Dunlop Roadsmart IV: Το δοκιμάζουμε σε όλες τις συνθήκες

Η νέα γενιά Roadsmart εξισώνει τις συνθήκες του δρόμου

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

21/4/2022

Συνομιλώντας κατά καιρούς με τα στελέχη των μεγαλύτερων κατασκευαστών ελαστικών, έχω καταγράψει ορισμένους κοινούς προβληματισμούς που παραδέχονται όλοι τους πως ισχύουν στον ίδιο βαθμό, κι ένας από αυτούς είναι πως τα ελαστικά που προορίζονται για καθημερινή χρήση δρόμου, έχουν στην πράξη τόσες απαιτήσεις που ο σχεδιασμό και η εξέλιξή καταλήγει δυσκολότερο έργο από την εξέλιξη ενός αγωνιστικού ελαστικού. Διότι το τελευταίο καλείται να κάνει ένα πράγμα, τα ελαστικά αυτής της κατηγορίας πρέπει να είναι σπορ με αξιώσεις, αλλά να έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής, καλή απόδοση στο βρεγμένο, να ζεσταίνονται γρήγορα αλλά να μην υπερθεμαίνονται εύκολα, να απορροφούν ανωμαλίες του δρόμου χωρίς όμως κινητικότητα πέλματος και να αντέχουν και στο φόρτωμα και τέλος, εκείνο που παραβλέπουν όλοι, να διατηρούν αυτά τα χαρακτηριστικά σε αρκετές διαφορετικές διαστάσεις!

Υψηλόβαθμο στέλεχος της Dunlop στην Ευρώπη εξηγούσε στο ΜΟΤΟ, κατά την παρουσίαση του νέου ελαστικού που έχετε ήδη διαβάσει στο τεύχος 629, πως το Roadsmart IV είναι ο κοινός τόπος επαφής της εταιρείας με εκατοντάδες χιλιάδες αναβάτες, που σημαίνει πως η ανάπτυξή του έχει μεγαλύτερη σημασία από τα αγωνιστικά ελαστικά των Moto2 και Moto3 στα MotoGP που τα τελευταία χρόνια η Dunlop είναι αποκλειστικός προμηθευτής.

Η αναφορά δεν ήταν τυχαία, καθώς το Roadsmart IV επωφελείται από την τεράστια αγωνιστική πορεία της Dunlop με τρόπο πολύ άμεσο και πρακτικό και όχι θεωρητικό. Οι αγώνες αποτελούν τον τόπο της εξέλιξης του είδους, χωρίς αυτούς η εξέλιξη όχι μόνο είναι αργή αλλά μπορεί να οδηγηθεί και σε λάθους δρόμους. Μπορείς να πεις πως όλα τα ελαστικά δρόμου κάθε εταιρείας επωφελούνται από την αγωνιστική της πορεία με βάση την εμπειρία που έχει αποκτηθεί, όμως εδώ μιλάμε για κάτι τελείως πρακτικό και όχι θεωρητικό: Πρόσφατα το τμήμα αγωνιστικών ελαστικών της Dunlop, αυτό που κατασκευάζει τα ελαστικά της Moto2 και της Moto3, μετακόμισε από το Birmingham της Αγγλίας όπου βρισκόταν επί δεκαετίας, στο βασικό εργοστάσιο της Dunlop στην Γαλλία, εκεί που κατασκευάζονται και τα Roadsmart IV. Η μεταφορά αυτή προίκισε τις γραμμές παραγωγής των ελαστικών δρόμου με ορισμένες πολύ ενδιαφέρουσες εργαλειομηχανές βουλκανισμού και επέτρεψε στην Dunlop να χρησιμοποιήσει ορισμένες τεχνικές κατασκευής που μέχρι στιγμής υπήρχαν μόνο στους αγώνες και στα αγωνιστικά ελαστικά που μπορούσαν να καλύψουν το υψηλότερο κόστος παραγωγής. Η ενοποίηση αυτή όμως, έδωσε πρόσβαση σε εργαλεία που μέχρι πριν δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί η ανάπτυξή τους χωρίς να αυξηθεί και το κόστος, κι έτσι από την απλή μεταφορά τεχνογνωσίας και εμπειρίας που γινόταν μέχρι πριν άμεσα και απρόσκοπτα στην κοινωνία της πληροφορίας που ζούμε, πλέον άνοιξε ο δρόμος και για την φυσική χρήση του εξοπλισμού!

Κι έτσι το Roadsmart IV γίνεται πλέον το πρώτο ελαστικό της κατηγορίας που κάνει χρήση της τεχνολογίας Jointless Tread. Η ονομασία περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο τοποθετείται η γόμα πάνω στον σκελετό. Όπως ακριβώς και με την Jointless Belt τεχνολογία για την κατασκευή του σκελετού που είτε με αυτή την ονομασία είτε με διαφορετική, όλοι οι μεγάλοι κατασκευαστές χρησιμοποιούν, αντίστοιχα και με την Jointless Tread η εξωτερική γόμα απλώνεται σε λωρίδες σε μορφή μαστίχης τυλιγμένη πάνω στον σκελετό και γίνεται ένα σώμα κατά την διαδικασία του βουλκανισμού στην νέα εργαλειομηχανή που μέχρι πριν είχαν πρόσβαση μονάχα τα αγωνιστικά ελαστικά. Μέχρι τώρα η γόμα των ελαστικών αυτής της κατηγορίας ήταν ένα φύλλο που τύλιγε τον σκελετό και επικολλιούνταν επάνω του και ο βουλκανισμός, μεταξύ άλλων, εξαφάνιζε και το σημείο της ένωσης.

