Τρία χρόνια εξέλιξης και δοκιμών αφιέρωσε η Bridgestone για το S22, όταν ο μέσος όρος εξέλιξης ενός καινούριου ελαστικού είναι περίπου τα δύο χρόνια. Η ιαπωνική εταιρεία ήθελε με κάθε τρόπο τα S22 να βρεθούν πάνω από τον ανταγωνισμό σε αυτή την πολύ απαιτητική κατηγορία, όπου οι superbike μοτοσυκλέτες έχουν κάνει ένα απότομο άλμα σε επίπεδο επιδόσεων και τεχνολογίας. Την ίδια στιγμή ο ανταγωνισμός τρέχει να καλύψει τις ανάγκες των κατασκευαστών, όπου μετά από μια μεγάλη περίοδο στασιμότητας έχουν μπει για τα καλά σε μια σκληρή μάχη για την επικράτηση.
Μην ξεχνάμε πως οι παραδοσιακές μεγάλες αγορές για τις μοτοσυκλέτες της κατηγορίας των superbike παραμένουν η Ιταλία, η Γερμανία, η Γαλλία και η Αγγλία, όπου η κάθε μία από αυτές διαθέτει δικές της εταιρείες ελαστικών, όπως η ιταλική Pirelli, η γερμανική Metzeler, και φυσικά η γαλλική Michelin και η αγγλική Dunlop. Οπότε δεν αρκεί να έχεις ένα ελαστικό που να είναι ισάξιο των ανταγωνιστών σου, αλλά θα πρέπει να προσφέρεις το κάτι παραπάνω, ώστε να κάμψεις τη συναισθηματική αντίσταση των μοτοσυκλετιστών της κάθε χώρας. Για να βρουν αυτό το κάτι παραπάνω, μεγάλωσαν κατά έναν ολόκληρο χρόνο το πρόγραμμα δοκιμών στο δρόμο και την πίστα. Η άφιξη του S22 αλλάζει το line up της Bridgestone, καθώς το S21 παραμένει διαθέσιμο στη γκάμα της εταιρείας με μειωμένη τιμή. Δηλαδή, έρχεται να εμπλουτίσει τις επιλογές μας και τοποθετείται ανάμεσα στο track day ελαστικό RS10 και πάνω από το S21.
Αυτό σημαίνει πως το S22 είναι κυρίως για οδήγηση στο δρόμο και δευτερευόντως για οδήγηση στην πίστα. Έτσι οι βασικές προτεραιότητες κατά την εξέλιξή του ήταν η σταθερότητα σε όλες τις ταχύτητες, η μικρότερη φθορά, η άμεση επίτευξη της μέγιστης πρόσφυσης και η καλύτερη απόδοση στη βρεγμένη άσφαλτο. Την ίδια ώρα όμως, η Bridgestone ήθελε να βελτιώσει την απόδοση του S22 και μέσα στην πίστα. Σύμφωνα με τα στοιχεία που μας έδωσαν, στην πίστα δοκιμών τους το S22 έκανε ταχύτερους χρόνους από 1,5 έως και 2 ολόκληρα δευτερόλεπτα σε σχέση με το S21 στο στεγνό και πάνω από 2 δευτερόλεπτα στο βρεγμένο! Πραγματικά εντυπωσιακή βελτίωση, καθώς το S21 ήταν ήδη πολύ καλό σε αυτούς τους τομείς στην κατηγορία του. Εμείς είχαμε την τύχη με το μέρος μας και οδηγήσαμε τα S22, τόσο σε στεγνή, όσο και σε εντελώς βρεγμένη άσφαλτο.
Επίσης η Bridgestone είχε φροντίσει να έχει διαθέσιμες όλων των ειδών τις μοτοσυκλέτες, από το τετρακύλινδρο sport touring Honda CBR 650 R, τα supersport Kawasaki Ninja ZX-6R 636 και Yamaha R6 και φυσικά την αφρόκρεμα των superbike του 2019,όπως τα καινούρια BMW S1000RR, Kawasaki ZX-10R SE, Honda CBR1000RR SP2 Fireblade, Yahama R1, Suzuki GSX-R1000R, Ducati V4-S Panigale αλλά και streetfighter όπως το KTM Superduke R και Suzuki GSX-S 1000. Αυτό ήταν πολύ σημαντικό για εμάς τους δημοσιογράφους, καθώς τα ηλεκτρονικά των νέων superbike επηρεάζουν δραματικά την συμπεριφορά των ελαστικών, όπως επίσης μεγάλη επίπτωση έχει και ο τύπος του κινητήρα. Για παράδειγμα το KTM Superduke R με την κολοσσιαία ροπή του V2 έχει άλλες απαιτήσεις από το πολύστροφο τετρακύλινδρο CBR 650R.
