Ξεκινώ ξεκαθαρίζοντας τα πράγματα από την αρχή. Με το Address δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός. Αυτό το μικρό scooter της Suzuki για κάποιο μυστήριο λόγο μου έχει γίνει εμμονή. Ίσως γιατί και τις δύο χρονιές στα Test Rides του ΜΟΤΟ ήταν το όχημά μου ως πλοηγός μέσα στην μικρή πίστα των καρτ, και κάθε φορά που το οδηγούσα είχε βαλθεί να μου αποδείξει ότι διεκδικεί τον τίτλο του superbike των μικρών scooters.
Η αλήθεια είναι ότι με κανένα άλλο από τα σχεδόν 20 διαθέσιμα μηχανάκια δεν το ευχαριστιόμουν τόσο πολύ. Η εξάτμιση, τα πλαστικά της ποδιάς και το σταντ που άλλαξαν σχήμα κι έχασαν βάρος, επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές. Αντίστοιχα και τα σχόλια των συναδέλφων που το χρησιμοποίησαν, ήταν διθυραμβικά. Αυτός ο "Δαβίδ" των scooters, έκανε τους μεγαλύτερους "Γολιάθ" να παλεύουν για να το ακολουθήσουν. Η εκπληκτική ομοιογένειά του, το εξαιρετικό ζύγισμα και η ευελιξία του, είναι οι συνιστώσες που δίνουν τη δυνατότητα στο Address να προσφέρει περισσότερα απ' όσα τάζει.
Η εμμονή οδήγησε στη συμβίωση, καθώς για τους τελευταίους έξι μήνες σχεδόν, το Address ήταν το καθημερινό μου όχημα. Για πάνω από 180 ημέρες το Address κυκλοφορούσε σε όλο το λεκανοπέδιο σχεδόν, καθώς πέρα από το καθήκον της καθημερινής μεταφοράς, ήταν και η νούμερο ένα επιλογή για κάθε είδους δουλειά που προέκυπτε στο γραφείο. Η ατάκα "δωσ' μου το "αντρεσάκι" να πεταχτώ κάπου" πρέπει να είναι μακράν η πιο πολύ-ειπωμένη φράση στο χώρο της συντακτικής ομάδας, μετά το "βρείτε μου ένα τίτλο ρε…". Κι όχι άδικα καθώς στις αρετές του μικρού scooter συγκαταλέγονται η άνεση και οι χώροι! Παρά το μικρό του μέγεθος, η σχεδιαστική μελέτη έγινε πάνω σε σωστές βάσεις και το Address προσφέρει χώρους και δυνατότητα για να μεταφέρεις πράγματα, που θα έχανες στοίχημα ότι δεν μπορείς να κουβαλήσεις.
Οι δύο "τσέπες" στην ποδιά είναι μεν βολικές για μικροπράγματα, αλλά είναι ανοιχτές και εκτεθειμένες
Το φαρδύ και ίσιο πάτωμα, σε συνδυασμό με την απόσταση μεταξύ σέλα και ποδιάς, χωράει ένα παραφουσκωμένο σακίδιο και τρεις τσάντες super market κρεμασμένες στον γάντζο (τσεκαρισμένο), ο χώρος κάτω από τη σέλα μπορεί να φιλοξενήσει ένα full face κράνος, ενώ η ίδια η σέλα φιλοξενεί άνετα δύο ενήλικες που κάθονται με σωστέ γωνίες στα άκρα τους και χωρίς τα αναδιπλούμενα μαρσπιέ του συνεπιβάτη να εμποδίζουν τα πόδια του αναβάτη χάρη στην σωστή τοποθέτησή τους.
Κάτω από τη σέλα θα χωρέσουν άνετα ένα full face κράνος κι ένα ζευγάρι γάντια
Αυτή την ευρυχωρία και την άνεση την εκτιμάς όλο και περισσότερο όσο ζεις μαζί του. Όταν αρχίσουν οι πρώτες βροχές που τα αδιάβροχα γίνονται αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς σου, κι όταν η επιλογή του παίρνω το Address αντί του αυτοκινήτου, ή οποιασδήποτε άλλη μοτοσυκλέτας ήταν διαθέσιμη εκείνη την περίοδο, κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος για παντός είδους "επικίνδυνες αποστολές".
