#MENOUMESPITIMEMOTO - Απίστευτες ιστορίες με τα τελευταία δέκα λίτρα βενζίνη - Αρχείο Περιοδικού ΜΟΤΟ

Οι ιστορίες της συνακτικής ομάδας του ΜΟΤΟ
3/4/2020

Απίστευτες ιστορίες με τα τελευταία δέκα λίτρα βενζίνη

Τι θα κάνατε με τα τελευταία δέκα λίτρα βενζίνης του πλανήτη; Πώς θα τα καίγατε; Τι όνειρο θα θέλατε να ζήσετε (ή να ξαναζήσετε;). Πού θα βρισκόσασταν όταν θα έκανε το τελευταίο "βήξιμο" και θα έσβηνε για πάντα η μοτοσυκλέτα σας; Εμείς κάτι σκεφτήκαμε...

Μένουμε σπίτι και το ΜΟΤΟ βάζει ένα λιθαράκι για να γίνει ακόμη πιο ευχάριστη αυτή διαμονή! Μια ελάχιστη προσφορά στους αναγνώστες μας με παλαιότερα άρθρα του περιοδικού που αποτελούν σημείο αναφοράς, τα οποία θα σας ταξιδέψουν, θα σας γεμίσουν με αδρεναλίνη, θα σας κάνουν να γελάσετε, θα σας κάνουν να προβληματιστείτε και -το κυριότερο- θα σας κρατήσουν συντροφιά αυτές τις δύσκολες ώρες που περνάμε όλοι. Μια πρώτης τάξεως αφορμή για να μείνουμε σπίτι, με ή χωρίς καραντίνα...!

Το άρθρο προέρχεται από το αρχείο του περιοδικού ΜΟΤΟ και αναδημοσιεύεται από την αρχική του μορφή δίχως αλλαγές. Αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του περιοδικού, μαζί με τις φωτογραφίες που το συνοδεύουν. Απαγορεύεται οποιαδήποτε αντιγραφή, οικειοποίηση μέρους ή του συνόλου του κειμένου και των φωτογραφιών, παραλλαγή ή χρήση πέραν της ανάγνωσης.

Honda PC-50 με τετράχρονο κινητήρα 50 κυβικών και πετάλια. Καταναλώνει ένα λίτρο για κάθε ενενήντα χιλιόμετρα με μέση ταχύτητα 25km/h

 

Αθήνα - Everest με 10 λίτρα

Του Χρήστου Πατεράκη

Ευτυχώς ο μόνος περιορισμός μου είναι τα δέκα λίτρα. Αν και τώρα που το σκέφτομαι, μου είναι υπεραρκετά για να πραγματοποιήσω το ταξίδι των ονείρων μου, έστω και αν αυτό θα γίνει με μοτοποδήλατο

Έτσι κι αλλιώς, τα μισά πράγματα απ’ όσα έπρεπε θα έπαιρνα. Όχι πως δεν έχω χώρο στο μικρό Honda PC50 του 1969, απλά είναι θέμα νοοτροπίας. Άλλωστε τα δέκα λίτρα επιβάλουν fast and light λογική. Ξεχνάω λοιπόν τριβάλιτσα, σαμάρια και tank bag, και τα αγαπημένα μου και πιστά ορειβατικά σακίδια φορτώνονται το ένα στην πελώρια σχάρα, και το άλλο μπροστά ανάμεσα στα πόδια για να παίζει και τον ρόλο του φέρινγκ στις μεγάλες και βαρετές ευθείες της εθνικής. Δεν έχω ιδέα για το πότε θα φτάσω, αλλά σας παρακαλώ πολύ μην με πιέζετε. Αρκετά έχω κουραστεί τόσα χρόνια με κάθε λογής δίτροχο, δίχρονο και τετράχρονο, προσπαθώντας να πάω γρήγορα σε δρόμους και πίστες, σε χωράφια βουνά και εθνικές.

Αφήστε με να αφουγκραστώ με κάθε τελετουργία τον ήχο της εξάτμισης, τον κραδασμό στο τιμόνι και τη μοναδική αίσθηση, όταν περιστρέφοντας με το χέρι το γκριπ του γκαζιού, αυτό που καβαλάω προχωράει, παράγοντας και τον χαρακτηριστικό ήχο. Χωρίς καμία προσπάθεια και χωρίς να βλέπουμε κάτι. Μια αίσθηση μοναδική, που πολύ γρήγορα τη θεωρούμε δεδομένη. Όταν για πρώτη φορά ανέβηκα σε μηχανάκι (Honda C50), άνοιξα το γκάζι κι αυτό προχώρησε, εκστασιάστηκα. Αυτή λοιπόν την έκσταση θέλω να νιώσω όσο περισσότερο γίνεται, και αυτό είναι το πρώτο που θα μου λείψει αν σταματήσουν ποτέ να υπάρχουν μοτοσυκλέτες που καίνε βενζίνη. Φέρτε λίγο στο μυαλό σας πόσο ωραία αίσθηση είναι να παίρνει ξανά μπροστά η μοτοσυκλέτα σας αφότου είχε μείνει από βενζίνη, και θα καταλάβετε τι εννοώ.

Everest έρχομαι...

 

Κιόλας έφτασα στα πρώτα διόδια. Μου πήρε τέσσερις ώρες περίπου κάνοντας πετάλι μέχρι εδώ, αφού μόνο όπου είναι άκρως απαραίτητο βάζω τον κινητήρα σε λειτουργία. Βάσει υπολογισμών και μέσης κατανάλωσης του PC, τα 10 λίτρα επαρκούν για σχεδόν χίλια χιλιόμετρα. Ούτε καν το ένα τρίτο για την απόσταση που έχω να διανύσω... αλλά δεν με νοιάζει. Έτσι θα εκτιμήσω το κάθε ml καύσιμου τόσο πολύ, που κάθε φορά που θα βάζω σε λειτουργία τον κινητήρα θα είναι σαν να οδηγώ μοτοσυκλέτα για πρώτη φορά. Ξανά και ξανά θα νιώθω και θα εκτιμώ την αίσθηση του “ανοίγω το γκάζι και προχωράω” και αυτό για χιλιάδες χιλιόμετρα, σε διαφορετικά μέρη του κόσμου, και μάλιστα με στόχο να φτάσω στο υψηλότερο μέρος του κόσμου.

Στις κατηφόρες και τις ευθείες ο κινητήρας απλά δεν χρειάζεται

 

Με αυτές τις σκέψεις στην πίσω πλευρά του μυαλού, είμαι κιόλας τρεις μέρες μετά στα Τέμπη. Έχει μποτιλιάρισμα από το μπλόκο που κάνουν οι αγρότες, αλλά βλέποντας από μακριά ένα τύπο με ένα μικροσκοπικό μηχανάκι τίγκα φορτωμένο να κάνει πετάλι, έβγαλαν τα τρακτέρ, σκούπισαν τον δρόμο, ενώ μου φόρτωσαν και ένα δεκάκιλο καρπούζι για κολατσιό στον δρόμο. Άμα πηγαίνεις σιγά έχεις και τα τυχερά σου.

120 χιλιόμετρα σπρώξιμο στη θάλασσα των πάγων

 

Δεν έχουν περάσει ούτε δύο μήνες και είμαι στην πρωτεύουσα της Τουρκίας. Δυστυχώς έχω φάει ένα ολόκληρο λίτρο βενζίνης και έχω αποφασίσει ότι από εδώ και στο εξής θα κάνω οικονομία. Θα βάζω τον κινητήρα σε λειτουργία μόνο όταν η κλίση του δρόμου είναι πολύ μεγάλη, και στον υπόλοιπο δρόμο μόνο πετάλι. Άλλωστε πρέπει να βελτιώσω ακόμα περισσότερο τη φυσική μου κατάσταση για την ανάβαση στο Everest. Άσε που άμα βάζω τον κινητήρα σε λειτουργία, θα φτάσω γρήγορα στο βουνό και θα είναι περίοδος μουσώνων, και δεν θα μπορώ να ανέβω αμέσως. Δεν πειράζει, αργά βαδίζω ζωή κερδίζω.

Το Base Camp είναι ο τελευταίος σταθμός για το PC. Από εκεί και πάνω με τα πόδια...

 

Εδώ στο Αφγανιστάν που βρίσκομαι τώρα, βρίσκεται ταυτόχρονα και ο χειμώνας. Οι δρόμοι έχουν κλείσει από τον πάγο, αλλά ευτυχώς έχω χειμερινό εξοπλισμό και δεν με νοιάζει και τόσο. Έχω φορέσει στα πόδια τα κραμπόν που είχα για το βουνό (πρόσθετα καρφιά που μπαίνουν στις μπότες για να καρφώνουν στον πάγο) και πλέον σπρώχνω το μηχανάκι με τα πόδια. Όταν το χιόνι και ο πάγος επιτρέπουν να καβαλήσω, τότε να δεις το πόσο εκτιμώ όχι μόνο το γκάζι, αλλά και τη μαγεία της περιστροφής του τροχού. Προχθές σταμάτησα το σπρώξιμο και καβάλησα το μηχανάκι μετά από 120 χιλιόμετρα. Εκεί να δεις χαρά και συγκίνηση, όταν η ταχύτητα μου σε μια κατηφόρα ξεπέρασε τα 45 χιλιόμετρα την ώρα. Είχα σχεδόν ξεχάσει το πόσο ωραία είναι να κάθεσαι πάνω σε δύο ρόδες και αυτές να σε “πηγαίνουν”.

Είναι χωματερό το PC

 

Όταν μάλιστα έφτασα σε μια μεγάλη ανηφόρα, αποφάσισα να το γιορτάσω βάζοντας όχι μόνο μπροστά τον κινητήρα αλλά ανοίγοντας και τέρμα το γκάζι! Είχα πολλούς μήνες να πάω με πάνω από δώδεκα χιλιόμετρα την ώρα σε ανηφόρα, και η αδρεναλίνη έτρεχε σαν καταρράκτης από κάθε αδένα μου. Ένιωθα την καρδιά μου να χτυπάει και να περιστρέφεται σαν τετρακύλινδρο 250, ενώ έβγαινα τόσο δυνατά από κάθε στροφή, που ενστικτωδώς πίεζα το εξωτερικό πετάλι για να μην “φάω” highsiding...

Μετά το PC ανέλαβαν τα πόδια...

 

Δεν ξέρω πόσος καιρός έχει περάσει από τότε που ξεκίνησα, αλλά πλέον όλα μου τα μαλλιά είναι άσπρα, πρωταθλητής MotoGP είναι ο Nicola Kanepa, και εγώ συνεχίζω ακατάπαυστα το πετάλι. Έχει πάψει πλέον να με αγχώνει ο χρόνος, άλλωστε δεν με πήραν και τα χρόνια και ακόμα και μεσήλικας θα μπορέσω να ανέβω στο Everest. Είμαι μια ανάσα πριν από την Ινδία και το Kathmandu και πιστεύω ότι μέσα σε αυτή τη χρονιά θα ξεκινήσω την ανάβαση. Το μηχανάκι μου είναι ακόμα σε άριστη κατάσταση και το μόνο που αλλάζω σε κάθε μεγάλη πόλη που διασχίζω, είναι πετάλια και δισκοβραχίονες. Για το μοτέρ ούτε λόγος. Δουλεύει σαν ραπτομηχανή. Είχα να το βάλω μπρος 2,5 μήνες και προχθές πήρε με την πρώτη πεταλιά!

Έχω αρχίσει να φοβάμαι ότι η λίγη και μονάκριβη βενζίνη που μου έχει απομείνει, μπορεί να αρχίσει να εξατμίζεται και αυτό με αναγκάζει να πάω λίγο πιο γρήγορα. Παραλίγο να με γράψουν για υπερβολική ταχύτητα στα σύνορα της Ινδίας. Έχει για τα καλά ξεπροβάλει πίσω από την πόλη η πελώρια κορυφή και νιώθω ότι όλο και πλησιάζω στον στόχο μου. Καθώς “πεταλάρω” εδώ και μια εβδομάδα σε κάτι ατελείωτες ανηφόρες, κάνω έναν μικρό απολογισμό. Καταναλώθηκαν όπως θα έπρεπε τα χιλιάδες λίτρα βενζίνης που πέρασαν από τα χέρια μου; Στο μυαλό μου τρέχουν δρόμοι και ποτάμια στην Αλβανία, στη Σερβία και στον Βαρνούντα, πίστες υπέροχες στην Πορτογαλία, αγώνες μονοπάτια και ειδικές στη Ρουμανία, αλλά και μάχες στις Σέρρες και τα Μέγαρα με την καρδιά να χτυπά με μανία.

Ευτυχώς οι μεγάλες διαστάσεις των τροχών, επιτρέπουν την άνετη κίνηση και στο χώμα. Η ταχύτητα σε αυτές τις ευθείες ξεπερνούσε τα οχτώ χιλιόμετρα την ώρα

 

Την ώρα που ένα μεγάλο χαμόγελο έχει σχηματιστεί στα χείλια και την καρδιά από τις παραπάνω σκέψεις, θα αρχίσω να νιώθω τις χαρακτηριστικές διακοπές που κάνει ο κινητήρας όταν μένει από βενζίνη. Αυτό ήταν. Τα δέκα ολόκληρα λίτρα μου έχουν λάβει τέλος. Αφήνω στην άκρη του δρόμου το μικρό μου μοτοποδήλατο, βάζω σε μια όμορφη γωνιά στην καρδιά και στο μυαλό το κομμάτι μοτοσυκλέτα, φορτώνομαι τα σακίδια και φεύγω για νέες συγκινήσεις...

Έτσι έγινα μετά την ανάβαση στο Everest

 

Hugh, άνοιξέ μου!

Του Θάνου Αμβροσιάδη Φελούκα

Η πολιτεία της California ήταν η πρώτη που απαγόρευσε τα οχήματα με κινητήρες εσωτερικής καύσης. Πρωτοπόρος στην εναλλακτική κίνηση, όπως ονομαζόταν αρχικά, και προνομιούχα στον τομέα της ηλιακής ενέργειας, λόγω γεωγραφικής θέσης, σήμανε από νωρίς την έναρξη της αλλαγής

Στο Los Angeles, ένα από τα κέντρα επιρροής της παγκόσμιας κοινής γνώμης, δεν άκουγες τίποτα στις πηγμένες από κίνηση λεωφόρους, παρά μόνο τον ήχο από τους ανεμιστήρες που προσπαθούσαν να κρατήσουν ψυχρές τις μπαταρίες των οχημάτων. Ο Mat μου είχε τηλεφωνήσει τρεις φορές για το παλιό Nissan Maxima που ήταν στο όνομά μου και είχα αφήσει στο γκαράζ του, για να έχω ένα μέσο μετακίνησης όταν πήγαινα, αλλά αυτή τη φορά δεν σήκωνε αντιρρήσεις. “Ούτε μεσάζοντες, ούτε δικηγόροι, γιατί καθυστερούν πολύ και δεν υπάρχει άλλη προθεσμία. Παίρνεις το πρώτο αεροπλάνο, έρχεσαι εδώ και την ίδια μέρα το πας στη μάντρα για καταστροφή... Α, να μην το ξεχάσω, φεύγοντας μην αφήσεις τίποτα άλλο σπίτι μου”. Λίγο ο τρόπος που έκλεισε το τηλέφωνο, λίγο η σκιά της φήμης για τις διασυνδέσεις του σε ένα μικρό νησί της Ιταλίας, που δεν είναι μακριά από την Αθήνα με ένα γρήγορο ταχύπλοο, όπως του άρεσε να με εκφοβίζει όταν του σκάρωνα καμιά πλάκα, και ήμουν πράγματι στο πρώτο αεροπλάνο.

Ο συνδυασμός αυτός είναι που θα μας λείψει: Μοτοσυκλέτα που παραδίδει σεμινάρια και καλή άσφαλτος. Πότε τα ηλεκτρικά θα φτάσουν σε αυτό το επίπεδο;

 

Πάρ’ το να μη το βλέπω!

Εγκάρδιο δεν τον περίμενα όταν έφτασα, αλλά πάλι και αυτός δεν με περίμενε καθόλου, παρά τις απειλές. Είχα όμως τόσους φίλους να δω και καμιά δεκαριά απλήρωτα, τοκιζόμενα, πρόστιμα παράνομης στάθμευσης (μέχρι που έστειλα τον Mat να μαζέψει το Maxima) που αυτό ήταν απλώς η αφορμή. Ανοίγω την πόρτα του χρυσαφί Nissan και αμέσως οι αυτόματες ζώνες ασφαλείας μετακινούνται μπροστά. ”Καλά, πηγαίνεις βόλτες με αυτή τη βλακεία και δεν έχει αδειάσει ακόμα η μπαταρία;” -“Τι βόλτες, είσαι σοβαρός; Και πού να βρω βενζίνη; Έχω και άλλες τέτοιες μπαγκατέλες εκεί πίσω και περιμένω να έρθουν να τις μαζέψουν. Δεν έχω πλέον που να αράξω τις κιλοβατώρες μου”.

Το Hypermotard είχε κερδίσει με το διαχρονικό του στιλ μια θέση στα ακριβά γκαράζ, τώρα όμως όλα αυτά δεν αξίζουν παρά μόνο ως ανάμνηση

 

Ένας σωρός από κουτιά φορτιστών έκρυβε αυτό που κάποτε ήταν μια αστραφτερή Camaro -και πάνω που πάω να του εξηγήσω ότι μπαγκατέλα ήταν η θερμοκοιτίδα που τον κρατούσαν μικρό και γι’ αυτό αναφέρεται έτσι για τη βασίλισσα των muscle cars, χάνω το μισό του ανθρώπινου ηλεκτρικού φορτίου. Black out. Σκονισμένο και με τρεις μικρές γρατσουνιές στο δεξί πλαστικό, από έναν ξεκοιλιασμένο σταθεροποιητή τάσης που ο αχρείος είχε πετάξει πάνω του, ακουμπούσε στον τοίχο ένα ολοκαίνουριο, κόκκινο, Ducati Hypermotard 1100S.

“Αυτό, ρε τριφασικέ, πού το βρήκες;” -“Μη μου το θυμίζεις! Μια φορά με κορόιδεψαν στη ζωή μου! Το πήρα έναντι αμοιβής από έναν Ιταλό εστιάτορα που δεν πλήρωνε (κλείνει πονηρά το μάτι) και αμέσως μετά βγαίνει αυτός ο νόμος! Κάθεται εκεί τόσο καιρό και δεν μπορώ να το διώξω από πάνω μου, ποιος να το κόψει για ανταλλακτικά!” Μου αρέσει αυτή η μοτοσυκλέτα γιατί παντρεύει όσο καμιά άλλη τον χουλιγκανισμό με το “κυριλέ” και τον δυναμισμό με την ομορφιά. Η έκπληξή μου ωστόσο πήγαινε στη σπανιότητα της στα παράλια του Ειρηνικού. Δεν περιμένεις να δεις το λεπτό Hyper, ακόμα και στο γκαράζ ενός Ιταλού μαφιόζου, καθώς αδυνατούν οι ευτραφείς Αμερικάνοι να κατανοήσουν την πλήρη έκταση του όρου μοτοσυκλέτα. Με βλέπει που κοιτάω αποσβολωμένος και γρήγορα η συζήτηση πηγαίνει στα πράγματα που αναπολεί ο καθένας και σε ανεκπλήρωτα όνειρα. “Θα μου λείψουν”, του λέω, “οι βενζινοκινητήρες με τους κραδασμούς, τον θόρυβο των εξατμίσεων, όλη γενικά η συμπεριφορά ενός μηχανικού συνόλου που σε κάθε περιστροφή του γκαζιού, σου δείχνει ότι είναι ζωντανό”. Με κοιτάει με απορία. “Δεν μπορώ να κάνω τίποτα γι’ αυτό, αλλά αν υπάρχει κάτι που θα ήθελες να κάνεις μέχρι να φύγεις, πες το μου”. -“Λοιπόν, τώρα που το λες, το μόνο που δεν έχω κάνει σ’ αυτή την καταραμένη πόλη είναι να πάω σε ένα από τα πάρτι του Hugh Hefner!”

Hugh, είσαι αρχηγός

Είχαν περάσει κάτι περισσότερο από δύο χρόνια από την επίσκεψή μου στο πιο φωτογραφημένο σπίτι του κόσμου, την έπαυλη του Playboy, και μετρούσα ακόμα απωθημένα. Η ακριβή είσοδος για τους τουρίστες επιτρέπει την ξεναγούμενη περιήγηση στη gothic έπαυλη των τριάντα δωματίων, σε χώρους που είναι ουσιαστικά τα γραφεία των ογδόντα περίπου υπαλλήλων που ασχολούνται με τη διεύθυνση του χώρου και με τις εργασίες των πολυάριθμων τμημάτων των εκδόσεων που εδρεύουν εκεί. Στην καλύτερη περίπτωση, ενισχύεις λίγο τη φαντασία σου με όλα όσα έχεις ακούσει για τον απόηχο του ρωμαϊκού κόσμου στη σύγχρονη εποχή, αλλά δεν πρόκειται να δεις τίποτα. Ο glamour μικρόκοσμος των ιδιωτικών πάρτι με τις υπέροχες παρουσίες και τα εξωτικά κοκτέιλ, βρίσκεται μία καγκελόπορτα μακριά -και χρειάζεσαι ειδική πρόσκληση, ακόμα και αν απλώς είσαι εκεί με λευκό T-shirt για να σφουγγαρίσεις το πρωί το πάτωμα.

Δεν ασπάζομαι απαραίτητα αυτόν τον τρόπο ζωής, αλλά έχοντας περάσει πολλές φορές από το κομμάτι της Sunset Boulevard που διασχίζει το Bel Air, δεν μπορούσα παρά να χαράξω στη μνήμη μου την κλειστή δεξιά που στο απέναντι ρεύμα διασταυρωνόταν με έναν μικρό δρόμο, από τον οποίο συχνά ανέβαινε ήχος δυνατής μουσικής. Μαρτυρία ενός συνεχούς πάρτι που τραβά σαν τις Σειρήνες, ακόμα και αυτούς που ως διασκέδαση νοούν μια θεματική βραδιά για τις υψίφωνους και το έργο τους στη σύγχρονη μουσική παιδεία. “Ούτε γι’ αυτό μπορώ να κάνω κάτι”, με προσγειώνει απότομα ο Mat και φεύγει για να καλέσει τον γερανό των 480Volt να πάρει το Nissan.

Μένω μόνος με το παλιό μου αυτοκίνητο και για τελευταία φορά δοκιμάζω να γυρίσω το κλειδί. Με μισό δευτερόλεπτο καθυστέρηση, και νωχελικά, η μπαταρία δίνει ρεύμα ξυπνώντας τον κινητήρα. Περιμένω να σβήσει, όμως ο δείκτης βενζίνης ανεβαίνει μέχρι την πρώτη ένδειξη. Δεν είναι πολύ, αλλά λόγω εποχής σκέφτομαι ακόμα και να τα βγάλω στη μαύρη αγορά. Και τότε μου ‘ρχεται: Ποιος δεν θα ήθελε μια τελευταία αναζωογονητική βόλτα; Μήπως αυτή η μικρή αίσθηση παρανομίας ήταν αρκετή, για να προσφέρει κάτι περισσότερο στην ξένοιαστη ρουτίνα των θαμώνων της έπαυλης του Hugh Hefner; Πέθαινα για μια τελευταία βόλτα με το Hyper, στους δύο από τους ελάχιστους δρόμους που έχουν μια ενδιαφέρουσα χάραξη και προσφέρονται για βόλτα: Τη Mulholland Drive και το κομμάτι της Sunset Boulevard μετά το Beverly Hills, που στενεύει και περνά μέσα από τα ιδιωτικά παλάτια των Κροίσων, σε μια φιδωτή διαδρομή μήκους ελάχιστων χιλιομέτρων μέχρι να ξαναγίνει λεωφόρος.

Χωρίς να σκεφτώ πολύ τις επιπτώσεις, ρουφάω τη βενζίνη από το Maxima με μια τρόμπα θαλάσσης που είχε ο Mat μέσα στο παρατημένο φουσκωτό, και την αδειάζω σε ένα μεγάλο εικοσάλιτρο μπιτόνι. Γεμίζει μέχρι τη μέση και το μεταγγίζω στο Hyper. Πατάω το μπουτόν της μίζας και δεν υπάρχει καμία αντίδραση. Το Ducati κοιμάται. Αρπάζω τον εξοπλισμό που περιμένει πάντα στο πιστό Maxima και φεύγω στην κατηφόρα. Με τρομάζει ένας από τους γείτονες που με ανοιχτό κράνος και σαγιονάρα έρχεται δίπλα μου με ένα όχημα που θυμίζει ακρίδα: “Ωραίο το έχεις κάνει. Ρετρό! Πόσα Volt είναι” -“Δεν είναι ρετρό ρε βλάκα, its the real deal!” του κάνω και αφήνω τον συμπλέκτη. Μπράουου! Το Ducati ξυπνά στέλνοντας την τρομαγμένη ακρίδα να κάνει πιρουέτες στο parking των KFC.