Στο αναλυτικό άρθρο που ετοιμάζουμε για το τεύχος του ΜΟΤΟ θα αναφερθούμε λεπτομερώς σε όλες αυτές τις διαφορετικές παραμέτρους, που αφορούν κάθε μοτοσυκλέτα ξεχωριστά. Εδώ όμως μπορούμε να πούμε για τη γενική εικόνα που σχηματίσαμε στο τέλος της ημέρας, μετά από δύο ολόκληρες ώρες οδήγησης μέσα στην πίστα της Jerez. Το πιο εντυπωσιακό χαρακτηριστικό του S22 είναι το πόσο γρήγορα κερδίζει την εμπιστοσύνη σου, ιδιαίτερα στη βρεγμένη άσφαλτο.
Βγαίναμε από τα pits με παγωμένα λάστιχα και μετά από δυο-τρεις στροφές πιάναμε αμέσως γρήγορο ρυθμό. Ακριβώς το ίδιο συνέβαινε και όταν στέγνωσε η πίστα. Αρκούσε να φτάσεις έως την Κ5 και μετά μπορούσες να πλαγιάσεις και να χουφτώσεις το γκάζι άφοβα. Το εμπρός ελαστικό είναι πραγματικά άριστο σε όλους τους τομείς και ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την αίσθηση. Ιδιαίτερα στο trail breaking είναι κορυφαίο, τόσο στο στεγνό, όσο και στο βρεγμένο και η απόδοσή του παρέμενε σταθερή έως το τέλος του εικοσάλεπτου! Το πίσω ελαστικό έχει τεχνολογία πέντε ζωνών, με τρεις διαφορετικής σκληρότητας γόμμες. Παρά το γεγονός πως δεν είναι ένα καθαρόαιμο trackday ελαστικό, εν τούτοις επέδειξε αξιοσημείωτη σταθερότητα στην απόδοσή του και πολύ μικρή φθορά. Θυμίζουμε πως η πίστα της Jerez είναι πολύ απαιτητική για τα πίσω ελαστικά, με παρατεταμένες στροφές υψηλών ταχυτήτων, όπου τα μεγάλα superbike μαστιγώνουν με 200 ίππους τα ελαστικά τους. Σίγουρα η νέα σύνθεση της μοριακής δομής της γόμας και η μικρότερη χάραξη στις άκρες του S22, βοήθησαν να επιτευχθεί αυτός ο στόχος. Τα S22 θα είναι διαθέσιμα σε όλες τις διαστάσεις που έχουν οι σπορ μοτοσυκλέτες των 600 και 1000 κυβικών (120/70 εμπρός και 160/180/200 πίσω σε προφίλ 50 και 55), ενώ από στο τέλος του χρόνου θα επεκταθεί η γκάμα και για τις μικρές μοτοσυκλέτες των 125-250-300-400 κυβικών σε διαστάσεις 110/70 εμπρός και 140/150 πίσω.
Δοκιμή UM Renegade Sport 125 2023: Διαφορετική προσέγγιση
Νέος παίκτης με αμερικάνικο πνεύμα
Από το
motomag
20/10/2023
Θέλοντας να τονίσει την αμερικανική της καταγωγή, η UM έκανε την απόβασή της στην ελληνική αγορά, ξεκινώντας εντελώς αντίθετα από τα δεδομένα που έχουμε συνηθίσει, με τρία cruiser στα 125 κυβικά, μία κατηγορία που τα τελευταία χρόνια έχει εκλείψει.
