Δοκιμή KTM 1290 SUPERDUKE GT 2019

Ένας εργατικός κανίβαλος
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

10/1/2022

Η ιδέα των Αυστριακών να μετατρέψουν ένα κτηνώδες V2 Streetfighter σε μοτοσυκλέτα για ταξίδια μεγάλων αποστάσεων έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας πολύ διαφορετικής μοτοσυκλέτας από εκείνες που έχει συνηθίσει το παραδοσιακό κοινό της κατηγορίας. Αυτή την “ιδιόρρυθμη” προσωπικότητα του Superduke GT αναλύουμε στη δοκιμή του τεύχους 608 του περιοδικού ΜΟΤΟ που αναδημοσιεύουμε εδώ:  

 

Στην περίπτωση του SUPER DUKE GT το “αμαρτωλό” παρελθόν ενός streetfighter, παλεύει διαρκώς με την εξευγενισμένη προσωπικότητα μιας τουριστικής μοτοσυκλέτας. Τις περισσότερες φορές κερδίζουν και οι δύο πλευρές, κάνοντάς την εντελώς ξεχωριστή από κάθε άλλη sport-touring

 

Είναι καλό ή κακό; Μία από αυτές τις δύο απαντήσεις θέλει να ακούσει όποιος δεν ενδιαφέρεται να αγοράσει μια συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα και απλώς ρωτάει για να κάνει κουτσομπολιό ή να ανοίξει κουβέντα μαζί. Όποιος πραγματικά σκοπεύει να αγοράσει μια μοτοσυκλέτα θέλει να μάθει τι κάνει καλά και τι όχι και μάλιστα απαιτεί να μάθει κάθε λεπτομέρεια γι' αυτή. Κι αν είναι ειλικρινής με τον εαυτό του σχετικά με αυτά που θέλει, τότε η δουλειά του συντάκτη γίνεται πολύ εύκολη… Εκτός κι αν η μοτοσυκλέτα που τον ενδιαφέρει είναι το SUPER DUKE GT. Το πρόβλημα δεν είναι η πολυδιάστατη προσωπικότητά της. Αν ήταν μια κλασσική περίπτωση sport touring μοτοσυκλέτας, που απλώς κάνει καλά πολλά πράγματα, δεν θα το συζητάγαμε τόση ώρα. Εδώ έχουμε την σπάνια περίπτωση που τα άκρα συνυπάρχουν, συνεργάζονται αρμονικά και παίζουν μπουνιές μεταξύ τους την ίδια στιγμή!

Απάντηση στο ερώτημα

Πρέπει να ζήσεις πολλές μέρες με το SUPER DUKE GT για να δώσεις τις σωστές απαντήσεις. Την πρώτη μέρα που θα φύγεις από το κατάστημα που το αγόρασες, θα πεις πως είναι απλώς ένα SUPER DUKE με δύο ενοχλητικές χούφτες στο τιμόνι και μεγάλες βαλίτσες. Την επόμενη μέρα που θα αρχίσεις να το οδηγείς χωρίς τις βαλίτσες και να σκαλίζεις τα κουμπάκια των ρυθμίσεων στα ηλεκτρονικά, θα συνεχίσεις να πιστεύεις πως είναι απλώς ένα SUPER DUKE R, αλλά το φόρτωσαν με περίπλοκη τεχνολογία και τώρα πρέπει να κάτσεις να μάθεις τι στο καλό κάνουν όλα αυτά τα ηλεκτρονικά.

Την τρίτη ημέρα ασχολείσαι με το δίλλημα αν πρέπει να ξεβιδώσεις τις χούφτες ή όχι. Ξέρεις ότι αν τις βγάλεις θα περνάς σαν αέρας ανάμεσα από τα αυτοκίνητα, όμως από την άλλη μεριά είναι πολύ σωστά σχεδιασμένες αεροδυναμικά και διώχνουν τον κρύο αέρα από τα χέρια σου. Μαζί με τα ρυθμιζόμενης έντασης θερμαινόμενα γκριπ, η καθημερινή οδήγηση τις κρύες μέρες του χειμώνα είναι μια ευχάριστη εμπειρία. Συνολικά η προστασία από τον αέρα και τη βροχή είναι σε κορυφαίο επίπεδο. Τις μέρες που είχαμε τη μοτοσυκλέτα για τεστ, ο καιρός την είχε δει εντελώς αστείος. Μία από εκείνες τις ξαφνικές μπόρες με λιακάδα (!) μας έπιασε να οδηγούμε με τρυπητό καλοκαιρινό μπουφάν και τζιν παντελόνι.

