Δοκιμή ελαστικών Dunlop Meridian: Εξειδικευμένα για Ελλάδα

Ξεκλειδώνουν τον σπορ χαρακτήρα των On-Off
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

6/12/2022

Καμία μεγάλη εταιρεία ελαστικών δεν σχεδιάζει ένα καινούριο λάστιχο έχοντας στο μυαλό της τους ελληνικούς δρόμους ή τον τρόπο που οι Έλληνες χρησιμοποιούμε τις μοτοσυκλέτες μας.

Ούτε φυσικά η Dunlop έχασε τον χρόνο της για να δει τί στο καλό γίνεται στο μικρό γαλατικό χωρίο που αποκαλούμε Ελλάδα κατά την εξέλιξη των νέων Meridian. Όμως στην πράξη τα Meridian είναι κομμένα και ραμμένα για την πάρτη μας!

 

Στο μυαλό των μοτοσυκλετιστών, οι κατηγορίες των ελαστικών έχουν σαφείς διαχωριστικές γραμμές. Τα σπορ ελαστικά κρατάνε αλλά είναι μαλακά και τρώγονται, τα τουριστικά ελαστικά αντέχουν αλλά είναι σκληρά και γλιστράνε, τα “τρακτερωτά” είναι για χώμα κ.τ.λ.

Δυστυχώς, ή μάλλον ευτυχώς, τα πράγματα είναι πολύ πιο περίπλοκα. Ειδικά αν μιλάμε για την ελληνική μοτοσυκλετιστική πραγματικότητα, τότε οι παράγοντες που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας κατά την επιλογή ενός νέου ζευγαριού ελαστικών για τη μοτοσυκλέτα μας, δεν έχει απολύτως καμία σχέση με εκείνους που αφορούν έναν Ιταλό, έναν Ισπανό ή ακόμα χειρότερα έναν κεντροευρωπαίο μοτοσυκλετιστή.

Ζούμε σε μια – εντελώς - παράξενη χώρα και αντίστοιχα παράξενες είναι οι ανάγκες και οι απαιτήσεις μας. Την ίδια στιγμή, η τεχνολογία των ελαστικών έχει αλλάξει δραματικά τα τελευταία χρόνια και το ίδιο συμβαίνει με την τεχνολογία των μοτοσυκλετών, όπου τα ηλεκτρονικά βοηθήματα έχουν αναλάβει πλέον πρωταγωνιστικό ρόλο και οι ιπποδυνάμεις έχουν εκτοξευτεί στα ουράνια. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, που το θέμα μας είναι ελαστικά για “On-Off” μοτοσυκλέτες, οι απαιτήσεις είναι πολύ υψηλού επιπέδου, τόσο από την μεριά του αναβάτη, όσο και από τη μεριά των ίδιων των μοτοσυκλετών.

 

Το νέο Meridian της Dunlop το οποίο σχεδιάστηκε ειδικά για τις σύγχρονες on-off μοτοσυκλέτες, όπου οι ιπποδυνάμεις ξεκινούν στη μεσαία κατηγορία από τους 60 ίππους στον τροχό και φτάνουν ή ακόμα και ξεπερνούν τους 140 στα θηρία των 1200+ κυβικών. Αντίστοιχα μεγάλο εύρος έχει και το πραγματικό βάρος τους, όπου τα 200 κιλά είναι η αφετηρία για τους μικρότερους κυβισμούς, ενώ η ζυγαριά μπορεί να δείξει πάνω από 400 κιλά αν βάλεις πάνω της ένα θηρίο με γεμάτο το ρεζερβουάρ των 25-30 λίτρων και δύο άτομα στη σέλα.

Γι' αυτό σκεφτήκαμε πολύ ποια μοτοσυκλέτα θα χρησιμοποιήσουμε για τη δοκιμή των Meridian, ώστε να έχουμε την καλύτερη δυνατή εικόνα για την συμπεριφορά τους.

Το νέο V-Strom 1050 XT ήταν η πιο κατάλληλη επιλογή, όχι μόνο γιατί φοράει την πιο κοινή διάσταση ελαστικών στην κατηγορία των οn-οff (110/80-19 εμπρός και 150/70-17 πίσω) αλλά και γιατί έχει συμβατικές και πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις, που επιτρέπουν στον δοκιμαστή να διαχωρίσει τις πληροφορίες που παίρνει από τα ελαστικά στις χαμηλές ταχύτητες.

Οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις (π.χ. KTM 1290, Triumph Tiger 1200) και τα συστήματα ανάρτησης με αρθρώσεις (BMW R1250GS) θολώνουν την εικόνα στις χαμηλές και πολύ χαμηλές ταχύτητες, με αποτέλεσμα κάποιες φορές να κολακεύουν ένα μέτριο ή κακό ελαστικό ή να υπονομεύουν τα πλεονεκτήματα κάποιου καλού ελαστικού (π.χ. άνεση ευελιξία κ.τ.λ.). Με το V-Strom 1050 τέτοιο ενδεχόμενο δεν υπάρχει, γιατί δεν έχεις “παρεμβολές” ηλεκτρονικών ή μηχανικών συστημάτων.

Επίσης έχει ουδέτερο στήσιμο πλαισίου, οπότε μπορείς να δεις ξεκάθαρα πόσο επηρεάζεται η συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας από τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του σκελετού των ελαστικών.

 

Πριν όμως πούμε εμείς τι κάνουν τα Meridian, καλό θα ήταν να δούμε τι λέει η Dunlop για αυτά τα ελαστικά. Όπως φαίνεται και με το μάτι κοιτώντας τη χάραξη, τα Meridian ανήκουν στη νέα γενιά ελαστικών για mega on-off όπου η βασική χρήση τους είναι η οδήγηση στην άσφαλτο. Σαφώς η κατασκευαστική δομή τους περιλαμβάνει και την οδήγηση στο χώμα, αλλά μόνο στον τομέα της αντοχής και όχι στον τομέα της πρόσφυσης.

Για να το πούμε πιο απλά, θα αντέξουν τις κροκάλες και τις φυτευτές πέτρες αν θέλεις να διανύσεις κάποια χιλιόμετρα χωματόδρομου στις διακοπές σου, αλλά δεν είναι για να πάρεις φόρα και να βουτήξεις στις λάσπες ή να διασχίσεις τη Σαχάρα. Η αντοχή, η χιλιομετρική απόδοση και η συνολικά ασφαλή συμπεριφορά σε μεταβλητές συνθήκες (καιρού ή πρόσφυσης) είναι οι βασικοί πυλώνες αυτού του τύπου ελαστικών ανεξαρτήτως εταιρείας. Η Dunlop από τη μεριά της μας υπόσχεται πως τα Meridian καλύπτουν όλες τις παραπάνω απαιτήσεις.

Σε επίπεδο τεχνολογίας είναι απόλυτα πειστική, καθώς έχουν όλες τις πατέντες και τις καινοτομίες που συναντάμε στα κορυφαία ελαστικά των superbike. Ο σκελετός αποτελείται από τρεις διαφορετικές ζώνες, ειδικά σχεδιασμένες για να ελέγχουν την παραμόρφωση του ελαστικού απ’ άκρη σε άκρη, διατηρώντας σταθερό το αποτύπωμα του ελαστικού πάνω στο δρόμο.

Η γόμα έχει διαφορετική χημική και μοριακή σύνθεση για το εμπρός ελαστικό και εντελώς διαφορετική για το πίσω. Εμπρός είναι ενιαίας σύνθεσης με πυρίτιο και black-carbon. Όπως ξέρουμε, το πυρίτιο προφέρει πολύ καλό και άμεσο κράτημα στο κρύο και τη βροχή, ενώ το black-carbon προφέρει σταθερό επίπεδο κρατήματος όταν η θερμοκρασία του ελαστικού ανέβει. Η αναλογία στη μείξη των δύο συστατικών και το επίπεδο ακαμψίας του σκελετού, καθορίζουν την ταχύτητα και το φάσμα της θερμοκρασίας λειτουργίας του ελαστικού.

