Θέμα: Πίστα παγκοσμίου στην Ελλάδα

Μπούρδες προδιαγραφών Formula 1
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

31/5/2019

Με αφορμή την είδηση πως η ισπανική RACC που διοργανώνει τον ισπανικό αγώνα της F1, ΠΑΡΑΚΑΛΕΙ δημόσια την Ισπανική Κυβέρνηση και τους Ισπανούς επιχειρηματίες ΝΑ ΒΑΛΟΥΝ ΛΕΦΤΑ, για να παραμείνει ο αγώνας του Grand Prix της Βαρκελώνης στο ημερολόγιο της Formula 1, θέλουμε να πούμε μερικά πράγματα σχετικά με την ΜΠΟΥΡΔΑ που ακούγεται κάθε τρεις και λίγο, περί κατασκευής πίστας στην Ελλάδα προδιαγραφών Formula 1.

Η Formula 1 είναι μια τεράστια επιχείρηση που τζιράρει δισεκατομμύρια και πρόσφατα την αγόρασαν αμερικάνοι επενδυτές, προφανώς όχι γιατί τους αρέσουν τα αυτοκίνητα, αλλά για να έχουν κέρδος. Αγώνες για το πρωτάθλημα της Formula 1 μπορούν να γίνουν σε ΟΠΟΙΟΔΗΠΟΤΕ ΔΗΜΟΣΙΟ ΔΡΟΜΟ και οι προδιαγραφές ασφαλείας που απαιτεί ο κύριος Bernie Ecclestone είναι πραγματικά αστείες με βάση τις κατασκευαστικές δυνατότητες της εποχής μας. Απόδειξη για αυτό δεν είναι μόνο ο αγώνας του Monaco, που κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί πως τον διατηρούν μονάχα για ιστορικούς λόγους, ούτε του Αζερμπαΐζάν , ούτε της Σιγκαπούρης, ούτε της Αυστραλίας. Απόδειξη είναι ο αγώνας που γινόταν στη Valencia, η οποία ως γνωστόν έχει την πίστα των MotoGP, αλλά τα αυτοκίνητα της Formula 1 έτρεχαν στους δρόμους γύρω από το λιμάνι!

Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν ακόμα κάποιοι πονηροί, που “πουλάνε” το όνειρο κατασκευής μιας εντυπωσιακής πίστας στην Ελλάδα, λέγοντας πως η κατασκευή της θα κάνει τους ανθρώπους της F1 να διοργανώσουν αγώνα στην χώρα μας. Το πρόβλημα εδώ δεν είναι τόσο το ψέμα και οι ανημέρωτοι που πιστεύουν κάτι τέτοιο. Το πρόβλημα είναι πως αυτή η μπούρδα έχει δημιουργήσει μια κακή νοοτροπία και κυρίως μια κακή νομοθεσία, που στην πράξη εμποδίζει την κατασκευή μια καλής πίστας στη χώρα μας. Πράγμα το οποίο θέλουμε εμείς, εσείς, όλοι μας! Όποιος έχει το κουράγιο να κάτσει και να διαβάσει την ελληνική νομοθεσία που αφορά τις προδιαγραφές για την κατασκευή αυτοκινητοδρομίου, πραγματικά θα φρικάρει με τις παράλογες απαιτήσεις του νομοθέτη. Ούτε λίγο, ούτε πολύ, οι νόμοι περιγράφουν μια πίστα σαν του Abu Dhabi!!!!

Ούτε τις εποχές που οι Έλληνες εφοπλιστές έδιναν 10 και 15 εκατομμύρια ευρώ για έναν παίχτη δεν θα έβρισκες επιχειρηματία που να φτιάξει μια τόσο ακριβή πίστα.

Όμως ακόμα κι αν βρίσκαμε τον τρελό που θα ήθελε να πετάξει 100 εκατομμύρια για να φτιάξει μια πίστα στην Ελλάδα όπως την περιγράφει η ελληνική νομοθεσία, ποιος θα είχε τα χρήματα να την συντηρήσει; Η απάντηση είναι… ΚΑΝΕΙΣ!

Έχουμε βρεθεί στα εγκαίνια της πίστας στον Ορχομενό. Έχουμε πάει σε συνεντεύξεις τύπου όπου μας ανακοινώθηκε η έναρξη των έργων κατασκευής πίστας στην Πάτρα… Έχουμε βρεθεί καλεσμένοι σε εισηγήσεις, μας έχουν ζητηθεί γνωματεύσεις, προσκεκλημένοι σε ένα σωρό συζητήσεις... Και από τότε έχουν περάσει δεκαετίες!

