού που ξεκινά από την γεωμετρία του ελαστικού αλλά δεν περιορίζεται μόνο εκεί και φυσικά ο λόγος είναι για σταθερή πρόσφυση του δρόμου και όχι για τις στιγμές που το εμπρός ελαστικό θα περάσει πρώτο από σημείο μειωμένης πρόσφυσης. Οπότε όταν πατήσεις χαλίκια ή βρεγμένο κομμάτι του δρόμου χάνοντας στιγμιαία πρόσφυση εμπρός, βασίζεσαι να σε ακολουθήσει το ελαστικό στην γρήγορη αντίδραση και να ανακτήσει άμεσα όπως φυσικά και υπήρξε τέτοια περίπτωση και μάλιστα σε ένα από τα ταχύτερα κομμάτια της διαδρομής, εκεί όπου συμβαίνουν αυτές οι περιπτώσεις.

Κρατώντας βαθιά τα φρένα μέσα στις στροφές για να διατηρηθεί ο υψηλός ρυθμός οδήγησης που επιβάλλει ο πλοηγός και με τον Peter Hickman να ακολουθεί, δίχως να αφήνει περιθώριο, η εμπιστοσύνη στο Roadsmart IV χτίζεται πολύ γρήγορα κι ανεβαίνει πολλούς ορόφους. Το ελαστικό διατηρεί την κατευθυντικότητά του και τα περιθώριά του βρίσκονται πολύ ψηλά, όπως διαπιστώσαμε αμέσως μετά στην πίστα αυτή την φορά με πλοηγό τώρα τον Hickman. Δίχως πλέον περιορισμούς και στην ασφάλεια που προσφέρει η ιδιαίτερη και άκρως τεχνική ιδιωτική πίστα της Goodyear-Dunlop και κρατώντας τις ίδιες street μοτοσυκλέτες, το Roadsmart IV μας αποκαλύπτεται πλήρως. Υψηλός βαθμός κλίσης που έρχεται αβίαστα και δεν προκύπτει από υπερ-προσπάθεια, ακριβώς το αντίθετο. Εμπιστοσύνη στο εμπρός ελαστικό που έχει ομοιογένεια στην συμπεριφορά του σε όλες τις μοίρες που συναντά την άσφαλτο και ταχύτητα προσαρμογής στις αλλαγές κλίσης σε ρυθμό που ξεφεύγει από την σπορ οδήγηση στον δρόμο, είναι το συμπέρασμα μετά από αρκετούς γύρους στην πίστα, φανερώνοντας τα υψηλά όρια που έχει το Roadsmart IV.

Στην πίστα – λίμνη, ο στόχος της Dunlop ήταν να βελτιώσει την απόδοση μεταξύ 7ο και 30ο κλίσης που θεωρεί πως είναι το μέσο εύρος κλίσης των αναβατών σε βρεγμένους δημόσιους δρόμους. Βασικό σημείο αναφοράς όμως για τους περισσότερους όταν οδηγούν σε καταρρακτώδη βροχή είναι οι 20ο κλίσης, κι εκεί το ελαστικό έχει 46 τετραγωνικά εκατοστά επαφής με την άσφαλτο, δηλαδή τρία περισσότερα από το Roadsmart III. Την έκδοση αυτή είχαμε δοκιμάσει στην ίδια ακριβώς πίστα έναντι όμως του ανταγωνισμού που βγήκε τότε καλύτερο ελαστικό και τώρα το δοκιμάζαμε έναντι της νέας του έκδοσης. Βέβαια και ο ανταγωνισμός έχει βελτιωθεί από τότε και μάλιστα αρκετά, είναι όμως χαρακτηριστικό πως το Roadsmart IV είχε βελτιωθεί αρκετά έναντι του III που τα οδηγούσαμε εναλλάξ σε ίδιο μοντέλο μοτοσυκλέτας. Να σημειωθεί πως στο παραπάνω εμβαδό ελαστικού αντιστοιχεί ποσοστό αυλακώσεων που αγγίζει το 12,6% έναντι 10,3% στο προηγούμενο μοντέλο που δεν είναι μικρή διαφορά. Ακόμη περισσότερα για το βρεγμένο αλλά και για τα δυναμικά χαρακτηριστικά του Roadsmart IV, διαβάζετε στο τεύχος #629 του ΜΟΤΟ.

Με διάφορες εκδόσεις για να προσαρμόζεται το ελαστικό σε βαρύτερες και πιο τουριστικές μοτοσυκλέτες, καθώς και πλήθος διαστάσεων το Roadsmart IV είναι ένα από τα πιο σημαντικά ελαστικά στην τεράστια γκάμα της Dunlop γιατί την φέρνει κοντά σε εκατοντάδες χιλιάδες αναβάτες. Ενώ οι sport-touring μοτοσυκλέτες έχουν πρακτικά εξαφανιστεί, τα sport-touring ελαστικά μονοπωλούν εδώ και χρόνια τις πωλήσεις σε ολόκληρο τον κόσμο και όχι μόνο στην Ευρώπη και χρησιμοποιούνται σε καθημερινή βάση από μεγάλο εύρος των street μοτοσυκλετών. Για αυτό ακριβώς τον λόγο, η Dunlop επένδυσε αρκετά στην εξέλιξή του και του έδωσε δυναμικά στοιχεία για να είναι σύντροφος όλες τις ώρες, σε όλες τις καιρικές συνθήκες αλλά και σε κάθε ρυθμό οδήγησης.