Δοκιμάζουμε Michelin Road 5: Πρώτες εντυπώσεις [video]

Νέα τεχνολογία στα ελαστικά!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

23/2/2018

Δοκιμάζουμε αυτή τη στιγμή το νέο Michelin Road 5 σε δρόμο και πίστα και σε δοκιμασίες φρεναρίσματος και αποφυγής εμποδίου σε βρεγμένο οδόστρωμα, σε μία γνώριμη πίστα δοκιμών στην Σεβίλλη. Μεταφέρουμε άμεσα τις πρώτες εντυπώσεις και τις πληροφορίες κατασκευής του ιδιαίτερου αυτού sport touring ελαστικού με ένα teaser video απευθείας από την Ισπανία, για να ακολουθήσει η αναλυτική δοκιμή σε επόμενο τεύχος του MOTO. Προαναγγέλλουμε επίσης ένα ολοκληρωμένο συγκριτικό video, μία μικρή υπερπαραγωγή του MOTO γυρισμένη στην Σεβίλλη, στο Μαρόκο και στην Ελλάδα με τις νέες προτάσεις της κατηγορίας αυτής, γράφοντας χιλιόμετρα στις ίδιες μοτοσυκλέτες, σε διαφορετικές χώρες και συνθήκες… Μέχρι τότε, ας συστηθούμε με το Road 5 που εισάγει νέα δεδομένα στην κατασκευή των ελαστικών ευρείας παραγωγής!

Η πέμπτη γενιά του Michelin Road 5 σηματοδοτεί την ωρίμανση μίας από τις πιο νέες τεχνολογίες στην κατασκευή ελαστικών, και την πρώτη φορά που χρησιμοποιείται σε ελαστικό μοτοσυκλετών. Με την χρήση 3D τεχνολογίας στην κατασκευή του καλουπιού, επιτυγχάνεται η δημιουργία αυλακιών με πολύπλοκο σχήμα και με κλιμακωμένο βάθος διατομής. Αυτό σημαίνει πως επιφανειακά βλέπεις ένα αυλάκι σε πάχος τρίχας που στο βάθος του όμως είναι πολλαπλάσια φαρδύτερο. Δεν χρειάζεται παρά μικρή δόση περιέργειας, για να αρχίσεις να αναρωτιέσαι πώς είναι δυνατό, να σχηματιστεί ένα αυλάκι στο ελαστικό που στην επιφάνειά του κλείνει και είναι λεπτότερο.

Όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, η εξήγηση είναι απλά σαν έννοια και υπερβολικά δύσκολη στην κατασκευή, τόσο δύσκολη που κανείς άλλος στον κόσμο αυτή την στιγμή, δεν μπορεί να προσφέρει κάτι αντίστοιχο. Η Michelin προστατεύει με μία σειρά από πατέντες την κατασκευή της, αλλά όπως συμβαίνει πάντα στην μηχανική, αρκεί μία μικρή αλλαγή και θεωρητικά έχεις διαφοροποιηθεί από την πατέντα «τόσο-όσο».

Μέχρι να γίνει αυτό στο μέλλον όμως, πρέπει να ξέρετε πως το Road 5 είναι το πρώτο ελαστικό μοτοσυκλετών με αυτά τα περίεργα, θαύμα της μηχανικής αυλάκια και θα παραμείνει μοναδικό για αρκετό καιρό ακόμη..

Πώς δουλεύει η τεχνολογία αυτή;

Σχεδιάζεται και δοκιμάζεται μέσα από μία μακρά διαδικασία η χάραξη του ελαστικού. Σε επόμενο τεύχος του MOTO θα εξηγήσουμε αναλυτικά τα στάδια του Michelin Road 5 και το χρονικό διάστημα που διήρκεσε το καθένα.

Συνολικά όμως, ο σχεδιασμός του κράτησε τέσσερα χρόνια που σημαίνει ότι ξεκίνησε αμέσως μόλις ολοκληρώθηκε το Road 4, η προηγούμενη έκδοση που είχε στην Ευρώπη –συνολικά- σημαντική επιτυχία, ως το sport touring ελαστικό με τις περισσότερες πωλήσεις.

Με την χάραξη λοιπόν να έχει σχεδιαστεί και δοκιμαστεί σε πραγματικές συνθήκες με πρωτότυπα μοντέλα, έρχεται η καινοτομία της κατασκευής που κρύβει το Road 5.

