Mega Test 2017-Errata & όσα πρέπει να περιμένετε στο “Story”

Η μεγάλη περιπέτεια των νέων on-off!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

13/7/2017

Στο φετινό Mega Test, το συγκριτικό, έχουμε κάνει ένα μεγάλο λάθος. Γράψαμε πως το KTM 1090 Adventure R δεν έχει tubeless αλλά ελαστικά με σαμπρέλα, όπως το Africa Twin! Είναι ένα σοβαρό λάθος που - όπως μερικές φορές συμβαίνει με τα σοβαρά λάθη – έχει μία πολύ απλοϊκή εξήγηση. Δεν χρειάζεται δικαιολογία όμως, γιατί τώρα έγινε, συνέβη, έχει γραφτεί και τυπωθεί. Μέχρι λοιπόν να έρθει το επόμενο τεύχος και να το επικοινωνήσουμε εκεί, κρατήστε πως το KTM 1090 Adventure R δεν έχει σαμπρέλες, αλλά στην έκδοση R πάλι περιορίζεται η τελική ταχύτητα, όπως συμβαίνει με το Africa Twin που το ταχύμετρο ανεβαίνει χωρίς να ανεβαίνουν τα πραγματικά χιλιόμετρα. Αν αλλάξεις το χωμάτινο ελαστικό η τελική ταχύτητα στο 1190 Adventure R παύει να περιορίζεται ηλεκτρονικά, τόσο απλά. Κι έτσι η επισκευή του ελαστικού στο KTM είναι μία πιο απλή υπόθεση και οι περιορισμοί του λιγότεροι.

Δεν είναι ούτε το πρώτο και μάλλον δεν θα είναι και το τελευταίο λάθος που κάνουμε, δεν είναι άλλωστε ανθρώπινο να μην γίνονται λάθη. Το Mega Test – Το Συγκριτικό - είναι ένα κείμενο που αγγίζει τις 16.000 λέξεις, είναι τεράστιο, και κάθε φορά αναμένεται από τους αναγνώστες με ανυπομονησία και τους ανθρώπους των εταιριών με μία μίξη περιέργειας και αγωνίας για το τι έχει γραφτεί για τις μοτοσυκλέτες που τους ενδιαφέρουν. Είναι από τις συγκριτικές δοκιμές που στο περιοδικό δίνουμε την μεγαλύτερη έκταση καθώς εκτείνεται σε δύο τεύχη, παρουσιάζοντας σε δεύτερο στάδιο την ιστορία της περιπέτειας αυτούσια, απαλλαγμένη από την σύγκριση των μοτοσυκλετών που έχει προηγηθεί. Είναι μία παράδοση που ξεκίνησε από τους αναγνώστες μας, που εκτός από τις μοτοσυκλέτες, ζητούσαν να μάθουν περισσότερα για το τι συνέβη μία εβδομάδα στα βουνά, για τα μέρη που είδαμε και την διαδρομή.

Παραδοσιακά επίσης μπαίνει στο τεύχος Αυγούστου, ένα τεύχος που έχει μεγάλη πιθανότητα να διαβαστεί εξ ολοκλήρου σε μία παραλία και να επηρεάσει μελλοντικά σχέδια για βόλτες και ταξίδια. Τα «Mega Test», ιδιαίτερα όσα ξετρύπωναν τα ξεχασμένα χωριά των Βαλκανικών χωρών, εκείνα που σου λένε σε πιο ξέφωτο να κοιμηθείς στο Μαυροβούνιο, πιο ποτάμι να διασχίσεις στην Αλβανία, ποια πόρτα θα χτυπήσεις στην Βουλγαρία για να φας εξαιρετικό σπιτικό, ή πώς θα ενώσεις γνωστές περιοχές της χώρας μας από χώμα, απασχολούν για μήνες μετά την συντακτική ομάδα. Γιατί συχνά απαντάμε σε email αναγνωστών που ετοιμάζονται να κάνουν το ίδιο ταξίδι ή κάτι αντίστοιχο. Τις περισσότερες φορές απαντάμε με πράγματα που έχουν ήδη γραφτεί και το πραγματικό νόημα του μηνύματος είναι απλά για να δοθεί το έναυσμα, μία τελευταία σπρωξιά, σαν ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη που θα βοηθήσει για να παρθεί η απόφαση. Για αυτό και πολλές φορές καταλήγει σε τηλέφωνο: «Να πάμε; Θα είμαστε ασφαλείς; Να πάμε κι εκεί ή από εκεί;»…

Κάνουμε πολλά συγκριτικά στο περιοδικό, αν κι έχει περάσει λίγος καιρός από την τελευταία φορά που κάναμε ένα αντίστοιχο συγκριτικό –σε έκταση κειμένου- με superbike. Είναι δύσκολο να συγκεντρώσουμε στην Ελλάδα τις εξωτικές –πλέον- μοτοσυκλέτες, αλλά κάπως πάντα τα καταφέρνουμε. ‘Οπως την τελευταία φορά που είχαμε superbike που ο ξένος τύπος ακόμα δεν είχε οδηγήσει! Είναι κι αυτά τα συγκριτικά εξίσου επικά, όσο το ταξίδι με τις μεγάλες Adventure μοτοσυκλέτες, απλά η ιστορία της περιπέτειας στην πίστα δεν νομίζουμε πως χρειάζεται να πάρει την έκταση που έχει το ταξίδι του Mega Test. Εκεί το βράδυ μαγειρεύουμε ή «μαγειρεύουμε» αφού μερικές φορές δεν πετυχαίνει το εγχείρημα, πειράζουμε ο ένας τον άλλο, λέμε ιστορίες και εξερευνούμε το μέρος. Στο συγκριτικό των Superbike το ίδιο βράδυ απλά κοιτάμε το ταβάνι βγάζοντας μία κραυγή, μέχρι να κοιμηθούμε με ανοικτά, γουρλωμένα μάτια… Δεν έχεις λοιπόν και πολλά να γράψεις σαν ιστορία, πέρα από τα πάντα για τις ίδιες τις μοτοσυκλέτες.

