Οδηγούμε Yamaha Tenere 700 – Πρώτες εντυπώσεις! [VIDEO]

«Υπόσχεση που τηρήθηκε»
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

21/5/2019

Ζωντανά από την Ισπανία παρακολουθείτε την εξέλιξη της παρουσίασης του Yamaha Tenere 700, που τόσο πολύ περιμένατε να δείτε, κρίνοντας από τα μηνύματα που έχουμε πάρει αυτές τις ημέρες, τα οποία μάλιστα ξεκίνησαν πριν την αποστολή εκδηλώνοντας ανυπομονησία, κάτι που είχαμε καιρό να δούμε για νέο μοντέλο! Λίγο το όνομα, λίγο η ταυτότητα χρήσης που ταιριάζει απόλυτα στο δικά μας δεδομένα, λίγο και η υπόσχεση της Yamaha πως θα φτιάξει εκείνο που θέλει ο κόσμος, και όχι αυτό που αρχικά είχε βάλει στόχο, και το ενδιαφέρον για το Tenere 700 έχει αρχίσει να κυμαίνεται στα επίπεδα του πρώτου Tracer… Το πρόβλημα για μια μερίδα Ελλήνων είναι πως δεν έρχεται σε τιμή που να θυμίζει MT-07. Τους έξω από εδώ δεν τους απασχολούν τέτοια θέματα. Οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι, και μιλήσαμε με πολλούς, το βρίσκει εξαιρετικά φθηνό. Για το ποιος έχει δίκιο και άδικο, ο κόσμος έχει απαντήσει ήδη μόνος του. Η πλειοψηφία χρόνια τώρα έχει αποφανθεί. Διότι να θυμηθούμε πως έτσι ξεκίνησε το Tenere, ως μία πολύ φθηνή λύση για την δημιουργία ενός Adventure μοντέλου βασισμένο σε μία γυμνή μοτοσυκλέτα. Μόλις βγήκε στον δρόμο για δοκιμές και αποθανατίστηκε σε κατασκοπευτικές φωτογραφίες, ο κόσμος αντέδρασε. Συλλογικά τελείως, από εκείνες τις φορές που το κοινό έχει ταυτόχρονα την ίδια ιδέα, όπως το σμήνος πουλιών που αλλάζει ταυτόχρονα κατεύθυνση δίχως κανείς να δώσει το πρόσταγμα, ζήτησαν από την Yamaha να το πάρει πίσω και να τους δώσει ένα καινούριο. Ένα που δεν θα έχει μόνο το όνομα, ένα Tenere που να είναι όσο φθηνό γίνεται χωρίς όμως να προσφέρει κάτι λιγότερο από αυτό που υπόσχεται το όνομά του. Κι ας μην κάνει όσο ένα MT-07. Ο κόσμος λοιπόν μίλησε, η πλειοψηφία είχε μία συγκεκριμένη στάση και η Yamaha αποφάσισε να ακούσει την πλειοψηφία. Το πήρε πίσω και ξεκίνησε την ανάπτυξη ενός νέου μοντέλο. Κάπου στην πορεία, κι αρκετά νωρίς είναι η αλήθεια, επέλεξαν να ολοκληρώσουν πρώτα την εξέλιξη ενός πρωτότυπου το οποίο θα ξέφευγε από την πεπατημένη οδό και θα ήταν ένα λειτουργικό concept που θα σήκωνε ολόκληρο το βάρος της εξέλιξης για την μοτοσυκλέτα παραγωγής. Έτσι γεννήθηκε το Τ7.

Η Yamaha είναι πολύ μπλε και καθόλου πορτοκαλί, κι αυτό σημαίνει πολύ απλά πως δεν ασχολούνται όλοι με το Enduro, τα Rally και γενικότερα το χώμα… Έχει μία μικρή και πολύ δεμένη ομάδα που μάλιστα έχει βάλει στόχο να σπάσει το σερί της KTM στο Dakar, αλλά μέχρι εκεί. Αυτό σημαίνει πως υπήρχε μία μικρή έλλειψη προσωπικού που θα ήταν ικανό να φέρει εις πέρας την δημιουργία ενός τόσο σοβαρού εμπορικά μοντέλου. Για αυτό και επιστρατεύτηκε ο Project Leader των WR / YZ να αναλάβει την εξέλιξη του Tenere από την αρχή και δοκιμαστές – αναβάτες έγιναν η αφρόκρεμα των Rally!

