Η πρώτη μεγάλη κυρία της Husqvarna είναι γεγονός. Δεν ακολουθεί κατά γράμμα τις τάσεις της εποχής των on-off, αλλά χαράζει τον δικό της εναλλακτικό δρόμο στα βουνά όλου του κόσμου. Φαινομενικά έμοιαζε απλό. Όταν όμως είσαι μια εταιρεία που κατασκευάζει μοτοσυκλέτες 120 χρόνια τώρα και κάνεις την πρώτη σου απόπειρα στην κατηγορία, το πράγμα σοβαρεύει για τα καλά
Ως γνωστόν Husqvarna και ΚΤΜ είναι ουσιαστικά το ίδιο εργοστάσιο, κάτι που σημαίνει ότι οι μοτοσυκλέτες της βασίζονται στις μοτοσυκλέτες των Αυστριακών. Με βάση λοιπόν το ΚΤΜ 890 Adventure άρχισε να πλάθεται το νέο Norden χρησιμοποιώντας αυτούσια πλαίσιο και κινητήρα, τα οποία όμως αποτέλεσαν απλά και μόνο την βάση για μια διαφοροποιημένη από την κατηγορία μοτοσυκλέτα.
Το νέο Norden δεν κυνηγά σε επιδόσεις ούτε το Multistrada, ούτε θέλει να κοντράρει στο χώμα το 890 Adventure R. Είναι μια traveling enduro που σε προκαλεί να ταξιδέψεις μαζί της στα βουνά του κόσμου, χωρίς πίεση χρόνου και χωρίς οι υψηλές επιδόσεις να είναι το κλειδί για την επιτυχία της. Οι tubeless ακτινωτοί τροχοί έχουν γνήσιες διαστάσεις enduro, 21 και 18 ίντσες αντίστοιχα, ενώ ο χωμάτινος χαρακτήρας της μοτοσυκλέτας τονίζεται και από τα ελαστικά πρώτης τοποθέτησης που είναι τα Pirelli Scorpion STR Rally. Οι αναρτήσεις διαθέτουν διαδρομές μεγαλύτερες από 215mm και γενικά η όλη εμφάνιση της κατασκευής σε παραπέμπει σε αγώνες Rally και περιπέτεια.
Ανεβαίνοντας στη σέλα της, ουσιαστικά ανέβηκα και δεν σκαρφάλωσα. Δείχνει ψηλή και τεράστια αλλά η μαλακή αρχική διαδρομή των αναρτήσεων φέρνει τα πόδια σου κοντά στο έδαφος ακόμα κι αν οριακά το ανάστημά σου δεν ξεπερνά τα 170 εκατοστά σε ύψος. Η σέλα δυο επιπέδων ρυθμίζεται σε ύψος και είναι αρκετά φαρδιά, αλλά παρόλα αυτά δεν σε ζορίζει να την κουμαντάρεις σε χαμηλές ταχύτητες αφού δεν πατάς με τις μύτες των ποδιών.
Ο δικύλινδρος εν σειρά κινητήρας που προέρχεται αυτούσιος από το 890 Adventure σε εξιτάρει με τον ήχο του, θυμίζοντας εποχές ΚΤΜ 950 Adventure. Αν και εδώ που τα λέμε η μοτοσυκλέτα αυτή, λόγω της κάθετης ζελατίνας θυμίζει το παλιό καλό 950 που ουσιαστικά ήταν και πρώτη μεγάλη on-off που "ξύριζε" στο χώμα. Βέβαια το Norden δεν είναι κάτι τέτοιο. Η μεγάλη on-off της Husqvarna φτιάχτηκε για να κάνει μεγάλα και άνετα ταξίδια σε κάθε έδαφος, κάτι που φαίνεται από τον συνολικό σχεδιασμό με το φαρδύ φαίρινγκ και το μεγάλο ρεζερβουάρ των 19 λίτρων που προσφέρει αυτονομία σχεδόν 400 χιλιομέτρων.