Δυστυχώς, η λαχτάρα των φίλων του μηχανοκίνητου αθλητισμού για μια αξιοπρεπή πίστα κοντά στην Αθήνα, όπου μένει σχεδόν το 60% των Ελλήνων, γίνεται διαρκώς αντικείμενο εκμετάλλευσης. Η μεγαλομανία και η υπερβολή σε συνδυασμό με την ασχετοσύνη, είναι το πραγματικό εμπόδιο για την δημιουργία ενός φιλόξενου και βιώσιμου χώρου για τον μηχανοκίνητο αθλητισμό. Οι πίστες δεν βγάζουν λεφτά από μόνες τους. Ως ιδιωτικές επενδύσεις έχουν τεράστια πιθανότητα να είναι ζημιογόνες, αν στραφούν μονάχα προς τους αγώνες. Όμως οι πίστες φέρνουν λεφτά στην τοπική κοινωνία και δημιουργούν θέσεις εργασίας στον ευρύτερο τομέα της οικονομίας. Αυτό που έκαναν οι Σέρρες είναι αυτό που πρέπει να κάνει η Νομαρχία Αττικής. Ασχέτως αν και εκεί η παραδοσιακή τοπικιστική μιζέρια έβαλε πολλές τρικλοποδιές στους ανθρώπους που εμπνεύστηκαν και πραγματοποίησαν την κατασκευή μιας από τις ομορφότερες πίστες.

Η μεγαλομανία μας είναι λοιπόν το μόνο πρόβλημα. Έχουμε μπλέξει τα πράγματα ανάμεσα στην ύπαρξη της πίστας και της διεκδίκησης των αγώνων. Πρέπει να αποφασίσουμε αν θέλουμε αγώνες MotoGP και F1 στην Ελλάδα ή απλά μία πίστα για να βελτιώσουμε το ίδιο μας το είδος. Εμείς θέλουμε το δεύτερο, όπως είναι το παράδειγμα της έναρξης του μηχανοκίνητου αθλητισμού της Ισπανίας και της Ιταλίας. Θέλουμε το παράδειγμα που για χρόνια το ΜΟΤΟ έχει δει να λειτουργεί εκεί, οδηγώντας πολλά νέα μοντέλα και έχοντας συνομιλήσει με τους ιδιοκτήτες αυτών των πιστών. Πίστες με μικρότερο κόστος κατασκευής σε παρεμφερή χωρίς κερκίδες, χωρίς απαιτητικές προδιαγραφές για αγώνες παγκοσμίου, αλλά που υπερπληρούν όλα όσα θέλουν οι αγώνες στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια, κι αυτές οι πίστες είναι συνέχεια γεμάτες από εταιρίες αυτοκινήτων, μοτοσυκλετών και ελαστικών, που τις χρησιμοποιούν για δοκιμές! Πίστες που δεν βασίζονται σε έναν ή δύο αγώνες τον χρόνο και σε μερικά track days. Υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις οι πίστες αυτές, όπως και η πιο ιδιαίτερη περίπτωση των Σερρών, έχουν λαμπρό μέλλον. Στο Καστελιόλι έξω από την Βαρκελώνη, ο ιδιοκτήτης της πίστας ανέλυε στο ΜΟΤΟ πώς την έκανε κερδοφόρα και έχει τους ντόπιους να χαίρονται μία εξωφρενικά καλή πίστα για track days που διαφορετικά είτε το εισιτήριό της θα ήταν τεράστιο, είτε δεν θα μπορούσε να είναι κερδοφόρα. Τα κατάφερε κάνοντας υποδομές για δοκιμές των εταιριών, έχοντας εγκαταστήσει ένα υπερσύγχρονο σύστημα τηλεμετρίας που στέλνει απευθείας δεδομέα στην Audi και την BMW, για παράδειγμα. Τα στέλνει σε πραγματικό χρόνο (!) στα κέντρα R&D στην Γερμανία. Αυτό τους εξασφαλίζει πως αντί για ολόκληρη ομάδα, στέλνουν μονάχα ένα αυτοκίνητο με οδηγό, στον οποίο συνομιλούν ζωντανά και δίχως να χάνουν χιλιοστό του δευτερολέπτου βλέπουν τι γίνεται σε κάθε στροφή! Κι έτσι η συγκεκριμένη πίστα έχει συνέχεια δουλειά και κλεισμένες ημερομηνίες. Αντίστοιχα στην Σεβίλλη το Μοντεμπλάνκο. Που όλο το DTM ξεχειμωνιάζει εκεί… Κοινό χαρακτηριστικό τους; Πώς δεν είναι πίστες για F1 ή για MotoGP, είναι όμως αυτό που θέλει η τοπική κοινωνία και που χρειάζονται πολλές εταιρίες. Με τον καιρό της Ελλάδας και με την αγορά γης να είναι σε ύφεση κάτι τέτοιο είναι το παράδειγμα που θα έπρεπε όλοι να κοιτούν, αλλά όχι. Εμείς θέλουμε σαράι, το παλατάκι είναι μικρό για την αφεντιά μας…