Περνάω πάνω από τον αυτοκινητόδρομο Hollywood Freeway και ανεβαίνω τη Mulholland Drive, προς την κορυφογραμμή των βουνών της Santa Monica. Οι οδηγοί των άλλων οχημάτων καταλαβαίνουν τι συμβαίνει αφού τους περάσω, και φρενάρουν απότομα κοιτώντας τον καθρέφτη τους. Μαγευτική θέα μέχρι τη θάλασσα και υπέροχες στροφές, με το Ducati να γλιστρά στην είσοδό τους πάνω στα απάτητα ξερά λάστιχα. Νιώθω ζωντανός και πάλι! Στρίβω αριστερά ακολουθώντας έναν από τους φιδίσιους δρόμους που κατηφορίζουν μέσα από τα φαράγγια, και σε δέκα χιλιόμετρα είμαι στη Sunset. Ξανά αριστερά στην Charing Cross και είμαι μπροστά στην έπαυλη.

Μαρσάρω αντί να μιλήσω στον ψεύτικο βράχο, που κρύβει μέσα του το θυροτηλέφωνο και σύντομα έχει μαζευτεί αρκετός κόσμος, μαζί με τους άντρες ασφαλείας. Σβήνω και κατεβαίνω. “Προσφέρω τσάμπα δυνατή περιπέτεια, σε όποιον γενναίο θέλει να τον πάω μια τελευταία βόλτα. Είναι η τελευταία μου βενζίνη και η τελευταία σας ευκαιρία”. Με κοιτάνε σαν χαζοί και ετοιμάζονται να μου γυρίσουν την πλάτη, μέχρι που η πιο μικρή της παρέας σπάει τη σιωπή. “Εγώ θέλω μια βόλτα”, φωνάζει ενθουσιασμένη και ξεσηκώνει και τις άλλες. Η ζήτηση είναι τελικά ανέλπιστα μεγάλη και κανονίζουμε μια σύντομη βόλτα στα γύρω στενά, με στάσεις τύπου pit stop για αλλαγή συνεπιβάτη.

Τεντιμπόηδες

Το Ducati βγαίνει ξανά στη Sunset με σούζα και γεμίζει τις ταχύτητες. Η κόρνα δεν είναι απαραίτητη, οι οδηγοί κάνουν στην άκρη τρομαγμένοι και για πρώτη φορά οι κραδασμοί στο άνοιγμα του γκαζιού είναι καλοδεχούμενοι. “Είχα ξεχάσει πως είναι να καβαλάς κάτι που το νιώθεις να δουλεύει” φωνάζει η Allis, καθώς μπαίνουμε με ένα μικρό ντριφτ στο πάρκο Holmby από την είσοδο των ποδηλάτων. Οι πάπιες φεύγουν τρομαγμένες και για πρώτη φορά σκέφτομαι ότι αυτό που γίνεται, είναι η επιτομή του παλιμπαιδισμού και μέγιστη βλακεία, αλλά πριν αρχίσουν οι τύψεις ξηλώνουμε μια ξύλινη πινακίδα με την ένδειξη “For Sale” βγαίνοντας στη Mapleton.

Η βίλα του αποθανόντος Aaron Spelling πωλείται για 150 εκατομμύρια, και πάνω που ο μεσίτης εξηγούσε σε κάτι τύπους με κελεμπίες πόσο ήσυχη περιοχή είναι, το Hypermotard αφήνει μια δυνατή τσιρίδα από το πίσω λάστιχο χρησιμοποιώντας το driveway για να πάρει τη στροφή. Γεμίζουν μαύρα ζεστά στίγματα και νιώθω ότι πήρα μερικές σταγόνες από το αίμα μου πίσω, για τις υψηλές τιμές της βενζίνης που τους εξασφάλισαν από τότε τα χρήματα να αγοράζουν τέτοια σπίτια. Ξεφορτώνω, φορτώνω και πάλι από την αρχή, σε μια διαδρομή που μοιάζει με όνειρο. Η μοτοσυκλέτα που ονειρευόμουν, με συνοδεία που δεν σκεφτόμουν να ονειρευτώ, και οι δρόμοι δικοί μου. Φυσικά και δεν τον είχα ακούσει να πλησιάζει -τον κατάλαβα μόλις πάτησε τη σειρήνα αναπηδώντας στη σέλα από την τρομάρα μου, με τη Jessica να μου μπήγει τα νύχια στα πλευρά απ’ το φόβο της. Τι “pull over” και ζακέτες, δεν άκουγα τίποτα. Σιγά μην το άφηνα να τελειώσει εδώ. Ανοίγω τέρμα το γκάζι, αλλά δεν ξεκολλάω από δίπλα του. Έχουν φοβερή επιτάχυνση τα ηλεκτρικά, αυτό δεν χωρά αμφισβήτηση. Mπαίνουμε μαζί στην επόμενη στροφή. Το Ducati πλαγιάζει οριακά και περνά ξυστά από τον εμπρός τροχό της ηλεκτρικής μοτοσυκλέτας του μπάτσου, που φεύγει ευθεία στη στροφή. Με 150 κιλά σε μπαταρίες, έχει σίγουρα αυτονομία αλλά από συμπεριφορά τίποτα. Χώνεται στους θάμνους και το μόνο που ακούγεται είναι το “φριιιτ” των φύλλων και ο ήχος των αναρτήσεων που τερματίζουν. Γελοίο πραγματικά.

Τα μακριά γυμνά πόδια της Lori που ανεβαίνει πίσω μ’ ένα σάλτο, μου δίνουν όσες προφάσεις χρειαζόμουν για να συνεχίσω, γράφοντας γύρους ανάμεσα σε κινούμενα ηλεκτρικά εμπόδια. Τη φόρα μου κόβει ένας κουστουμαρισμένος κύριος που πετάγεται μπροστά, κουνώντας έντονα τα χέρια. “Άσε με να το μυρίσω λίγο ρε φίλε! Τι έγινε, βρέθηκε κοίτασμα κάπου; Άσε να πάρω τη δόση μου!” Τελικά δεν ήμουν ο μόνος χαζός, είχε και άλλους -ωστόσο, ήθελα να βάλω τα κλάματα. Το λαμπάκι της ρεζέρβας είχε ανάψει εδώ και ώρα και περίλυπος σταμάτησα τις βόλτες, αποχαιρετώντας τα κορίτσια. Θα το παρατούσα λίγο πιο κάτω γυρνώντας με τα πόδια, όταν βλέποντάς με σε αυτή την κατάσταση, με προσκάλεσαν μέσα για ένα ποτό.

The party is here!

Σε μια από τις ελάχιστες βίλες με άδεια ζωολογικού κήπου, πίνουμε το ένα κοκτέιλ μετά το άλλο, δίπλα στην πισίνα με τους καταρράχτες και το τεχνητό νησί, ακούγοντας τα τιτιβίσματα των πουλιών. Τι άλλο μπορούσε να ζητήσει κανείς για τελευταία βόλτα; Σε ένα απόγευμα είχα κάνει βλακείες και γνωριμίες για πολλά χρόνια, με το πάρτι μόλις να ξεκινάει. Λίγο πριν τα μεσάνυχτα, τα περιλουσμένο με βότκα Hypermotard πυρπολείται στο μέσον του γηπέδου τένις, σηματοδοτώντας το αποκορύφωμα ενός πάρτι που εξελίχτηκε σε γιορτή των zero emissions vehicles”. Ό,τι δεν μπορείς να κρατήσεις κοντά σου, πρέπει να το αποχωρίζεσαι για πάντα με ένα μεγάλο πάρτι. Να το χαίρεσαι αντί να λυπάσαι, να παίρνεις έτσι τη γλυκιά απόφαση να μην ασχοληθείς ποτέ ξανά μαζί του, με μια μεγάλη γιορτή αποχωρισμού. Σαν τους Μεξικάνους, που στην κηδεία οργανώνουν γιορτή για όλα όσα έζησε ο αποθανών και όχι μοιρολόι. Είχα για πάντα ξεμπερδέψει με τους βενζινοκινητήρες, όμως από τον Mat ακόμα κρύβομαι. Προσπάθησα να του εξηγήσω ότι τον βοήθησα να ξεφορτωθεί κάτι που είχε για πέταμα, και μου απάντησε φωνάζοντας στο ακουστικό ότι έχει και μια μπετονιέρα που δεν χρειάζεται και θα ήθελε να τον βοηθήσω να τη στείλει στον πάτο της θάλασσας... Αχάριστοι μερικοί άνθρωποι...

Χάσκυ μου το μαντήλι σου

Του Βασίλη Καραχάλιου

Πρέπει να βρω ένα κουτί διχρονόλαδο KVAS συνθετικό, εκείνο με το εκπληκτικό μπλε ελεκτρίκ χρώμα. Εδώ που τα λέμε, τι να το κάνω ολόκληρο, δέκα λίτρα βενζίνη έχω, εκατό κυβικά εκατοστά μου φτάνουν, το Husqvarna μου δούλευε μια χαρά με 1%. Εκατό κυβικά εκατοστά λάδι που θα ρίξω σιγά-σιγά στο ρεζερβουάρ, για να διαλυθεί, και θα το κοιτάω από πάνω να πέφτει σαν μπλε κλωστή και να στριφογυρίζει και να διαλύεται και να βάφει τη βενζίνη (και το ρεζερβουάρ: Άσπρο ήταν, προς το γαλάζιο είχε γίνει.) Τριακόσιες ογδόντα πέντε χιλιάδες το είχα πληρώσει το 1985. Χουσκβάρνα ντάμπλιγιου αρ τετρακόσα. Να το λες και να γεμίζει ο στόμας σου. Σαν γύφτικο σκεπάρνι το καμάρωνα. Και προέκταση εμπρός φτερού κίτρινη, και προστατευτικά καλαμιών, και χούφτες σαν αφτιά ελέφαντα, και γκριπάκια μπλε, κινητή διαφήμιση της Σουηδίας ήταν.

Mην ξεγελαστεί κανένας, τώρα που η μοτοσυκλέτα είναι κοινός τόπος. Τότε, ένα εντούρο, και μάλιστα ένα τετρακοσίων δίχρονων κυβικών, δεν πέρναγε απαρατήρητο. Το αντίθετο. Δέος είναι η σωστή λέξη, και για αυτούς που το έβλεπαν, και για αυτούς που το οδηγούσαν. Απ’ το εργοστάσιο ερχόταν ρυθμισμένο πολύ πλούσια, με πολύ μακρύ γρανάζωμα και σχετικά κλειστό τσιμπουκόφωνο. Ήθελε το Mikuni του slide που λες τριάρι, το σιλανσιέ το μοτοκρός, γρανάζ’ δεκαπεντάρι. Και μην τον είδατε, μην τον απαντήσατε, τον Σουηδό λεβέντη.

Ειδικά όταν έβγαινε παρέα με κάτι αλάνια φίλους του, κάτι Μοντέζα τρία εξήντα ήτα εφτά, τότε αντιλαλούσαν τα βουνά και κοβόταν η περίοδος απ’ τα πουλάκια, τα γαλάρια μέναν στέρφα κι οι μανάδες μάζευαν τις κόρες τους στο σπίτι. Αν κοιτάξετε στο Google Earth, κάπου στα Άγραφα, μετά τα Βραγγιανά, υπάρχει ακόμα ένα αγροτικό σταματημένο στη μέση του χωματόδρομου, εικοστρία - εικοστέσσερα χρόνια τώρα, με τον μπάρμπα μαρμαρωμένο στο τιμόνι. Το μούσι του έχει φτάσει πια στα πόδια του, κι αυτός εκεί, με τα μάτια γουρλωμένα σαν πιατάκια του καφέ, να ψελλίζει κάτι ακατάληπτο για το κακό που τον βρήκε. Τρίχες. Το μόνο που είχε περάσει από δίπλα του ήταν ένα ντάμπλιγιου αρ από αριστερά κι ένα ήτα εφτά από δεξιά, σε πλήρη επιτάχυνση μετά από στροφή με τρίτη. Ποιος να έκοβε και γιατί; Σιγά μην κλείναμε το γκάζι. Αυτός τι ήθελε κι ερχόταν ανάποδα;

Θα τα πάρω τα δέκα λίτρα μου, και θα τα μοιράσω σε δύο μπιτόνια. Με το πρώτο, θα πάω εκεί στον κάμπο, κατά τον Αλήφακα, και θα περιμένω. Να ρίξει μια μπόρα ανοιξιάτικη, και να μυρίζει το χώμα όπως μόνο το χώμα του κάμπου μπορεί να μυρίσει. Μια - δυο μανιβελιές, νταν-νταν-νταν η στακάτη πιστονιά της διχρονίλας, και θ’ αμοληθώ στους χωματόδρομους πάνω από τ’ ασμάκια. Γιατί αυτό το μηχανάκι κάνει πολύ καλά κάτι που τα σημερινά δεν κάνουν: Μπορεί να πηγαίνει τελικιασμένο στους χωματόδρομους, και να ζεις για να πεις την ιστορία. Στην άσφαλτο, με τα τρακτερωτά του, πήγαινε πιο γρήγορα από κάτι Opel Corsa της εποχής που έδειχναν εκατόν εβδομήντα κάτι στα κοντέρ τους, Λάρισα - Βόλο και το Χάσκυ να φτάνει πρώτο. Με το δικό του το κοντέρ, δεν μπορούσες να είσαι σίγουρος, εκατόν σαράντα - διακόσα έδειχνε, λέμε πως τα 180 τα πήγαινε.

Και δεν κόλλαγε, σημαντικό αυτό. Το φρικαλέο ήταν όταν τα πήγαινε και στο χώμα, με το πλαστικό φτερό να πηγαίνει πέρα - δώθε, με το τιμόνι που κι αν το κούναγες ο τροχός δεν άκουγε, τόσο λαστιχάριζε σ’ αυτά τα χιλιόμετρα το πιρούνι, αλλά δεν σε πέταγε κάτω, τελείωνε και την έκτη του, κι αν δεν είχε τελειώσει το κουράγιο σου και κράταγες το γκάζι τέρμα, πέρναγες σε μια άλλη διάσταση της οδήγησης μοτοσυκλέτας. Πώς δείχνουν στις ταινίες τ’ αστέρια απ’ το παρμπρίζ του διαστημόπλοιου, να περνάνε όλο και πιο γρήγορα, να γίνονται συνεχόμενες γραμμές και μετά κάτι σαν σωλήνας που οδηγεί στην άλλη άκρη του χωροχρόνου; Ε, κάτι τέτοιο. Μόνο τη γενική κατεύθυνση του χωματόδρομου προλάβαινες να αντιληφθείς, στο περίπου. Εκεί, δεν καταλάβαινες τα συνήθη, κάθε πότε πάταγε κάτω, αν πάταγε κάτω, αν ήταν λακκούβα αυτό που έκανε ένα ”γκαπ” ή κανένας τσοπάνος που πετάχτηκε ξαφνικά. Αυτό που σίγουρα καταλάβαινες όταν με το καλό σταμάταγες, ήταν πως ήσουν πολύ πιο ζωντανός απ’ ό,τι πριν, πως τα πόδια σου, παρά τις μπότες, πάταγαν πιο ελαφριά στα μαυρόια του κάμπου. Κι οι άλλοι που σε κοίταγαν σαν να έβλεπαν ένα περίεργο φως στα μάτια σου, αλλά και πάλι δεν ήταν σίγουροι, αν έκανε παιχνίδια ο ήλιος ή ήταν πραγματικά κάτι σαν φως που πέρασε και χάθηκε. Αυτό το φως ελπίζω να βρω με τα πέντε μου λίτρα βενζίνης.

Αν είναι καθαρή η μέρα, τα βουνά φαίνονται να κυκλώνουν τον κάμπο, Κίσσαβος, Γκούρα κι Άγραφα, Κόζιακας, Χάσια κι Όλυμπος. Να κάψω πέντε λίτρα στους δασικούς του Κισσάβου, στα λασπωμένα Χάσια, ψηλά στον Όλυμπο, πού; Στη Θεσσαλία θα είναι, δεν το συζητώ, και τώρα που το σκέφτομαι η λίμνη του Μέγδοβα είναι ιδανικός τόπος, ειδικά όταν η στάθμη του νερού κατεβαίνει. Τότε, αποκαλύπτεται ένα μέρος από το οροπέδιο της Νεβρόπολης, που έκανε και χρέη αεροδρομίου στον τελευταίο μεγάλο πόλεμο, ένας παιδότοπος για εντουράδες κάθε ηλικίας. Εκεί, παίζαμε το παιχνιδάκι “πιάσε με αν μπορείς”, στις φλαταδούρες όπου η αντηλιά σε ξεγελάει και πιστεύεις πως δεν έχουν κανένα εμπόδιο.

Έτσι την έπαθα κι εγώ. Γέμιζα, γέμιζα ταχύτητες, κάτι σαν Bonneville salt flats με έλατα τριγύρω, με άλλους δίτροχους λυσσαγμένους κι έναν τετρακίνητο να με ακολουθούν. Όλα τέλεια, το Δισκοσβάρνα να τραγουδάει, εγώ να κοιτάω τον ορίζοντα, πάμε για ρεκόρ ταχύτητας επί προσχώσεων, το μυαλό μου και στον παππού που το προηγούμενο βράδυ στο καφενείο δάκρυζε, “...του είπα, καπετάνιο, άσε με να έρθω μαζί σου, δεν με πήρε, λίγες μέρες μετά τα μάθαμε, πάει ο Άρης...”, τι να έριχναν εδώ τα βράδια τα συμμαχικά αεροπλάνα, κασόνια με αριστερές μπότες;... Ίσα που το είδα. Κάτι σαν σημάδι, σαν σκιά, που όλο μεγάλωνε, “ρε λες να ’ναι χαντάκι, μου φτάνουν τα φρένα, δεν μου φτάνουν;” Πού φρένα, άντε γεια, πώς μου ’κοψε, κατέβασα μία, χοροπήδηξα άλλη μία να συμπιεστεί η ανάρτηση, τέρμα το γκάζι κι ό,τι γίνει, κι αυτό που έγινε ήταν πως πέρασα πάνω απ’ το χαντάκι, ίσα που κοπάνησε ο πίσω τροχός στην απέναντι όχθη.

Μόλις προσγειώθηκα έκανα κάτι παλαβά μπας και καταλάβουν όσοι έρχονταν από πίσω και φρενάρουν. Τα μηχανάκια το κατάφεραν, το αυτοκίνητο φρέναρε δέκα πόντους πριν την καταστροφή, κατέβηκε μέσα και βγήκε από την άλλη, τόσο πλατύ το χαντάκι, ένα μήκος αυτοκινήτου συν τις όχθες, εφτά - οχτώ μέτρα ήταν η πτήση μου. Θα πάω να το ξαναβρώ αυτό το χαντάκι. Θα περιμένω να πέσουν τα νερά, να στεγνώσουν οι λάσπες και θα το βρω. Το άλμα, αυτή τη φορά, θα το κάνω μόνος μου, χωρίς θεατές, χωρίς παρέα. Κι όταν το βρω και το περάσω γι’ άλλη μια φορά, δεν θα σταματήσω, θα συνεχίσω στις όχθες της λίμνης προς το Νεοχώρι, ένα απίστευτο παιχνίδι σε τραγανό αμμόχωμα, απύθμενες λάσπες και καφέ νερά. Ακόμα και με Barum πεντάρι, 5,00x18 παρακαλώ, ζοριζόταν το τετρακόσια στη λάσπη, άφηνε πίσω του χαντάκι βαθύ και παιζόταν αν θα βγεις απέναντι ή θα μείνεις εκεί για πάντα. Έχω στόχο όμως, και τα τελευταία μου πέντε λίτρα θα πρέπει να μου φτάσουν να κάνω μια ανάβαση στο Βουτσικάκι, ψηλά στην κορφή, και μετά να τσουλήσω κάτω για το δάσος με γυρισμένη ρεζέρβα.

Ξέρω που θα το κρύψω το μηχανάκι, είναι κάτι βράχια που θα το φυλάνε απ’ το πολύ χιόνι, κοντά στο κρυφό το δεντρόσπιτο πάνω στα έλατα.

Χρόνια μετά, κλιμάκια περιβαλλοντικών οργανώσεων θα χτενίζουν την περιοχή, με αφορμή κάτι ακατανόητες ιστορίες που λέγανε οι γιαγιάδες στα εγγονάκια τους, πως εκεί κατά την άνοιξη που λιώνουν τα χιόνια, ακούγεται ένα νταν-νταν-νταν βαθιά μέσα στο δάσος, αλλά κανείς δεν θα ξέρει πια τι ζώο είναι, κάτι σπάνιο σίγουρα, ίσως και το τελευταίο του είδους του. Χτενίζουν δεν χτενίζουν, το Χάσκυ αποκλείεται να το βρουν. Μου το σφύριξαν τα εγγονάκια και το έκρυψα αλλού, σε μια μικρή σπηλιά κοντά στις Πόρτες των Αγράφων. Κι έχει μείνει λίγη βενζίνη ακόμα στο φλοτέρ του καρμπιρατέρ, να δεις που θα πάρει μπρος και φέτος.

Το σωστό βάψιμο από τη μοτοσυκλέτα του Bazza θα είναι (παρατσούκλι του Sheene)
 

Γάμα

Για τρία γυράκια θα φτάσουν…

Πώς θα αξιοποιούσα τα τελευταία μου δέκα λίτρα βενζίνη; Οδηγώντας ένα Zoomer με ταχύτητα βαδίσματος για να κάνει πολλά χιλιόμετρα; Δεν θα έχει καθόλου πλάκα. Κάνοντας δυο σαραντάλεπτα με ένα δίχρονο motocross 250; Δεν έχω τα κατάλληλα χέρια. Μήπως να τα εξαφάνιζα σε δυο τρία περάσματα με ένα Top Fuel Dragster; Μπα, με βενζίνη δεν θα κατέβαινε χαμηλά ο χρόνος, θέλουν πιο σπιρτόζικα καύσιμα. Δεν είναι εύκολο να αποφασίσω τι θα τα κάνω, πού θα τα κάψω… Οδηγώ μοτοσυκλέτες καμιά εικοσιπενταριά χρόνια, και μερικά ακόμη. Έχω χαρεί με διάφορες, πολλές φορές. Έχω διασκεδάσει αντίστοιχα πολύ, ακόμη και φτιάχνοντας, ψάχνοντας. Έχω ακούσει ήχους από κινητήρες που έχουν εντυπωθεί ούτε κι εγώ ξέρω πόσο βαθιά στο υποσυνείδητο μου. Ο παλιότερος από αυτός στη μνήμη γράφτηκε κάπου στα εφτά μου χρόνια, ακριβώς πρωτοχρονιά.

Ήσυχο τότε το προάστιο της Αθήνας που έμενα, μόλις είχαν περάσει τα μεσάνυχτα και ήμουν έξω από το σπίτι, ακολουθώντας οδηγίες των γονιών μου για να κάνω το “ποδαρικό” της νέας χρονιάς. Τότε, στη σιγαλιά της νύχτας, που θα έλεγε κανένας νεορομαντικός, ο ήχος από κάποιο υπερκυβισμένο τετράχρονο με εξάτμιση 4 σε καμία άρχισε να ηχογραφείται στον ζωντανό σκληρό μου. Ήταν μακριά, ήταν δυο ή τρία χρόνια μετά το 1970 -δεν το είδα, αλλά υποστηρίζω με σιγουριά ότι ήταν Kawasaki Z900 με Kerker. Ο αναβάτης του γιόρταζε την έναρξη της νέας χρονιάς γεμίζοντας ταχύτητες στην ανηφόρα δίπλα στο άλσος του Συγγρού. Μ’ άρεσε αυτό που άκουσα, μου άρεσε και σαν πράξη. Μοναχική και ιδιαίτερη, ψιλο-προκλητική, για άλλους ενοχλητική, για μένα άξια προς μίμηση.

Ιδού μέρος από την αλήθεια. 17/06/2006, μόλις το παρέλαβα από τη μεταφορική και το βλέπω από κοντά για πρώτη φορά. Η ιστορία της προετοιμασίας για την εποχή χωρίς εμπόριο βενζινης άρχισε... 
 

Μήπως θα έπρεπε να φαντασιωθώ ότι με κάποιο μαγικό τρόπο θα αποκτούσα ένα γκαράζ με αγωνιστικά πολυκύλινδρα τετράχρονα από το ’60 (όπως το Honda 3RC164 -με τα ανοικτά μεγάφωνα), και μερικά δίχρονα από τη δεκαετία του ’70, τότε που δεν είχαν τσιμπουκόφωνα στις εξατμίσεις, όπως το Yamaha TZ700 του Agostini, και να έβαζα λιτράκι το λιτράκι σε ιδιαίτερες ημέρες ή νύχτες και να ξεσήκωνα ένα τετραγωνικό χιλιόμετρο στο πόδι; Μπα, δεν λέει να μην οδηγήσεις με τα τελευταία δέκα λίτρα, άσε που αυτή η φαντασίωσή μου θα ενοχλεί άλλους, και είμαι συντηρητικός άνθρωπος εγώ, δεν θέλω τέτοια.

Δεν πιστεύω πόσο δύσκολο μου είναι να αποφασίσω τι θα ήθελα να τα κάνω αυτά τα δέκα. Να πήγαινα στη Νέα Ζηλανδία, να μου έδιναν να οδηγήσω ΤΗΝ υπέρτατη Britten; Ωραίο ακούγεται αλλά είναι σκέτη φαντασία -κι εγώ όπως είπαμε είμαι συντηρητικός και προσγειωμένος. Πρέπει να τα βάλω σε τάξη στο μυαλό μου, να αρχίσω να θυμάμαι τι μου έχει αρέσει πολύ, για να καταλήξω κάπου. Μου αρέσουν ήχοι από κινητήρες, είναι θεραπευτικό για την ψυχοσύνθεσή μου -όπως εκείνος που είπαμε ότι άκουσα μικρός, από το αερόψυκτο. Αερόψυκτο δεν θα με κάλυπτε, δεν θα έτρεχε αρκετά, δεν θα είχε αξιόλογη απόδοση, μια ειδική ισχύ της προκοπής δηλαδή.

