Οδηγούμε Aprilia SR GT στην Ιταλία

Το πρώτο “Urban Adventure” σκούτερ της Aprilia
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

28/2/2022

Και κάπως έτσι δημιουργείται μία ολόκληρη νέα κατηγορία! Η Aprilia επενδύει κι αυτή με την σειρά της στα σκούτερ που μπορούν να πατήσουν στο χώμα λίγο πιο εύκολα. Δεν έχει επικρατήσει μέχρι στιγμής συγκεκριμένο όνομα, από το “Urban Adventure” μέχρι σκέτο Adventure και από εκεί στο Crossover Scooter που επέλεξε η Aprilia για την δική της πρόταση, είναι όλα -ακόμη- αποδεκτά για να σημάνουν την διαφορά από την γενική κατηγορία.

Το πρώτο πράγμα που για εμάς κάνει μεγάλη διαφορά και υποδεικνύει και τον βασικό λόγο που πρέπει το ΜΟΤΟ να πηγαίνει στις παρουσιάσεις ώστε να ξεχωρίζει η ουσία, είναι η ειλικρίνεια με την οποία αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι της Aprilia το νέο SR GT, μιλώντας για αυτό χωρίς να κρύβουν ή να υπονοούν κάτι διαφορετικό!

Σε αντίθεση λοιπόν με το αγγλικό δελτίο τύπου που πάντα συντροφεύει κάθε νέο μοντέλο και δεν παύει να χρησιμοποιεί την λέξη Adventure, προσεκτικά επιλεγμένη σε πρόταση με την λέξη Enduro, παρόλο που υπονοεί την εμφάνιση και μόνο, οι άνθρωποι της Aprilia ήταν από κοντά εξαιρετικά ειλικρινείς: Δεν αρνήθηκαν ούτε στιγμή πως πηγή έμπνευσης ήταν το X-ADV της Honda και ήταν σαφείς στο να μην δώσουν καμία χωμάτινη προέκταση στο SR GT. Δικαιολογούν τον όρο crossover και τα χαρακτηριστικά του, στο ότι μπορεί να αντιμετωπίσει πιο άνετα τις ανωμαλίες και τα εμπόδια στην άσφαλτο (π.χ. σαμαράκια, λακκούβες κτλ.). Η θέση της Aprilia είναι πως αξίζει η επένδυση σε ένα τέτοιο, crossover νέο μοντέλο καθώς πρόκειται για επικρατούσα τάση, στην οποία επέλεξαν να απαντήσουν με μετεξέλιξη ουσιαστικά των GT scooters.

Καταρχάς έχουν απόλυτο δίκιο για το τι θέλει ο κόσμος, το διαπιστώσαμε κατά την παρουσίαση του ADV350 της Honda που προέκυψε από απαίτηση του κοινού, ως μία φθηνότερη προσέγγιση στο X-ADV. Σε αυτή την απαίτηση απάντησαν κι άλλες εταιρείες και τώρα που και η Piaggio μπαίνει στην μάχη του ανταγωνισμού, αρχίζει να διαμορφώνεται μία κατηγορία. Για την ιστορία προφανώς και crossover σκούτερ υπήρχαν πάντα και μάλιστα στην Ελλάδα την κατηγορία αυτή την κατοχύρωσε η Piaggio με το θρυλικό Typhoon που ακόμη και τώρα κυκλοφορεί στους δρόμους. Δίχρονο και αργότερα και με τετράχρονη πρόταση το Typhoon ήταν για πολλά χρόνια συνυφασμένο με το ελληνικό καλοκαίρι και τον χωματόδρομο που οδηγεί σε μία καλύτερη παραλία. Καθόλου τυχαία το ελληνικό καλοκαίρι και μία δυσπρόσιτη παραλία στην Ίο ήταν και η έμπνευση πίσω από την δημιουργία του X-ADV, όταν βρέθηκε για διακοπές ένας σχεδιαστής της Honda όπως πολύ αναλυτικά έχουμε εξηγήσει στο ΜΟΤΟ εδώ και χρόνια, και κάπως έτσι ο κύκλος ολοκληρώνεται ξανά πίσω στο SR GT.

Στην συγκεκριμένη κατηγορία της ευρύτερης οικογένειας που η Aprilia ονομάζει Urban Mobility υπάρχουν ήδη τα ηλεκτρικά eSR1 και eSR2 όπως και το κοντινό εμφανισιακά Aprilia SXR 50. Το νέο SR GT βγαίνει σε δύο κυβισμούς, 200-125cc με τον κινητήρα των 200cc να είναι εντελώς καινούργιος και είναι η πρώτη φορά που τοποθετείται σε σκούτερ του Piaggio Group. Σε ερώτησή μας, απάντησαν στο ΜΟΤΟ πως  είναι πολύ πιθανό να τον δούμε και σε σκούτερ άλλων εταιρειών που ανήκουν στο group. Πράγμα ενδιαφέρον ιδιαίτερα όταν ανακοινώνουν πολύ χαμηλή κατανάλωση, της τάξης των 2,5lt/100km, με την πραγματική όπως την υπολόγισε το ΜΟΤΟ να είναι κοντά στο 2,8 με 3 για την έκδοση των 200ων κυβικών. Η κατανάλωση είναι από τα πρώτα πράγματα που θα δούμε και σε μελλοντική δοκιμή στην Ελλάδα, προς το παρόν περιοριζόμαστε στις πρώτες εντυπώσεις κατά την οδήγηση στην Ιταλία.

