Μεγάλα On-Off στο χώμα! Η Jocelin Snow είναι η ευκαιρία που ψάχναμε για να ασχοληθούμε ξανά με το θέμα [VIDEO]

Πρέπει κάποια στιγμή να τελειώσουμε με τέτοια ζητήματα
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

19/11/2019

Ο άντρας που νίκησε τον Chris Birch και η γυναίκα που ταπείνωσε τους πάντες κάνοντας Trophy στην Μογγολία, έχουν κάτι κοινό μεταξύ τους: Οδηγούν καλύτερα τις On-Off μοτοσυκλέτες από κάθε άλλον που έχετε δει, όταν με τα χέρια στην ανάταση δεν πιάνουν τον μέσο όρο ύψους. Ωστόσο το βασικό κοινό τους χαρακτηριστικό δεν είναι ούτε οι πόντοι, ούτε η οδήγηση, είναι το γεγονός πως δεν πήραν ως δεδομένο την κοινή πεποίθηση και δεν άφησαν κανέναν σχετικό και άσχετο να τους μιλήσει…

Με ύψος 1.55 και γυναικεία χαρακτηριστικά, δεν είναι δηλαδή καμιά αντρογυναίκα ούτε 200 κιλά σε μύες και τένοντες για να μπορέσει κανείς να ισχυριστεί το παραμικρό, η Jocelin φοράει τα γυαλιά σε όποιον μασουλάει την καραμέλα, πως τα μεγάλα On-Off δεν κάνουν για χώμα. Ναι, υπάρχουν αρκετοί εκεί έξω που υποστηρίζουν κάτι τέτοιο - και όπως τα σαλιγκάρια μετά την βροχή, έτσι κι αυτές οι φωνές έχουν πολλαπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια της κρίσης. Όταν υπάρχει οικονομική δυσχέρεια όλα είναι μαύρα κι άραχνα, ξεκινώντας από τις νέες μοτοσυκλέτες που μας θυμίζουν αυτά που δεν μπορούμε να αποκτήσουμε, κι έπειτα από τους υπόλοιπους που κάνουν αυτά που δεν μπορούμε εμείς.

Η Jocelin σηκώνει τα μεγάλα Adventure από το έδαφος σαν να ήταν ένα μέτρο ψηλότερη και με μπράτσα...

Σε αυτό το τελευταίο μπαίνουμε όλοι μέσα, μας αγγίζει όλους ανεξαιρέτως η κακή ψυχολογία της τελευταίας δεκαετίας. Διότι προφανώς και παίζει ρόλο η οικονομική κρίση στην μερίδα του κόσμου που υποστηρίζει πως τα μεγάλα on-off δεν κάνουν για χώμα, κι αυτό προκύπτει από δύο γεγονότα. Πρώτον πως τα κιλά, ο όγκος και το χώμα έχουν συνδυαστεί δεκαετίες τώρα χωρίς γκρίνια κι έπειτα γιατί στην υπόλοιπη Ευρώπη που η οικονομία είναι καλύτερη, η εικόνα είναι τελείως διαφορετική. Προ οικονομικής κρίσης κανείς δεν γκρίνιαζε αν του έλεγες να πατήσει χώμα με Honda Varadero – για παράδειγμα. Στην υπόλοιπη Ευρώπη και κυρίως βόρεια, οι χωμάτινες εξορμήσεις και βόλτες έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια για την περίοδο των λίγων μηνών που μπορούν να οδηγήσουν, όταν στην Ελλάδα έχουμε διαπιστώσει το αντίθετο.

Στην υπόλοιπη Ευρώπη οργώνουν τους χωματόδρομους, χωρίς μάλιστα να έχουν την ίδια ελευθερία κίνησης στα βουνά, καθώς μονάχα στα Βαλκάνια μπορείς να κινείσαι δίχως περιορισμούς οπουδήποτε θέλεις εσύ. Στις υπόλοιπες χώρες επίσης, τα σχολεία για χωμάτινη οδήγηση γνωρίζουν τεράστια επιτυχία και μονάχα εδώ, καλλιεργείται η εντύπωση πως «δεν κάνουν οι On-Off για χώμα»!

