Με ποιους τρόπους κλέβουν τις μοτοσυκλέτες

Συνήθεις τακτικές για ξέρουμε πως να προστατευτούμε
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

30/1/2018

Όσοι έχουν πέσει θύματα κλοπής, συνήθως μένουν σοκαρισμένοι με τον τρόπο και την εφευρετικότητα των κλεφτών. Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει μέχρι στιγμής κάποιος τρόπος άμυνας που να μας εξασφαλίζει πλήρη προστασία. Όμως αν ξέρεις ποιες κατηγορίες κλεφτών υπάρχουν και ποιες μεθόδους χρησιμοποιούν, σίγουρα θα σε βοηθήσει να προστατευτείς σε μεγάλο βαθμό και τουλάχιστον να αποτρέψεις τους περισσότερους από αυτούς να βάλουν τα βρώμικα χέρια τους στην μοτοσυκλέτα σου.

Μικροαπατεώνας-“πρεζάκι”
Αυτή η κατηγορία των κλεφτών συνήθως βάζει στόχο δίκυκλα που είχαν οι ίδιοι ή φίλοι τους και γνωρίζουν πώς να τα βάζουν μπροστά, ακόμα και χωρίς εργαλεία. Παπιά, scooter και παλαιάς τεχνολογίας μοτοσυκλέτες είναι τα βασικά θύματά τους. Δρουν μόνοι τους ή σε μικρές παρέες και κλέβουν ότι τους είναι εύκολο να σπρώξουν με τα χέρια.
Έχουν “άκρες” για να πουλήσουν μεμονωμένα ανταλλακτικά (αλουμινένιες ζάντες για παπιά, μεγάλα καρμπιρατέρ κ.τ.λ.), είτε μέσα στις παρέες τους, είτε σε συνεργεία, είτε μέσω αγγελιών.

 

Πως τους αποτρέπεις;

 Ένα καλό λουκέτο και το κλείδωμα σε σταθερό σημείο (π.χ. κολόνες) συνήθως τους βάζει σε μπελάδες και τα παρατάνε (οι συγκεκριμένοι). Οι συναγερμοί πάλι όμως όχι, απλά γιατί βρίσκονται σε κίνηση εκείνη την στιγμή νιώθοντας πως η βασική "δουλειά" έχει γίνει.. 

Γυρολόγοι οι “Ημι-επαγγελματίες”
Το βασικό τους επάγγελμα δεν είναι η κλοπή δικύκλων, αλλά αν τους το κάνεις εύκολο δεν έχουν κανένα πρόβλημα να φορτώσουν στο van ή στην καρότσα του φορτηγού οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα και να την πουλήσουν ακόμα και για παλιοσίδερα με το κιλό.

Πολλές φορές δεν ξέρουν καν την αξία του δικύκλου που έκλεψαν και σπάνια το κριτήριο επιλογής έχει να κάνει με το μοντέλο. Κάποιοι από αυτούς δρουν πιο οργανωμένα και δέχονται “παραγγελίες”, αλλά σπάνια έχουν τις γνώσεις για να τις εκτελέσουν!

Από αυτούς κινδυνεύουν δίκυκλα που είναι εκτεθειμένα για μεγάλα χρονικά διαστήματα στα βλέμματα των περαστικών ή δείχνουν βρώμικα και παραμελημένα.  

 

Πως τους αποτρέπεις;

Το κλείδωμα σε σταθερό σημείο και η δυσκολία να μεταφέρουν το δίκυκλο έως το φορτηγό τους είναι τα μόνα που αποτρέπουν τους συγκεκριμένους.

Παραγγελιοδόχοι μικρού και μεσαίου επιπέδου
Σε αυτή την κατηγορία εντάσσονται οι περισσότεροι κλέφτες δικύκλων. Βγάζουν χρήματα συνεργαζόμενοι με συνεργεία ή καταστήματα πώλησης δικύκλων. Δρουν με συγκεκριμένα κριτήρια και επιλέγουν στόχους που ξέρουν ήδη ότι έχουν πελάτες ή μπορούν να βρουν εύκολα πελάτες. Η εμπειρία, ο εξοπλισμός και οι γνώσεις τους επαρκούν για να κλέψουν τις περισσότερες σύγχρονες μοτοσυκλέτες αλλά όχι απεριόριστες, ενώ δεν έχουν αποκτήσει ακόμα βαρύ ποινικό μητρώο. Αυτό σημαίνει ότι κοιτάνε τους πιο εύκολους στόχους και προσπαθούν να αποφύγουν την σύλληψή τους.  

 

Πώς να τους αποτρέψεις;
Τους ενδιαφέρει να μην γίνουν αντιληπτοί και προσπαθούν να αποφύγουν τις χρονοβόρες και θορυβώδεις κλοπές. Παρακολουθούν τα θύματά τους και κάνουν εκτίμηση του κινδύνου, οπότε ένα κλειστό γκαράζ, ένας δυνατός συναγερμός και ένα καλής ποιότητας λουκέτο είναι η τελευταία επιλογή που θα έκαναν.