Στο δρόμο τα πάντα δουλεύουν αρμονικά και η ψηλή μη ρυθμιζόμενη ζελατίνα κάνει εξαιρετική δουλειά ακόμα και κοντά στα 200 χιλιόμετρα την ώρα που εύκολα προβάλλονται στην TFT οθόνη που δεν θυμίζει τηλεόραση. Η γεωμετρία της μοτοσυκλέτας και γενικά το στήσιμο της δεν σε προκαλεί να την "σκίσεις" αλλά σε βάζει σε ένα mood ταξιδιού. Παρόλα αυτά το λυγερό κορμί ΚΤΜ που κρύβεται κάτω από τα όμορφα και πολύ ποιοτικά πλαστικά, δεν πρόκειται ποτέ να πει όχι όταν το ζητούν οι περιστάσεις, με το Norden να στρίβει με ακρίβεια και απόλαυση ακόμα και όταν οι συνθήκες δεν είναι οι ιδανικές.
Μπαίνοντας στο χώμα θα καταλάβεις από το πρώτο μέτρο ότι δικαία το λογότυπο Husqvarna αναγράφεται στα πλαστικά της. Το σώμα βρίσκει τα πάντα εκεί ακριβώς που πρέπει να είναι, ενώ οι αναρτήσεις με τις μεγάλες διαδρομές διαβάζουν με φοβερή ακρίβεια και μεταφέρουν στον αναβάτη μόνο χρήσιμη πληροφορία. Το Norden οδηγείται στο χώμα καθιστός τουριστικά σε ρυθμούς περιήγησης και ουσιαστικά αυτός είναι και ο τρόπος που σου προτείνει. Οι μαλακές αποσβέσεις στην αρχική διαδρομή των αναρτήσεων σου επιτρέπουν να είσαι χαλαρός, αφού η μοτοσυκλέτα “σβήνει” τις ανωμαλίες και δεν σε θέλει σε εγρήγορση. Από την άλλη, όταν αποφασίσεις να "ορμήσεις" το 901 θα ακολουθήσει ευχαρίστως τις προσταγές σου και όσο ορμάς τόσο καταλαβαίνεις ότι το όριο είναι ακόμα πιο μακριά. Τα άψογα ηλεκτρονικά δίνουν χέρι βοήθειας όχι μόνο στα δύσκολα αλλά παντού, με το ρυθμιζόμενο traction control σε 8 στάδια να σου δίνει την επιλογή για το πόσης διάρκειας και πόσης έκτασης θα είναι το παντιλίκι από άκρη σε άκρη στους χωματόδρομους, ενώ το ρυθμιζόμενο και με δυνατότητα απενεργοποίησης στον πίσω τροχό ABS, σου επιτρέπει "πλασάρισμα" με μπλοκαρισμένο τον πίσω τροχό.
Το νέο Norden είναι μια πραγματική on-off που διαθέτει δύο πρόσωπα. Αυτό του ταξιδευτή χωρίς όρια που θέλει να εξερευνήσει την γη από κάθε δρόμο, αλλά κι αυτού που θέλει μια όμορφη ταξιδιωτική μοτοσυκλέτα έτοιμη να "ορμήσει" και να δώσει ευχαρίστηση σε κάθε έδαφος.
Δοκιμή Royal Enfield Himalayan - Οδηγώντας στις διαδρομές του Ράλι Σαρδηνίας
Ξεψαχνίζουμε τη νέα ινδική On-Off στην πανευρωπαϊκή παρουσίαση της, σε άσφαλτο και χώμα
Από τον
Κώστα Γκαζή
25/4/2024
Πριν λίγες ημέρες βρεθήκαμε στη Σαρδηνία, για να πάρουμε μια πρώτη οδηγική γεύση από τη νέα εποχή της Royal Enfield Himalayan, της ινδικής On-Off μοτοσυκλέτας της μεσαίας κατηγορίας που στη δεύτερη και υγρόψυκτη πλέον έκδοσή της φιλοδοξεί να συνεχίσει την κληρονομιά του προκατόχου της, ως best-selling μοντέλο σε όλο τον κόσμο.