Ιδιαίτερα θετική πρώτη εντύπωση από την σέλα του SR GT μας άφησε η συναρμογή των πλαστικών χωρίς κενά και τριγμούς, καθώς και η ποιοτική βαφή. Τα πλαστικά που μέσα στην καθημερινότητα μπορεί να τα χειρίζεσαι με περισσότερη ένταση, όπως το ντουλαπάκι για το κινητό με το USB και το καπάκι για την τάπα της βενζίνης, βρίσκονται ποιοτικά ένα επίπεδο πάνω από τα στάνταρ της μεσαίας κατηγορίας των σκούτερ που τελευταία έχουν προσγειωθεί ιδιαίτερα χαμηλά. Σε αυτό το σημείο να τονίσουμε πως το SR GT κατασκευάζεται στο Βιετνάμ που έχει αποδείξει πως το μέσο επίπεδο παραγωγής στα δίκυκλα είναι πιο κοντά σε εκείνο της Ταϊλάνδης, που έχει φτάσει να συγκαταλέγεται στα υψηλότερα της Ασίας και πολλοί Ευρωπαίοι κατασκευαστές να μεταφέρουν εκεί τις γραμμές παραγωγής, όπως η Triumph.

Η προσοχή που έχει δοθεί στις λεπτομέρειες ακολουθεί λοιπόν την επιτηδευμένη και προσεκτικά σχεδιασμένη εμφάνιση με την οποία η Aprilia προίκισε το SR GT. Το Piaggio Group θέλει κάθε μάρκα να είναι ξεχωριστή και να εκφράζει διαφορετικό κοινό, καλύπτοντας έτσι μεγαλύτερο μέρος τις αγοραστικής πίτας, οπότε δεν γινόταν παρά να θέλουν να τονίσουν το μοτοσυκλετιστικό υπόβαθρο της μάρκας. Για αυτό και το μούτρο του SR GT είναι ένα πάντρεμα μοτοσυκλέτας και σκούτερ, ξεκάθαρα εμπνευσμένο από RS. Ευτυχώς αυτό δεν περιορίζεται μόνο στην εμφάνιση αλλά επεκτείνεται και στο πιρούνι που είναι κανονικής μοτοσυκλέτας όπως και το τιμόνι με τα καβαλέτα.

Η διαδρομή εμπρός είναι 122mm από τις μεγαλύτερες της ευρύτερης κατηγορίας των μεσαίων σκούτερ, βασικά μόνο το ADV350 έχει 3mm μεγαλύτερης διαδρομής, ενώ το πιρούνι του Aprilia είναι της Showa με διάμετρο 33mm και η πρώτη εντύπωση που δίνει είναι αρκετά θετική για τις αποσβέσεις συμπίεσης και επαναφοράς με προοδευτική λειτουργία.

Πίσω έχουμε δύο αμορτισέρ επίσης της Showa με διαδρομή 102mm που η Aprilia αναφέρει πως είναι 7% παραπάνω από τον ανταγωνισμό, όπως αντίστοιχα αναφέρει πως η διαδρομή εμπρός είναι 22% παραπάνω από τον ανταγωνισμό. Αυτό είναι κάτι που πράγματι ισχύει αν όμως περιοριστούμε στον κυβισμό του SR GT πριν φτάσουμε για παράδειγμα στο ADV350 μιας και το αντίστοιχο 150 δεν εισάγεται στην Ευρώπη.

Οι διαδρομές αυτές δίνουν στο καλοζυγισμένο σκούτερ των 144 κιλών – 148 κιλά για την έκδοση 200ων κυβικών – μία απόσταση από το έδαφος στα 175mm που είναι εξαιρετικά γενναία και υπόσχεται ανεμπόδιστη διέλευση από κράσπεδα και σκαλοπάτια ακόμη, που στην Ελλάδα μπορεί να είναι αναγκασμένος να περνά ο ιδιοκτήτης για να παρκάρει στον χώρο του. Στον αντίποδα το SR GT είναι ένα ψηλό σκούτερ που σημαίνει πως για να πατά ο αναβάτης στο έδαφος με όλο το πέλμα θα πρέπει να ανήκει στο άνω άκρο του μέσου όρου ύψους για τους αναβάτες στην Ελλάδα ή να είναι και ψηλός, οπότε από 177εκ και πάνω όχι μόνο ο αναβάτης πατά καλύτερα στο έδαφος αλλά απολαμβάνει και άνεση που δεν βρίσκεις στην κατηγορία.

Επιστρέφοντας στον τομέα των αναρτήσεων και συγκεκριμένα με ό,τι έχει να κάνει με την συμπεριφορά τους στον δρόμο, η αρχική εντύπωση είναι πως κρίνονται αρκετά σφιχτές, ευνοώντας την γρήγορη οδήγηση αλλά ευτυχώς όχι σε σημείο που να αρχίσεις να ταλαιπωρείς την μέση σου σε λακκούβες και σαμαράκια. Ούτε από την πραγματικότητα των ιταλικών δρόμων λείπουν τέτοια παραδείγματα, ενώ κι εγώ τρέφω μία ευαισθησία σε ότι αφορά τα κραδασμούς και κοπανήματα που προσπερνούν τις αναρτήσεις και διοχετεύονται στην μέση και ως πρώτη εμπειρία οδήγησης, φαίνεται πως η Aprilia προσπέρασε αυτό τον σκόπελο. Σε κάθε περίπτωση πολύ καλή πρώτη εντύπωση αφήνει και η ισορροπία του SR GT, διότι εκ των πραγμάτων είναι πρόβλημα η κατανομή του βάρους στα σκούτερ, πόσο δε μάλλον σε ένα ψηλό σκούτερ με τέτοια διαδρομή αναρτήσεων και μεγάλη απόσταση από το έδαφος. Παρόλα αυτά το SR έχει πολύ καλή συμπεριφορά και το ζύγισμά του σε βοηθά να διατηρείς τον έλεγχο όσο είναι σταματημένο χωρίς να ζορίζεις τετρακέφαλο και γενικά το πόδι που πατά στον δρόμο, δείχνοντας ότι έχει γίνει δουλειά στο κέντρο βάρους και έχουν προσέξει την κατανομή του προς κάθε άξονα. Φυσικά η αναλυτική δοκιμή στην Ελλάδα θα φανερώσει περισσότερα, κυρίως όμως θα δείξει και με νούμερα τι συμβαίνει, αφού στο MOTO είμαστε οι μόνοι που ζυγίζουμε τις μοτοσυκλέτες που παίρνουμε για δοκιμή.