Να τα έκαιγα με μια κορυφαία τεχνολογικά μοτοσυκλέτα; Την Ducati GP9 που έχει ελάχιστο πλαίσιο; Μπα, θα είναι πολύ ντελικάτη και απαιτητική και αν αυτά τα δέκα λίτρα είναι από τελευταία κατακάθια και μείνουμε με τη μπουκιά στο χέρι... Μπα, δεν μου κάνει για φαντασίωση, μένει μόνο σαν όνειρο, δεν έχει βάση να γίνει πραγματικότητα. Θέλει ψάξιμο για να βρω τι θα μου άρεσε. Θυμήθηκα μια κουβέντα με τον Διονύση Χοϊδά στην Ακαμάτρα, στο πανηγύρι της, μεταξύ τυριού και αχλαδιού. Τρίχες, μεταξύ ψητού και πόλκας ήταν και λέγαμε τι θα κάναμε, όταν η βενζίνη θα σπάνιζε ή θα ακρίβαινε τόσο που θα μεταφερόταν όπως με τις σημερινές χρηματαποστολές. “Θα κρατήσουμε μερικές δίχρονες που καίνε τα πάντα και θα φτιάχνουμε τίποτα ζουμιά από πατάτες και σάπια φύλλα” ήταν η κατάληξη της ενδοσκόπησης. Αυτό μάλιστα, είναι χρήσιμη ανάμνηση, βάζει τα πράγματα σε μια τάξη και μ’ αρέσει. Σε δίχρονη θα τα αξιοποιήσω.

Αυτός ο σπουδαίος άνθρωπος
 
Ψάχνοντας μετά το Α

Πάμε καλά πάντως, βρέθηκε το Άλφα, δηλαδή η υγρόψυξη, βρέθηκε και το Βήτα, ο δίχρονος δηλαδή, σειρά έχει να βρεθεί και το ποια θα είναι, ψάχνουμε το Γάμα. Έεεπ, έγραψα Γάμα; Αυτό είναι, βρέθηκε επιτέλους η κατάλληλη μοτοσυκλέτα. Suzuki RG 500 Γ! Τo λες και γεμίζει το στόμα σου. Να πω και γιατί το διάλεξα όμως. Πίσω στο 1985, το RG 500 Γ είχε εμφανιστεί στους ελληνικούς δρόμους. Τότε οδηγούσα την πρώτη μου αγαπημένη και δική μου μοτοσυκλέτα, ένα γαλάζιο Ducati Pantah 500, μεταχειρισμένο. Με άλλα λόγια κάτι με 45 ίππους και 190 κιλά.

Μου δόθηκε η ευκαιρία να οδηγήσω ένα άσπρο μπλε RG 500 Γ, και δεν την άφησα να φύγει. Ένα δίχρονο με 90 ίππους και λιγότερα από 150 κιλά. Ανέβαινα μια ανηφόρα και άνοιξα το γκάζι με δευτέρα. Ένιωσα την “κλωτσιά” κάπου μετά τις 6.000 και ενθουσιάστηκα. Δεν ήξερα όμως ότι είχε κι άλλο. Κάπου στις 9.000 ολοκληρώθηκαν οι συντονισμοί και το παλιόπραμα έστησε μια αθέλητη σούζα. Τα είδα όλα. Τρόμαξα, δεν μπορούσα να το πάω αυτό. Γύρισα σαν βρεγμένη γάτα τη μοτοσυκλέτα στον ήρεμο ιδιοκτήτη της, τον ευχαρίστησα κάνοντας τον ήρεμο, ενώ η καρδιά μου έκανε σαν συντονισμένη από “υπερστροφία” reed. Αυτό ήταν, με είχε χτυπήσει κατακέφαλα.

Πέρασαν τα χρόνια -πώς περνάνε τα ρημάδια έτσι- και βρέθηκα από το 2005 να έχω ένα τέτοιο μηχανάκι που φτιάχνεται σιγά - σιγά, με τον ρυθμό που επιτρέπουν τα οικονομικά ενός συντάκτη μοτοσυκλέτας στην Ελλάδα. Αλλά είπαμε, αυτή η μοτοσυκλέτα δεν είναι σημαντική και κατάλληλη να μετατρέψει τη χημική ενέργεια της βενζίνης σε ευχαρίστηση, μόνο και μόνο επειδή την έχω στην κατοχή μου. Είναι πολύ περισσότερα -και η προετοιμασία της για την εποχή χωρίς βενζίνη έχει ήδη αρχίσει.

Το ότι με τρόμαξε όταν την οδήγησα είναι προσωπικό μεν, αλλά κακά τα ψέματα, ήταν ο λόγος που με γοήτευσε. Είναι η μόνη μοτοσυκλέτα του κόσμου που έχει ένα όμορφο ελληνικό Γ στο χυτό της πλαίσιο. Και έχει έναν κινητήρα απίστευτο σε σύλληψη και κατασκευή. Οι δυο στρόφαλοι και οι τέσσερις περιστροφικές βαλβίδες, παράγουν τον μοναδικό της ήχο όταν περιστρέφονται, και δεν έχει κραδασμούς όσες στροφές και εάν ανεβάσει. Αυτός ο square four ενσωματώνει όλη την τεχνογνωσία -αρχικά κλεμμένη, μετά ανεπτυγμένη από τους ίδιους τους μηχανικούς της Suzuki. Μέσα εκεί υπάρχουν ψήγματα από τον ιδιοφυή Walter Kaaden, τον άνθρωπο που ξεπέρασε τους 200 ίππους στο λίτρο σε ατμοσφαιρικό κινητήρα.

Η Suzuki RG 500 Γ ήταν μια πραγματική replica αγνωστικής GP (όπως και η βαρύτερη και λιγότερο δυνατή Yamaha RD 500 LC, που κυκλοφόρησε μαζί της) και είχε δυο παγκόσμια πρωταθλήματα με έναν αναβάτη θρύλο στη σέλα της. Τον πρώτο σταρ των GP, τον Barry Sheen με το ωραίο χαμόγελο και το 7 στο κράνος του. Ο Barry με τη συνολική του παρουσία έφερε θεατές στα GP, τα έβγαλε από το κλειστό τους κύκλωμα και έκανε τους αγώνες ανοιχτό θέαμα και κοσμικό γεγονός. Κάπως σαν τον σύγχρονο Rossi. Είχε και την ωμότητα της εποχής, με τη μοναδική χειρονομία όταν προσπέρασε τον King Kenny Roberts: Γύρισε πίσω και του έδειξε το τεντωμένο μεσαίο δάκτυλό του, στον αγώνα του Silverstone το 1979. Έχει την ιστορία της αυτή η μοτοσυκλέτα, φτάνει πίσω μέχρι τη δεκαετία του '50.

Τα τσιμπουκόφωνα θα αφαιρεθούν και τα τέσσερα (να θυμηθώ να έχω ένα αλενάκι μαζί μου) 

 

Και πού θα πάμε;

Πριν το κάψιμο των τελευταίων λίτρων βενζίνης, χρειάζεται το ακίνητο μηχανάκι λίγες δουλειές. Να μπούνε τέσσερα πιστόνια για να φθάσει τα 570 κυβικά -έχει τόσο μαντέμι στους κυλίνδρους του που μόνο ρεκτιφιέ χρειάζεται. Να μπούνε 17’’ ζάντες μαγνησίου (τις έχω ήδη) και μια τετράδα εξατμίσεις από τον JL Lomas. Μετά χρειάζεται να μεγαλώσουν οι βαλβίδες ροής στα καρμπιρατέρ για να προλαβαίνει η βενζίνη να τα γεμίζει. Λογικά, μετά από αυτές τις επεμβάσεις θα πάει γύρω στους 115 ίππους στον τροχό και θα κάνει γύρω στα 150 χιλιόμετρα με τη βενζίνη που χωρά στο ρεζερβουάρ του. Αυτά δεν φθάνουν για την ολοκλήρωση. Θέλει βάψιμο, Barry Sheen replica κοκκινοκίτρινη. Με τα αυτοκόλλητα DAF. Ψιλοδουλειές όπως ένα άλλο μπροστινό με χαμηλότερα και πιο ανοιχτά κλιπόν, ας γίνουν δια… μαγείας.

Μετά από αυτά, η μοτοσυκλέτα θα είναι έτοιμη να προσφέρει την εμπειρία. Όταν άρχισε η σχέση μου μαζί της, με τρόμαξε. Όντας συντηρητικός και προσγειωμένος, η σχέση μου μαζί της πρέπει να τελειώσει με όμοιο τρόπο. Να είναι αξημέρωτα ακόμη, μισή ώρα πριν χαράξει, αλλά η βροχή να έχει σταματήσει πολύ νωρίτερα. Πρώτα θα βγάλω τα τέσσερα τσιμπουκόφωνα, και μετά το φίλτρο για να ακούγεται σωστά. Θα ρίξω τα πιο πολύτιμα από ποτέ δέκα λίτρα, στο ντεπόζιτο. Θα περιμένω να γεμίσουν τα τέσσερα λεκανάκια, θα ανέβω πάνω και θα το σπρώξω με το ένα πόδι. Θα αφήσω τον συμπλέκτη έχοντας πρώτη και το υψίσυχνο, στακάτο ρεσιτάλ θα αρχίσει. Το TTS θα γεμίσει τα ρουθούνια και το ζέσταμα θα γίνει όπως πάντα, στη διαδρομή.

Τρεις γύρους στο βρεγμένο Nürburgring θα τους βγάλει σίγουρα και κάτι θα περισσέψει, στην κλασική διαδρομή των 22.810 μέτρων. Μια και θα είμαι μόνος μου στο Ring θα οδηγήσω και ανάποδα τη διαδρομή, περνώντας πάνω - κάτω τη Karrussell για να μαζέψω και τρόμο για χρόνια.

Η στιγμή της αλλαγής, την ώρα που το όνειρο αρχίζει να γίνεται πραγματικότητα

 

Το μισό μου... GP

Του Λάζαρου Μαυράκη

Η Αδριατική είναι ελαφρώς ταραγμένη, κι οι περισσότεροι νταλικέρηδες συνεπιβάτες στο πλοίο Πάτρα - Ανκόνα κοιμούνται στη θαλπωρή της καμπίνας τους. Τρεις η ώρα τα ξημερώματα κι εγώ κάθομαι στο κατάστρωμα, αγκαλιά με ό,τι πιο πολύτιμο διαθέτω αυτή τη στιγμή: Τα τελευταία δέκα λίτρα βενζίνης που μπορώ να καταναλώσω. Η υπερένταση του εγχειρήματος που με οδήγησε μέχρι εδώ, σε συνδυασμό με το σπρέι από τα απόνερα του καραβιού, δεν μ' αφήνει να κοιμηθώ -και το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να θυμάμαι ξανά και ξανά πώς ξεκίνησε η περιπέτεια...

Ήμουν ακόμη βραχνιασμένος από τα ουρλιαχτά που έβγαζα την ώρα που ο Rossi έκανε το μαγικό προσπέρασμα στον Lorenzo στην τελευταία στροφή του τελευταίου γύρου στην Catalunya, ενώ το υπογλώσσιο λίγο ήθελε ακόμη να λιώσει για να επαναφέρω τους σφυγμούς μου στο κανονικό, όταν έσκασε η βόμβα: Ο σχεδόν δακρυσμένος Καραχάλιος ανακοίνωνε τα δυσάρεστα νέα: "Κύριοι, η ενεργειακή κρίση μας κέρδισε. Βενζίνη γιοκ! Κατάφερα να εξασφαλίσω από τα τελευταία αποθέματά μας δέκα λίτρα για τον καθένα σας. Είναι η τελευταία φορά που θα αξιοποιηθούν σε κινητήρα εσωτερικής καύσης κάτω από τα πόδια σας. Αξιοποιήστε τα όπως καταλαβαίνετε", είπε και με τον ζόρι τον κρατήσαμε να μην αυτοπυρποληθεί με τα τελευταία δικά του δέκα λίτρα. Το σοκ της στιγμής ήταν ήδη παρελθόν για μένα. Ήξερα ακριβώς τι ήθελα να κάνω με αυτά τα δέκα λίτρα και θα το έκανα ο κόσμος να χαλάσει.

Με έφαγαν οι δρόμοι με το ποδήλατο μέχρι να πάω στο πρακτορείο, να κλείσω εισιτήρια, να πάω στην αντιπροσωπεία της Yamaha καμιά δεκαριά φορές (στον Ασπρόπυργο, οι αθεόφοβοι...) μέχρι να γίνουν οι απαραίτητες επαφές, και στο τέλος μέχρι την Πάτρα για να πάρω το καράβι για Ιταλία. Από εκεί και πέρα, η απόσταση μέχρι το Misano θα καλυπτόταν με ωτοστόπ. Είχα χάσει δέκα ολόκληρα κιλά μέχρι το πέρας των διαπραγματεύσεων, αλλά χαλάλι. Ούτως ή άλλως, η μείωση του βάρους βοηθά ιδιαίτερα το φιλόδοξο project μου. Δέκα ολόκληρα λίτρα μεταφράζονται σε διάρκεια μισού αγώνα MotoGP, σε κάτι περισσότερο από είκοσι λεπτά απόλυτης οδηγικής ηδονής.

Η πιο γρήγορη κατανάλωση ενός λίτρου βενζίνης. Μετά την πτώση και το τρύπημα του ρεζερβουάρ, το ηθικό μου ήταν κατεστραμμένο

 

Ευτυχώς τα παρακάλια και το αλά Ξανθόπουλος παραμύθι -ξέρετε, "όχι για μένα, για τη φουκαριάρα τη μάνα μου..." - έπεισαν τον David Brivio να μου εξασφαλίσει μια θέση στην εργοστασιακή ομάδα της Fiat Yamaha. Είχαν αποφασίσει ότι ο Lorenzo ούτως ή άλλως φέτος έκανε καλά τη δουλειά του στο να συμπληρώνει το βάθρο δίπλα στον Rossi για να βγαίνουν οι φωτογραφίες για τους χορηγούς όπως πρέπει, και δεν θα τον πείραζε να ανταλλάξουμε θέσεις κατά τη διάρκεια του αγώνα. Σε αυτό βοηθούν και οι καινούριοι κανονισμοί που επιτρέπουν την αλλαγή μοτοσυκλέτας, οπότε φορώντας τη φόρμα του Jorge, ούτε γάτα ούτε ζημιά. Η μόνη υποχρέωση ήταν η βενζίνη να μπει από εμάς. Κανένα πρόβλημα! Από την άλλη και η συμμετοχή μου στο Aprilia Challenge το 2000, τους έπεισε ότι θα είχα και αποτέλεσμα. Πόση διαφορά άλλωστε έχει ένα δίχρονο 125 με 30 άλογα στον τροχό σε σχέση με ένα MotoGP;

 
Λίτρο, λίτρο ο καημός μου

Παρότι είχα ένα άγχος σχετικά με το αν θα μπορούσα να φτάσω μέχρι το Misano χωρίς να συλληφθώ, καθώς προκαλεί, όπως και να το κάνουμε, μια ανασφάλεια το να περιφέρεται ένας μελαχρινός αξύριστος, με ξυρισμένο κεφάλι, κρατώντας αγκαλιά ένα δεκάλιτρο μπιτόνι βενζίνης, έφτασα αισίως στην πίστα λίγο μετά τη λήξη των χρονομετρημένων δοκιμαστικών. Το αγωνιστικό alter ego μου, ο άνθρωπος που θα του έπαιρνα τη θέση, κατάφερε να πετύχει τον δεύτερο καλύτερο χρόνο, πίσω από τον Rossi και μπροστά από τον Stoner. Τουλάχιστον θα μπορούσε να χτίσει μια διαφορά μέχρι τη στιγμή της αλλαγής, ώστε να μην χαθούν πολλές θέσεις με την είσοδό μου στην πίστα. Το ίδιο απόγευμα είχε κανονιστεί μια μυστική δοκιμή με το Μ1 για να μην πάω ξεβράκωτος στα... λάχανα. Ένα πολύτιμο λιτράκι θα έπρεπε να δαπανηθεί για να κάνω κάτι λιγότερο από ενάμισι γύρο, ώστε να μάθω τη μοτοσυκλέτα του Jorge.

Από τη στιγμή που βρέθηκα πάνω στη σέλα του Μ1, μία λέξη είχα μόνο στο μυαλό μου: ΒΑΝΖΑΙ!

 

Το τεράστιο χαμόγελό μου άρχισε να σβήνει σιγά - σιγά όταν διαπίστωσα ότι η μοτοσυκλέτα δεν έπαιρνε μπροστά με τίποτα. Μετά μου εξήγησαν ότι έπρεπε να ανέβω πάνω σα να ήμουν παραπληγικός. Η μοτοσυκλέτα έχει αισθητήρες παντού κι αναγνωρίζει τον αναβάτη της μέσω αυτών, οπότε έχει συνηθίσει τον Lorenzo με γύψους, πατερίτσες, νάρθηκες και αγκυλώσεις και συνήθως να τον ανεβάζουν αγκαλιά στη μοτοσυκλέτα. Έπρεπε να κοροϊδέψουμε μ' αυτόν τον τρόπο την "έξυπνη" ηλεκτρονική, για να πάρει μπροστά. Μιμήθηκα τότε τον Gibernau, όπως έκανε όταν τον έβγαλε ο Γιατρός από την πίστα στο Jerez το 2005, κι ως δια μαγείας η μοτοσυκλέτα πήρε μπροστά.

Τα πρώτα ml από το απόθεμά μου άρχισαν ήδη να καταναλώνονται κι έτσι ξεκίνησα αμέσως. Δυστυχώς το λίτρο καταναλώθηκε πιο γρήγορα απ' ό,τι περίμενα, καθώς στην έξοδο από τη δεξιά Rio έφαγα ένα χορταστικό highsiding, με αποτέλεσμα να τρυπήσει το ρεζερβουάρ και να χυθεί όλη η βενζίνη. Τουλάχιστον είχα πέσει με πολλά κι αυτό ήταν ενθαρρυντικό σημάδι...,

Η στιγμή της ολοκλήρωσης. Κρίμα που δεν είχα καθρέπτες να βλέπω πίσω μου το number plate με το νούμερο "46". Σε ποιον να το πεις και να σε πιστέψει...

 

Του ονείρου η ώρα

Την επόμενη μέρα ο αγώνας ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς. Ήλιος, με χαμηλή όμως θερμοκρασία, θεατές αφιονισμένοι και τα εννιά πλέον λιτράκια μου κατατεθειμένα στα αποθέματα της Yamaha Racing Team. Ο Jorge ήταν ήδη μιλημένος από πριν, ώστε να συμπεριφέρεται ανθρώπινα στο γκάζι και να μην εκτοξεύσει την κατανάλωση στον θεό. Ο Ramon Forcada, ο αρχιμηχανικός του Lorenzo, είχε ούτως ή άλλως ρυθμίσει την ηλεκτρονική και τη χαρτογράφηση, έτσι ώστε για τους τελευταίους έντεκα γύρους να μείνουν ακριβώς τα εννέα λίτρα που μου αντιστοιχούσαν. Από εκεί και πέρα, το θέμα ήταν στον δεξιό καρπό μου...

Δώδεκα γύρους πριν το τέλος, όπως είχε σχεδιαστεί, βγήκε η ταμπέλα από τα πιτς για τον Lorenzo και στον επόμενο γύρο άκουγα πόσο βασανιστικά αργά έφτανε η μοτοσυκλέτα στο box, λόγω του ορίου ταχύτητας. Με την επιδεξιότητα του Copperfield, ο Jorge με το που κατέβηκε από το μηχανάκι εξαφανίστηκε, και πλέον στη σέλα του Μ1 καθόταν ο... Jorge Mavrakis. Μπροστά ήταν οι Hayden, Toseland, Melandri, Edwards, Dovizioso, De Angelis, Pedrosa, Stoner κι αυτός με το "46". Στην αρχή, στο πρώτο πέρασμά μου από τη Rio, στάλες κρύου ιδρώτα μούσκευαν τη φόρμα μου, αλλά μέχρι να φτάσω στην θρυλική Tramonoto, το είχα κιόλας ξεπεράσει.

Στο κλείσιμο του πρώτου γύρου, οι Hayden και Melandri έγιναν παρελθόν, καθώς ο πρώτος έκανε στην άκρη μόλις βγήκαν οι ταμπέλες για να μην εμποδίζει, ο δε Ιταλός έμεινε από ανατιναγμένο τρίτο κύλινδρο. Είχαμε ήδη περάσει τη μισή διάρκεια του αγώνα, οπότε οι ηλεκτρονικές είχαν ρυθμιστεί έτσι ώστε να κόβουν δύναμη, τόσο για τη φθορά των ελαστικών όσο και για την κατανάλωση. Όλοι είχαν το ίδιο θέμα εκτός από έναν: Eμένα! Ο Edwards προφανώς ακολουθούσε team orders και μόλις με είδε πίσω του έκοψε ρυθμό, δεν συνέβη όμως το ίδιο με τους Dovizioso και De Angelis, τους οποίους αναγκάστηκα να τους βγάλω εκτός πίστας ζητώντας υποκριτικά συγνώμη που έχασα τα φρένα κι άνοιξα την τροχιά μου στην είσοδο της Carro.

Λίγο πρίν ο Rossi μου δώσει την... τελική ώθηση για τον τερματισμό

 

Είχα ακόμη μπροστά μου πέντε γύρους και τέσσερα λίτρα στο ρεζερβουάρ. Με λογική χρήση θα έφτανα στον τερματισμό. Η λογική όμως με είχε εγκαταλείψει προ πολλού. Όρμησα χωρίς να το σκεφτώ στον Pedrosa και προσπάθησα να τον ρίξω στη Misano, όπως είχε ρίξει κι αυτός τον Hayden το 2007 στο Estoril. Βγήκε στην αμμοπαγίδα κι εκεί που έλεγες ότι θα τη γλιτώσει, πάει να πατήσει κάτω, το πόδι του δεν φτάνει στο έδαφος και πέφτει σαν σακί, με το RC211V να τον έχει πλακώσει αφήνοντας ακάλυπτο μόνο το πάνω μέρος του χεριού του, που πρότεινε επιδεικτικά το μεσαίο δάχτυλο υψωμένο. Δύο γύρους κι ένα λίτρο πριν το τέλος ήμουν στη ρόδα του Stoner. Ευτυχώς ένα bug στα windows του Desmosedici, του έκοψε τον ρυθμό και μπόρεσα να περάσω μπροστά.

Μισό γύρο πριν τον τερματισμό, φτάνουμε μαζί με τον Rossi στην Carro, όπου κλείνει επιτυχώς την πόρτα κι η προσπέραση στα φρένα μοιάζει αδύνατη. Δεν γίνεται όμως το ίδιο στην τελευταία στροφή Misano, όπου με κλειστά μάτια ουρλιάζοντας μέσα από το κράνος "Look Mama, no brakes!" κάνω το απονενοημένο και περνάω. Με τη μισή ευθεία μπροστά μου και τον Rossi πίσω μου, ο κινητήρας του Μ1 αρχίζει να "βήχει", καθώς δουλεύει με αναθυμιάσεις. Δύο μέτρα πριν τον τερματισμό ο κινητήρας “μένει”, αλλά ο Rossi με τη φόρα του πέφτει πάνω μου και μέσα στο κουβάρι ανθρώπων και μετάλλων που περνά τη γραμμή του τερματισμού, το photo-finish καταγράφει νικητή εμένα! Ένιωθα στο πρόσωπό μου τη σαμπάνια να ρέει, όταν συνειδητοποίησα ότι έτρωγα μπουγέλο για να ξυπνήσω από τον βαθύ ύπνο που απολάμβανα. Πλέον όμως ήξερα: Η ενεργειακή κρίση θα με έβρισκε στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου...

Η τελευταία σκηνή που θυμάμαι πριν το μπουγέλο. Η σαμπάνια έπεφτε..."ράιτ θρου"

 

Θα τους δείξω εγώ!

Χιόνι, πάγος, κολασμένα λούκια και μηδενική πρόσφυση. Είναι αρχές Μαρτίου και βρίσκομαι στη χιονισμένη Σουηδία για να ζήσω το όνειρό μου, ξοδεύοντας τα τελευταία δέκα λίτρα καυσίμου. Ή μάλλον δέκα λίτρα βενζίνης και διακόσια χιλιογραμμόμετρα καλό συνθετικό λάδι μείξης

Αν και οδηγώ για αρκετά λεπτά, τα άκρα των χεριών μου δεν λένε να ζεσταθούν ούτε μέσα στα neoprene χοντρά γάντια μου. Οι τεράστιες και κακάσχημες έξτρα χούφτες δεν μπορούν να κόψουν κάτι από το πολικό ψύχος των -6 βαθμών του σουηδικού Μάρτη, που τρυπά τα δάχτυλά μου. Τα όποια χαζά χαμόγελα ευτυχίας άρχισαν να εξαφανίζονται, αμέσως μόλις πέρασα κάτω από τη φουσκωτή αψίδα με τα σήματα του WEC, παίρνοντας εκκίνηση στο GP του Ostersund. Όσο, όμως, και να παλεύω να σταθώ όρθιος στο παγωμένο τερέν, τίποτα δεν θα καταφέρει να σβήσει τα συναισθήματα εκπλήρωσης ενός μεγάλου ονείρου, του να τρέξω δίπλα στους κορυφαίους αναβάτες του παγκοσμίου πρωταθλήματος enduro, και μάλιστα σε ένα τερέν τόσο ξένο και μακρινό από τα δικά μας δεδομένα.