Yamaha T7: Το έκαναν βίδες! Και μας πείραξε προσωπικά…

Σβήνοντας όσα είχαν κάνει, έστω κι αυτά τα λίγα, και ξεκινώντας την διαδικασία της εξέλιξης από την αρχή, έδιναν μία υπόσχεση στον κόσμο: «Σας ακούσαμε, θα φτιάξουμε αυτό που θέλετε». Δεν είναι εύκολο να υποστηρίξεις κάτι τέτοιο, πρώτα γιατί ο κόσμος τα θέλει όλα και μάλιστα και πολύ φθηνά και πολύ γρήγορα και δεύτερον γιατί η κατηγορία αυτή που καλείται «να κάνει τα πάντα» πρέπει να συνδυάσει άψογη συμπεριφορά στην άσφαλτο και εξίσου καλή στο χώμα. Με παρονομαστή σε όλα τα παραπάνω την πολύ καλή τιμή. Παλιότερα αυτός ο συνδυασμός δεν μπορούσε να γίνει σε μοτοσυκλέτες μαζικής παραγωγής, πρακτικά τουλάχιστον δεν μπορούσε να γίνει. Σήμερα όμως τα ασυμβίβαστα μπορούν να πραγματοποιηθούν καθώς η τεχνολογία και η εμπειρία έχουν κάνει άλματα. Η διαδικασία που ακολουθήσε η Yamaha στο Tenere ήταν να πραγματοποιεί συνεχώς ολοένα και περισσότερες δοκιμές απορρίπτοντας συνέχεια ό,τι δεν άρεσε, ή δεν δούλευε μέχρι να φτάσουν τον υψηλά τοποθετημένο στόχο που ο κόσμος και όχι οι ίδιοι, είχε θέσει ξεκάθαρα κι απόλυτα.

Τα κατάφεραν και μάλιστα τόσο καλά, που θα πρέπει να αποτελούν πλέον παράδειγμα και για άλλους κατασκευαστές που θα κληθούν κι εκείνοι στο μέλλον να ακούσουν το δικό τους κοινό! Περισσότερα από 250 χιλιόμετρα σε χώμα και σχεδόν πεντακόσια στο σύνολο έχει το πρόγραμμα της παρουσίασης, που πρέπει να θεωρείται από το πιο σφιχτά σε χρόνους, καθώς η φωτογράφιση περίπου 40 διαφορετικών αναβατών είναι εξαιρετικά χρονοβόρα διαδικασία. Από τα πρώτα χιλιόμετρα αφήσαμε πίσω άσφαλτο και μπήκαμε σε χώμα τριμμένο στο επίπεδο της άμμου, πασπαλισμένο με χαλίκι που έδωσε για λίγο την θέση του σε κοτρώνες πριν συνεχίσει με αμμοπαγίδες. Για τα Pirelli Scorpion που φορούν τα Tenere η πρόκληση ήταν μεγάλη, ιδίως για το μπροστινό που πάσχιζε να προσφέρει πρόσφυση και δεν τα κατάφερνε συχνά. Οδηγώντας σε ένα ικανοποιητικό ρυθμό το Tenere πολύ γρήγορα αποκαλύπτει τις καταβολές του, την αιτία που η εξέλιξή του κράτησε τόσο καιρό και που σίγουρα δεν πήγε χαμένη. Τόσους γύρους ανά την υφήλιο πήγε το Τ7, τόσοι αγωνιζόμενοι πήραν μέρος στην εξέλιξή του και υπάρχει τώρα ένα αποτέλεσμα που η Yamaha είχε πολύ καιρό να μας δώσει σε Adventure μοτοσυκλέτα!

Με δεδομένο πως όλοι όσοι ενεπλάκησαν, σχημάτισαν μία ομάδα που δεν δούλευε πάντα μαζί, πως άρπαξαν κόσμο κυριολεκτικά από διάφορα τμήματα του ομίλου, το αποτέλεσμα τους δικαιώνει. Πρόκειται για μία μοτοσυκλέτα που στο επίπεδό της τιμής της προσφέρει μία συμπεριφορά που ανταποκρίνεται σε πολύ ακριβότερες μοτοσυκλέτες. Οι ικανότητές της στο χώμα ξεπερνούν κατά πολύ τις ανάγκες του μέσου αναβάτη, ενώ με καίριες επεμβάσεις τα πράγματα μπορούν να φτάσουν σε επίπεδο Rally, τόσο απλά. Καλεσμένος βρίσκεται εδώ και ο Franco Caimi, ο αναβάτης των Rally και πρωταθλητής Enduro, που επίσης έχει εντυπωσιαστεί από το Tenere και μου έλεγε πόσα πολλά πράγματα της αγωνιστικής του μοτοσυκλέτας θα μπορούσαν να μπουν αυτούσια. Του φαίνεται εξαιρετικά κοντινή στην αγωνιστική. Αυτό δεν σημαίνει πως είναι “Ready to Race”, δεν ήταν κι αυτός ο στόχος της Yamaha άλλωστε. Το κοινό του Tenere είναι πολύ πιο μεγάλο, πολύ πιο γενικό, για να μπει σε μία και μόνο ταμπέλα. Το γεγονός πως υπερπληρώνει τις ανάγκες του μέσου αναβάτη, έχει να κάνει και με το γεγονός πως οι ανάγκες αυτές δεν είναι ιδιαίτερα υψηλές σε ότι αφορά το χώμα. Την πρώτη ημέρα της οδήγησης περάσαμε από πολλές φλαταδούρες με χαλίκι, από εκείνες που περνάς καθιστός στην σέλα, όμως υπήρχαν γερές δόσεις απαιτητικής οδήγησης στο χώμα, με ανηφόρες, κατηφόρες, άλματα, γκρεμούς και κοτρώνες. Αυτό έφτιαξε ένα σκηνικό που θυμίζει παλιές εποχές παρουσιάσεων, τότε που δεν χρειαζόσουν δέκα στάσεις για να αλλάξεις κάμερες και να αποθανατίσεις την στιγμή στα social media. Τότε που οι παρουσιάσεις είχαν πραγματική περιπέτεια. Η Yamaha έφτιαξε μία τέτοια για το Tenere κι ακόμη ζούμε την εξέλιξή της. Την τελευταία δεκαετία πάντως, κανείς δεν έχει σχεδιάσει μία πρώτη επαφή μοτοσυκλέτας με δημοσιογράφους που να έχει τόσο χώμα και απαιτητικά κομμάτια.