Κάτω από την σέλα χωρά άνετα ένα jet κράνος ή ένα full face αν δεν έχει πολλές αεροτομές, αν ο αναβάτης δηλαδή δεν χρησιμοποιεί καθημερινά ένα racing κράνος που φορά σε sport μοτοσυκλέτα που έχει μόνο για track days, πράγμα συνηθισμένο τόσο για Ιταλούς γενικά, όσο και για… Apriliaνους ειδικά. Σε αυτή την περίπτωση κανονικού full face κράνους θα χωρέσει κάτω από την σέλα και ένα σετ αδιάβροχα, ώστε παρκάροντας να μπορείς να αποθηκεύσεις τα περισσότερα που σε βαραίνουν.

Η σέλα τώρα κρίνεται σκληρή και το σήκωμα που κάνει στο σημείο που διαχωρίζεται για τον συνεπιβάτη προσφέρει μεν καλή στήριξη αλλά περιορίζει την μετακίνηση του σώματος εμπρός πίσω, πράγμα που δεν θα απασχολήσει ιδιαίτερα όμως, γιατί η γεωμετρία θέσης οδήγησης είναι αρκετά γενναιόδωρη παρόλο που τοποθετεί το σώμα σε μία θέση. Στην πράξη η θέση οδήγησης αφήνει πίσω της τα δεδομένα των σκούτερ και αρχίζει να πλησιάζει εκείνα των μικρών μοτοσυκλετών καθώς τοποθετεί τα χέρια σε πιο ψηλή και φυσική γωνία, με το τιμόνι να μην βρίσκει στα γόνατα, ακόμη και σε αναβάτες πάνω από 1,80μ ύψος. Κι αυτό το διαπιστώσαμε επί τούτου οδηγώντας με έναν Άγγλο συνάδελφο με ύψος 1,95. Καλύτεροι αφρώδες θα ήθελε και η σέλα του συνεπιβάτη, από εκεί και πέρα όμως προσφέρει καλή στήριξη με σωστά τοποθετημένες χειρολαβές και πολύ καλά υπολογισμένη γωνία για τα πόδια.

Άνετος είναι και ο χώρος για τα πόδια στην ποδιά που φτάνει μέχρι και πατούσες-βατραχοπέδιλα. Φυσικά και δεν λείπει η θέση πάνω στην ποδιά για πιο απλωτή στάση, που εξαιτίας του καλού ζυγίσματος, μπορείς να διατηρείς αυτή την στάση ακόμη και με μικρές ταχύτητες και όχι μόνο στον ανοικτό δρόμο.

Η οθόνη είναι μία ευανάγνωστη LCD με μαύρο φόντο και λευκή γραμματοσειρά, αλλά δυστυχώς δημιουργεί πολλές αντανακλάσεις, που θα προβληματίσουν σε έντονο ηλιακό φως. Έχει την δυνατότητα διασύνδεσης μέσω της εφαρμογής Aprilia MIA που ακόμη και σαν after market επιλογή εξοπλισμού, αναγάγει το SR GT σε ένα από τα πιο εξοπλισμένα της κατηγορίας του και όχι μόνο, καθώς εδώ ανταγωνίζεται και προτάσεις μεγαλύτερης κι ακριβότερης κατηγορίας.

Στον εξοπλισμό αξίζει μία αναφορά στα ελαστικά πρώτης τοποθέτησης, καθώς δεν θα δει κανείς Michelin Anakee για σκούτερ. Παρότι προέρχεται από εργοστάσιο την Ασία, που δικαιολογεί ένα σετ ελαστικών από την περιοχή εκεί, μειώνοντας το υψηλό κόστος κάποιου πιο επώνυμου, το SR GT έχει τα συγκεκριμένα Michelin που κρύβουν αρκετά μεγάλη πορεία εξέλιξης. Είναι εξαιρετικά σε πρόσφυση και αίσθηση με απρόσμενα καλό κράτημα και στο βρεγμένο που το οδηγήσαμε και μένει να δούμε την συμπεριφορά τους στην ελληνική άσφαλτο που η μοναδική σύστασή της αλλάζει πάντα τα δεδομένα για τα ελαστικά και για αυτό δίνουμε ιδιαίτερα μεγάλη προσοχή στις δοκιμές ελαστικών που πραγματοποιούμε στην Ελλάδα.

Στην διάθεσή μας είχαμε και τις δύο εκδόσεις, 200 και το 125 κυβικών, εξοπλισμένες με την after market ψηλότερη ζελατίνα, που προστατεύει εξαιρετικά χωρίς να μπαίνει μέσα στο οπτικό σου πεδίο, που είναι σημαντικό για τα σκούτερ. Παρατυπία ωστόσο το γεγονός πως στο μέγιστο κόψιμο του τιμονιού έρχονται πολύ κοντά οι μανέτες στην ζελατίνα και δεν χωράνε τα δάχτυλά σου.