Περίμενε και θα δεις

Δεν θα ορκιζόμουν πως ο φίλος μου ο Johnny Aubert έδειξε να αγχώνεται ιδιαίτερα, βλέποντάς με να κάνω τις τελευταίες ρυθμίσεις στο δίχρονο 125 μου πριν τον αγώνα. Είχε έρθει να με βρει κάτω από τη μικρή μου τέντα, μέσα στο στεγασμένο υπόστεγο του κλειστού γυμναστηρίου του Ostersund και λίγα μέτρα πιο κάτω από το parc ferme. Μόλις είχα φορέσει στο τριανταεξάρι Keihin ένα καινούριο ζιγκλεράκι 172 και σήκωνα τη βελόνα με τον κωδικό NOZD στην τέταρτη θέση, όπως ακριβώς διάβασα στο βιβλίο του κατασκευαστή. Ήταν η πρώτη φορά που δοκίμαζα τέτοιες ρυθμίσεις, αλλά επίσης και η πρώτη φορά που οδηγούσα σε τέτοιες συνθήκες.

Πιο πολύ από περιέργεια, ίσως και λίγη συμπάθεια, ο Johnny έμεινε να με παρατηρεί και να μου κάνει παρέα, καθώς έκανα τις τελευταίες ετοιμασίες στο διχρονάκι μου. Μικρές προεκτάσεις στα φτερά μπροστά και πίσω για τη λάσπη, πίσω δισκόφρενο χωρίς τρύπες, αλλαγή του αντιψυκτικού υγρού στο ψυγείο με αντίστοιχο πολύ καλής ποιότητας και με χαμηλό σημείο τήξης.

Μετά από επτά ώρες πατινάζ, άντε άλλαξε τα λάστιχα με τα καρφιά! Ευτυχώς δηλαδή που είχα μόνο δέκα λίτρα, και δεν έφτασα στον τερματισμό της πρώτης μέρας για να ζήσω αυτή την "όμορφη" εμπειρία

 

Βέβαια, μπορεί ο Johnny να διαθέτει όσους μηχανικούς θέλει, να κάνουν στη δική του μοτοσυκλέτα τις αντίστοιχες δουλειές -αλλά ευχαριστώ, δεν θα πάρω. Η προετοιμασία της προσωπικής σου μοτοσυκλέτας για κάθε αγώνα, πόσο μάλιστα αυτόν, είναι μια διαδικασία σχεδόν τελετουργική, άρρηκτα συνδεδεμένη με την ψυχοσύνθεση ενός γνήσιου εντουρά. Όχι πως σε παίρνει να σκέφτεσαι και τίποτα διαφορετικό, όταν λόγω συνθηκών είσαι εκπρόσωπος της φιλοσοφίας του low-budget! Αλλά εδώ δεν είμαι για να παραπονιέμαι. Άλλωστε αυτό που για τον κάθε επαγγελματία αναβάτη που τρέχει χρόνια στο WEC, μπορεί να φαίνεται ως ακόμη μια κουραστική μέρα στη “δουλειά”, για μένα είναι η εκπλήρωση ενός μακρινού ονείρου, κι αυτή είναι η τεράστια διαφορά μεταξύ μας, που ασχέτως αποτελέσματος θα με κάνει ευτυχή.

Με μια άψογη μείξη αγγλο-γαλλικών, προσπαθώ να εξηγήσω στον Johnny για ποιους λόγους πιστεύω ότι θα πάω πολύ καλά στη λασπωμένη cross-country ειδική των έντεκα παγωμένων χιλιομέτρων μέσα στα πανύψηλα έλατα, αλλά αυτός δεν έχει πάψει να χαμογελά. Αφού του εξηγώ! Μετά το πρώτο περπάτημα, εντόπισα μερικά καλά πατήματα και πιστεύω ότι αν πιέσω το διχρονάκι μου στο όριο, ίσως καταφέρω ένα καλό πλασάρισμα στην τελική κατάταξη. Απορώ γιατί δεν μπορεί να δει το προφανές! Με ένα δίχρονο 125 θα είναι πολύ πιο εύκολο να πετάς πάνω από τις χοντρές ρίζες των δέντρων, που είναι καλά κρυμμένες μέσα στο ένα και μοναδικό λούκι που έχει δημιουργηθεί στη λάσπη. Γιατί δεν το καταλαβαίνει;

Στον δρόμο για τη νίκη

Ευτυχώς που είχα βάλει μπόλικη μονωτική ταινία ανάμεσα στις μπότες και το εντουράδικο παντελόνι, γιατί έτσι έχω καταφέρει να διατηρήσω τουλάχιστον τα πόδια μου ζεστά. Το δίχρονο μοτεράκι "ξυρίζει" σε κάθε άνοιγμα του γκαζιού στο τέρμα, αν και στις παρούσες συνθήκες κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά σπάνιο. Οδηγώντας τον περισσότερο χρόνο με τα πόδια να κάνουν "κουπί" στον πάγο, αισθάνομαι περισσότερο σαν αθλητής του καλλιτεχνικού πατινάζ, παρά εντουράς.

Στο σκληρό και απάτητο χιόνι, νιώθω τα μεταλλικά καρφιά από τα λάστιχα να τρυπούν το έδαφος. Το πιο δύσκολο όμως είναι τα βαθιά και σκαμμένα λούκια, όπου το μαλακό χιόνι μπλέκεται με την κόκκινη άμμο του εδάφους και μετατρέπεται σε ένα γλιστερό μείγμα. Ευτυχώς στα λούκια η φαρδιά αλουμινένια ποδιά του κινητήρα λειτουργεί και σαν έλκηθρο κι έτσι καταφέρνω να ξεγλιστρώ μερικά μέτρα πιο κάτω. Παρά τις όποιες καλές προθέσεις του συστήματος εξαερισμού από το χοντρό jacket μου, το σώμα μου αδυνατεί να βρει μια ιδανική θερμοκρασία λειτουργίας. Από μέσα ιδρώνω κι απ’ έξω παγώνω, αλλά συνεχίζω.

Είστε σίγουροι ότι αυτά τα πασσαλάκια που φαίνονται στο βάθος, σηματοδοτούν την ειδική διαδρομή; Εμένα πάντως μου θυμίζουν μια φορά που είχα πάει στο χιονοδρομικό του Παρνασσού

 

Σε λίγα μέτρα πλησιάζω στο τρίτο ΣΕΧ. Έχω σχεδόν κάνει εξήντα εξαντλητικά χιλιόμετρα, με το μικρό 125 να προσπαθεί να βγάλει τα σχεδόν τριάντα του κρυωμένα άλογα στο γλιστερό τερέν. Πλησιάζω τον πρώτο ανεφοδιασμό. Εκεί έχω αφήσει το ένα και μοναδικό μου μπιτονάκι με μισό λίτρο καυσίμου, καθώς με τα υπόλοιπα εννιάμιση γέμισα το ρεζερβουάρ μου πριν την εκκίνηση. Τουλάχιστον δεν χάνω πολύ χρόνο στον ανεφοδιασμό και αρχίζω να κατηφορίζω για την ειδική στο χιονοδρομικό κέντρο, ανάμεσα στα πασσαλάκια των σκιέρ. Η κορδέλα της ειδικής σχεδόν χάνεται στο κατάλευκο τοπίο, αλλά ούτως ή άλλως υπάρχει μία και μόνο δυνατή πορεία -αυτή που ορίζουν τα λούκια.

Λίγο πριν τον τερματισμό της ειδικής, αρχίζουν οι πρώτες διακοπές από τον κινητήρα. Ευτυχώς τερματίζω και όπως κάθε “παγκόσμιος”, δείχνω ανήσυχος για τον χρόνο που έκανα. Πλησιάζω το display με ανυπομονησία, κι αφού ξεγλιστρώ ανάμεσα στους manager των εργοστασιακών ομάδων, καταφέρνω να δω την προσωρινή μου κατάταξη. Είμαι πρώτος, από το τέλος, στην Ε1! Επιστρέφω στο διχρονάκι μου, βρίσκω ένα καλό δέντρο να το παρκάρω και στέκομαι λιγάκι να απολαύσω το κατόρθωμά μου. Είμαι εδώ, συμμετείχα, προσπάθησα, πραγματοποίησα το όνειρό μου. Και για μένα είμαι ο ένας και μοναδικός νικητής. Ας είχα και λίγη βενζίνη παραπάνω και θα σας έδειχνα!

 

Race for ever

Για μένα πάντα το θέμα της μοτοσυκλέτας άρχιζε και τελείωνε στους αγώνες. Δεν είμαι μοτοσυκλετιστής με την ευρύτερη έννοια, είμαι εθισμένος με τον ανταγωνισμό και την ατμόσφαιρα των αγώνων, όποιο είδος κι αν είναι αυτό, άσχετα αν το πάθος μου ήταν πάντα οι μοτοσυκλέτες και οι αγώνες motocross. Δεν υπήρχε περίπτωση λοιπόν να χρησιμοποιήσω τα τελευταία μου δέκα λίτρα σε κάτι άλλο, πέρα από έναν αγώνα!

Στα πρώτα χρόνια της εφηβείας μου, όπου κολασμένα ήθελα να συμμετάσχω σε αγώνες, υπήρχε ένα και μόνο πάθος -και το έλεγαν Kawasaki KX250 του '85. Σαν αυτό με το οποίο είχε κερδίσει ο παγκόσμιος πρωταθλητής George Jobe το πρώτο supercross που έγινε στην Ελλάδα, τον Φεβρουάριο του 1985 στο γήπεδο του Παναθηναϊκού. Είχα την τύχη να είμαι παρών σε αυτόν τον αγώνα, παρέα με τον ξάδελφό μου Μανώλη. Παρότι ήμουν μικρός, την ώρα που βρισκόμουν στην κερκίδα έκανα όνειρα για το πώς θα είναι τα πράγματα όταν θα αγωνίζομαι κι εγώ.

Η υπέροχη δίχρονη μελωδία που βγαίνει από την εξάτμιση, καθώς και το σαγηνευτικό άρωμα από το λάδι της μείξης, πλανώνονται για τελευταία φορά στην ατμόσφαιρα

 

Αυτή την ΚΧ250 που σήμερα έχει μυθικές διαστάσεις στο μυαλό μου δεν την απέκτησα ποτέ, αλλά και δεν οδήγησα μια αντίστοιχη για να έχω μια εμπειρία. Αν μπορούσα λοιπόν να το κάνω, η τελευταία επαφή με μοτοσυκλέτα με κινητήρα εσωτερικής καύσης θα ήταν με αυτήν την πράσινη θεά. Όσο φοβερή μου φαινόταν η ΚΧ, άλλο τόσο φοβερές διαστάσεις είχε πάρει στο μυαλό μου η πίστα όπου γίνονταν εκείνη την εποχή οι αγώνες ΜΧ στο Σχηματάρι, η οποία όταν άρχισα να αγωνίζομαι είχε κλείσει. Οπότε ούτε την ΚΧ250 οδήγησα ποτέ, ούτε και στο Σχηματάρι κατάφερα να διανύσω κανένα μέτρο.

Το σκηνικό που πρέπει να στηθεί για την κατανάλωση των τελευταίων δέκα λίτρων βενζίνης που μου αντιστοιχούν, έχει ως εξής: Σάββατο πρωί στο Σχηματάρι, ετοιμάζομαι για τα δοκιμαστικά του αγώνα. Λίγο πιο κει με περιμένει η ΚΧ με number plate 247, ενώ από την άλλη μεριά βρίσκεται σταθμευμένο το αυτοκίνητο του Καρέτσου και το CR125 με το νούμερο 6. Ο Λευτέρης μόλις έχει φτάσει αγχωμένος στην πίστα, γιατί είναι φαντάρος και ο διοικητής του υπέγραψε την άδεια τελευταία στιγμή.

Ανοίγω το μπιτόνι με τα τελευταία δέκα λίτρα και ρίχνω με θρησκευτική ευλάβεια το λάδι για τη μίξη που δεν είναι άλλο από το Castrol A747, κλείνω καλά το καπάκι, όσο πιο σφιχτά γίνεται ώστε να μην χαθεί ούτε ένα γραμμάριο και αρχίζω να το κουνάω για να διαλυθεί το λάδι και έπειτα να το ρίξω στο ρεζερβουάρ.

Το σχέδιο για να έχουμε επάρκεια βενζίνης ώστε να περάσω όλες τις διαδικασίες και να φτάσω στον κυρίως αγώνα, έχει καταστρωθεί με μαθηματική ακρίβεια που θυμίζει F1. Τα πάντα γίνονται στο όριο ώστε τα καύσιμα να φτάσουν ίσα - ίσα για να περάσω τη γραμμή του τερματισμού. Άσκοπο ζέσταμα του κινητήρα και περιττές γκαζιές απαγορεύονται δια ροπάλου. Η ΚΧ μπαίνει σε λειτουργία μόνο όταν είναι να μπει στην πίστα, οπότε όταν ήρθε η ώρα για τα πρώτα ελεύθερα δοκιμαστικά, δύο λίτρα μπήκαν στο ρεζερβουάρ, ίσα - ίσα για τους πέντε γύρους γνωριμίας με την πίστα και τη δική μου προθέρμανση.

Επιστροφή στην πίστα για τα χρονομετρημένα δοκιμαστικά και ακόμα ένα λίτρο πέφτει μέσα στο ρεζερβουάρ, για να καλύψω τους τρεις γύρους που υποχρεωτικά χρειάζονται να κάνει κάποιος για να προκριθεί στον κυρίως αγώνα. Βέβαια, όταν ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα των χρονομετρημένων ήμουν τόσο αργός, που οι φίλοι μου άρχισαν το δούλεμα. Είχα έτοιμη όμως τη δικαιολογία -ότι είμαι γρήγορος αλλά δεν άνοιγα τελείως το γκάζι γιατί δεν ήθελα να κάψω πολλή βενζίνη!

Η νύχτα πέρασε με πολλές σκέψεις. Δύο όνειρα είχαν εκπληρωθεί. Η οδήγηση της ΚΧ250 του '85 και ο αγώνας στο Σχηματάρι. "Δεν είναι άσχημα", σκέφτηκα, "αφού το πέρασμά μας από αυτή τη ζωή δικαιώνεται όταν και τα όνειρά μας γίνονται πραγματικότητα".

Το αντικείμενο του ανεκπλήρωτου πάθους, η ΚΧ250, ήταν η πρώτη και μοναδική επιλογή για να καταναλωθούν τα τελευταία δέκα λίτρα βενζίνης

 

Οι ώρες περνούν γρήγορα και βρίσκομαι ήδη στην πίστα, όπου ακούω την ανακοίνωση από τα μεγάφωνα ότι η πίστα είναι ανοιχτή για το πρωινό ζέσταμα. Ακόμη ένα λίτρο βενζίνης πέφτει στο ρεζερβουάρ... Οι αγώνες ΜΧ έχουν δύο σκέλη, όμως η βενζίνη που μου έχει μείνει φτάνει με το ζόρι για ένα, οπότε χρειάζονται χειρουργικές κινήσεις στο άνοιγμα του γκαζιού, ώστε να ανταπεξέλθω και να ολοκληρώσω το τελευταίο σκέλος.

Βρίσκομαι πίσω από την μπάρα και ο αγώνας ξεκινά. Όλοι ξεχύνονται δαιμονισμένα, λυσσασμένα μέχρι την πρώτη στροφή, ενώ εγώ πάω ήρεμα και προσπαθώ να εξοικονομήσω όσο πιο πολλή βενζίνη μπορώ. Επειδή δεν έφτανε για να γεμίσω το ρεζερβουάρ, ήταν αναμφίβολο αν θα έφτανα στον τερματισμό. Πήγαινα τόσο αργά, που φτάνοντας στον τελευταίο γύρο έβλεπα αριστερά και δεξιά σταματημένους τους αντιπάλους που είχαν "μείνει" από βενζίνη, ενώ εγώ με το γνωμικό "αργά βαδίζω, ζωή κερδίζω" έφτασα τελικά πρώτος, περνώντας στην ιστορία ως ο τελευταίος νικητής σε αγώνα όπου το καύσιμο κίνησης ήταν η βενζίνη.

Τελευταίο τανγκό στο Σχηματάρι. Η οδήγηση έγινε με χαμηλό ρυθμό επιτρέποντας χορευτικές φιγούρες στον αέρα

 

Σε ένα μπιτόνι ή σε είκοσι μπουκάλια;

Του Μπάμπη Μέντη

 

Οι ερωτήσεις αυτού του τύπου, αρχικά, είναι διασκεδαστικές μέσα στις παρέες. Τι θα έκανες με το τελευταίο μπουκάλι βότκα; Πώς θα κάπνιζες το τελευταίο σου τσιγάρο; Τι θα έκανες δέκα λεπτά πριν τη συντέλεια του κόσμου; Σε κάθε περίπτωση, το τέλος είναι βέβαιο και εσύ πρέπει να αρπάξεις την τελευταία ευκαιρία που έχεις

Πάντα ξεκινάς με τα προφανή και τα εύκολα, και γι’ αυτό πιστεύεις ότι ήδη γνωρίζεις με σιγουριά ποια είναι η καλύτερη απάντηση για να τους εντυπωσιάσεις όλους. Όμως αν κάνεις το λάθος και προσπαθήσεις να το σκεφτείς λίγο καλύτερα πριν απαντήσεις, ανακαλύπτεις τις δυσκολίες. Θα γίνω πιο σαφής. Λατρεύω το Nurburgring και η πρώτη σκέψη που μου ήρθε στο μυαλό ήταν να κάψω τα τελευταία δέκα λιτράκια που μου αναλογούν, κάνοντας περίπου δύο ή δυόμισι γύρους εκεί μέσα, καβάλα πάνω σε μια Britten V2 1000. Μετά έκανα την παπαριά, να το σκεφτώ λίγο καλύτερα... Όπου με τρόμο ανακάλυψα ότι στο ring έχω ήδη πάει και η μοτοσυκλέτα του John Britten είναι μεν αρκούντως “εξωτική”, σπάνια και οδηγικά ποθητή, όμως το ίδιο είναι και μια μοτοσυκλέτα των MotoGP ή μια Brough Superior.

Αξίζει να θυσιάσω τα δέκα ανεκτίμητα λιτράκια μυρωδάτης βενζινούλας μέσα σε μια γνωστή διαδρομή και με μια μοτοσυκλέτα που δεν είναι βέβαιο ότι είναι η καλύτερη όλων; Όχι βέβαια! Ο αρχικός ενθουσιασμός έφυγε από το πρόσωπό μου και το άγχος άρχισε να με κυριεύει. Πρέπει να σκεφτώ κάτι καλύτερο, πρέπει να βρω την καλύτερη μοτοσυκλέτα και την καλύτερη διαδρομή. Λίγο πριν φτάσω στο σημείο να έχω μέσα στο ανοιχτό στόμα μου την παγωμένη κάνη ενός περίστροφου, που θα με λύτρωνε από την απελπισία μου, δούλεψε το μπλοκαρισμένο μυαλό.

Ελπίζω η ιδέας μιας V2 με οβάλ έμβολα να εξιτάρει τη σχεδιαστική φαντασία του Massimo Tamburini

 

Η καλύτερη μοτοσυκλέτα του κόσμου είναι... αυτή που δεν έχει κατασκευαστεί ακόμα! Άρα, τα τελευταία λίτρα βενζίνης θα τα κάψω με τη μοτοσυκλέτα που θα φτιαχτεί ειδικά για μένα. Βέβαια, το μόνο που ξέρω από μοτοσυκλέτες είναι να τις οδηγώ και μετά να γράφω αν μου άρεσαν ή όχι. Να σχεδιάζω και να κατασκευάζω μοτοσυκλέτες, δυστυχώς δεν ξέρω. Ευτυχώς όμως, ξέρω ποιοι μπορούν να με βοηθήσουν. Η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν δεκάδες ταλαντούχοι σχεδιαστές και μηχανικοί που θα μπορούσαν να κάνουν τη δουλειά, όμως η μοτοσυκλέτα που έχω στο μυαλό μου κάνει τα πράγματα πολύ συγκεκριμένα. Επιστρατεύστε την υπομονή σας για να με παρακολουθήσετε και θα καταλάβετε τι εννοώ.

Η μοτοσυκλέτα μου θα πρέπει να είναι superbike, να πιάνει τα 300 χιλιόμετρα την ώρα και να έχει αναλογία κιλών ανά ίππο κάτω από 0,5:1. Άρα πρέπει να βγάζει τουλάχιστον 150-160 πραγματικούς ίππους και να ζυγίζει 70-80 κιλά. Επειδή όμως εδώ μιλάμε για την καλύτερη του κόσμου, ο στόχος ανεβαίνει στους 200 πραγματικούς ίππους... τουλάχιστον! Αυτό μας βοηθάει και λίγο με το βάρος που μπορεί πλέον να ανέβει στα 100 κιλά, κάνοντας πιο ρεαλιστικό το project μας. Για να βγουν αυτά τα άλογα, χρειαζόμαστε απαραιτήτως πάνω από 900 κυβικά εκατοστά και απαραιτήτως πολλούς κυλίνδρους. Θα μου πείτε ότι με έναν δίχρονο ή τη βοήθεια ενός turbo θα τα καταφέρουμε με τα μισά κυβικά, όμως δεν γουστάρω ούτε την κάπνα, ούτε το turbo-lag, οπότε πάμε αποκλειστικά για ατμοσφαιρικό τετράχρονο κινητήρα.

Η μοτοσυκλέτα του John Britten είναι εξωτική, όμως η δικιά μου θα είναι το κάτι άλλο

 

Ένας V2 θα ήταν καλή ιδέα, αλλά για να βγάλει τόσα άλογα θέλει πάνω από 1.100 κυβικά. Με τόσα κυβικά και μόλις δύο κυλίνδρους, συνεπάγεται ότι ο κόφτης θα είναι το πολύ στις 12.000 στροφές. Άρα, απορρίπτεται... Ώπα! Το κάθε οβάλ έμβολο της NR είναι ουσιαστικά δύο συμβατικά έμβολα ενωμένα. Αυτό είναι! Ένας V2 από 900 έως 990 κυβικά, με οβάλ έμβολα που δημιουργούν ουσιαστικά τέσσερις θαλάμους καύσης, οπότε θα έχει την θερμοδυναμική απόδοση ενός τετρακύλινδρου -ακούγεται υπέροχη ιδέα. Φανταστείτε μόνον τον ήχο που θα κάνουν οι ελεύθερες εξατμίσεις του στις 15.000 στροφές...

Το κακό εδώ είναι ότι ο κινητήρας μας θα έχει περίπου τον όγκο και το βάρος ενός V4, αφού κάθε οβάλ έμβολο έχει δύο μπιέλες. Βέβαια, θα είναι αρκετά πιο κοντός σε μήκος από ένα V2 και εξίσου πιο στενός και ελαφρύς από έναν κλασικό V4, οπότε πάλι κερδισμένοι ήμαστε. Σε ποιον θα έπρεπε να απευθυνθώ για να μου φτιάξει έναν τέτοιο κινητήρα; Μην βιαστείτε να απαντήσετε “στη Honda” διότι θα χάσετε.

Ο Domenicali είναι ο άνθρωπος που έχει τις γνωριμίες για να φτιάξει έναν αερόψυκτο κινητήρα χωρίς σύστημα λίπανσης

 

Εντάξει, από τη Honda θα πρέπει να πάρω την άδεια και τον μυστικό τρόπο κατασκευής για τα ελατήρια των οβάλ εμβόλων, όμως για τα υπόλοιπα κομμάτια του κινητήρα χρειάζομαι και κάποιον άλλον. Για παράδειγμα, η κίνηση των βαλβίδων θα γίνεται μέσω δεσμοδρομικού συστήματος. Η λύση αυτή θα μας δώσει 5% λιγότερες μηχανικές απώλειες, άρα ο κινητήρας μας θα ανεβoκατεβάζει πιο ξεκούραστα τα τεράστια έμβολά του. Οι πνευματικές βαλβίδες θα ήταν μια εξίσου καλή λύση, όμως μου αρέσει το θρόισμα που κάνουν τα κοκοράκια του desmo, οπότε τις απορρίπτω χωρίς να σας ρωτήσω. Επίσης, θέλω ο κινητήρας μου να έχει άξονα με κωνικά γρανάζια για να παίρνουν κίνηση οι εκκεντροφόροι από τον στρόφαλο και οι πνευματικές βαλβίδες θα μου στερούσαν αυτή τη χαρά.