Στη δοκιμή του μικρού scooter της Suzuki γράφαμε για την ευελιξία στην συμπεριφορά του και το πόσο "ζωηρός" είναι ο μονοκύλινδρος αερόψυκτος κινητήρας. Μετά από όλο αυτό τον καιρό που ζήσαμε μαζί του, θα προσθέταμε και την παρατήρηση ότι όσο περισσότερο εξοικειώνεσαι μαζί του, αντιλαμβάνεσαι ότι το Address είναι πράγματι το superbike της μικρής κατηγορίας των scooter. Οι τροχοί των 14'' σε συνδυασμό με την ομοιογένεια και την συνεργασία του πλαισίου με τις αναρτήσεις, του προσδίδουν μια υψηλού επιπέδου σταθερότητα που σου εμπνέει την εμπιστοσύνη να κάνεις πράγματα που δύσκολα θα έκανες με ένα οποιοδήποτε άλλο scooter.
Παρά το μέγεθός του, το Address διαθέτει μια άνετη και φαρδιά σέλα
Ο κινητήρας του από την άλλη εκμεταλλεύεται κάθε ρανίδα της ιπποδύναμης, ώστε να μη πάει κανένα ποσοστό ανεκμετάλλευτο. Πολύ σωστά έχει ρυθμίσει η Suzuki το φυγοκεντρικό ώστε να "αρπάζει" άμεσα και χωρίς πολύ πατινάρισμα, καθώς σε αυτά τα επίπεδα ισχύος, ακόμη και μισός ίππος χαμένος αντανακλά ένα σημαντικό ποσοστό της συνολικής απόδοσης των 9,1 ίππων.
Το Address είναι πράγματι το superbike της μικρής κατηγορίας των scooter
Μια από τις σημαντικότερες διαπιστώσεις μετά από τόσους μήνες καθημερινής, σκληρής και χωρίς οίκτο χρήσης, είναι πως τα ποιοτικά στάνταρ του Address παρέμειναν στο ίδιο επίπεδο. Η συναρμογή των πλαστικών δεν απέκτησε χάσματα και τριξίματα, οι αναρτήσεις διατήρησαν την εξαιρετική λειτουργία τους που ισορροπεί άριστα ανάμεσα στην άνεση και την συμπεριφορά και η μοναδική μεταβολή προς το χειρότερο ήταν η απόδοση του εμπρός δισκόφρενου που έχει χάσει λίγη από την αρχική του δύναμη. Το ταμπούρο χρειάστηκε δύο φορές σφίξιμο, ενώ η κατανάλωση παρέμεινε σταθερή χωρίς μεγάλες διακυμάνσεις κοντά στα 2,8 lt/100km που είχαμε μετρήσει κατά τη διάρκεια της δοκιμής του. Ο αποχωρισμός ήταν δύσκολος και οδυνηρός, καθώς δύσκολα μπορεί να ξαναβρεθούν τόσο μικρά μεγέθη να προσφέρουν τόσο μεγάλες δυνατότητες… Εις το επανειδείν!