Ο κινητήρας του 125 είναι ο πιο δυνατός στην κατηγορία και αρκετά εύστροφος που για εμάς είναι εξίσου σημαντικό με την ιπποδύναμη για σκούτερ που κινούνται σε αστικό περιβάλλον, αλλά τόσο στο 125 και περισσότερο στο 200, καταλαβαίνεις κάποιους κραδασμούς οι οποίοι βρίσκουν τον δρόμο τους και φτάνουν μέχρι και το τιμόνι και γίνονται αντιληπτοί στα γκριπ ενώ περνούν και από την σέλα αν και λιγότερο. Η αναφορά είναι περισσότερο συγκριτική καθώς πρόκειται για Piaggio Group που έχει το Medley, ένα Bentley των σκούτερ κυριολεκτικά, ενώ και ο ήχος του κινητήρα είναι περισσότερος στο SR. Αντίστοιχα με το Medley, το SR GT διαθέτει Start & Stop, το γνωστό πλέον RISS (Regulator Inverter Start & Stop System) που σημαίνει πως στην θέση της παραδοσιακής μίζας έχει μπει ένα ηλεκτρικό μοτέρ μειωμένων τριβών (brushless) απευθείας στον στρόφαλο. Εκτός από την αμεσότητα του συστήματος start & stop στα φανάρια, όλες οι εκκινήσεις ακόμη κι ένα κρύο πρωινό όπως αυτό της παρουσίασης, δίνουν αμεσότητα χωρίς κραδασμούς και πολλές περιστροφές. Το Start & Stop σβήνει τον κινητήρα από ένα δευτερόλεπτο μετά την ακινητοποίηση στο φανάρι, μέχρι όμως και πέντε, που είναι αρκετά και σε κάνουν να αναρωτιέσαι αρχικά, αν το έχεις απενεργοποιήσει. Ο αναβάτης δεν έχει παρά να ανοίξει το γκάζι για να πάρει ο κινητήρα αθόρυβα μπροστά και να ξεκινήσει το σκούτερ, χωρίς κραδασμούς, χωρίς τον παραδοσιακό ήχο μίζας, μιας που δεν υπάρχει τέτοια, όπως ακριβώς συμβαίνει και στο πρώτο που δίδαξε κάτι τέτοιο, το PCX. Κλειδί για την απόφαση της ECU για το πότε θα σβήσει ο κινητήρας είναι η θερμοκρασία του. Σε περίπτωση που είναι ανεβασμένη, το SR GT κρατά τον κινητήρα σε λειτουργεία για να γυρίσει το κύκλωμα ψύξης λίγο περισσότερο. Δεν ζεσταίνεται εύκολα σε φυσιολογικές συνθήκες, αλλά το ζήτημα είναι πως σε προδιαθέτει να κινηθείς γρήγορα μιας και υποστηρίζει την πιο σπορ οδήγηση.

Ταιριάζει όμως στην Aprilia ένας πιο σπορ χαρακτήρας, που γίνεται ακόμη πιο αντιληπτός με την έκδοση των 200 κυβικών και την χαρακτηριστική ευστροφία που επιτρέπει να κυνηγάς μεγαλύτερα σκούτερ όπως το Beverly 300 που είχε ο πλοηγός μας!

Ευτυχώς τα φρένα αφήνουν τις καλύτερες εντυπώσεις σε ένα γρήγορο σκούτερ όπως το SR, έχοντας μονοκάναλο ABS στο 200 που επεμβαίνει μόνο μπροστά, αλλά το κάνει εκεί που πρέπει και χωρίς να αμολά απότομα. Το 125 έχει συνδυασμένη λειτουργία εμπρός και πίσω φρένου, αλλά με ακριβώς ίδιες δαγκάνες και δίσκους με το 200 και φυσικά εξίσου πολύ καλή απόδοση.

Η αρχική τιμή που είπε ο product manager στο ΜΟΤΟ είναι ότι θα ξεκινάει από τα 3.990 για το 125 και 200 ευρώ παραπάνω για το 200. Το πρόβλημα είναι πως εμείς εδώ στην Ελλάδα έχουμε αρκετούς φόρους, υψηλότερο ΦΠΑ και δασμούς που ψαλιδίζουν τα περιθώρια. Επιπρόσθετα το μεταφορικό κόστος είναι υψηλότερο από κάθε άλλη φορά. Η ελληνική αντιπροσωπεία έχει καταφέρει στο παρελθόν να κάνει απίστευτες κινήσεις, όπως τιμή κάτω και από την Ιταλία, αν κι αυτή την περίοδο που επίσης έχει αυξηθεί το μεταφορικό κόστος, κάτι τέτοιο  (με τις διαφοροποιήσεις στις χώρες ανάλογα με τους φόρους κτλ) Από τον Μάρτιο θα είναι διαθέσιμες και οι σπορ εκδόσεις, που θα έχουν τα σπορ χρώματα της Aprilia (κόκκινο μαύρο και κίτρινο μαύρο, με αντίστοιχες εξωτερικές ραφές στη σέλα).

 

Aprilia SR GT 125/200 – Τεχνικά Χαρακτηριστικά

Κινητήρας

Μονοκύλινδρος

Υγρόψυκτος

τετράχρονος

Piaggio i-get με 'Start & Stop'

(SOHC) - 4 balb;idew

Χωρητικότητα

124.7 cc / 174 cc

Διάμετρος  x Διαδρομή

52 mm / 58.7 mm και

61.5 mm / 58.7 mm

Ιπποδύναμη

14,7hp (11 kW) στις 8750 rpm

17,4 (13 kW) στις 8500 rpm

Ροπή

12 Nm στις 6500 rpm

16.5 Nm στις 7000 rpm

Τροφοδοσία

Ηλεκτρονικός Ψεκασμός

Λίπανση

Υγρό κάρτερ

Μετάδοση

Αυτόματο φυγοκεντρικό CVT

με ξηρό συμπλέκτη

Πλαίσιο

Ατσάλινο σωληνωτό μονής δοκού

Ανάρτηση Εμπρός

Τηλεσκοπικό πιρούνι 33 mm διάμετρο

122 mm διαδρομή

Ανάρτηση Πίσω

Υδραυλικό αμορτισέρ dual action

5 θέσεις προφόρτισης 102 mm διαδρομή

Έλεγχος φρένου

Συνδυασμένα / Μονοκάναλο ABS της BOSCH

Φρένο Εμπρός

Δίσκος 260mm με 25.4mm

δαγκάνα δύο εμβόλων

Φρένο Πίσω

Δίσκος 220mm με 22mm πλευστή

δαγκάνα δύο εμβόλων

Ελαστικό Εμπρός

Tubeless 110/80-14”

Ελαστικό Πίσω

Tubeless 130/70-13”

Ύψος σέλας

799 mm

Μεταξόνιο

1350 mm

Βάρος γεμάτο

144 Kg και

148 kg

Ρεζερβουάρ

9 λίτρα

 

 

 

 

Οδηγούμε Triumph Tiger Sport 660 2022 – Αποστολή στην Πορτογαλία

Αληθινά sport - Αναβαθμίζει την κατηγορία
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

13/12/2021

Περιμέναμε να το οδηγήσουμε από την ώρα που βγήκε το Trident και αρχίσαμε να ανυπομονούμε για αυτό μετά τα πρώτα χιλιόμετρα με το Trident και την πρώτη εμπειρία με αυτόν κινητήρα. Οι αναγνώστες του ΜΟΤΟ ξέρετε άλλωστε πως πρόκειται για τριλογία, ακόμη μία μοτοσυκλέτα ετοιμάζεται με τον ίδιο κινητήρα και κοιτάτε προς on-off μεριά για να ξέρετε τι να περιμένετε ή απλά δείτε τις επιλογές στην γκάμα της Yamaha που η Triumph απόλυτα στοχεύει να παρουσιάσει αντίστοιχες προτάσεις.