Με μέθοδο αντίστοιχη της 3D εκτύπωσης ένα laser επιδρά στο μέταλλο αρχίζοντας να σχεδιάζει το περίγραμμα επίπεδο-επίπεδο ξεκινώντας από επάνω προς τα κάτω. Σκάβει λοιπόν από ένα μασίφ κομμάτι το αρνητικό ανάγλυφο της χάραξης.

Φανταστείτε το Grand Canyon και μετά το.. καπάκι του. Αυτό είναι το καλούπι, το καπάκι που έχει προεξοχές που γεμίζουν τις αυλακώσεις του ελαστικού. Το νέο εδώ είναι πως οι αυλακώσεις αυτές δεν είναι επίπεδες στην χάραξη αλλά πλαταίνουν όσο βαθαίνουν.

Πώς όμως μπορείς να βυθίσεις ένα μεταλλικό καλούπι στην γόμα του ελαστικού και η πάνω του πλευρά να είναι η πιο λεπτή αντί για το ανάποδο;

Πολύ απλά, κατά τον βουλκανισμό του ελαστικού, όπου ασκείται από το εσωτερικό του πίεση προς το τοίχωμα του καλουπιού, η ζεστή και εύπλαστη γόμα, αγκαλιάζει τις μεταλλικές προεξοχές του καλουπιού «θηλυκώνοντάς» τες.

Κι εδώ ίσως γεννάται η δεύτερη απορία. Πώς αφαιρείς το έτοιμο ελαστικό, από το καλούπι, όταν εκείνο το έχει αγκαλιάσει και ασφαλίσει σαν “Origami” κυριολεκτικά και μεταφορικά;

Εδώ είναι άλλη μία πατέντα της Michelin κι αυτή απλή στην θεωρία, κι εξαιρετικά δύσκολη στην πράξη. Με ελάχιστη παραμόρφωση του ελαστικού, είναι δυνατό να το αφαιρέσεις από το καλούπι, την στιγμή που αν το τραβούσες απλά, θα ήταν αδύνατο να το αφαιρέσεις χωρίς να το καταστρέψεις. Για άλλη μία φορά το ζήτημα δεν είναι στην σκέψη ή στην σύλληψη της ιδέας, τα πρωτότυπα ελαστικά για δοκιμές έτσι κατασκευάζονται, βυθίζοντας το καλούπι με την ανάποδη χάραξη στο ελαστικό. Το δύσκολο είναι να τους προσδόσεις διαφορετικό πλάτος από κάτω προς τα πάνω και περίπλοκο σχήμα, και μάλιστα να χρησιμοποιήσεις τρισδιάστατη τεχνολογία για να το κάνεις αυτό. Διότι ο βαθμός προσοχής της λεπτομέρειας σε αυτό το επίπεδο που μιλάμε, αγγίζει πολλές υποδιαιρέσεις του χιλιοστού, ώστε αφαιρώντας το καλούπι να έχεις ένα τόσο πολύπλοκο σχήμα, δίχως την παραμικρή ατέλεια.

Το Road 5, ασχέτως πως συμπεριφέρεται στο δρόμο, ξεκινά την καριέρα του ως ένα θαύμα της μηχανικής! Η Michelin ονομάζει την τεχνολογία αυτή XST (X Sipe Technology) και πλέον με το Road 5 είμαστε στην XST evo, το επόμενο δηλαδή στάδιο, καθώς την εξελίσσει για περισσότερα από 12 χρόνια. Ξεκινώντας με αυτοκίνητα και φορτηγά και τις σειρές MICHELIN CrossClimate, MICHELIN Premier A/S και το MICHELIN X LINE ENERGY D2, απέκτησε πολύ μεγάλη εμπειρία πριν περάσει την τεχνολογία στις μοτοσυκλέτες, το πιο απαιτητικό όχημα από πλευράς σχεδίασης ελαστικών.

