Ποινικός Κώδικας: Τρία χρόνια φυλακή για σούζες – Αυστηρότερα αλλά όχι σκληρά για τους κλέφτες!

Βγαίνεις την επόμενη ημέρα της σύλληψης αν κλέψεις μοτοσυκλέτα
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

21/11/2019

Δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Τεύχος Α’ 180/2019 ο Νόμος 4637/2019 - Τροποποιήσεις Ποινικού Κώδικα, Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και συναφείς διατάξεις στον οποίο αν δεν ρίξεις προσεκτική ματιά, θα βγάλεις λάθος συμπέρασμα.

Καταρχήν όλες αυτές τις ημέρες στην γενική ειδησεογραφία συζητούνται οι αλλαγές του Ποινικού Κώδικα, κυρίως για το γεγονός πως αλλάζουν τα πράγματα για εκείνους που πετούν μολότοφ και εκείνους που έχουν καταχραστεί τεράστιες ποσότητες δημοσίου χρήματος. Απέχουμε και από τις δύο αυτές διασκεδαστικές ενασχολήσεις με τα κοινά για να δώσουμε αξία από το συγκεκριμένο βήμα σε τελεσίγραφα που ανταλλάσσονται τις τελευταίες ώρες και άλλα ωραία και ελληνικά, οπότε θα εστιάσουμε στις αλλαγές των άρθρων 4 και 5 - μιας και αρκετός κόσμος έχει μπερδευτεί και δεν ξέρει τι ακριβώς ισχύει με διάφορα δημοσιεύματα που κυκλοφορούν.

Ξεκινώντας από τις κλοπές, που μέσα σε αυτές είναι και οι κλοπές οχημάτων και μοτοσυκλετών που μας ενδιαφέρει στην προκειμένη περίπτωση, το πρόβλημα είναι πως ΠΑΡΑΜΕΝΕΙ το όριο των 120.000 Ευρώ για να τιμωρηθεί η κλοπή με κάθειρξη έως δέκα έτη ΚΑΙ χρηματική ποινή.

Κι αυτό παρά την εναντίωση του κ. Μιχάλη Χρυσοχοΐδη σε συνέντευξή του στο Βήμα της Κυριακής, επίμαχο μέρος της οποίας θα βρείτε παρακάτω. Αυτό σημαίνει πως αν κάποιος κλέψει μία μοτοσυκλέτα, και εκτός αν αυτή είναι κάποια σαν την HONDA RC213V-S, τότε δεν αντιμετωπίζει κάθειρξη έως δέκα έτη. Αυτό θα συμβεί αν είναι δύο ή περισσότεροι και αποδειχτεί πως είχαν οργανωθεί με σκοπό την τέλεση κλοπών. Σε αυτή την περίπτωση δεν ισχύει όριο για τα κλοπιμαία. Την στιγμή της κλοπής όμως αν φαίνεται πως κάποιος έχει δράσει μόνος του χωρίς συνεργό, τότε δεν αντιμετωπίζει βαριές ποινές.

Η αναστολή φυλάκισης για κλοπή ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΕΙ να υφίσταται κανονικά. Όπως δηλαδή πρόσφατα άλλαξε από 1η Ιουλίου 2019 με κυριότερη αλλαγή την διάταξη του άρθρου 99 παράγραφος 1 εδάφιο δεύτερο που αντικαθίσταται ως εξής: «Ο χρόνος αναστολής δεν μπορεί να είναι βραχύτερος από τη διάρκεια της ποινής και αρχίζει από τη δημοσίευση της απόφασης που χορηγεί την αναστολή, εάν ο καταδικασθείς είναι παρών.

Να τονίσουμε εδώ και κάτι σημαντικό, είναι άλλο πράγμα οι λέξεις φυλάκιση και κάθειρξη, μιας και μπορεί κανείς εύκολα να μπερδέψει τους όρους.