Ας ξεκινήσουμε από εκεί λέμε εμείς, κι όταν βελτιωθεί το είδος μας και φύγουμε από την νοοτροπία της καφετέρειας, τότε και οι αγώνες του παγκοσμίου μόνοι τους θα έρθουν... 

Μοτοσυκλέτα και νέα γενιά: ένας χαμένος έρωτας

Γιατί δεν μπαίνει νέο αίμα στην μοτοσυκλέτα
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

15/1/2019

Θα ξεκινήσουμε με μια σκληρή, για εμάς τους μοτοσυκλετιστές, παραδοχή: Οι σημερινοί έφηβοι, τουλάχιστον στην πλειοψηφία τους, δεν ονειρεύονται πια μοτοσυκλέτες. Για πολλούς δεν αποτελούν πια αντικείμενο του πάθους τους, όσο κι αν η αναγεννημένη κατηγορία των μικρών μοτοσυκλετών στα 125cc κάνει ό, τι μπορεί για να το ανατρέψει αυτό. Αυτό δεν αποτελεί καθολικό αφορισμό, αλλά συμβαίνει σε πολύ μεγάλο ποσοστό των νέων ανθρώπων.
Πλέον, περνάς έξω από σχολές και πανεπιστήμια και γίνεσαι μάρτυρας της θλιβερής εικόνας των πάρκινγκ που φιλοξενούν ελάχιστα πλέον δίκυκλα. Αντιθέτως, είναι γεμάτα από μικρές και μεγάλες παρέες νέων ανθρώπων που είναι σκυμμένοι πάνω από ένα κινητό και είναι απόλυτα προσηλωμένοι στην οθόνη. Είναι γεγονός, ότι για πρώτη φορά στην μεταπολεμική εποχή, οι μοτοσυκλέτες δεν βρίσκονται στο κέντρο της προσοχής της νεολαίας.


Τα τελευταία 60 χρόνια, όλες οι γενιές είχαν περάσει τουλάχιστον για μία φορά πάνω στη σέλα μιας μοτοσυκλέτας. Είτε γιατί στην αρχή αποτελούσε εναλλακτική του δυσπρόσιτου οικονομικά αυτοκινήτου, είτε γιατί αργότερα, την εποχή που είχε αρχίσει η οικονομική ανάπτυξη, η μοτοσυκλέτα ήταν ένα σύμβολο ελευθερίας, κοινωνικού στάτους και ένα όχημα για να αξιοποιήσεις τον ελεύθερο χρόνο σου. Πιο πρόσφατα, προστέθηκαν και τα σκούτερ ως η λύση στα πηγμένα κέντρα των πόλεων, για να μετακινείσαι σβέλτα και με στιλ γλιτώνοντας πολύτιμο χρόνο. Ο διάδοχος όλων αυτών στη σημερινή εποχή είναι… τα smartphones. Για τους νέους ανθρώπους οι "έξυπνες συσκευές" είναι το μέσο μεταφοράς, απόδρασης, χειραφέτησης και ανακάλυψης του πραγματικού κόσμου μέσα από μια εικονική πραγματικότητα. Και αν κάποιοι πιστεύουν ότι οι νέοι άνθρωποι είναι πιο ασφαλείς χωρίς τα σκούτερ ή τις μικρές μοτοσυκλέτες, πλανώνται πλάνη οικτρή.