Κατεβαίνοντας από τη μοτοσυκλέτα μετά από δέκα λεπτά οδήγησης σε έντονη βροχή με ταχύτητες 80-130km/h, τα μόνα σημεία του σώματος που είχαν βραχεί ήταν τα μπράτσα των χεριών και τα μπούτια. Όλο το υπόλοιπο σώμα ήταν στεγνό, κάτι που θεωρούμε εντυπωσιακό επίτευγμα, ακόμα και αν για μέτρο σύγκρισης λάβουμε υπόψη τις μεγάλες τουριστικές μοτοσυκλέτες τύπου BMW R 1250 RT, Yamaha FJR 1300, Kawasaki GTR 1400 κ.τ.λ. Το πλεονέκτημα του SUPER DUKE GT σε αυτή την περίπτωση είναι πως η προστασία από τον αέρα δεν δημιουργεί αποπνικτική ατμόσφαιρα όταν οδηγείς τις ζεστές ημέρες. Η ροή του αέρα γύρω από το σώμα σου είναι ακριβώς αυτή που πρέπει για να δουλεύουν σωστά οι αεραγωγοί του κράνους σου και οι αντίστοιχες οπές των καλοκαιρινών μπουφάν. Το επίπεδο των αεροδυναμικών θορύβων είναι πολύ χαμηλό και έως τα 150km/h ακούγαμε καθαρά τη μουσική από το ραδιόφωνο της SENA 30K και μιλούσαμε απροβλημάτιστα μέσω της ενδοεπικοινωνίας. Την τέταρτη ήμερα έχεις βγάλει τις χούφτες και έχεις ξετρελαθεί από τη χαρά σου, γιατί το SUPER DUKE GT χωράει πλέον παντού μέσα στην κίνηση της πόλης και φτάνεις πάντα πρώτος στο φανάρι. Το μόνο πρόβλημα εδώ είναι τα "γίδια" με τα παπιά και τα scooter, που έρχονται από πίσω και σταματούν μπροστά σου πάνω στη διάβαση. Όχι μόνο γιατί εμποδίζουν τους πεζούς, ούτε γιατί δεν βλέπουν πότε θα γίνει πράσινο το φανάρι αναγκάζοντας τους κανονικούς ανθρώπους να κορνάρουν, δημιουργώντας άσκοπη ηχορύπανση. Κυρίως γιατί νομίζουν ότι η “ελεύθερη” εξάτμιση έχει μεταμορφώσει το ταϊλανδέζικο παπί τους σε superbike. Κάποια στιγμή πρέπει να καταλάβουν πως άλλο πράγμα είναι τα db κι άλλο πράγμα τα hp. Ευτυχώς το SUPER DUKE GT έχει σε αφθονία και τα δύο, καθώς είναι προδιαγραφών Euro4 και όχι Euro5. Οπότε αρκεί μια ξερογκαζιά για τα ανοίξει το κλαπέτο της εξάτμισης και να αντιληφθούν εγκαίρως πως τρίβονται στην γκλίτσα του τσοπάνη. Γενικά, το ογκώδες διαστημικό παρουσιαστικό του SUPER DUKE GT και τα βαριά μπουμπουνιτά της εξάτμισης από τα δύο έμβολα των 650 κυβικών το κάθε ένα, δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνείας. Επιβάλλει το σεβασμό σε όλους χωρίς πολλές-πολλές αντιρρήσεις. Κι αν θέλετε να πιάσουμε την κουβέντα περί αισθητικής, θα συμφωνήσουμε πως δεν έχει την κλασσική ομορφιά μιας MV Agusta, αλλά μας αρέσει που δεν μοιάζει με τίποτα άλλο πάνω στο δρόμο και έχει τη δική του μοναδική οντότητα. Έχουμε πολλές και σοβαρές αντιρρήσεις για τις σχεδιαστικές επιλογές του Kiska, αλλά στην περίπτωση του SUPER DUKE GT η ακραία αισθητική προσέγγιση δουλεύει υπέρ της μοτοσυκλέτας. Όπως υπέρ της μοτοσυκλέτας είναι η εργονομία της θέσης οδήγησης και της θέσης του συνεπιβάτη. Με άριστα το 10, η βαθμολογία που του δίνουμε είναι… 11!

Κάτσε σωστά για να πας γρήγορα

Η εργονομία του SUPER DUKE GT είναι για σεμινάριο, καθώς σου επιτρέπει να απολαύσεις τη μοτοσυκλέτα σε όλες τις ταχύτητες και σε όλες τις χρήσεις. Τέλεια για οδήγηση μέσα στην πόλη. Τέλεια για χαλαρή βόλτα, αγναντεύοντας το ηλιοβασίλεμα στην παραλιακή. Τέλεια για οδήγηση με την ταυτότητα στα δόντια σε επαρχιακούς δρόμους ή μέσα στην πίστα. Τέλεια για πολύωρα ταξίδια στην εθνική με υψηλές ταχύτητες. Εκείνο όμως που μας εντυπωσίασε περισσότερο, είναι το γεγονός πως δεν αλλάζει η συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας όταν έχεις δεύτερο άτομο στη σέλα. Πραγματικά η εργονομία της θέσης του συνεπιβάτη είναι φανταστική, τόσο για τον ίδιο, όσο και για εσένα που οδηγείς. Κι όπως όλοι ξέρουμε, ο ευτυχισμένος συνεπιβάτης είναι το βασικό συστατικό για να πάει καλά ένα δικάβαλο ταξίδι ή μια εκδρομή. Όπως ήδη είπαμε, η αεροδυναμική είναι πολύ καλή και ο γιγαντιαίος V2 κινητήρας απελευθερώνει χωρίς δισταγμό τα 148 καθαρόαιμα άλογα στον πίσω τροχό, έχοντας παράλληλα τη ροπή του πλανήτη Δία από το ρελαντί.

Οπότε το ταξίδι στις εθνικές με πολύ υψηλές ταχύτητες δεν είναι πρόβλημα από “μηχανολογική” άποψη. Στην πράξη όμως, οι ευθείες τις εθνικής είναι ένα αναγκαίο κακό για τον αναβάτη αυτή της μοτοσυκλέτας. Ο βασικός λόγος είναι πως με το SUPER DUKE GT γουστάρεις περισσότερο να διανύεις μεγάλες αποστάσεις από τους επαρχιακούς δρόμους. Η ιδανική ταχύτητα ταξιδιού στις εθνικές είναι τα 183km/h όπου ο κινητήρας έχει ακριβώς 6.000 στροφές με έκτη. Οι κραδασμοί και οι μηχανικοί θόρυβοι είναι ελάχιστοι, ενώ η μέση κατανάλωση είναι γύρω στα 7 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα, εξασφαλίζοντας αυτονομία άνω των 300 χιλιομέτρων από το μεγάλο ρεζερβουάρ των 23 λίτρων. Αν μπεις στη σφαίρα των 200-250km/h τότε θα πρέπει να συμβιβαστείς με τους επιπλέον κραδασμούς του κινητήρα και την αύξηση του επιπέδου κάθε μορφής θορύβων. Για μερικές δεκάδες χιλιόμετρα είναι ΟΚ, αλλά όχι το πιο ευχάριστο πράγμα που μπορείς να κάνεις πάνω στη σέλα του SUPER DUKE GT. Οπότε αν το μόνο που σε ενδιαφέρει είναι να ταξιδεύεις στις γερμανικές autobahn με το κοντέρ καρφωμένο στα 250km/h, καλύτερα πάρε ένα Hayabusa. Για όλα τα άλλα, το SUPER DUKE GT είναι πολύ καλύτερο και σε κάποιους τομείς γίνεται έως και εξωπραγματικά καλό.

Όπως ας πούμε στους επαρχιακούς δρόμους με άσφαλτο που κρατάει καλά ή μέσα στην πίστα. Σε τέτοιου είδους περιβάλλον ξεχνάει πως είναι GT και συμπεριφέρεται ως καθαρόαιμο streetfighter. Όχι “σαν καθαρόαιμο”, αλλά όπως ακριβώς συμπεριφέρεται και η γυμνή έκδοση R. Είχαμε οδηγήσει στην πίστα των Σερρών και των Μεγάρων το προηγούμενο μοντέλο, οπότε δεν ήταν έκπληξη για εμάς οι ικανότητες του GT. Τα περιθώρια κλίσης είναι αντίστοιχα των superbike και τα φρένα, το πλαίσιο και οι αναρτήσεις, δεν “κλατάρουν” όταν αποφασίσεις να του πιείς το αίμα. Μέσα στις ελληνικές πίστες οι χρόνοι που θα κάνεις εξαρτώνται μόνο από το είδος των ελαστικών που έχεις βάλει και από τις δικές σου ικανότητες, όχι της μοτοσυκλέτας.