Η άλλη βασική διαφορά που έχει το νέο ελαστικό με τον προκάτοχό του, είναι στην εξέλιξη της ίδιας της Jointless Belt τεχνολογίας καθώς τώρα το νήμα που αποτελεί τον σκελετό είναι ένα και ενιαίο, εφαρμόζεται απευθείας στο εσωτερικό πέλμα και περιμένει την γόμα σε μορφή μαστίχης για να επικολληθεί. Μέχρι τώρα η κατασκευή του σκελετού ξεκινούσε φτιάχνοντας μία πλακέ ζώνη από τρεις χορδές που εμποτίζονταν στο ίδιο μίγμα της γόμας, κι έπειτα αυτή η ζώνη τυλιγόταν πάνω στο εσωτερικό πέλμα με την Jointless Belt τεχνολογία. Ο εμποτισμός σε γόμα και η δημιουργία ζώνης ήταν ο μόνος τρόπος συγκόλλησης όλων των διαφορετικών στρωμάτων πριν ξεκινήσει ο βουλκανισμός. Τώρα μπορεί και αυτή η διαδικασία να αλλάξει κι έτσι ένα ενιαίο νήμα, χωρίς κάποιον εμποτισμό, τυλίγεται πάνω στο εσωτερικό πλέγμα και απευθείας εφαρμόζεται το μίγμα της γόμας με Jointless Tread τρόπο. Το βασικό κέρδος αυτής της αλλαγής είναι το μικρότερο βάρος του ελαστικού και η καλύτερη απαγωγή θερμότητας, καθώς ο σκελετός παίζει τον μεγαλύτερη ρόλο στην διατήρηση θερμότητας του ελαστικού και πλέον είναι σε αμεσότερη επαφή με το εσωτερικό πλέγμα και την εξωτερική γόμα.

Φυσικά, η κυριότερη αλλαγή που αντιλαμβάνεται κανείς κοιτώντας το ελαστικό δεν είναι τίποτα από τα παραπάνω, αλλά η νέα χάραξη. Στο προηγούμενο μοντέλο που θα εξακολουθήσει για πολύ καιρό να παράγεται αλλά σε νέα τιμή αποτελώντας μία πιο προσιτή λύση, η Dunlop είχε εφαρμόσει μία τεχνική σχεδιασμού που την αποκαλεί «νησίδες» καθώς τα αυλάκια είναι χωρισμένα σε ομάδες που καλύπτουν το ελαστικό αφήνοντας κενά αχάρακτης γόμας ανάμεσά τους. Αφήνει πίσω της την τεχνική των ομάδων αυλακιών, των «νησίδων» και φτιάχνει τώρα μία νέα χάραξη παρόλο που ο τρόπος αυτός αποδείχτηκε αποτελεσματικός στο Roadsmart III. Βάζοντας όμως στόχο να αναβαθμίσει την απόδοση στο βρεγμένο και ταυτόχρονα την σπορ συμπεριφορά, χρειάστηκε κάτι νέο καθώς αποδείχτηκε πως οι νησίδες προσέδιδαν κινητικότητα πέλματος σε ακραία σπορ, ρυθμό οδήγησης. Παράλληλα τα νέα αυλάκια βελτιώνουν την διάρκεια ζωής, κάτι που αυτή την στιγμή αποτελεί δήλωση της Dunlop χωρίς να επαληθεύεται από εμάς, από την στιγμή που δεν έχουμε γράψει χιλιάδες χιλιόμετρα με τα νέα Roadsmart IV.

Εκείνο που με βεβαιότητα επαληθεύτηκε, ήταν τα δυναμικά χαρακτηριστικά του σε μία αρχική διαδρομή τριακοσίων χιλιομέτρων χωρίς στάσεις, πριν μπούμε μαζί τους στην ιδιωτική πίστα δοκιμών της Dunlop. Εκτός από μία κανονική πίστα με έντονες υψομετρικές διακυμάνσεις στην μορφολογία της, η Goodyear, στην ομπρέλα της οποίας είναι και η Dunlop, διαθέτει και μία σειρά εξεζητημένων πεδίων δοκιμών για δοκιμές στο βρεγμένο και για δοκιμές ελιγμών και ευελιξίας. Η πίστα εξομοίωσης βροχής γεμίζει νερό και μάλιστα δημιουργεί και αυλάκια με περισσότερη ροή ώστε να έρχεται πολύ κοντά σε συνθήκες καταιγίδας σε δημόσιο δρόμο και την περνάς μονάχα με αδιάβροχα καθώς είναι σαν να βρέχει εκεί μέρα από τους πίδακες που δημιουργούν τα ελαστικά, τόσο πολύ νερό που υπάρχει στην επιφάνειά της.

Είναι ένας εξεζητημένος μηχανισμός που διακινεί τεράστιες ποσότητες νερού αλλά σε απόλυτο σεβασμό του περιβάλλοντος. Η πίστα είναι κατασκευασμένη σε πλαγιά και δεν χρησιμοποιεί μπεκ για την κατάβρεξή της αλλά διατρέχεται από την αριστερή της μεριά από υπόγειο αυλάκι που στην ουσία είναι η υπερχείλιση διαφορετικών, συγκοινωνούντων δεξαμενών. Το νερό που ξεχειλίζει και διατρέχει την πίστα, συλλέγεται από υπόγεια υδρορροή που διατρέχει την πίστα από την δεξιά της μεριά κι αφότου φιλτραριστεί, επαναπροωθείται στις δεξαμενές. Το αποτέλεσμα είναι μία πίστα που μόνιμα την διατρέχει το νερό με ακανόνιστα σημεία όπου έχει περισσότερη ή λιγότερη ροή, ανάλογα με την υπερχείλιση. Είναι ένα εξαιρετικό πεδίο δοκιμών για να δεις την απόδοση σε βρεγμένο οδόστρωμα σε συνθήκες που μόνιμα προσομοιάζουν μία καταρρακτώδη βροχή.