Καλά τα μεγάλα Adventure μοντέλα, αλλά δεν έχουν όλοι 15 ή 20 ή 25 χιλιάδες ευρώ για να ξοδέψουν σε μια μοτοσυκλέτα, ούτε χρειάζεται κανείς 1.500 κυβικά, 150 άλογα και 250 κιλά βάρους για να διασκεδάσει σε άσφαλτο και χώμα. Κι αν οι ευρωπαϊκές και ιαπωνικές εταιρείες έχουν απορροφηθεί στην… κούρσα εξοπλισμών, κυβισμού και επιδόσεων, παρουσιάζοντας ολοένα και πιο μεγάλες σε κυβισμό και διαστάσεις μοντέλα, έρχονται τώρα Κινέζοι και Ινδοί να γεμίσουν το κενό προσφοράς που υπάρχει στην αγορά, με μερικά εξαιρετικά μοντέλα, συμπεριλαμβανομένης της νέας Himalayan, που προτάσσουν το… μέτρο (τόσο στα σημαντικά νούμερα επιδόσεων και βάρους όσο και στην τιμή αγοράς), έναντι της υπερβολής, κερδίζοντας οπαδούς αλλά και τις εντυπώσεις όσων τα οδηγούν.
Το παλαιότερο Himalayan είχε παρουσιαστεί το 2016, και ξεχώρισε για την σπαρτιάτικη απλότητα και αντοχή του στα δύσκολα, αποτελώντας ένα ινδικό “σιδερένιο άλογο”, που κόστιζε ελάχιστα σε αγορά και συντήρηση, έκαιγε επίσης ελάχιστα, ενώ άντεχε τα πάντα αγόγγυστα και μπορούσε να μεταφέρει τον ιδιοκτήτη του σε καθημερινή βάση τόσο στην άσφαλτο ως άλλο “παπί”, όσο και στο χώμα, αποτελώντας αξιολογότατο όχημα παντός εδάφους. Καλά όλα αυτά, αλλά ουδείς άσφαλτος που λέει και η Λαίδη, και το πρώτο εκείνο Himalayan με τον αερό-ελαιόψυκτο μονοκύλινδρο κινητήρα των 411 κ.εκ. με τις 2 βαλβίδες απέδιδε μόλις 24,3 αλογάκια, για ένα βάρος 200 κιλών (πολύ ατσάλι, μεγάλη αντοχή, αλλά και πολύ βάρος)… δεν το έλεγες και συγκλονιστικό στην οδήγηση. Προσθέστε και το ιδιαίτερα αδύναμο μπροστινό φρένο που θύμιζε ταμπούρο, και έχετε μια πλήρη εικόνα για ένα μοντέλο που άφηνε εξαιρετικές εντυπώσεις σε χαλαρή οδήγηση με ροή ακόμα και στα πιο κακοτράχαλα εδάφη, όμως απεχθανόταν οποιαδήποτε απόπειρα του αναβάτη για να κάνει τα πράγματα πιο σβέλτα και πιο διασκεδαστικά. Σούζα; Θα αστειεύεστε! Άλματα; Ναι, αν λάβεις υπόψη σου πως 9 στις 10 θα προσγειωνόσουν με endo αφού η μοτοσυκλέτα δεν είχε τη δυνατότητα περάσματος στο έδαφος κάποιας απότομης αύξησης της ιπποδύναμης ακόμα κι αν... “βίαζες” συμπλέκτη και γκάζι. Τέλος, ο εξοπλισμός ήταν εντελώς βασικός, αν εξαιρέσεις το Tripper της αναβαθμισμένης έκδοσης του 2019 χάρη στο οποίο ο αναβάτης απολάμβανε turn-by-turn πλοήγηση, και τη δυνατότητα απενεργοποίησης του ABS στον πίσω τροχό για την εκτός δρόμου οδήγηση.