Στους επαρχιακούς δρόμους, τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα. Υπάρχει μια έντονη διαχωριστική γραμμή στη συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας και αιτία είναι οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις. Έχουμε γράψει πολλά κακά λόγια γι' αυτού του τύπου τις αναρτήσεις τα πρώτα χρόνια που εμφανίστηκαν και σιγά-σιγά αρχίζαμε να βάζουμε λίγο νερό στο κρασί μας, μέχρι που έχουμε φτάσει στο σημείο να μας αρέσουν κιόλας! Προφανώς δεν άλλαξαν τα γούστα μας, απλώς άλλαξε η τεχνολογία τους και κυρίως έχει γίνει τεράστια πρόοδος στον τομέα των λογισμικών προγραμμάτων που τις διαχειρίζονται. Δυστυχώς στην περίπτωση του SUPER DUKE GT, ο χρόνος έμεινε ακίνητος. Έτσι, όπως η πρώτη γενιά ημί-ενεργητικών αναρτήσεων (όλων των εταιρειών, από Sachs έως Öhlins και WP) “κοκάλωνε” στις κοφτές ανωμαλίες έως τα 60-70km/h, έτσι ακριβώς και στο SUPER DUKE GT “κλειδώνει” την απόσβεση συμπίεσης μόλις ο τροχός συναντήσει οποιοδήποτε απότομο εξόγκωμα ή λακκούβα με μικρή ταχύτητα. Ουσιαστικά δεν δουλεύει καθόλου η ανάρτηση, με αποτέλεσμα να περνάνε κατευθείαν οι κραδασμοί στα χέρια σου και το σημαντικότερο να μην έχεις καμία αίσθηση για το επίπεδο πρόσφυσης του ελαστικού.

Στη βροχή και μέχρι να ζεσταθεί η σκληρή κεντρική γόμμα των τουριστικών Pirelli Angel GT, το SUPER DUKE GT έχει μια “ξύλινη” αίσθηση που δεν μπορούμε να πούμε πως ήταν ευχάριστη. Ακριβώς την ίδια στυφή γεύση είχε στις χαμηλές ταχύτητες το Öhlins πιρούνι της Ducati Panigale V4S και έχει να κάνει ξεκάθαρα με το λογισμικό και όχι με την εταιρεία που φτιάχνει τις αναρτήσεις. Μετά τα 70km/h το πιρούνι αρχίζει να γίνεται από πολύ καλό έως φανταστικό, αλλά η συμπεριφορά του στις χαμηλές ταχύτητες χύνει την καρδάρα με το γάλα. Εδώ να ξεκαθαρίσουμε πως όλα τα παραπάνω δεν αλλάζουν αν ρυθμίσεις την ανάρτηση στο πρόγραμμα comfort. Βασικά το πρόγραμμα comfort ήταν η αγαπημένη μας επιλογή, ακόμα κι όταν είχαμε το επιπλέον βάρος του συνεπιβάτη. Το πίσω αμορτισέρ διαχειριζόταν τέλεια το επιπλέον φορτίο και την κτηνώδη ροπή του κινητήρα, εξαφανίζοντας κάθε μορφής παρατράγουδα. Η σταθερότητα στην ευθεία δεν είναι κορυφαία για την κατηγορία των κλασσικών sport-touring και το τιμόνι ελαφραίνει όσο πλησιάζεις προς την ένδειξη των 250km/h. Από την άλλη μεριά όμως, έχεις όλα τα πλεονεκτήματα μιας μοτοσυκλέτας με γρήγορη γεωμετρία και μικρό βάρος, κάτι που θεωρούμε πως είναι δίκαιη ανταλλαγή.

We take no prisoners

Όπως θα καταλάβατε, το μόνο πραγματικό μελανό σημείο του SUPER DUKE GT είναι η ημι-ενεργητική λειτουργία του πιρουνιού στις χαμηλές ταχύτητες, κυρίως μέσα στην πόλη και σε πολύ αργούς και γλιστερούς επαρχιακούς δρόμους. Το οποίο έρχεται σε αντίθεση με το κορυφαίο επίπεδο του λογισμικού των υπόλοιπων ηλεκτρονικών. Ειδικά το traction control είναι θεϊκό. Ό,τι καλύτερο υπάρχει αυτή τη στιγμή σε μοτοσυκλέτα δρόμου. Χουφτώνεις το γκάζι πάνω στο παρκέ των αθηναϊκών δρόμων και στρίβεις με ένα ελαφρύ παντιλίκι από την αρχή έως το τέλος της στροφής, σαν να είσαι ο καλύτερος stunt rider όλων των εποχών. Απίστευτο κοντρολάρισμα του ντριφτ από το traction control, απλά απίστευτο… Άριστη και η λειτουργία του wheelie control, που δεν πνίγει την επιτάχυνση, όπως άριστη θα ήταν και η λειτουργία του cornering ABS, αν… στις χαμηλές ταχύτητες η ημι-ενεργητική ανάρτηση ρούφαγε τις ανωμαλίες και δεν ανάγκαζε τον εμπρός τροχό να βρεθεί στον αέρα ενεργοποιώντας το ABS χωρίς προφανή αιτία.