Η UM είναι μία εταιρεία κατασκευής μοτοσυκλετών που ξεκίνησε από την Κολομβία, ενώ από το 2000 και έπειτα, το διοικητικό της κέντρο βρίσκεται στο Μαϊάμι της Φλόριντα των ΗΠΑ, με τα κεντρικά της γραφεία για την Ευρώπη να βρίσκονται στο Πόρτο της Πορτογαλίας. Η κατασκευή, ωστόσο, των μοτοσυκλετών γίνεται στην Κίνα. Μετά την είσοδό της σε 8 βασικές αγορές της Ευρώπης, όπου ανάμεσά τους διακρίνονται αυτές της Ιταλίας, της Γερμανίας, της Ισπανίας και της Αγγλίας, έφτασε και στην Ελλάδα μέσω της ΤΕΟΡΕΝ ΜΟΤΟΡΣ Α.Ε. του ομίλου Θεοχαράκη, παρουσιάζοντας τρεις διαφορετικές εκδόσεις cruiser μοτοσυκλετών, με την ονομασία Renegade στην κατηγορία των 125 κυβικών, η οποία λόγω του νόμου που εξισώνει το δίπλωμα κατηγορίας Β με το Α1, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, έχει αρχίσει να ανακτά την χαμένη δημοφιλία της, ενώ την γκάμα της συμπληρώνουν τρία scooter και ένα παπί.
Εμείς δοκιμάσαμε το Renegade Sport 125, του οποίου βασική διαφορά από τα άλλα δύο είναι ο κινητήρας, που στην περίπτωσή μας είναι αερόψυκτος, θυμίζοντας ακόμα περισσότερο τα cruiser μικρού κυβισμού, όπως Yamaha Virago 250, τα οποία είχαν γεμίσει τους ελληνικούς δρόμους την δεκαετία του ’90.
Αμερικάνικη φιλοσοφία σχεδιασμού
Μόλις αντικρύσαμε το Renegade Sport 125, στα γραφεία της αντιπροσωπείας, μας ήρθαν αμέσως στο μυαλό τα μεγάλου κυβισμού αμερικάνικα custom cruiser, έχοντας καθαρή εμφάνιση με μόνο τα απολύτως απαραίτητα πάνω του και τον κινητήρα σε κοινή θέα. Το ρεζερβουάρ σχήμα δάκρυ, τα floorboards για τα πόδια του αναβάτη, τα πλαϊνά καπάκια κάτω από το ρεζερβουάρ – που θυμίζουν έντονα το φιλτροκούτι ορισμένων cruiser –, ο στρογγυλός προβολέας μαζί με τα στρογγυλά φλας, τα διπλά αμορτισέρ πίσω, το ψηλό τιμόνι με κλίση προς τα πίσω, το μαξιλαράκι για τον συνεπιβάτη, οι διαφορετικού μεγέθους χυτοί τροχοί με μπράτσα 17’’ εμπρός και 15’’ πίσω, τα “φουσκωτά” ελαστικά διαστάσεων 110/80-17 και 130/90-15, αντίστοιχα, και τέλος η θέση του διακόπτη της ανάφλεξης στα πλάγια της μοτοσυκλέτας, με αυτόν για το κλείδωμα του τιμονιού να βρίσκεται σε διαφορετική θέση στο λαιμό της μοτοσυκλέτας, όλα θυμίζουν τα αμερικάνικα custom cruiser. Ο χρωματισμός του μοντέλου της δοκιμής μας ήταν το μαύρο, με ματ φινίρισμα στο ρεζερβουάρ και το φτερό και καφέ ενιαία σέλα. Η δεύτερη επιλογή στον οποίο διατίθεται ονομάζεται “Emerald Green” όπου τα ματ κομμάτια αντικαθίστανται από πράσινο χρώμα με το κάλυμμα της σέλας να είναι μαύρο.