Οι αναρτήσεις της Kayaba κάνουν την δουλειά που πρέπει, με γραμμικότητα στην λειτουργία τους και διαβάζοντας σωστά τα εμπόδια. Πίσω δεν χοροπηδά σαν κατσίκι και μπροστά πρέπει να χτυπήσεις πέτρες με μεγάλη ταχύτητα για να διώξει το τιμόνι. Οι ρυθμίσεις που είναι κοινές και για τα δύο καλάμια, έχουν σχετικά καλό βήμα όπου με τρία κλικ έχεις τελείως διαφορετική συμπεριφορά. Αυτή είναι ανάλυση για την επιστροφή και το τεύχος βέβαια. Ο κινητήρας είναι ο γνωστός μας με τον crossplane στρόφαλο δίχως καμία αλλαγή πέραν της τροφοδοσίας και της αναπνοής του. Η ECU που αναλαμβάνει την διαχείριση έρχεται από την ανατολή και είναι από το πάνω ράφι, η καλύτερη μονάδα που μπορεί κανείς να προμηθευτεί εκτός Ευρώπης. Οι διαφορές στην απόκριση είναι εμφανείς και χρειάζεται κι εδώ αρκετή ανάλυση για την πλήρη παρουσίαση στην επιστροφή.

Από πλευράς ποιότητας το Tenere είναι πολύ πιο πάνω από το αρχικό επίπεδο των MT-07 με πρώτο και καλύτερο το γεγονός πως δεν χρειάζεται να αλλάξεις αναρτήσεις. Υπάρχουν παρατηρήσεις, όπως το άβαφο πλαστικό κάτω από την σέλα που θέλει κιόλας αλλαγή μετά από τέσσερις ημέρες χώμα, όμως αυτό είναι κάτι που κι εύκολα αλλάζει και κόστος δεν έχει. Η βαφή θα μπορούσε να είναι καλύτερη, όμως δεν σου δίνει την εντύπωση πως σε λίγο καιρό το Tenere θα είναι αγνώριστο. Περισσότερο αυτές οι παρατηρήσεις έχουν να δείξουν σε εσάς πως εμείς ψάξαμε την μοτοσυκλέτα που καβαλήσαμε και λιγότερο εκβιάζουν κάποιο αρχικό συμπέρασμα. Από την πλειοψηφία όσων είμαστε εδώ και μαζί με εμένα, το Tenere θα μπορούσε να γίνει η επόμενη προσωπική μας μοτοσυκλέτα. Κι όταν το λες αυτό για ένα «βασικό» μοντέλο, κι όχι για κάποια ακριβή και υπερ-εξοπλισμένη Adventure η βαρύτητα είναι πολλαπλάσια.

Στην άσφαλτο έχει μία σταθερότητα που φτάνει μέχρι και τα 190 χιλιόμετρα με την τελική στο κοντέρ να φτάνει το υψηλότερο νούμερό της λίγο πιο πάνω, στα 202-203, σε μία ημέρα μάλιστα με έντονο αέρα. Δεν θα έπρεπε να πάει και παραπάνω με δεδομένο πως φορά σαμπρέλες. Προς το παρόν δεν υπάρχει και κάποια πιθανότητα για να το παραγγείλει κανείς με διαφορετικές ζάντες, από τον εξαιρετικά πλούσιο κατάλογο με αξεσουάρ που έχει η Yamaha, ωστόσο για το χώμα οι σαμπρέλα είναι πάντοτε μία πρόσθετη ασφάλεια. Στον κατάλογο θα βρει κανείς και ψηλότερη και χαμηλότερη σέλα. Και είναι αυτή μία από τις πιο κοινές ερωτήσεις γιατί κοιτώντας το στις φωτογραφίες παίρνεις την εντύπωση πως το ρεζερβουάρ είναι πολύ ψηλά, πως η σέλα είναι πολύ χαμηλά συγκριτικά με αυτό και πως η θέση οδήγησης θα είναι μία τυπική «γιαπωνέζικη» και συνεπώς ακατάλληλη τόσο για γρήγορη οδήγηση στο χώμα, όσο και για μεγάλες αποστάσεις.