 

Στο φετινό Mega Test πήγαμε κάπου που είχαμε πάνω από 15 χρόνια να το επισκεφτούμε σαν προορισμό για αυτό το συγκεκριμένο συγκριτικό. Πήγαμε στην Πελοπόννησο και παίξαμε ένα μεγάλο κρυφτό με την χειρότερη καταιγίδα που πέρασε φέτος από την Ελλάδα, βυθίζοντας την ανατολική χώρα από την Θεσσαλονίκη μέχρι την Αθήνα και τα νησιά, κάτω από πολλά χιλιοστά νερού. Δεν καταφέραμε ούτε μία μέρα να μην γίνουμε «τσακωτοί» από την βροχή, είτε λίγο είτε πολύ, από την οποία σωθήκαμε εξαιτίας των “made in Greece” αδιάβροχων της Anorak - και είμαστε πολύ περήφανοι που κάτι φτιαγμένο στην Ελλάδα, έχει τέτοια απόδοση. Εκείνο το Mega Test στο Μαυροβούνιο θα είχε εξελιχθεί πολύ καλύτερα αν τα είχαμε και τότε μαζί μας…

Προσπαθήσαμε επίσης να ξεφύγουμε από τον πολιτισμό, καθώς το βασικό χαρακτηριστικό του Mega Test είναι να αποφεύγει όπως ο διάολος το λιβάνι την ανθρώπινη παρουσία, κι αυτό δεν είναι εύκολο στην Πελοπόννησο με τα διάσπαρτα μικρά χωριά σε κοντινή απόσταση. Κι όμως η εικόνα δεν ήταν αυτή, έρημοι χωματόδρομοι, χωριά με ένα – δύο κατοίκους και ανοικτό καφενείο, χωρίς ιδιοκτήτη: Μπες, κάτσε, φάε-πιες μόνος σου, και άσε ότι έχεις ευχαρίστηση! Χωριά που τα φώτα στους δρόμους ήταν η μόνη ζωή το βράδυ, ξεδιπλώνοντας ένα απόκοσμο σκηνικό μπροστά στα πόδια μας όταν το κοιτούσαμε από ψηλά, από εκεί που θα περνούσαμε το βράδυ μας. Μπήκαμε σε μονοπάτια και μπλέξαμε με ρυάκια, από εκείνα που με τα πόδια περνάς με σχετική ευκολία και με τις μεγάλες on-off με μεγάλη δυσκολία. Γιατί αν οι δύο κοντινές όχθες έχουν ύψος κοντά στο ένα μέτρο, ή απλά το ρυάκι είναι διάσπαρτο με μεγάλες κοτρόνες στην χαμηλή του κοίτη, τότε έχεις μερικά ενδιαφέροντα προβλήματα με τις μοτοσυκλέτες των διακοσίων και βάλε κιλών, την στιγμή που με μία enduro, είτε απλά θα κόμπιαζες, είτε δεν θα έκλεινες καθόλου το γκάζι…

Αν αυτές ήταν απλές δυσκολίες, είχαμε έπειτα και πολύ καλές περιπέτειες. Από την δυνατή ζέστη, που με την απειλή της βροχής ο αέρας είχε μία υγρασία που σου έκοβε την ανάσα, ανεβήκαμε στα 2.300 μέτρα. Τυλιχτήκαμε σε πυκνή ομίχλη και γεμίσαμε τα πνευμόνια με παγωμένο αέρα, πατώντας το τελευταίο χιόνι! Ψάχναμε το σημείο που θα βάλουμε ότι είχαμε μαζί μας για να σταματήσουμε το κρύο που ήθελε να φτάσει στα κόκκαλα, αλλά ήταν αδύνατο να παλέψει κανείς με τον δυνατό αέρα που μπορούσε να σηκώσει μοτοσυκλέτα από το σταντ! Μπήκαμε σε βουνά με τόσο πράσινο και παχύ δάσος που στις φωτογραφίες γνωστοί και φίλοι αδυνατούσαν να πιστέψουν πως είναι στην Πελοπόννησο.. δεν έχουν όλοι αντιληφθεί πως από τις παραλίες και τον γεμάτο πέτρα νότο, η Πελοπόννησος έχει τεράστια βουνά καλυμμένα –ευτυχώς- με δάση!

Αυτές τις ιστορίες θα διαβάσετε στο επόμενο τεύχος, στο δεύτερο κομμάτι για το Mega Test, την πιο επική περιπέτεια με όλες τις νέες μεγάλες on-off στην χρήση για την οποία έχουν φτιαχτεί: Να ταξιδέψουν μία παρέα φίλων με τις αποσκευές τους από ξεχασμένους χωματόδρομους, επαρχιακούς με στροφές, να μπλέξουν σε δρόμους που έχουν κλείσει από κατολισθήσεις και να περάσουν απέναντι. Ραντεβού στο επόμενο τεύχος λοιπόν, για όλα αυτά!