Το αστείο της υπόθεσης είναι πως οι μεγάλες Adventure μοτοσυκλέτες έχουν βελτιωθεί ακριβώς εκεί σε συμπεριφορά τα τελευταία χρόνια, ακριβώς δηλαδή στον τρόπο που μπορείς να τις οδηγήσεις στο χώμα. Έχοντας δηλαδή κερδίσει σε ευελιξία και κατανομή βάρους, έχοντας καλύτερες αναρτήσεις, γεωμετρικά χαρακτηριστικά, απόκριση κτλ...

Τί άλλαξε από τότε, πέρα από τις ίδιες τις μοτοσυκλέτες; Η διάθεση και η οικονομική ευχέρεια όλων μας προς το χειρότερο. Οι μοτοσυκλέτες κατά βάση βελτιώθηκαν. Για να θέσουμε το επίπεδο της συζήτησης, κανείς δεν χρειάζεται ένα μεγάλο Adventure πολλών χιλιάδων Ευρώ για να κάνει το παραμικρό, το επαναλαμβάνουμε συνέχεια αυτό.

Όταν ακριβώς έναν χρόνο πριν, πραγματοποιούσαμε ένα μεγάλο συγκριτικό στα βουνά της Βουλγαρίας ταξιδεύοντας με 250-300 κυβικά, το κάναμε για να αποδείξουμε τον παραπάνω ισχυρισμό και καταλήγαμε στο συμπέρασμα πως περάσαμε και πιο όμορφα και πιο ξεκούραστα συγκριτικά με αντίστοιχο ταξίδι και χίλια κυβικά πρόσθετα. Αυτό δεν σημαίνει όμως πως όποιος θέλει να ταξιδεύει και να οδηγεί σβέλτα σε επαρχιακούς και να πηγαίνει και στο χώμα, δεν μπορεί να το κάνει με μία μεγάλη on-off! Και μπορούσε πάντα, δεν χρειάζεται δηλαδή να αγοράσει κάποια από τις καινούριες.

Η Jocelin είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα για το γεγονός πως το μόνο που χρειάζεται κανείς είναι θέληση! Ούτε κάποιον συγκεκριμένο σωματότυπο, ούτε ιδιαίτερες γνώσεις. Μόνης της έφτασε στο επίπεδο που είναι τώρα! Αν ακολουθήσει κάποιος την πορεία της και δει πως ασχολείται αγωνιστικά πλέον και σχεδόν επαγγελματικά με την μοτοσυκλέτα, μπορεί να την κατατάξει σε μία ειδική περίπτωση που δεν επιβεβαιώνει κανέναν κανόνα. Ωστόσο δεν είναι αυτή η πραγματικότητα. Η Jocelin ξεχωρίζει ακριβώς για αυτή την αγωνιστική ιδιότητα, όμως στην θέση της υπάρχουν κι άλλες γυναίκες που καβαλούν με αξιώσεις και δεν είναι στα… κυβικά της Laia Sanz για να υποστηρίξει κανείς πως το μέγεθος παίζει ρόλο!

Η αμερικανικής καταγωγής Jocelin, ξεκίνησε να οδηγεί στα 12 παρά την επιθυμία των γονιών της να την αποτρέψουν. Τα κατάφερε παίρνοντας την μοτοσυκλέτα με «γραμμάτια» από έναν συμμαθητή της. Τα γραμμάτια ήταν απλές κόλες χαρτί που ομολογούσαν χρέος, αρκετά δεσμευτικό στην μικρή κοινωνία που μεγάλωσε, ώσπου αργότερα, βδομάδα την εβδομάδα, να τον αποπληρώσει μαζεύοντας το χαρτζιλίκι και όσα δώρα μπορούσε. Μερικά χρόνια αργότερα και δίχως να έχει σταματήσει να οδηγεί, θα γίνει επαγγελματίας οδηγός αγώνων στην μεσαία κατηγορία των GP. Η αγωνιστική ενασχόληση της έδειξε την αγχωτική πλευρά της οδήγησης, το κυνήγι του αποτελέσματος και όχι της εμπειρίας, πράγμα που την ώθησε σε αλλαγή της απόφασής της για το μέλλον. Τα παράτησε και άρχισε να προπονεί μικρά παιδιά στα πρώτα τους βήματα με μοτοσυκλέτες.