Στην παρουσίαση του ολοκαίνουριου AK 550 Premium στο Πόρτο της Πορτογαλίας, η Kymco μας έδωσε άλλη μια ευκαιρία να οδηγήσουμε ξανά το CV3, το πρώτο της “τρίροδο” που ταυτόχρονα είναι και το μοναδικό δικύλινδρο scooter αυτής της κατηγορίας, κάτι που του δίνει μοναδική προσωπικότητα και δυνατότητες. Το CV3 το έχουμε ήδη δοκιμάσει επί ελληνικού εδάφους και ακολουθεί η πλήρης δοκιμή του, όπως αυτή δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του ΜΟΤΟ:
Με το πλεονέκτημα του δικύλινδρου
Η είσοδος της Kymco στην ιδιόμορφη κατηγορία των τρίροδων scooter, αλλάζει τις ισορροπίες και ο δικύλινδρος κινητήρας του CV3 δημιουργήσει νέα δεδομένα
Μέχρι σήμερα η Piaggio έχει καταφέρει με τα MP3 να καθιερώσει τα τρίροδα scooter ως ξεχωριστή κατηγορία και να δημιουργήσει ένα σταθερό αγοραστικό κοινό, διατηρώντας την παραγωγή και την εξέλιξη των μοντέλων της για πάνω από μια δεκαετία. Λίγα χρόνια αργότερα ακολούθησε η Quadro, κατασκευάζοντας αποκλειστικά τρίροδα και τετράροδα scooter και στον χορό μπήκε και η Peugeot, με την οποία μάλιστα η Piaggio είχε μακρά δικαστική διαμάχη για τα δικαιώματα της πατέντας του εμπρός συστήματος. Όμως εκείνη που ανέδειξε ακόμα περισσότερο αυτή την κατηγορία στο ευρύ κοινό ήταν η Yamaha, η οποία όχι μόνο δήλωσε πως θα αντικαταστήσει με τρίροδα όλη την γκάμα των scooter της με τροχούς άνω των 15”, αλλά παρουσίασε και το Niken, μια υψηλών επιδόσεων τρίροδη μοτοσυκλέτα. Το Niken άλλαξε ολοκληρωτικά το image που είχαν τα τρίροδα έως τότε, φέρνοντας για πρώτη φορά στην κουβέντα την απόλαυση της οδήγησης και όχι μόνο την ασφάλεια.
Αν λοιπόν μια από τις μεγαλύτερες ιαπωνικές εταιρείες ποντάρει στα τρίροδα, απόλυτα λογικό είναι να θέλει η Kymco να πάρει μια καλή θέση σε αυτό το βαγόνι, πριν αρχίσουν να μαζεύονται και όλοι οι άλλοι. Το μόνο πρόβλημα που υπάρχει εδώ είναι πως το αγοραστικό κοινό δεν έχει την πληροφόρηση που απαιτείται για να καταλάβει πως όλα αυτά τα τρίκυκλα δεν μοιάζουν σε τίποτα μεταξύ τους! Αντιθέτως, χάρη στο internet και τους τόνους φτηνιάρικης παραπληροφόρησης, υπάρχει η γενική πεποίθηση πως το σύστημα της Piaggio, της Quadro, της Yamaha και της Kymco δουλεύουν με τον ίδιο τρόπο. Καμία σχέση!
Το πιο σπορ απ’ όλα
Η φιλοσοφία και ο σχεδιασμός του CV3 είναι πολύ πιο κοντά στο Niken της Yamaha παρά στα Piaggio MP3 ή τα Quadro. Αυτό σημαίνει πως έχει τονισμένο τον σπορ χαρακτήρα και λιγότερο την τυπική πρακτικότητα ενός mega-scooter. Το σύστημα της εμπρός ανάρτησης δεν έχει ψαλίδια όπως της Piaggio, αλλά είναι με διπλά πιρούνια όπως της Yamaha και δεν υπάρχει υδραυλικό σύστημα κλειδώματος για να κρατάει όρθιο το CV3, αλλά στη θέση του έχει ένα μηχανικό σύστημα, όπως αυτό που χρησιμοποιεί η Quadro. Η Yamaha δεν έχει κανένα σύστημα κλειδώματος και υπάρχει λόγος που οι Ιάπωνες δεν έβαλαν σε αυτού του τύπου ανάρτηση όπως θα δούμε παρακάτω. Πρώτα όμως πρέπει να πούμε ποιες είναι οι διαφορές στην οδήγηση. Τόσο το σύστημα με τα ψαλίδια της Piaggio, όσο και της Quardro έχουν ένα συγκεκριμένο όριο κλίσης στις στροφές. Οπότε αν εκμεταλλευτείς την άφθονη πρόσφυση που προσφέρουν οι τρεις τροχοί, τα scooter τους δεν μπορούν να πλαγιάσουν περισσότερο με αποτέλεσμα να πρέπει να κόψεις ρυθμό.