Πρόκειται για μία τεχνολογία που ήρθε για να μείνει και να επεκταθεί από την Michelin ακόμα παραπάνω, σε περισσότερα μοντέλα, καθώς για να την θέσει στην υπηρεσία της,  συνεργάστηκε με την Five, ενώνοντας τις δυνάμεις τους σε έναν κοινό φορέα με το όνομα Addup που εδρεύει στο Clermont-Ferrand της Γαλλίας. Με αυτό τον τρόπο η Michelin έχει επενδύσει πλήρως στην νέα τεχνολογία παράγοντας και σχεδιάζοντας η ίδια, κάθε στάδιό της. Για να φτάσουμε στο επίπεδο που μιλάμε αυτή την στιγμή, ήταν απαραίτητο να χρησιμοποιηθεί τρισδιάστατη τεχνολογία, ο μόνος τρόπος να έχουμε πολύπλοκο σχήμα στο καλούπι με τόσο μικρό μέγεθος και σε αυτή την λεπτομέρεια. Σε προηγούμενα στάδια της τεχνολογίας αυτής, απλά συνέθεταν το τελικό καλούπι κολλώντας μεταλλικά κομμάτια το ένα επάνω στο άλλο, σε μία διαδικασία που από ένα στάδιο και μετά, άγγιζε τα επίπεδα του ωρολογοποιού ή του χρυσοχόου. Τώρα λοιπόν εξέλιξαν μία ολόκληρη διαδικασία, την τελειοποίησαν και με τα νέα δεδομένα ξεκίνησαν την κατασκευή ενός νέου ελαστικού, κι αυτό είναι το νέο Michelin Road 5, η επίτομη της τεχνολογίας αυτής!

Εκτός από θαύμα της μηχανικής και έκφραση υψηλής τεχνολογίας, ποιο είναι το πρακτικό όφελος της μεταβλητής διατομής;

Τα ελαστικά είναι ένας ζωντανός οργανισμός, το λέμε χρόνια αυτό, στην περίπτωση του Road 5 όμως είναι ένας οργανισμός που «γυμνάζεται» σε όλη την διάρκεια της ζωής του, αυτός είναι ένας μεταφορικός συμβολισμός για επίδρασή τους στις επιδόσεις του. Πιο συγκεκριμένα, όταν το ελαστικό είναι καινούριο και υπάρχει αρκετό πλέγμα η κινητικότητα του πέλματος είναι κάτι δεδομένο και μετρήσιμο, όσο όμως το πέλμα φθίνει αλλάζει και η κινητικότητά του. Στην αρχή της ζωής του μονάχα μία «τρίχα» σπάει το φιλμ του νερού που καλύπτει το οδόστρωμα κατά την βροχή, κι ανακατευθύνει το νερό προς το κέντρο του ελαστικού στην χαρακτηριστική στρόγγυλη τρύπα που υπάρχει, εκτοξεύοντας μικρούς πίδακες. Με την φθορά, το αυλάκι αυτό ουσιαστικά μεγαλώνει, καθώς το πέλμα μικραίνει σε πλάτος αποκαλύπτοντας την μεταβλητή διατομή του.. Το αποτέλεσμα σύμφωνα με την Michelin είναι να συμπεριφέρεται μετά από 5.000 χιλιόμετρα, όπως το Road 4! Είναι μία εντυπωσιακή ανακοίνωση, το κάθε άλλο.

Συζητήσαμε πολύ με τους ανθρώπους της Michelin που είναι πάντα διαθέσιμοι να σου μιλήσουν απαντώντας με ειλικρίνεια και γνωρίζοντας την ιδιαιτερότητα της Ελλάδας και τα προβλήματα που εμείς αντιμετωπίζουμε. Για παράδειγμα όταν είπα στον Dean τον βασικό αναβάτη εξέλιξης, πως το Road 4 ήταν εκπληκτικό στην βροχή αλλά χωρίς προοδευτική απώλεια της πρόσφυσης μετά από λίγες μοίρες κλίσης συμφώνησε απόλυτα. Όπως και για το γεγονός πως στην Ελλάδα έχουμε μία σύνθεση της ασφάλτου που ανατρέπει κάθε δεδομένο που αποκτούμε από δοκιμές στην υπόλοιπη Ευρώπη… Το γνωρίζουν κι αυτό στην Michelin…