Μέχρι και εκείνη την στιγμή, δεν ήθελε να έχει καμία επαφή με τις μεγάλες On-Off. Όπως κι αρκετός κόσμος, η Jocelin τρόμαζε στην ιδέα πως η απόσταση της σέλας με το έδαφος, ήταν μεγαλύτερη από το μήκος των ποδιών της! Πέρασαν αρκετά χρόνια κάνοντας ταξίδια με ένα KTM 990 Supermoto, μέχρι η ανάγκη για εξερεύνηση, να την οδηγήσει να βάλει τακούνια, να πειράξει αναρτήσεις και να συμφιλιωθεί με την ιδέα. Η Jocelin δεν είχε κάποιον να της δείξει τον χειρισμό των μεγαλύτερων μοτοσυκλετών ή -το πιο σημαντικό- να την ενθαρρύνει. Κι αυτή η στιγμή ήρθε το 2017, μόλις πρόσφατα!

Είδε την ιστορία θάρρους ενός μικρού αγοριού που έπαιζε γκολφ ενώ είχε μονάχα ένα χέρι, κι αυτό την οδήγησε να εξερευνήσει τον θαυμαστό κόσμο των αληθινών ηρώων αυτού του κόσμου, των ανθρώπων με κινητικά προβλήματα που υπερβαίνουν την φύση για να κάνουν το όνειρό τους πραγματικότητα. Αυτό την αφύπνισε. Ναι ήταν μικροκαμωμένη, ναι η σωματική διάπλαση δεν βοηθούσε, αλλά ήταν αρτιμελής που σημαίνει πως το μόνο που της έλειπε ήταν η πεποίθηση.

Ήταν τόση η ορμή με την οποία πήρε την απόφαση να ζορίσει τον εαυτό της, που πήγε κατευθείαν στο R1200GS Adventure, το μεγαλύτερο σε όγκο στην κατηγορία! Η αρχή δεν ήταν εύκολη και η Jocelin δυσκολευόταν να το σηκώσει κι από το σταντ ακόμη. Όμως δεν έμεινε σε αυτό. Ξεκίνησε να προπονεί τον εαυτό της, ξεκίνησε να ανεβοκατεβαίνει απλά στην μοτοσυκλέτα. Κι έπειτα να μάθει να την σηκώνει από το έδαφος. Κι όταν τελείωσαν όλα αυτά, έμαθε να την χειρίζεται με χαμηλές ταχύτητες, τότε ήταν που ξεκίνησε και ένα αντίστοιχο σχολείο οδήγησης. Μέσα σε λίγους μήνες, η Jocelin αισθάνθηκε έτοιμη να φύγει για πάνω από ένα μήνα στην Αλάσκα, που ήταν το δεύτερο και βασικό μέρος της προσωπικής της εκπαίδευσης. Σχεδόν 20.000 χιλιόμετρα μετά, και ήταν ήδη στο επίπεδο που άλλοι δεν θα φτάσουν ποτέ. Της πρότειναν να ακολουθήσει το GS Trophy, και τα υπόλοιπα είναι ιστορία…

Θυμηθείτε: KTM Adventure Rally Bosnia 2019: Ζήσαμε μία επική περιπέτεια στα Βαλκάνια! - 1000+ Φωτογραφίες!

«Το μέγεθος μετράει μονάχα αν μιλάς για μπισκότα, όταν μιλάμε για οδήγηση μοτοσυκλέτας το μόνο που παίζει ρόλο είναι η δέσμευσή σου να βελτιωθείς. Δεν ήρθε ουρανοκατέβατη η αυτοπεποίθηση, να ξεκινήσω να χειρίζομαι μία μοτοσυκλέτα 250 κυβικών. Στην αρχή ήταν μόνιμα ξαπλωμένη στο χώμα, περισσότερο την σήκωνα παρά την οδηγούσα. Χρειάστηκε πολλές φορές να απαντήσω στον εαυτό μου, για πιο λόγο το κάνω όλο αυτό! Να με ζορίσω για να συνεχίσω! Εμείς οι πιο κοντοί θα πρέπει να καλλιεργήσουμε την ισορροπία περισσότερο. Δεν έχουμε την άνεση να βάλουμε το πόδι κάτω αν γίνει κάτι. Αλλά για αυτό και γινόμαστε καλύτεροι από τους υπόλοιπους στο τέλος! Από ανάγκη! Χρειάζεται δύναμη χαρακτήρα, αυτοπεποίθηση και ισορροπία! Κι όλα αυτά θα πρέπει να τα περικλείσεις με μπόλικη εξάσκηση. Διότι στο τέλος ο έλεγχος της μοτοσυκλέτες, ιδιαίτερα στο χώμα που απαιτεί γρήγορες αποφάσεις, γίνεται μηχανικά."