Ας κάνουμε όμως μια γρήγορη αναδρομή για το πώς φτάσαμε σ' αυτό το σημείο. Οι μοτοσυκλέτες κατασκευάστηκαν εξ αρχής ως ένα φθηνό μέσο μεταφοράς. Από την επαρχία ως τις μεγαλουπόλεις, οι μοτοσυκλέτες πρόσφεραν φθηνές λύσεις μετακίνησης την δεκαετία του '50, τότε που όπως ολόκληρη η Ευρώπη, έτσι και η Ελλάδα προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια της και να αναγεννηθεί από τις στάχτες της. Τις δεκαετίες του '60 και του '70 οι μοτοσυκλέτες μεγαλώνουν πολύ την απήχησή τους στο νεανικό κοινό. Είναι οι δεκαετίες που το ενδιαφέρον απογειώνεται. Ένας καινούργιος άνεμος έρχεται από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού –κυρίως- με την ροκ μουσική και τον κινηματογράφο να μεταφέρουν πρότυπα, όπως αυτό του Malron Brando παρέα με ένα Triumph Thunderbird, που επηρεάζουν την κουλτούρα της νεολαίας. Η μοτοσυκλέτα εκτός από ένα μέσο μεταφοράς μετουσιώνεται και σε σύμβολο των νέων, αποπνέοντας ελευθερία, ερωτισμό, πάθος και ανεξαρτησία. Ειδικά αυτό το τελευταίο παίζει σημαντικό ρόλο. Οι έφηβοι θέλουν να ξεφύγουν από τον γονικό έλεγχο και βιάζονται να κατακτήσουν το μόνο πράγμα που ζηλεύουν από τον κόσμο των "μεγάλων": το να είναι ανεξάρτητοι. Είναι τέτοια η επιρροή της μοτοσυκλέτας που ακόμη και στον έρωτα παίζει τον ρόλο του τρίτου προσώπου ανάμεσα στα ζευγάρια. Την δεκαετία του '80 η αγάπη για την μοτοσυκλέτα εκτοξεύεται, ενώ αρχίζει να γίνεται πιο προσιτή στη νεολαία οικονομικά. Την δεκαετία του '90 και με την βοήθεια από τις παραεισαγωγές από την Ιαπωνία το σύμπαν της μοτοσυκλέτας σφύζει από νεανικό αίμα και το παράδοξο είναι ότι ενώ όλα αυτά τα χρόνια οι μοτοσυκλέτες δέχθηκαν μια αλματώδη εξέλιξη και μετάλλαξη, εξακολουθούσαν να συμπλέουν με τις νεαρές ηλικίες.

Στην Ελλάδα, το παπί έβαζε τους πιτσιρικάδες από πολύ νωρίς στο μοτοσυκλετιστικό σύμπαν και πλέον δεν υπήρχε σχολείο, σχολή ή κάποιο άλλο εκπαιδευτικό ίδρυμα, που δεν είχε απ' έξω αραγμένα δεκάδες δίκυκλα που πλημμύριζαν τους δρόμους μετά το πέρας των μαθημάτων.
Σήμερα, βλέπεις πολλά νέα παιδιά, ακόμη και εφήβους που έχουν μεγαλώσει μέσα σε οικογένειες με έντονο το μοτοσυκλετιστικό στοιχείο –συνήθως από τον μπαμπά- που δεν μετρούν πλέον αντίστροφα τις μέρες, τους μήνες ή τα χρόνια που τους απομένουν για να βγάλουν το πρώτο τους δίπλωμα. Είναι ένα χαρακτηριστικό της νέας γενιάς, το οποίο μάλιστα έχει διαστάσεις παγκόσμιου φαινομένου. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι στην Ιταλία, μια χώρα με πλούσια μοτοσυκλετιστική κουλτούρα και δική της βιομηχανία, οι εκδόσεις νέων διπλωμάτων για μοτοσυκλέτες έχουν μείωση κατά 8,5% σε σχέση με πέρσι. Ο νόμος για τις διαδικασίες της εξέτασης έχει γίνει πιο αυστηρός τα τελευταία χρόνια, και για τους περισσότερους μοιάζει ένας αχρείαστος φόρτος, εκτός και αν υπάρχει το γνήσιο μοτοσυκλετιστικό πάθος.
Υπάρχει όμως κι ένας άλλος παράγοντας που παίζει σημαντικό ρόλο κι έχει να κάνει με την ενθάρρυνση ή την αποθάρρυνση από τους γονείς. Όταν οι δικοί μας γονείς (οι σημερινοί παππούδες των νέων) μεγάλωσαν σε μια εποχή που το κράνος ήταν μια άγνωστη έννοια, δέχτηκαν με μεγάλη ανακούφιση την υποχρεωτική χρήση του όταν είχαμε φτάσει εμείς σε ηλικία να οδηγούμε μηχανάκια και το έβλεπαν σαν ένα έξτρα επίπεδο ασφάλειας για όλους εμάς που γεμίζαμε με παπιά, σκούτερ και μοτοσυκλέτες τους ελληνικούς δρόμους.