To Trident μπήκε απέναντι από το MT-07 και τώρα το Tiger 660 απέναντι από το Tracer 700 όπως ξεκάθαρα και επανειλημμένως τοποθετήθηκαν στην παρουσίασή τους οι Άγγλοι, αναφέροντας και την Yamaha και τα μοντέλα της, όταν μίλησαν για ανταγωνισμό.

Παρέα με τους Άγγλους και Αμερικανούς συναδέλφους και λοιπούς καλεσμένους, βγήκα αμέσως μετά σε γνώριμους δρόμους της νότιας Πορτογαλίας για να πάρουμε μία πρώτη γεύση από τον τρόπο που επέλεξε η Triumph να τοποθετηθεί απέναντι στον ανταγωνισμό, κι ευτυχώς δεν διάλεξε την αντιγραφή, ούτε έβαλε πρωταρχικό στόχο την τιμή πώλησης.

Αυτό φαινόταν ήδη από τα τεχνικά χαρακτηριστικά με επώνυμες αναρτήσεις, διαφορετικές επιλέξιμες χαρτογραφήσεις και ένα βασικό αλλά πλήρες πακέτο ηλεκτρονικών που έκαναν την διαφορά στο χαρτί. Η εφαρμογή απέχει πολύ από την θεωρία βέβαια και στα πρώτα χιλιόμετρα τα πράγματα δεν είχαν ξεκαθαρίσει ως προς πια κατεύθυνση πήρε τελικά η Triumph, καθώς κινούμασταν μέσα σε πολυσύχναστους συνδετικούς δρόμους. Κατευθυνόμαστε βόρεια, αφήνοντας την τουριστική παραλία μέχρι να φτάσουμε στο κέντρο μίας περιοχής με έντονο ανάγλυφο που αποτελεί τον τοπικό παράδεισο των μοτοσυκλετιστών. Πολλές παρουσιάσεις έχουν γίνει στο ίδιο σημείο, η Triumph παρουσίασε στους ίδιους δρόμους το Scrambler 1200 λιώνοντας σχεδόν όλα τα μαρσπιέ στην επαφή τους με την άσφαλτο και την Κυριακή που οδηγούμε εμείς, υπάρχουν πολλές ομάδες που έχουν βγει να κάνουν το ίδιο. Μαζί με την νότια Σαρδηνία οι διαδρομές αυτές είναι από τις πιο γεμάτες σε στροφές που υπάρχουν στην Μεσόγειο και δεν είναι τυχαίο που η Triumph επέλεξε αυτό ακριβώς το κομμάτι για το 660, το Sport των Tiger. Έχει κάνει αρκετή δουλειά για να το εξοπλίσει κατάλληλα, έχει βάλει ένα πιρούνι που αξίζει τα λεφτά του, ένα ψαλίδι που όχι και τόσο αλλά κάνει ωστόσο την δουλειά του και έφτιαξε μία μοτοσυκλέτα που μπορεί να οδηγηθεί πάρα πολύ γρήγορα, χωρίς σοβαρές παραχωρήσεις και πολλές προϋποθέσεις. Ξέρετε πόσες τέτοιες υπάρχουν στην ευρύτερη κατηγορία, τσεκάροντας ακριβώς αυτά τα κουτάκια; Ελάχιστες κι αυτό αν ανοίξεις την ψαλίδα και αρχίσεις να περιλαμβάνεις κι άλλα μοντέλα που ξεφεύγουν σε κυβισμό.

Βέβαια ακόμη εκείνη την στιγμή ζούσαμε με τις υποσχέσεις, δεν είχαμε δει κάτι στην πράξη για αυτό και στην πρώτη στάση έγιναν οι απαραίτητες διατυπώσεις. Ο πλοηγός είναι ένας τύπος που τα τελευταία είκοσι χρόνια εργάζεται σε μία εταιρεία που ελέγχει 6 πίστες στην Αγγλία, ανάμεσά τους το Cadwell Park και η δουλειά του είναι να προετοιμάζει αναβάτες για τους αγώνες, του BSB συμπεριλαμβανομένου. Την προηγούμενη εικοσαετία έτρεχε και ο ίδιος και είναι ένας τοπικός θρύλος εκεί πάνω, μετρώντας κάτι παραπάνω από 40 χρόνια μέσα στις πίστες. Πήρε πολύ πατριωτικά λοιπόν το «πάμε πολύ χαλαρά» και το «πιο σιγά πηγαίνω με Versys 300» και έσπασε αμέσως το ήδη μικρό μας γκρουπ στην μέση. Είχε έρθει η ώρα να διαπιστώσουμε πόσο καλά είχε προετοιμάσει η Triumph το μικρός της Tiger, πριν του πετάξει επάνω τα αυτοκόλλητα γράμματα “Sport”, και μάλιστα σε έντονο κόκκινο χρώμα να τα τονίσει κιόλας.