από το τεύχος 597: "Θα εκπλαγείτε με το πόσοι «Iker» υπάρχουν στην Ελλάδα που βάζουν τις ακριβές τους μοτοσυκλέτες στο χώμα και κάνουν πράγματα όπως αυτά που θαυμάζει κανείς στο video του Chris Birch. Τα διάφορα σχολεία οδήγησης είναι ένας τρόπος να φτάσεις μέχρι την πόρτα, για να την περάσεις όμως πρέπει απλά να κάνεις την προσπάθεια. Πρέπει απλά να μπεις στην διαδικασία να οδηγήσεις, να πέσεις, να σηκωθείς και να συνεχίσεις.

Αν η ιστορία της Jocelin σας φαίνεται μακρινή, μία στο εκατομμύριο και άλλα τέτοια, ας πάμε μερικά editorial του ΜΟΤΟ πίσω, εκεί που σας συστήναμε τον Iker! Όχι τον Lecuona που πήγε τώρα στην Tech 3 για να καλύψει το ντόμινο θέσεων που άνοιξε η παραίτηση του Zarco στην ομάδα της KTM, αλλά ενός άλλου Ισπανού που δεν τον ξέρει κανείς – δυστυχώς.

Είναι ο άνθρωπος που μπορεί να κερδίσει τον Chris Birch στην σέλα ενός 1290 Adventure R, την στιγμή που ο Chris είναι αναμφισβήτητα ο πλέον ταλαντούχος αναβάτης των μεγάλων On-Off με την KTM και την Red Bull να του ζητούν να ανεβάζει video που τον δείχνουν να οδηγεί. Φίλος του περιοδικού, που σε μία παγκόσμια επιτυχία, έχει έρθει και στο Mega Test, ο Chris δεν είναι απλά ο καλύτερος αναβάτης On-Off είναι κι ένας εκπληκτικός άνθρωπος. Ο Iker έχει καταφέρει να τον κερδίσει… Αν ψάχνετε να βρείτε άλλη πηγή αυτής της πληροφορίας δεν θα την έχετε, εμείς είμαστε η πηγή, μπροστά σε εμένα έγιναν όλα αυτά που εξιστορούσαμε στο τεύχος 597 του Αυγούστου 2019.

 

 

Στην Βοσνία, στο KTM Adventure Rally ο Iker με 1.67 ύψος, τύλιξε σε μία χαρτοπετσέτα του πάντες, έκανε διαστημόπλοιο το 1290 και κέρδισε τον σεβασμό των ανθρώπων της KTM. Είναι ένας στο εκατομμύριο; Δεν ξέρω, αλλά σίγουρα ήταν ένας στους 180 που είμασταν εκεί μαζί του.

Ποια είναι η διαφορά του Iker από τους υπόλοιπους που λένε πως τα μεγάλα On – Off δεν κάνουν για χώμα; Πως το έχει δοκιμάσει και έχει παλέψει να βελτιωθεί. Τίποτα περισσότερο!

Δεν είναι αγωνιζόμενος σαν την Jocelin, δεν το κάνει βιοποριστικά, έχει γυρίσει τον κόσμο με μεγάλες μοτοσυκλέτες όμως - και στην πορεία έχει μάθει να τις δαμάζει. Γελάει σαρκαστικά αν του πει κανείς πως δεν κάνουν για χώμα, πριν χαθεί από μπροστά του σκαρφαλώνοντας εκεί που άλλοι δυσκολεύονται με enduro…

Οι μοτοσυκλέτες έχουν βελτιωθεί, η οικονομική μας κατάσταση έχει χειροτερέψει όμως. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι πως αποτραβιόμαστε από τις πρώτες εξαιτίας του δεύτερου. Ο καθένας βρίσκει την λύση που βολεύει τον ίδιο και προχωρά αντίστοιχα. Αυτό που δεν πρέπει να γίνει, είναι να καβαλά κανείς λιγότερο, διότι στην σέλα έγινε καλύτερος ο Iker, όχι στην θεωρία ή στο Facebook…

 

a/p>

Ετικέτες

Η γένεση της αξιόπιστης ιαπωνικής πολυπλοκότητας

Με το πλεονέκτημα της επιλεκτικής "αντιγραφής"
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

25/7/2022

Από το 1900 τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες είχαν ξεπεράσει το στάδιο της “πατέντας” και του “πρωτότυπου” και είχαν γίνει πλέον “βιομηχανικά προϊόντα”. Έως το 1940 οι μηχανολόγοι είχαν ανακαλύψει και είχαν δοκιμάσει τα πάντα σε ό,τι είχε σχέση με τους κινητήρες εσωτερικής καύσης. ΤΑ ΠΑΝΤΑ.