Τώρα στο Road 5 χρησιμοποιείται και πάλι η 2CT+ τεχνολογία, όπου στο πίσω ελαστικό, το ένα μίγμα της γόμας εισχωρεί κάτω από το δεύτερο που καλύπτει τα πλαϊνά βοηθώντας την σταθερότητα του ελαστικού και την ομοιογένειά του. Ομοιότητες υπάρχουν μονάχα με το Power RS, το πιο sport ελαστικό της Michelin που δοκιμάσαμε πέρσι στο Κατάρ, κι από τότε εκπλήσσει όποιον το χρησιμοποιεί, δουλεύοντας αποδοτικά και στην Ελλάδα. Το εμπρός όμως είναι τελείως νέα υπόθεση. Ολοκληρωτικά νέο, λίγο πιο γρήγορο σε γεωμετρία από το Road 4 έχει σχεδιαστεί για να προσφέρει ευελιξία και σταθερότητα την ίδια στιγμή. Δοκιμάζοντάς το σε φρενάρισμα με περισσότερα από 200 χιλιόμετρα στην σέλα ενός S1000XR που είναι πολύ γνώριμη η συμπεριφορά του με άλλα ελαστικά, το Road 5 απέδωσε σε βαθμό ανώτερο της κατηγορίας του. Ωστόσο ήταν στο βρεγμένο εκεί που δυσκολευόσουν να βρεις τα όρια της πρόσφυσης, γιατί έπρεπε να πασχίζεις να ξεπεράσεις τα όρια που σου έβαζε η λογική, φρενάροντας από τα 150 – 160 στα 40, σουζάροντας και ντριφτάροντας στις εξόδους και τις εισόδους. «Πρέπει να σου άρεσε» μου λέει χαμογελώντας ο υπεύθυνος της Michelin για την δοκιμή στο βρεγμένο, όταν είδε τις παραπάνω συμπεριφορές… Η αλήθεια είναι ότι απλά έψαχνα ένα τρόπο να νιώσω το γλίστρημα, χωρίς να είναι μοιραία μη αναστρέψιμο..

Υπάρχουν αρκετά μυστικά στο Road 5 που το καθιστούν ένα από τα καλύτερα ελαστικά της κατηγορίας του, δεν μπορώ να πω ακόμα το καλύτερο καθώς αναμένεται να οδηγήσουμε τα υπόλοιπα σύντομα κι εκεί θα βγει το τελικό συμπέρασμα. Η Michelin έχει ήδη διεξάγει μετρήσεις και μάλιστα παρουσία δικαστικού εκπροσώπου, διασφαλίζοντας την ακεραιότητα των μετρήσεων αυτών, που την φέρνουν στην κορυφή. Ωστόσο κατά την διάρκεια της δοκιμής δεν είχε όλα τα νέα μοντέλα, αυτά που θα δοκιμάσει ή έχει δοκιμάσει το MOTO πρώτο στον κόσμο –μάλιστα συνέβη κι αυτό- και θα ανακοινωθεί σύντομα. Η αλήθεια είναι πως το Road 5 έχει στοχεύσει κορυφή και δύσκολα θα το κατεβάσει κάποιος από εκεί! Ξεκινώντας από το νέο βασικό ελαστομερές της γόμας του Road 5 και το μικρό μυστικό στον σκελετό, θα φτάσουμε μέχρι το ελάχιστο ποσοστό χρήσης φυσικού ελαστικού, κι όλα αυτά θα τα αναλύσουμε στο MOTO, μαζί με την πλήρη παρουσίαση της χρήσης του, έπειτα από αρκετά χιλιόμετρα στη σέλα διαφορετικών μοντέλων, σε πίστα κα δρόμο!

Αυτή την στιγμή ετοιμάζεται η έκδοση Road 5 GT για τις βαρύτερες τουριστικές μοτοσυκλέτες, καθώς και η Road 5 Trail για τις μοτοσυκλέτες παντός δρόμου που θα έρθει τον Αύγουστο στην παραγωγή, για να είναι έτοιμη η Michelin σε όλες τις διαστάσεις..