Θα σας πάω αμέσως στο τέλος για ένα πολύ σημαντικό συμπέρασμα και επιστρέφουμε για να δούμε την λογική πορεία της διεξαγωγής του, όπως και των υπολοίπων. Ξοδεύεις 17 λίτρα βενζίνης πηγαίνοντας μόνο σε στροφές, αν θυμάστε από το Trident ο κινητήρας είναι ιδιαίτερα οικονομικός, γράφεις εκατοντάδες χιλιομέτρων με αμέτρητες αλλαγές κατεύθυνσης πηγαίνοντας συνεχώς δεξιά κι αριστερά και βουτώντας από το ένα μαρσπιέ στο άλλο, κατεβαίνεις να γεμίσεις και δεν υπάρχει ούτε ένας μυς που να έχει πιαστεί, δεν αισθάνεσαι κούραση, δεν έχεις ταλαιπωρηθεί έχεις απλά διασκεδάσει. Αυτό είναι κάτι πολύτιμο. Είναι πραγματικό αγαθό και ήταν ακριβώς εκείνο που συζητούσαμε στο τέλος της ημέρας.

Πάμε στην αρχή λοιπόν, όπου ο γρηγορότερος εξηντάρης αποφασίζει να δείξει πώς οδηγούνται τα supersport 600άρια στον απίστευτο Cadwell Park κρατώντας την τρίτη σχέση στο κιβώτιο και κάνοντας αφρενάριστες εισόδους με τριψήφιο αριθμό χιλιομέτρων σε στροφές με κλειστές καμπές. Ανάμεσα στους πολλούς Πορτογάλους μοτοσυκλετιστές που κάνουν την βόλτα τους, είναι και καινούρια streetfighter, όπως 1290 Super Duke R, Yamaha MT10 κτλ, και σχολιάζουμε πως το Tiger 660 μέσα στον δρόμο που έχει κουλουριαστεί σαν το φίδι μετά από ένα καλό γεύμα πηγαίνει το ίδιο γρήγορα, έως και καλύτερα και σίγουρα πιο ξεκούραστα. Το πιρούνι τα δουλεύει τα χρήματά του, δεν παίζει παιχνίδια και μπορείς να το εμπιστευτείς ακόμη και όταν χρησιμοποιείς τα φρένα μέσα στην στροφή. Βέβαια για να μπεις με μία σχέση επάνω κουβαλώντας μπόλικη ταχύτητα στην είσοδο απαιτεί ένα βαθμό εξοικείωσης και εμπειρίας σε πίστα που απόλυτα ξεφεύγει από τον μέσο αναβάτη που στοχεύει το Tiger. Εκείνο το ξέσπασμα στις χαμηλές στροφές που έχει ένας δικύλινδρος είναι ένα ωραίο βοήθημα σε σφιχτό στροφιλίκι ώστε να κερδίσεις έδαφος στην έξοδο της στροφής, όταν οδηγείς γρήγορα σε άδειο, κλειστό δρόμο. Ο τρικύλινδρος της Triumph το αντισταθμίζει αυτό με την χαρακτηριστική του ευστροφία κι ένα γρανάζωμα που κάνει τις δύο πρώτες σχέσεις να θέλουν γρήγορα να δώσουν την θέση τους στην τρίτη, αντίστοιχα βέβαια επηρεάζει και τις σούζες για όποιον ενδιαφέρεται, καθώς το Tiger 660 θα σηκωθεί σε πολύ συγκεκριμένο φάσμα στροφών και ταχύτητας.

Το ζήτημα της sport οδήγησης δεν είναι πρωταρχικής σημασίας για μία μοτοσυκλέτα που προορίζεται για καθημερινή χρήση και για ταξίδια. Ωστόσο εκτός από την ίδια την Triumph που στην διάρκεια της παρουσίασης το έφερε στο προσκήνιο, το γεγονός πως φρόντισε με τον εξοπλισμό να τονίσει τα sport χαρακτηριστικά και δεν περιορίστηκε σε ένα αυτοκόλλητο απλά, μας δίνει και στοιχεία για τα πραγματικά όρια της μοτοσυκλέτας και τις αντιδράσεις της σε ακραίες καταστάσεις, όπως το φρενάρισμα πανικού. Υπάρχουν λοιπόν ορισμένα γκρίζα σημεία που θα αναφερθούν στο επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ, σημειώνοντας πάντα πως στις παρουσιάσεις το βασικό είναι να έχουμε μία πρώτη γεύση της μοτοσυκλέτας και κυρίως να δούμε την φιλοσοφία της εταιρείας πίσω από την δημιουργία της, ώστε να ξέρουμε και αν έχει πετύχει εκείνο που ήθελε. Η δοκιμή στην Ελλάδα θα δώσει την πλήρη εικόνα, ιδιαίτερα στον τομέα των αναρτήσεων και είτε θα βάψει διαφορετικά είτε θα γκριζάρει περισσότερο κάποια μελανά σημεία με πρώτο παράδειγμα τα φρένα. Στο επόμενο τεύχος θα έχουμε εκείνα που χρειάζονται περισσότερη διερεύνηση.

Σε κάθε περίπτωση όμως, το 660 βάζει σοβαρή υποψηφιότητα αυτή την στιγμή να είναι η ταχύτερη μοτοσυκλέτα αυτής της κατηγορίας και μάλιστα με διαφορά, χωρίς ακόμη να φτάσουμε να μιλάμε για ιπποδυνάμεις ή να μετράμε επιδόσεις και επιταχύνσεις, αλλά μένοντας στον τρόπο που συμπεριφέρεται όταν ανέβει ο ρυθμός. Ο εμπρός τροχός βιδώνει κάτω και μπορείς να αγνοήσεις την αναπόφευκτη αποσταθεροποίηση του πίσω τροχού από την αλλαγή της γεωμετρίας όταν συμπιέζεις την ανάρτηση στο δυνατό φρενάρισμα. Τον διατάζεις μέσα από τα φαρδύ τιμόνι με τον άψογο μοχλό και με τα χέρια σου τοποθετημένα σε σωστή γωνία να αλλάξει κατεύθυνση, ξανά και ξανά σε διαδοχικές στροφές χωρίς ενδιάμεσες ευθείες και εκείνος εκτελεί με σαφήνεια. Το πλαίσιο από εκεί και πέρα φροντίζει να σβήσει τα υπόλοιπα και να ακολουθήσει και η υπόλοιπη μοτοσυκλέτα ως ένα σύνολο που τα πάντα συνεργάζονται εξαιρετικά. Είπαμε, τα όποια μελανά σημεία κατά την συγκεκριμένη συμπεριφορά του αναβάτη θα τα δούμε στο επόμενο τεύχος, δεν είναι όλα ρόδινα. Οι αναρτήσεις ανήκουν στην Showa, μπροστά και πίσω με 150mm διαδρομής και οι δύο και το πιρούνι είναι SFF, έχει τις ρυθμίσεις ξεχωριστά στα καλάμια. Το αμορτισέρ διαθέτει και τηλεπροφόρτιση που είναι έξυπνα καλυμμένη από την βάση των πίσω αριστερά μαρσπιέ.