Καταρχήν το Tenere είναι πλήρως ευρωπαϊκή μοτοσυκλέτα, και θα το αναλύσουμε κι αυτό στο τεύχος. Από εκεί και πέρα η εικόνα αυτή που σχηματίζεις δεν αλλάζει ούτε όταν το βλέπεις από κοντά και συγκεκριμένα από το πλάι και χαμηλά. Η πραγματικότητα διαφέρει πλήρως! Στα 1.83 που είμαι εγώ τα γόνατα είναι σε άνετη θέση και κάθεσαι πάνω και όχι μέσα στην μοτοσυκλέτα, η πραγματικότητα είναι διαφορετική από την εικόνα. Στο πρώτο ταξίδι όταν έρθει Ελλάδα θα το δούμε καλύτερα, αν και μην περιμένετε να αλλάξει η άποψη. Ήδη συμπληρώσαμε 350 χιλιόμετρα και πάμε για τα 500, που σημαίνει πως η αρχική εικόνα μάλλον θα παραμείνει.

Η Yamaha είχε πολλά χρόνια να μας δώσει μία πραγματική Adventure μοτοσυκλέτα, μία μοτοσυκλέτα που να πηγαίνει γρήγορα στην άσφαλτο και εξαιρετικά στο χώμα και να μην κοστίζει μία περιουσία. Το επίπεδο του Tenere είναι πραγματική έκπληξη, είναι πολύ πάνω από αυτό που περιμέναμε, τα όριά του είναι πολύ πιο πάνω από τις δυνατότητες του μέσου αναβάτη, και δεν ζητά τίποτα από τον αναβάτη του, μονάχα να το καβαλήσει και να φύγει.

Έχουμε λοιπόν να πούμε πολλά, για την κατασκευή, την απόδοση σε στροφιλίκι, σε κοτρώνες, πέτρες, αυτοκινητόδρομους και επαρχιακούς. Για τα φρένα που θέλουν επίσης ανάλυση, για την μετάδοση και τον κινητήρα. Ο ενθουσιασμός είναι αντιστρόφως ανάλογος για ένα βασικό μοντέλο, με την διαφορά πως αυτό δεν είναι πλέον ένα βασικό μοντέλο. Είναι ο άξιος συνεχιστής του ονόματος, είναι το Tenere που υποσχέθηκε η Yamaha. Και την υπόσχεσή της, την κράτησε με το παραπάνω!

Ετικέτες

KTM 390 Adventure 2020: Δοκιμή στην Τενερίφη [VIDEO]

Παρέα με τον Sam Sunderland
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

8/3/2020

Υπάρχει σαφή απάντηση από τους ανθρώπους της KTM, στην πιο συνηθισμένη ερώτηση που ακούμε για το μικρό Adventure: «γιατί αργήσανε τόσο πολύ να το βγάλουν…». Οι αναγνώστες του ΜΟΤΟ ξέρετε την απάντηση από το τεύχος Δεκεμβρίου 2019, όταν φιλοξενούσαμε την πρώτη του παγκοσμίως οδηγική εμπειρία, παράλληλα με την παρουσίασή του στην EICMA - και την απάντηση αυτή, την επιβεβαιώσαμε και τώρα. Ας την θυμηθούμε: Είναι γιατί ο κ. Rajiv Bajaj δεν έβλεπε να πωλούνται on-off μοτοσυκλέτες στην αγορά του… και η αγορά του καλύπτει σχεδόν το 50% του μισού εκατομμυρίου μονοκύλινδρων Duke που έχουν παραχθεί έως τώρα, και είναι η μεγαλύτερη αγορά μοτοσυκλέτας στον κόσμο εδώ και χρόνια. Οπότε δεν την παραβλέπεις… Εκείνο όμως που δεν το ξέρουν όλοι μέσα στην KTM, παρά μονάχα τα πιο υψηλόβαθμα στελέχη ή τουλάχιστον εκείνοι μπορούν να μιλήσουν πιο ανοιχτά, είναι πως είχαν φτάσει στο σημείο να φτιάξουν ένα πρωτότυπο για να εξερευνήσουν την πιθανότητα ενός μικρότερου Adventure πριν τελικά καταφέρουν να πείσουν την Bajaj να αναλάβει δράση. Κι ευτυχώς που το κατάφεραν, γιατί εκείνο διαφορετικά δεν θα μπορούσαν να το κάνουν τόσο προσιτό, όσο ήθελαν.

Δείτε teaser video της αποστολής μας και τον Sam Sunderland να μας μιλά για το 390 Adventure...

Δεν χρειάστηκε βέβαια στο τέλος ισχυρή επιχειρηματολογία, γιατί η προσμονή για μία τέτοια μοτοσυκλέτα άρχισε να αυξάνεται ραγδαία και όχι με αριθμητική πρόοδο. Ωστόσο δεν φταίει μόνο ο κ. Bajaj για το γεγονός πως περιμέναμε αρκετό καιρό να δούμε μία τόσο σημαντική μοτοσυκλέτα, ιδιαίτερα για την δική μας αγορά. Είναι που και οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι δεν αναγνώρισαν γρήγορα την ανοδική δυναμική των μικρότερων μοτοσυκλετών, τουλάχιστον όχι όπως την είχαν προβλέψει οι Έλληνες μέσα στην οικονομική κρίση.