Η αρχή βέβαια της ημέρας έγινε κυνηγώντας τον Peter Hickman μαζί με έναν Αυστριακό και δύο Γερμανούς συναδέλφους, σχηματίζοντας ένα ξεχωριστό γκρουπ πέντε αναβατών και δύο πλοηγών που πήραν οδηγίες από το μεγάλο αφεντικό της Dunlop για ακραία σπορ οδήγηση όπου οι συνθήκες το επέτρεπαν, «και μην τολμήσουν να πουν πως βαρέθηκαν». Το αποτέλεσμα ήταν να κάνει λόγο ο Peter Hickman, συνέντευξη του οποίου θα διαβάσετε σύντομα στο ΜΟΤΟ, για οδήγηση που ξεφεύγει από τα δικά του πρότυπα για ελαστικά δρόμου και αγνώστους συνοδοιπόρους, κι ας μην πλησιάσαμε ούτε στο ελάχιστο μία ημέρα του στο Isle of Man. Ήταν όμως η πλέον γρήγορη οδήγηση που επέτρεπε ο δρόμος και οι συνθήκες, με στάσεις μονάχα για να αλλάξουμε μοτοσυκλέτες, δοκιμάζοντας τα νέα ελαστικά από Suzuki GSX-S 1000GT, μέχρι Honda NT1000!

Η καλή η ημέρα φάνηκε από την πρώτη κιόλας στροφή, όταν ο πλοηγός χρειάστηκε να βγάλει το πόδι από τα μαρσπιέ του Versys 1000 που είχαν διπλώσει ξύνοντας την άσφαλτο με όλο τους πλέον το μήκος και όχι μονάχα τον αποστάστη. Βασικό μέλημα της Dunlop είναι να σχεδιάζει τα ελαστικά έτσι ώστε το πίσω να χάνει πρώτο την πρόσφυση, δίνοντάς σου χρόνο αντίδρασης. Πρόκειται για μία φιλοσοφία σχεδιασμού που ξεκινά από την γεωμετρία του ελαστικού αλλά δεν περιορίζεται μόνο εκεί και φυσικά ο λόγος είναι για σταθερή πρόσφυση του δρόμου και όχι για τις στιγμές που το εμπρός ελαστικό θα περάσει πρώτο από σημείο μειωμένης πρόσφυσης. Οπότε όταν πατήσεις χαλίκια ή βρεγμένο κομμάτι του δρόμου χάνοντας στιγμιαία πρόσφυση εμπρός, βασίζεσαι να σε ακολουθήσει το ελαστικό στην γρήγορη αντίδραση και να ανακτήσει άμεσα όπως φυσικά και υπήρξε τέτοια περίπτωση και μάλιστα σε ένα από τα ταχύτερα κομμάτια της διαδρομής, εκεί όπου συμβαίνουν αυτές οι περιπτώσεις.

Κρατώντας βαθιά τα φρένα μέσα στις στροφές για να διατηρηθεί ο υψηλός ρυθμός οδήγησης που επιβάλλει ο πλοηγός και με τον Peter Hickman να ακολουθεί, δίχως να αφήνει περιθώριο, η εμπιστοσύνη στο Roadsmart IV χτίζεται πολύ γρήγορα κι ανεβαίνει πολλούς ορόφους. Το ελαστικό διατηρεί την κατευθυντικότητά του και τα περιθώριά του βρίσκονται πολύ ψηλά, όπως διαπιστώσαμε αμέσως μετά στην πίστα αυτή την φορά με πλοηγό τώρα τον Hickman. Δίχως πλέον περιορισμούς και στην ασφάλεια που προσφέρει η ιδιαίτερη και άκρως τεχνική ιδιωτική πίστα της Goodyear-Dunlop και κρατώντας τις ίδιες street μοτοσυκλέτες, το Roadsmart IV μας αποκαλύπτεται πλήρως. Υψηλός βαθμός κλίσης που έρχεται αβίαστα και δεν προκύπτει από υπερ-προσπάθεια, ακριβώς το αντίθετο. Εμπιστοσύνη στο εμπρός ελαστικό που έχει ομοιογένεια στην συμπεριφορά του σε όλες τις μοίρες που συναντά την άσφαλτο και ταχύτητα προσαρμογής στις αλλαγές κλίσης σε ρυθμό που ξεφεύγει από την σπορ οδήγηση στον δρόμο, είναι το συμπέρασμα μετά από αρκετούς γύρους στην πίστα, φανερώνοντας τα υψηλά όρια που έχει το Roadsmart IV.

Στην πίστα – λίμνη, ο στόχος της Dunlop ήταν να βελτιώσει την απόδοση μεταξύ 7ο και 30ο κλίσης που θεωρεί πως είναι το μέσο εύρος κλίσης των αναβατών σε βρεγμένους δημόσιους δρόμους. Βασικό σημείο αναφοράς όμως για τους περισσότερους όταν οδηγούν σε καταρρακτώδη βροχή είναι οι 20ο κλίσης, κι εκεί το ελαστικό έχει 46 τετραγωνικά εκατοστά επαφής με την άσφαλτο, δηλαδή τρία περισσότερα από το Roadsmart III. Την έκδοση αυτή είχαμε δοκιμάσει στην ίδια ακριβώς πίστα έναντι όμως του ανταγωνισμού που βγήκε τότε καλύτερο ελαστικό και τώρα το δοκιμάζαμε έναντι της νέας του έκδοσης. Βέβαια και ο ανταγωνισμός έχει βελτιωθεί από τότε και μάλιστα αρκετά, είναι όμως χαρακτηριστικό πως το Roadsmart IV είχε βελτιωθεί αρκετά έναντι του III που τα οδηγούσαμε εναλλάξ σε ίδιο μοντέλο μοτοσυκλέτας. Να σημειωθεί πως στο παραπάνω εμβαδό ελαστικού αντιστοιχεί ποσοστό αυλακώσεων που αγγίζει το 12,6% έναντι 10,3% στο προηγούμενο μοντέλο που δεν είναι μικρή διαφορά. Ακόμη περισσότερα για το βρεγμένο αλλά και για τα δυναμικά χαρακτηριστικά του Roadsmart IV, διαβάζετε στο τεύχος #629 του ΜΟΤΟ.