Υπερσυμπιεστές, ψεκασμοί, δεσμοδρομικά συστήματα κίνησης βαλβίδων, υγρόψυκτοι δίχρονοι, δίχρονοι με υπερσυμπιεστή, τετραβάλβιδοι θάλαμοι καύσης, εκκεντροφόροι επικεφαλής, ξηρά κάρτερ, κράματα μαγνησίου και αλουμινίου, ηλεκτρικά αυτοκίνητα, τετρακύλινδρες εν σειρά μοτοσυκλέτες, V12 και V16 αυτοκίνητα, αυτοφερόμενα πλαίσια monocoque, αναρτήσεις μοχλισμού, υδραυλικά αμορτισέρ, υδραυλικά φρένα, περιστροφικά αμορτισέρ… You name it!

 

Τετρακύλινδρη εν σειρά του 1912

Οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα και αυτοκίνητο έχει κατασκευαστεί μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έχει “αντιγράψει” μία ή περισσότερες τεχνολογικές λύσεις που ήδη υπήρχαν από το 1930 (οι περισσότερες από αυτές από το 1915). Οπότε όποιος κατηγορεί οποιονδήποτε για αντιγραφή βλέπει τον κόσμο μέσα από την κλειδαρότρυπα του δωματίου του, διότι στην πραγματικότητα θα πρέπει να χρησιμοποιούμε τον όρο “επιλογή” και όχι “αντιγραφή”.

 

Μέχρι το 1950 που οι Αμερικάνοι και οι Ρώσοι άρχισαν να χρησιμοποιούν μαζικά την τεχνολογία των κινητήρων Jet και των πυραύλων που είχαν πάρει από τους Ναζί, ξεκινώντας τον σκληρό ανταγωνισμό τους για την κατάκτηση του διαστήματος, τα μαχητικά αεροπλάνα χρησιμοποιούσαν κινητήρες εσωτερικής καύσης με έμβολα. Διαθέτοντας άφθονο χρήμα και τους καλύτερους μηχανολόγους του κόσμου, οι πολεμικοί αεροπορικοί κινητήρες της κάθε χώρας αποτελούσαν την τεχνολογική αφρόκρεμα, καθώς η απόδοση και η αξιοπιστία τους έκρινε το αποτέλεσμα της μάχης. Την ίδια στιγμή, τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες απευθύνονταν αποκλειστικά στους βαθύπλουτους και την πολύ υψηλή κοινωνία, αποτελώντας αντικείμενα επίδειξης οικονομικής δύναμης και όχι μεταφορικά μέσα. Αυτό σημαίνει πως ο βασικός στόχος των κατασκευαστών τους ήταν να εντυπωσιάσουν τους πελάτες με τις επιδόσεις και την “ανώτερη” τεχνολογία τους, υιοθετώντας κάθε τι που είχε σχέση με τα πολεμικά αεροπλάνα και δεν είναι καθόλου τυχαίο που πολλά αυτοκίνητα της εποχής είχαν στον πίνακα οργάνων τους δείκτη υψόμετρου! 

 

Κινητήρας Peugeot με δεσμοδρομικό σύστημα κίνησης βαλβίδων του 1916

Η μέγαλη διαφορά του τότε με το σήμερα είναι πως δεν υπήρχε εύκολος τρόπος να αντιγράψεις τις τεχνολογικές λύσεις μιας άλλης χώρας.

Τα ταξίδια από τη μία χώρα στην άλλη διαρκούσαν μήνες, τα πανεπιστήμια δεν είχαν internet και η επικοινωνία γινόταν με… ταχυδρομικά περιστέρια.