Σε αυτό το σημείο, σας υπενθυμίζω ότι το συνολικό βάρος της μοτοσυκλέτας μας δεν πρέπει να ξεπερνά το 50% της ιπποδύναμής της. Με τους δύο άξονες για την κίνηση των εκκεντροφόρων και τα διπλά κοκοράκια για κάθε βαλβίδα που χρειάζεται το σύστημα desmo, οι κυλινδροκεφαλές μας θα ζυγίζουν όσο ένας ελέφαντας -έστω και με κομμένα τα νύχια των ποδιών του. Χμ... Πρόβλημα…

Διαφωνεί κάποιος ότι οι άξονες με τα κωνικά γρανάζια για την κίνηση των εκκεντροφόρων είναι...πανέμορφοι; 

 

Το βρήκα! Θα αφαιρέσω την υγρόψυξη και τα λάδια από τον κινητήρα. Δύο-τρία κιλά ζυγίζει ένα ψυγείο με τα ψυκτικά υγρά και άλλα τόσα τα λάδια μαζί με το φίλτρο και το ψυγείο λαδιού, ξέχωρα οι αντλίες και οι μηχανικές απώλειες. Προσέξτε με λίγο, δεν είναι τόσο ηλίθια ιδέα όσο ακούγεται αρχικά. Σκεφτείτε ότι έχουμε μόνο δέκα λίτρα βενζίνης, και με την κατανάλωση ενός κινητήρα απόδοσης 200 ίππων να είναι από 17 έως 25 λίτρα για κάθε εκατό χιλιόμετρα, η μοτοσυκλέτα μας θα κάνει στην καλύτερη περίπτωση 58 χιλιόμετρα πριν σβήσει, στη χειρότερη 40.

Άρα η περίπτωση να υπερθερμανθεί και να πέσει η απόδοση του κινητήρα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, είναι εκτός πραγματικότητας. Θα μου πείτε ότι οι αερόψυκτοι κινητήρες έχουν αναγκαστικά μεγαλύτερες ανοχές, ώστε να αντιμετωπίζουν τις διαστολές των μετάλλων, αφού δεν υπάρχει σύστημα ψύξης που να περιορίζει το εύρος της θερμοκρασίας του κινητήρα. Μην στεναχωριέστε όμως, διότι ο κύριος Domenicali, στον οποίο αποφάσισα να αναθέσω την ευθύνη για τον σχεδιασμό του κινητήρα, πιστεύω ότι έχει τις κατάλληλες γνωριμίες για να μας λύσει αυτό το πρόβλημα και μαζί το πρόβλημα απουσίας λαδιού.

Ένα ζευγάρι από αυτά τα οβάλ έμβολα, θα είναι η καρδιά του κινητήρα που ονειρεύομαι

 

Πρόσφατα διάβαζα από καθαρή διαστροφή, μερικά άρθρα για τη νέα τεχνολογία Diamond Like που χρησιμοποιείται στη μεταλλουργία. Βασικά, η τεχνολογία αυτή υπάρχει από τις αρχές του 1950, ξεκίνησε από την προσπάθεια κατασκευής τεχνητών διαμαντιών (εξ ου και η ονομασία της) και στη βιομηχανική εφαρμογή της, χρησιμοποιήθηκε ως μέθοδος σκλήρυνσης των κοπτικών για τους τόρνους και τα τρυπάνια -ναι, τα γνωστά μας “διαμαντοτρύπανα”. Από τότε βέβαια έχουν προοδεύσει αρκετά τα πράγματα, με αποτέλεσμα να φτάσουμε στο σημείο να μπορούμε να κατασκευάσουμε μέταλλα τόσο ανθεκτικά, που να μη χρειάζεται λιπαντικό για να τα προστατεύει από τις τριβές. Αυτή τη στιγμή, μόνο μία ιταλική εταιρεία ιατρικού εξοπλισμού που κατασκευάζει τεχνητές καρδιές έχει πρόσβαση στη μυστική “συνταγή”. Όλως τυχαίως, είναι θυγατρική της Fiat. Άρα, τη μυστική “συνταγή” για έναν κινητήρα που θα δουλεύει χωρίς λάδια την κρατάει η… Fiat, η οποία έχει τη Ferrari, η οποία Ferrari συνεργάζεται στενά με τη Ducati, στην οποία Ducati αφεντικό είναι ο Domenicali.

Παθιασμένος με τις μοτοσυκλέτες, αναμφίβολα εραστής του ωραίου και σίγουρα ο κατάλληλος άνθρωπος για να χρηματοδοτήσει το project. Ένας Castiglioni θα με σώσει

 

Έχοντας λύσει το θέμα του κινητήρα, επικεντρώθηκα στα άλλα δύο προβλήματα, δηλαδή στον εξωτερικό σχεδιασμό και, το κυριότερο, στα χρήματα για να γίνουν όλα αυτά. Ευτυχώς δεν χρειάστηκε να φύγω από τη βόρεια Ιταλία. Μερικά χιλιόμετρα παραδίπλα από την Bologna, βρίσκεται το Varese, όπου ζει και κυρίως βασιλεύει, η οικογένεια Castiglioni. Στο βιογραφικό του, ο βιομήχανος Castiglioni έχει τη Ducati 916 και την MV Agusta F4. Αυτό που μας ενδιαφέρει στην περίπτωσή μας όμως, είναι το γεγονός ότι έκλεψε χωρίς να ρωτήσει το μονόμπρατσο της Honda και “έπιασε χαζούς” ολόκληρη την κυβέρνηση της Μαλαισίας, καταπίνοντας μερικά δις δολάρια από την κρατική Proton. Οπότε ο Castiglioni, είναι ο κατάλληλος άνθρωπος για να πάρει από τη Honda την πατέντα για τα οβάλ έμβολα, να βρει λεφτά για να χρηματοδοτήσει το project, αλλά και να πείσει τον φίλο του Massimo Tamburini να σχεδιάσει μια πανέμορφη εξωτερικά μοτοσυκλέτα.

Θα μπορούσα να κάψω τα τελευταία μου λίτρα βενζίνης με μια Brough Superior SS 100, όμως αυτό θα το σκεφτούν άλλοι...

 

Τώρα φέρτε στο μυαλό σας ολόκληρη την εικόνα. Μια superbike των 200 ίππων, σχεδιασμένη από τον καλλιτέχνη Tamburini, με κινητήρα V2, oval piston, desmo, υπό την επίβλεψη του Domenicali. Μου τρέχουν ήδη τα σάλια. Πού θα το γκάζωνα το θεριό; Μάλλον κάπου στη νότια Ελβετία. Έχει φανταστικούς δρόμους η Ελβετία...

Σε περίπτωση πάντως που όλα τα παραπάνω είναι αδύνατον να γίνουν και μείνω με ένα μπιτόνι των δέκα λίτρων γεμάτο βενζίνη, έχω ήδη έτοιμη την εναλλακτική λύση: Είκοσι άδεια μπουκάλια μπίρας και μια μικρή σακούλα στουπί, μας αρκούν για έναν ικανό αριθμό μολότοφ. Σε όποιο υπουργείο κι αν τις πετάξω, χαμένες δεν θα πάνε...

 

 

Ένα λίτρο*

*(για τον Κίμωνα)

Δεν το είχε αγοράσει το BSA. Το είχε κλέψει. Μέρα μεσημέρι, το είχε κλέψει.

Φάτσα κάρτα απέναντι από το μουτζούρικο, σ’ ένα στενό νοικιάρικο σπιτάκι έμενε ο Στράτος ο Ρήγας. Το Στράτος ήτανε το όνομα του παππού και το Ρήγας κόλλησε μια και ο Στράτος τη ζωή την έβλεπε ανάλογα τη μέρα καρό, σπαθάτη ή γύφτικη. Τη μια σκόρπαγε λεφτά δεξιά-αριστερά και την άλλη με τα μάτια πρησμένα ζήταγε δανεικά. Ατέλειωτες ιστορίες που δεν κόλλησε η ντάμα στο βαλέ, δεν κόλλησε ο βαλές στην τσόχα, λεφτά ποτέ δεν κόλλαγαν στην τσέπη του.

Ξύπναγε κοντά τα μεσάνυχτα, τίναζε χέρια-πόδια σαν ακρίδα έτσι ψιλόλιγνος που ήτανε, κι έτρεχε στη λέσχη. Καβάλαγε τα σκαμπό, καβάλαγε τις γυναίκες των άλλων που κερδίζανε, μόνο τη ρημάδα τη ντάμα κούπα δεν καβάλαγε. Άχτι το ’χε. “Όλα να μου κάθονται ρε φίλε, αυτή η μαντάμ με το μάτι το τσαχπίνικο δε με γουστάρει. Δε μου κάθεται, πώς το λένε”.

Και μια μέρα του ’κατσε. Τους πήρε και τα σώβρακα. Τίναζε χέρια σαν τον Δον Κιχώτη με τη Δουλτσινέα Νταμακούπα από δίπλα, πέταγε τα χαρτιά σαν τα καρφιά, μοίραζε, μάζευε τη μπάνκα, δεν φοβόταν ούτε θεό ούτε διάολο. Το πρωί έφυγε τελευταίος. Τίγκα οι τσέπες. Μασουράκια τα λεφτά κι ένας συρφετός ρολόγια, βέρες, σταυρουλάκια, καδένες, λίγο ακόμα και θα τους είχε πάρει και κάνα δοντάκι χρυσό. Α ναι, και τη BSA. Σε μια γύρα πήγε η BSA, ούτε δεύτερη δεν μπάζωσε. Σκάρταρε το εξάρι και το οχτάρι και μόλις πήρε τα φύλλα τα χτύπησε κάτω με λύσσα “φουλ του άσσου με δυο κούκλες, τα βλέπω κύριοι”.

Την παράτησε στην αυλή ξέπνοη μέρες, βδομάδες.

”Τι κοιτάς ρε πιτσιρίκο;”. Τον γούσταρε τον Γιάννη γιατί του ‘φερνε γούρι. Τη βραδιά που του ‘κατσε η κούπα τον είχε μελετήσει. Η γειτονιά ήταν μοιρασμένη σε τρία στρατόπεδα. Από δω οι γουρλήδες, περάστε παρακαλώ, από δω οι γκαντέμηδες, μακριά κι αλάργα. Τρίτο στρατόπεδο που αν μεγάλωνε κι άλλο θα πέρναγε το Άουσβιτς, όσοι χρωστούσε. ”Τη μοτόρα κοιτάς ρε; Γουστάρεις;”

Το “γουστάρεις” το λες μέχρι και για παγωτό. “Γουστάρεις ένα παγωτό Ελενάκι;” Αυτό που ένιωθε ο Γιάννης με τη BSA δεν ήταν “γουστάρω”, ήταν στα επίπεδα μιας “θα πηδήξω επιτέλους και θα φύγουν και τα σπυράκια” ονείρωξης. Αλλά πώς να το εξηγήσεις αυτό; Και πώς να το εξηγήσεις και στον πατέρα που είχε βάλει τον Στράτο να του ορκιστεί ότι ούτε θα του την πούλαγε τη “μοτόρα” ούτε θα του τη χάριζε ούτε τίποτα: “Άσ’ τονε, τρελό κεφάλι έχει, ας μην το χει και σπασμένο”.

 

“Θα στην έδινα ρε φίλε, αλλά ο κυρ Ανέστης… αφού ξέρεις”. “Ξέρω”, έλεγε μαλακά ο Γιάννης και κοίταγε μακριά απ’ τη “μοτόρα” λες και θα την πρόδιδε να το πει κατάφατσα. Μεγαλωμένος μες στη μπλόφα ο Στράτος, τον κοιτάει μ’ ένα σατανικό χαμόγελο: “Να στην πουλήσω δεν θέλω και δεν μπορώ, άσε που δεν έχεις όχι φράγκο, ούτε φόδρα. Να στη χαρίσω θέλω αλλά δεν μπορώ, το υποσχέθηκα. Αλλά ξέρεις μια κι εμένα δεν μου κάνουν κέφι τα μοτόρια και να την κλέψει κανείς… δεν θα χάσω ύπνο, κατάλαβες;”

Ο Γιάννης τον κοίταγε σα χαζός. Δεν μπορεί… ”Εγώ τώρα την κάνω και θ’ αργήσω να γυρίσω. Ξεκλείδωτη είναι, τα κλειδάκια στη σέλα από κάτω, ποιος να τα βρει κει πέρα; Ε, και στο φινάλε αν την κλέψουν, την κλέψανε! Άντε γεια!” Άνοιξε τις ακριδοποδάρες και χάθηκε πίσω απ’ τη γωνία. Ούτε δέκα βήματα δεν είχε κάνει κι άκουσε το μεταλλικό σκούξιμο της μανιβέλας. “Α γεια σου”, είπε γελώντας. Άνοιξε το βήμα και χάθηκε στα όνειρα μιας κούπας. Μακριά πίσω του οι δρόμοι ξεχείλιζαν απ’ το ξερό κροτάλισμα της “μοτόρας”.

Τρόμος. Στο σινεμά ήταν εύκολο, ακόμα το θυμάται. Ήταν ένας τύπος με λαδωμένο τσουλούφι, όρθιο γιακά κι άφιλτρο, έκλεισε το μάτι σ’ ένα πουά κοριτσάκι που τιτίβιζε ντυμένο στα καναρινί, ανέβηκε στη σέλα, άρπαξε το γκάζι κι εξαφανίστηκε στο ηλιοβασίλεμα. Κάτω στη γαλαρία του σινεμά βουναλάκια τα σποράκια απ’ την αγωνία. Η καναρινί έμεινε με τα χέρια σφιγμένα σα τριανταφυλλάκια κι ο γιακάς τράβηξε δυο γκαζιές ακόμα αφήνοντας έναν σκοτεινό απόηχο.

Εδώ δεν ήταν σινεμά, χωρίς το σκηνοθέτη ήταν πιο δύσκολα τα πράγματα. Είχε ξαναοδηγήσει μια φορά, το μικρό, του Βασίλη. Αυτή εδώ όμως ήταν άλλο κόλπο. Τον κοίταγε με τα κοντέρ της αριστερά-δεξιά σαν αγριοματάρες, έτρεμε, τιναζόταν, χτύπαγε με δύναμη στα σαμάρια, μούγκριζε σαν σκυλί. Έσφιξε γερά το τιμόνι, κάρφωσε τα μάτια του στην ευθεία, αριστερά και δεξιά του να περνάνε όλα όλο και πιο γρήγορα και όλο και-

Όρκο θα ‘παιρνε ότι τα μέταλλά της μύριζαν ιδρώτα.

Κοίταξε τη γριά. Πόσος καιρός ήταν που την είχε πλύνει; Οι μήνες άρχισαν να κυλάνε ξεφτισμένοι κι ασπρόμαυροι σε μια γωνιά του μυαλού του, μέχρι που ούτε ήξερε πόσο πίσω τον πήγαν. Πολύ καιρό. Έτριψε λίγο με τον αντίχειρα το μέταλλο μέχρι να γυαλίσει. Κάτω απ’ τη σκόνη ακόμα αρχόντισσα ήταν. Όσο έτριβε κι όσο τη χάιδευε με το μεγάλο σφουγγάρι με τις σαπουνάδες, τόσο λες και ένιωθε τη δύναμη στα χέρια του. Το κόκκινο αστέρι, τα ασημί φιλέτα στο ντεπόζιτο, το καπάκι της που πάντα του φαινόταν σαν μεγάλη καρδιά άστραψαν στο απομεσήμερο.

Η γρατσουνιά στο δεξί της καπάκι είχε γίνει από το τακουνάκι της δεκαεξάχρονης γάμπας της. “Πού πατάω;”. Είχε δαγκωθεί αλλά ούτε μίλησε ούτε το καπάκι του BSA άλλαξε. Και κάθε φορά που άγγιζε με τα δάχτυλά του τη χαρακιά, άκουγε τη φωνή της σαν από αυλακιά βινύλιου. Το γδάρσιμο στο αριστερό της πιρούνι ήταν από τότε που στην προσπάθεια του να την εντυπωσιάσει, κατέληξε το BSA στο μάστορα κι αυτός στην αγκαλιά ενός μουστακαλή μπακάλη που τον βοηθούσε να σηκωθεί.

Ο μπακάλης είχε κοιτάξει τη BSA κουνώντας το κεφάλι, μετά κοίταξε λοξά μ’ ένα πονηρό χαμόγελο προς το μέρος της και του σφύριξε συνωμοτικά “χαλάλι τα σίδερα”. Κι όταν τα γεροντάκια κάθονταν καμιά φορά στο λιγοστό φως στο καμαράκι, αυτή κοντά στο παράθυρο να πλέκει σιωπηλή σα μαθητούδι που κάνει την αντιγραφή, σήκωνε καμιά φορά τα μάτια της και τον κοίταγε, δυο καρβουνάκια ακόμα πυρωμένα στο μισοσκόταδο κι αυτός σκεφτόταν “χαλάλι τα σίδερα” και χαμογελούσε.

Το δέρμα στη σέλα είχε βουλιάξει στο σχήμα της, μ’ ένα βαθύ, βαρύ λακκουδάκι εκεί που ακούμπαγε τον καρπό της δυνατά και στηριζόταν πίσω του, με το κορμί γερμένο μπροστά και το πηγούνι ακουμπισμένο απαλά στον ώμο του. Άφησε το βλέμμα του να κυλήσει πάνω στο μέταλλο κι όλα ζωντάνευαν τις κινήσεις και τις ανάσες της, λες και είχε χαραχτεί μια ολάκερη ζωή στο μέταλλο, σαν γλυπτική ψυχής, σαν αποτύπωμα ερωτικό και σαν ανάσταση μνήμης.

Έβγαλε τα εργαλεία του προσεκτικά, έσφιξε τις “μπόσικες” της -που πιστές στο καθήκον τους είχαν πάρει μια βόλτα παραπέρα στο παξιμάδι κι ας ήταν σταματημένη η πριγκηπέσσα- κι έπιασε κόντρα με το χέρι κάτω απ’ σέλα σηκώνοντάς την ελαφρά, να δει αν έχει πάρει τζόγους. Το μικρό διπλωμένο χαρτάκι, προφυλαγμένο, ατόφιο, γαντζωμένο χρόνια στο σκοτάδι, έπεσε απαλά στον καρπό του. Το άνοιξε αργά, προσπαθώντας να μη λιώσει στα χέρια του. “Στις 8, σ’ αγαπώ”. Και τόσα άδεια χρόνια μετά το “σ’ αγαπώ” με το μεγάλο καλλιγραφικό 8 δίπλα του, σε μια μικρή αυλή, εκεί στις τέσσερις και δέκα το μεσημέρι, ο χρόνος σταμάτησε να μετράει.

Πού να την αφήσει ο πατέρας της να τη δει; Σιγά μην δώσει ο κυρ Μάρκος την πριγκηπέσα του στον γιο του Ανέστη του μουτζούρη. Στη ζούλα όλα. Μόνο η μάνα της που το τσακίρικο μάτι δεν άφηνε καρφίτσα να πέσει κάτω τα ήξερε όλα, αλλά έκανε το κορόιδο. Και πάλι όμως δεν ήταν εύκολη “η συνάντησις”. Ολόκληρη επιχείρηση στήνανε.

Έφευγε αυτή για ψώνια, κι όπως περνούσε του πάσαρε το ραβασάκι, πάντα βιαστικά γραμμένο με κομμένες ανάσες “στις 7.30 εδώ”. Αν τύχαινε και εκείνη την ώρα δούλευε εκείνος στο “μουτζούρικο”, του το άφηνε πάνω στη μηχανή. Σφηνωμένο στο τιμόνι, στη σέλα, στο τελείωμα του ντεπόζιτου. Με τη δικαιολογία μιας ανύπαρκτης φιλενάδας Στέλλας και με τις ανομολόγητα συνένοχες πλάτες της μαμάς, φτερούγιζε το σούρουπο κάτω στο δρομάκι και τον έβρισκε να την περιμένει παίζοντας πάντα με χαμόγελο το ραβασάκι στα χέρια του, καθώς άναβε τσιγάρο. Δεν του το είχε πει, αλλά στην κάφτρα του τσιγάρου στο κακοφωτισμένο στενό, της φαινόταν σαν ένας κουρασμένος άγγελος που ήρθε κι έλαμψε γι’ αυτήν.

Την αγκάλιαζε σφιχτά, παρά τις διαμαρτυρίες της για τα όρνια της γειτονιάς πίσω απ’ τα παραθυρόφυλλα, έβαζε μπρος τη BSA και φεύγανε. “Στις 8, σ’ αγαπώ”. Ναι, ήξερε πότε. Του είχε πει την άλλη μέρα με δάκρυα ότι έμεινε μόνη στο κρύο μισή ώρα (Πού ήσουν; Σε περίμενα, πού ήσουν; Γιατί-) είχε αρχίσει να διαμαρτύρεται λίγο πριν εμφανιστεί η κουτσομπόλα της γειτονιάς κι αυτή του σφυρίξει φεύγοντας “απόψε, ίδια ώρα”. Κι εκείνο το βράδυ όταν ανέβηκε στη BSA κι ένιωσε τα χέρια της να τον τυλίγουν σαν κρινάκια, ξέχασε τα πάντα, όπως γινόταν κάθε φορά.

“Και τόσα μοναχικά χρόνια μετά που έφυγες”, ψιθύρισε, “μετά από τόσες καλημέρες στη φωτογραφία σου, έρχεσαι απόψε στις 8 να μου πεις το σ’ αγαπώ που δεν άκουσα”. Σαν τσίμπημα ήταν στην πλάτη. Κι η ζέστη αφόρητη. Ένιωσε το αίμα να χτυπάει δυνατά στα μηνίγγια του, το χαρτάκι γλίστρησε απ’ το χέρι του. Το αστεράκι της BSA σκοτείνιασε.

”Κι εγώ”.
Έκλεισε αργά τα μάτια, κι ούτε το εκκωφαντικό χτύπημα του φορείου στις άχρωμες πόρτες τον ξύπνησε.

Από τότε που βγήκε απ’ το νοσοκομείο είχε να τη δει τη BSA. Tα είχε απαγορεύσει ο γιατρός όλα. Aπό τηγανητά μέχρι γκάζια. Έθαψε την Εγγλέζα εκεί μέσα και δεν ξανάγγιξε κλειδί. Θα ‘χαν περάσει ίσαμε διακόσια χρόνια. Τόσα τα ‘νιωθε. Ποιος διάολος τον είχε κάνει τώρα να μπει στο υπόστεγο; Σκοτεινές γωνίες της ψυχής και αναθήματα, φτερουγίσματα νεανικά και μυρωδιές βενζίνας, χάδια μεταλλικά και νυχτερινά ουρλιαχτά, τι ήθελε κει πέρα; Ας όψεται η περιέργεια του Νάσου, του πιτσιρικά του γείτονα. Και το σκουριασμένο λουκέτο. Το κράταγε ακόμα στο ένα χέρι, στο άλλο τον φακό. Τον έστρεψε πάνω της και τα μέταλλα γυάλισαν.

“Πώς δηλαδή το περνούσατε το όριο;” ρώτησε ο Νάσος. Ο γέρος χαμογέλασε και τον κοίταξε. 16 χρονών παλικαράκι, έπιανε τη ζωή και την έφερνε τούμπα, την έλυνε στον πάγκο και την έδενε όπως ταίριαζε στον νου του.

-Απλά το περνούσαμε. Ανοίγαμε το γκάζι, ανέβαιναν τα χιλιόμετρα και το περνούσαμε.
-Και τα ηλεκτρονικά; Τα τσιπάκια; Δεν σας κόβανε; Δεν δίνανε σήμα που είστε;
-Μόνο ταμπέλες είχε δεξιά στον δρόμο που σου λέγανε την ταχύτητα. Ταμπέλες βαμμένες με το νούμερο πάνω, πόσο επιτρέπεται να πηγαίνεις. 60. 80. Εσύ αν ήθελες όμως πήγαινες 100, 120, 140. Όσα ήθελες.
-Κι εσύ το έσπαγες;
-Καμιά φορά.
-Μ’ αυτήν;
Ο Γιάννης χάιδεψε τη σέλα.
-Ναι. Μ’ αυτήν.
-Και τι είναι όλο αυτό το μεταλλικό εδώ;
-Μοτέρ.
-Τι “μοτέρ”; Δηλαδή;
-Κινητήρας, από κει παίρνει δύναμη, πώς να στο πω;
-Και φορτίζει πώς;
-Δεν φορτίζει, δεν είναι ηλεκτρικό. Με βενζίνη δουλεύει.
-Βενζίνη; Δεν απαγορεύεται αυτό;
-Ναι. Είναι παλιό, στο είπα.
-Σαν τα βενύλια που έχεις πάνω;
-Βινύλια. Ναι, κάτι τέτοιο. Κάτι τέτοιο. Σαν τα βινύλια.
Ο πιτσιρικάς τον κοίταξε με μάτια που έλαμπαν.
-Να το κάνω μια βόλτα;
-Δεν έχω βενζίνη αγόρι μου, αλλά και να είχα, είναι επικίνδυνο.
-Γιατί;
-Γιατί μπορεί να πέσεις.
-Πώς να πέσω δηλαδή; Στον δρόμο;
-Ναι, στον δρόμο. Και να χτυπήσεις.
-Καλά, κι εσείς πως τα οδηγούσατε; Δεν πέφτατε;
-Εμείς είχαμε μάθει.
-Και δεν πέφτατε ποτέ;
-Πέφταμε, πώς δεν πέφταμε.
-Και δεν χτυπούσατε;
-Ναι, αρκετές φορές. Καμιά φορά άσχημα. Καμιά φορά δεν ξανασηκωνόσουν. Ή σηκωνόσουν μισός. Ειδικά αν έτρεχες πολύ, αν έσπαγες το όριο που έλεγες πριν.
-Τότε γιατί το κάνατε;
Ο Γιάννης πέρασε αργά το χέρι του πάνω στο ντεπόζιτο.
-Γιατί μπορούσαμε.
Ο Νάσος έμεινε λίγη ώρα να τον κοιτάει.
-Μπορούμε να το βάλουμε μπροστά;
Η φωνή του γέρου του έγδαρε τον λαιμό όπως έβγαινε.
-‘Όχι. Όχι, δεν νομίζω να πάρει, όχι. Είναι παλιά, στο είπα.
-Πού έμπαινε η βενζίνη που λες;
-Εδώ μέσα.
-Και δεν μπορούμε να βρούμε;
-Δεν έχει μπαταρία. Άσ’ το, δεν θα πάρει. Είναι πολύ παλιό τώρα για να δουλέψει, όλα εδώ μέσα είναι παλιά, σκουριά είναι μόνο, άσ’ τα.
Έπιασε το στήθος του, ένιωθε ένα ξαφνικό πλάκωμα, δυνατό, σαν να έκλεινε όλη η αποθηκούλα γύρω του, όλα έρχονταν κοντά του, πάνω του, να τον πνίξουν, οι τοίχοι, τα εργαλεία, ο πάγκος, όλα πάνω του σαν τη μέγγενη, η ανάσα του κόπηκε.
-Αυτή είναι η μπαταρία; Αυτό είναι εύκολο, δίνουμε ρεύμα από δω. Τις ξέρω αυτές τις μπαταρίες, είναι παλιές.
-Δεν θα δουλέψει.
Σαν σφύριγμα βγήκε η φωνή του. Τέτοια ώρα έπρεπε να είναι καθισμένος μέσα, στην τριμμένη πολυθρόνα, στην παλιά τηλεόραση με το κανάλι 3 να δείχνει χιονάκι και το σπασμένο κουμπί του καναλιού 7 στο κοντρόλ. Mε τον αντιπαθητικό τύπο των ειδήσεων των 9, τις δήθεν χαριτωμένες ηλίθιες των διαφημίσεων και τη χιλιοειδωμένη ταινία μετά τα μεσάνυχτα. Στις παντόφλες που έχασκαν, στο λερωμένο φλιτζανάκι με τον ελληνικό. Όχι μέσα στο σκοτάδι με όλες αυτές τις θύμησες.
-Από πού παίρνει μπροστά;
Ξαφνιάστηκε ακούγοντας τη φωνή του σαν κάποιου τρίτου. Τη φωνή του όπως ήταν τότε, που βούτηξε μέρα μεσημέρι την Εγγλέζα και-
-Άσ’ το σε μένα.
Έψαξε καλά πίσω από τα κουρέλια. Εκεί ήταν ακόμα στο στεγανό δοχείο.
-Τι είναι; Βενζίνη; Έχεις ακόμα βενζίνη;!
 