Αν βέβαια φτάσατε ως εδώ, αυτό σημαίνει πως είσαστε ένας από τους πολλούς αναγνώστες του MOTO, καθώς έχετε σπάσει όλα τα στατιστικά που δίνονται για την έκταση που πρέπει να έχει ένα κείμενο στο διαδίκτυο. Κι έχοντας φτάσει εδώ, με εσάς, έναν από τους αναγνώστες μας, είναι ευκαιρία να επιστρέψουμε στην αρχή, σχετικά με το λάθος που έγινε στο φετινό συγκριτικό. Βλέπετε αυτό το λάθος είναι μία πάσα σε κάθε επικριτή, είναι ένα μικρό αυτογκόλ δικό μας. Το Mega Test, όπως και κάθε άρθρο του περιοδικού, γίνεται πάντα αντικείμενο συζήτησης, στην εποχή μας διαδικτυακής περισσότερο, παλιότερα σε καφετέριες κλπ… Πατώντας στο λάθος αυτό, είδαμε να χτίζεται επιχειρηματολογία και για την άποψη από συνεργάτες εταιριών που νιώθουν πως θίγονται οι μοτοσυκλέτες τους. Πάντα συνέβαινε αυτό, και πάντα συμβαίνει - στην Ελλάδα είμαστε άλλωστε. Απλά τα προηγούμενα χρόνια γινόταν σε επίπεδο πωλητή με υποψήφιο πελάτη, ωρυόταν π.χ. ο πωλητής πως δεν ξέρουμε τι γράφουμε, αν δεν του άρεσε η άποψη για την μοτοσυκλέτα που προσπαθεί να πουλήσει. Τώρα αυτές οι συζητήσεις γίνονται γραπτώς στο Facebook και μπορούμε να συμμετέχουμε όλοι. Όμως στην νέα εποχή έχει αλλάξει και η στάση των εταιριών, δεν κυνηγούν την άποψη με ακραίο τρόπο, όπως το έκαναν παλαιότερα. Ή τέλος πάντων δεν το κάνουν όλοι, καθώς πλέον υπάρχουν εταιρικές γραμμές επικοινωνίας που ορίζουν την οδό που πρέπει να ακολουθούν απέναντι σε μία αρνητική κριτική.

Ας πάρουμε το παράδειγμα της BMW, που είναι μία εταιρία με άψογη οργανωτική δομή. Είναι επίσης μία από τις εταιρίες που δεν μας δημιουργεί πρόβλημα αν υπάρξει αρνητική κριτική, φτάνει να έχουμε επιχειρήματα για όσα γράφουμε. Φανταστείτε λοιπόν κάποιον πωλητή ή συνεργάτη, να ξεφεύγει από αυτή την γραμμή και να ακολουθεί την δική του. Είτε για προσωπική ανάδειξη, για δικό του όφελος, είτε γιατί απλά δεν κατανοεί πως η άποψη για μία μοτοσυκλέτα δεν αντιπαρέρχεται με κουβέντα οπαδικού επιπέδου, όπως έχουμε συνηθίσει στην Ελλάδα, παρά μόνο με επιχειρήματα. Σε μία τέτοια κουβέντα οπαδισμού, το λάθος αυτό που κάναμε με τα tubeless ελαστικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως παράδειγμα. Μερικές φορές βέβαια είναι θέμα παρανόησης. Ένα κείμενο 15.000 λέξεων, που γίνονται 16.000 αν προσθέσεις και όλα τα box κτλ.. δεν γίνεται να διαβαστεί μία φορά, θέλει τουλάχιστον άλλη μία, πριν πεις ότι έχεις πάρει όλες τις πληροφορίες που θέλαμε να μεταφέρουμε. Άλλωστε για αυτό τυπώνεται στο χαρτί, για να το διαβάζει κανείς με την ησυχία του, με όλες τις λεπτομέρειες. Και κάτι τελευταίο, για να έχετε μία εικόνα πόσο δύσκολα είναι τα πράγματα στην ελληνική πραγματικότητα. Ο ειδικός τύπος διατρέχεται από «επαγγελματίες» που περιμένουν να γράψεις κάτι αρνητικό, κι έπειτα παίρνουν τηλέφωνο τους ανθρώπους των εταιριών να «μας δώσουν» τονίζοντας πως εκείνοι δεν θα έκαναν ποτέ κάτι τέτοιο! Θα ήταν αστείο, αν δεν ήταν τραγικό, γιατί αμέσως μετά στον δημόσιο λόγο θα σπεύσουν να υπερασπιστούν την ακεραιότητα και την δημοσιογραφία. Εμείς είμαστε μία μικρή ομάδα, που από δεκαετία σε δεκαετία έχει διαφορετική σύσταση, αλλά πριν αλλάξει συστατικά ομογενοποιείται πάντοτε με βάση εκείνη την αρχική παρέα, πριν από 32 χρόνια! Κι ένα από τα βασικά είναι να μιλάμε πάντα μέσα από την δουλειά μας, πάντα με επιχειρήματα, πάντα ανεξάρτητα. Αυτογκόλ λοιπόν από την πλευρά μας σε αυτή την περίπτωση αλλά και ένα καλό τεστ, γιατί φαίνεται πόσο συζητιέται η άποψη του περιοδικού!