Σταθερότητα υπάρχει και στα πολλά χιλιόμετρα, σε σημείο να γίνεται αξιοζήλευτη και από μεγαλύτερες μάλιστα μοτοσυκλέτες την ίδια στιγμή που η προστασία από τον αέρα είναι σε καλά επίπεδα πριν ακόμη σηκώσεις την ζελατίνα που ρυθμίζεται σε πέντε θέσεις. Χωρίς να έχεις όγκο μπροστά σου, χωρίς να χάνεις σημεία του δρόμου που κρύβονται από την μοτοσυκλέτα, απολαμβάνεις την σωστή ανακατεύθυνση του αέρα που με την σειρά της συνηγορεί σε αυτό που λέγαμε αρκετά πιο πάνω, να αδειάσεις το ρεζερβουάρ οδηγώντας και να το γεμίσεις ξανά και ξανά χωρίς να χρειάζονται μεγάλες στάσεις. Εξαρχής η Triumph είχε βάλει στόχο να έχει αυξημένες ταξιδιωτικές ικανότητες το 660, από την πρώτη στιγμή που σχεδίαζε το Trident δηλαδή, έχοντας προνοήσει ώστε να υπάρχουν όλες οι βάσεις και απρόσκοπτη αλλαγή του υποπλαισίου. Στην εξελικτική αυτή διαδρομή αυτή φρόντισε να το προετοιμάσει και με έτοιμες βάσεις για τις βαλίτσες, ώστε να μην προεξέχει τίποτα όταν τις βγάζεις και η τοποθέτησή τους να γίνειται πανεύκολα. Διαθέτουν πλαϊνές βαλίτσες 57 λίτρων συνολικά που μπορούν να έχουν το χρώμα της μοτοσυκλέτας και κεντρική βαλίτσα 47 λίτρων που χωρά δύο full face κράνη. Ας σημειώσουμε πως η μοτοσυκλέτα έρχεται με Michelin Road 5 ως πρώτη τοποθέτηση, ένα καλό ελαστικό που ανεβάζει την αρχική τιμή πώλησης, αλλά είναι και απαραίτητο ταυτόχρονα.

Κραδασμοί δεν υπάρχουν, σε οποιοδήποτε φάσμα στροφών οδηγείς απαλλαγμένος από την επιρροή τους και η σέλα εκτός από το σωστό αφρώδες υλικό για να είναι άνετη, έχει και την απόσταση από το έδαφος που χρειάζεται για να μην βρίσκουν κάτω εύκολα τα μαρσπιέ, δίχως να λυγίζουν ταυτόχρονα υπερβολικά τα γόνατα. Μικρές λεπτομέρειες που κάνουν όμως τεράστια διαφορά αν δεν τις πετύχουν και στο 660 έχουν εργαστεί λες και ράβουν κουστούμι. Θα ήθελα τα μαρσπιέ λίγο πιο φαρδιά γιατί μία Νο 45 μπότα μετά βίας χωράει και όταν αρχίσεις να τα ξύνεις στην άσφαλτο, ξύνεις μαζί και την μπότα ή ακόμη χειρότερα αν διπλώσουν, γιατί δεν έχουν και κανένα μεγάλο αποστάτη, τρως κλωτσιά από τον δρόμο στο κουντεπιέ. Μεγαλύτερα νούμερα θα έχουν και μεγαλύτερο πρόβλημα.

Για να περιοριστεί το κόστος τα όργανα είναι ίδια με του Trident απλά έχουν αλλάξει το πλαίσιο και έχουν κάνει μικρές αλλαγές προσαρμόζοντας τα στα δεδομένα του 660. Προέρχονται από Ασιάτη κατασκευαστή, σε αντίθεση με του Tiger 900 που φτιάχνονται στην Ευρώπη, αλλά έχουν την ίδια υψηλή τεχνική κατασκευής, που σημαίνει πως η οθόνη είναι ένα σώμα με το gorilla glass και έτσι δεν δημιουργούνται αντανακλάσεις στον ήλιο. Και είχαμε τελείως καλοκαιρινές συνθήκες στην δοκιμή για να το δούμε αυτό, μπαινοβγαίνοντας μάλιστα κάτω από το παχύ φύλλωμα των δέντρων, αλλάζοντας συνεχώς συνθήκες φωτισμού.

Οι σχέσεις στο κιβώτιο κουμπώνουν με σαφήνεια και απουσιάζει το δυνατό «κλανκ» στην πρώτη, ένα από τα παλιά χαρακτηριστικά των Triumph που τείνουν να το αποβάλλουν τελείως. Ο συμπλέκτης είναι μονόδρομος και υποβοηθούμενος και μπορεί εύκολα να διαχειριστεί όλη την ροπή και την δύναμη του κινητήρα, που σημαίνει πως δεν θα ξεκολλήσεις τον πίσω τροχό κατεβάζοντας, ακόμη κι αν θέλεις να το κάνεις εσκεμμένα πριν από κάποια είσοδο σε στροφή. Στον πρόσθετο εξοπλισμό υπάρχει quickshifter που πολύ θα ήθελα να δω αν αξίζει τα λεφτά που το χρεώνουν, αλλά κάτι τέτοιο δεν ήταν δυνατό γιατί καμία από τις μοτοσυκλέτες της παρουσίασης δεν το διέθετε εκείνη την στιγμή. Η Triumph έχει ετοιμάσει έναν κατάλογο από 40 αξεσουάρ στον πρόσθετο εξοπλισμό τα οποία εξελίσσονται παράλληλα με την μοτοσυκλέτα και εσωτερικά από την ίδια την Triumph, αυτό σημαίνει πως καλύπτονται και από την ίδια, διετή εγγύηση. Η Triumph έχει αναπτύξει ξεχωριστή ομάδα για αυτό τον σκοπό, καθώς ήταν και η πρώτη από τους μεγάλους κατασκευαστές που όταν η μόδα του customizing μεσουρανούσε ανέπτυξε γκάμα με πάνω από 150 αξεσουάρ για αντίστοιχα μοντέλα της, στοχεύοντας στην επένδυση της εξατομίκευσης που επιζητούσαν οι αγοραστές.