Με διάφορες εκδόσεις για να προσαρμόζεται το ελαστικό σε βαρύτερες και πιο τουριστικές μοτοσυκλέτες, καθώς και πλήθος διαστάσεων το Roadsmart IV είναι ένα από τα πιο σημαντικά ελαστικά στην τεράστια γκάμα της Dunlop γιατί την φέρνει κοντά σε εκατοντάδες χιλιάδες αναβάτες. Ενώ οι sport-touring μοτοσυκλέτες έχουν πρακτικά εξαφανιστεί, τα sport-touring ελαστικά μονοπωλούν εδώ και χρόνια τις πωλήσεις σε ολόκληρο τον κόσμο και όχι μόνο στην Ευρώπη και χρησιμοποιούνται σε καθημερινή βάση από μεγάλο εύρος των street μοτοσυκλετών. Για αυτό ακριβώς τον λόγο, η Dunlop επένδυσε αρκετά στην εξέλιξή του και του έδωσε δυναμικά στοιχεία για να είναι σύντροφος όλες τις ώρες, σε όλες τις καιρικές συνθήκες αλλά και σε κάθε ρυθμό οδήγησης.

 

Yamaha Tracer 700 εναντίον Kawasaki Versys 650 [2017-2019]

Ποτέ μην υποτιμάς τον αντίπαλο
1
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

4/1/2024

Είμαστε στο 2017 όπου η παγκόσμια οικονομική κρίση έχει ισοπεδώσει εμπορικά τις μεσαίες κατηγορίες κυβισμού, αναγκάζοντας τις εταιρείες να πατήσουν φρένο στο σχεδιασμό νέων μοντέλων. Όλες εκτός από την Yamaha, που με την ολόφρεσκη πλατφόρμα των MT-07 χτύπησε φλέβα χρυσού στην Ευρώπη, προσφέροντας με λογικό κόστος σύγχρονες μοτοσυκλέτες στο νεανικό κοινό. Το ολοκαίνουριο τότε Tracer 700 είχε μοναδικό αντίπαλο το καταξιωμένο Kawasaki Versys 650 και αυτό βρήκε μπροστά του στην ελληνική αγορά. Η συγκριτική δοκιμή ήταν αναπόφευκτη και αυτό κάναμε στο τεύχος 566 τον Ιανουάριο του 2017 και αναδημοσιεύουμε αυτούσια εδώ.

 

 

Yamaha Tracer 700 vs Kawasaki Versys 650

 

Το έκανε derby

 

Όταν το απόλυτο φαβορί μπαίνει στο γήπεδο για τον αγώνα που θα κρίνει το πρωτάθλημα υποτιμώντας τον αντίπαλο, τότε μετατρέπει ένα εύκολο παιχνίδι σε derby

 

Με το MT-07 η Yamaha έπιασε τους ανταγωνιστές της με τα σώβρακα κάτω στη μεσαία κατηγορία κυβισμού των naked. Λίγα χρόνια αργότερα παρουσίασε το Tracer 900 και κάνει πάρτι στην Ευρωπαϊκή αγορά. Με τέτοιες επιτυχίες είναι λογικό να έχεις την αυτοπεποίθηση στα ύψη όταν σχεδιάζεις το Tracer 700, μια μοτοσυκλέτα που θεωρητικά συνδυάζει τα χαρακτηρίστηκα των πιο επιτυχημένων εμπορικά μοντέλων της Yamaha αυτή την στιγμή. Όμως η θεωρία από την πράξη μερικές φορές δεν ταυτίζονται και το Kawasaki Versys 650 δεν έχει καμία σχέση με το CB 500 που έχει για αντίπαλο το γυμνό MT-07 ή το πολύ ακριβότερο Tiger 1050 Sport που έχει απέναντί του το Tracer 900. Σε αυτό το παιχνίδι η νίκη θα παιχτεί στα τελευταία λεπτά των καθυστερήσεων.

22

Το οπλοστάσιο

Τα όπλα και η τακτική που χρησιμοποιεί η Kawasaki είναι εντελώς διαφορετικά από εκείνα της Yamaha. To Versys 650, ξεκίνησε την ζωή του ως ένα ασχημόπαπο που ήταν εξοπλισμένο με τον καλύτερο δικύλινδρο μεσαίου κυβισμού της εποχής του, ένα σπορ γεωμετρίας πλαίσιο και τις καλύτερες σε ποιότητα αναρτήσεις που μπορούσες να βρεις σε αυτά τα λεφτά. Σήμερα έχουμε μπροστά μας την τρίτη γενιά, που έχει κρατήσει αναλλοίωτα τα βασικά της χαρακτηριστικά, αλλά για πρώτη φορά η εξωτερική της εμφάνιση είναι αποδεκτή από ένα ευρύτερο φάσμα κοινού.