 

Ducati Apollo V4

Ο Δεινόσαυρος της Ducati
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

14/8/2017

Μυστήριο και παλαιολιθικό, το αποτυχημένο Ducati Apollo V4 ανέκαθεν συνοδευόταν από ένα μεγάλο αναπάντητο ερώτημα: πώς είναι πραγματικά να το οδηγείς; Οδηγούμε το μοναδικό σωζόμενο κομμάτι στον κόσμο, σε μια προσπάθεια να απαντήσουμε στην προαιώνια απορία

Λόγω διαφόρων προβλημάτων ασφαλείας με τα λάστιχα πριν από 40 χρόνια, δεν επετράπη ποτέ και σε κανέναν δημοσιογράφο να καβαλήσει το Apollo. Αυτά μέχρι τη γενναιόδωρη απόφαση του Hiroaki Iwashita να αγοράσει το μοναδικό κομμάτι και να το επαναφέρει σε κοινή θέα, δανείζοντάς το για μεγάλο χρονικό διάστημα στο μουσείο του εργοστασίου της Ducati. Τώρα, χάρη στη σκληρή δουλειά του Giuliano Pedretti, πρώην μηχανικού της Ducati Corse, και των συναδέλφων του, που αποκατέστησαν προσεκτικά τη μία και μοναδική μοτοσυκλέτα που υπάρχει σε αυθεντική κατάσταση σε όλο τον κόσμο, μπορούμε να μάθουμε επιτέλους και πώς είναι η οδήγησή της.

Ένα λάστιχο τυλιγμένο στον λαιμό μου

Δύο Apollo κατασκευάστηκαν από τη Ducati. Η τύχη του πρώτου πρωτοτύπου, βαμμένου σε μεταλλικό χρυσό χρώμα, αγνοείται – αν υπάρχει ακόμη… Ο Iwashita-san εντόπισε το δεύτερο στην κατοχή της εταιρείας DomiRacer Inc., με έδρα στο Cincinnati των Η.Π.Α. Ο ιδιοκτήτης του, Bob Schanz, το είχε αγοράσει μαζί με όλα τα περιεχόμενα μιας αποθήκης στο New Jersey. Ανάμεσα σε διάφορα Ducati, μηχανάκια και εξαρτήματα, βρισκόταν και το δεύτερο πρωτότυπο V4.

“Ήταν εμφανώς παραμελημένο και φθαρμένο από τον χρόνο που πέρασε ως έκθεμα, αλλά το μόνο που του έλειπε ήταν το αυθεντικό ρεζερβουάρ”, μου έγραφε το 1984 ο Schanz. “Θα προσπαθήσω κάποια στιγμή να το κάνω να δουλέψει, αλλά μήπως θέλεις να το πάρεις όπως είναι;”.

Τί χαμένη ευκαιρία, άφησα να φύγει από τα χέρια μου μια μοναδική μοτοσυκλέτα της ιστορίας της Ducati, αυτό που σήμερα είναι αναμφίβολα μια μοτοσυκλέτα του ενός εκατομμυρίου!

Κάπως έτσι, το Apollo αγοράστηκε από τον Iwashita δύο χρόνια μετά –έναντι 17.000 δολαρίων, που ήταν ένα αρκετά σημαντικό ποσό το 1986–, ο οποίος το “έκρυψε” στην προσωπική του συλλογή μέχρι το 1995 που το εμφάνισε σε μια έκθεση κλασικών μοτοσυκλετών στο Τόκυο. Τα νέα για την ύπαρξη της μοτοσυκλέτας έφτασαν γρήγορα στη Ducati, και όταν εγκαινιάστηκε το νέο μουσείο στα πλαίσια της εξαγοράς από την TPG το ’96, έγιναν άμεσα οι απαραίτητες κινήσεις ώστε το Apollo να γίνει το κεντρικό έκθεμα. Προηγουμένως η ομάδα του Pedretti φρόντισε να αποκαταστήσει πλήρως το τετρακύλινδρο V, που τώρα είναι έτοιμο να οδηγηθεί και να μας αποκαλύψει τα μυστικά του – αρκεί να έχουν βρει σύγχρονα λάστιχα, γιατί δεν θα ήθελα να μιμηθώ τον Fuzzi Librenti 40 χρόνια πριν και να βρεθώ με τη γόμμα του πίσω λάστιχου τυλιγμένη γύρω από τον λαιμό μου…

Σερφ σε γιγάντια κύματα

Στην πραγματικότητα, τα ασπρόμαυρα 16 ιντσών Goodyear που φοράει σήμερα το Apollo είναι του ίδιου τύπου με τα λάστιχα που είχε όταν πρωτοπαρουσιάστηκε στη Daytona, 40 χρόνια πριν. Τουλάχιστον, είναι φρεσκοφορεμένα, από καινούργιο στοκ, αρκετά για μια ευγενική βόλτα κατά την οποία το κοντέρ της Jaeger δεν ξεπέρασε ποτέ την ένδειξη των 70 μιλίων ανά ώρα – σωστά διαβάσατε, μίλια, αμείλικτη απόδειξη για την εθνικότητα της αγοράς που στόχευε το Apollo.

