KTM 1290 Super Duke R: Το οδηγούμε στο Portimao! [VIDEO]

Θηρίο 3.0!!!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

6/2/2020

Μοτοσυκλέτα φτιαγμένη για την πίστα, να την χαίρεσαι στον δρόμο. Χωράει πολύ νερό σε αυτό τον χαρακτηρισμό βέβαια, ειδικά από την στιγμή που ο καθένας βάζει τα δικά του, διαφορετικά όρια στην σπορ οδήγηση. Κάθε σπορ μοτοσυκλέτα μπορεί να είναι ταυτόχρονα πολύ μαλακή και πολύ σκληρή, να έχει εξίσου τρομακτική ή προοδευτική απόκριση, αναλόγως ποιος κάθεται στην σέλα της. Κι όμως, όπως ακριβώς η ομορφιά έχει και αντικειμενικά εκτός από υποκειμενικά κριτήρια, έτσι και σε μία τέτοια μοτοσυκλέτα μπορούμε να βάλουμε έναν κοινό παρονομαστή για την συμπεριφορά της στην γρήγορη οδήγηση που θα μείνει αμετάβλητος σε ό,τι μαθηματικά θέλει να εισάγει ο κάθε αναβάτης της.

Το νέο Super Duke, το τρίτο κατά σειρά, είναι το πιο φιλικό θηρίο που έχει φτιάξει η KTM κι ας έχει οριακά μεγαλύτερη ιπποδύναμη από τους προκατόχους του. Φτιάχτηκε από το μηδέν γύρω από έναν γνωστό, αλλά ριζικά ανανεωμένο κινητήρα. Το πλαίσιο είναι για πρώτη φορά αποκλειστικά μελετημένο για το Super Duke, κι όχι ένα χωροδικτύωμα που έχει έρθει να προσαρμοστεί από supermoto και adventure μοτοσυκλέτες, όπως στην περίπτωση του πρώτου «Θηρίου» το 2013. Το είχα οδηγήσει τότε στο Ascari και ήταν πραγματικά μία από τις πιο ωραίες εμπειρίες, δεν ήταν δηλαδή μία δύστροπη, υπερβολικά δυνατή μοτοσυκλέτα. Δεν είναι όμως τα δεδομένα ίδια με τότε, έχουμε καταφέρει να προχωρήσουμε, ξεκινώντας από τα ελαστικά και τα ηλεκτρονικά. Η πρόοδος που έχει γίνει στην μοτοσυκλέτα τα τελευταία χρόνια είναι τρομακτική και σε μοτοσυκλέτες όπως το Super Duke κάτι τέτοιο φαίνεται ακόμη περισσότερο. Τα ελαστικά και τα ηλεκτρονικά έχουν φτάσει σε τέτοιο σημείο που πλέον διατηρείς μεγαλύτερες ταχύτητες εισόδου, στρίβοντας με πολύ περισσότερα πάνω σε σπορ ελαστικά, ούτε λόγος για slick. Στο Portimao το Super Duke έμπαινε στην πρώτη φουρκέτα, μετά την πρώτη στροφή δηλαδή και την καμπή που την κάνεις ευθεία, με τρίτη στο κιβώτιο. Η δευτέρα δεν χρειαζόταν για να σε βοηθήσει να καλύψεις τα λίγα μέτρα μέχρι την επόμενη στροφή, η ροπή κάλυπτε τα πάντα.