Χωρίς να μιλήσει, μετάγγισε κρατώντας την ανάσα του περίπου ένα λίτρο στο ντεπόζιτο, κλείνοντάς το αμέσως σφιχτά. Χωρίς να κυλήσει ούτε σταγόνα. Αφήνοντας την ανάσα του να βγει δυνατά πάτησε τη μανιβέλα. Πρώτα ένας ενοχλητικός ήχος σαν τρίξιμο άρχισε να σκαρφαλώνει τους τοίχους και να τους τρυπάει τ’ αυτιά, δυνάμωσε σε ένα γρούξιμο άγριο, σαν σκυλί που το ξυπνάνε, κύλησε εφτά οκτάβες κάτω σαν να έβγαινε από πηγάδι, θυμωμένος και παλιός σαν τα βινύλια που άρχισαν να παίζουν στο μυαλό του, μέχρι που καταλάγιασε σ’ ένα δυνατό δωδεκάμετρο στακάτο μπάσο.

Χούφτωσε το γκάζι με λαχτάρα, σαν τον πιτσιρίκο που θα τον σταματούσανε απ’ το να βουτήξει τα χέρια στο γλυκό, κι η Εγγλέζα ρούφηξε λαίμαργα τη βενζίνα. Ο Νάσος έγειρε πίσω το κεφάλι και φώναξε κάτι που δεν ακούστηκε, κι άρχισαν κι οι δυο να γελάνε δυνατά χωρίς κανέναν μα κανέναν λόγο. Και τότε το ‘ξερε ότι σε πείσμα του παρουσιαστή των 9, σε πείσμα της τριμμένης πολυθρόνας, σε πείσμα του πόνου στα κόκαλά του και σε πείσμα της κάθε συνταγής γιατρού τρεις-φορές-τη-μέρα, ήθελε να κάνει ακόμα μια βόλτα. Να παίξει για άλλη μια φορά μουσική στην εθνική. Κοίταξε τον πιτσιρικά. “Κράτα γερά και μη φοβάσαι. Πάμε.”

Χάιδεψε γλυκά την Εγγλέζα κι άνοιξε γκάζι αργά, απολαυστικά, μέχρι τέρμα, μέχρι να τρέμει ολόκληρη. Τελικά μερικά πράγματα δεν τα ξεχνάς ποτέ. Όπως τα τραγουδάκια του δημοτικού.
Hey hey ma’, said the way you move, gonna make you sweat, gonna make you groove”…
Έτσι.
Σαν παλιό βινύλιο.
Λύκος
 

2023 Can-Am Spyder Grossglockner Challenge - Από την Αθήνα στο ψηλότερο βουνό της Αυστρίας και ξανά πίσω

4.400 χιλιόμετρα σε 6 ημέρες, για την ετήσια συνάντηση ιδιοκτητών Spyder & Ryker, και bonus επίσκεψη στο εργοστάσιο της ROTAX
2023 Spyder GrossGlockner Challenge
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

4/7/2023

Πιστοί στο motto “πρώτα οδηγούμε και μετά γράφουμε”, πήραμε τους δρόμους καβάλα στο θηριώδες Gran Turismo τρίκυκλο Can-Am Spyder RT Limited Edition, διανύοντας 4.424 χιλιόμετρα σε έξι ημέρες ταξιδιού. Από την Αθήνα στο ψηλότερο βουνό της Αυστρίας, μέσω Σκοπίων, Σερβίας και Ουγγαρίας, για συμμετοχή στη συνάντηση “2023 Spyder Grossglockner Challenge”, που φέρνει κοντά τους Ευρωπαίους αναβάτες Spyder & Ryker σε ετήσια βάση, δίνοντας τους και την κατάλληλη αφορμή για απολαυστικό ταξίδι από τη χώρα τους στο αυστριακό βουνό και ξανά πίσω.

Η Can-Am έφτιαξε τo Spyder ως ένα όχημα για την απόλυτη ταξιδιωτική εμπειρία προσθέτοντας άνεση δίχως να αφαιρείς την ευχαρίστηση από το παιχνίδι των στροφών και δεν υπήρχε καλύτερη ευκαιρία να δοκιμαστεί εις βάθος ο σκοπός της ύπαρξής του από το παραπάνω ταξίδι! Η μοναδική εμπειρία οδήγησης του Spyder RT 2023 Limited Edition, ενός ξεχωριστού οχήματος με πρωτότυπο σχεδιασμό και χρήση που ακροβατεί ανάμεσα στους κόσμους αυτοκινήτου και μοτοσυκλέτας, ξεδιπλώνεται στους ελληνικούς και βαλκανικούς αυτοκινητόδρομους και στον μοτοσυκλετιστικό παράδεισο των Άλπεων.

Έτσι κι αλλιώς στο MOTO κάθε δοκιμή μοτοσυκλέτας γίνεται γράφοντας τα περισσότερα χιλιόμετρα από κάθε άλλον, ωστόσο όταν έχουμε στη διάθεση μας ένα εξωπραγματικό μηχάνημα τουρισμού όπως το Spyder, θα πρέπει και η δοκιμή του να ξεπεράσει τον μέσο όρο. Κάπως έτσι, ξεκινήσαμε στις έξι το πρωί, την τελευταία ημέρα του Μαΐου, καβάλα σε ένα ολοκαίνουργιο Spyder RT με μηδέν χιλιόμετρα στο κοντέρ, φορτωμένοι εφόδια, άγχος να προλάβουμε την εγγραφή μας στην Αυστρία για το 2023 Spyder Grossglockner Challenge” και εκείνο το γλυκό συναίσθημα προσμονής για μια εμπειρία που θα μας έμενε αξέχαστη.

Το όχημα: Can-Am Spyder RT Limited Edition 2023

Can-Am Spyder

Ένα τρίκυκλο που καθιστά δύσκολη έως αδύνατη την κατηγοριοποίηση του. Αποπνέει μοναδικότητα και πολυτέλεια, ενώ τραβά τα βλέμματα πιο πολύ και από Ferrari! Ο αναβάτης κάθεται πάνω στη σέλα, με τον συνεπιβάτη πίσω του, όπως σε μια μοτοσυκλέτα, το τιμόνι είναι μοτοσυκλέτας, ενώ μοτοσυκλέτα θυμίζουν η ζελατίνα και το “τριβάλιτσο” πίσω. Η υπόθεση περιπλέκεται από τους τρεις τροχούς με ελαστικά αυτοκινήτου, δυο μπροστά και έναν πίσω, που βγάζουν από την εξίσωση την ανάγκη για ισορροπία από τον αναβάτη και προσελκύουν πελατολόγιο που μπορεί να μην έχει καμία δίτροχη εμπειρία στο ενεργητικό του. Η εν λόγω αρχιτεκτονική είναι εξαιρετικά ιδιαίτερη, τα trike με δύο τροχούς πίσω είναι πιο συνηθισμένα και στην προκειμένη περίπτωση οι δύο εμπρός τροχοί συνδυάζουν πλεονεκτήματα έναντι των άλλων trike στον τομέα της οδηγικής απόλαυσης στις στροφές ενώ φυσικά υπάρχουν και μειονεκτήματα. Ωστόσο η επαφή με τα στοιχεία της φύσης (αέρας, βροχή, ήλιος) δεν είναι ένα από αυτά, αντιθέτως είναι ζητούμενο καθότι είμαστε μοτοσυκλετιστές, ακόμη και στις χειρότερες των συνθηκών.

Can-Am Spyder

Εν κινήσει η τεράστια σε μήκος και πλάτος ζελατίνα που θυμίζει τοίχο μπορεί να προστατεύει όπως καμία ζελατίνα μοτοσυκλέτας τους επιβαίνοντες, ενώ προστασία παρέχουν στα χέρια από τη βροχή και οι σωστά μελετημένοι καθρέπτες, αλλά και κάποιοι εκτροπείς αέρα / βροχής στα πόδια. Αυτά όταν κινείσαι, ή όταν η βροχή δεν είναι καταρρακτώδης. Επίσης, το καλοκαίρι δεν μπορείς να αποφύγεις τον καυτό ήλιο, με την κατάσταση να χειροτερεύει από τη ζέστη που εκλύει ο τρικύλινδρος κινητήρας των 1.330 κ.εκ. των 115 ίππων, και να γίνεται ανυπόφορη αν έχετε κολλήσει σε μποτιλιάρισμα. Από την άλλη, το οπτικό πεδίο των επιβαινόντων είναι εξαιρετικό, χωρίς τις κολώνες του αυτοκινήτου, ενώ η Can-Am έχει κάνει τα πάντα για να διευκολύνει τη ζωή των επιβαινόντων, προσθέτοντας ευκολίες, gadget και χαρακτηριστικά πολυτελούς διαβίωσης για διηπειρωτικά ταξίδια ή και τον γύρο του κόσμου.

Can-Am Spyder

Ειδικά στην έκδοση Limited, την οποία υπερβαίνει μόνο η κορυφαία Sea To Sky με ένα-δυο ακόμα έξτρα αξεσουάρ, γίνεται πραγματικό πανηγύρι σε θέμα εξοπλισμού. Υδραυλικό τιμόνι, αερανάρτηση πίσω, ABS, Traction Control & ASC της Bosch, Cruise Control που λειτουργεί μέχρι την τελική ταχύτητα (180+ χλμ/ώρα), Hill-Hold Control, ημιαυτόματο εξατάχυτο κιβώτιο με όπισθεν, paddles και έλλειψη μανέτας συμπλέκτη, αυτόματο κατέβασμα ταχυτήτων, πεντάλ φρένου που ενεργοποιεί και τα τρία δισκόφρενα της Brembo, Immobilizer, LED φώτα που κάνουν τη νύχτα-μέρα, τεράστια floorboards - μαρσπιέ, θερμαινόμενα γκριπ και θερμαινόμενες σέλες που δεν έχουν αντίπαλο σε άνεση, πλάτη και μπράτσα συνεπιβάτη, ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, χειρόφρενο, πέντε (!) αποθηκευτικούς χώρους που περιλαμβάνουν δυο μεγάλες πλαϊνές βαλίτσες και ακόμα μεγαλύτερο top-case, τεράστιο πορτ-μπαγκάζ μπροστά με τσάντα που αφαιρείται για εύκολη μεταφορά, αλλά και ντουλαπάκι κάτω από τα όργανα, με δυο εξόδους ρεύματος.

Can-Am Spyder

Μιλάμε για συνολική χωρητικότητα… 177 λίτρων (!) -για να έχετε μια επιπλέον αίσθηση, το μεγαθήριο δίκυκλου τουρισμού BMW K 1600 GTL έχει 117 λίτρα αποθηκευτικών χώρων. Κι αν δεν σας φτάνουν τα 177 λίτρα, υπάρχει και δυνατότητα τοποθέτησης κοτσαδόρου για έλξη trailer βάρους έως 182 κιλών!

Can-Am Spyder

Στα όργανα βρίσκουμε δυο οθόνες παράλληλα τοποθετημένες, με αναλυτικό trip computer, πληθώρα ενδείξεων, και συνδεσιμότητα που περιλαμβάνει τηλεφωνία, πλοήγηση (που μπορεί να γίνει και μέσω της οθόνης οργάνων υπό προϋποθέσεις), και μουσική. Είπαμε μουσική;

Can-Am Spyder

Το Limited Edition έρχεται με στάνταρ το ηχοσύστημα έξι ηχείων της BRP, με αδιανόητα δυνατό ήχο (κάνετε άνετα πάρτι μαζί του) που ακούγεται ακόμα και στα 150 χλμ/ώρα, με ράδιο, μουσική από το κινητό σας, αλλά και φωνητικές οδηγίες GPS! Κι αν δεν θέλετε να τραβάτε τόσο πολύ τα βλέμματα, ο ήχος μπορεί να ανακατευθυνθεί στο ασύρματο bluetooth σετ του κράνους σας.

Η προετοιμασία

Διαδρομή

Επιλέγουμε διαδρομή: Ελλάδα-Σκόπια-Σερβία-Ουγγαρία-Αυστρία με μία διανυκτέρευση στο Βελιγράδι, πριν μας υποδεχτεί το αυστριακό χωριό Altmunster για τη διαμονή μας κατά τη διάρκεια του Grossglockner Challenge. Φορτώνουμε στις βαλίτσες ρούχα, τρία σετ μποτάκια για τη βροχή (που αναμένεται δυνατή και συχνή σύμφωνα με την πρόβλεψη καιρού), και το κλασικό σετ των “δεν περνάει σταγόνα” αδιάβροχων της αμιγώς ελληνικής Anorak. Για την πλοήγηση, έχουμε προμηθευτεί βάση τιμονιού της Interphone από τη Moto Fashion, με αδιάβροχο κάλυμμα για Smartphone, ενώ μεγάλη βοήθεια ήταν το τηλεφωνικό πρόγραμμα του παρόχου μου, με απεριόριστα δεδομένα και ίδιες χρεώσεις τηλεφωνημάτων και SMS με την Ελλάδα -προσοχή στη χρήση δεδομένων, καλό θα είναι να την απενεργοποιήσετε σε χώρες εκτός Ε.Ε. για να μην επιβαρυνθείτε με πολλά παραπάνω ευρώ! Καθότι θα κινηθούμε σε αυτοκινητόδρομους και σε βασικούς δρόμος επιλέξαμε για την πλοήγηση το Google Maps -που δίνει δωρεάν παγκόσμιους χάρτες- με το smatrphone τοποθετημένο στο τιμόνι, μιας και το app της BRP μπορεί μεν να έχει τη δυνατότητα να προβάλλει χάρτη πλοήγησης στη μια από τις δυο οθόνες οργάνων, αλλά συνεργάζεται με διαφορετικές εφαρμογές (Rever, Sygic, κ.α.) που απαιτούν πληρωμή (τουλάχιστον 60 ευρώ) για το πακέτο χαρτών της Ευρώπης. Το Spyder έχει το δικό του σετ εργαλείων, ενώ παραλαμβάνουμε το όχημα μια ημέρα πριν το ταξίδι με… μηδέν χιλιόμετρα στο κοντέρ! Το στρώσιμο θα γίνει στο “ανέβασμα” προς την Αυστρία με σταδιακό άνοιγμα του γκαζιού, ενώ καθώς το manual αναφέρει πρώτο service στα 5.000 χλμ., μας γλιτώνει και από το άγχος της συντήρησης. Ο καιρός, εκτός από βροχερός αναμένεται και ζεστός, 25-30 βαθμούς ακόμα και στην Αυστρία (!), οπότε επιλέγουμε διάτρητα ρούχα (μπουφάν, παντελόνι και γάντια) για καλοκαίρι της Nordcode, με τα απαραίτητα προστατευτικά, και κράνος της HJC με διάφανη ζελατίνα για την βροχή, υπολογίζοντας λιγότερο από αυτό που θα έπρεπε τον δυνατό ήλιο που άρχισε να μας ψήνει το πρόσωπο στο ταξίδι. Σωστότερο σημείο φύλαξης για πιο γρήγορη ανάσυρση των αδιάβροχων το πορτ-μπαγκάζ, καθώς μόλις ξεκινά η βροχή, εμείς σταματάμε στην άκρη του δρόμου και γυρίζοντας το κλειδί στον κεντρικό διακόπτη ανοίγουμε τον μπροστινό αποθηκευτικό χώρο.

Και η βρόχα έπιπτε ράι-θρου
Κάθε ταξίδι με βροχή, σώζεται με Anorak

Σημειώστε πως όλοι οι αποθηκευτικοί χώροι αποδείχτηκαν πλήρως αδιάβροχοι και σε καταρρακτώδη βροχή, ενώ εισχώρησαν ελάχιστες μόνο σταγόνες σε άγαρμπο πλύσιμο με πιεστικό σε βενζινάδικο. Τελειώνουμε με μια GoPro και μια κάμερα 360, οι οποίες με τους βραχίονες τους τοποθετούνται στο τιμόνι και στη χειρολαβή του συνεπιβάτη. Με την πιστωτική κάρτα του περιοδικού ανά χείρας μπορώ να αγνοήσω τα προβλήματα της αλλαγής νομίσματος (Φιορίνια στην Ουγγαρία και Δηνάρια στη Σερβία), και με το ρεζερβουάρ γεμάτο, είμαστε έτοιμοι για αναχώρηση.

1η ημέρα - 13 ώρες στον δρόμο, με προορισμό το Βελιγράδι

2023 Spyder GrossGlockner Challenge
Στάση στη ΛΕΑ για γρήγορο έλεγχο της αερανάρτησης ώστε να διαπιστωθεί άμεσα αν πρόκειται για κάτι σοβαρό

Το ταξίδι ξεκινά στις 6 το πρωί, με τη ζελατίνα στην ψηλότερη θέση, η οποία καλύπτει εντελώς αναβάτη ύψους 1.70, προφυλάσσοντας απόλυτα κεφάλι και κορμό. Δεν προλαβαίνω να διανύσω τα πρώτα 60 χιλιόμετρα, και στην οθόνη των οργάνων εμφανίζεται διαγνωστικό μήνυμα για πρόβλημα στην αερανάρτηση! Μετά από σύντομο τηλεφώνημα στον Θάνο, η απόφαση είναι να το αγνοήσουμε. Η πίσω ανάρτηση είναι όντως μαλακή, και αποφεύγω τις λακκούβες, ενώ αργότερα θα μάθω πως ήθελε απλώς… αέρα -γεμίζει με κοινή αντλία βενζινάδικου, με το στόμιο να βρίσκεται κάτω από τη σέλα. Στην αρχή του ταξιδιού έχω τοποθετήσει μεν τη βάση του GPS, δίχως όμως να βάλω το κινητό ακόμα μέσα, καθώς η διαδρομή είναι γνωστή. Ουσιαστικά ολόκληρη η διαδρομή που έχουμε επιλέξει για την Αυστρία είναι σε μεγάλο μέρος ο ίδιος αυτοκινητόδρομος Ε75.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge
Μόνο στην Ελλάδα σταματάς κάθε 40 χιλιόμετρα για διόδια

Στο ταξίδι μέχρι τη Θεσσαλονίκη, τον πρώτο λόγο έχουν τα διόδια, που με αναγκάζουν να σταματώ κάθε λίγο και λιγάκι. Σε ένα από αυτά, η υπάλληλος με ρωτά αν γνωρίζω σε ποια κατηγορία οχήματος ανήκει το Spyder, ώστε να μου χρεώσει το σωστό αντίτιμο, και καθώς απαντώ αρνητικά, επικοινωνεί με τον προιστάμενο της τηλεφωνικά, για να μάθουμε πως το όχημα της Can-Am χρεώνεται ως μοτοσυκλέτα και όχι ως αυτοκίνητο, πληρώνοντας λιγότερο - ένα ακόμη προτέρημα του!

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Στις στάσεις για βενζίνη ανακαλύπτω πως ιδανικά θέλεις να παρκάρεις με την αντλία στα αριστερά σου, για να φτάνει εύκολα η μάνικα στην τάπα, ενώ σε κάθε στάση δέχομαι βροχή από ερωτήσεις από τους υπαλλήλους των πρατηρίων αλλά και τους υπόλοιπους ταξιδιώτες. Οι πιο συνηθισμένες είναι οι ακόλουθες: Τι είναι αυτό; Πόσο κάνει; Ποια εταιρεία το φτιάχνει; Υπάρχει αντιπροσωπεία στην Ελλάδα;

​    ​

Το ταξίδι με το Spyder είναι απολαυστικό. Αρχικά, σε κάθε εκκίνηση ακολουθείς υποχρεωτικά την ίδια διαδικασία, καθώς γυρίζεις το κλειδί στον διακόπτη και κατόπιν πιέζεις διαδοχικά δυο κουμπιά, το “Mode” και την απενεργοποίηση του χειρόφρενου, κρατάς πατημένο το ποδόφρενο και πιέζεις τη μίζα. Ο κινητήρας παίρνει μπροστά άμεσα, με νεκρά στο κιβώτιο, βάζεις πρώτη από τα paddles και ξεκινάς.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Στον δρόμο, η άνεση (σέλα, υδραυλικό τιμόνι, ζελατίνα και cruise control) είναι απλά κορυφαία, ενώ ακόμα και μετά από 13-14 ώρες ταξιδιού με μόνες στάσεις για βενζίνη, τουαλέτα και κάποιο γρήγορο σνακ, τα μαλακά μου μόρια δεν ένιωθαν την παραμικρή ενόχληση! Το μόνο που θα ήθελα παραπάνω είναι η στήριξη της μέσης του αναβάτη, με την Can-Am να διαθέτει υπερυψωμένο μαξιλαράκι στον έξτρα εξοπλισμό της, το οποίο θα ήταν το πρώτο αξεσουάρ που θα αγόραζα. Στην ψηλή θέση η ζελατίνα του Spyder σταματά αποτελεσματικά τον αέρα αλλά και τα έντομα, επιτρέποντας στον αναβάτη να οδηγεί ακόμα και με τη ζελατίνα του κράνους ανεβασμένη χωρίς κίνδυνο. Μετά από μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα καθαρίζω την εκατόμβη των εντόμων, με τη βοήθεια του καθαριστή τζαμιών που βρίσκει κανείς βουτηγμένο σε ένα κουβά νερό στο βενζινάδικο, και είμαστε έτοιμοι για νέες… σφαγές.

Πληροφοριακά, ο E75 στην Ελλάδα είναι πολύ καλός στο μεγαλύτερο μέρος του, ιδιαίτερα όσον αφορά στο πλάτος με τις αρκετές λωρίδες.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Λίγο πριν τη Θεσσαλονίκη αποφασίζω να ελέγξω τη βάση του GPS, εν κινήσει, πριν βάλω το τηλέφωνο μέσα, και εκεί που την… ψαχουλεύω, εκείνη πετάγεται απότομα στον αέρα! Από τύχη την αρπάζω και σταματώ εσπευσμένα στην άκρη. Τι έχει γίνει; Δεν είχαμε προσέξει πως είχε ξεβιδωθεί ο μηχανισμός, και παραλίγο να γίνει η καταστροφή. Ευτυχώς δεν έχει “αποδράσει” ούτε το ελατήριο της βάσης, και με το σωστό άλεν βιδώνουμε γερά τη βάση και τέλος στην ανησυχία.

Βάζω το κινητό μου στη θήκη, και αρχικά δεν συνέδεσα το καλώδιο της φόρτισης. Κάποια στιγμή ανησύχησα με τον ρυθμό που έτρωγε τη μπαταρία το Google Maps (η μπαταρία του τηλεφώνου φαίνεται στη οθόνη οργάνων αν το έχεις συνδεδεμένο με Bluetooth ή καλώδιο) και έβαλα το καλώδιο. Ευτυχώς, γιατί μπορεί το Spyder να φόρτιζε το Smartphone, όμως το Google Maps το αποφόρτιζε με ταχύτερο ρυθμό, είναι ένα πρόβλημα αυτό που θα πρέπει να το προσέξει κανείς σε μεγάλες διαδρομές με πολύωρη οδήγηση.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Στην άνω φωτογραφία, η μοναδική αλληλεπίδραση μου στο ταξίδι με όργανο της τάξης ήταν στα Σκόπια σε μία παράκαμψη της εθνικής οδού, όπου  ο Σκοπιανός αστυνομικός έσπευσε να δείξει την σωστή πορεία και να βοηθήσει!