Σε ύψος μόλις 760mm, η φαρδιά και άνετη σέλα –η αυθεντικότητα της οποίας τονίζεται από τη στάμπα μιας κούπας καφέ της δεκαετίας του ’60 στο κρεμ χρώματος, βινύλ κάλυμμά της!– είναι εύκολα προσβάσιμη, και μόλις καθίσεις επάνω της εντυπωσιάζεσαι από το πόσο χαμηλό και λεπτό δείχνει το μηχανάκι, ελάχιστα πιο ογκώδες από οποιοδήποτε desmo V2. Το ψηλό τιμόνι είναι σήμα κατατεθέν της δεκαετίας του ’60 και ακόμη περισσότερο αμερικάνικου στυλ, αν και όχι τόσο υπερβολικό όπως σε πολλά Harley, συνδυασμένο με μαρσπιέ που δεν είναι καθόλου μπροστά τοποθετημένα, όπως στην πλειοψηφία των σύγχρονων cruisers. Το καλό με αυτή τη θέση οδήγησης είναι ότι, όντας πραγματικά πολύ άνετη στις χαλαρές βόλτες, δεν σου προκαλεί κανένα πρόβλημα και σε υψηλότερες ταχύτητες – και παρά το ψηλό τιμόνι, δεν νιώθεις την ανάγκη να κρατηθείς γερά από αυτό, με αποτέλεσμα σταθερότητα στη γρήγορη οδήγηση.

Βάζω το κλειδί στον διακόπτη πάνω στο φανάρι και αγνοώ επιδεικτικά τη μανιβέλα, η μίζα της Fiat τα καταφέρνει μια χαρά να θέσει σε λειτουργία τον κινητήρα. Τα τέσσερα αγωνιστικά Dell’Orto που φοράει η μοτοσυκλέτα αποδεικνύουν ότι ήταν ρυθμισμένη για επιδόσεις. Ο ήχος της εξάτμισης του Apollo είναι οπωσδήποτε μοναδικός: δεν μοιάζει καθόλου με αυτόν των V4 της Honda, έχει μάλλον μια χαρακτηριστική χροιά ενός σύγχρονου desmo V2, μόνο που ακούγεται πιο γεμάτος και πιο υψίσυχνος, ακόμη και στις χαμηλές στροφές. Πραγματικά πολύ ιδιαίτερος.

Ψάχνω τον λεβιέ ταχυτήτων, βρίσκεται δεξιά και οι ταχύτητες είναι ανάποδα, η πρώτη πάνω και οι άλλες τέσσερις κάτω. Η διαδικασία των αλλαγών με τον πολύ μακρύ λεβιέ είναι αργή, ανάλογη της εποχής του Apollo – αν βιαστείς, θα βρεις σίγουρα νεκρά. Το μοναδικό αυτό Ducati έχει ψυχή στις επιταχύνσεις και οι σχέσεις του δείχνουν πολύ μακριές, ειδικά από τη δεύτερη έως και την τέταρτη ταχύτητα, αλλά η αίσθηση που σου δίνει μοιάζει περισσότερο με μοτοσυκλέτας του ’80 παρά του ’60. Φτιαγμένο για τις Η.Π.Α., το Apollo ειδικεύεται στο cruising, και γρήγορα ανακαλύπτεις ότι ο καλύτερος τρόπος για να το οδηγήσεις είναι να φτάνεις γρήγορα στην πέμπτη ταχύτητα. Δεν πειράζει αν οι στροφές πέσουν χαμηλά, ο τετρακύλινδρος κινητήρας των 1.256cc έχει άφθονη ροπή που βγαίνει στον δρόμο σαν να σερφάρεις πάνω σε τεράστια κύματα. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη από τις αρχικές ανακοινώσεις της Ducati για την τιμή της ροπής αυτής της μοτοσυκλέτας, και είναι πραγματικά κρίμα, γιατί είμαι βέβαιος ότι αν το ανεβάσουν σήμερα στο δυναμόμετρο, το νούμερο που θα προκύψει θα κάνει πολλές σύγχρονες κατασκευές να κοκκινίσουν από ντροπή.

Ραπτομηχανή εναντίον μίξερ

Παρ’ όλα αυτά, ο αναμφίβολα εντυπωσιακός κινητήρας του Apollo δεν είναι καθόλου αντιπροσωπευτικός των πρώιμων ’60s. Δίπλα σε ένα βρετανικό δικύλινδρο της ίδιας εποχής ή ένα Harley οποιασδήποτε εποχής, μοιάζει σαν να συγκρίνεις μια ραπτομηχανή με ένα μίξερ όσον αφορά τους κραδασμούς και την άνεση στην οδήγηση – μόνο ένα BMW boxer μπορούσε να αποδίδει τόσο μεταξένια τη δύναμή του εκείνη την εποχή. Σεβόμενος τη σπανιότητα του Apollo (και την απόλυτη έλλειψη ανταλλακτικών!), δεν δοκίμασα να φτάσω τις στροφές στα κόκκινα, αλλά ακόμη κι αν πλησιάσεις σχετικά ψηλά απολαμβάνεις την ίδια τεμπέλικη και χαλαρή λειτουργία από τον κινητήρα. Σε μια εποχή που δεν υπήρχαν καθόλου τετρακύλινδρες μοτοσυκλέτες, ούτε καν το 600cc MV Agusta που μπήκε στην παραγωγή το 1966, το Apollo θα είχε θέσει τα στάνταρ από πλευράς απόδοσης και άνεσης και θα είχε προσφέρει έναν στόχο για τους Ιάπωνες. Ήταν πραγματικά μια μοτοσυκλέτα μπροστά από την εποχή της, γεμάτη πρωτοποριακή τεχνολογία.