Στην πίσω ευθεία του Portimao που έβγαινες αμέσως μετά, το άνοιγμα του γκαζιού με τρίτη εκτόξευε τον τροχό απότομα ψηλά με το wheelie control απενεργοποιημένο, και άλλαζες τετάρτη στον αέρα. Λίγα φρένα για να στρίψεις με τρίτη εκεί που θα έβαζες δευτέρα σε ένα superbike και άλλες δύο στροφές μετά, χωρίς ποτέ να κατεβάσεις, σε οδηγούν στον πίσω λόφο και σε μία σούζα με τετάρτη στην κατηφόρα που μόλις πατήσει ο εμπρός τροχός πρέπει να στρίψεις αλλάζοντας όμως σε πέμπτη για να βγεις στο πιο τρομακτικό κομμάτι της πίστας ανεβαίνοντας τον δεύτερο λόφο χωρίς να βλέπεις τι έχεις αμέσως μετά. Αν δεις σε πιάνει πανικός γιατί η ευθεία έχει τελειώσει ξαφνικά και υπάρχει στροφή. Αν ξέρεις που πηγαίνεις, μένεις δεξιά, ισιώνεις την επόμενη καμπή και με τρίτη στρίβεις στην – κανονικά-  αργή δεξιά στροφή. Στην περίπτωση του Super Duke είναι κι αυτή γρήγορη, αλλάζοντας κατευθείαν σε τετάρτη! Άλλες δύο στροφές με την μία από αυτές διπλή, μπαίνοντας ούτε κλειστά, ούτε ανοικτά στο πρώτο της κομμάτι για να ξύσεις κερμπ στο δεύτερο και σε λίγο είσαι στην τελευταία παρατεταμένη που ξεκινά από ψηλά χωρίς ορατότητα, βυθίζεται και ξανά ανεβαίνει, όσο εσύ είσαι με τα μαρσπιέ βυθισμένα και οριακά υπερστρέφοντας πίσω με 180 στο κοντέρ. Όχι δεν είσαι ο Stoner, είναι το “Slip” στο κοντέρ που από την ένδειξη «4» στα street ελαστικά, και στην δεύτερη ή τρίτη (αναλόγως αν έχεις τις πιο καλές από τις καλές αναρτήσεις) αναλαμβάνει εκείνο να κάνει για εσένα την δουλειά, φτάνει να μην κλείσεις το γκάζι. Πράγμα που φυσικά και θα κάνεις βγαίνοντας μάλιστα έξω στα πιρ για να πλύνεις την στολή... Κρατώντας την τετάρτη, αλλάζεις πέμπτη ακριβώς εκεί που τελειώνει η υψομετρική διαφορά και έρχεται η ευθεία της εκκίνησης. Εκεί δηλαδή που σηκώνεσαι σούζα λίγο πριν τα διακόσια την οποία και κρατάς μέχρι την αλλαγή της έκτης, ή κλείνεις το γκάζι και χάνεις δέκατα. Κατηφόρα και στροφή δεξιά που μπαίνεις με τετάρτη όταν συνηθίσεις την ορμή αυτής της μοτοσυκλέτας, ή απλά με τρίτη και ξανά από την αρχή! Το Portimao μεταμορφώνεται με το Super Duke, γίνεται κάτι άλλο που δεν το βλέπεις εύκολα με ένα Superbike αν δεν είσαι παγκόσμιος. Με το Super Duke ζεις ένα Roller Coaster από αυτά που δεν τα ξέρουμε εμείς εδώ στην Ευρώπη και τα χαίρονται μονάχα οι Αμερικανοί. Από εκείνα τα παιχνίδια που σε κάνουν να αρρωσταίνεις από αδρεναλίνη, να αρρωσταίνεις πραγματικά και κυριολεκτικά. Όσο συνηθίζεις το κύμα ροπής αυτής της μοτοσυκλέτας, τόσο περισσότερο αρρωσταίνεις και στο Portimao με τις έντονες υψομετρικές αλλαγές, η γλυκιά αυτή ζάλη έρχεται πολύ γρήγορα!

Έξι απανωτά εικοσάλεπτα χωρίς διάλλειμα είναι ζόρι από μόνα τους, όμως με το KTM 1290 Super Duke R είναι τιμωρία κανονική. Υποβάλλεις τον εαυτό σου άνετα στην δοκιμασία, όχι βέβαια από την πρώτη στιγμή που το βλέπεις βουνό, αλλά φτάνεις στο έκτο και θέλεις άλλο τόσο. Είναι εθιστικό να χειρίζεσαι τόση ροπή με τέτοια ευκολία, ξεχνάς εύκολα την κούραση!

Το Super Duke έχει πλέον σκληρό ανταγωνισμό. Έναν ανταγωνισμό που έρχεται να κερδίσει τις εντυπώσεις στα νούμερα, εκεί δηλαδή που μέχρι τώρα έπαιζε μπάλα μοναχό του, ιδιαίτερα στην ροπή. Όμως η Kawasaki έχει πλέον υπετροφοδοτούμενη γυμνή, η Ducati το streetfighter που χωρίς τα αεροδυναμικά βοηθήματα χάνεις έγκριση τύπου μιας και αυτά το κρατάνε στο έδαφος, και ένα S1000R που το ΜΟΤΟ πρώτο σας έχει πει πως έρχεται νωρίτερα. Τώρα είναι που η KTM τους λέει να φαγωθούν μόνοι τους! Από όλες αυτές τις μοτοσυκλέτες οι ίδιοι λένε πως ξεχωρίζουν ως συμπεριφορά εντός και εκτός πίστας. Προς το παρόν, χωρίς να έχουμε οδηγήσει τις υπόλοιπες, πρέπει να τους πιστέψουμε! Μονάχα από την διαφορά με πριν!