Το καλό είναι πως πλέον -δηλαδή από τον Ιούλιο του 2019- ο νόμος επιτρέπει στο δικαστήριο να κρίνει αν η τέλεση της ποινής είναι απολύτως αναγκαία. Επί κυβέρνησης Σύριζα το δικαστήριο δεν είχε αυτή την επιλογή και αναγκαστικά άφηνε κάποιον ελεύθερο, παρόλο που η εκτέλεση της ποινής ήταν απολύτως αναγκαία για να τον αποτρέψει από νέες αξιόποινες πράξεις. Παράδειγμα: Αλγερινός που έχει περάσει τα σύνορα της χώρας παράνομα, προσπαθεί να ληστέψει σκούτερ που ανήκει σε αστυνομικό εκτός υπηρεσίας, τον οποίο και απειλεί με μαχαίρι. Ο αστυνομικός αντιδρά και μετά από καταδίωξη τον συλλαμβάνει. Οι αξιόποινες πράξεις στην συγκεκριμένη περίπτωση ήταν περισσότερες από μία, παρόλο αυτά το δικαστήριο αναγκαστικά του έδινε αναστολή. Δεν ισχύει κάτι τέτοιο πλέον.

Και πάλι όμως ένας κλέφτης που πιάνεται να προσπαθεί να αφαιρέσει μοτοσυκλέτα θα είναι έξω με αναστολή, εκτός κι αν το δικαστήριο φέρει επιχειρήματα πως πρέπει η ποινή να εκτελεσθεί. Το γεγονός πως πλέον έχει επιλογή είναι θετικό. Το γεγονός επίσης πως αν δεν έχει συνεργό θα πρέπει να κλέψει πολλές μοτοσυκλέτες για να πάει στην φυλακή, είναι ανησυχητικό.

Υπάρχει επίσης -από τον Ιουλίου του 2019 όχι τώρα- η πρόβλεψη για μερική έκτιση της ποινής φυλάκισης και μερική αναστολή της υπόλοιπης για ποινές έως 3 ετών, που δεν μπορεί να έχει διάρκεια -η μερική έκτιση- κατώτερη των 10 ημερών και ανώτερη των 3 μηνών.

Παραθέτουμε την τροποποιήση στo άρθρo 374 του Ποινικού Κώδικα παράγραφος 1 που αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Η κλοπή τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα έτη και χρηματική ποινή αν: α) ο υπαίτιος αφαιρεί από τόπο προορισμένο για θρησκευτική λατρεία, πράγμα αφιερωμένο σε αυτή καλλιτεχνικής ή αρχαιολογικής ή ιστορικής σημασίας, β) ο υπαίτιος αφαιρεί πράγμα επιστημονικής ή καλλιτεχνικής ή αρχαιολογικής ή ιστορικής σημασίας που βρίσκεται σε συλλογή εκτεθειμένη σε κοινή θέα ή σε δημόσιο οίκημα ή σε άλλο δημόσιο τόπο, γ) η συνολική αξία των αφαιρεθέντων αντικειμένων υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ, ή δ) τελέστηκε από δύο ή περισσότερους που είχαν οργανωθεί με σκοπό την τέλεση κλοπών.»

Προφανώς μας ενδιαφέρουν τα (γ) και (δ) στην συγκεκριμένη περίπτωση που αναλύονται πιο πάνω. Αν κλέψεις μία μοτοσυκλέτα πέφτεις στα μαλακά και δύο και τρείς και μέχρι να φτάσεις τα 120.000 – αν όμως το κάνεις με παρέα, τότε και με ένα παπάκι να σε πιάσουν πας φυλακή. Πάλι καλά δηλαδή...

Το πιο σημαντικό είναι αυτό, μιας και οι σπείρες είχαν ρημάξει τις μοτοσυκλέτες. Φτάνει τώρα να μην οργανωθούν διαφορετικά, και να φαίνεται ένας κάθε φορά…

Από εκεί και πέρα δεν έχει εστιάσει κανείς στην αυστηρή, αυστηρότατη ποινή που υπάρχει για όσους οδηγούν γρήγορα, επικίνδυνα, κάνουν σούζες και κόντρες! Κι αυτό γιατί αλλάζει και το άρθρο 4 το οποίο και μας βρίσκει σύμφωνους σε όλα, απλά υπάρχει κίνδυνος ακόμη και για τις σούζες σε άδειους δρόμους. Το άρθρο 4 προβλέπει έως τρία χρόνια φυλάκιση ή χρηματική ποινή σε όποιον κάνει επικίνδυνους ελιγμούς και προκύπτει κίνδυνος σε ξένα πράγματα. Όχι φθορά, αλλά κίνδυνος. Άρα, σούζα σε άδειο δημόσιο δρόμο με παρκαρισμένα αυτοκίνητα = τρία χρόνια φυλάκιση. Με αναστολή φυσικά, εκτός κι αν το δικαστήριο φέρει αποδείξεις πως πρέπει να μείνει κανείς μέσα. Δεν θέλουμε όμως να αλλάξει το άρθρο 4, κι αυτό γιατί προβλέπει αυστηρότερα πράγματα και κάθειρξη (μεγάλη η διαφορά) αν προξενήσει κανείς τραυματισμό ή θάνατο κι ακόμα και ισόβια για όποιον επιφέρει τον θάνατο σε πολλαπλά θύματα. Το άρθρο 4 συμπεριλαμβάνει και την μέθη με τις ίδιες ποινές, την είσοδο σε αυτοκινητόδρομο με ανάποδη φορά, αλλά και την οδήγηση σε πλατείες και πεζόδρομους. Πράγματα που πρέπει και έπρεπε να είναι έτσι, χρόνια τώρα.