Η ποιότητα κατασκευής βρίσκεται στο μέσο όρο της κατηγορίας τιμής του, χωρίς να εμφανίζει τριγμούς με την συναρμογή των πλαστικών, που περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα, αλλά και το φινίρισμά τους να κρίνεται ικανοποιητικό. Η ενιαία σέλα, έχει εξωτερικές ραφές για το κομμάτι του αναβάτη, οι οποίες δένουν όμορφα με την κλασσική εικόνα που αποπνέει το Renegade Sport 125. Αυτά που επηρεάζουν κάπως την ποιοτική εικόνα είναι τα αυτοκόλλητα που υπάρχουν στο μεταλλικό ρεζερβουάρ, τα οποία δεν έχουν δεχθεί επίστρωση με βερνίκι, λόγω της ματ επιφάνειάς του, και ήδη είχαν αρχίσει να εμφανίζουν τα σημάδια της τριβής με το παντελόνι, ξεκολλώντας λίγο στις άκρες. Παρ’ όλ’ αυτά, η ονομασία της εταιρείας στα καπάκια κάτω από τη σέλα και το όνομα του μοντέλου εκατέρωθεν του ρεζερβουάρ είναι ανάγλυφα, δείχνοντας ότι θα αντέξουν στο χρόνο, προσθέτοντας πόντους και στην αισθητική. Τέλος, οι διακόπτες είναι σκληροί στην χρήση τους, ενώ αυτοί της δυνατής και με μπάσο ήχο κόρνας και της μίζας, θυμίζουν έντονα τους διακόπτες των φλας της Harley-Davidson.
Επί του πρακτέου
Ανεβαίνοντας πάνω στο Renegade Sport 125, η θέση οδήγησης είναι αυτή ακριβώς που περιμένεις βλέποντάς το και τυπική για cruiser, τοποθετώντας σε μέσα στην μοτοσυκλέτα με μία ελαφριά κλίση του σώματος προς τα πίσω και τα πόδια να εκτείνονται μπροστά για να βρουν τα floorboards. Το τιμόνι έρχεται προς τα εσένα με τα χοντρά γκριπ να σου γεμίζουν το χέρι και να βοηθάνε στον έλεγχο της μοτοσυκλέτας. Η σέλα στα 730mm είναι εύκολα προσβάσιμη για όλα τα αναστήματα, με ολόκληρο το πέλμα και των δύο ποδιών να πατάει στο έδαφος, γεμίζοντας με σιγουριά τον αρχάριο και δίνοντας αυξημένο αίσθημα ελέγχου μέσα στην πυκνή κίνηση της πόλης.
Πατώντας την μίζα, η μακριά σε μήκος, χαμηλά τοποθετημένη και κομμένη φάλτσα εξάτμιση, βαμμένη μαύρη για να μην κάνει αντίθεση από την υπόλοιπη μοτοσυκλέτα, παράγει έναν χαμηλών τόνων ήχο, με τους μηχανικούς θορύβους να απουσιάζουν, θυμίζοντάς σου ότι πρόκειται για έναν μονοκύλινδρο κινητήρα 125 κυβικών και όχι για κάποιον θηριώδη V2. Κάπου εδώ να πούμε ότι είναι εύκολο να ακουμπήσεις στην εξάτμιση, λόγω της θέσης της αν δεν προσέξεις, όμως με τον κατάλληλο εξοπλισμό, δηλαδή μακρύ παντελόνι που καλύπτει το πόδι και όχι σορτσάκι, δεν θα σου δημιουργήσει κάποιο πρόβλημα. Η λειτουργία του είναι πολιτισμένη χωρίς μπερδέματα ή ενοχλητικούς κραδασμούς στο μεγαλύτερο εύρος των στροφών. Κάποιοι κραδασμοί εμφανίζονται ψηλά, λίγο πριν τον κόφτη, για τον οποίο το στρογγυλό όργανο δεν μας πληροφορεί για το πού επεμβαίνει, μιας και το στροφόμετρο απουσιάζει από τις ενδείξεις, οι οποίοι περνάνε κυρίως στους καθρέπτες, θολώνοντας το οπτικό πεδίο. Εμείς είδαμε την βελόνα του αναλογικού ταχύμετρου, στο στρογγυλό όργανο του πίνακα οργάνων να φτάνει λίγο πάνω από τα 110 χλμ/ώρα, όπου και επεμβαίνει ελαφρώς απότομα ο κόφτης.