Οδηγούμε Yamaha Tenere 700 – Πρώτες εντυπώσεις! [VIDEO]

«Υπόσχεση που τηρήθηκε»
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

21/5/2019

Ζωντανά από την Ισπανία παρακολουθείτε την εξέλιξη της παρουσίασης του Yamaha Tenere 700, που τόσο πολύ περιμένατε να δείτε, κρίνοντας από τα μηνύματα που έχουμε πάρει αυτές τις ημέρες, τα οποία μάλιστα ξεκίνησαν πριν την αποστολή εκδηλώνοντας ανυπομονησία, κάτι που είχαμε καιρό να δούμε για νέο μοντέλο! Λίγο το όνομα, λίγο η ταυτότητα χρήσης που ταιριάζει απόλυτα στο δικά μας δεδομένα, λίγο και η υπόσχεση της Yamaha πως θα φτιάξει εκείνο που θέλει ο κόσμος, και όχι αυτό που αρχικά είχε βάλει στόχο, και το ενδιαφέρον για το Tenere 700 έχει αρχίσει να κυμαίνεται στα επίπεδα του πρώτου Tracer… Το πρόβλημα για μια μερίδα Ελλήνων είναι πως δεν έρχεται σε τιμή που να θυμίζει MT-07. Τους έξω από εδώ δεν τους απασχολούν τέτοια θέματα. Οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι, και μιλήσαμε με πολλούς, το βρίσκει εξαιρετικά φθηνό. Για το ποιος έχει δίκιο και άδικο, ο κόσμος έχει απαντήσει ήδη μόνος του. Η πλειοψηφία χρόνια τώρα έχει αποφανθεί. Διότι να θυμηθούμε πως έτσι ξεκίνησε το Tenere, ως μία πολύ φθηνή λύση για την δημιουργία ενός Adventure μοντέλου βασισμένο σε μία γυμνή μοτοσυκλέτα. Μόλις βγήκε στον δρόμο για δοκιμές και αποθανατίστηκε σε κατασκοπευτικές φωτογραφίες, ο κόσμος αντέδρασε. Συλλογικά τελείως, από εκείνες τις φορές που το κοινό έχει ταυτόχρονα την ίδια ιδέα, όπως το σμήνος πουλιών που αλλάζει ταυτόχρονα κατεύθυνση δίχως κανείς να δώσει το πρόσταγμα, ζήτησαν από την Yamaha να το πάρει πίσω και να τους δώσει ένα καινούριο. Ένα που δεν θα έχει μόνο το όνομα, ένα Tenere που να είναι όσο φθηνό γίνεται χωρίς όμως να προσφέρει κάτι λιγότερο από αυτό που υπόσχεται το όνομά του. Κι ας μην κάνει όσο ένα MT-07. Ο κόσμος λοιπόν μίλησε, η πλειοψηφία είχε μία συγκεκριμένη στάση και η Yamaha αποφάσισε να ακούσει την πλειοψηφία. Το πήρε πίσω και ξεκίνησε την ανάπτυξη ενός νέου μοντέλο. Κάπου στην πορεία, κι αρκετά νωρίς είναι η αλήθεια, επέλεξαν να ολοκληρώσουν πρώτα την εξέλιξη ενός πρωτότυπου το οποίο θα ξέφευγε από την πεπατημένη οδό και θα ήταν ένα λειτουργικό concept που θα σήκωνε ολόκληρο το βάρος της εξέλιξης για την μοτοσυκλέτα παραγωγής. Έτσι γεννήθηκε το Τ7.

Η Yamaha είναι πολύ μπλε και καθόλου πορτοκαλί, κι αυτό σημαίνει πολύ απλά πως δεν ασχολούνται όλοι με το Enduro, τα Rally και γενικότερα το χώμα… Έχει μία μικρή και πολύ δεμένη ομάδα που μάλιστα έχει βάλει στόχο να σπάσει το σερί της KTM στο Dakar, αλλά μέχρι εκεί. Αυτό σημαίνει πως υπήρχε μία μικρή έλλειψη προσωπικού που θα ήταν ικανό να φέρει εις πέρας την δημιουργία ενός τόσο σοβαρού εμπορικά μοντέλου. Για αυτό και επιστρατεύτηκε ο Project Leader των WR / YZ να αναλάβει την εξέλιξη του Tenere από την αρχή και δοκιμαστές – αναβάτες έγιναν η αφρόκρεμα των Rally!