Τα slick και τα ελαστικά για track day δεν έχουν καθόλου πυρίτιο, αλλά θέλουν κουβέρτες και καλό ζέσταμα για να φτάσουν στην ιδανική θερμοκρασία λειτουργίας, ενώ τα ελαστικά πόλης και τα τουριστικά έχουν μεγάλη περιεκτικότητα πυριτίου για να δουλεύουν κρύα και να μην τρώγονται στα μακρινά ταξίδια, αλλά πέφτει απότομα η απόδοσή τους αν υπερθερμανθούν οδηγώντας μέσα σε πίστα με χαμηλές πιέσεις. Άρα η αναλογία που αναμειγνύονται αυτά τα δύο βασικά συστατικά της γόμμας, επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό το εύρος λειτουργίας του ελαστικού, αλλά δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας καθώς οι κατασκευαστές έχουν βρει και άλλες λύσεις για να διευρύνουν το φάσμα των δυνατοτήτων ενός ελαστικού.

Όπως για παράδειγμα το πίσω ελαστικό του Meridian, όπου η Dunlop χρησιμοποιεί δύο διαφορετικής σύνθεσης γόμες, με την κεντρική να εκτείνεται κάτω από την “μαλακότερη” πλαϊνή, έχοντας στόχο την ομοιόμορφη κατανομή των δυνάμεων που δέχεται ο σκελετός, αλλά και την αντίστοιχα ομοιόμορφη μεταφορά της θερμοκρασίας.

 

Ευελιξία και σπορ γονίδια

Εκείνο που αντιλαμβάνεσαι αμέσως κάνοντας τα πρώτα μέτρα, είναι η ελαφριά αίσθηση στο τιμόνι στους επιτόπιους ελιγμούς και στις χαμηλές ταχύτητες. Το V-Strom 1050 XT είναι ήδη ένα από τα πιο ελαφριά και εύκολα στους χειρισμούς mega on-off μέσα στην πόλη, οπότε ήταν ευχάριστη έκπληξη που τα Meridian βελτίωσαν ακόμα περισσότερο αυτόν τον τομέα. Η “σπορ” γεωμετρία του σκελετού και κυρίως η στιβαρότητά του, είναι η βασική αιτία. Το πέλμα δεν παραμορφώνεται υπερβολικά και το αποτύπωμά του πάνω στην άσφαλτο παραμένει σταθερό, οπότε σταθερή είναι και η αντίσταση από την στατική τριβή του πάνω στην άσφαλτο ή όταν η μοτοσυκλέτα κάνει ελιγμούς με πολύ χαμηλές ταχύτητες.

Το τιμόνι του V-Strom 1050 ήθελε ελάχιστη δύναμη από τα χέρια και ήταν πρόθυμο να αλλάξει αμέσως κατεύθυνση, δίνοντάς σου την αίσθηση πως έφυγαν 10 κιλά πάνω από τη μοτοσυκλέτα. Παρά την εμφανώς στιβαρή κατασκευή του σκελετού, η άνεση δεν επηρεάστηκε αρνητικά – τουλάχιστον όχι σε σημείο που να γίνεται ενοχλητική. Αναμενόμενα μεταφέρει περισσότερους κραδασμούς στα χέρια σε σύγκριση με τα κοινά on-off ελαστικά όταν περνάς με μικρές ταχύτητες πάνω από κοφτές ανωμαλίες και μπαλώματα. Όμως αυτό είναι ένα λογικό αντίτιμο που δίνεις για να πάρεις πίσω ως αντάλλαγμα περισσότερη αίσθηση και πληροφόρηση στα χέρια σου στη γρήγορη οδήγηση.

Πιέζοντας τη μοτοσυκλέτα στις εισόδους των στροφών, είτε μπαίνοντας με φόρα, είτε με trail-braking, έχεις καθαρή εικόνα για το επίπεδο πρόσφυσης και την κατάσταση του οδοστρώματος. Ο σκελετός δεν παρουσιάζει παραμορφώσεις, οπότε δεν “θολώνει” τις πληροφορίες που φτάνουν στα χέρια σου. Η αυξημένη ακαμψία του σκελετού έχει θετικό αντίκτυπο και στην αμεσότητα μεταφοράς των εντολών σου στο τιμόνι. Το V-Strom 1050 XT πλάγιαζε χωρίς αντίσταση και άλλαζε εμφανώς ταχύτερα πορεία από την μια μεριά στην άλλη στα στροφιλίκια. Η ακαμψία του σκελετού έδωσε το πλεονέκτημα στην Dunlop να επιτύχει πολύ καλή ευελιξία χωρίς να καταφύγει σε έναν ακραίο σχεδιασμό της γεωμετρίας της κορώνας του ελαστικού. Μετά την αρχική προθυμία να πλαγιάσει η μοτοσυκλέτα, ακολουθεί μια προοδευτική συμπεριφορά, όσο περισσότερο πλαγιάζεις προσεγγίζοντας την κορυφή της στροφής και δεν εμφανίζει “σκαλοπάτια”.