Όλες αυτές είναι αρμοδιότητες του Υπουργού Δικαιοσύνης και έπρεπε να γίνουν καιρό τώρα, καθώς αποδεδειγμένα οι κλοπές είχαν γιγαντωθεί στην χώρα μας εξαιτίας της χαλαρότητας του νόμου. Το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, και ο κ. Χρυσοχοΐδης εισηγήθηκαν πολλά από τα παραπάνω. Σε πρόσφατη συνέντευξή του στο Βήμα της Κυριακής, ο κ. Χρυσοχοΐδης αναφέρθηκε και στις κλοπές. Η συνέντευξη αυτή είναι προγενέστερη της ανάρτησης του νέου Ποινικού Κώδικα στην Εφημερίδα Κυβέρνησης

Πηγή

 

Την περασμένη εβδομάδα ψηφίστηκε στη Βουλή ο νέος Ποινικός Κώδικας. Πολλά θέματα αφορούν δικές σας αρμοδιότητες. Πριν από τις εκλογές είχατε ασκήσει αυστηρή κριτική σε συγκεκριμένες διατάξεις του Ποινικού Κώδικα που ψήφισε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, θεωρώντας ότι έκρυβαν πολιτική σκοπιμότητα και δεν στόχευαν στην αποσυμφόρηση των φυλακών. Τώρα είστε ικανοποιημένος με τις αλλαγές που έγιναν;

κ. Χρυσοχοΐδης: «Δεν κρίνω τις προθέσεις των συντακτών του προηγούμενου Ποινικού Κώδικα του ΣΥΡΙΖΑ. Διαπιστώνω όμως τις συνέπειες, τα αποτελέσματά του. Αφήνω στην άκρη ότι άδειασαν οι φυλακές από τους τρομοκράτες, τους οποίους τώρα με μεγάλο κόπο συλλαμβάνουμε. Έτοιμους να μας κάνουν να θρηνήσουμε νέα θύματα, πολλά θύματα απ’ ό,τι φαίνεται. Ποιος το θέλει αυτό; Κανένας πολίτης και κανένα κοινοβουλευτικό κόμμα, είμαι σίγουρος γι’ αυτό. Εγινε όμως η αποφυλάκιση με τον νόμο Παρασκευόπουλου. Δεν ήταν αφροσύνη;».

Τι εννοείτε ότι αφήνετε στην άκρη την αποφυλάκιση τρομοκρατών;

«Εννοώ ότι ήταν παράλογες, εκτός πραγματικότητας οι αλλαγές του ΣΥΡΙΖΑ. Ομως, ξέρετε, δεν πρόκειται μόνο για την τρομοκρατία, τις άδειες και την ατελείωτη επιείκεια. Σας λέω κάτι πολύ πιο απλό: είχαν καταργηθεί τα πταίσματα. Η ηχορύπανση μεταξύ αυτών. Ρωτώ, ποιος ασυλλόγιστος σοφός το έκανε;

κ. Χρυσοχοΐδης «Κάηκαν» τα τηλέφωνα της Αστυνομίας, του Λιμενικού όλο το καλοκαίρι από έξαλλους πολίτες που δεν μπορούσαν να ησυχάσουν το βράδυ από τα μπαρ και δεν υπήρχε νόμος να τους προστατέψει. Παρόμοια ισχύουν για κλοπές χωρίς διάρρηξη που έγινε πλημμέλημα και άνθησαν οι πορτοφολάδες και οι απατεώνες εις βάρος ηλικιωμένων. Ποιος σκέφθηκε να βάλει όριο στην αξία κλαπέντων τα 120.000 ευρώ; Στην Ελλάδα της κρίσης, παντού πλην Εκάλης δεν υπάρχει τέτοια περιουσία, για ποιους είχε νομοθετήσει λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ; Γέμισαν ατιμώρητες σπείρες η Αθήνα και τα αστικά κέντρα».