Yamaha T7: Το έκαναν βίδες! Και μας πείραξε προσωπικά…

Σβήνοντας όσα είχαν κάνει, έστω κι αυτά τα λίγα, και ξεκινώντας την διαδικασία της εξέλιξης από την αρχή, έδιναν μία υπόσχεση στον κόσμο: «Σας ακούσαμε, θα φτιάξουμε αυτό που θέλετε». Δεν είναι εύκολο να υποστηρίξεις κάτι τέτοιο, πρώτα γιατί ο κόσμος τα θέλει όλα και μάλιστα και πολύ φθηνά και πολύ γρήγορα και δεύτερον γιατί η κατηγορία αυτή που καλείται «να κάνει τα πάντα» πρέπει να συνδυάσει άψογη συμπεριφορά στην άσφαλτο και εξίσου καλή στο χώμα. Με παρονομαστή σε όλα τα παραπάνω την πολύ καλή τιμή. Παλιότερα αυτός ο συνδυασμός δεν μπορούσε να γίνει σε μοτοσυκλέτες μαζικής παραγωγής, πρακτικά τουλάχιστον δεν μπορούσε να γίνει. Σήμερα όμως τα ασυμβίβαστα μπορούν να πραγματοποιηθούν καθώς η τεχνολογία και η εμπειρία έχουν κάνει άλματα. Η διαδικασία που ακολουθήσε η Yamaha στο Tenere ήταν να πραγματοποιεί συνεχώς ολοένα και περισσότερες δοκιμές απορρίπτοντας συνέχεια ό,τι δεν άρεσε, ή δεν δούλευε μέχρι να φτάσουν τον υψηλά τοποθετημένο στόχο που ο κόσμος και όχι οι ίδιοι, είχε θέσει ξεκάθαρα κι απόλυτα.

Τα κατάφεραν και μάλιστα τόσο καλά, που θα πρέπει να αποτελούν πλέον παράδειγμα και για άλλους κατασκευαστές που θα κληθούν κι εκείνοι στο μέλλον να ακούσουν το δικό τους κοινό! Περισσότερα από 250 χιλιόμετρα σε χώμα και σχεδόν πεντακόσια στο σύνολο έχει το πρόγραμμα της παρουσίασης, που πρέπει να θεωρείται από το πιο σφιχτά σε χρόνους, καθώς η φωτογράφιση περίπου 40 διαφορετικών αναβατών είναι εξαιρετικά χρονοβόρα διαδικασία. Από τα πρώτα χιλιόμετρα αφήσαμε πίσω άσφαλτο και μπήκαμε σε χώμα τριμμένο στο επίπεδο της άμμου, πασπαλισμένο με χαλίκι που έδωσε για λίγο την θέση του σε κοτρώνες πριν συνεχίσει με αμμοπαγίδες. Για τα Pirelli Scorpion που φορούν τα Tenere η πρόκληση ήταν μεγάλη, ιδίως για το μπροστινό που πάσχιζε να προσφέρει πρόσφυση και δεν τα κατάφερνε συχνά. Οδηγώντας σε ένα ικανοποιητικό ρυθμό το Tenere πολύ γρήγορα αποκαλύπτει τις καταβολές του, την αιτία που η εξέλιξή του κράτησε τόσο καιρό και που σίγουρα δεν πήγε χαμένη. Τόσους γύρους ανά την υφήλιο πήγε το Τ7, τόσοι αγωνιζόμενοι πήραν μέρος στην εξέλιξή του και υπάρχει τώρα ένα αποτέλεσμα που η Yamaha είχε πολύ καιρό να μας δώσει σε Adventure μοτοσυκλέτα!