Το κιβώτιο 5 σχέσεων είναι θετικό και οι ταχύτητες κουμπώνουν γλυκά, με μόνο δύο-τρεις φορές να έχει ανάψει η ένδειξη της νεκράς ενώ το κιβώτιο είχε μέσα δευτέρα ή πρώτη κατά την διαδικασία της επιβράδυνσης. Εδώ τώρα αντιμετωπίσαμε ένα πρόβλημα που δεν είχε να κάνει με την λειτουργία του λεβιέ ή του κιβωτίου αλλά με το ότι είναι λάθος εργονομικά τοποθετημένος ο πρώτος, ενώ θα ήταν καλύτερο να έχει ακολουθηθεί η διάταξη “heel and toe” που χρησιμοποιείται συνήθως σε μοτοσυκλέτες με floorboards και στα παπιά, που σημαίνει ότι πατάς με τα δάχτυλα για να ανεβάσεις και πατάς με την φτέρνα για να κατεβάσεις ταχύτητες, έχοντας δύο διαφορετικούς λεβιέδες. Χρειάζεται επίσης να αναφέρουμε, ότι το γρανάζωμα μεταξύ δευτέρας και τρίτης είναι ελαφρώς πιο μακρύ, κάτι που μπορεί να απαιτήσει ο αναβάτης να ρυθμίσει διαφορετικά τον ρυθμό του σε ανηφόρες με μεγάλη κλίση. Σε κάθε άλλη περίπτωση δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα στο να μεταφέρει άνετα δύο επιβαίνοντες.
Εργονομικά θα μπορούσε να δεχθεί βελτίωσης και η τοποθέτηση του πεντάλ φρένου, το οποίο έρχεται αρκετά ψηλά και έχει κάπως απότομη κλίση, αναγκάζοντας το δεξί πόδι να κάνει μεγάλη κίνηση για να το πατήσει. Τα φρένα ωστόσο, λειτουργούν εξαιρετικά, σταματώντας τα 150,5 γεμάτα πραγματικά κιλά της μοτοσυκλέτας σε μικρή απόσταση, για τα δεδομένα της κατηγορίας, ανεξαρτήτως της ταχύτητας που έχει αναπτύξει, ενώ και το σύστημα συνδυασμένης πέδησης (CBS), που υποχρεωτικά έχει λόγω των Euro5 κανονισμών, κρίνεται εξαιρετικό καθώς πατώντας μόνο το πίσω φρένο η δύναμη που μεταφέρεται μπροστά είναι επαρκής, επιτρέποντας σε όποιον φοβάται να αξιοποιήσει την δύναμη του μπροστινού δίσκου των 280mm, να φρενάρει αποτελεσματικά. Ναι μεν λείπει η προοδευτικότητα και το δυνατό αρχικό δάγκωμα, όμως κάνουν την δουλειά τους χωρίς να υπολείπονται σε δύναμη. Στην μοτοσυκλέτα της δοκιμής μας υπήρχε ένας αμυδρός συριγμός κατά το φρενάρισμα. Σίγουρα ένα ζευγάρι επώνυμα ελαστικά, θα έχουν θετική συμβολή στην δύναμη της πέδησης, καθώς τα nylon ελαστικά πρώτης τοποθέτησης της YUANXING, τα οποία δοκιμάσαμε μόνο στο στεγνό, έχαναν μεγάλο κομμάτι της πρόσφυσης σε δρόμους με χαμηλό συντελεστή τριβής, ενώ αργούσαν και να ζεσταθούν.
Το πλαίσιο, είναι στιβαρό και δεν παρουσιάζει στρεβλώσεις ακόμα και σε πιο γρήγορο ρυθμό, ενώ το μπροστινό συμβατικό τηλεσκοπικό πιρούνι με τις φυσούνες να προστατεύουν από σκόνες τα καλάμια και τις τσιμούχες, κάνει ικανοποιητικά την δουλειά του, κρατώντας την γραμμή που έχεις επιλέξει μέσα στη στροφή, ενώ το μακρύ μεταξόνιο των 1410mm προσφέρει σταθερότητα, σε κάθε συνθήκη. Χάνοντας όμως ευελιξία, που σε συνδυασμό με τον μακριά από την υπόλοιπη μοτοσυκλέτα τοποθετημένο μπροστινό τροχό, κάνουν πιο αργή την αλλαγή κατεύθυνσης. Στον αντίποδα, όσον αφορά την λειτουργία τους, βρίσκονται τα δύο πίσω αμορτισέρ που ρυθμίζονται ως προς την προφόρτιση. Η μικρή διαδρομή τους, σε συνδυασμό με την αργή απόσβεση επαναφοράς και την γρήγορη απόσβεση συμπίεσης, κάνει τις ανωμαλίες να γίνονται πιο έντονα αισθητές ειδικά στον συνεπιβάτη, υπονομεύοντας έτσι την κατά τα άλλα ικανοποιητική άνεση που προσφέρει η σέλα και για τους δύο επιβαίνοντες , ενώ σε περίπτωση που κάποια ανωμαλία βρεθεί στο δρόμο σου όσο είσαι πλαγιασμένος μέσα στην στροφή, σε αναγκάζει να σηκώσεις την μοτοσυκλέτα για να μην αποσταθεροποιήσει το πίσω μέρος του Renegade Sport 125.