Να διευκρινίσουμε πως η διαδρομή που ακολουθήσαμε (μέσω αυτοκινητοδρόμου) δεν είναι η καλύτερη για να γνωρίσει κανείς μια χώρα και να απολαύσει αξιοθέατα. Αν όμως βιάζεσαι να φτάσεις κάπου και έχεις περιορισμένο χρόνο, ενώ παράλληλα θέλεις να διανύσεις πολλά χιλιόμετρα γρήγορα για να κάνεις δοκιμή ενός οχήματος που έχει στόχο να ταξιδεύει σε αυτοκινητόδρομους, τότε δεν υπάρχει λάθος. Ακόμα κι έτσι, το Αθήνα-Βελιγράδι μέσω Ε75 έχει πολλά ευχάριστα οπτικά ερεθίσματα στον ταξιδιώτη, καθώς διασχίζεις καταπράσινα μέρη, λόφους με πυκνή δασική βλάστηση, ποτάμια και όμορφα χωριά (ιδίως σε Σκόπια και Σερβία) με παραδοσιακά ξύλινα σπιτάκια με τριγωνικές σκεπές που σε προδιαθέτουν για χιόνι τον χειμώνα.

Φτάνουμε τώρα στους συνοριακούς ελέγχους, που πάντα είναι πιο εύκολο να τους περάσεις με δίκυκλο, αλλά ακόμη κι έτσι η διαδικασία κύλισε πολύ ομαλά και γρήγορα.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Για όσους ταξιδεύουν εκτός Ελλάδας αποκλειστικά με αεροπλάνο ο έλεγχος στα σύνορα μπορεί να είναι μία άγνωστη διαδικασία, όμως σπάνια θα πάει κάτι στραβά στα σύνορα των γειτονικών μας χωρών αν έχεις όλα τα έγγραφα. Οι συνοριακοί σταθμοί είναι κάπως σαν τους Χιώτες, έρχονται δηλαδή πάντα εις διπλούν. Ένας για τη χώρα που αποχαιρετάς, κατόπιν διασχίζεις μια νεκρή ζώνη κάποιων εκατοντάδων μέτρων, για να φτάσεις στον δεύτερο, της χώρας που εισέρχεσαι.

Ο κανόνας είναι πως στην πρώτη περίπτωση ο έλεγχος είναι από τυπικός μέχρι κυριολεκτικά ανύπαρκτος, τα φυλάκια είναι κλειστά και σε υποδέχονται μαζί στην είσοδο της νέας χώρας, όπου και εκεί ο έλεγχος είναι γρήγορος.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Επιπλέον, στη νέα χώρα συνήθως έχεις δύο ή και τρία φυλάκια σε απόσταση 20-30 μέτρων, στα οποία σταματάς διαδοχικά και δείχνεις τα έγγραφα που σου ζητούν -συνήθως τα ίδια-, ξανά και ξανά, δηλαδή διαβατήριο, άδεια οδήγησης, πράσινη κάρτα (διεθνής ασφάλεια μοτοσυκλέτας) και μία υπογεγραμμένη επιστολή την ελληνική αντιπροσωπεία της BRP, Πέτρος Πετρόπουλος που ανέφερε πως μου επιτρέπει να βγάλω από την χώρα το Spyder που μου είχε παραχωρήσει για δοκιμή. Μόνο μια φορά σε όλο το ταξίδι με έβαλε υπάλληλος να βγάλω το κράνος για να δει το πρόσωπο μου. Στα πρώτα φυλάκια βρίσκονται αστυνομικοί που μετά τον έλεγχο των χαρτιών, σου κάνουν δυο-τρεις τυπικές ερωτήσεις όπως “πού πηγαίνετε” και “ποιος είναι ο τελικός προορισμός σας”, στο τελευταίο φυλάκιο υπάλληλοι του τελωνείου.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge
Μπαίνοντας στην Σερβία​​​​

Εκεί μπορεί να σου κάνουν και έλεγχο αποσκευών, όμως όπως και με την αφαίρεση κράνους, έτσι κι εδώ μόνο μία φορά στο ταξίδι μου με το Spyder ένας τελωνειακός μου ζήτησε να ανοίξω το Top-Box, κι όπως το άνοιγα… άλλαξε γνώμη και μου έγνεψε να φύγω, δίχως να ρίξει καν μια ματιά στο εσωτερικό του. Μετά το τέλος του ελέγχου υπάρχει χώρος για ανασυγκρότηση, και για να τακτοποιήσετε τα πράγματα σας, αν σας τα έχουν ανακατέψει. Όσον αφορά στο πόσο περίμενα στον έλεγχο, η μέγιστη αναμονή μου ήταν 45 λεπτά. Στα σύνορα των Σκοπίων υπάρχει μια τεράστια σημαία της χώρας, ενώ αμέσως μετά η περιοχή βρίθει από… καζίνο, που απευθύνονται εν πολλοίς και στους κατοίκους της Βόρειας Ελλάδας που τα τιμούν δεόντως. Η γειτονική χώρα έχει συνέχεια αστυνομικούς στην εθνική τους οδό που ελέγχουν την ταχύτητα, ακόμη και όταν βρέχει καταρρακτωδώς και προφανώς καλά κάνουν, απλά σου δημιουργείται ένα άγχος να μην παρεκκλίνεις του ορίου κατά λάθος.

Καθώς ο ήλιος ανέβαινε στον ουρανό, αντιμετώπισα ένα ακόμη πρόβλημα με την διάφανη πλαστική οθόνη της αδιάβροχης θήκης του κινητού που αντανακλούσε το φως του ήλιου το οποίο λύθηκε με τις επιλογές του Google Maps και τον συνδυασμό χρωμάτων “Νύχτα”, με μαύρο φόντο. Στα συν της θήκης, το ότι μπορούσα να χειρίζομαι το κινητό φορώντας γάντια, χωρίς η διάφανη ζελατίνα να με εμποδίζει στο ελάχιστο.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge
Είναι εύκολο να ξεχαστείς με το Spyder και να πας πιο γρήγορα από εκείνο που νομίζεις

Στα Σκόπια αλλά και στη Σερβία είχε δυο-τρία μπλόκα με φορητό ραντάρ ταχύτητας, ευτυχώς όμως η ευλαβική κίνηση στα νόμιμα όρια μας γλίτωσε από τα χειρότερα. Σημειώστε πως στα 4.400 χιλιόμετρα του ταξιδιού δεν με σταμάτησε κανείς αστυνομικός, έστω και για τυχαίο, τυπικό έλεγχο.

Όσον αφορά στον ανεφοδιασμό του Spyder με καύσιμο, αρχικά ξεκινούσα να ψάχνω για βενζινάδικο όταν η ένδειξη στα όργανα έδειχνε πως είχα ακόμα 100 χιλιόμετρα -από τα 340 περίπου που δείχνει πως απομένουν μετά τον ανεφοδιασμό -αν γεμίσεις καλά το ρεζερβουάρ. Η τελευταία λεπτομέρεια είναι σημαντική, καθώς στο τέλος της πλήρωσης θέλει λίγη υπομονή, να ελαττώσεις τη ροή στην αντλία ώστε σιγά-σιγά να γεμίσεις το ρεζερβουάρ μέχρι πάνω. Στην Ελλάδα τώρα μπορεί να σου βάζει βενζίνη υπάλληλος, όμως στο εξωτερικό κάνεις εσύ ο ίδιος τον ανεφοδιασμό -και έτσι μπορείς να γεμίσεις και καλύτερα το Spyder. Σε κάποια βενζινάδικα τώρα οι υπάλληλοι δεν μιλούσαν λέξη αγγλικών, αλλά αρκούσε στο ταμείο να τους δείξεις με τα δάχτυλα τον αριθμό της αντλίας από την οποία έβαλες βενζίνη, για να κάνεις τη δουλειά σου.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Αν τώρα ο E75 ήταν… American Higway στην Ελλάδα, σε κάποια σημεία στα Σκόπια μετατράπηκε σε “κατσικόδρομο” με 2 λωρίδες, μία για κάθε κατεύθυνση, ενώ όταν ξεκίνησε να βρέχει δυνατά η αποστράγγιση των υδάτων ήταν απλά ανύπαρκτη, με συνέπεια να κόψω ταχύτητα στα 60 χλμ/ώρα για να μην “πλανάρει” το Spyder από την υδρολίσθηση. Σημειώστε πως σε δυνατή βροχή δεν μπορούσα να οδηγήσω με τη ζελατίνα ψηλά, καθώς το νερό ανεβαίνει προς τα πάνω, θολώνοντας τη. Η λύση είναι να την βάλεις στη χαμηλή θέση και να κοιτάς από πάνω της.

Κι ο καιρός συνέχισε να είναι ασταθής όλη τη μέρα, καθιστώντας συχνές τις στάσεις για το βάλε-βγάλε των αδιάβροχων. Εξαιρετική αποδείχθηκε η αδιάβροχη προστασία του κινητού από τη θήκη της Interphone, ενώ προστατεύει και το σημείο που μπαίνει το καλώδιο της φόρτισης.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Ένσταση στο ντουλαπάκι (glove-box) του Can-Am, καθώς δεν έχει “αυλάκι” για το καλώδιο του φορτιστή, κι έτσι όταν έκλεισα εντελώς το καπάκι στη βροχή, πληγώθηκε το καλώδιο.

Κινούμενος με ταχύτητες 120-130 χλμ/ώρα έφτασα στη Σερβία, όπου έχουν ένα πολύ πιο πρακτικό σύστημα διοδίων. Αντί να σε σταματούν κάθε λίγο και λιγάκι για πληρωμή, παίρνεις ένα εισητήριο από αυτόματο μηχάνημα στην είσοδο σου στον αυτοκινητόδρομο και λίγο πριν βγεις από τη χώρα, σταματάς σε ένα και μοναδικό σταθμό διοδίων, όπου πληρώνεις άπαξ. Προσοχή μόνο να μην τρέχετε σαν τους δαίμονες, καθώς όταν το μηχάνημα στο τέλος υπολογίσει την ταχύτητα σας μέσω του χρόνου εισόδου και εξόδου, θα καταλάβει πως έχετε υπερβεί τα όρια ταχύτητας και θα σας χρεώσει αυτόματα με κλήση!

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Από την άλλη, πολλοί ντόπιοι οδηγούν “με χίλια” και λίγο πριν την έξοδο σταματούν σε ένα καφέ, τρώνε, πίνουν, χαλαρώνουν, και κατόπιν όταν βγουν και πάλι στον αυτοκινητόδρομο, η ώρα έχει περάσει και καταλήγουν να βγαίνουν “λάδι” στον σταθμό διοδίων. Στον δρόμο είδα ελάχιστες μοτοσυκλέτες -πλην μιας πολυπληθούς… αγέλης από Harley στη Σερβία-, ενώ όταν συνηθισμένος από την οδήγηση μοτοσυκλέτας προσπαθούσα να τους χαιρετίσω με τα φώτα, ανακάλυπτα πως… δεν με θεωρούσαν μοτοσυκλετιστή, με αποτέλεσμα το 99% να μην ανταποδίδει τον χαιρετισμό. Προσοχή σε κάποιες ενδείξεις για πρατήρια βενζίνης, που σε βγάζουν όμως εκτός αυτοκινητόδρομου, και κατόπιν πρέπει να βρεις και πάλι τον δρόμο σου για εκείνον.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Με το σούρουπο, μπήκα κουρασμένος στο Βελιγράδι, με δυνατή βροχή και πάλι, συναντώντας πυκνό μποτιλιάρισμα στην πανέμορφη πρωτεύουσα της χώρας, που βρίσκεται στη συμβολή του Δούναβη και του παραποτάμου του, Σάβα. Αφού πάρκαρα το Spyder στο κλειστό parking του ξενοδοχείου, και έκανα έναν απολογισμό θυμάτων της βροχής -μόνο τα γάντια έγιναν μουσκίδι-, με το Spyder να προστατεύει πολύ καλά κορμό και πόδια, αν κινείσαι.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Συνολικά η κούραση έγινε αισθητή στη μέση, αλλά και στο μυαλό από την μοναχικότητα και την μονοτονία του ταξιδιού. Το Spyder ήταν πραγματικά υπέροχο στην πρώτη ημέρα, άνετο και στιβαρό, με φρένα άγκυρες και επιδόσεις που σου επιτρέπουν ταχύτατες προσπεράσεις, ιδιαίτερα εύκολο στη συμβίωση, χωρίς παράλογες απαιτήσεις και χωρίς να πρέπει να διαχειριστείς το βάρος του (τα οφέλη των τριών τροχών).

2023 Spyder GrossGlockner Challenge
Το Βελιγράδι είναι μία πανέμορφη πόλη

Μετά το check-in έκανα μια βόλτα στους πλακόστρωτους πεζόδρομους του κέντρου της πόλης που βρίθουν από στιλάτα καφέ, εστιατόρια σερβικής και διεθνούς κουζίνας, ζαχαροπλαστεία, βιβλιοπωλεία, καταστήματα ρούχων και φυσικά ξενοδοχεία.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Δεν έχω όμως πολύ χρόνο στη διάθεση μου, πρέπει να φάω (ένα τοπικό πιάτο που θύμιζε “γκούλας”, με κοκκινιστό κρέας και καυτερές πιπεριές) και να κοιμηθώ νωρίς, ώστε να μπορέσω να συνεχίσω αύριο τα ξημερώματα την κατανάλωση των χιλιομέτρων μέχρι την Αυστρία.

2η ημέρα - Άφιξη στην Αυστρία και δήλωση συμμετοχής στο event

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Ξεκινώ το πρωί στις 7.30 με καλό καιρό, σε μια ημέρα που δεν θα είχε καθόλου βροχή πιστεύοντας πως αυτό θα ήταν καλό για μένα, τελικά όμως τυφλώθηκα από τον δυνατό ήλιο κι έτσι ενώ την πρώτη μέρα παρακαλούσα να σταματήσει η βροχή, τη δεύτερη ημέρα παρακαλούσα να βρέξει ή οτιδήποτε φτάνει να είχα λίγη σκιά, όμως ο καιρός παρέμεινε καλός. Χάνομαι ελαφρώς σε ένα σύμπλεγμα υπερυψωμένων διασταυρώσεων του Βελιγραδίου, κάνω ένα μικρό κύκλο και συνεχίζω. Μικρό παράπονο από το κουμπί ακύρωσης των φλας που θέλει να το πιέζεις εντελώς κάθετα, αλλιώς αντί να ακυρώσει το ένα φλας… ανάβει το άλλο. Θυμίζει τους νέους διακόπτες που έβαλε η Yamaha στο Tenere World Raid. Περνώντας με την ανατολή του ήλιου τον Δούναβη, απολαμβάνω μια σειρά από αερόστατα που γεμάτα με τουρίστες ξεκινούν να ανεβαίνουν στον ουρανό. Το ανάγλυφο του εδάφους εδώ αλλάζει δραματικά, και τους λόφους και τα δάση της Σερβίας, των Σκοπίων και της Βόρειας Ελλάδας, διαδέχονται απέραντες επίπεδες, καλλιεργημένες εκτάσεις, που κάνουν μάτι και μυαλό να βαριέται, για εκατοντάδες χιλιόμετρα, καθώς το ίδιο σκηνικό συνεχίζεται και στην Ουγγαρία. Λίγο πριν τον συνοριακό έλεγχο της Ουγγαρίας, στη μέση του δρόμου πετάγεται ένας αστυνομικός. Ζητάει διαβατήριο και με κατευθύνει λανθασμένα στην ουρά οδηγών εκτός Ε.Ε., καθώς δεν γνωρίζει πως η Ελλάδα είναι στην Ευρώπη. Στην επιστροφή είχα την ίδια αντιμετώπιση, όμως αυτή τη φορά ενημέρωσα τον αστυνομικό, και εκείνος με απορημένο και λίγο αδιάφορο ύφος μου είπε “καλά, πήγαινε στην άλλη ουρά (σσ. των διαβατηρίων ΕΕ)”. Στην Ουγγαρία πήξαμε στην κίνηση... πόσα φορτηγά υπάρχουν στον πλανήτη; Ε τα μισά τουλάχιστον τα συναντήσαμε στην Ουγγαρία, μάλιστα στα σύνορα Σερβίας-Ουγγαρίας, τα φορτηγά είχαν ουρά τουλάχιστον... 5 χιλιομέτρων στον έλεγχο!

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Επειδή ο αυτοκινητόδρομος ήταν εδώ συνήθως μόνο δύο λωρίδες, η δεξιά ήταν πηγμένη από τα φορτηγά, ενώ πολλοί φορτηγατζήδες προσπερνούσαν, με συνέπεια να έχει πήξει και η αριστερή λωρίδα. Και για να γίνουν τα πράγματα χειρότερα, είχαμε και οδικά έργα, με συνέπεια να οδηγούμε σημειωτόν για πολλά χιλιόμετρα, με 30 βαθμούς, και με τον ήλιο να με ξεροψήνει κανονικότατα. Εδώ συνάντησα ξανά ομάδα από Hell’s Angels, οι οποίοι φυσικά δεν έκαναν σφήνες, και περίμεναν πίσω από τα αυτοκίνητα και τα φορτηγά, ακούγοντας μουσική από τα μεγάφωνα των μοτοσυκλετών τους. Σκέφτηκα να τους κάνω κόντρα με το ηχοσύστημα του Spyder, αλλά τελικά πρυτάνευσε η λογική και η αυτοσυντήρηση.

Ακόμα και τα πρατήρια βενζίνης αλλά και τα parking στην Ουγγαρία ήταν γεμάτα, σε βαθμό που έφευγα χωρίς να βάλω βενζίνη και χωρίς να πάω τουαλέτα, ελπίζοντας για λιγότερη κίνηση στο επόμενο. Οι υπάλληλοι εδώ ήταν αρκετά αφιλόξενοι, ελάχιστοι μιλούσαν αγγλικά, ενώ και στις τουαλέτες των βενζινάδικων έπρεπε να πληρώσεις με τοπικό νόμισμα -το οποίο δεν είχα. Έτσι αναζητούσα τουαλέτα στα parking, όπου ήταν βρώμικες αλλά δωρεάν. Ο καλός καιρός έχει βγάλει έξω τους υπαλλήλους του αυτοκινητόδρομου που κουρεύουν τα αγριόχορτα στα άκρα, με τη μυρωδιά του κομμένου χόρτου να με συνοδεύει για πολλά χιλιόμετρα.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge
Ένα νεύμα και μπήκες Αυστρία

Τα πιο εύκολα σύνορα τα συνάντησα στην είσοδο της Αυστρίας, όπου μια αστυνομικός απλά έκανε βαριεστημένα νόημα "περάστε" σε όλα τα οχήματα που περνούσαν από μπροστά της, δίχως να σταματούν ούτε για τα προσχήματα! Μπράβο άνεση οι Αυστριακοί! Αν τώρα συνέχιζε κανείς την διαδρομή του, δεν θα συναντούσε άλλους ελέγχους σε σύνορα χωρών, αυτά ισχύουν στα Βαλκάνια και λίγο πιο πάνω. Από εδώ και πέρα αλλάζεις χώρες απλά βλέποντας ταμπέλες.

Στην Αυστρία τώρα, παρόλο που ο Θάνος με είχε αγχώσει με τους οδηγούς, πως ακόμα και για την πιο μικρή οδική παράβαση / απόκλιση από τον ΚΟΚ και τα όρια ταχύτητας σε καταγγέλλουν τηλεφωνικά στην αστυνομία, ευτυχώς δεν αντιμετώπισα κανένα πρόβλημα.

Εντυπωσιακή ήταν η εικόνα μετά τα σύνορα Ουγγαρίας - Αυστρίας, όπου οδηγείς μέσα από ένα… δάσος με τεράστιες ανεμογεννήτριες. Ευτυχώς εδώ ο αυτοκινητόδρομος είχε περισσότερες από δύο λωρίδες, αν και οι διασταυρώσεις ήθελαν προσοχή, ειδικά σε μία περίσταση όπου ο δρόμος ήταν υπόγειος, και σε διάστημα ελάχιστων δεκάδων μέτρων έπρεπε να επιλέξεις τη σωστή μέσα από τρεις διαφορετικές κατευθύνσεις! Κόβουμε λίγο ταχύτητα… προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε όσο καλύτερα γίνεται την εικόνα του GPS, συνδυάζοντας την με τις πινακίδες, και ευτυχώς επιλέγουμε τη σωστή διαδρομή. Στην Αυστρία, οι οδηγοί είναι λιγότερο χαοτικοί από ότι σε Ουγγαρία, Σερβία και πιο κάτω, λόγω αυστηρότερης εφαρμογής του νόμου, αλλά και λόγω οδηγικής κουλτούρας, ενώ κινούνται με υψηλότερη μέση ωριαία ταχύτητα -σε καλύτερους δρόμους-, κι εγώ μαζί τους, ανεβάζοντας ταχύτητα στα 140-150.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Βγαίνοντας από τον αυτοκινητόδρομο, η άφιξη στο γραφικό χωριό Altmunster (ή αν θέλετε μικρή πόλη, με πληθυσμό 10.000 κατοίκους) είναι εντυπωσιακή, καθώς ο δρόμος σε κατεβάζει με μεγάλη κλίση από τα ψηλά στα παράλια της λίμνης Traunsee, της μεγαλύτερης (24,5 τετραγωνικά χιλιόμετρα) και πιο βαθιάς (191 μέτρα) λίμνης της Αυστρίας.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Στην απέναντι όχθη της λίμνης δεσπόζει το βουνό Traunstein, ύψους 1.691 μέτρων, ενώ στην παραλία υπάρχει προβλήτα με ιστιοπλοϊκά, καταδυτικό κέντρο, εστιατόρια, καφέ και πλαζ.

Εδώ πρέπει να αναπρογραμματίσω το μυαλό και τις συνήθειες μου, παίρνοντας υπόψη το αυστηρό όριο των 30 χλμ/ώρα μέσα στους δρόμους του χωριού.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Με την άφιξη μου στο Altmunster παίρνω μια βαθιά ανάσα. Όλα έχουν πάει καλά στο πρώτο μισό του ταξιδιού. Το Spyder με έχει βγάλει ασπροπρόσωπο σε όλα. Επιδόσεις, ανέσεις, προστασία. Ένα χιλιομετροφάγο μηχάνημα που με πήρε ευγενικά από το χέρι και με έβγαλε βόλτα στην Ευρώπη, καταπίνοντας χώρες, τη μια μετά την άλλη, καταπίνοντας βέβαια και αρκετό καύσιμο. Η μέση κατανάλωση κυμάνθηκε στα 8,4 λίτρα στα 100 χιλιόμετρα, νούμερο που μπορεί να ακούγεται ιδιαίτερα εντυπωσιακό σε σχέση με μιας δίκυκλης μοτοσυκλέτας, όμως είναι λογικό αν αναλογιστούμε πως το βάρος του Spyder φτάνει τα 464 στεγνά κιλά. Προσθέστε τη βενζίνη του ρεζερβουάρ των 26,5 λίτρων, και το περιεχόμενο των 4 αποθηκευτικών χώρων και φτάνουμε τον μισό τόνο. Παράλληλα βάλτε στην εξίσωση και τον γενναιόδωρο κυβισμό των 1.330 κ.εκ., που θέλει αρκετό καύσιμο για κινήσει τον μισό τόνο που κουβαλά στις πλάτες του. Με αυτή την κατανάλωση όμως, και καθώς λίγο βάρος παραπάνω δεν θα έκανε διαφορά, θα θέλαμε πολύ να είχαμε ένα μεγαλύτερο ρεζερβουάρ στη διάθεση μας, τουλάχιστον 30, ή το ιδανικό 40 λίτρων, ώστε να αυξανόταν η αυτονομία του Spyder και να μειωνόταν οι επισκέψεις για ανεφοδιασμό.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Check-in στο ξενοδοχείο, αλλαγή ρούχων, και μετά από 5 λεπτά δρόμο με τα πόδια, βρισκόμαστε στην τέντα του Spyder Grossglockner Challenge 2023.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Εξαιρετική οργάνωση, με αναψυκτικά και σνακ, χώρο υποδοχής αλλά και τεχνική υποστήριξη, με το πάρκινγκ να έχει γεμίσει ασφυκτικά από τα Spyder και τα Ryker των συμμετεχόντων, πολλά από τα οποία ξεχωρίζουν καθώς οι ιδιοκτήτες τους τα έχουν βάψει με αερογράφο, και τα έχουν φορτώσει αξεσουάρ.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Ένα μάλιστα από αυτά σέρνει ένα τρέιλερ σε μέγεθος… μικρού τροχόσπιτου!