Με δεδομένο πως όλοι όσοι ενεπλάκησαν, σχημάτισαν μία ομάδα που δεν δούλευε πάντα μαζί, πως άρπαξαν κόσμο κυριολεκτικά από διάφορα τμήματα του ομίλου, το αποτέλεσμα τους δικαιώνει. Πρόκειται για μία μοτοσυκλέτα που στο επίπεδό της τιμής της προσφέρει μία συμπεριφορά που ανταποκρίνεται σε πολύ ακριβότερες μοτοσυκλέτες. Οι ικανότητές της στο χώμα ξεπερνούν κατά πολύ τις ανάγκες του μέσου αναβάτη, ενώ με καίριες επεμβάσεις τα πράγματα μπορούν να φτάσουν σε επίπεδο Rally, τόσο απλά. Καλεσμένος βρίσκεται εδώ και ο Franco Caimi, ο αναβάτης των Rally και πρωταθλητής Enduro, που επίσης έχει εντυπωσιαστεί από το Tenere και μου έλεγε πόσα πολλά πράγματα της αγωνιστικής του μοτοσυκλέτας θα μπορούσαν να μπουν αυτούσια. Του φαίνεται εξαιρετικά κοντινή στην αγωνιστική. Αυτό δεν σημαίνει πως είναι “Ready to Race”, δεν ήταν κι αυτός ο στόχος της Yamaha άλλωστε. Το κοινό του Tenere είναι πολύ πιο μεγάλο, πολύ πιο γενικό, για να μπει σε μία και μόνο ταμπέλα. Το γεγονός πως υπερπληρώνει τις ανάγκες του μέσου αναβάτη, έχει να κάνει και με το γεγονός πως οι ανάγκες αυτές δεν είναι ιδιαίτερα υψηλές σε ότι αφορά το χώμα. Την πρώτη ημέρα της οδήγησης περάσαμε από πολλές φλαταδούρες με χαλίκι, από εκείνες που περνάς καθιστός στην σέλα, όμως υπήρχαν γερές δόσεις απαιτητικής οδήγησης στο χώμα, με ανηφόρες, κατηφόρες, άλματα, γκρεμούς και κοτρώνες. Αυτό έφτιαξε ένα σκηνικό που θυμίζει παλιές εποχές παρουσιάσεων, τότε που δεν χρειαζόσουν δέκα στάσεις για να αλλάξεις κάμερες και να αποθανατίσεις την στιγμή στα social media. Τότε που οι παρουσιάσεις είχαν πραγματική περιπέτεια. Η Yamaha έφτιαξε μία τέτοια για το Tenere κι ακόμη ζούμε την εξέλιξή της. Την τελευταία δεκαετία πάντως, κανείς δεν έχει σχεδιάσει μία πρώτη επαφή μοτοσυκλέτας με δημοσιογράφους που να έχει τόσο χώμα και απαιτητικά κομμάτια.

Οι αναρτήσεις της Kayaba κάνουν την δουλειά που πρέπει, με γραμμικότητα στην λειτουργία τους και διαβάζοντας σωστά τα εμπόδια. Πίσω δεν χοροπηδά σαν κατσίκι και μπροστά πρέπει να χτυπήσεις πέτρες με μεγάλη ταχύτητα για να διώξει το τιμόνι. Οι ρυθμίσεις που είναι κοινές και για τα δύο καλάμια, έχουν σχετικά καλό βήμα όπου με τρία κλικ έχεις τελείως διαφορετική συμπεριφορά. Αυτή είναι ανάλυση για την επιστροφή και το τεύχος βέβαια. Ο κινητήρας είναι ο γνωστός μας με τον crossplane στρόφαλο δίχως καμία αλλαγή πέραν της τροφοδοσίας και της αναπνοής του. Η ECU που αναλαμβάνει την διαχείριση έρχεται από την ανατολή και είναι από το πάνω ράφι, η καλύτερη μονάδα που μπορεί κανείς να προμηθευτεί εκτός Ευρώπης. Οι διαφορές στην απόκριση είναι εμφανείς και χρειάζεται κι εδώ αρκετή ανάλυση για την πλήρη παρουσίαση στην επιστροφή.

Από πλευράς ποιότητας το Tenere είναι πολύ πιο πάνω από το αρχικό επίπεδο των MT-07 με πρώτο και καλύτερο το γεγονός πως δεν χρειάζεται να αλλάξεις αναρτήσεις. Υπάρχουν παρατηρήσεις, όπως το άβαφο πλαστικό κάτω από την σέλα που θέλει κιόλας αλλαγή μετά από τέσσερις ημέρες χώμα, όμως αυτό είναι κάτι που κι εύκολα αλλάζει και κόστος δεν έχει. Η βαφή θα μπορούσε να είναι καλύτερη, όμως δεν σου δίνει την εντύπωση πως σε λίγο καιρό το Tenere θα είναι αγνώριστο. Περισσότερο αυτές οι παρατηρήσεις έχουν να δείξουν σε εσάς πως εμείς ψάξαμε την μοτοσυκλέτα που καβαλήσαμε και λιγότερο εκβιάζουν κάποιο αρχικό συμπέρασμα. Από την πλειοψηφία όσων είμαστε εδώ και μαζί με εμένα, το Tenere θα μπορούσε να γίνει η επόμενη προσωπική μας μοτοσυκλέτα. Κι όταν το λες αυτό για ένα «βασικό» μοντέλο, κι όχι για κάποια ακριβή και υπερ-εξοπλισμένη Adventure η βαρύτητα είναι πολλαπλάσια.