Το τί έκαναν οι υπόλοιποι μηχανολόγοι στις άλλες χώρες το μάθαινες και το έβλεπες στους αγώνες ταχύτητας και στο πεδίο της μάχης. Προφανώς στις μάχες δεν υπήρχε περίπτωση να σου πει ο πιλότος της αντίπαλης χώρας για την τεχνολογία του αεροπλάνου του, ούτε φυσικά στους αγώνες σου έλεγαν τί είχαν τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες τους, αφού έτρεχαν ως εθνικές ομάδες και τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες ήταν βαμμένα στα εθνικά χρώματα (μπλε τα γαλλικά, πράσινα τα βρετανικά, ασημί τα γερμανικά, κόκκινα τα ιταλικά κ.ο.κ.). Η κατασκοπία και η “κλοπή” σχεδίων, ακόμα και οι δολοφονίες μηχανολόγων ήταν πολύ συνηθισμένη πρακτική.

 

Δίχρονος DKW με υπερσυμπίεστη του 1935

Σήμερα βέβαια, η πρόσβαση στην υψηλή τεχνολογία είναι μόνο θέμα χρημάτων. Με ένα κλικ στο ποντίκι του ηλεκτρονικού σου υπολογιστή μπορείς να φτιάξεις τη δική σου εταιρεία μοτοσυκλετών ή αυτοκινήτων, χωρίς να χρειάζεται να έχεις δικό σου εργοστάσιο. Ούτε καν δικές σου αποθήκες δεν χρειάζεσαι. Εννοείται πως δεν υπάρχουν εθνικοί φραγμοί και είναι ελάχιστες οι περιπτώσεις που η εθνική ταυτότητα του αγοραστή αποτελεί πρόβλημα για την πώληση τεχνολογίας από την μία χώρα στην άλλη.

Όμως μετά τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά και η βιομηχανία των μοτοσυκλετών δεν είχε καμία σχέση με το παρόν.

Κάθε χώρα είχε τα δικά της προβλήματα και η εθνική οικονομία καθόριζε την στρατηγική των εταιρειών. Η Βρετανία ήταν από τους νικητές του πολέμου και ως σύγχρονη αυτοκρατορία της εποχής (Ινδία, Χονγκ Κονγκ, Μακάο, Αυστραλία, Καναδάς και πολλές αφρικανικές χώρες ήταν και παραμένουν…. υπό την πολιτική και επιχειρηματική επιρροή της) έπρεπε η εθνική βιομηχανία της να τροφοδοτήσει με οχήματα τις αποικίες της. Σε αυτή τη μεγάλη προστατευμένη αγορά, δεν είχε κανέναν σοβαρό ανταγωνιστή και η βιομηχανία της δεν χρειαζόταν να κοπιάσει ιδιαίτερα για να πουλήσει. Το ζητούμενο ήταν να φτιάξει όσα περισσότερο οχήματα μπορούσε, το συντομότερο χρονικό διάστημα. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που οι Βρετανοί άφησαν στην άκρη τους μεγάλους, πανάκριβους και περίπλοκους V2 κινητήρες των 1000 κυβικών και στράφηκαν στους μονοκύλινδρους και στην πιο απλή μορφή των δικύλινδρων εν σειρά.

Βρετανικός V2 κινητήρας JAP με 980 κυβικά του 1928

Την ίδια στιγμή η αποδεκατισμένη από επιστήμονες και κουτσή από εγκαταστάσεις εθνική βιομηχανία της Γερμανίας και της Ιταλίας, δηλαδή των χαμένων του πολέμου, έπρεπε να κατασκευάζει πολλά, μικρά-φτηνά οχήματα για να προσφέρουν οικονομική μετακίνηση στους κατοίκους τους, υπό τους αυστηρούς περιορισμούς στην πρόσβαση πρώτων υλών που τους είχαν θέσει οι νικητές του πολέμου.

Στη Γαλλία, τη χώρα που γεννήθηκαν οι πιο νεωτεριστικές μηχανολογικές ιδέες (στα όρια του σουρεαλισμού κάποιες φορές) η φορολογική πολιτική των μεταπολεμικών κυβερνήσεων στραγγάλισε την εθνική βιομηχανία της και την οδήγησε στην εσωστρέφεια. 