Η διαφορά μεταξύ ενός φρεναρίσματος σε επίπεδη άσφαλτο και σε άσφαλτο με ανωμαλίες είναι τεράστια στις χαμηλές ταχύτητες και μειώνεται στο ελάχιστο όταν ξεπεράσεις τα 70-80km/h. Γενικά τα ακτινικά M50 φρένα της Brembo έχουν τη δύναμη και την αίσθηση που υπόσχονται, παίζοντας ουσιαστικό ρόλο στη γρήγορη οδήγηση, διότι τα 8kg/m ροπής που έχει ο κινητήρας από τις μόλις 2.500 στροφές, σημαίνει πως το SUPER DUKE GT έχει εκρηκτικές επιταχύνσεις. Ακόμα και σε μικρά ευθειάκια λίγων μέτρων, το ταχύμετρο πάει από τα 80km/h στα 150km/h με μισή γκαζιά. Καμία σχέση με τα τετρακύλινδρα των 1300-1400 κυβικών. Ο αυστριακός V2 στην κυριολεξία σκάβει την άσφαλτο σε κάθε άγγιγμα του γκαζιού από το ρελαντί. Πολύ γρήγορη μοτοσυκλέτα σε δρόμους με φουρκέτες και ψυχρός εκτελεστής στις προσπεράσεις αυτοκινήτων. Σε είδα- σε πέρασα. We take no prisoners. Γι' αυτό με το SUPER DUKE GT και σου αρέσει περισσότερο να ταξιδεύεις από τους επαρχιακούς δρόμους, παρά από τις εθνικές οδούς με σταθερή ταχύτητα. Είναι σκέτη ηδονή αυτές οι ενδιάμεσες επιταχύνσεις από στροφή σε στροφή. Επιπλέον, αυτός ο κινητήρας δεν προέρχεται από κάποιο σύγχρονο superbike, οπότε δεν πάσχει από το σύνδρομο της μακριάς πρώτης που έχει το BMW S 1000 XR και το κοιμίζει στα στενά ανηφορικά στροφιλίκια. Όχι πως με αυτή τη ροπή θα είχε πρόβλημα ο γιγαντιαίος V2 κινητήρας της ΚΤΜ, αλλά όπως και να το κάνουμε, η σωστή κλιμάκωση των σχέσεων του κιβωτίου για οδήγηση στο δρόμο μεγεθύνει ακόμα περισσότερο το πλεονέκτημά του στις επιταχύνσεις εν κινήσει.

Ένα σε λευκό

Το SUPER DUKE GT ήταν και θα παραμείνει μια “περιθωριακή” μοτοσυκλέτα. Ούτε τη μόδα των mega on-off ακολουθεί, ούτε τα συντηρητικά γούστα των παραδοσιακών πελατών της κατηγορίας sport touring ικανοποιεί η εκκεντρική εξωτερική της εμφάνιση. Στην πράξη όμως συνδυάζει κορυφαία άνεση για δύο άτομα, κορυφαία ασφάλεια, κορυφαία συμπεριφορά στην σπορ οδήγηση, είναι απολαυστικό στην πίστα, γίνεται ινδιάνος μέσα στην πόλη (χωρίς τις χούφτες και τις βαλίτσες…) και έχει εντυπωσιακή παρουσία στο δρόμο, που εμπνέει σεβασμό. Οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις μουτζουρώνουν λίγο την απόλαυση, αλλά αυτό δεν αρκεί για να αλλάξει την συνολική εικόνα. Το SUPER DUKE GT άρχισε να μας λείπει από την πρώτη ώρα που το επιστρέψαμε στην αντιπροσωπεία. Κάτι που δεν θα είχε καμία σημασία, αν αμέσως μετά δεν παραλαμβάναμε το R1M και το S1000RR…

 

 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

KTM 1290 SUPER DUKE GT             

Αντιπρόσωπος:

KTM SEE

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

-

Ύψος (mm):

-

Μεταξόνιο (mm):

1481+/-15mm

Απόσταση από το έδαφος (mm):

141

Ύψος σέλας (mm):

835

Ίχνος (mm):

-

Γωνία κάστερ (˚):

24,9

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

660

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

490

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

900

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

480

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

 

240,5kg (χωρίς καύσιμο: 222,9kg)

Πίσω

49,3%

Εμπρός

50,7%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

+0,1%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο χωροδικτύωμα

Πλάτος (mm):

-

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

195/-

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Δικύλινδρος V, υγρόψυκτος με 2ΕΕΚ και 4 Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

108

Χωρητικότητα (cc):

1301

Σχέση συμπίεσης:

13,7:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

177

Ροπή (kg.m/rpm):

14,2

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

135,9

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός ride by wire

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1 σε 2

Σύστημα λίπανσης:

Ημίξηρο κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος, υποβοηθούμενος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια/1,900

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα / 2,235

 

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

1,61

11,19

0-100

3,44

49,83

0-150

6,33

150,71

0-200

9,88

327,1

0-250

 

 

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

11,15

210,51

0-1.000

-

-

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

3,14

100,89

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

2,08/3361

3,41/52,95

-/-

80-120

1,8/50,37

2,24/62,06

2,75/76,51

120-160

1,79/69,78

2,51/97,92

3,09/120,94

160-200

-

2,68/135,41

3,78/189,45

200-240

-

-

-

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

2,47

54,34

 

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Μονό αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

156

Ρυθμίσεις:

Πλήρεις ρυθμίσεις

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

6 Χ 17

Ελαστικό:

190/55-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Μονός δίσκος 240mm με ρυθμιζόμενη λειτουργίας cornering ABS MP 9.1

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Έγχρωμη οθόνη TFT 6,5”με αισθητήρα φωτός, Bluetooth, multimedia connencivity, αυτόματα φώτα full led με cornering lights, ημί-ενεργητικές αναρτήσεις, quick shifter up/down, anti-wheelie, ρυθμιζόμενο traction control, αυτόματη ρύθμιση φρένου κινητήρα

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνι Upside-Down

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

125/45

Ρυθμίσεις:

Πλήρεις ρυθμήσεις

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5 Χ 17

Ελαστικό:

120/70-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι 320mmμε ακτινικές δαγκάνες BremboM50 και corneringABS

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

148,5/8.800

Ροπή (kg.m/rpm):

12,8/7.200

 

ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

Σχεδόν 150 άλογα στον τροχό έχει ο αυστριακό V2, αλλά εκείνο που τον ξάνει ξεχωριστό και μοναδικό είναι η εξωφρενική καμπύλη της ροπής που ξεκινά από τα 8km/h στις 2.500 και φτάνει έως τα 12,8kg/m στις 7.200. Σκάβει την άσφαλτο σε κάθε άγγιγμα του γκαζιού!

 

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

7,4

Ελάχιστη

5,5

Μέγιστη

12,9

Αυτονομία (km):

310

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

-

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

23/-

         

 


 

Yamaha Tracer 700 εναντίον Kawasaki Versys 650 [2017-2019]

Ποτέ μην υποτιμάς τον αντίπαλο
1
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

4/1/2024

Είμαστε στο 2017 όπου η παγκόσμια οικονομική κρίση έχει ισοπεδώσει εμπορικά τις μεσαίες κατηγορίες κυβισμού, αναγκάζοντας τις εταιρείες να πατήσουν φρένο στο σχεδιασμό νέων μοντέλων. Όλες εκτός από την Yamaha, που με την ολόφρεσκη πλατφόρμα των MT-07 χτύπησε φλέβα χρυσού στην Ευρώπη, προσφέροντας με λογικό κόστος σύγχρονες μοτοσυκλέτες στο νεανικό κοινό. Το ολοκαίνουριο τότε Tracer 700 είχε μοναδικό αντίπαλο το καταξιωμένο Kawasaki Versys 650 και αυτό βρήκε μπροστά του στην ελληνική αγορά. Η συγκριτική δοκιμή ήταν αναπόφευκτη και αυτό κάναμε στο τεύχος 566 τον Ιανουάριο του 2017 και αναδημοσιεύουμε αυτούσια εδώ.