Αυτά πιστεύετε ότι έγιναν σκόπιμα ή πρόκειται για λάθη;

«Δεν μου αρέσει ποτέ να ψάχνω στην πολιτική τις προθέσεις, είναι έδαφος πόλωσης, καθόλου γόνιμο. Φαίνεται ότι κάποιοι σκέφθηκαν πως θα έπρεπε να είναι μια ιδανική κοινωνία αγγέλων και νομοθέτησαν στον κόσμο των ιδεών τους. Την πραγματικότητα, τους ανθρώπους, τους πολίτες δεν τους σκέφθηκαν· αν διατάραξαν την καθημερινότητα, την ασφάλεια, αν δυσκόλεψαν τη ζωή τους. Είπαν ότι ήθελαν να αποσυμφορήσουμε τις φυλακές. Μα ο τρόπος να αποσυμφορήσουμε τις φυλακές δεν είναι να βγάλουμε έξω αμετανόητους.

Η αποσυμφόρηση έχει ευθεία σχέση με την πρόληψη του εγκλήματος, με τον περιορισμό της ανομίας, αλλά και με την καταστολή, τη νόμιμη βία που, σύμφωνα με το Σύνταγμα και υπό τις προϋποθέσεις που αυτό θέτει, οφείλει να ασκεί η Αστυνομία».

Συνδέετε όσα περιγράφετε με τη σημερινή στάση της αντιπολίτευσης;

κ. Χρυσοχοΐδης: «Δυστυχώς ναι. Κοιτάξτε, είναι παράλογο αυτό που συνέβη επί ΣΥΡΙΖΑ. Είναι έξω από κάθε λογική, κοινωνική ανάγκη, πέρα από τα βασικά δικαιώματα και ανάγκες των πολιτών.

Δεν θα με ενδιέφερε ιδιαίτερα αν αυτή η λογική πεισματικά δεν επέμενε σήμερα να επανέρχεται και να διεκδικεί παράλογα τη συνέχεια αυτής της συνταγής αποτυχίας. Μιλώ για τα πρόσφατα, την ΑΣΟΕΕ, τα Εξάρχεια, τη ρηχή προπαγάνδα κάποιων υπερδικαιωματιστών».

Ναι, αλλά ποια είναι τα όρια της καταστολής; Ο Αλέξης Τσίπρας σάς καταγγέλλει ότι στήνετε επικοινωνιακό σόου στα Εξάρχεια.

κ. Χρυσοχοΐδης: «Το Σύνταγμα και οι νόμοι θέτουν τα όρια. Η πολιτεία και τα δικαστήρια. Έχουμε κράτος δικαίου. Άλλο «βιαιόμετρο» δεν υπάρχει και σίγουρα δεν κρατά ο καθένας από ένα. Ας τελειώνουμε με αυτά. Δεν είμαι εδώ για προπαγάνδα. Ότι δηλαδή από τις καταλήψεις κτιρίων στα Εξάρχεια βγάζουμε ανάλγητα μάνες με παιδιά. Είναι ρεζιλίκι να μιλάει πρώην πρωθυπουργός για μωρομάνες κραδαίνοντας μια φωτογραφία, όταν 10 κτίρια στα Εξάρχεια – 12 στην Αθήνα – αποδόθηκαν στην πόλη και στους ιδιοκτήτες, όταν οι πρόσφυγες απελευθερώθηκαν από τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης εκεί μέσα. Και όταν αφαιρέσαμε τη δυνατότητα σε άλλους, που είχαν σαν προπέτασμα τους πρόσφυγες, να συνεδριάζουν, να παρανομούν και να σχεδιάζουν. Τώρα που άρχισε να ξετυλίγεται το κουβάρι της τρομοκρατίας ξεκαθαρίζει και το ποιους ξεβολεύουμε στα Εξάρχεια. Μη γίνονται λοιπόν κάποιοι θεσμικοί παράγοντες αθέλητοι ομολογητές της βαριάς παρανομίας».