Ξεχωριστό και καθημερινό
Το ρεζερβουάρ των 13,5 λίτρων του Renegade Sport 125 σε συνδυασμό με την μέση κατανάλωση των 3,1 λίτρων για κάθε 100 χιλιόμετρα, σημαίνει ότι θα ξεπεράσεις τα 400 χιλιόμετρα μέχρι να χρειαστείς ανεφοδιασμό, ενώ το χαμηλό κέντρο βάρους και η εύκολα προσβάσιμη σέλα του κάνουν εύκολη την καθημερινή συμβίωση μαζί του μέσα στους μποτιλιαρισμένους δρόμους των πόλεων, με την πλάτη του συνεπιβάτη να συμβάλει τα μέγιστα όσον αφορά την άνεσή του, ενώ μπορεί και να αφαιρεθεί. Με το κόστος απόκτησης του Renegade Sport 125 να ανέρχεται στα 3.000€, στα χωράφια δηλαδή που πλέον κινούνται τα παπιά, αποτελεί μια εναλλακτική επιλογή καθώς σου προσφέρει την ενεργητική ασφάλεια και τη σταθερότητα μίας μοτοσυκλέτας, με ίδιο κόστος χρήσης, ενώ όσοι έζησαν τις εποχές τις δεκαετίας του ’90 και την μόδα των μικρού κυβισμού cruiser θα εκτιμήσουν ακόμη περισσότερο τον ιδιαίτερο χαρακτήρα μίας τέτοιας μοτοσυκλέτας.
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Αντιπρόσωπος:
ΤΕΟΡΕΝ ΜΟΤΟΡΣ Α.Ε.
Τιμή:
3.000€
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΣΚΙΤΣΟ
Μήκος (mm):
2095
Ύψος (mm):
1168
Μεταξόνιο (mm):
1410
Απόσταση από το έδαφος (mm):
143
Ύψος σέλας (mm):
730
Ίχνος (mm):
-
Γωνία κάστερ (˚):
-
Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):
770
Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):
800
Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):
920
Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):
550
ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ
150,5kg
(χωρίς καύσιμο: 139,9kg )
Πίσω
55%
Εμπρός
45%
Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:
3,79%
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Ατσάλινο σωληνωτό
Πλάτος (mm):
890
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):
- / 145
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος, αερόψυκτος, μονοκύλινδρος με 1ΕΕΚ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
57,8 x 52,4
Χωρητικότητα (cc):
125
Σχέση συμπίεσης:
-
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
9,4/8,500
Ροπή (kg.m/rpm):
-
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
75,2
Τροφοδοσία:
Ηλεκτρονικός ψεκασμός
Σύστημα εξαγωγής:
1 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός, πολύδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Γρανάζια / -
Τελική μετάδοση / σχέση:
Αλυσίδα / -
ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ
Κενή
Γεμάτη
Θεωρητικά
15,42
Πραγματικά
14,88
16,01
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Συμβατικό τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
- / -
Ρυθμίσεις:
Καμία
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
17’’ χυτή με 7 μπράτσα
Ελαστικό:
110/80-17
ΦΡΕΝΟ
Μονός δίσκος, 280mm με CBS
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Δύο αμορτισέρ
Διαδρομή (mm):
- / -
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίων
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
15’’ χυτή με 7 μπράτσα
Ελαστικό:
130/90-15
ΦΡΕΝΟ
Μονός δίσκος, 240mm με CBS
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Στρογγυλό αναλογικό ταχύμετρο με ενσωματωμένη ψηφιακή LCD οθόνη με ενδείξεις για επιλεγμένη σχέση στο κιβώτιο, στάθμης καυσίμου, ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές, ενδεικτικές λυχνίες για νεκρά, πίεση λαδιού και λειτουργίας κινητήρα, μονό και διπλό σταντ, LED πίσω φωτιστικό σώμα