 

 

Yamaha Tracer 700 vs Kawasaki Versys 650

 

Το έκανε derby

 

Όταν το απόλυτο φαβορί μπαίνει στο γήπεδο για τον αγώνα που θα κρίνει το πρωτάθλημα υποτιμώντας τον αντίπαλο, τότε μετατρέπει ένα εύκολο παιχνίδι σε derby

 

Με το MT-07 η Yamaha έπιασε τους ανταγωνιστές της με τα σώβρακα κάτω στη μεσαία κατηγορία κυβισμού των naked. Λίγα χρόνια αργότερα παρουσίασε το Tracer 900 και κάνει πάρτι στην Ευρωπαϊκή αγορά. Με τέτοιες επιτυχίες είναι λογικό να έχεις την αυτοπεποίθηση στα ύψη όταν σχεδιάζεις το Tracer 700, μια μοτοσυκλέτα που θεωρητικά συνδυάζει τα χαρακτηρίστηκα των πιο επιτυχημένων εμπορικά μοντέλων της Yamaha αυτή την στιγμή. Όμως η θεωρία από την πράξη μερικές φορές δεν ταυτίζονται και το Kawasaki Versys 650 δεν έχει καμία σχέση με το CB 500 που έχει για αντίπαλο το γυμνό MT-07 ή το πολύ ακριβότερο Tiger 1050 Sport που έχει απέναντί του το Tracer 900. Σε αυτό το παιχνίδι η νίκη θα παιχτεί στα τελευταία λεπτά των καθυστερήσεων.

22

Το οπλοστάσιο

Τα όπλα και η τακτική που χρησιμοποιεί η Kawasaki είναι εντελώς διαφορετικά από εκείνα της Yamaha. To Versys 650, ξεκίνησε την ζωή του ως ένα ασχημόπαπο που ήταν εξοπλισμένο με τον καλύτερο δικύλινδρο μεσαίου κυβισμού της εποχής του, ένα σπορ γεωμετρίας πλαίσιο και τις καλύτερες σε ποιότητα αναρτήσεις που μπορούσες να βρεις σε αυτά τα λεφτά. Σήμερα έχουμε μπροστά μας την τρίτη γενιά, που έχει κρατήσει αναλλοίωτα τα βασικά της χαρακτηριστικά, αλλά για πρώτη φορά η εξωτερική της εμφάνιση είναι αποδεκτή από ένα ευρύτερο φάσμα κοινού.

Η Yamaha από την άλλη μεριά, έχει στα χέρια της τον καλύτερο μεσαίου κυβισμού κινητήρα της σημερινής εποχής και σχεδιαστικά ακολουθεί την αποδεδειγμένα επιτυχημένη συνταγή του Tracer 900. Όμως για κάποιους συγκεκριμένους λόγους, αυτά δεν αρκούν για να βγάλουν knock out την Kawasaki από το παιχνίδι. To Tracer 700 δεν είναι υπερβολικά φτηνότερο από το Versys, όπως ήταν το γυμνό MT-07 από τους ανταγωνιστές του, ούτε είναι full extra όπως το Tracer 900. Για την ακρίβεια, ο βασικός εξοπλισμός του Versys 650 είναι αρκετά πιο πλούσιος από του Tracer 700 και ταυτόχρονα είναι 410 ευρώ φτηνότερο από το Yamaha αυτή την στιγμή. Οι πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις του Versys 650 είναι πολύ δυνατό χαρτί για μια μοτοσυκλέτα που απευθύνεται σε ένα ευρύτατο φάσμα κοινού, με διαφορετικές ανάγκες και σκοπό χρήσης.

23

Το Tracer 700 όμως έχει μια φρεσκάδα που λείπει από το Kawasaki. Όχι τόσο εμφανισιακή, όσο οδηγική. Σχεδόν 21 κιλά ελαφρύτερο είναι ένα γεμάτο βενζίνη Tracer 700 από ένα Versys 650. Λέμε σχεδόν, διότι το ρεζερβουάρ του Versys 650 χωράει 21 λίτρα βενζίνης, ενώ του Tracer 700 μόλις 17. Όμως ακόμα και αν βάλουμε την ίδια ποσότητα βενζίνης και στις δύο, το Yamaha είναι αισθητά ελαφρύτερο. Με οποιαδήποτε ταχύτητα κι αν κινείσαι, το Tracer 700 έχει πολύ ελαφρύτερη αίσθηση και είναι παντού πολύ πιο ευέλικτο από το Versys 650. Σε αυτό βοηθάει πάρα πολύ η μοντέρνα εργονομία της θέσης οδήγησης και τα χαρακτηριστικά απόδοσης του κινητήρα. Έχοντας το ίσιο τιμόνι κοντά στο σώμα σου, δημιουργείται μια θέση οδήγηση που θυμίζει κάπως supermoto και σε βοηθάει να μεταφέρεις περισσότερο σωματικό βάρος στον εμπρός τροχό, χωρίς ταυτόχρονα να στρεσάρεσαι. Ιδιαίτερα σε συνθήκες πόλης και σε επαρχιακούς δρόμους, οι χειρισμοί του Tracer 700 γίνονται με φυσικές κινήσεις. Στο Versys 650 έχεις την αίσθηση ότι κάθεσαι πιο πίσω και με πιο όρθια στάση σώματος (θυμίζει αρκετά τη θέση οδήγησης του TDM 900) με αποτέλεσμα να νοιώθεις ότι έχεις το μεγαλύτερο μέρος της μοτοσυκλέτας μπροστά σου και ότι δεν μπορείς να ρίξεις όσο βάρος θέλεις στον εμπρός τροχό. Ως αποτέλεσμα αυτού, στην πόλη το Versys 650 δείχνει πολύ πιο μεγάλη σε όγκο μοτοσυκλέτα από το Tracer 700 (δεν είναι όμως) και αρκετά πιο βαριά (που όντως είναι). Επιπρόσθετα, ο συμπλέκτης και τα χαρακτηριστικά λειτουργίας του κινητήρας της Kawasaki στις χαμηλές στροφές, ζητούν από τον αναβάτη του Versys 650 να είναι πιο ακριβείς και προσεκτικός στους χειρισμού του. Με το Tracer 700 δεν χρειάζεται να δώσεις ιδιαίτερη προσοχή στο πώς χειρίζεσαι τον συμπλέκτη, καθώς η ροπή χαμηλά και η πολύ ομαλή απόκριση του γκαζιού στους λεπτούς χειρισμούς κάνουν τις εκκινήσεις και τους ελιγμούς εύκολη υπόθεση. Το ίδιο συμβαίνει και όταν θέλεις απλώς να βολτάρεις ή να οδηγήσεις ήρεμα. Ο κινητήρας του Tracer 700 είναι πολύ πιο ομαλός και ροπάτος στις χαμηλές στροφές και τα μικρά ανοίγματα και κλεισίματα του γκαζιού δεν επηρεάζουν την ομαλή ροή της μοτοσυκλέτας. Με το Versys 650, η ήρεμη βόλτα δεν είναι τόσο εύκολη υπόθεση. Ο κινητήρας της Kawasaki δείχνει αγχωμένος στις χαμηλές και μεσαίες στροφές και με τον ήχο του σου φωνάζει να ανοίξεις τέρμα το γκάζι. Είναι σαφώς πιο δύσκολη δουλειά να οδηγήσεις ήρεμα με το Versys 650, καθώς η απόκριση του γκαζιού είναι απότομη στο αρχικό άνοιγμα και το φρένο του κινητήρα πολύ έντονο όταν κλείνεις εντελώς το γκάζι. Η αλήθεια είναι ότι αυτός ο κινητήρας έχει επαρκέστατη ροπή χαμηλά και πολύ καθαρή λειτουργία, χωρίς σκορτσαρίσματα. Ο βασικός λόγος που δημιουργείται ένταση όταν θέλεις να βολτάρεις αργά, είναι από την απόκριση του γκαζιού και τον ήχο του κινητήρα. Όσο όμως η ταχύτητα που κινείσαι μεγαλώνει, τόσο καλύτερος γίνεται ο κινητήρας της Kawasaki.