Και φτάνουμε στο 2024, και στη Σαρδηνία, για την πανευρωπαϊκή αποστολή της ολοκαίνουργιας Royal EnfieldHimalayan. Μια μοτοσυκλέτα με πολλές και δραματικές βελτιώσεις, που επιτέλους καταφέρνει να προσθέσει διασκέδαση στη συνταγή των Ινδών, με κύριο υπεύθυνο τον νέο, υγρόψυκτο μονοκύλινδρο κινητήρα 452 κ.εκ. με τις 4 βαλβίδες, που η Enfield ονομάζει Sherpa, αποτίοντας φόρο τιμής στη βουνίσια φυλή των σκληροτράχηλων κατοίκων των Ιμαλαίων που χωρίς αυτούς το 99% των ορειβατών που “κατέκτησαν” το Έβερεστ θα είχαν γυρίσει πίσω στα μισά της ανάβασης. Από τους 24,3 ίππους / 6.500 rpm της παλαιότερης μονάδας, η νέα εκτοξεύει την απόδοση στους 39,5 ίππους / 8.000 rpm, σε μια αύξηση δύναμης 62,55%! Αυτή ακριβώς η αύξηση χαρίζει την πολυπόθητη απόδοση που έλειπε από το 411, και δίνει στη μοτοσυκλέτα τη δυνατότητα τόσο για σούζες με 1η και 2α στο κιβώτιο, με τη χρήση συμπλέκτη, όσο και για πλαγιολισθήσεις με το γκάζι αλλά και για άλματα!
Πολλές είναι και οι υπόλοιπες βελτιώσεις που αφορούν σχεδόν όλα τα εξαρτήματα της νέας Himalayan, από το πλαίσιο μέχρι τις αναρτήσεις, από το κιβώτιο στον συμπλέκτη, από τα φρένα στο ρεζερβουάρ και πάει λέγοντας.
Αν όμως διαβάζοντας τα παραπάνω πιστέψετε πως το Himalayan μεταμορφώθηκε σε KTM 390 Adventure, θα πρέπει να το σκεφτείτε ξανά. Κι αυτό καθώς οι Ινδοί επέλεξαν να κρατήσουν τον ίδιο χαρακτήρα στη νέα Himalayan όπως και στην 411, βάζοντας προτεραιότητα στη φιλικότητα, την αντοχή σε κακομεταχείριση και στον χρόνο, και στον απροβλημάτιστο all-round χαρακτήρα, παρά στις επιδόσεις. Οι τελευταίες είναι αδιαμφισβήτητες, όμως αν δεν τις κυνηγήσεις ίσως να μην τις γευτείς και ποτέ. Δάγκωμα στα φρένα; Κακό! Δεν το θέλουμε. Θυμηθείτε την οδήγηση στο χώμα. Ποιος θέλει να πιέζεις τη μανέτα και να κοκαλώνει ο τροχός; Κανείς. Σούζα με το γκάζι μόνο; Κακή! Να τρομάξει μεγάλη μερίδα πελατών στο test-ride και να απομακρυνθούν με βήμα ταχύ; Όχι, όχι, και πάλι όχι.
Όλα στο νέο Himalayan έχουν στόχο τη διατήρηση του προηγούμενου χαρακτήρα της αερόψυκτης μοτοσυκλέτας, ώστε να διατηρήσει παράλληλα η Enfield και το προηγούμενο πελατολόγιό της. Όσο για τους θερμόαιμους, ένα ψάξιμο σε μεσαίες και ψηλές στροφές, θα φέρει τα απαραίτητα χαμόγελα, και όλοι θα είναι ικανοποιημένοι.
Η εξέλιξη του νέου μοντέλου έγινε σε συνεργασία του τμήματος R&D που βρίσκεται στη Βρετανία, και με το αντίστοιχο της Ινδίας, με τους Βρετανούς να σπρώχνουν προς τις επιδόσεις, και με τους Ινδούς να βάζουν φρένα, κάνοντας ακόμα και παράπονα για την υγρόψυξη! “Μα είναι τόσο απαραίτητο να είναι υγρόψκτος ο κινητήρας;!” Γκάζι από τη μία, φρένο από την άλλη, μέχρι το αποτέλεσμα της διελκυστίνδας αυτής να ικανοποιεί και τους οπαδούς της συντήρησης αλλά και της προόδου.