Το 1290 Super Duke είναι φανταστικό σε κλειστά και ανοικτά κομμάτια, σε επαρχιακούς με λακκούβες και σε απαιτητικές τεχνικές πίστες, όπως το Portimao! Υπάρχει μεγάλη επιχειρηματολογία για αυτό και θα το αναλύσουμε στο τεύχος. Μέχρι τότε, κι έχοντας ήδη ξεπεράσει τον όγκο πληροφορίας που αντέχουν να διαβάζουν οι περισσότεροι σε μία οθόνη, πάμε να δούμε επιγραμματικά εκείνα τα σημεία που πρέπει κανείς να γνωρίζει για το νέο Δούκα, το ΥΠΕΡΟΠΛΟ της KTM για σπορ οδήγηση. Παντού και πάντα!

  • Ο LC8 κινητήρας των 1.301 κυβικών άλλαξε σε αρκετά σημεία, όμως ήταν ήδη εξαιρετικά αποδοτικός ώστε να μην επηρεαστεί από τους κανονισμούς Euro5. Κιόλας από το 2013, ζύγιζε μόλις 62 κιλά, που με την απόδοση που είχε τον έκαναν το δικύλινδρο με την καλύτερη αναλογία. Τώρα με νέα καπάκια και βάσεις έχασε άλλο ένα κιλό
  • Συνολικά το νέο Super Duke είναι έξι κιλά ελαφρύτερο, έχοντας όμως προσθέσει σε αισθητήρες και ηλεκτρονικά, με αποτέλεσμα η διαφορά να είναι μεγαλύτερη
  • Κέρδισε τρεις ίππους χωρίς να χάσει ροπή και υπερκαλύπτοντας τους νέους κανονισμούς από τώρα. Οι μεγάλες αλλαγές είναι στην τροφοδοσία με 56mm σώματα ψεκασμού και αμεσότερο έλεγχο της καύσης.
  • Οι βαλβίδες εισαγωγής είναι τιτανίου με επίστρωση PVD και ζυγίζουν 39 γραμμάρια, ελεγχόμενες από finger follower επικεφαλής εκκεντροφόρους, ώστε η ευστροφία να είναι χαρακτηριστική
  • Το φιλτροκούτι μεγάλωσε για να μπορέσει να τροφοδοτήσει όλα τα παραπάνω, ενώ ο εντομο-προβολέας πήγε χαμηλά για να αφήσει όλη την ροή του αέρα να το γεμίζει με πίεση
  • Μεγάλη διαφορά υπάρχει στον συμπλέκτη που δεν ματώνεις πλέον όταν κατεβάζεις αλλά και στην λειτουργία του quick shifter που είναι ηπιότερο από πριν