Η Yamaha από την άλλη μεριά, έχει στα χέρια της τον καλύτερο μεσαίου κυβισμού κινητήρα της σημερινής εποχής και σχεδιαστικά ακολουθεί την αποδεδειγμένα επιτυχημένη συνταγή του Tracer 900. Όμως για κάποιους συγκεκριμένους λόγους, αυτά δεν αρκούν για να βγάλουν knock out την Kawasaki από το παιχνίδι. To Tracer 700 δεν είναι υπερβολικά φτηνότερο από το Versys, όπως ήταν το γυμνό MT-07 από τους ανταγωνιστές του, ούτε είναι full extra όπως το Tracer 900. Για την ακρίβεια, ο βασικός εξοπλισμός του Versys 650 είναι αρκετά πιο πλούσιος από του Tracer 700 και ταυτόχρονα είναι 410 ευρώ φτηνότερο από το Yamaha αυτή την στιγμή. Οι πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις του Versys 650 είναι πολύ δυνατό χαρτί για μια μοτοσυκλέτα που απευθύνεται σε ένα ευρύτατο φάσμα κοινού, με διαφορετικές ανάγκες και σκοπό χρήσης.

23

Το Tracer 700 όμως έχει μια φρεσκάδα που λείπει από το Kawasaki. Όχι τόσο εμφανισιακή, όσο οδηγική. Σχεδόν 21 κιλά ελαφρύτερο είναι ένα γεμάτο βενζίνη Tracer 700 από ένα Versys 650. Λέμε σχεδόν, διότι το ρεζερβουάρ του Versys 650 χωράει 21 λίτρα βενζίνης, ενώ του Tracer 700 μόλις 17. Όμως ακόμα και αν βάλουμε την ίδια ποσότητα βενζίνης και στις δύο, το Yamaha είναι αισθητά ελαφρύτερο. Με οποιαδήποτε ταχύτητα κι αν κινείσαι, το Tracer 700 έχει πολύ ελαφρύτερη αίσθηση και είναι παντού πολύ πιο ευέλικτο από το Versys 650. Σε αυτό βοηθάει πάρα πολύ η μοντέρνα εργονομία της θέσης οδήγησης και τα χαρακτηριστικά απόδοσης του κινητήρα. Έχοντας το ίσιο τιμόνι κοντά στο σώμα σου, δημιουργείται μια θέση οδήγηση που θυμίζει κάπως supermoto και σε βοηθάει να μεταφέρεις περισσότερο σωματικό βάρος στον εμπρός τροχό, χωρίς ταυτόχρονα να στρεσάρεσαι. Ιδιαίτερα σε συνθήκες πόλης και σε επαρχιακούς δρόμους, οι χειρισμοί του Tracer 700 γίνονται με φυσικές κινήσεις. Στο Versys 650 έχεις την αίσθηση ότι κάθεσαι πιο πίσω και με πιο όρθια στάση σώματος (θυμίζει αρκετά τη θέση οδήγησης του TDM 900) με αποτέλεσμα να νοιώθεις ότι έχεις το μεγαλύτερο μέρος της μοτοσυκλέτας μπροστά σου και ότι δεν μπορείς να ρίξεις όσο βάρος θέλεις στον εμπρός τροχό. Ως αποτέλεσμα αυτού, στην πόλη το Versys 650 δείχνει πολύ πιο μεγάλη σε όγκο μοτοσυκλέτα από το Tracer 700 (δεν είναι όμως) και αρκετά πιο βαριά (που όντως είναι). Επιπρόσθετα, ο συμπλέκτης και τα χαρακτηριστικά λειτουργίας του κινητήρας της Kawasaki στις χαμηλές στροφές, ζητούν από τον αναβάτη του Versys 650 να είναι πιο ακριβείς και προσεκτικός στους χειρισμού του. Με το Tracer 700 δεν χρειάζεται να δώσεις ιδιαίτερη προσοχή στο πώς χειρίζεσαι τον συμπλέκτη, καθώς η ροπή χαμηλά και η πολύ ομαλή απόκριση του γκαζιού στους λεπτούς χειρισμούς κάνουν τις εκκινήσεις και τους ελιγμούς εύκολη υπόθεση. Το ίδιο συμβαίνει και όταν θέλεις απλώς να βολτάρεις ή να οδηγήσεις ήρεμα. Ο κινητήρας του Tracer 700 είναι πολύ πιο ομαλός και ροπάτος στις χαμηλές στροφές και τα μικρά ανοίγματα και κλεισίματα του γκαζιού δεν επηρεάζουν την ομαλή ροή της μοτοσυκλέτας. Με το Versys 650, η ήρεμη βόλτα δεν είναι τόσο εύκολη υπόθεση. Ο κινητήρας της Kawasaki δείχνει αγχωμένος στις χαμηλές και μεσαίες στροφές και με τον ήχο του σου φωνάζει να ανοίξεις τέρμα το γκάζι. Είναι σαφώς πιο δύσκολη δουλειά να οδηγήσεις ήρεμα με το Versys 650, καθώς η απόκριση του γκαζιού είναι απότομη στο αρχικό άνοιγμα και το φρένο του κινητήρα πολύ έντονο όταν κλείνεις εντελώς το γκάζι. Η αλήθεια είναι ότι αυτός ο κινητήρας έχει επαρκέστατη ροπή χαμηλά και πολύ καθαρή λειτουργία, χωρίς σκορτσαρίσματα. Ο βασικός λόγος που δημιουργείται ένταση όταν θέλεις να βολτάρεις αργά, είναι από την απόκριση του γκαζιού και τον ήχο του κινητήρα. Όσο όμως η ταχύτητα που κινείσαι μεγαλώνει, τόσο καλύτερος γίνεται ο κινητήρας της Kawasaki.