 

Ο νέος Ποινικός Κώδικας κάνει τα πράγματα πιο δύσκολα για τις σπείρες, δεν αναιρεί όμως το όριο των 120.000 Ευρώ που ο ίδιος ο κ. Χρυσοχοΐδης έκρινε ιδιαίτερα αυστηρό, όπως χαρακτηριστικά είπε…

Η γένεση της αξιόπιστης ιαπωνικής πολυπλοκότητας

Με το πλεονέκτημα της επιλεκτικής "αντιγραφής"
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

25/7/2022

Από το 1900 τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες είχαν ξεπεράσει το στάδιο της “πατέντας” και του “πρωτότυπου” και είχαν γίνει πλέον “βιομηχανικά προϊόντα”. Έως το 1940 οι μηχανολόγοι είχαν ανακαλύψει και είχαν δοκιμάσει τα πάντα σε ό,τι είχε σχέση με τους κινητήρες εσωτερικής καύσης. ΤΑ ΠΑΝΤΑ.

Υπερσυμπιεστές, ψεκασμοί, δεσμοδρομικά συστήματα κίνησης βαλβίδων, υγρόψυκτοι δίχρονοι, δίχρονοι με υπερσυμπιεστή, τετραβάλβιδοι θάλαμοι καύσης, εκκεντροφόροι επικεφαλής, ξηρά κάρτερ, κράματα μαγνησίου και αλουμινίου, ηλεκτρικά αυτοκίνητα, τετρακύλινδρες εν σειρά μοτοσυκλέτες, V12 και V16 αυτοκίνητα, αυτοφερόμενα πλαίσια monocoque, αναρτήσεις μοχλισμού, υδραυλικά αμορτισέρ, υδραυλικά φρένα, περιστροφικά αμορτισέρ… You name it!

 

Τετρακύλινδρη εν σειρά του 1912

Οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα και αυτοκίνητο έχει κατασκευαστεί μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έχει “αντιγράψει” μία ή περισσότερες τεχνολογικές λύσεις που ήδη υπήρχαν από το 1930 (οι περισσότερες από αυτές από το 1915). Οπότε όποιος κατηγορεί οποιονδήποτε για αντιγραφή βλέπει τον κόσμο μέσα από την κλειδαρότρυπα του δωματίου του, διότι στην πραγματικότητα θα πρέπει να χρησιμοποιούμε τον όρο “επιλογή” και όχι “αντιγραφή”.

 

Μέχρι το 1950 που οι Αμερικάνοι και οι Ρώσοι άρχισαν να χρησιμοποιούν μαζικά την τεχνολογία των κινητήρων Jet και των πυραύλων που είχαν πάρει από τους Ναζί, ξεκινώντας τον σκληρό ανταγωνισμό τους για την κατάκτηση του διαστήματος, τα μαχητικά αεροπλάνα χρησιμοποιούσαν κινητήρες εσωτερικής καύσης με έμβολα. Διαθέτοντας άφθονο χρήμα και τους καλύτερους μηχανολόγους του κόσμου, οι πολεμικοί αεροπορικοί κινητήρες της κάθε χώρας αποτελούσαν την τεχνολογική αφρόκρεμα, καθώς η απόδοση και η αξιοπιστία τους έκρινε το αποτέλεσμα της μάχης. Την ίδια στιγμή, τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες απευθύνονταν αποκλειστικά στους βαθύπλουτους και την πολύ υψηλή κοινωνία, αποτελώντας αντικείμενα επίδειξης οικονομικής δύναμης και όχι μεταφορικά μέσα. Αυτό σημαίνει πως ο βασικός στόχος των κατασκευαστών τους ήταν να εντυπωσιάσουν τους πελάτες με τις επιδόσεις και την “ανώτερη” τεχνολογία τους, υιοθετώντας κάθε τι που είχε σχέση με τα πολεμικά αεροπλάνα και δεν είναι καθόλου τυχαίο που πολλά αυτοκίνητα της εποχής είχαν στον πίνακα οργάνων τους δείκτη υψόμετρου! 

 

Κινητήρας Peugeot με δεσμοδρομικό σύστημα κίνησης βαλβίδων του 1916

Η μέγαλη διαφορά του τότε με το σήμερα είναι πως δεν υπήρχε εύκολος τρόπος να αντιγράψεις τις τεχνολογικές λύσεις μιας άλλης χώρας.

Τα ταξίδια από τη μία χώρα στην άλλη διαρκούσαν μήνες, τα πανεπιστήμια δεν είχαν internet και η επικοινωνία γινόταν με… ταχυδρομικά περιστέρια.