Τέλος όμως με την αναμονή, το 390 Adventure είναι πλέον εδώ! Είναι κυριολεκτικά εδώ, γιατί η KTM στην Ελλάδα τα έχει κιόλας παραλάβει, νωρίτερα από πολλές άλλες αγορές πράγμα που επιβεβαιώνει και την προσμονή που υπήρχε στην χώρα μας. Αν και οι προ-παραγγελίες που ήδη έχουν αποτελούν μία καλύτερη επιβεβαίωση… Παρόλο που έχει έρθει στην Ελλάδα όμως, εμείς πήγαμε να το συναντήσουμε στην Τενερίφη! Εκεί που εν μέσω ταξιδιωτικών οδηγιών η KTM διοργάνωσε την διεθνή παρουσίασή του. Αγαπημένο μέρος της KTM για τις Adventure μοτοσυκλέτες… με μικρές εξαιρέσεις, όλες εκεί τις έχουμε οδηγήσει.

Το γεγονός πως το 390 είναι μέλος της οικογένειας Adventure δεν φαίνεται από το όνομα, ούτε και από το σουλούπι που ακολουθεί την σχεδιαστική φιλοσοφία των μεγαλύτερων μοντέλων. Είναι που το έχουν πλαισιώσει με την ίδια προσοχή, δεν ξεφόρτωσαν το project στους Ινδούς. Να ένα παράδειγμα προς επιβεβαίωση αυτού του ισχυρισμού: Η εξέλιξη των αναρτήσεων έχει γίνει στην Καλιφόρνια, από τον άνθρωπο των Rally, τον Quinn Cody. Είναι εκείνος που έκανε την μεγάλη αλλαγή που λέγαμε στην δοκιμή του 790 Adventure, με αποτέλεσμα να είναι μία από τις πιο σταθερές μοτοσυκλέτες γενικά και όχι μόνο ανάμεσα σε όσες έχουν 21 ίντσες τροχό. Ο χρόνος του είναι πολύτιμος αλλά η KTM θα προίκιζε το μικρό Adventure με πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις και δεν υπήρχε περίπτωση να κάνουν μισές δουλειές. Ένα πράγμα σας γεννήθηκε τώρα σαν απορία, αμέσως μόλις το μάτι έπεσε στις 21 ίντσες, γιατί να μην έχει και το 390 ένα τέτοιο τροχό.

Η ΚΤΜ βλέπει αυτή την μοτοσυκλέτα σαν entry level στον κόσμο που ισορροπείς σε δύο ρόδες… και σε αυτό το πρώτο βήμα, ο εικοσιενός ιντσών εμπρός τροχός δεν έχει καμία θέση. Είναι το ίδιο που λέμε και στο τεύχος του ΜΟΤΟ που τώρα κυκλοφορεί, το τεύχος Μαρτίου 2020, ο αρχάριος αναβάτης είναι πολύ καλύτερα με 19άρι εμπρός τροχό. Το ίδιο και ο έμπειρος που θέλει μία καθημερινή μοτοσυκλέτα με την οποία να πηγαίνει σβέλτα στην άσφαλτο και όταν και όποτε χρειαστεί και στο χώμα... «αραιά και που» δηλαδή. Οι ζάντες προέρχονται από έναν κινέζο προμηθευτή, ίδιο με αυτόν που φτιάχνει του 790 και δεν προβλέπεται να δούμε άλλες, ακτινωτές για παράδειγμα. Ενώ για να μεγαλώσει το μέγεθος του εμπρός τροχού θα πρέπει να γίνει ξεχωριστή έκδοση, καθώς με τόσα ηλεκτρονικά δεν ξεβιδώνεις και βιδώνεις… Είναι ευκαιρία να τονίσουμε κάτι ακόμη, πως ανάμεσα σε όλα τα υπόλοιπα, το 390 είναι και μία από τις μικρότερες μοτοσυκλέτες με IMU παρέα με τα CB125 και CB300 που επίσης έχουν αισθητήρα κλίσης δηλαδή, καθιστώντας το μικρό Adventure την μοναδική on-off με το πρόσθετο αυτό στοιχείο εξοπλισμού.