Στις ΗΠΑ από την άλλη μεριά, τα δολάρια και τα πετρέλαια “έτρεχαν” στους ολοκαίνουριους δρόμους με τις τέσσερεις λωρίδες κυκλοφορίας και οι Αμερικάνοι κατανάλωναν σε τεράστιες ποσότητες τα πάντα. Η εθνική βιομηχανία τους επικεντρώθηκε στην ποσότητα και τον εντυπωσιασμό, οπότε από τις Duesenberg με τους δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους και τους υπερσυμπιεστές του 1931 και τις V12 Packard και V16 Cadillac  του 1912 και του 1921 , κατάντησαν να κατασκευάζουν V8 αυτοκίνητα με ωστήρια και από τις τετρακύλινδρες Henderson έμειναν κολλημένοι για πάντα στις V2 με περιεχόμενη γωνία της 45⁰ και ξεχωριστό κιβώτιο ταχυτήτων που έπαιρνε κίνηση με αλυσίδα.  Άφθονα κυβικά και γρήγορη διαδικασία παραγωγής, με ευκολία επισκευής από ανειδίκευτους μηχανικούς. “Bigger – Looonger – Looower” και “You can fix it with a hammer” ήταν η συνταγή της επιτυχίας στις ΗΠΑ.

 

Αμερικάνικος οκτακύλινδρος εν σειρά με 2ΕΕΚ και υπερσυμπιεστή των αδερφών Duesemberg του 1931

Σε όλη αυτή την ιδιόμορφη μεταπολιτική κατάσταση στον κόσμο, η Ιαπωνική εθνική βαριά βιομηχανία δεν είχε απολύτως τίποτα! Η τοπική αγορά ήταν πολύ μικρή και κυρίως πολύ φτωχή για να καταναλώσει τα προϊόντας της σε ποσότητες που θα της επέτρεπαν να επιβιώσει. Την ίδια στιγμή το τεχνολογικό επίπεδο και οι βιομηχανικές υποδομές της ήταν αστείες για να κατασκευάσει προϊόντα προς εξαγωγή.

Τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες που κατασκεύαζαν ήταν αντίγραφα προπολεμικών βρετανικών σχεδίων (όχι κλεμμένα, κανονικά αγορασμένα blue-print) και οι εγκαταστάσεις των εργοστασίων τους είχαν υποστεί ολική καταστροφή. Η βιομηχανική τεχνολογία/τεχνογνωσία τους (το know-how δηλαδή) ήταν υποτυπώδης και ο ισχυρισμός πως οι καμικάζι έριχναν τα αεροπλάνα στο στόχο τους (θυσιάζοντας τη ζωή τους προφανώς) γιατί ήταν τόσο κακά που δεν είχαν καμία άλλη επιχειρησιακή/επιθετική δυνατότητα έναντι των αντιπάλων τους, δεν είναι πολύ μακριά από την πραγματικότητα.

Ο μόνος τρόπος επιβίωσης της Ιαπωνικής εθνικής βιομηχανίας οχημάτων ήταν οι μαζικές εξαγωγές στην υπερκαταναλωτική αγορά των ΗΠΑ και ο μόνος τρόπος για να τα κατασκευάσουν σε σύντομο χρονικό διάστημα είναι να πάρουν έτοιμη τεχνογνωσία.

Το γεγονός όμως πως δεν είχαν “παράδοση” στην κατασκευή οχημάτων και τα εργοστάσια τους είχαν ισοπεδωθεί από τους βομβαρδισμούς είχε και ένα ΤΕΡΑΣΤΙΟ πλεονέκτημα.

Το πλεονέκτημα ήταν πως ξεκινούσαν από ένα λευκό χαρτί και μπορούσαν να διαλέξουν τα καλύτερα στοιχεία από τις εθνικές βιομηχανίες των υπόλοιπων χωρών. Επίσης, τα καινούρια εργοστάσια που έφτιαξαν διέθεταν σύγχρονο εξοπλισμό και ήταν έτοιμα να εφαρμόσουν στην παραγωγή τις νέες μεθόδους κατασκευής που είχαν ανακαλυφθεί από την πολεμική βιομηχανία κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (κυρίως τη γερμανική).