Το τί έκαναν οι υπόλοιποι μηχανολόγοι στις άλλες χώρες το μάθαινες και το έβλεπες στους αγώνες ταχύτητας και στο πεδίο της μάχης. Προφανώς στις μάχες δεν υπήρχε περίπτωση να σου πει ο πιλότος της αντίπαλης χώρας για την τεχνολογία του αεροπλάνου του, ούτε φυσικά στους αγώνες σου έλεγαν τί είχαν τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες τους, αφού έτρεχαν ως εθνικές ομάδες και τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες ήταν βαμμένα στα εθνικά χρώματα (μπλε τα γαλλικά, πράσινα τα βρετανικά, ασημί τα γερμανικά, κόκκινα τα ιταλικά κ.ο.κ.). Η κατασκοπία και η “κλοπή” σχεδίων, ακόμα και οι δολοφονίες μηχανολόγων ήταν πολύ συνηθισμένη πρακτική.

 

Δίχρονος DKW με υπερσυμπίεστη του 1935

Σήμερα βέβαια, η πρόσβαση στην υψηλή τεχνολογία είναι μόνο θέμα χρημάτων. Με ένα κλικ στο ποντίκι του ηλεκτρονικού σου υπολογιστή μπορείς να φτιάξεις τη δική σου εταιρεία μοτοσυκλετών ή αυτοκινήτων, χωρίς να χρειάζεται να έχεις δικό σου εργοστάσιο. Ούτε καν δικές σου αποθήκες δεν χρειάζεσαι. Εννοείται πως δεν υπάρχουν εθνικοί φραγμοί και είναι ελάχιστες οι περιπτώσεις που η εθνική ταυτότητα του αγοραστή αποτελεί πρόβλημα για την πώληση τεχνολογίας από την μία χώρα στην άλλη.

Όμως μετά τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά και η βιομηχανία των μοτοσυκλετών δεν είχε καμία σχέση με το παρόν.

Κάθε χώρα είχε τα δικά της προβλήματα και η εθνική οικονομία καθόριζε την στρατηγική των εταιρειών. Η Βρετανία ήταν από τους νικητές του πολέμου και ως σύγχρονη αυτοκρατορία της εποχής (Ινδία, Χονγκ Κονγκ, Μακάο, Αυστραλία, Καναδάς και πολλές αφρικανικές χώρες ήταν και παραμένουν…. υπό την πολιτική και επιχειρηματική επιρροή της) έπρεπε η εθνική βιομηχανία της να τροφοδοτήσει με οχήματα τις αποικίες της. Σε αυτή τη μεγάλη προστατευμένη αγορά, δεν είχε κανέναν σοβαρό ανταγωνιστή και η βιομηχανία της δεν χρειαζόταν να κοπιάσει ιδιαίτερα για να πουλήσει. Το ζητούμενο ήταν να φτιάξει όσα περισσότερο οχήματα μπορούσε, το συντομότερο χρονικό διάστημα. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που οι Βρετανοί άφησαν στην άκρη τους μεγάλους, πανάκριβους και περίπλοκους V2 κινητήρες των 1000 κυβικών και στράφηκαν στους μονοκύλινδρους και στην πιο απλή μορφή των δικύλινδρων εν σειρά.

Βρετανικός V2 κινητήρας JAP με 980 κυβικά του 1928

Την ίδια στιγμή η αποδεκατισμένη από επιστήμονες και κουτσή από εγκαταστάσεις εθνική βιομηχανία της Γερμανίας και της Ιταλίας, δηλαδή των χαμένων του πολέμου, έπρεπε να κατασκευάζει πολλά, μικρά-φτηνά οχήματα για να προσφέρουν οικονομική μετακίνηση στους κατοίκους τους, υπό τους αυστηρούς περιορισμούς στην πρόσβαση πρώτων υλών που τους είχαν θέσει οι νικητές του πολέμου.

Στη Γαλλία, τη χώρα που γεννήθηκαν οι πιο νεωτεριστικές μηχανολογικές ιδέες (στα όρια του σουρεαλισμού κάποιες φορές) η φορολογική πολιτική των μεταπολεμικών κυβερνήσεων στραγγάλισε την εθνική βιομηχανία της και την οδήγησε στην εσωστρέφεια. 