Όλα αυτά για να ξεφύγουμε νωρίς – νωρίς, με τα δύο πιο συνηθισμένα μηνύματα που έχουμε πάρει για το 390. Υπάρχει και ένα τρίτο που επαναλαμβάνεται πιο αραιά: Αν αυτή είναι η τελική ζελατίνα. Ναι, και δεν θα υπάρξει και άλλη. Το μέγιστο που εμφανίστηκε στο κοντέρ στηνδιάρκεια της παρουσίασης ήταν 172 χιλιόμετρα, και μένει να δούμε πόσα από αυτά είναι τα πραγματικά. Όμως για να φτάσεις εκεί χρειάζεται μία τεράστια ευθεία και πολύ υπομονή, ενώ τα 150 έρχονται σαφώς πιο γρήγορα. Κανένα κράνος με γείσο και στοιχειώδη αεροδυναμική, που σημαίνει πως ανήκει από την μέση σε κατηγορία τιμής και πάνω, δεν δυσκολεύεται σε αυτά τα χιλιόμετρα. Χωρίς γείσο ακόμη πιο εύκολα. Τα σύγχρονα αεροδυναμικά κράνη σου επιτρέπουν να ανέβεις πολύ πάνω από τα διακόσια χιλιόμετρα χωρίς να πρέπει να έχεις τον σβέρκο του Hulk για να αντισταθμίσεις ταλαντώσεις και πίεση. Ακριβότερα κράνη με γείσο θα τα καταφέρουν επίσης, ιδιαίτερα για μικρές αποστάσεις. Οπότε στα 150 που πολύ πιο εύκολα βλέπεις ως μέγιστη τιμή στο κοντέρ, μία ψηλότερη ζελατίνα δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία. Θα υπήρχαν περισσότερες ταλαντώσεις και θα ενοχλούσε και στο χώμα.

Το χώμα ήταν κάτι που στην KTM δεν διαπραγματεύτηκαν, ήθελαν καλή συμπεριφορά, για αυτό και έφτιαξαν ένα καινούριο πλαίσιο για τον ίδιο κινητήρα, αυτόν που χρησιμοποιείται αυτούσιος και στο Duke. Δεν υπάρχει καμία διαφορά, ούτε και στην μετάδοση, ανάμεσα στο Duke και στο Adventure. Ο υδρόψυκτος κινητήρας των 373 κυβικών ήταν ήδη εξαιρετικά αποδοτικός για να χρειάζεται αλλαγές, ώστε να προσαρμοστεί στις Euro5 προδιαγραφές χωρίς να χάσει ούτε σε ιπποδύναμη, ούτε και σε ροπή. Προστέθηκαν δύο καταλύτες, που από μόνοι τους έκαναν την διαφορά, ενώ είχαν τώρα την ευκαιρία να διορθώσουν και ένα από τα θέματα που έχουν απασχολήσει στα Duke, την απαγωγή της θερμότητας. Μιλάμε για ένα σύστημα ψύξης που μπορεί να δημιουργήσει διαφορά 8 βαθμών συγκριτικά με το προηγούμενο στις ίδιες συνθήκες, κι αυτό σημαίνει πως δουλεύει πολύ καλύτερα. Επιπρόσθετα όμως, η απαγωγή της θερμότητας γίνεται με τρόπο που επηρεάζει λιγότερο τα πόδια του αναβάτη! Το ψυγείο είναι κυρτό και τα βεντιλατέρ έγιναν δύο, διώχνοντας τον αέρα με τέτοια γωνία, που το ζεστό κύμα δεν πηγαίνει απευθείας στα πόδια! Από εκεί και πέρα, τα 89x60 χιλιοστά του εμβόλου ανεβάζουν 12,6:1 συμπίεση και η τροφοδοσία τους γίνεται από βαλβίδες στις οποίες ενεργούν κοκοράκια με DLC επίστρωση καταφέρνοντας να βγάλουν 44 ίππους στις 9.000 στροφές, από μία μοτοσυκλέτα που ζυγίζει 158 κιλά στεγνή και 172 γεμάτη – τουλάχιστον μέχρι να την ζυγίσουμε κι εμείς. Αυτή η σχέση κιλών ανά ίππο, καθιστά το Adventure μία πιο γρήγορη μοτοσυκλέτα από άλλες με περισσότερα κυβικά, πόσο μάλιστα για μεσαία on-off της προηγούμενης δεκατίας!

Η κατανάλωση είναι επίσης προσεγμένη, μιας και την έχει αναλάβει η Bosch που διαχειρίζεται ηλεκτρονικά την γκαζιέρα. Τα 38mm σώματα ψεκασμού της Dell’ ‘Orto κάνουν την δουλειά τους από το ίδιο φιλτροκούτι που υπάρχει και στο Duke και με πολύ γρήγορη οδήγηση τα όργανα δεν ξεφεύγουν ψηλότερα από την αρχή των τεσσάρων λίτρων για εκατό χιλιόμετρα. Με προσεκτική οδήγηση θα πέσει και πολύ πιο κάτω, πάντα με βάση την ένδειξη που μας δίνει το ίδιο φυσικά, η πραγματικότητα θα φανεί κατά την δοκιμή στην Ελλάδα. Το traction control μπορείς να πεις πως δεν το χρειάζεσαι, παρόλο που τα 3.8Kg.m ροπής στις 7.000 στροφές έχουν τον τρόπο να κάνουν τον πίσω τροχό να σπινάρει. Τέρμα πλαγιασμένος στην καλύτερη άσφαλτο του κόσμου, το απότομο άνοιγμα του γκαζιού παραμένει η λιγότερο σοφή απόφαση. Με το traction control να έχει μία ήπια επέμβαση σε φυσιολογικό ρυθμό, αδιαφορείς και απλά ανοίγεις το γκάζι όποτε θέλεις και για όσο θέλεις. Υπάρχουν παρατηρήσεις φυσικά και θα το αναλύσουμε στο τεύχος, η επέμβασή του γίνεται πιο έντονη όταν ανέβεις σε ρυθμό. Από την Bosch έρχεται και η μονάδα Cornering ABS, από τους καλύτερους φίλους που θα μπορούσες να έχεις για κάθε μέρα, καθώς είναι η 9.1MP που ξέρει να συμπεριφέρεται σωστά στο δυνατό φρενάρισμα, ενώ διαθέτει και επιλογή offroad. Για την συνεργασία με τις δαγκάνες της Bybre είναι κάτι που θα πρέπει επίσης να το δούμε στην Ελλάδα, διότι δεν υπάρχει τέτοια άσφαλτος πουθενά αλλού, το μόνο σίγουρο είναι πως αν ζητήσεις δυνατό δάγκωμα, θα το πάρεις και με το παραπάνω.