  • Με εξελιγμένη μεταλλουργία αφαιρέθηκαν 800 γραμμάρια από τον στροφαλοθάλαμο και σε αυτό βοηθά ο πολύ ελαφρύς στρόφαλος με την μικρή αδράνεια
  • Με αλλαγές στα ήδη πολύ ελαφρά έμβολα η KTM κατάφερε να κάνει μία ιδανική χαρτογράφηση αντάξια της ευστροφίας που ήθελε να υπάρχει και της ροπής σε όλο το φάσμα των στροφών. Αυτό που δεν θα διαβάσετε αλλού και ενδεικτικό όσων έρχονται αναλυτικά στο τεύχος του ΜΟΤΟ, είναι πως με την χαρτογράφηση δεν ασχολήθηκαν οι ίδιοι καθόλου. Έγινε εξ ολοκλήρου από την Akrapovic, ακόμη και για τις OEM εξατμίσεις που δεν φτιάχνονται εκεί. Η εμπειρία των Σλοβένων είναι μη συγκρίσιμη με οποιονδήποτε άλλον και για να κερδίσουν χρόνο, ανέλαβαν ολόκληρη την εξέλιξη για λογαριασμό της KTM! Με τρίτη στο κιβώτιο πηγαίνεις τώρα μέσα στα χωριά με το ένα χέρι στο τιμόνι, όταν σε αντίστοιχο ιταλικό δικύλινδρο με παρόμοια απόδοση φτύνεις τα σφραγίσματα από τα δόντια σου. Προφανώς και κροταλίζει ακόμη και το Super Duke, κανείς δεν το εξισώνει με την συμπεριφορά τετρακύλινδρου. Αλλά και θαύματα δεν γίνονται. Το θετικό είναι πως δεν κάνει σαν Ducati στις χαμηλές στροφές, και σου επιτρέπει να οδηγήσεις σαν άνθρωπος με χαμηλές ταχύτητες
  • Όλα τα ηλεκτρονικά είναι καινούρια και έχουν ακολουθήσει μία νέα μέθοδο με τον McWilliams που ήταν και ο βασικός αναβάτης εξέλιξης. Κατά την μέθοδο αυτή, όλα υπολογίστηκαν από πριν γράφοντας ένα μεγάλο κομμάτι κώδικα και αμέσως μετά ο McWilliams έκανε μία σειρά από συγκεκριμένα τεστ, ολοκληρώνοντας τον κώδικα πριν ξεκινήσει τις τελικές δοκιμές. Στις μοτοσυκλέτες που πήραμε στα χέρια μας, το τελικό software δεν είχε ακόμη περαστεί, κι όμως δούλευαν απίστευτα καλά. Το traction control στην θέση ένα είναι σαν να μην υπάρχει, το wheelie control δεν έχει σχέση με το traction control ενώ και ενεργοποιημένο όταν είναι αφήνει τον εμπρός τροχό να σηκωθεί καμιά σαρανταριά πόντους. Για τις καταστάσεις λειτουργίας θα ακολουθήσει ανάλυση στο τεύχος, όμως η KTM έφτιαξε και την Performance να είναι ίδια με την Track από δυναμικά χαρακτηριστικά, αλλά με Bluetooth κτλ, ενεργοποιημένα, ώστε να έχεις στον δρόμο όταν χρειαστεί, όλα τα δυναμικά στοιχεία και αντίστοιχα στην πίστα να είσαι απομονωμένος
  • Έχει γίνει μεγάλη δουλειά στις αναρτήσεις και ιδιαίτερα στο μοχλικό. Εσκεμμένα δεν μπήκαν οι ημι-ενεργητικές που ήδη δοκίμασαν στο Super Duke όπως αποκλειστικά θα διαβάσετε στο ΜΟΤΟ. Πολύς κόσμος θα ευχαριστηθεί με αυτή την επιλογή στην KTM να αφήσει της ημι-ενεργητικές για αργότερα. Εκείνο που είχε τεράστια διαφορά ήταν τα power parts. Συνήθως είναι εκεί για να σου πάρουν τα λεφτά με μικρό πρακτικό αντίτιμο. Εδώ είναι ανάποδα. Το εικοσάλεπτο με την μοτοσυκλέτα που φορούσε τις racing αναρτήσεις και όλα τα καλούδια ήταν το καλύτερο από όλα. Πράγμα περίεργο γιατί οι μηχανικοί μας είπαν πως τα προηγούμενα γκρουπ αισθάνονταν ένα δέος, έναν φόβο απέναντι στο συγκεκριμένο μοντέλο. Ήταν με διαφορά πιο εύκολο παιχνίδι στην πίστα…
  • Εύκολα βγαίνεις και κάθεσαι είτε από την μία, είτε από την άλλη αλλάζοντας κατεύθυνση, η εργονομία θέσης οδήγησης είναι μελετημένη για να είσαι έξω από την μοτοσυκλέτα. Τα μαρσπιέ όμως ούτε βρίσκουν κάτω εύκολα, ούτε και βάζουν τα γόνατα σε περίεργη γωνία και είναι άλλο ένα σημείο που αυτή η μοτοσυκλέτα κάνει καλύτερα από τα superbike…

Έρχεται στο ΜΟΤΟ τ.604 – 1η Μαρτίου 2020

Δοκιμή SWM Varez 125: Ιταλικό στιλ και επιδόσεις

Το επόμενο βήμα της ιταλικής εταιρείας ξεκινά από τη μικρή κατηγορία
motomag Πρώτη δοκιμή με το SWM Varez 125
Από τον

Γιάννη Τσινάβο

1/12/2023

Η ιστορία της SWM -Speedy Working Motors- η αλλιώς "Ζβουμ" -μάλλον έτσι θα την έχετε ακούσει στην χώρα μας- ξεκινά το 1971 στο Μιλάνο από τους Piero Sironi και Fausto Vergani. Αρχικά η ιταλική εταιρεία παρήγαγε εντουράκια τα οποία χρησιμοποιούσαν γερμανικούς κινητήρες Sachs ενώ η συνέχεια έγινε με μοντέλα trial τα οποία εφοδιαζόταν με δίχρονους κινητήρες της Rotax.