Στις ΗΠΑ από την άλλη μεριά, τα δολάρια και τα πετρέλαια “έτρεχαν” στους ολοκαίνουριους δρόμους με τις τέσσερεις λωρίδες κυκλοφορίας και οι Αμερικάνοι κατανάλωναν σε τεράστιες ποσότητες τα πάντα. Η εθνική βιομηχανία τους επικεντρώθηκε στην ποσότητα και τον εντυπωσιασμό, οπότε από τις Duesenberg με τους δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους και τους υπερσυμπιεστές του 1931 και τις V12 Packard και V16 Cadillac  του 1912 και του 1921 , κατάντησαν να κατασκευάζουν V8 αυτοκίνητα με ωστήρια και από τις τετρακύλινδρες Henderson έμειναν κολλημένοι για πάντα στις V2 με περιεχόμενη γωνία της 45⁰ και ξεχωριστό κιβώτιο ταχυτήτων που έπαιρνε κίνηση με αλυσίδα.  Άφθονα κυβικά και γρήγορη διαδικασία παραγωγής, με ευκολία επισκευής από ανειδίκευτους μηχανικούς. “Bigger – Looonger – Looower” και “You can fix it with a hammer” ήταν η συνταγή της επιτυχίας στις ΗΠΑ.

 

Αμερικάνικος οκτακύλινδρος εν σειρά με 2ΕΕΚ και υπερσυμπιεστή των αδερφών Duesemberg του 1931

Σε όλη αυτή την ιδιόμορφη μεταπολιτική κατάσταση στον κόσμο, η Ιαπωνική εθνική βαριά βιομηχανία δεν είχε απολύτως τίποτα! Η τοπική αγορά ήταν πολύ μικρή και κυρίως πολύ φτωχή για να καταναλώσει τα προϊόντας της σε ποσότητες που θα της επέτρεπαν να επιβιώσει. Την ίδια στιγμή το τεχνολογικό επίπεδο και οι βιομηχανικές υποδομές της ήταν αστείες για να κατασκευάσει προϊόντα προς εξαγωγή.

Τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες που κατασκεύαζαν ήταν αντίγραφα προπολεμικών βρετανικών σχεδίων (όχι κλεμμένα, κανονικά αγορασμένα blue-print) και οι εγκαταστάσεις των εργοστασίων τους είχαν υποστεί ολική καταστροφή. Η βιομηχανική τεχνολογία/τεχνογνωσία τους (το know-how δηλαδή) ήταν υποτυπώδης και ο ισχυρισμός πως οι καμικάζι έριχναν τα αεροπλάνα στο στόχο τους (θυσιάζοντας τη ζωή τους προφανώς) γιατί ήταν τόσο κακά που δεν είχαν καμία άλλη επιχειρησιακή/επιθετική δυνατότητα έναντι των αντιπάλων τους, δεν είναι πολύ μακριά από την πραγματικότητα.

Ο μόνος τρόπος επιβίωσης της Ιαπωνικής εθνικής βιομηχανίας οχημάτων ήταν οι μαζικές εξαγωγές στην υπερκαταναλωτική αγορά των ΗΠΑ και ο μόνος τρόπος για να τα κατασκευάσουν σε σύντομο χρονικό διάστημα είναι να πάρουν έτοιμη τεχνογνωσία.

Το γεγονός όμως πως δεν είχαν “παράδοση” στην κατασκευή οχημάτων και τα εργοστάσια τους είχαν ισοπεδωθεί από τους βομβαρδισμούς είχε και ένα ΤΕΡΑΣΤΙΟ πλεονέκτημα.

Το πλεονέκτημα ήταν πως ξεκινούσαν από ένα λευκό χαρτί και μπορούσαν να διαλέξουν τα καλύτερα στοιχεία από τις εθνικές βιομηχανίες των υπόλοιπων χωρών. Επίσης, τα καινούρια εργοστάσια που έφτιαξαν διέθεταν σύγχρονο εξοπλισμό και ήταν έτοιμα να εφαρμόσουν στην παραγωγή τις νέες μεθόδους κατασκευής που είχαν ανακαλυφθεί από την πολεμική βιομηχανία κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (κυρίως τη γερμανική).