Ο δίσκος μπροστά δεν είναι μικρός, με 320mm διαμέτρου κάνει την δουλειά του μία χαρά, όπως και ο πίσω των 230mm. Το βασικό είναι οι αναρτήσεις WP Apex που φτιάχτηκαν για το Adventure και μόνο και το γεγονός – όπως είπαμε- πως αφότου φτιάχτηκαν σεταρίστηκαν από τον Quinn Cody! Για entry level μοτοσυκλέτα ξεφεύγει πολύ από τον μέσο όρο κι αυτός ήταν ο στόχος. Από το αριστερό καλάμι του ανεστραμμένου πιρουνιού ρυθμίζεις την απόσβεση συμπίεσης και από το δεξί την απόσβεση επαναφοράς με πολλά μεσαία βήματα. Με κάστερ στις 26,5 μοίρες και διαδρομή 170mm τα χαρτιά δείχνουν έναν ξεκάθαρο on-off προσανατολισμό. Με την KTM και παραδόξως όχι την Bajaj, να κάνει το λάθος να δώσει στους Ινδούς την μοτοσυκλέτα σχεδόν ένα μήνα πριν, βγήκαν video με παράπονα για εξάντληση της διαδρομής και μη προοδευτική συμπεριφορά κατά την συμπίεση. Είναι σημεία των καιρών αυτά όμως, καθώς οι περισσότεροι από αυτούς δεν οδηγούσαν στο χώμα και προσπάθησαν να ρίξουν το φταίξιμο της απόδοσής στην μοτοσυκλέτα. Τουλάχιστον η KTM αναγνώρισε το σφάλμα της. Σίγουρα είναι μία ασφάλτινη μοτοσυκλέτα που πηγαίνει στο χώμα και μέχρι εκεί, αλλά να είναι κάτι περισσότερο. Ναι θα θέλαμε ένα μικρό on-off με αυτό τον κινητήρα και πολύ περισσότερο προσανατολισμένο στο off, αλλά ποιος θα το αγόραζε και γιατί; Ο κόσμος δουλεύει δύο δουλειές για να πάρει μία μοτοσυκλέτα και θέλει τρίτη για να την ταΐσει βενζίνη μετά, οπότε ο χρόνος για βόλτες στο χώμα είναι ανύπαρκτος. Για να εξερευνήσεις όμως τις δυνατότητες στην εκτός δρόμου οδήγηση, δεν χρειάζεσαι τίποτα περισσότερο.

Από την μικρή βόλτα στο χώμα, που είναι με διαφορά η μεγαλύτερη που έχω κάνει σε δεκάδες αποστολές στην Τενερίφη, φάνηκε έμπρακτα αυτό ακριβώς, η ικανότητα του 390 να χαρίσει σε έναν νέο αναβάτη διασκέδαση με ασφάλεια στο χώμα, έχοντας μικρό βάρος, ευκολία να βάλεις τα πόδια σου κάτω, που είναι λάθος προφανώς αλλά ταυτόχρονα και το πρώτο που σκέφτεται ο νέος αναβάτης. Η προβλέψιμη συμπεριφορά δεν είναι κακό για κανέναν, ούτε για τον νέο αναβάτη, ούτε για τον έμπειρο. Η φλατ απόδοση της ροπής όμως, είναι ένα μειονέκτημα για εκείνον που θέλει να παίξει, αν και -ναι- δεν περιμένουν όλοι το 390 για να παίξουν. Εκτός από την περίπτωση της δεύτερης μοτοσυκλέτας ή της «επανεισόδου» στις δύο ρόδες. Η δίχως έξαρση απόκριση στερεί ένα βαθμό ευχαρίστησης, αν και μετά τις 6.000 στροφές τα πράγματα γίνονται καλύτερα με βάση το πώς αντιλαμβάνεσαι το γκάζι. Στις 7.000 στροφές παίρνεις την μέγιστη τιμή της ροπής αλλά αμέσως κάνει κοιλιά, έστω και μικρή. Το 390 δεν θα είναι το σουζουμηχανάκι που θα σηκώνεις σούζες χωρίς να τραβάς τιμόνι, δεν θα βασιστείς μόνο στο γκάζι δηλαδή μετά την πρώτη σχέση στο κιβώτιο. Όποιος ξέρει σούζα θα το ευχαριστηθεί ιδιαίτερα, διαφορετικά θα χρειαστεί να την μάθει καλά, δεν θα του κάνει τα πράγματα εύκολα δηλαδή…