Το μοναδικό αυτό Ducati έχει ψυχή στις επιταχύνσεις

Αυτά όσον αφορά τον κινητήρα, διότι από πλευράς κρατήματος το Apollo ήταν ικανοποιητικό αλλά όχι κάτι το ξεχωριστό. Υπεύθυνη ήταν η αμερικανική αστυνομία με τον κανονισμό της για ζάντες 16 ιντσών σε μια μοτοσυκλέτα που φώναζε ότι έχει ανάγκη τα 18άρια σπορ λάστιχα που τότε είχαν κυκλοφορήσει. Ακόμη και χωρίς τα προβλήματα ασφαλείας που οδήγησαν στην εξαφάνιση του Apollo, τα αυτοκινητάδικα Goodyear με τους σαφείς δυναμικούς περιορισμούς χαντακώνουν οριστικά τις δυνατότητές του. Δείχνουν και αισθάνονται τελείως ακατάλληλα για οτιδήποτε μεγαλύτερο από 15 μοίρες κλίσης, και παρότι είναι εύκολο να ξύσεις κάτω τα μαρσπιέ χωρίς αίσθημα ανασφάλειας, αντιλαμβάνεσαι γρήγορα τις παραμορφώσεις του ελαστικού μόλις αρχίσεις να ζητάς το κάτι παραπάνω στις στροφές. Το μακρύ μεταξόνιο σε κάνει να αισθάνεσαι σα να οδηγείς φορτηγό στις σφιχτές στροφές, με αντιστάθμισμα όμως το καλό κράτημα στις γρήγορες ανοιχτές καμπές, όπου οι ανέλπιστα αποδοτικές αναρτήσεις της Ceriani δείχνουν το καλό πρόσωπο που θα περίμενε κανείς πριν 40 χρόνια – παρόλο που είναι αρκετά ενδοτικές ώστε να μην ταλαιπωρείσαι στις λακκούβες με μια μοτοσυκλέτα 271 κιλών στεγνού βάρους.

Ειλικρινά, το μόνο πράγμα που θα προκαλέσει ανησυχία, εκτός της βαριάς αίσθησης και των γελοίων ελαστικών, είναι τα φρένα. Τα δύο ταμπούρα 220mm είναι αρκετά μόνο για μικρές ταχύτητες, ενώ μετά από μερικά γερά φρεναρίσματα η απόδοσή τους άρχιζε να φθίνει σημαντικά, κάνοντας τη μανέτα του μπροστινού να φτάνει μέχρι το γκριπ χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα. Σύμφωνοι, με τα στάνταρ της εποχής αυτά τα φρένα βρίσκονταν κάπου στον μέσο όρο – αλλά η απόδοση αυτού του εκπληκτικού κινητήρα ήταν πολύ μπροστά και, ως αποτέλεσμα, τα ελαστικά δεν ήταν το μόνο θέμα που χρειαζόταν άμεσης προσοχής, άσχετα αν αποδείχθηκαν ο λόγος που το Apollo εξαφανίστηκε τελείως.

Χαμένες ευκαιρίες

Ήταν μια τραγωδία σε δυο ρόδες, χάρη στην ανικανότητα των εταιρειών ελαστικών να φτιάξουν το κατάλληλο προϊόν για τις επιδόσεις μια τόσο βαριάς και δυνατής μοτοσυκλέτας. Οι μοτοσυκλετιστές της δεκαετίας του ’60 στερήθηκαν την ευκαιρία να καβαλήσουν την πρώτη μιας σειράς τετρακύλινδρων μοτοσυκλετών που θα ακολουθούσαν. Ο Jοe Berliner είχε τη σωστή ιδέα, ζητώντας από τη Ducati το 1961 να φτιάξει το Apollo, αλλά για λάθος λόγους. Αν δεν είχαν επικεντρώσει το ενδιαφέρον τους στην αμερικάνικη αγορά και την επιμονή της στους τροχούς 16 ιντσών, αν είχαν συλλάβει το Apollo ως την πρώτη τετρακύλινδρη σπορ μοτοσυκλέτα του κόσμου με τα ανάλογα λάστιχα, φρένα και κρατήματα –ακόμη και σε τιμή υψηλότερη από αυτήν του Triumph Bonneville, που ήταν η απόλυτη σπορ μοτοσυκλέτα της εποχής του ’60–, τότε η αμερικάνικη αγορά δεν θα υποχρεωνόταν να περιμένει άλλα δέκα χρόνια για να παρουσιάσει η Kawasaki το Z1 και η Honda το CB 750. Αφότου το οδήγησα, είμαι πεπεισμένος ότι το Ducati Apollo ήταν μια από τις μεγαλύτερες χαμένες ευκαιρίες του παγκόσμιου μοτοσυκλετισμού.

 

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΠΟΛΛΩΝΑ

Τα τελευταία 40 χρόνια η Ducati φλέρταρε με τους V4 κινητήρες, χωρίς ποτέ (μέχρι τώρα και τα MotoGP) να τους υιοθετήσει κανονικά. Ο θρυλικός Fabio Taglioni παρήγαγε περισσότερα από 1000 σχέδια στα 30 χρόνια της κυριαρχίας του, και μοιραία το πλούσιο βιογραφικό του θα περιελάμβανε και τετρακύλινδρα. Για την ακρίβεια, έφτιαξε τρία διαφορετικά. Το πιο πρόσφατο ήταν το σχέδιο Bipantah, με την ένωση δύο V2 κινητήρων Pantah, σχέδιο που τερματίστηκε λίγο πριν τη συνταξιοδότησή του το 1984, ενώ πρώτο ήταν το τετρακύλινδρο εν σειρά 125 GP του 1964, που δεν έτρεξε ποτέ. Την ίδια εποχή ο Taglioni συνέλαβε το Apollo 1260, το διασημότερο εκ των τριών