Έχοντας ήδη δεσμούς με την βρετανική βιομηχανία οχημάτων πριν τον πόλεμο, αλλά και με τους μηχανολόγους της Ανατολικής Γερμανίας να έχουν “τάσεις φυγής” από τη Σοβιετική Ένωση στην οποία είχε περιέλθει πλέον η μισή Γερμανία, τα Ιαπωνικά εργοστάσια ξεκίνησαν ένα σαφάρι συλλογής βιομηχανικής τεχνογνωσίας, κυρίως από αυτές τις δύο χώρες. Από τους Βρετανούς πήραν μόνο την εμφάνιση των μοτοσυκλετών τους, ενώ από τους Γερμανούς πήραν τις μεθόδους κατασκευής και την “στρατιωτικών προδιαγραφών” ποιότητα κατασκευής (μαζί με την τεχνολογία των δίχρονων και Wankel κινητήρων). Οι περισσότερες γερμανικές μοτοσυκλέτες εξελίχθηκαν για τις ανάγκες του στρατού και είχαν πολύ καλή στεγανοποίηση του ηλεκτρικού συστήματος .

 

Zundapp K 800, τετρακύλινδρη boxer του 1938

Επίσης οι Γερμανοί χρησιμοποιούσαν τα καλύτερα συστήματα τροφοδοσίας για μοτοσυκλέτες (τα γαλλικά καρμπιρατέρ της SOLEX, τα σχέδια των οποίων το 1960 αγόρασαν οι Ιάπωνες ιδρύοντας την Mikuni) ώστε να αντέχουν σε όλες τις καιρικές συνθήκες του πολέμου.

Επίσης από τις γερμανικές μοτοσυκλέτες εμπνεύστηκαν τη στρατιωτική (κυρίως αεροπορική) φιλοσοφία σχεδιασμού των κινητήρων τους, η οποία θέλει κάθε εξάρτημα να κάνει μόνο μία δουλειά και έπαιξε τεράστιο ρόλο στην αξιοπιστία τους.

Οι βρετανοί ήταν οπαδοί της σχεδιαστικής και κατασκευαστικής απλότητας και οι περισσότεροι κινητήρες τους χρησιμοποιούσαν απλοϊκά συστήματα λίπανσης και ηλεκτρικά συστήματα με αμφισβητούμενη αντοχή στο χρόνο (LUCAS…. The Prince Of Darkness…).

Όταν χρησιμοποιείς ένα εξάρτημα για να κάνει δύο ή τρεις δουλειές (π.χ. η καδένα κίνησης του εκκεντροφόρου να πρέπει ταυτόχρονα να μεταφέρει από τα κάρτερ το λάδι στην κεφαλή για λίπανση του συστήματος κίνησης των βαλβίδων ή η λίπανση να γίνεται με το λάδι που πλατσουρίζει ο στρόφαλος όταν περιστρέφεται, τότε το πιθανότερο είναι να κάνει και τις δύο δουλειές λάθος.

Αντιθέτως, όταν το κάθε εξάρτημα κάνει μόνο μία δουλειά μπορεί να την κάνει άριστα και οι πιθανότητες να χαλάσει είναι πολύ μικρότερες αφού κάνει μόνο τη δουλειά για την οποία έχει σχεδιαστεί και κατασκευαστεί.

Αυτό λοιπόν που εκ πρώτης όψεως φαίνεται περίπλοκο και σε κάνει να πιστεύεις ότι έχει πολλά πράγματα που θα μπορούσαν να χαλάσουν, στην πραγματικότητα ήταν το μυστικό της αξιοπιστίας των ιαπωνικών και γερμανικών κινητήρων, εκείνες τις πρώτες δεκαετίες μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Οι πρώτες Ιαπωνικές μοτοσυκλέτες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μοιάζουν πολύ με τις βρετανικές στα χαρτιά, όμως κατασκευαστικά είχαν πολύ πιο στενή σχέση με τη γερμανική βιομηχανία.

Έχοντας στα χέρια τους ό,τι χρειάζονταν για να κατασκευάσουν αξιόπιστες μοτοσυκλέτες και να τις πουλήσουν σε μεγάλες ποσότητες στις ΗΠΑ, το επόμενο βήμα που έπρεπε να κάνουν τα ιαπωνικά εργοστάσια για να κατακτήσουν τον κόσμο ήταν να μπουν στα μεγάλα σαλόνια της Ευρώπης συμμετέχοντας στα Grand Prix…

Μόνο που εκεί θα έβρισκαν μπροστά τους ένα ανορθόδοξο βιομηχανικό “γαλατικό χωριό”… τους Ιταλούς!