Το 1984 τα πράγματα δεν πήγαιναν και πολύ καλά για την SWM με αποτέλεσμα η εταιρεία να πει το στερνό αντίο σε ότι αφορά την παραγωγή μοτοσυκλετών. Αρκετά χρόνια αργότερα, -τριάντα για την ακρίβεια- ο μηχανολόγος Ampelio Macchi, που είχε δουλέψει στην Cagiva, την Morini, τη Husqvarna και την Αprilia, αποφάσισε πως το κλείσιμο του εργοστασίου της Husqvarna στο Varese της Ιταλίας το οποίο είχε ανακαινίσει η BMW -κατείχε εκείνη την εποχή την Husqvarna πριν την πουλήσει στην KTM- θα ήταν μια καλή ευκαιρία για τη δημιουργία μιας νέας εταιρείας. Ο Ιταλός δεν θέλησε να βρει ευρωπαϊκά κεφάλαια καθώς πίστευε πως στην Κίνα οι ευκαιρίες υλοποίησης της ιδέας του ήταν μεγαλύτερες και για τον λόγο αυτό κατευθύνθηκε προς την κινέζικη εταιρεία Shineray.

Πρώτη δοκιμή με το SWM Varez 125

Το ραντεβού του Ampelio Macchi με τον πρόεδρο της Shineray, Daxing Gong πήγε ανέλπιστα καλά καθώς οι δύο τους βρήκαν κοινή συνιστώσα το πάθος για τις εκτός δρόμου μοτοσυκλέτες και κάπως έτσι η Shineray απέκτησε την SWM καθώς και το “παλιό” εργοστάσιο της Husqvarna στο Varese. Η προίκα περιελάμβανε επιπρόσθετα την γκάμα enduro, motocross καθώς και κάποιες on-off μοτοσυκλέτες που διέθετε η εταιρεία και δεν ενδιέφερε την KTM να αξιοποιήσει όταν αγόρασε τη Husqvarna. Θα περίμενε κανείς από την SWM να παράγει από εκεί και έπειτα τις μοτοσυκλέτες της στην Κίνα -για να κρατηθεί το κόστος παραγωγής χαμηλά- ωστόσο αυτό δε συνέβη ποτέ με την ιταλική εταιρεία να “βάζει μπροστά τις μηχανές” του εργοστασίου στο Varese. Κάπως έτσι εμφανίστηκαν στην αγορά τα SWM Gran Milano, SWM Gran Turismo 440, SWM RS 300 R, SWM RS 500 R, SWM SM 450 R, SWM Silver Vase 440 και SWM Superdual 650. Απώτερος σκοπός της SWM ήταν να καταφέρει να σταθεί στα πόδια της εμπορικά -αν και τα κεφάλαια από την Shineray παρείχαν μία έξτρα σταθερότητα- και στη συνέχεια να δημιουργήσει νέα μοντέλα μοτοσυκλετών τα οποία θα έχουν ποιότητα και ιταλική φινέτσα.

Πρώτη δοκιμή με το SWM Varez 125

Και κάπως έτσι φτάνουμε στη νέα γυμνή μοτοσυκλέτα της SWM την οποία έχουμε στα χέρια μας. Το Varez 125 το οποίο χρησιμοποιεί τον μονοκύλινδρο, τετραβάλβιδο με δύο εκκεντροφόρους κινητήρα χωρητικότητας 125 κ. εκ. απόδοσης 15 ίππων -έχει πάρει το όνομα του από την τοποθεσία του εργοστασίου της ιταλικής εταιρείας- αποτελεί μία πρόταση η οποία στοχεύει κυρίως στους νέους μοτοσυκλετιστές οι οποίοι κάνουν τα πρώτα τους βήματα στον δίτροχο κόσμο.