24

Αντεπίθεση σε ανοιχτό γήπεδο

Μόλις οι δρόμοι ανοίξουν, όλα αυτά τα στοιχεία που εμπόδιζαν το Versys 650 να σκοράρει ενάντια στο Tracer 700, γίνονται αυτομάτως πλεονεκτήματα. Ο μεγαλύτερος όγκος του φαίρινγκ στο Kawasaki, δημιουργεί ένα φιλόξενο περιβάλλον πίσω του. Οι μεγαλόσωμοι αναβάτες θα εκτιμήσουν ιδιαίτερα το μεγάλο πλάτος της ρυθμιζόμενης σε ύψος ζελατίνας, καθώς και τις ρυθμίσεις στις αναρτήσεις που τους επιτρέπουν να σετάρουν την μοτοσυκλέτα για τα κιλά τους. Ο εύστροφος κινητήρας του Versys 650 που τόσο πολύ αδημονούσε να ανεβάσει στροφές μέσα στην πόλη, τώρα κελαηδάει ευτυχισμένος. Με 21 λίτρα βενζίνης στο ρεζερβουάρ και μέση κατανάλωση 5,5 λίτρα (άντε να πάει 6 αν ταξιδεύεις με πάνω από 150km/h) έχεις μια αυτονομία που ξεπερνάει άνετα τα 350 χιλιόμετρα. Η σέλα είναι παχιά και αφράτη, τόσο για τον αναβάτη, όσο και για τον συνεπιβάτη, ο οποίος κάθεται αρκετά πιο ψηλά από τον πρώτο και έχει καλή θέα της διαδρομής. Το μόνο αρνητικό με την σέλα του Versys 650 είναι το μικρό μήκος της, που αναγκάζει τα δύο άτομα να κάθονται κάπως κολλητά μεταξύ τους. Αυτό όμως δεν εμποδίζει το Versys 650 να πανηγυρίσει έξαλα το γκολ που έβαλε στο Tracer 700 στους ανοιχτούς δρόμους και ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το ταξίδι.

25

Η μοτοσυκλέτα της Yamaha έχει μόλις 250 χιλιόμετρα αυτονομία και η ζελατίνα του φαίρινγκ είναι πιο στενή. Στο θέμα της προστασίας από τον αέρα δεν τα πάει τόσο άσχημα και θα ήταν άδικο να πούμε ότι υστερεί έναντι του Versys 650. Η εξίσου ρυθμιζόμενη σε ύψος ζελατίνα του Yamaha, ομαλοποιεί ικανοποιητικά την ροή του αέρα και δεν παρουσιάζει ενοχλητικούς αεροδυναμικούς θορύβους. Όμως πίσω της δεν έχεις την αίσθηση φιλοξενίας που νοιώθεις όταν οδηγείς το Versys 650 και γενικά σου δίνει την εικόνα μιας μικρότερης σε όγκο και μέγεθος μοτοσυκλέτας. Όμως εκεί που χάνει το Tracer 700 είναι στον τομέα των αναρτήσεων και ιδιαίτερα σε ότι αφορά το πιρούνι του. Φορτώνοντας το Tracer 700 με δύο μεγαλόσωμα άτομα και τις αποσκευές τους για ένα τριήμερο, είναι βέβαιο ότι το πιρούνι δεν θα μπορεί να ανταποκριθεί στο βαρύ φορτίο, ειδικά αν φρενάρεις δυνατά πάνω σε ανωμαλίες του δρόμου. Γενικά οι αναρτήσεις του Tracer 700 δεν έχουν την ποιότητα λειτουργίας του Versys 650 και η απουσία ρυθμίσεων, δυσκολεύει ακόμα περισσότερο τα πράγματα όταν η μοτοσυκλέτα είναι βαρυφορτωμένη. Στους επαρχιακούς δρόμους το καρπούζι είναι κομμένο στην μέση και τα κουκούτσια μοιρασμένα ακριβοδίκαια.