Αν δεν το κάνεις, τότε η πιθανότητα να βρεθείς στο αντίθετο ρεύμα είναι πολύ μεγάλη. Ευτυχώς οι ιδιοκτήτες αυτού του είδους των scooter δεν εκμεταλλεύονται ποτέ το πλεονέκτημα της πρόσφυσης για να πάνε γρήγορα και σπανίως πλαγιάζουν περισσότερο από τα συμβατικά scooter… Αντιθέτως το σύστημα της Yamaha και της Kymco προσφέρει πολύ μεγαλύτερα περιθώρια κλίσης στις 40⁰ και μπορείς να εκμεταλλευτείς στο έπακρο την πρόσφυση των τριών τροχών. Επίσης αυτό το σύστημα με τα διπλά πιρούνια, έχει πολύ πιο φυσική και ελαφριά αίσθηση μόλις ξεκινήσεις και η οδήγηση του CV3 δεν διαφέρει σε κάτι από την οδήγηση ενός συμβατικού mega-scooter με δύο τροχούς. Το μυστικό είναι να πείσεις τον εαυτό σου πως στους γλιστερούς δρόμους το CV3 κρατάει όπως ένα superbike με slick σε πίστα. Αν το οδηγείς συντηρητικά σαν τα συμβατικά scooter δεν υπάρχει λόγος να το αγοράσεις. Πάρε το AK 550 που είναι ελαφρύτερο, γρηγορότερο, οικονομικότερο και πολύ πιο πρακτικό.
Το CV3 δείχνει τα πλεονεκτήματά του μόνο όταν αρχίσεις να εκμεταλλεύεσαι την άφθονη πρόσφυση των δύο εμπρός τροχών του, αλλά και την ανώτερη σταθερότητα που έχει όταν περνάς πάνω από διαμήκεις ανωμαλίες (π.χ. γραμμές τραμ). Επίσης η άνεση που προσφέρει είναι κορυφαία και καταπίνει τις ανωμαλίες των δρόμων σαν Rolls Royce. Η κάθετη και φαρδιά ποδιά που έχουν σχεδόν όλα τα τρίροδα scooter για να χωρέσει το εμπρός σύστημα αρθρώσεων, προσφέρει εξαιρετική προστασία από τα νερά και το κρύο και το ίδιο ισχύει για το CV3. Σαφώς καλύτερο σε προστασία από οποιοδήποτε άλλο συμβατικό mega-scooter. Προσθέστε τα θερμαινόμενα γκριπ σε τρεις θέσεις και το cruise control και έχετε ένα από τα καλύτερα scooter για να κάνεις μεγάλες αποστάσεις κάθε μέρα σε συνθήκες βροχής και κρύου. Εκεί όμως που η Kymco κάνει την διαφορά είναι στον κινητήρα. Όλοι οι ανταγωνιστές του έχουν μονοκύλινδρους κινητήρες, οι οποίοι δεν συγκρίνονται σε ποιότητα λειτουργίας και σε δύναμη με τον δικύλινδρο του AK 550 που έχει το CV3. Ειδικά στα τρίροδα που ζυγίζουν πολλά κιλά παραπάνω και έχουν μεγαλύτερη μετωπική επιφάνεια από τα συμβατικά mega-scooter, ο κινητήρας έχει πολύ πιο δύσκολο έργο.
Η Kymco υπόσχεται 51 ίππους στις 7.500 στροφές και μια θεωρητική αναλογία κιλών/ίππο στα 5,53κιλά/ίππο, που είναι κοντά στις μεσαίου κυβισμού μοτοσυκλέτες. Στην πράξη βέβαια τα 265 κιλά έχουν τις επιπτώσεις τους. Οι επιδόσεις από στάση, εν κινήσει και η τελική ταχύτητα είναι πολύ υποδεέστερες από του AK 550, όμως σε σύγκριση με το MP3 530 είναι σαφώς πιο γρήγορο και με πολύ καλύτερη ποιότητα λειτουργίας. Επιπρόσθετα, η τελική μετάδοση γίνεται με ιμάντα, κάτι που έχει τεράστια σημασία για αυτά τα υπέρβαρα scooter σε ό,τι αφορά την αντοχή στο χρόνο και το κόστος συντήρησης, διότι οι φθορά και η υπερθέρμανση του συστήματος μετάδοσης περιορίζονται στο ελάχιστο στην περίπτωση του CV3. Το μεγάλο βάρος επηρεάζει βέβαια και την μέση κατανάλωση, η οποία σπανίως θα πέσει κάτω από τα 6,5-7 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα. Ευτυχώς το ρεζερβουάρ είναι μεγάλο στα 15 λίτρα, οπότε η πραγματική αυτονομία πλησιάζει τα 180-200 χιλιόμετρα. Το μόνο σημείο που το CV3 υστερεί αδικαιολόγητα είναι στη δύναμη και αίσθηση των φρένων. Αντί για τις ακτινικές δαγκάνες της Brembo του AK 550, εδώ έχουμε δύο συμβατικές δαγκάνες δύο εμβόλων με γλίστρα. Ως αποτέλεσμα αυτής της επιλογής, η δύναμη πέδησης είναι πάντα μικρότερη από τα μεγάλα περιθώρια πρόσφυσης που έχουν οι δύο εμπρός τροχοί και το επιπλέον βάρος κάνει τα πράγματα ακόμα πιο δύσκολα.