Αντικρίζοντας για πρώτη φορά το άσπρο-κόκκινο γυμνό μοτοσυκλετάκι της SWM, θα δεις μια γνώριμη εικόνα να εμφανίζεται μπροστά σου και εξηγούμαστε, το Varez 125 έχει σχεδιαστικά στοιχεία από δύο ιταλικά μοντέλα τα οποία έχουν γράψουν τη δική τους ιστορία στον χώρο της μοτοσυκλέτας, το ένα είναι το Ducati Monster και το άλλο το Aprilia Tuono. Ναι δεν διαβάζετε λάθος το Varez 125 είναι λες και έχει ενσωματώσει αυτά τα δύο μοντέλα σε ένα και η αλήθεια είναι ότι μας αρέσει η εμφάνιση της μικρής μοτοσυκλέτας των 125 κυβικών εκατοστών. Όπου και να το κοιτάξεις αυτό σου βγάζει μια ιταλική φινέτσα και βλέπεις πως υπάρχει προσοχή στη λεπτομέρεια. Ο στρογγυλός προβολέας σε συνδυασμό με το πλαίσιο χωροδικτύωμα κόκκινου χρώματος, τα καλαίσθητα πλαστικά γκρι χρώματος για το υποπλαίσιο, η πλαστική καρίνα κινητήρα και το ασημένιο αλουμινένιο ψαλίδι τύπου “μπανάνα”, δίνουν μία επιθετική εικόνα στο Varez 125 ενώ τα κόκκινα πλαϊνά πλαστικά που υπάρχουν πέριξ του ρεζερβουάρ χωρητικότητας 13,5 λίτρων προσδίδουν μεγαλύτερο όγκο στην μοτοσυκλέτα. Και για να πούμε την αλήθεια το μέγεθος μετράει καθώς ο νέος μοτοσυκλετιστής θέλει να καβαλά κάτι μεγαλύτερο αν και στην περίπτωση μας μιλάμε για μία μοτοσυκλέτα μόλις 125 κυβικών εκατοστών.

Πρώτη δοκιμή με το SWM Varez 125

Ανεβαίνοντας στη σέλα του Varez 125 διαπιστώνεις πως τίποτα δεν σε ξενίζει, ενώ πατώντας το μπουτόν της μίζας έρχονται και τα πρώτα ευχάριστα ηχητικά ακούσματα από την εξάτμιση. Αναρτήσεις-πλαίσιο-κινητήρας συνεργάζονται πολύ καλά προσφέροντας στον αναβάτη μία ευχάριστη καθημερινή συμβίωση ενώ στα θετικά να βάλουμε και τα ελαστικά πρώτης τοποθέτησης Michelin Pilot Sport και βοηθούν στο να μείνεις ασφαλείς στο γλιστερό ελληνικό οδόστρωμα. Ο κινητήρας των 125 κυβικών εκατοστών έχει αρκετή δύναμη για να κινήσει με αξιοπρέπεια τα 144 κιλά του Varez 125 ενώ από πλευράς κατανάλωσης η μικρή μοτοσυκλέτα της SWM θα σου χαρίσει ένα έξτρα χαμόγελο καθώς θα κάνεις να δεις τον βενζινά σου για μεγάλο χρονικό διάστημα. Οδηγώντας εντός αστικού περιβάλλοντος θα εντυπωσιαστείς από το πόσο εύκολο είναι το Varez 125 στις αλλαγές πορείας ή στους ελιγμούς ανάμεσα στα σταματημένα αυτοκίνητα, με τους καθρέφτες να έχουν το σωστό ύψος ώστε να γλυτώσεις τις στενές επαφές με αυτούς των αυτοκινήτων. Ο μπάσος ήχος της racing-look εξάτμισης σου φτιάχνει τη διάθεση είτε διανύσεις μικρές ή μεγάλες αποστάσεις ενώ η σωστή κλιμάκωση του κιβωτίου θα σε βοηθήσει να κινηθείς σβέλτα κάτι που είμαστε σίγουροι πως ο αναβάτης του Varez 125 θα βάλει στο οδηγικό ρεπερτόριο του.

Πρώτη δοκιμή με το SWM Varez 125

Αν μη τι άλλο η SWM θέλει να διαφοροποιηθεί από τον ανταγωνισμό της κατηγορίας των 125 κυβικών προσφέροντας ιταλικό στιλ και συμπεριφορά. Σε ποιο βαθμό έχει καταφέρει να τα πετύχει όλα αυτά θα το διαβάσετε στο τεύχος 650 του ΜΟΤΟ στο οποίο θα υπάρχει η αναλυτική δοκιμή του Varez 125.

Πρώτη δοκιμή με το SWM Varez 125
Ετικέτες