Άλλο ένα πλεονέκτημα του στιβαρού σκελετού των Meridian φαίνεται στα δυνατά φρεναρίσματα, όπου η μοτοσυκλέτα μένει στην πορεία της και δεν τραβάει το τιμόνι δεξιά-αριστερά. Εδώ όμως θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πως το cornering ABS του V-Strom 1050 XT επεμβαίνει αρκετά νωρίς και αφήνει τα φρένα να πιέσουν στο όριο το εμπρός ελαστικό όταν γραπώνεις απότομα και με όλη σου τη δύναμη τη μανέτα του φρένου. Φυσικά δεν μπορείς να τα έχεις όλα δικά σου σε αυτή τη ζωή. Αναμενόμενα η επιπλέον ευελιξία και αμεσότητα στις χαμηλές και μεσαίες ταχύτητες (120-150km/h) που έδωσαν τα Meridian στο V-Strom 1050 XT, έκαναν πιο ελαφρύ το τιμόνι στις υψηλές ταχύτητες (πάνω από 160km/h).

Οι κινήσεις των χεριών σου έχουν μεγαλύτερο αντίκτυπο στις ευθείες της εθνικής και θέλει να αντιμετωπίζεις με πιο ήρεμο τρόπο τις σφαλιάρες από τους πλάγιους ανέμους ή τις διαμήκεις ανωμαλίες του δρόμου.

 

Σημαντικός τομέας άνεσης στα ταξίδια είναι θόρυβος. Η κουβέντα περιορίζεται στους αεροδυναμικούς θορύβους από τη ζελατίνα και το κράνος ή τον κινητήρα και την εξάτμιση. Όμως αντίστοιχα σημαντική πηγή θορύβου είναι τα ίδια τα ελαστικά, ιδιαίτερα στην κατηγορία των on-off όπου συνηθίζεται η αραιή και βαθιά χάραξη του πέλματος. Στην περίπτωση του Meridian ο θόρυβος κύλισης σε όλες τις ταχύτητες ήταν ιδιαίτερα χαμηλός και η χροιά του δεν σου σπάει τα νεύρα.

Βέβαια όλα τα ελαστικά είναι πιο ήσυχα όταν είναι φρέσκα και αφράτα, αυξάνοντας τα επίπεδα θορύβου που παράγουν μετά τα 2.000-3.000 χιλιόμετρα, όταν η γόμμα αρχίζει να σκληραίνει σιγά-σιγά από τους θερμικούς κύκλους και να “τετραγωνίζει” ο σκελετός και η γόμμα στο κέντρο από το βάρος της μοτοσυκλέτας και την φθορά, αυξάνοντας το εμβαδόν του αποτυπώματος πάνω στην άσφαλτο.


ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

ΕΜΠΡΟΣ

100/90-19 57V

110/80-19 59V

120/70-17 60W

90/90-21 54W

 

ΠΙΣΩ

 

150/70-17 69V

170/60-17 72W

150/70-18 70W

 

 

Kawasaki Versys-X 300 (2017-2020)

Το πιο on-off μοντέλο της οικογένειας των Versys
1
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

29/6/2023

Σε μια κατηγορία όπου η πλειοψηφία των κατασκευαστών χρησιμοποιεί μονοκύλινδρους κινητήρες, η Kawasaki έκανε τη διαφορά με το δικύλινδρο Versys 300 X, το οποίο ταυτόχρονα είχε την πιο on-off προσωπικότητα από τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας

Μέχρι η εταιρεία από το Akashi να φέρει το Versys-X 300 στην ευρωπαϊκή αγορά, οι επιλογές που είχε όποιος ήθελε να αγοράσει ένα on-off κάτω από 500 κυβικά, ήταν  περιορισμένες, ενώ οι περισσότερες από αυτές ήταν μικροκαμωμένες και ανήκαν στις naked και supersport κατηγορίες. Το 2017 η Kawasaki δημιούργησε το Versys 300 X, χρησιμοποιώντας ως βάση τον ήδη γνωστό μας από τα Ninja 300 και Z 300, δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα των 296 κυβικών, με μεγάλης διαμέτρου ακτινωτούς τροχούς 19 και 17 ιντσών μπροστά και πίσω, αντί των 17” χυτούς τροχούς που έχουν τα υπόλοιπα Versys έως τότε. Ταυτόχρονα, έχοντας εξωτερικές διασταστάσεις αντίστοιχες με μεγαλύτερου κυβισμού μοτοσυκλέτες, πρόσφερε επαρκείς χώρους για αναβάτη και συνεπιβάτη. Αυτό που θα ενοχλήσει και τους δύο επιβαίνοντες είναι το υπερβολικά σκληρό αφρώδες της σέλας. Μέσα στην πόλη η μεγάλη διαδρομή των σφιχτών αναρτήσεων μαζί με το λογικό για το μέγεθός της βάρος των 173 γεμάτων κιλών προσφέρουν αμεσότητα στους χειρισμούς και κορυφαία ευελιξία, ενώ η σχάρα διευκολύνει στην μεταφορά αντικειμένων.

2

Η κοντή κλιμάκωση του κιβωτίου δεν θα ενοχλήσει τόσο εντός των αστικών τειχών, όσο όταν βρεθείς στον ανοιχτό δρόμο όπου τα 120χλμ/ώρα η βελόνα του στροφόμετρου βρίσκεται  στις 8.000 στροφές. Είναι βέβαια κάτι που διορθώνεται εύκολα με την τοποθέτηση ενός μεγαλύτερου κατά ένα δόντι μπροστινού ή μικρότερου πίσω γραναζιού, με το . Οι αναρτήσεις είναι μεν σφιχτές, αποτρέποντας τις τάσεις πλεύσεις που συνήθως εμφανίζονται στα φθηνά on-off, όμως υστερούν στον τομέα της άνεσης, κυρίως στις χαμηλές ταχύτητες.

3

Το συνολικό κράτημα ωστόσο παραμένει υψηλού επιπέδου σε κάθε περίπτωση στην ελληνική άσφαλτο, ενώ δεν θα γίνουν εμπόδιο στην ενθουσιώδη οδήγηση, επιτρέποντας στον αναβάτη να κινηθεί με σβέλτο ρυθμό στον επαρχιακό. Στην δοκιμή μας το εμπρός φρένο ήταν αδύναμο και με ξύλινη αίσθηση, χωρίς να εμφανίζει σημάδια κόπωσης από υπερθέρμανση, οδηγώντας μας στο συμπέρασμα πως για αυτή του την συμπεριφορά ευθύνονται τα τακάκια πρώτης τοποθέτησης.

4

Με το ρεζερβουάρ να φτάνει τα 17 λίτρα και σε συνδυασμό με την μικρή κατανάλωση, η αυτονομία του Versys-X 300 πλησιάζει τα 400 χιλιόμετρα, απαλλάσσοντας τον αναβάτη του από το άγχος του ανεφοδιασμού. Ταυτόχρονα, μπορεί να κινηθεί εύκολα στο χώμα, έχοντας τον πιο χωμάτινο προσανατολισμό σε σύγκριση με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας Versys. Το Versys-X 300 το εξαντλήσαμε οδηγικά κάνοντας μαζί του όχι ένα αλλά δύο Mega Test mini on-off έως τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, αποδεικνύοντας πως έχει την ολοκληρωμένη προσωπικότητα που απαιτείται για μια μικρομεσαία on-off και μπορέσει να ανταπεξέλθει με την ανάλογη επιτυχία σε ό,τι ζητήσει ο αναβάτης της.