Μάλιστα για να μας αποδείξουν οι άνθρωποι της εταιρείας το πόσο καλή δουλειά είχαν κάνει με τη νέα Himalayan, για τη μέρα της οδήγησης είχαν σχεδιάσει μια διαδρομή 160+ χιλιομέτρων, με ελάχιστα από αυτά στον αυτοκινητόδρομο. Το 95% της οδήγησης έγινε τόσο σε κακοτράχαλους στριφογυριστούς επαρχιακούς δρόμους (με τμήματα με πούδρα και χώμα που πολλές φορές δεν φαινόταν λόγω σκιών από τα δέντρα, και τα καταλάβαινες μόνο αφού… ξεκίναγε το γλίστρημα) όσο και σε χώμα. Κι αν αποφύγαμε τα… enduro μονοπάτια, εντούτοις η διαδρομή είχε μεγάλο μέρος από τους απαιτητικούς χωματόδρομους στους οποίους διεξάγεται το ράλι Σαρδηνίας. Με μεγάλες ευθείες για να πάρεις πολλή φόρα, που αποδεικνυόταν άκρως επικίνδυνο όταν δεν γνωρίζεις τη διαδρομή και ξαφνικά ανακαλύπτεις πως το πατημένο χώμα μετατρέπεται χωρίς προειδοποίηση σε φυτευτή πέτρα ή σε κροκάλες που αναστατώνουν την πορεία της μοτοσυκλέτας, και βάζουν δύσκολα σε αναρτήσεις. Με απότομες κατηφόρες με κροκάλα, όπου καταλαβαίνεις με τον καλύτερο τρόπο τη λειτουργία των φρένων και του ABS.
Και με ένα άλμα για γενναίους (όχι το διαβόητο Micky’s Jump, ευτυχώς), το οποίο σε πέταγε κυρίως μακριά και όχι ψηλά, ενώ για να βγει ωραία η φωτογραφία έπρεπε να το κάνεις τουλάχιστον με 3η σκασμένη! Το άλμα μάλιστα κατέληξε σε μορφή άτυπου διαγωνισμού, καθώς δημοσιογράφοι, influencers και youtubers προσπαθούσαν να ξεπεράσει ο ένας το ρεκόρ του άλλου, και ευτυχώς το κόψαμε λίγο πριν η 3η γίνει 4η και αρχίσουμε να κινδυνεύουμε να γίνουμε ήχος και φως στην προσγείωση με τριψήφιο αριθμό χιλιομέτρων στο κοντέρ. Κι όμως, Ινδοί και Βρετανοί της Royal Enfield ένιωθαν σιγουριά να βάλουν τη μοτοσυκλέτα τους σε τέτοιο στίβο μάχης που θα μπορούσε να τονίσει τις όποιες αδυναμίες του συνόλου, ενώ παράλληλα το βάρος έπεφτε αρκετά και στους συμμετέχοντες που έπρεπε να δείξουμε την απαραίτητη ωριμότητα, ώστε να μη φτάσουμε στα επίπεδα του... “if he dies, he dies”, όπως είχε πει κι ο Ivan Drago στο Rocky IV.
Κι αφού εξαντλήσαμε την ποικιλία εδαφών και καταστάσεων στα οποία οδηγήσαμε τη νέα Himalayan, επιστρέψαμε στη βάση μας έχοντας διανύσει δέκα ολόκληρες ώρες σε δρόμο και χώμα. Μαζί μας, στη βόλτα συμμετείχαν και τα μέλη της ομάδας σχεδιασμού και προώθησης της Royal Enfield, τόσο από την Ινδία όσο και από τη Βρετανία, πάντα πρόθυμοι να απαντήσουν σε κάθε ερώτηση και με ανοιχτή διάθεση, χωρίς ίχνος κρυψίνοιας, ένα ακόμη σημάδι της εμπιστοσύνης που είχαν στο προϊόν τους, και στο γεγονός πως είχαμε να κάνουμε με μια πραγματικά εξαιρετική μοτοσυκλέτα.