Τώρα όμως η δική μας γενιά έχει πείσει τα παιδιά της ότι το κινητό τηλέφωνο είναι μια απαραίτητη επιλογή, ενώ η απόκτηση μιας μικρής μοτοσυκλέτας ένας ακόμη παράγοντας ανησυχίας. Με μερικές εκατοντάδες ευρώ, δηλαδή με ένα χρηματικό ποσό πολύ μικρότερο, θεωρούμε ότι παρέχουμε συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό προστασίας από τους δρόμους, εκμηδενίζοντας την επιθυμία τους για αυτονομία και ανεξαρτησία.

Έτσι φτάσαμε στα σημερινά δεδομένα, όπου ένα κινητό τηλέφωνο έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο και είναι πολύ πιο επιθυμητό για έναν νέο άνθρωπο απ' ό,τι μια μοτοσυκλέτα. Αυτό συνέβη σε μια γενιά που γαλουχήθηκε μέσα από την οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2008, σε μια εποχή που χαρακτηρίστηκε από την ραγδαία εξάπλωση του internet και των νέων τεχνολογιών, με την χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης να είναι απαραίτητη για να ξεπεραστεί η ανασφάλεια και το πόσο ευάλωτοι νιώθουν. Αισθάνονται ότι δεν είναι μόνοι, αλλά ανήκουν σε ένα σύνολο, σε μια ομάδα, σε μια κοινότητα. Έχουν ολόκληρο τον κόσμο μέσα στην παλάμη του χεριού τους. Μέσα εκεί βρίσκουν ο ένας τον άλλον και αισθάνονται ελεύθεροι. Μπορούν να ταξιδέψουν παντού με ένα κλικ, μπορούν να είναι μέσα στο δίκτυο ο εαυτός τους -ή κάποια διαφορετική εκδοχή του- και τροφοδοτούν την ανάγκη τους για αναγνώριση μοιράζοντας τις φωτογραφίες τους, τις ιστορίες τους και τους προβληματισμούς τους. Η νέα γενιά έχει συνηθίσει πλέον να μοιράζεται τα πάντα, μέχρι και το αυτοκίνητό τους ή την μοτοσυκλέτα τους. Η έννοια της κατοχής εξαφανίζεται σιγά-σιγά εις το όνομα της καθιέρωσης και της ευχαρίστησης. Ακόμη και τα συναισθήματα μοιράζονται! Η αλήθεια είναι ότι δυστυχώς τα παιδιά μας διακατέχονται από μία μόνιμη επισφάλεια, η οποία αποτελεί την "μαύρη τρύπα" των ονείρων και είναι λογικό ότι από τα πρώτα πράγματα που χάθηκαν ήταν όσα αντιπροσώπευε η μοτοσυκλέτα.

Είναι καιρός να δείξουμε στα παιδιά μας πώς μπορούν να ονειρεύονται πάνω σε μια μοτοσυκλέτα

Κι όμως, αυτή δεν είναι μια μη αναστρέψιμη κατάσταση, με το δύσκολο έργο να βαραίνει όλους εμάς που έχουμε την ευθύνη ανάθρεψης της νέας γενιάς. Πρέπει να καταλάβουμε ότι τα παιδιά μας δεν είναι πιο ασφαλή χωρίς τις μοτοσυκλέτες ή οτιδήποτε άλλο αντιπροσωπεύει έννοιες που σχετίζονται με το υγιές πάθος. Ο εικονικός κόσμος στον οποίο τα σπρώχνουμε συνειδητά ή ασυναίσθητα είναι πολύ πιο επιβλαβής και δημιουργεί ανθρώπους άρρωστους ψυχικά και πνευματικά, ανθρώπους εξαρτημένους και ανασφαλείς και για να μη θεωρηθεί ότι δαιμονοποιούμε το internet και την τεχνολογία, αυτό ισχύει όταν τα πράγματα συμβαίνουν χωρίς μέτρο. Ας τα βοηθήσουμε στο να μάθουν να ονειρεύονται κάνοντάς τα μια βόλτα με μοτοσυκλέτα…