24

Αντεπίθεση σε ανοιχτό γήπεδο

Μόλις οι δρόμοι ανοίξουν, όλα αυτά τα στοιχεία που εμπόδιζαν το Versys 650 να σκοράρει ενάντια στο Tracer 700, γίνονται αυτομάτως πλεονεκτήματα. Ο μεγαλύτερος όγκος του φαίρινγκ στο Kawasaki, δημιουργεί ένα φιλόξενο περιβάλλον πίσω του. Οι μεγαλόσωμοι αναβάτες θα εκτιμήσουν ιδιαίτερα το μεγάλο πλάτος της ρυθμιζόμενης σε ύψος ζελατίνας, καθώς και τις ρυθμίσεις στις αναρτήσεις που τους επιτρέπουν να σετάρουν την μοτοσυκλέτα για τα κιλά τους. Ο εύστροφος κινητήρας του Versys 650 που τόσο πολύ αδημονούσε να ανεβάσει στροφές μέσα στην πόλη, τώρα κελαηδάει ευτυχισμένος. Με 21 λίτρα βενζίνης στο ρεζερβουάρ και μέση κατανάλωση 5,5 λίτρα (άντε να πάει 6 αν ταξιδεύεις με πάνω από 150km/h) έχεις μια αυτονομία που ξεπερνάει άνετα τα 350 χιλιόμετρα. Η σέλα είναι παχιά και αφράτη, τόσο για τον αναβάτη, όσο και για τον συνεπιβάτη, ο οποίος κάθεται αρκετά πιο ψηλά από τον πρώτο και έχει καλή θέα της διαδρομής. Το μόνο αρνητικό με την σέλα του Versys 650 είναι το μικρό μήκος της, που αναγκάζει τα δύο άτομα να κάθονται κάπως κολλητά μεταξύ τους. Αυτό όμως δεν εμποδίζει το Versys 650 να πανηγυρίσει έξαλα το γκολ που έβαλε στο Tracer 700 στους ανοιχτούς δρόμους και ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το ταξίδι.

25

Η μοτοσυκλέτα της Yamaha έχει μόλις 250 χιλιόμετρα αυτονομία και η ζελατίνα του φαίρινγκ είναι πιο στενή. Στο θέμα της προστασίας από τον αέρα δεν τα πάει τόσο άσχημα και θα ήταν άδικο να πούμε ότι υστερεί έναντι του Versys 650. Η εξίσου ρυθμιζόμενη σε ύψος ζελατίνα του Yamaha, ομαλοποιεί ικανοποιητικά την ροή του αέρα και δεν παρουσιάζει ενοχλητικούς αεροδυναμικούς θορύβους. Όμως πίσω της δεν έχεις την αίσθηση φιλοξενίας που νοιώθεις όταν οδηγείς το Versys 650 και γενικά σου δίνει την εικόνα μιας μικρότερης σε όγκο και μέγεθος μοτοσυκλέτας. Όμως εκεί που χάνει το Tracer 700 είναι στον τομέα των αναρτήσεων και ιδιαίτερα σε ότι αφορά το πιρούνι του. Φορτώνοντας το Tracer 700 με δύο μεγαλόσωμα άτομα και τις αποσκευές τους για ένα τριήμερο, είναι βέβαιο ότι το πιρούνι δεν θα μπορεί να ανταποκριθεί στο βαρύ φορτίο, ειδικά αν φρενάρεις δυνατά πάνω σε ανωμαλίες του δρόμου. Γενικά οι αναρτήσεις του Tracer 700 δεν έχουν την ποιότητα λειτουργίας του Versys 650 και η απουσία ρυθμίσεων, δυσκολεύει ακόμα περισσότερο τα πράγματα όταν η μοτοσυκλέτα είναι βαρυφορτωμένη. Στους επαρχιακούς δρόμους το καρπούζι είναι κομμένο στην μέση και τα κουκούτσια μοιρασμένα ακριβοδίκαια.

26

Από την μια μεριά έχεις την άριστη εργονομία της θέσης οδήγησης του Tracer 700 και τον άψογο σε χαρακτηριστικά απόδοσης και λειτουργίας κινητήρα του. Από την άλλη, έχεις το σαφώς πιο άκαμπτο πλαίσιο του Versys 650 και τις πιο ποιοτικές αναρτήσεις του. Εδώ το αποτέλεσμα το καθορίζει ο διαιτητής με της αποφάσεις του, δηλαδή εσύ που οδηγείς. Τόσο στην περίπτωση του Versys, όσο και στην περίπτωση του Tracer, η οδήγηση στους επαρχιακούς δρόμους απαιτεί κάποιους συμβιβασμούς. Το Kawasaki έχει πλαίσιο, αναρτήσεις και κινητήρα για να οδηγείς επιθετικά, αλλά η θέση οδήγησης σε εμποδίζει να το κάνεις. Επίσης τα φρένα του δεν έχουν την αίσθηση στη μανέτα που έχει το Yamaha. Στο Tracer έχεις μια υπέροχη θέση οδήγησης και έναν κινητήρα που συνεργάζεται μαζί σου όπως κι αν θέλεις να οδηγήσεις, αλλά η ακαμψία του πλαισίου και η ποιότητα των αναρτήσεων δεν μπορούν να ακολουθήσουν μέχρι το τέλος. Το κακό και στις δύο περιπτώσεις είναι ότι δεν υπάρχουν μεγάλα περιθώρια να βελτιώσεις τα μειονεκτήματα τους. Ούτε θέση οδήγησης μπορείς να αλλάξεις στο Versys 650, ούτε πλαίσιο στο Tracer 700. Το αποτέλεσμα είναι να κινούνται και οι δύο με τον ίδιο ρυθμό στους επαρχιακούς δρόμους και η μόνη διαφορά να είναι στα σημεία του δρόμου που το ένα είναι πιο γρήγορο από το άλλο. Πάντως με δεύτερο άτομο στην σέλα, το Tracer 700 αποκτά ένα μικρό πλεονέκτημα, επειδή ο συνεπιβάτης κάθεται πιο χαμηλά και πιο κοντά στο κέντρο βάρους της μοτοσυκλέτας, ενώ στο Versys 650 η παρουσία του είναι αισθητή στις στροφές (ειδικά όταν αλλάζεις απότομα πορεία). Ένα αρνητικό σχόλιο που μπορούμε να κάνουμε και για τις δύο αφορά την απουσία σχάρας από τον βασικό εξοπλισμό τους. Έχουν μεγάλες και εργονομικές χειρολαβές για τον συνεπιβάτη, όμως όταν χρειαστεί να κουβαλήσεις κάποιο αντικείμενο, δυσκολεύεσαι να το δέσεις πάνω τους. Αυτή η καινούρια μόδα με τις ενσωματωμένες βάσεις για τις πλαϊνές βαλίτσες δεν μας αρέσει καθόλου, γιατί οι κατασκευαστές έχουν μεταφέρει όλα τα πρακτικά στοιχεία των μοτοσυκλετών στους καταλόγους των αξεσουάρ.