5
Πλήρη τα όργανα, με σωστό μέγεθος
7
Άφθονο μήκος και καλή εργονομία για τη σέλα, αλλά υπερβολικά σκληρή
8
Χωρίς σχεδιαστικές ακρότητες το full size φαίρινγκ, που κάνει το Versys-X 300 να δείχνει μεγαλύτερου κυβισμού και ακριβότερη μοτοσυκλέτα. Καλή η αεροδυναμική συμπεριφορά του

 

9

Εύρος τιμών (4.000-7.000€)

Αν και δεν υπάρχει μεγάλη πληθώρα μεταχειρισμένων, τα περισσότερα βρίσκονται σε λογικές τιμές με βάση την χρονολογία τους και τα συνολικά διανυθέντα χιλιόμετρα, ενώ ορισμένα είναι υπερβολικά ψηλά, κυρίως λόγω της μικρής προσφοράς και της μεγάλης ζήτησης

Τι πρέπει να προσέξετε

Τα πλαστικά είναι ακριβά οπότε η εξωτερική εμφάνιση θα πρέπει να είναι άψογη. Ζητήστε  το ιστορικό συντήρησης, γιατί ο κινητήρας αυτός δουλεύει μονίμως σε υψηλές στροφές, απαιτώντας επιμέλεια στις αλλαγές λαδιών για να παραμείνει υγιής για πολλά χρόνια. Σκουριές και εξωτερικές φθορές στο πλαίσιο, το ψαλίδι και τον κινητήρα μαρτυρούν σκληρή χρήση και δεν επιδιορθώνονται τόσο εύκολα και φτηνά όσο φαντάζεσαι

Ναι

Αν ψάχνεις μία on-off μοτοσυκλέτα κάτω από τα 500 κυβικά με “κανονικό” μέγεθος και δικύλινδρο κινητήρα

Όχι

Αν δεν σου αρέσουν οι πολύστροφοι κινητήρες που δουλεύουν καλύτερα κοντά στα κόκκινα

Γιατί

Δεν υπάρχουν πολλές δικύλινδρες on-off σε αυτή την κατηγορία κυβισμού και πιθανότατα να μην δούμε πολλές ούτε στο μέλλον

Αντ/κά  ()

Προτεινόμενη Λιανική (με ΦΠΑ 24%, €)

Έμβολο πλήρες (με ελατήρια και πείρο):

158.60€          

Τελικό εξάτμισης:

669.00€                  

Εμπρός φτερό: 

171.00€

Εμπρός τροχός*:

1069.00€            

Προβολέας:

398.00€        

Μανέτα φρένου:

6.40€        

Σέλα:

332.00€

Πλαίσιο:

1732.00€         

*Η Kawasaki στα μοντέλα που έχουν τροχό με ακτίνες δεν πουλά ολόκληρο τον τροχό αλλά το κάθε εξάρτημα ξεχωριστά όπως στεφάνι, ακτίνες, κέντρο και η τιμή εδώ είναι το άθροισμά τους..

9

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ  

Τύπος:

Τετράχρονος, υγρόψυκτος, δικύλινδρος εν σειρά με 2ΕΕΚ και 4 β/κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

62 x 49

Χωρητικότητα (cc):

296

Σχέση συμπίεσης:

10,6:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

40/11.500

Ροπή (kg.m/rpm):

2,6/10.000

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

135,1

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός, πολύδισκος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Με γρανάζια/3,087

Τελική μετάδοση / σχέση:

Με αλυσίδα/ -

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο περιμετρικό

Πλάτος:

-

Γωνία κάστερ (˚):

25

Ίχνος (mm):

108

Μεταξόνιο (mm):

1.450

Ύψος σέλας (mm):

845

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/-

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

17/-

ΑΝΑΡΤΗΣEIΣ

Εμπρός

Συμβατικό τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

130/41

Ρυθμίσεις:

Καμία

Πίσω

Μονό αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

145

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δίσκος 290mm με δαγκάνα δύο εμβόλων με γλίστρα και ABS

 

Πίσω: Δίσκος 220mm με δαγκάνα δύο εμβόλων και ABS

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός: 3 x 19’’

Πίσω: 4 x 17’’

Εμπρός Ελαστικό: 100/90-19

Πίσω Ελαστικό: 130/80-17

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Ψηφιακό ταχύμετρο, στροφόμετρο με αναλογική ένδειξη, trip master, σχάρα

Κατανάλωση (l/100km)
Μέση: 4,3
Αυτονομία (km) 395