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Με την εγγραφή μου παραλαμβάνω μια τσάντα με όλα τα απαραίτητα, αλλά και μερικά δωράκια, της διοργάνωσης, που περιλαμβάνουν: T-shirt σε μέγεθος XL (ανάλογα με το όχημα πάει αυτό), περιβραχιόνιο και καρτελάκι με τα στοιχεία του συμμετέχοντα, αυτοκόλλητο με τον αριθμό συμμετοχής για το όχημα μας (323), κουπόνια για αλκοολούχα ποτά στην τέντα της Can-Am, μια καρτέλα για τις σφραγίδες της οργάνωσης στα check-points της προτεινόμενης διαδρομής του τριήμερου event, αναμνηστικές κάρτες και σοκολατάκια Can-Am, και έναν τουριστικό οδηγό για τη γύρω περιοχή.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Γρήγορος τεχνικός έλεγχος από τον τεχνικό του dealer της BRP στην Αυστρία όπου γέμισε την ανάρτηση με τον αέρα που της έλειπε, στη συνέχεια BBQ στην τέντα της διοργάνωσης, και κουβεντούλα με τους συμμετέχοντες, αλλά και με τους ανθρώπους της εταιρείας.

Max Ivanenko

Οικοδεσπότης μας είναι ο Max Ivanenko, Γενικός Διευθυντής Marketing της CAN-AM BRP στην περιοχή ΕΜΕA, αλλά και η δική μας Ελένη Παπαγεωργίου από την επίσημη αντιπροσωπεία Πέτρος Πετρόπουλος ΑΕΒΕ, και ο dealer της BRP από την Πάτρα, Νίκος Κορδαλής.

3η ημέρα - Επίσκεψη στο εργοστάσιο της ROTAX

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Μετά από έναν καλό ύπνο με τα παράθυρα ανοιχτά (30 βαθμοί στην Αυστρία, πιο ζεστά από ότι στην Ελλάδα τις αντίστοιχες ημέρες), συναντιόμαστε στην τέντα της Can-Am και με ένα μικρό γκρουπ ξεκινάμε για το εργοστάσιο κινητήρων της ROTAX, γνωστής μας και στο παρελθόν από τους κινητήρες των BMW, Aprilia, κλπ., που κατασκευάζει και όλους τους κινητήρες τόσο για το On-Road τμήμα (Ryker, Spyder) της Can-Am, όσο και για το Off-Road με όλα τα ATV και SSV της εταιρείας.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Η αυστριακή ROTAX είναι θυγατρική της BRP, με την καναδέζικη μητρική να της έχει αναθέσει να παράγει τους κινητήρες για όλα της τα οχήματα, στο Gunskirchen της Αυστρίας, αλλά και στο εργοστάσιο της στο Queretaro του Μεξικό.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Η ROTAX, με έτος ίδρυσης το 1920, διαθέτει περισσότερα από 100 χρόνια εμπειρίας στον σχεδιασμό, την εξέλιξη και την κατασκευή κινητήρων, ενώ στα κεντρικά της στην Αυστρία εργάζονται περί τους 1.700 υπαλλήλους. Η εταιρεία έχει εγκαταστάσεις και στο Kottingbrunn της Αυστρίας (εκεί όπου γίνεται η εξέλιξη των ηλεκτροκινητήρων), αλλά και στο Χονγκ-Κονγκ, ενώ το μότο της είναι το “We get your heart beating”, όπου καρδιά και κινητήρας γίνονται ένα.

Το R&D της ROTAX απασχολεί περί τους 400 εργαζόμενους σε 5 διαφορετικά μέρη ανά τον κόσμο, ενώ σε αυτό διοχετεύεται το 7% του τζίρου της εταιρείας.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Στην άφιξη μας στο ακόμα πιο ήσυχο από το Altmunster, Gunskirchen (6.000 κάτοικοι), όπου είναι η βάση της ROTAX, βρισκόμαστε μπροστά σε υπερσύγχρονες εγκαταστάσεις που καταλαμβάνουν πολλά οικοδομικά τετράγωνα, και περιλαμβάνουν το εργοστάσιο κατασκευής κινητήρων, υπερσυμπιεστών και turboσυμπιεστών για ATV και SSV της Can-Am, θαλάσσια οχήματα αναψυχής (Sea-Doo), snowmobiles (Ski-Doo & Lynx), ελαφρά αεροσκάφη, καρτ, κ.α., αποθήκες προϊόντων...

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

...και ενός απίστευτου R&D τμήματος τοποθετημένου κεντρικά, μέσα στον χώρο της γραμμής παραγωγής!

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Το σύμπλεγμα συμπληρώνεται από κήπους, χώρους ξεκούρασης των εργαζομένων, και ένα τεράστιο εστιατόριο για τις ανάγκες τους.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Στο πρόγραμμα περιλαμβάνεται και ξενάγηση στους χώρους του εργοστασίου εν ώρα λειτουργίας του. Όλοι οι χώροι είναι πεντακάθαροι, τακτοποιημένοι μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια από άνθρωπο με... OCD, και με τη γραμμή παραγωγής να απαρτίζεται από ανθρώπους ντυμένους με την όμορφη φόρμα εργασίας της ROTAX -με το παντελόνι να γίνεται σορτσάκι για τις ζεστές μέρες-, και από… ρομπότ! Οι κινητήρες τοποθετούνται πάνω σε μια σειρά από ρομπότ, τα οποία ακολουθούν προκαθορισμένη διαδρομή, χαραγμένη με κίτρινες γραμμές στο έδαφος. Καθώς το ρομπότ πλησιάζει τον κάθε εργαζόμενο, αλλάζει ύψος ανάλογα με το ύψος του εργαζόμενου ώστε ο τελευταίος να μη χρειάζεται να σκύψει για να εκτελέσει την εργασία του! Μόλις τελειώσει η εργασία του εκάστοτε τμήματος, το ρομπότ συνεχίζει την πορεία του στον επόμενο σταθμό, μέχρι να ολοκληρωθεί ο κινητήρας, και να μπει σε ένα… παραβάν, πίσω από το οποίο εργάζονται άλλα ρομπότ, που ελέγχουν διεξοδικά τον κινητήρα, ώστε να δουν αν οι εργαζόμενοι τον έχουν συναρμολογήσει σωστά! Κατόπιν δίνουν το πράσινο φως, ή στέλνουν τον κινητήρα σε μια ομάδα μηχανικών για να κάνει τις απαραίτητες διορθώσεις.

Επειδή το ΜΟΤΟ έχει επισκεφτεί σχεδόν όλες τις γραμμές παραγωγής μοτοσυκλετών, μπορούμε να σας πούμε πως της ROTAX είναι από τις πλέον σύγχρονες και αντίστοιχη με της BMW Motorrad που είναι η πλέον σύγχρονη και επίσης λειτουργεί με παρόμοιο τρόπο.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Σλόγκαν του εργοστασίου είναι το “σωστά, την πρώτη φορά”, και όλοι εργάζονται προσηλωμένοι σε αυτό τον στόχο, με τον ξεναγό μας -που είναι ο ίδιος ο διευθυντής του εργοστασίου-, να μας δίνει στατιστικά που δείχνουν πως ο αριθμός των κινητήρων ή εξαρτημάτων που παρουσιάζουν ελλείψεις μετά από τη συναρμολόγηση και τον ποιοτικό έλεγχο μειώνεται θεαματικά κάθε χρονιά, ώστε σήμερα να πλησιάζει σχεδόν το 100% της σωστής συναρμολόγησης την πρώτη φορά.

Το αντίστοιχο νούμερο για το ποσοστό λίγο πιο νότια, στην Ducati, ήταν παρά κάτι διψήφιο κατά την τελευταία επίσκεψή μας.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Στο ίδιο εργοστάσιο, η ROTAX φτιάχνει τους δικούς της υπερσυμπιεστές και τα δικά της turbo, ενώ στην περιήγηση μας βλέπουμε δεκάδες ρομποτικούς βραχίονες να δουλεύουν στην κατεργασία στροφάλων, μπιελών, κάρτερ, κ.α. με φοβερή ταχύτητα και απαράμιλλη ακρίβεια.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Αφού συμφάγαμε με τους εργαζόμενους στο ίδιο εστιατόριο, σειρά είχε η επίσκεψη στο ROTAX Max Dome, μια κλειστή πίστα για τα ηλεκτρικά καρτ της εταιρείας, στους χώρους της οποίας υπάρχουν και προσομοιωτές αγώνων, SkiDoo, κ.α., αλλά και καφετέρια.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Στο τέλος της ημέρας, όπως κάθε ημέρα, οι συμμετέχοντες καταλύαμε στην σκηνή της BRP στο Altmunster για κουβεντούλα, φαγητό, ποτό και μουσική. Οδηγικά, για μένα τουλάχιστον, η σημερινή μέρα ήταν ημέρα ξεκούρασης, καθώς διανύσαμε κοντά στα 100 μόλις χιλιόμετρα.

4η ημέρα - Ανέβασμα στο Grossglockner

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Ξεκινώντας από το Altmunster, έπρεπε να διασχίσουμε 192 χιλιόμετρα, στην αρχή μέσω αυτοκινητόδρομου, όμως στη συνέχεια φτάσαμε στα αλπικά τοπία του GrossGlockner, που έκαναν τα μάτια μας να γουρλώσουν από θαυμασμό! Απίστευτα βουνά, με τις κορυφές τους να έχουν πάντα χιόνι, καταρράκτες στα χαμηλότερα μέρη, λόγω της τήξης του χιονιού, ορμητικά ποτάμια και πυκνά δάση, τούνελ να διασχίζουν κάθετους ορεινούς όγκους, και ο μεγαλύτερος παγετώνας της Αυστρίας, ο Pasterze.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Δυστυχώς ο όγκος του Pasterze (στην άνω φωτό με το γαλαζοπράσινο χρώμα) μειώνεται με μεγάλη ταχύτητα, και ενώ πριν 100 χρόνια είχε μήκος πάνω από 11 χιλιόμετρα, πλέον έχει μειωθεί στα 8,4, έχοντας χάσει τον μισό του όγκο, και συνεχίζει να υποχωρεί αρκετές δεκάδες μέτρα (από 10-50) σε ετήσια βάση.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Κι αφού έχουμε μείνει έκθαμβοι, το θέαμα και η εμπειρία κορυφώνονται καθώς φτάνουμε στα διόδια του Grossglockner HochAlpenStrasse, της ορεινής διαδρομής που σε ανεβάζει στο ψηλότερο βουνό της Αυστρίας. Πρόκειται για μια από τις ομορφότερες και πιο εντυπωσιακές ασφάλτινες διαδρομές στον κόσμο, και φυσικά πληρώνεις διόδια μόνο για αυτήν. Τριάντα ευρώ η μοτοσυκλέτα (24,5 αν είναι 100% ηλεκτρική), 40 το αυτοκίνητο, 50-130 τα λεωφορεία αναλόγως μεγέθους, ενώ η διοργάνωση έχει κλείσει για εμάς μια ολόκληρη λωρίδα διοδίων, οπότε δείχνοντας το πάσο μας περνάμε ταχύτατα και χωρίς άλλο έλεγχο. Η γεμάτη στροφές διαδρομή έχει μήκος 48 χιλιόμετρα, ενώ σε ανεβάζει μέχρι τα 2.500 μέτρα για να καταλήξεις σε διάφορες κορυφές όπου έχουν κατασκευαστεί εστιατόρια, μαγαζιά με σουβενίρ, παρατηρητήρια άγριας φύσης, και ορειβατικά καταφύγια.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge
Το Spyder σε ορεινές διαδρομές, γεμάτες στροφές

Στις φουρκέτες του Grossglockner η προσπάθεια που απαιτεί το τιμόνι του Spyder είναι σαφώς μεγαλύτερη από ότι στις ανοιχτές καμπές των αυτοκινητόδρομων, ενώ αυξάνεται αν θελήσεις να κινηθείς σβέλτα, χωρίς όμως να φτάνει τα επίπεδα του ενοχλητικού, ιδιαίτερα αν το δεις θετικά, ως ευκαιρία για την γυμναστική σου. Στη διαδρομή διασταυρωνόμαστε με δεκάδες οχήματα, πολλές φορές σε κομβόι από διάφορες λέσχες και διοργανώσεις. Ένα κοπάδι κλασικών αυτοκινήτων, κάποιο κλαμπ Porsche, ομάδες από Harley-Davidson, και παρέες αναβατών που έχουν έρθει να οδηγήσουν γρήγορα μέχρι την κορυφή. Άλλο να το λες, κι άλλο να το κάνεις βέβαια με τόση κίνηση -είναι και σαββατοκύριακο-, και αρκετές φορές κάνουμε στο πλάι για να αφήσουμε να απομακρυνθούν αργοκίνητα λεωφορεία και οδηγοί σαλίγκαροι.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Τελικά καταλήγουμε στο αχανές πάρκινγκ του Parkhaus Kaiser Franz Josefs Höhe, στο τέλος της διαδρομής στα 2.369 μέτρα -έχοντας προσπεράσει το ψηλότερο σημείο EdelweissSpitze με το δικό του εστιατόριο και παρατηρητήριο στα 2.571 μέτρα-, όπου ανεβαίνοντας στριφογυριστά στο εσωτερικό κεκλιμένο τούνελ του, καταλήγουμε στην ασφαλτοστρωμένη σκεπή, που έχει χώρο για να φιλοξενήσει την ίδια στιγμή και τα 300 Spyder & Ryker της διοργάνωσης, αλλά και δεκάδες ακόμα μοτοσυκλέτες άσχετων με εμάς επισκεπτών.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Αφήνουμε τα οχήματα μας παρκαρισμένα για την αναμνηστική φωτογραφία, και μέχρι να μαζευτούν όλοι, ανεβαίνουμε με τα πόδια μέχρι το παρατηρητήριο του Wilhelm Swarowski, ιδρυτή της γνωστής εταιρείας οπτικών και κρυστάλλων, που δίπλα του ακριβώς μπορεί να δει κανείς μαρμότες και αγριοκάτσικα.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Από κάτω σου έχεις “πιάτο” τον παγετώνα Pasterze, και απέναντι σου τις κορυφές των Grossglockner (3.798 μέτρα) και Johannisberg (3.453 μέτρα)! Ανεπανάληπτο θέαμα που θα θυμόμαστε για πάντα.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Και μετά έπιασε η βροχή. Αφού περιμέναμε λίγο στο εστιατόριο να σταματήσει, ξεμυτίσαμε με προσοχή και πήραμε γρήγορα τον δρόμο για την επιστροφή στο Altmunster. Φευ... Στους πρόποδες του Grossglockner οι ουρανοί άνοιξαν, φορέσαμε αδιάβροχα και απολαύσαμε οδήγηση υπό βροχή -απολαύσαμε, όσοι είχαμε αδιάβροχα δηλαδή.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Το βράδυ είχαμε την τελευταία μάζωξη στην τέντα της BRP, όπου έγινε ο απολογισμός της εκδήλωσης και η απονομή των βραβείων της διοργάνωσης. Καλύτερο custom Spyder / Ryker ανακηρύχθηκε εκείνο του Γερμανού Mike Möller από το Ανόβερο, ο οποίος όχι μόνο είχε βάψει το Spyder του με χρώματα και σήματα της αστυνομίας, αλλά κυκλοφορούσε συνεχώς ντυμένος αστυνομικός! Στο όχημα του τώρα, με μπόλικο χιούμορ αναγραφόταν το motto “to punish and enslave”, ήτοι “να τιμωρείς και να σκλαβώνεις”, αντί του γνωστού “to serve and protect”, δηλαδή να υπηρετείς και να προστατεύεις. Βραβείο μεγαλύτερου ταξιδιού για να λάβει μέρος στο Challenge πήρε ένας Βρετανός, ο οποίος δήλωσε πως διένυσε 5.000 χλμ. μέχρι το Altmunster -και έτσι μας έφαγε λάχανο, καθώς είχαμε διανύσει “μόλις” 1.932 χλμ.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Το βραβείο για το Spyder με τα περισσότερα χιλιόμετρα στο κοντέρ πήρε ένας ακόμη Γερμανός, ο Irven-Leroy Krieger από το Βερολίνο, που έχει διανύσει συνολικά 143.000 χλμ. με το Spyder του, και στόχο έχει τα 200.000 μέχρι το επόμενο event. Ένα ακόμη βραβείο είχαμε μετά από κλήρωση, με έναν τυχερό αναβάτη να παίρνει ως δώρο ένα Spyder, για έναν ολόκληρο χρόνο, με leasing.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Τέλος, μετά την ανακοίνωση των ημερομηνιών που θα “τρέξει” το Spyder GrossGlockner Challenge 2024 -στις 6-8 Ιουνίου-, απολαύσαμε παλιά ροκ κομμάτια από τη live συναυλία των “The Backwards”, φάγαμε, ήπιαμε, και αποχαιρετιστήκαμε, δίνοντας υπόσχεση για επιστροφή στην Αυστρία την επόμενη χρονιά.

5η ημέρα - Το πρωί Altmunster, το βράδυ Βελιγράδι

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Ο Θεός της βροχής αποφάσισε πως αρκετά μας είχε ταλαιπωρήσει, κι έτσι τις δυο τελευταίες ημέρες του ταξιδιού μας, από το Altmunster στο Βελιγράδι, και από το Βελιγράδι στην Αθήνα (ίδιο αλλά αντίστροφο δρομολόγιο με τις δυο πρώτες ημέρες), κράτησε μακριά μας τα σύννεφα, αφήνοντας ελεύθερο τον ήλιο να μας χαρίσει απλόχερα ζέστη και κάψιμο από τις ακτίνες UVA και UVB - ποτέ ξανά ταξίδι χωρίς φιμέ ζελατίνα.

Τα 800 σημερινά χιλιόμετρα μεταφράστηκαν σε 9-10 ώρες ταξιδιού, όπου καθώς “είχα πάρει το κολάι”, γνωρίζοντας τη διαδρομή, μπόρεσα να χαλαρώσω και να κάνω… ψυχοθεραπεία, συνομιλώντας με τον εαυτό μου, κάτι που δύσκολα βρίσκεις τον δρόμο να κάνεις στην καθημερινότητα.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Το απόγευμα κατέλυσα ξανά στο Βελιγράδι, ενώ αυτή τη φορά είχα χρόνο για μια μακρύτερη βόλτα στην παραλιακή “Ριβιέρα” της πόλης, κατά μήκος του ποταμού Σάβα, όπου έμεινα με ανοιχτό στόμα από τις πολυτελείς κατοικίες και ουρανοξύστες, τα πάρκα, τις εκδηλώσεις τέχνης (χορός, θέατρο, κλπ.), τα παζάρια, και τον πολύβουο και πολυσύχναστο πεζόδρομο / ποδηλατόδρομο δίπλα στις όχθες του Σάβα.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Αφού δοκίμασα την σέρβικη έκδοση του κεμπάπ (Ćevapčići) με μπόλικο μπούκοβο...

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

...επέστρεψα στους πεζόδρομους του κέντρου, όπου παρακολούθησα μια δωρεάν συναυλία με την… Πελαγία (Pelageya), μια φολκ Ρωσίδα τραγουδίστρια που έχει ταχθεί υπέρ του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανίας. Κάτω από τη σκηνή εκατοντάδες συγκινημένοι Σέρβοι τραγουδούσαν μαζί της, κουνώντας σημαίες της Σερβίας, της Ρωσίας, αλλά και σημαίες με σφυροδρέπανα. “Είναι το δώρο της ρωσικής πρεσβείας για την υποστήριξη μας για τον πόλεμο στην Ουκρανία”, με πληροφόρησε μια γυναίκα με δάκρυα στα μάτια.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Όπως είναι φυσικό, η ανάμειξη της Δύσης στον πόλεμο της Κροατίας (τμήμα των Γιουγκοσλαβικών πολέμων μεταξύ 1991-2001, που διέλυσαν την χώρα σε 6 ανεξάρτητα κράτη, τη Σλοβενία, την Κροατία, τη Βοσνία Ερζεγοβίνη, το Μαυροβούνιο, τη Σερβία και τα Σκόπια / Βόρεια Μακεδονία), μαζί και με τον βομβαρδισμό της Σερβίας από το ΝΑΤΟ με χιλιάδες νεκρούς, έχει αφήσει πικρές αναμνήσεις στους Σέρβους, που βλέπουν τη Ρωσία ως τον ισχυρό σύμμαχο της χώρας. Παράλληλα όμως, η Σερβία έχει κάνει επίσημα αίτηση για ένταξη της στην Ευρωπαϊκή Ένωση από το μακρινό 2009, με τη διαδικασία να καθυστερεί κυρίως λόγω των τεταμένων σχέσεων Σερβίας-Κοσόβου, και με την κοινή γνώμη να στρέφεται με τα χρόνια ενάντια στην ένταξη -αντίθετοι είναι το 48,8% του πληθυσμού σύμφωνα με έρευνα του 2022.

6η ημέρα - Επιστροφή στη βάση

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Κάθε ταξίδι είναι ουσιαστικά διπλό, γιατί πέρα από τα χιλιόμετρα που θα διανύσεις στην άσφαλτο, άλλα τόσα θα διανύσεις και εσωτερικά. Σκέψεις, συναισθήματα, εικόνες και ιδέες ξεπηδούν είτε αυτόκλητα, είτε συνοδεία της εμπειρίας του ταξιδιού, και σε συνοδεύουν για πολύ καιρό μετά το ταξίδι. Η τελευταία ημέρα του ταξιδιού με το Can-Am Spyder είχε στο μενού 1.100 χιλιόμετρα, από το Βελιγράδι στο ΜΟΤΟ, όπου έφτασα αργά το βράδυ, προλαβαίνοντας να παραδώσω τις κάμερες για να μην λείψουν από το MEGA TEST 2023 που ξεκινούσε την επόμενη ημέρα με την πολυπληθή ομάδα να ξανά ανεβαίνει προς Σερβία, πηγαίνοντας από εκεί στη Ρουμανία!

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Έξω από το περιοδικό φωτογράφισα το κοντέρ, που έγραφε 4.424 χιλιόμετρα, με τα 2.200 να έχουν γίνει κατά τη διάρκεια δυο ημερών, και με τα 3.800 να έγιναν μέσα σε 4 ημέρες, με σχετικά ξεκούραστες τις υπόλοιπες δύο. Το Spyder σίγουρα δεν θα αρέσει σε όλους, καθώς παρότι έχει στοιχεία μοτοσυκλέτας, δεν ανήκει στο είδος, αλλά χαράζει διαφορετική πορεία, ως όχημα ιδιαίτερου τύπου που παίζει μπάλα μόνο του στην αποκλειστικά δική του κατηγορία. Όμως εμένα μου άρεσε, όπως μου αρέσουν και τα ATV / SSV για διαφορετικούς λόγους.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Μου άρεσε γιατί με άφηνε εκτεθειμένο στα στοιχεία της φύσης, έφαγα τη βροχή της αρκούδας και κάηκα από τον ήλιο, και έμαθα από την εμπειρία αυτή, καθώς ούτε έλιωσα -ούτε καν βράχηκα, πέρα από τα γάντια, χάρη στην προστασία του Spyder, και του αδιάβροχου σετ της Anorak-, ενώ εκτίμησα εκ νέου τη φιμέ ζελατίνα, που δεν είχα.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Μου άρεσε γιατί καβάλα στο μοναδικό μου όχημα, γινόμουν τόσο εκκεντρικός και μοναδικός όσο κι αυτό, κάτι που μπορεί να μην αρέσει στους “κολλημένους” και στους “πιουρίστες” die hard μοτοσυκλετιστές, αρέσει όμως σε όσους έχουν ανοιχτό μυαλό, δεν κολλάνε εύκολα ταμπέλες, και έχουν φυσική περιέργεια και θέλουν να γνωρίσουν από κοντά ότι δείχνει διαφορετικό από τα συνηθισμένα. Μου άρεσε γιατί το Spyder είναι η τέλεια αφορμή για κοινωνικοποίηση, καθώς δεν υπάρχει άνθρωπος που να μη σου πιάσει κουβέντα στον δρόμο, στα διόδια, στο τελωνείο, στο βενζινάδικο, στο πάρκινγκ, για να μάθει λεπτομέρειες για εκείνο. Ο Θανάσης και ο Σάκης που ταξίδευαν Βαλκάνια με τις μοτοσυκλέτες τους και τα είπαμε στις δύο διπλανές ουρές στα σύνορα Σκοπίων-Ελλάδας, ο Ιερόθεος που μένει δίπλα στα παλιά γραφεία του ΜΟΤΟ, ο Νίκος που με πήρε κυνήγι με το Tracer του στην Εθνική, μέχρι να σταματήσω να τα πούμε... και πολλοί ακόμη. Μου άρεσε γιατί στάθηκε αφορμή για να πολεμήσω και να νικήσω φόβους και άγχη, ανακαλύπτοντας κατά το ταξίδι τόσες χώρες, και τόσα αξιοθέατα.

2023 Spyder GrossGlockner Challenge

Τέλος μου άρεσε, γιατί με εισιτήριο το ίδιο το όχημα, και μέσω του ΜΟΤΟ, ανακαλύψαμε μια εξαιρετική τριήμερη διοργάνωση (GrossGlockner Challenge), βλέποντας εκ των έσω το πώς καταφέρνει η BRP Can-Am να φέρει κοντά τους αγοραστές των Spyder και Ryker, δημιουργώντας μια μοναδική κοινότητα από αναβάτες που λατρεύουν στον ίδιο βαθμό τα απίθανα τρίκυκλα οχήματα της καναδέζικης εταιρείας, όσο και τα ταξίδια.

 Φωτό: BRP, Κ.Γ.

Περισσότερες πληροφορίες για το Can-Am Spyder RT Limited Edition θα διαβάσετε στο αναλυτικό τεστ του ΜΟΤΟ που θα ακολουθήσει σύντομα, σε επόμενο τεύχος.