26

Από την μια μεριά έχεις την άριστη εργονομία της θέσης οδήγησης του Tracer 700 και τον άψογο σε χαρακτηριστικά απόδοσης και λειτουργίας κινητήρα του. Από την άλλη, έχεις το σαφώς πιο άκαμπτο πλαίσιο του Versys 650 και τις πιο ποιοτικές αναρτήσεις του. Εδώ το αποτέλεσμα το καθορίζει ο διαιτητής με της αποφάσεις του, δηλαδή εσύ που οδηγείς. Τόσο στην περίπτωση του Versys, όσο και στην περίπτωση του Tracer, η οδήγηση στους επαρχιακούς δρόμους απαιτεί κάποιους συμβιβασμούς. Το Kawasaki έχει πλαίσιο, αναρτήσεις και κινητήρα για να οδηγείς επιθετικά, αλλά η θέση οδήγησης σε εμποδίζει να το κάνεις. Επίσης τα φρένα του δεν έχουν την αίσθηση στη μανέτα που έχει το Yamaha. Στο Tracer έχεις μια υπέροχη θέση οδήγησης και έναν κινητήρα που συνεργάζεται μαζί σου όπως κι αν θέλεις να οδηγήσεις, αλλά η ακαμψία του πλαισίου και η ποιότητα των αναρτήσεων δεν μπορούν να ακολουθήσουν μέχρι το τέλος. Το κακό και στις δύο περιπτώσεις είναι ότι δεν υπάρχουν μεγάλα περιθώρια να βελτιώσεις τα μειονεκτήματα τους. Ούτε θέση οδήγησης μπορείς να αλλάξεις στο Versys 650, ούτε πλαίσιο στο Tracer 700. Το αποτέλεσμα είναι να κινούνται και οι δύο με τον ίδιο ρυθμό στους επαρχιακούς δρόμους και η μόνη διαφορά να είναι στα σημεία του δρόμου που το ένα είναι πιο γρήγορο από το άλλο. Πάντως με δεύτερο άτομο στην σέλα, το Tracer 700 αποκτά ένα μικρό πλεονέκτημα, επειδή ο συνεπιβάτης κάθεται πιο χαμηλά και πιο κοντά στο κέντρο βάρους της μοτοσυκλέτας, ενώ στο Versys 650 η παρουσία του είναι αισθητή στις στροφές (ειδικά όταν αλλάζεις απότομα πορεία). Ένα αρνητικό σχόλιο που μπορούμε να κάνουμε και για τις δύο αφορά την απουσία σχάρας από τον βασικό εξοπλισμό τους. Έχουν μεγάλες και εργονομικές χειρολαβές για τον συνεπιβάτη, όμως όταν χρειαστεί να κουβαλήσεις κάποιο αντικείμενο, δυσκολεύεσαι να το δέσεις πάνω τους. Αυτή η καινούρια μόδα με τις ενσωματωμένες βάσεις για τις πλαϊνές βαλίτσες δεν μας αρέσει καθόλου, γιατί οι κατασκευαστές έχουν μεταφέρει όλα τα πρακτικά στοιχεία των μοτοσυκλετών στους καταλόγους των αξεσουάρ.

 

Σφύριξέ το!

Παίζουμε στις καθυστερήσεις, το ματσάκι έχει γίνει derby και ο διαιτητής ξέρει ότι ένα στραβό σφύριγμα να κάνει, θα γίνει αιτία να μπουκάρουν μέσα στο γήπεδο οι οπαδοί.

Στην αρχή έμοιαζε εύκολη δουλειά αυτό το συγκριτικό. Το ολόφρεσκο Tracer 700 είχε όλα τα στατιστικά με το μέρος του. Όμως ποτέ δεν πρέπει να υποτιμάς τον αντίπαλο και ειδικά όταν έχει ήδη στην τροπαιοθήκη του μερικά πρωταθλήματα στη σειρά. Πραγματικά δυσκολευόμαστε να δώσουμε μια καθαρή νίκη στο Tracer 700, γιατί στην πραγματικότητα κερδίζει με μισό γκολ. Το Yamaha έχει καλύτερο κινητήρα και είναι πιο εύκολο στην οδήγηση. Το Versys 650 έχει αίσθηση μεγαλύτερης κατηγορίας μοτοσυκλέτας και είναι πιο πλούσια εξοπλισμένο και φτηνότερο. Επειδή όμως ο τελικός σκοπός μας δεν είναι να βγάζουμε πρωταθλητές, αλλά να σας βοηθήσουμε να διαλέξετε την μοτοσυκλέτα που σας ταιριάζει καλύτερα, αυτή είναι η γνώμη μας: Αν κάνεις πολλά χιλιόμετρα μέσα στην πόλη και ειδικά αν είσαι μικρόσωμος, το Tracer 700 είναι η σωστή επιλογή, καθώς είναι η πιο εύκολη μοτοσυκλέτα από τις δύο για να ζεις καθημερινά μαζί της. Αν όμως σε ενδιαφέρουν τα ταξίδια, κινείσαι συχνά με υψηλές ταχύτητες σε ανοιχτούς δρόμους και είσαι ψηλός, τότε το Versys 650 εξακολουθεί να είναι η καλύτερη επιλογή.

 

21

Μέχρι να παρουσιαστεί ο CP2 της Yamaha, ο δικύλινδρος της Kawasaki ήταν ο καλύτερος κινητήρας στην κατηγορία του. Σε δύναμη δεν διαφέρουν πολύ αλλά ο τρόπος που την βγάζουν στο δρόμο είναι εντελώς διαφορετικός

2019

Ψαλιδάρες και λαστιχάρες (180 για το Tracer, 160 για το Versys) που υπερκαλύπτουν τις ανάγκες της δύναμης του κινητήρα. Ο συνεπιβάτης στο Versys κάθεται πιο ψηλά

1716

Κερδίζει ελαφρώς στα φρένα το Tracer αλλά χάνει κατά κράτος απέναντι στο upside down πιρούνι του Versys

1414

Ικανοποιητική προστασία από τον αέρα και για τις δύο, λίγο πιο φιλόξενο το Versys για τους μεγαλόσωμους

1311

Εργονομικά σωστή η σέλα του Tracer, πιο παχιά και αφράτη του Versys, αλλά τελικά προσφέρουν το ίδιο επίπεδο άνεσης

108

Υδραυλικά ρυθμιζόμενη η προφόρτιση στο Kawasaki και εύκολα προσβάσιμη, με γάντζο και σε απρόσιτο σημείο για το Yamaha

97

Η απουσία ρυθμίσεων στις αναρτήσεις είναι η αιτία που έφαγε γκολ το Tracer

6

Ίδιες πληροφορίες από τα όργανα με επιπλέον ένδειξη επιλεγμένης σχέσης για το Yamaha. Ο σχεδιασμός και η ποιότητα των πλαστικών του οργάνου του Versys είναι πολύ χαμηλότερα από της υπόλοιπης μοτοσυκλέτας