Έχοντας ήδη δεσμούς με την βρετανική βιομηχανία οχημάτων πριν τον πόλεμο, αλλά και με τους μηχανολόγους της Ανατολικής Γερμανίας να έχουν “τάσεις φυγής” από τη Σοβιετική Ένωση στην οποία είχε περιέλθει πλέον η μισή Γερμανία, τα Ιαπωνικά εργοστάσια ξεκίνησαν ένα σαφάρι συλλογής βιομηχανικής τεχνογνωσίας, κυρίως από αυτές τις δύο χώρες. Από τους Βρετανούς πήραν μόνο την εμφάνιση των μοτοσυκλετών τους, ενώ από τους Γερμανούς πήραν τις μεθόδους κατασκευής και την “στρατιωτικών προδιαγραφών” ποιότητα κατασκευής (μαζί με την τεχνολογία των δίχρονων και Wankel κινητήρων). Οι περισσότερες γερμανικές μοτοσυκλέτες εξελίχθηκαν για τις ανάγκες του στρατού και είχαν πολύ καλή στεγανοποίηση του ηλεκτρικού συστήματος .

 

Zundapp K 800, τετρακύλινδρη boxer του 1938

Επίσης οι Γερμανοί χρησιμοποιούσαν τα καλύτερα συστήματα τροφοδοσίας για μοτοσυκλέτες (τα γαλλικά καρμπιρατέρ της SOLEX, τα σχέδια των οποίων το 1960 αγόρασαν οι Ιάπωνες ιδρύοντας την Mikuni) ώστε να αντέχουν σε όλες τις καιρικές συνθήκες του πολέμου.

Επίσης από τις γερμανικές μοτοσυκλέτες εμπνεύστηκαν τη στρατιωτική (κυρίως αεροπορική) φιλοσοφία σχεδιασμού των κινητήρων τους, η οποία θέλει κάθε εξάρτημα να κάνει μόνο μία δουλειά και έπαιξε τεράστιο ρόλο στην αξιοπιστία τους.

Οι βρετανοί ήταν οπαδοί της σχεδιαστικής και κατασκευαστικής απλότητας και οι περισσότεροι κινητήρες τους χρησιμοποιούσαν απλοϊκά συστήματα λίπανσης και ηλεκτρικά συστήματα με αμφισβητούμενη αντοχή στο χρόνο (LUCAS…. The Prince Of Darkness…).

Όταν χρησιμοποιείς ένα εξάρτημα για να κάνει δύο ή τρεις δουλειές (π.χ. η καδένα κίνησης του εκκεντροφόρου να πρέπει ταυτόχρονα να μεταφέρει από τα κάρτερ το λάδι στην κεφαλή για λίπανση του συστήματος κίνησης των βαλβίδων ή η λίπανση να γίνεται με το λάδι που πλατσουρίζει ο στρόφαλος όταν περιστρέφεται, τότε το πιθανότερο είναι να κάνει και τις δύο δουλειές λάθος.

Αντιθέτως, όταν το κάθε εξάρτημα κάνει μόνο μία δουλειά μπορεί να την κάνει άριστα και οι πιθανότητες να χαλάσει είναι πολύ μικρότερες αφού κάνει μόνο τη δουλειά για την οποία έχει σχεδιαστεί και κατασκευαστεί.

Αυτό λοιπόν που εκ πρώτης όψεως φαίνεται περίπλοκο και σε κάνει να πιστεύεις ότι έχει πολλά πράγματα που θα μπορούσαν να χαλάσουν, στην πραγματικότητα ήταν το μυστικό της αξιοπιστίας των ιαπωνικών και γερμανικών κινητήρων, εκείνες τις πρώτες δεκαετίες μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Οι πρώτες Ιαπωνικές μοτοσυκλέτες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μοιάζουν πολύ με τις βρετανικές στα χαρτιά, όμως κατασκευαστικά είχαν πολύ πιο στενή σχέση με τη γερμανική βιομηχανία.

Έχοντας στα χέρια τους ό,τι χρειάζονταν για να κατασκευάσουν αξιόπιστες μοτοσυκλέτες και να τις πουλήσουν σε μεγάλες ποσότητες στις ΗΠΑ, το επόμενο βήμα που έπρεπε να κάνουν τα ιαπωνικά εργοστάσια για να κατακτήσουν τον κόσμο ήταν να μπουν στα μεγάλα σαλόνια της Ευρώπης συμμετέχοντας στα Grand Prix…

Μόνο που εκεί θα έβρισκαν μπροστά τους ένα ανορθόδοξο βιομηχανικό “γαλατικό χωριό”… τους Ιταλούς!