Το Tiger έχει δύο χάρτες, που πλήρως επεξηγούν τον εαυτό τους, Road και Rain. Άλλη μία προσθήκη απέναντι στον ανταγωνισμό αν και στην πράξη είναι κάτι που ελάχιστα θα χρειαστείς. Η λειτουργία του ηλεκτρονικού γκαζιού είναι εξαιρετική, όσο γκάζι ζητήσεις, τόσο ακριβώς παίρνεις, μία τεχνολογία που οι κατασκευαστές χρειάστηκαν αρκετό καιρό να την καταφέρουν να δουλεύει απροβλημάτιστα και που πλέον ο ένας μετά τον άλλο έρχονται στο ίδιο σημείο. Το traction control δουλεύει πάρα πολύ καλά στην γρήγορη οδήγηση ώστε να ανοίξεις το γκάζι άφοβα σε μέγιστη κλίση για να πάρεις την περισσότερη δύναμη που μπορείς κατά την επιτάχυνση, με την επέμβασή του να είναι ομαλή χωρίς να γονατίζει την μοτοσυκλέτα σαν καμήλα σε άρνηση να αφήσει την όαση. Πόσα έτη φωτός μπροστά από την πρώτη γενιά του μεγάλου Tiger είναι όλα αυτά; Βέβαια για να το απενεργοποιήσεις χρειάζεται να μπεις στο κεντρικό menu και να κάνεις μία σειρά από κινήσεις εκεί μέσα, πράγμα όχι δύσκολο αλλά σίγουρα όχι άμεσο.

Απεναντίας τα φλας απενεργοποιούνται μόνα τους, ενώ ο εξοπλισμός περιλαμβάνει και immobiliser καθώς και προετοιμασία για σύνδεση των οργάνων με το κινητό του αναβάτη μέσα από το ανανεωμένο Triumph Connectivity. Στο μέλλον θα γίνουν διαθέσιμα κι αρκετά από αυτά που διαθέτει ήδη η Triumph στις μεγαλύτερου κυβισμού μοτοσυκλέτες, όπως η σύνδεση και η λειτουργία της GoPro από τα όργανα.

Η Triumph αφουγκράστηκε το κοινό της και για την σχεδίαση της μοτοσυκλέτας, ακολουθώντας τις κατευθυντήριες γραμμές που πήρε από το ερωτηματολόγιο και έκαναν λόγο για μοτοσυκλέτα που πρέπει να είναι μοντέρνα, επιθετική και να ξεχωρίζει, αλλά όχι έντονα.

Με το νέο Tiger 660 η μεσαία κατηγορία αποκτά τον πρώτο τρικύλινδρο εκπρόσωπό της και ο ανταγωνισμός αναβαθμίζεται και μπαίνει στο κόκκινο από την στιγμή που το Tiger αποδίδει 81 ίππους στις 10.250 στροφές και 6,6kg.m ροπής στις 6.250 στροφές, ενώ είναι -φυσικά- Euro5. Μαζεύοντας τιμές ανταλλακτικών και εργασίας στην Αγγλία, η Triumph διατείνεται πως έχοντας μειώσει τις εργατοώρες σε μόλις 8 για τα πρώτα τρία χρόνια υπολογίζοντας πως είναι 30% φθηνότερη από τον ανταγωνισμό, ενώ για αναλώσιμα και ανταλλακτικά για την ίδια περίοδο είναι 17% φθηνότερη, πράμα που χρειάζεται την δική μας επαλήθευση όπως καταλαβαίνετε.

Εξαιρετικά ισορροπημένη μοτοσυκλέτα, ειλικρινής σε όσα λέει πως προσφέρει καθώς το κάνει και με το παραπάνω και με πλούσιο εξοπλισμό. Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες προτάσεις του 2022, έρχεται σε απόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ, ακόμη πιο αναλυτικά!

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ              

Αντιπρόσωπος:

ΗΛΙΟΦΙΛ Α.Ε.

Τιμή:

9.290

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

2.071

Ύψος (mm):

1.315-1.398

Μεταξόνιο (mm):

1.418

Ύψος σέλας (mm):

835

Ίχνος (mm):

97,1

Γωνία κάστερ (˚):

23,1

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο, περιμετρικό, σωληνωτό

Πλάτος (mm):

834

Βάρος κατασκευαστή, γεμάτη (kg):

206

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

17,2 / -

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, υγρόψυκτος, τρικύλινδρος εν σειρά, με 2ΕΕΚ και 4Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

74,04 x 51,1

Χωρητικότητα (cc):

660

Σχέση συμπίεσης:

11,95:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

80 / 10.250

Ροπή (kg.m/rpm):

6,5 / 6.250

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

121,2

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής:

3 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Με γρανάζια / -

Τελική μετάδοση / σχέση:

Με αλυσίδα / -

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

-

2,5

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ένα αμορτισέρ Showa

Διαδρομή (mm):

150

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

5,5 x 17

Ελαστικό:

180/55 ZR 17

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 255mm με δαγκάνα ενός εμβόλου και ABS

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι της Showa

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

150 / 41

Ρυθμίσεις:

-

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5 x 17

Ελαστικό:

120/70 ZR 17

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι 310mm με δαγκάνες δύο εμβόλων και  ABS

 

 

 

 

 

 

Ετικέτες