Μόνο όταν πατάς το πεντάλ του φρένου που είναι στο πάτωμα της ποδιάς μπορείς να φρενάρεις πραγματικά δυνατά. Στα αρνητικά του CV3 είναι η απουσία όπισθεν και το σύστημα που κλειδώνει την εμπρός ανάρτηση. Την όπισθεν την χρειάζεσαι γιατί η στατική τριβή των τριών τροχών κάνει τα 265 κιλά να φαίνονται ακόμα περισσότερα όταν σπρώχνεις το CV3 με τα χέρια. Όσο για το σύστημα κλειδώματος, μπορεί να σε βάλει σε μπελάδες καθώς κλειδώνει μόνο την πάνω άρθρωση αλλά όχι τα δύο πιρούνια. Η ισχυρή στατική τριβή των δύο πιρουνιών σου δίνουν αρχικά την ψευδαίσθηση πως το CV3 στέκεται σταθερά όρθιο, όμως στην πραγματικότητα αρκεί μια μικρή κίνηση δεξιά-αριστερά για να αρχίσει να γέρνει. Το αποτέλεσμα είναι να πρέπει ξαφνικά να βάλεις δύναμη στο τιμόνι για να το κρατήσεις όρθιο, ειδικά όταν πατά το κουμπί για να ξεκλειδώσει. Το ίδιο ακριβώς πρόβλημα έχουν και τα Quadro. Γι΄αυτό η Yamaha απέφυγε εντελώς να βάλει σύστημα κλειδώματος της εμπρός ανάρτησης και πολύ καλά έκανε. Δυστυχώς η Kymco ακολούθησε το παράδειγμα της Quadro και μάλιστα δεν έβαλε καθόλου πλάγιο σταντ, οπότε είσαι αναγκασμένος κάθε φορά που παρκάρεις να σηκώνεις 265 κιλά στο κεντρικό σταντ και να χρησιμοποιείς το ασταθές σύστημα κλειδώματος της εμπρός ανάρτησης.
Ειδικών αποστολών
Όπως όλα τα τρίροδα scooter, το CV3 δεν είναι για όλους. Τα πλεονεκτήματά του φαίνονται όταν το χρησιμοποιείς για να κάνεις μεγάλες αποστάσεις σε δύσκολες καιρικές συνθήκες. Αν για παράδειγμα ζεις στα προάστια μιας πόλης και πηγαίνεις στο κέντρο καθημερινά για δουλειά ή το αντίστροφο, θα εκτιμήσεις αφάνταστα την άνεση, την προστασία και την ποιότητα λειτουργίας του CV3 που είναι ανώτερη των συμβατικών mega-scooter. Επιπλέον, το εξαιρετικό Noodoe της Kymco συνεχίζει να είναι το καλύτερο σύστημα του είδους του, προσφέροντας πλοήγηση και πολλές δυνατότητες σύνδεσης και χειρισμού των λειτουργιών ενός smartphone. Αν τα χρήματά σου δεν φτάνουν ή δεν θέλεις να δώσεις τα χρήματα που ζητάει η Yamaha για ένα Niken, τότε το CV3 είναι αυτή τη στιγμή η μόνη εναλλακτική πρόταση που υπάρχει στην αγορά. Τα υπόλοιπα τρίροδα δεν έχουν της σπορ προσωπικότητα αυτών των δύο, ούτε την ποιότητα λειτουργίας και τις επιδόσεις των πολυκύλινδρων κινητήρων τους.