Στην εκπληκτική άσφαλτο της Τενερίφης, που απλόχερα χρησιμοποιούν το καλύτερο υλικό, μιας και με αφθονία τους παρέχεται από τα έγκατα της γης, θα πρέπει να ξύνεις μαρσπιέ και να ανοίγεις δυναμικά το γκάζι για να δεις το traction control να επεμβαίνει απότομα. Όταν φτάσεις εκεί, απλά το απενεργοποιείς και η αμεσότητα της γκαζιέρας σου επιτρέπει να έχεις πάντα το γκάζι που θέλεις, ούτε λιγότερο ούτε και περισσότερο, ο ψεκασμός κάνει πολύ καλά την δουλειά του. Τα μαρσπιέ από την άλλη είναι και σε καλή απόσταση από το έδαφος για να μην συναντούν την άσφαλτο όσο στρίβεις, παρά μόνο αν πιέσεις πολύ τα TKC70 της Continental και δεν τοποθετούν τα γόνατα σε περίεργη γωνία.

Το πρόβλημα είναι όταν σηκώνεσαι όρθιος. Τα γόνατα βρίσκουν ένα κενό εκεί που θα ήθελαν να αγκαλιάσουν ρεζερβουάρ και αν τα φρενάρεις στο ρεζερβουάρ είσαι πιο κοντά από αυτό που θα ήθελες ιδανικά. Λύσεις υπάρχουν. Η σέλα Rally κάνει μεγάλη διαφορά στην θέση της οδήγησης και αντιλαμβάνεσαι πως λίγα χιλιοστά μπορούν να παίξουν ρόλο, ιδιαίτερα στα γόνατα. Προσθέτεις και αποστάτες στο τιμόνι και το πρόβλημα, αν το συναντήσεις, έχει λυθεί. Το ρεζερβουάρ με την σειρά του είναι πιστή αντιγραφή του 790 σε φιλοσοφία δεν κατεβαίνει χαμηλά σε στιλ Rally, προφανώς, και κατασκευάζεται με τον ίδιο τρόπο, που κανείς άλλος δεν κάνει στην μοτοσυκλέτα τουλάχιστον όχι ακόμη. Αν έχετε διαβάσει την δοκιμή του 790 καταλαβαίνετε γιατί μιλάμε. Είναι ένα από τα τελείως ευρωπαϊκά πράγματα με την έννοια πως φτιάχνεται σε Ευρωπαϊκό έδαφος και το στέλνουν άβαφο στην Ινδία. Περισσότερα στο επόμενο τεύχος.

Η οθόνη είναι ίδια με του 790, που σημαίνει πως υπάρχει το προστατευτικό γυαλί μπροστά και δεν είναι η οθόνη ενσωματωμένη στο γυαλί. Κάποιες αντανακλάσεις θα υπάρχουν, αλλά πρόβλημα δεν δημιουργείται.

Με πλούσιο εξοπλισμό και μοντέρνα εμφάνιση σε προσελκύει να καθίσεις στην σέλα του. Εκεί θα ανακαλύψεις μία θέση οδήγησης που θα βοηθήσει τον πιο κοντό αναβάτη να πατήσει με ασφάλεια και τον πιο ψηλό μέχρι και το 1,90 να βολευτεί στην σέλα του με βαθμιαίες μικρές παραχωρήσεις. Μόλις το οδηγήσεις και ξεφύγεις λίγο από τα νούμερα των κυβικών και της απόδοσης, τότε αντιλαμβάνεσαι πως είσαι σε μία από τις καλύτερες μοτοσυκλέτες από πεντακόσια κυβικά και κάτω. Ο ανταγωνισμός του δεν σταματά στην περιοχή των τριακοσίων κυβικών, γιατί το μικρό Adventure έχει την απόδοση που χρειάζεται να κυνηγήσει μεγαλύτερες μοτοσυκλέτες, ιδιαίτερα σε κλειστό επαρχιακό. Ακριβώς όπως και το Duke, απλά με μία όρθια θέση οδήγησης… Δεν είναι υπερβολή, πως όταν το δεις από μακριά μπορεί να το μπερδέψεις με το επόμενο σε κυβισμό, ιδιαίτερα αν έρχεται προς το μέρος σου. Πολλά πράγματα επάνω του ξεφεύγουν από τα όρια της κατηγορίας του, και ο τρόπος που το χαίρεσαι σε επαρχιακούς είναι το πρώτο. Αυτή είναι η αρχική εντύπωση μετά από μία μέρα, πλούσια σε οδήγηση. Η πολυήμερο δοκιμή στην Ελλάδα θα την επιβεβαιώσει όμως, είναι δύσκολο να την ανατρέψει…

 

Δείτε περισσότερες φωτογραφίες του νέου KTM 390 Adventure από την αποστολή στην Τενερίφη!

Ετικέτες