 

Σφύριξέ το!

Παίζουμε στις καθυστερήσεις, το ματσάκι έχει γίνει derby και ο διαιτητής ξέρει ότι ένα στραβό σφύριγμα να κάνει, θα γίνει αιτία να μπουκάρουν μέσα στο γήπεδο οι οπαδοί.

Στην αρχή έμοιαζε εύκολη δουλειά αυτό το συγκριτικό. Το ολόφρεσκο Tracer 700 είχε όλα τα στατιστικά με το μέρος του. Όμως ποτέ δεν πρέπει να υποτιμάς τον αντίπαλο και ειδικά όταν έχει ήδη στην τροπαιοθήκη του μερικά πρωταθλήματα στη σειρά. Πραγματικά δυσκολευόμαστε να δώσουμε μια καθαρή νίκη στο Tracer 700, γιατί στην πραγματικότητα κερδίζει με μισό γκολ. Το Yamaha έχει καλύτερο κινητήρα και είναι πιο εύκολο στην οδήγηση. Το Versys 650 έχει αίσθηση μεγαλύτερης κατηγορίας μοτοσυκλέτας και είναι πιο πλούσια εξοπλισμένο και φτηνότερο. Επειδή όμως ο τελικός σκοπός μας δεν είναι να βγάζουμε πρωταθλητές, αλλά να σας βοηθήσουμε να διαλέξετε την μοτοσυκλέτα που σας ταιριάζει καλύτερα, αυτή είναι η γνώμη μας: Αν κάνεις πολλά χιλιόμετρα μέσα στην πόλη και ειδικά αν είσαι μικρόσωμος, το Tracer 700 είναι η σωστή επιλογή, καθώς είναι η πιο εύκολη μοτοσυκλέτα από τις δύο για να ζεις καθημερινά μαζί της. Αν όμως σε ενδιαφέρουν τα ταξίδια, κινείσαι συχνά με υψηλές ταχύτητες σε ανοιχτούς δρόμους και είσαι ψηλός, τότε το Versys 650 εξακολουθεί να είναι η καλύτερη επιλογή.

 

21

Μέχρι να παρουσιαστεί ο CP2 της Yamaha, ο δικύλινδρος της Kawasaki ήταν ο καλύτερος κινητήρας στην κατηγορία του. Σε δύναμη δεν διαφέρουν πολύ αλλά ο τρόπος που την βγάζουν στο δρόμο είναι εντελώς διαφορετικός

2019

Ψαλιδάρες και λαστιχάρες (180 για το Tracer, 160 για το Versys) που υπερκαλύπτουν τις ανάγκες της δύναμης του κινητήρα. Ο συνεπιβάτης στο Versys κάθεται πιο ψηλά

1716

Κερδίζει ελαφρώς στα φρένα το Tracer αλλά χάνει κατά κράτος απέναντι στο upside down πιρούνι του Versys

1414

Ικανοποιητική προστασία από τον αέρα και για τις δύο, λίγο πιο φιλόξενο το Versys για τους μεγαλόσωμους

1311

Εργονομικά σωστή η σέλα του Tracer, πιο παχιά και αφράτη του Versys, αλλά τελικά προσφέρουν το ίδιο επίπεδο άνεσης

108

Υδραυλικά ρυθμιζόμενη η προφόρτιση στο Kawasaki και εύκολα προσβάσιμη, με γάντζο και σε απρόσιτο σημείο για το Yamaha

97

Η απουσία ρυθμίσεων στις αναρτήσεις είναι η αιτία που έφαγε γκολ το Tracer

6

Ίδιες πληροφορίες από τα όργανα με επιπλέον ένδειξη επιλεγμένης σχέσης για το Yamaha. Ο σχεδιασμός και η ποιότητα των πλαστικών του οργάνου του Versys είναι πολύ χαμηλότερα από της υπόλοιπης μοτοσυκλέτας

74

Από την μέσα μεριά οι σφικτήρες, με εύκολη πρόσβαση για το Tracer. Στην εξωτερική μεριά της ζελατίνας και αισθητικά άσχημοι για το Versys

53

Μόνο η Kawasaki έχει ρυθμιζόμενη μανέτα συμπλέκτη σε αυτή την κατηγορία

1

Σύγχρονη αισθητική με led πίσω φώτα, όμως η απουσία σχάρας από τον βασικό εξοπλισμό τους δυσκολεύει το δέσιμο αντικειμένων

2

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ            

 

Kawasaki Versys 650 [2017]

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

2165

Ύψος (mm):

1400

Μεταξόνιο (mm):

1415

Απόσταση από το έδαφος (mm):