 

Στις αρχές της δεκαετίας του ’60, η Ducati ήταν μια από τις πολλές μικρές εταιρείες της Ιταλίας που πάσχιζαν να επιβιώσουν, μετά την ανηλεή επίθεση της Fiat με το 500 (το “πεντακοσαράκι”) που, πωλούμενο σε εκατοντάδες χιλιάδες, έβαλε τέλος στη μοτοσυκλετιστική ανάπτυξη της περασμένης δεκαετίας. Με την παραγωγή της να έχει πέσει στις 6.000 μοτοσυκλέτες ετησίως, η Ducati επιβίωνε χάρη στις κρατικές χορηγίες και βασιζόταν επίσης πολύ στην αμερικάνικη αντιπροσωπεία, Berliner Motor Corporation, όπου πουλιόταν σχεδόν το 85% της ετήσιας παραγωγής της. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι τότε οι αδελφοί Joe και Mike Berliner ουσιαστικά κινούσαν τα νήματα της Ducati.

Με το βλέμμα στη Harley

Ο μεγάλος αδελφός, Joe, ήταν πεπεισμένος για τη δυναμική της αγοράς των Η.Π.Α. –ειδικά μετά την τάση απόρριψης των μονοπωλίων, που έκανε τις αστυνομικές διευθύνσεις να ψάχνουν και εκτός Harley-Davidson–, και, με την Indian να σβήνει, αυτό σήμαινε ότι οι εισαγόμενες μοτοσυκλέτες είχαν ελπίδες. Αρχικά κοίταξαν προς τη μεριά της Zundapp, αλλά το ΚS601 σταμάτησε ξαφνικά να παράγεται το 1958, αν και είχε αρέσει πολύ στις Η.Π.Α. Έτσι, οι αδελφοί Berliner ζήτησαν από τη Ducati να σχεδιάσει μια μοτοσυκλέτα κατάλληλη για τη χρήση αυτή. Οι προδιαγραφές της αμερικανικής αστυνομίας είχαν μερικούς απαράβατους περιορισμούς: ο κυβισμός έπρεπε να είναι τουλάχιστον 1.200cc, το μεταξόνιο το λιγότερο 1.515mm και οι τροχοί 5.00 x 16’’ – τίποτε άλλο δεν θα γινόταν δεκτό.

Ο Taglioni έπιασε δουλειά και κατέληξε σε έναν αερόψυκτο V4 κινητήρα 90 μοιρών για τη βέλτιστη απόσβεση κραδασμών χωρίς αντικραδασμικό άξονα, στρόφαλο 180 μοιρών (δηλαδή τα πιστόνια ανεβοκατέβαιναν σε ζεύγη, σαν δύο συζευγμένοι V2) και κυβισμό 1.256cc, ελάχιστα παραπάνω από το σημείο αναφοράς, το μεγαλύτερο τότε Harley, το Duo Glide στα 1.215cc. Οι Berliner πρότειναν ακόμη υγρόψυξη, που ο Taglioni απέρριψε ως πολύπλοκη και άχρηστη, και άξονα, κάτι που ο Ιταλός σχεδιαστής δεν εμπιστευόταν. Άφησε ωστόσο χώρο στο σχέδιό του για αυτόματη μετάδοση που σκόπευε αργότερα να χρησιμοποιήσει.

Με διαστάσεις 84,5 x 56, αυτός ο κινητήρας ήταν ό,τι πιο υπερτετράγωνο είχε σχεδιάσει ποτέ ο Taglioni. Εγκατεστημένος ως ενεργό μέρος σε ένα στιβαρό ανοιχτό, διπλό πλαίσιο, οπωσδήποτε θα χάριζε στο Apollo καλύτερα κρατήματα από οποιοδήποτε μηχανάκι της Harley – η οποία, με τη σειρά της, μόλις είχε ανακαλύψει την πίσω ανάρτηση…

Το Apollo είχε ανάγκη τις επιδόσεις του, αλλά, μέχρι η τεχνολογία των ελαστικών να το προφτάσει, ήταν θανατηφόρο

Έτοιμο για ροντέο

Σχετικά συμπαγές σε διαστάσεις, με τον αλουμινένιο κινητήρα του να βοηθά στο να κρατιέται το βάρος στα 271 κιλά (έναντι 291 των Harley), το πρωτότυπο οδηγήθηκε πρώτα από τον Franco Farne, που διαμαρτυρήθηκε μετά την πρώτη του βόλτα ότι “στρίβει σαν νταλίκα!” Παρ’ όλα αυτά, πιστό στον “Αμερικάνικο Τρόπο”, το Ducati Berliner 1260 Apollo –όπως έγινε επισήμως γνωστό– προσέφερε τις απαραίτητες επιδόσεις στην ευθεία, με 100 ίππους στις 7.000 στροφές, πολύ πάνω από τους 55 ίππους του Harley, και τελική ταχύτητα άνω των 200 χιλιομέτρων. Ιδιαίτερα εντυπωσιακά νούμερα, που αφορούσαν τη δυνατότερη μοτοσυκλέτα που είχε κατασκευαστεί μεταπολεμικά στην Ευρώπη. Επίσης, καταδικαστικά νούμερα, όπως ανακάλυψε ο δοκιμαστής της Ducati, Giancarlo “Fuzzi” Librenti. Πηγαίνοντας στην Autostrada για αρκετή ώρα με πάνω από 160, το πίσω λάστιχο άρχισε να διαλύεται. “Κατά κάποιον τρόπο που δεν μπορώ να περιγράψω, κατάφερα να το σταματήσω με τον πίσω τροχό μπλοκαρισμένο, είναι ένα θαύμα που ζω!”, δήλωσε ο Fuzzi. “Τώρα είμαι έτοιμος για ροντέο”, αστειευόταν αργότερα.