Στο τέλος της ημέρας, οι οιωνοί για τη νέα Himalayan ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκοί. Δέκα ώρες απολαυστικής οδήγησης και διαλειμμάτων για κατανάλωση σαρδηνιακού… αντικρυστού (με τη διαφορά πως ήταν γουρούνι αντί αρνί), καιμπόλικης κουβέντας, με τμήματα της διαδρομής που αρκετές φορές με γέμισαν αδρεναλίνη αλλά και φόβο, και όμως δεν συνοδεύτηκαν από καμία πτώση μεταξύ των συμμετεχόντων, παρά το γεγονός πως μεταξύ μας είχαμε ακόμα και… αστέρια του modelling με κολάν και κολιέ έξω από το μπουφάν, content creators με ελάχιστη εμπειρία, αλλά και youtubers κανιβάλους που έσπρωχναν τις καταστάσεις πέρα από τα όρια. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά τα χέρια μου που ταλαιπωρούνται από τενοντίτιδες παρέμειναν φρέσκα, παρόλο που δεν έχουμε cruise control, ενώ το ίδιο συνέβη και με τα μαλακά μου μόρια. Την ίδια στιγμή καμία μοτοσυκλέτα δεν παρουσίασε βλάβη, τίποτα δεν… έπεσε στα άλματα, ενώ το μυαλό γέμισε από τις εικόνες και τις εμπειρίες της ημέρας, με το χαμόγελο να παραμένει στα χείλη για πολλές ώρες ακόμα.
Κι αν το νέο Himalayan ικανοποιεί σε τόσο μεγάλο βαθμό οδηγικά, εντυπωσιακός είναι και ο εξοπλισμός της μοτοσυκλέτας παρόλο που η ινδική εταιρεία έχει κι εδώ εφαρμόσει το “παν μέτρον άριστον” μην φορτώνοντας το νέο της μοντέλο με ηλεκτρονικά βοηθήματα και λοιπά gadget.
Το μάτι σκαλώνει στην TFT οθόνη οργάνων που διαθέτει δωρεάν πλοήγηση με χάρτες της Google και πλήρη συνδεσιμότητα με το smartphone του αναβάτη, αλλά και στο josytick στον αριστερό διακόπτη. Ευχρηστία και ευκολία πλοήγησης παντού. Το ίδιο καλή είναι και η σέλα που αλλάζει ύψος σε λίγα δευτερόλεπτα για να ικανοποιήσει διαφορετικά ύψη αναβατών, ενώ θετικές εντυπώσεις αφήνουν τα πίσω φλας που παίζουν τον ρόλο και του φωτιστικού σώματος, αλλά και τα δεκάδες χρηστικά και όμορφα αξεσουάρ με τα οποία μπορεί να εξοπλίσει το Himalayan ο ιδιοκτήτης του.
Από εξάτμιση της Akrapovic που δίνει άλλο ήχο και απόδοση στον Sherpa κινητήρα, στην επίπεδη σέλα Rally, σε αλουμινένιες πλαϊνές βαλίτσες σε μεταλλικό ή μαύρο χρώμα, σε μαλακά σαμάρια, σε 3 top-box σκληρά και μαλακά, σε ψηλότερη ζελατίνα, μεταλλική μεγάλη ποδιά κινητήρα, κάγκελα κινητήρα, rally τιμόνι και διαφορετικές σέλες, προβολάκια, χούφτες, προστατευτικά κάγκελα προβολέα και ψυγείου, και αρκετά ακόμη που εξελίσσει και πιστοποιεί αυτή τη στιγμή η Enfield. Και μην ξεχάσουμε και τους δεκάδες κατασκευαστές aftermarket αξεσουάρ που έχουν ήδη παρουσιάσει τις δικές τους γκάμες αξεσουάρ για τη Himalayan. Όρεξη να έχεις να ψάχνεις και να φορτώνεις τη μοτοσυκλέτα με πράγματα.
Περισσότερα θα διαβάσετε στην αναλυτική δοκιμή της νέας Himalayan στο τεύχος 654 του ΜΟΤΟ που κυκλοφορεί στις αρχές Μάιου στα περίπτερα