170

Ύψος σέλας (mm):

840

Ίχνος (mm):

108

Γωνία κάστερ (˚):

25

Απόσταση σέλας τιμονιού(mm):

650

Απόσταση σέλας μαρσπιέ(mm):

540

Απόσταση μαρσπιέ τιμονιού(mm):

890

Απόσταση μαρσπιέ συνεπιβάτη σέλας (mm):

500

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο σωλινωτό

Πλάτος (mm):

 

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/214kg

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, δικύλινδρος, υγρόψυκτος, με 2ΕΕΚ και 4Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

 83X60

Χωρητικότητα (cc):

649

Σχέση συμπίεσης:

10,8:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

69/8500

Ροπή (kg.m/rpm):

6,5/7000

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

177,2

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός, πολύδισκος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Με γρανάζια/2,095

Τελική μετάδοση / σχέση:

Με αλυσίδα/3,067

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

1,20

10

0-100

4,40

77,00

0-120

9,60

264,0

0-200

-

-

0-250

 

 

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

12,80

163,49

0-1.000

25,20

183,74

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

5,00

161,00

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

3,8/61

4,8/76

-

80-120

3,2/89

4,4/125

5,0/141

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

2,60

54,00

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

-

3,13

Πραγματικά

 

 

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Μονό αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

150

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

5 Χ 17

Ελαστικό:

160/60-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Μονός δίσκος 250mm με δαγκάνα ενός εμβόλου και ABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Αναλογικό στροφόμετρο και οθόνη LCD με ενδείξεις για ταχύτητα, ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές, θερμοκρασία κινητήρα, μέση κατανάλωση, αυτονομία, δείκτης βενζίνης

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνι up-side down

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

130/41

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση εμαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5 Χ 17

Ελαστικό:

120/70-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δίσκοι 300mm με δαγκάνες δύο εμβόλων και ABS

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

5,5

Ελάχιστη

5

Μέγιστη

8,5

Αυτονομία (km):

381

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

-

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

21/-

                 

 

 

Yamaha Tracer 700 [2017]

 

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

 

Μήκος (mm):

2138

 

Ύψος (mm):

1270

 

Μεταξόνιο (mm):

1450

 

Απόσταση από το έδαφος (mm):

140

 

Ύψος σέλας (mm):

835

 

Ίχνος (mm):

90

 

Γωνία κάστερ (˚):

24,8

 

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

650

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

540

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

850

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

510

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

193,5

(χωρίς καύσιμο:170,5)

Πίσω

59,6%

Εμπρός

50,4%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

1,3%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

 

Τύπος:

Ατσάλινο τύπου "διαμάντι" με τον κινητήρα ενεργό μέλος του

 

Πλάτος (mm):

806

 

Βάρος κατασκευαστή, γεμάτη (kg):

196

 

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

17

 

 

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

 

Τύπος:

Τετράχρονος, υγρόψυκτος, δικύλινδρος σε σειρά με 4Β/Κ και 2ΕΕΚ

 

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

80 x 68,6

 

Χωρητικότητα (cc):

689

 

Σχέση συμπίεσης:

11,5 :1

 

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

74,8/9.000

 

Ροπή (kg.m/rpm):

6,9/6.500

 

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

107,1

 

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

 

Σύστημα εξαγωγής:

 2 σε 1

 

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

 

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

 

 

 

 

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

 

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος, με ντίζα

 

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια 77/40/1,925 :1

 

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα, γρανάζια 43/16/ 2,688:1

 

Συνολικές σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm

 

1η

2,846

 

2α

2,125

 

3η

1,632

 

4η

1,300

 

5η

1,091

 

6η

0,964

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ (SMode)

Km/h

Sec

Μέτρα

 

0-50

1,58

10

 

0-100

3,66

55,29

 

0-150

7,72

199,45

 

0-200

 

 

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

Km/h

 

0-400

12,12

175.04

 

0-1.000

23,65

193,25

 

 

 

 

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

4,5/70,4

6,1/91,2

 

80-120

4,2/117

5,20/146,4

5,31/192,3

120 - 160

5,6/194,5

6,1/202,3

12,5/336,4

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

3,1

104

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

 

100-40

2,61

58

 

 

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

 

Κενή

Γεμάτη

 

Θεωρητικά

 

 

 

Πραγματικά

 

 

 

 

 

 

 

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

 

ΠΙΣΩ

 

ΤΥΠΟΣ

 Ένα αμορτισέρ, μοχλικό

 

Διαδρομή (mm):

142

 

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου

 

ΤΡΟΧΟΣ

 

Ζάντα:

5,5'' x 17

 

Ελαστικό:

180/55 R17

 

ΦΡΕΝΟ

 

Δίσκος "μαργαρίτα" 245mm με δαγκάνα ενός εμβόλου και ABS

 

 

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Ψηφιακές ενδείξεις για στροφές / ταχύτητα / ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές/ επιλεγμένη σχέση κιβωτίου, στάθμη βενζίνης /επιλογή για στιγμιαία ή μέση κατανάλωση km/l ή l/100Km, θερμοκρασία περιβάλλοντος

 

 

 

 

 

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

 

ΕΜΠΡΟΣ

 

ΤΥΠΟΣ

Τηλεσκοπικό πιρούνι

 

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

130/41

 

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίων

 

ΤΡΟΧΟΣ

 

Ζάντα:

3,5'' x 17

 

Ελαστικό:

120/70 R17

 

ΦΡΕΝΟ

 

Δυο δισκόφρενα "μαργαρίτα" 282mmδαγκάνες με τέσσερα έμβολα

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

 

Μέση : 5,8

 

Ελάχιστη : 5,4

 

Μέγιστη : 8,9

 

Αυτονομία (km): 250