Στην άσφαλτο έχει μία σταθερότητα που φτάνει μέχρι και τα 190 χιλιόμετρα με την τελική στο κοντέρ να φτάνει το υψηλότερο νούμερό της λίγο πιο πάνω, στα 202-203, σε μία ημέρα μάλιστα με έντονο αέρα. Δεν θα έπρεπε να πάει και παραπάνω με δεδομένο πως φορά σαμπρέλες. Προς το παρόν δεν υπάρχει και κάποια πιθανότητα για να το παραγγείλει κανείς με διαφορετικές ζάντες, από τον εξαιρετικά πλούσιο κατάλογο με αξεσουάρ που έχει η Yamaha, ωστόσο για το χώμα οι σαμπρέλα είναι πάντοτε μία πρόσθετη ασφάλεια. Στον κατάλογο θα βρει κανείς και ψηλότερη και χαμηλότερη σέλα. Και είναι αυτή μία από τις πιο κοινές ερωτήσεις γιατί κοιτώντας το στις φωτογραφίες παίρνεις την εντύπωση πως το ρεζερβουάρ είναι πολύ ψηλά, πως η σέλα είναι πολύ χαμηλά συγκριτικά με αυτό και πως η θέση οδήγησης θα είναι μία τυπική «γιαπωνέζικη» και συνεπώς ακατάλληλη τόσο για γρήγορη οδήγηση στο χώμα, όσο και για μεγάλες αποστάσεις.

Καταρχήν το Tenere είναι πλήρως ευρωπαϊκή μοτοσυκλέτα, και θα το αναλύσουμε κι αυτό στο τεύχος. Από εκεί και πέρα η εικόνα αυτή που σχηματίζεις δεν αλλάζει ούτε όταν το βλέπεις από κοντά και συγκεκριμένα από το πλάι και χαμηλά. Η πραγματικότητα διαφέρει πλήρως! Στα 1.83 που είμαι εγώ τα γόνατα είναι σε άνετη θέση και κάθεσαι πάνω και όχι μέσα στην μοτοσυκλέτα, η πραγματικότητα είναι διαφορετική από την εικόνα. Στο πρώτο ταξίδι όταν έρθει Ελλάδα θα το δούμε καλύτερα, αν και μην περιμένετε να αλλάξει η άποψη. Ήδη συμπληρώσαμε 350 χιλιόμετρα και πάμε για τα 500, που σημαίνει πως η αρχική εικόνα μάλλον θα παραμείνει.

Η Yamaha είχε πολλά χρόνια να μας δώσει μία πραγματική Adventure μοτοσυκλέτα, μία μοτοσυκλέτα που να πηγαίνει γρήγορα στην άσφαλτο και εξαιρετικά στο χώμα και να μην κοστίζει μία περιουσία. Το επίπεδο του Tenere είναι πραγματική έκπληξη, είναι πολύ πάνω από αυτό που περιμέναμε, τα όριά του είναι πολύ πιο πάνω από τις δυνατότητες του μέσου αναβάτη, και δεν ζητά τίποτα από τον αναβάτη του, μονάχα να το καβαλήσει και να φύγει.

Έχουμε λοιπόν να πούμε πολλά, για την κατασκευή, την απόδοση σε στροφιλίκι, σε κοτρώνες, πέτρες, αυτοκινητόδρομους και επαρχιακούς. Για τα φρένα που θέλουν επίσης ανάλυση, για την μετάδοση και τον κινητήρα. Ο ενθουσιασμός είναι αντιστρόφως ανάλογος για ένα βασικό μοντέλο, με την διαφορά πως αυτό δεν είναι πλέον ένα βασικό μοντέλο. Είναι ο άξιος συνεχιστής του ονόματος, είναι το Tenere που υποσχέθηκε η Yamaha. Και την υπόσχεσή της, την κράτησε με το παραπάνω!

Ετικέτες