Σύντομα οι Ιταλοί ανακάλυψαν ότι το συμβάν με τον Librenti δεν ήταν μεμονωμένο. Ο κινητήρας ήταν πολύ δυνατός για τα 16άρια λάστιχα, ενώ δεν γλύτωσε ούτε η πιο ήπια έκδοση με τα μικρότερα Dell’Orto, που σταματούσε στους 80 ίππους. Η Ducati προχώρησε και σε μια ακόμη πιο κλειστή έκδοση με 65 ίππους, πάλι πάνω από τους 55 των Harley, η οποία δεν αντιμετώπιζε πρόβλημα με τα λάστιχα – όμως πλέον δεν μπορούσαν να πουλήσουν το Apollo ως ένα λουσάτο sport-touring, αφού πλέον οι επιδόσεις του υπολείπονταν συγκρινόμενες με των BMW και των βρετανικών δικύλινδρων. Το Apollo είχε ανάγκη τις επιδόσεις του, αλλά, μέχρι η τεχνολογία των ελαστικών να το προφτάσει, ήταν θανατηφόρο.

Η κληρονομιά

Αυτή ήταν η ιδανική ευκαιρία για τη νέα Χριστιανοδημοκρατική κυβέρνηση της Ιταλίας να ακυρώσει το πρόγραμμα που ξεκίνησε στην πόλη-προπύργιο των κομουνιστών, τη Bologna. Η δικαιολογία τους ήταν ότι με μόνες πωλήσεις αυτές της αστυνομίας, το πρόγραμμα ήταν πολύ ακριβό για να δικαιολογήσει τις επενδύσεις στο εργοστάσιο της Ducati για μια νέα γραμμή παραγωγής. Την ώρα που ο Berliner έπειθε τον ένα μετά τον άλλο τους διοικητές αστυνομικών διευθύνσεων των Η.Π.Α. να αγοράσουν το Apollo, στην Ιταλία αποφασίστηκε διστακτικά η διακοπή του προγράμματος. Τα δύο πρωτότυπα που είχαν σταλεί στις Η.Π.Α. κλείστηκαν στις αποθήκες των αδελφών Berliner στο New Jersey και έμειναν ξεχασμένα σε μια γωνία για δύο δεκαετίες. Ήταν η υπενθύμιση μιας μοτοσυκλέτας που σκοτώθηκε από τις αψιμαχίες δύο πολιτικών κομμάτων στην Ιταλία και από τη δική της προχωρημένη τεχνολογία.

Παρ’ όλα αυτά, η μνήμη του Apollo συνέχισε να υπάρχει. Όπως τόνιζε ένα προφητικό άρθρο του περιοδικού Motociclismo το 1963, ο μισός V4 θα ήταν ιδανική βάση για μια οικογένεια V2 90 μοιρών. Πέντε χρόνια αργότερα, ο Taglioni σχεδίασε τον πρώτο V2 750cc που είχε τις ρίζες του στον V4 του Apollo. Τριάντα χρόνια και δέκα παγκόσμιους τίτλους SBK αργότερα, η Ducati έχει την τιμή να αντιγράφεται από τη Honda και τη Suzuki, και τώρα είναι η σειρά του Desmosedici να αποδείξει την αξία του V4 – γεννώντας μια νέα οικογένεια μοντέλων δρόμου που πλέον ξέρουμε ότι θα πραγματοποιηθεί. Άραγε, θα λέγεται κανένα από αυτά Apollo;

TEXNIKA ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

Κατασκευαστής / Μοντέλο                                                    Ducati Apollo 1260

Κινητήρας:                                                                              Τετράχρονος, αερόψυκτος, τετρακύλινδρος V 90o, 2 B/K και ένας εκκεντροφόρος με ωστήρια

Διάμετρος x Διαδρομή (mm):                                                84,5 x 56

Χωρητικότητα (cc):                                                                1.256

Σχέση συμπίεσης:                                                                   10:1

Τροφοδοσία:                                                                            4 καρμπιρατέρ 29mm Dell’Orto

Τύπος συμπλέκτη:                                                                  Υγρός πολύδισκος

Τελική μετάδοση:                                                                   Κιβώτιο πέντε σχέσεων, αλυσίδα

Πλαίσιο:                                                                                   Ατσάλινο διπλό ανοιχτό

Μεταξόνιο (mm):                                                                     1.555

Ύψος σέλας (mm):                                                                  760

Βάρος (kg):                                                                              271 στεγνό

Ανάρτηση εμπρός:                                                                  Τηλεσκοπικό πιρούνι Ceriani 38mm

Ανάρτηση πίσω:                                                                     Δύο αμορτισέρ Ceriani

Φρένο εμπρός / πίσω:                                                             Ταμπούρο 220mm με ένα έκκεντρο

Ελαστικό εμπρός / πίσω:                                                       5,00 x 16

Ισχύς εργοστασίου (hp/rpm):                                                 100 / 7.000

Τελική ταχύτητα (km/h):                                                        200

Ετικέτες