74

Από την μέσα μεριά οι σφικτήρες, με εύκολη πρόσβαση για το Tracer. Στην εξωτερική μεριά της ζελατίνας και αισθητικά άσχημοι για το Versys

53

Μόνο η Kawasaki έχει ρυθμιζόμενη μανέτα συμπλέκτη σε αυτή την κατηγορία

1

Σύγχρονη αισθητική με led πίσω φώτα, όμως η απουσία σχάρας από τον βασικό εξοπλισμό τους δυσκολεύει το δέσιμο αντικειμένων

2

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ            

 

Kawasaki Versys 650 [2017]

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

2165

Ύψος (mm):

1400

Μεταξόνιο (mm):

1415

Απόσταση από το έδαφος (mm):

170

Ύψος σέλας (mm):

840

Ίχνος (mm):

108

Γωνία κάστερ (˚):

25

Απόσταση σέλας τιμονιού(mm):

650

Απόσταση σέλας μαρσπιέ(mm):

540

Απόσταση μαρσπιέ τιμονιού(mm):

890

Απόσταση μαρσπιέ συνεπιβάτη σέλας (mm):

500

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο σωλινωτό

Πλάτος (mm):

 

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/214kg

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, δικύλινδρος, υγρόψυκτος, με 2ΕΕΚ και 4Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

 83X60

Χωρητικότητα (cc):

649

Σχέση συμπίεσης:

10,8:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

69/8500

Ροπή (kg.m/rpm):

6,5/7000

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

177,2

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός, πολύδισκος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Με γρανάζια/2,095

Τελική μετάδοση / σχέση:

Με αλυσίδα/3,067

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

1,20

10

0-100

4,40

77,00

0-120

9,60

264,0

0-200

-

-

0-250

 

 

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

12,80

163,49

0-1.000

25,20

183,74

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

5,00

161,00

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

3,8/61

4,8/76

-

80-120

3,2/89

4,4/125

5,0/141

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

2,60

54,00

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

-

3,13

Πραγματικά

 

 

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Μονό αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

150

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

5 Χ 17

Ελαστικό:

160/60-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Μονός δίσκος 250mm με δαγκάνα ενός εμβόλου και ABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Αναλογικό στροφόμετρο και οθόνη LCD με ενδείξεις για ταχύτητα, ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές, θερμοκρασία κινητήρα, μέση κατανάλωση, αυτονομία, δείκτης βενζίνης

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνι up-side down

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

130/41

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση εμαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5 Χ 17

Ελαστικό:

120/70-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δίσκοι 300mm με δαγκάνες δύο εμβόλων και ABS

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

5,5

Ελάχιστη

5

Μέγιστη

8,5

Αυτονομία (km):

381

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

-

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

21/-

                 

 

 

Yamaha Tracer 700 [2017]

 

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

 

Μήκος (mm):

2138

 

Ύψος (mm):

1270

 

Μεταξόνιο (mm):

1450

 

Απόσταση από το έδαφος (mm):

140

 

Ύψος σέλας (mm):

835

 

Ίχνος (mm):

90

 

Γωνία κάστερ (˚):

24,8

 

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

650

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

540

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

850

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

510

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

193,5

(χωρίς καύσιμο:170,5)

Πίσω

59,6%

Εμπρός

50,4%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

1,3%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

 

Τύπος:

Ατσάλινο τύπου "διαμάντι" με τον κινητήρα ενεργό μέλος του

 

Πλάτος (mm):

806

 

Βάρος κατασκευαστή, γεμάτη (kg):

196

 

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

17

 

 

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

 

Τύπος:

Τετράχρονος, υγρόψυκτος, δικύλινδρος σε σειρά με 4Β/Κ και 2ΕΕΚ

 

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

80 x 68,6

 

Χωρητικότητα (cc):

689

 

Σχέση συμπίεσης:

11,5 :1

 

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

74,8/9.000

 

Ροπή (kg.m/rpm):

6,9/6.500

 

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

107,1

 

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

 

Σύστημα εξαγωγής:

 2 σε 1

 

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

 

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

 

 

 

 

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

 

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος, με ντίζα

 

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια 77/40/1,925 :1

 

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα, γρανάζια 43/16/ 2,688:1

 

Συνολικές σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm

 

1η

2,846

 

2α

2,125

 

3η

1,632

 

4η

1,300

 

5η

1,091

 

6η

0,964

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ (SMode)

Km/h

Sec

Μέτρα

 

0-50

1,58

10

 

0-100

3,66

55,29

 

0-150

7,72

199,45

 

0-200

 

 

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

Km/h

 

0-400

12,12

175.04

 

0-1.000

23,65

193,25

 

 

 

 

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

4,5/70,4

6,1/91,2

 

80-120

4,2/117

5,20/146,4

5,31/192,3

120 - 160

5,6/194,5

6,1/202,3

12,5/336,4

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

3,1

104

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

 

100-40

2,61

58

 

 

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

 

Κενή

Γεμάτη

 

Θεωρητικά

 

 

 

Πραγματικά

 

 

 

 

 

 

 

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

 

ΠΙΣΩ

 

ΤΥΠΟΣ

 Ένα αμορτισέρ, μοχλικό

 

Διαδρομή (mm):

142

 

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου

 

ΤΡΟΧΟΣ

 

Ζάντα:

5,5'' x 17

 

Ελαστικό:

180/55 R17

 

ΦΡΕΝΟ

 

Δίσκος "μαργαρίτα" 245mm με δαγκάνα ενός εμβόλου και ABS

 

 

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Ψηφιακές ενδείξεις για στροφές / ταχύτητα / ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές/ επιλεγμένη σχέση κιβωτίου, στάθμη βενζίνης /επιλογή για στιγμιαία ή μέση κατανάλωση km/l ή l/100Km, θερμοκρασία περιβάλλοντος

 

 

 

 

 

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

 

ΕΜΠΡΟΣ

 

ΤΥΠΟΣ

Τηλεσκοπικό πιρούνι

 

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

130/41

 

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίων

 

ΤΡΟΧΟΣ

 

Ζάντα:

3,5'' x 17

 

Ελαστικό:

120/70 R17

 

ΦΡΕΝΟ

 

Δυο δισκόφρενα "μαργαρίτα" 282mmδαγκάνες με τέσσερα έμβολα

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

 

Μέση : 5,8

 

Ελάχιστη : 5,4

 

Μέγιστη : 8,9

 

Αυτονομία (km): 250