Επαγγελματίες και συμμορίες
Μπαινοβγαίνουν συχνά στις φυλακές για διάφορα αδικήματα, οπότε έχουν αποκτήσει αρκετό θράσος για να τολμούν να κλέβουν δίκυκλα μέρα μεσημέρι, μπροστά στα μάτια του ιδιοκτήτη. Η σύλληψη από την αστυνομία τους είναι αδιάφορη. Έχουν τα πάντα από εξοπλισμό και το μόνο κριτήριο για το ποιο δίκυκλο θα κλέψουν, έχει να κάνει μόνο με τις απαιτήσεις του πελάτη τους και όχι με τον βαθμό δυσκολίας. Συνήθως έχουν οι ίδιοι στην κατοχή τους συνεργεία και καταστήματα πώλησης των κλοπιμαίων. Παρακολουθούν τα θύματά τους και ξέρουν με κάθε λεπτομέρεια τι θα χρειαστεί να κάνουν για να πάρουν αυτό που θέλουν. Χρησιμοποιούν πληροφοριοδότες και αν χρειαστεί έρχονται σε προσωπική επαφή με τα θύματά τους. Κάποιοι από αυτούς κάνουν τουρισμό-κλοπών σε άλλες χώρες.
 
Πώς να τους αποτρέψεις;
Δυστυχώς δεν μπορείς να κάνεις κάτι όταν ο κλέφτης δεν φοβάται να συλληφθεί από την αστυνομία και έχει για σπίτι του τις φυλακές. Ένα σύστημα εντοπισμού GPS-Tracking ίσως σε βοηθήσει να βρεις το δίκυκλό σου ή τμήματά του. Για να τους αποτρέψεις πάντως δεν υπάρχει κάτι. Ούτε κάμερες παρακολούθησης, ούτε συναγερμοί, ούτε υπόγεια γκαράζ, ούτε η παρουσία της αστυνομίας τους τρομάζει. Ζουν μέσα στις φυλακές και το μόνο που ξέρουν να κάνουν έξω από αυτές είναι να κλέβουν.

 

Καθώς όμως δεν γίνεται να επιλέξεις εκείνον που θα προσπαθήσει να κλέψει την μοτοσυκλέτα σου, και καθώς το κακό έχει παραγίνει με την αστυνομία να μην είναι σε θέση να περιορίσει το φαινόμενο των κλοπών, αυτές είναι ορισμένες γενικές οδηγίες που αν και γενικά γνωστές, τις υπενθυμίζουμε με στόχο να περιορίσουμε το μεγάλο πρόβλημα των κλοπών.

Γενικοί κανόνες ασφαλείας

Οι πιλοτές των πολυκατοικιών δεν προσφέρουν καμία προστασία από τους κλέφτες

Τα λουκέτα δισκόφρενου προσφέρουν πολύ μικρή προστασία. Όταν τα χρησιμοποιείτε, να τα βάζετε στο πίσω δισκόφρενο ανάμεσα στη δαγκάνα και το ψαλίδι και όχι στο εμπρός δισκόφρενο. Σε κάθε περίπτωση προτιμήστε τα κλασικά πέταλα

Οι συναγερμοί μπορεί να ακούγονται, αλλά κανένας πια δεν δίνει σημασία στους δημόσιους χώρους.

Παρ’ όλα αυτά μπορούν να αποτρέψουν ένα μεγάλο ποσοστό κλοπών, οπότε καλό είναι να έχετε έναν στη μοτοσυκλέτα σας.

Βάλτε σύστημα εντοπισμού GPS-tracking

Όταν αγοράζετε δίκυκλο μην δέχεστε ως δώρο κλειδαριές ασφαλείας, λουκέτα και πέταλα από κανένα κατάστημα ή συνεργείο. Μην βάζετε συναγερμούς σε συνεργεία που δεν γνωρίζετε την αξιοπιστία και το παρελθόν τους

Όσο λιγότεροι βλέπουν τη μοτοσυκλέτα σας, τόσο λιγότεροι θα είναι και οι κλέφτες που θα την βάλουν στο μάτι. Οπότε μην την εκθέτετε συχνά σε σημεία που μπορεί να στοχοποιηθεί

Αν κλαπεί η μοτοσυκλέτα σας, δηλώστε τη στην αστυνομία. Ποτέ μην δώσετε χρήματα σε αγνώστους για να σας την φέρουν πίσω. Πιθανότατα δεν έχουν καν τη μοτοσυκλέτα σας κι απλώς διάβασαν την αγγελία με την κλοπή της.

Όταν αγοράζετε μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα, να αποφεύγετε πάντα όσες έχουν πάνω τους εξαρτήματα από άλλα μοντέλα της ίδιας ή άλλης εταιρείας.  

 

Η γένεση της αξιόπιστης ιαπωνικής πολυπλοκότητας

Με το πλεονέκτημα της επιλεκτικής "αντιγραφής"
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

25/7/2022

Από το 1900 τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες είχαν ξεπεράσει το στάδιο της “πατέντας” και του “πρωτότυπου” και είχαν γίνει πλέον “βιομηχανικά προϊόντα”. Έως το 1940 οι μηχανολόγοι είχαν ανακαλύψει και είχαν δοκιμάσει τα πάντα σε ό,τι είχε σχέση με τους κινητήρες εσωτερικής καύσης. ΤΑ ΠΑΝΤΑ.

Υπερσυμπιεστές, ψεκασμοί, δεσμοδρομικά συστήματα κίνησης βαλβίδων, υγρόψυκτοι δίχρονοι, δίχρονοι με υπερσυμπιεστή, τετραβάλβιδοι θάλαμοι καύσης, εκκεντροφόροι επικεφαλής, ξηρά κάρτερ, κράματα μαγνησίου και αλουμινίου, ηλεκτρικά αυτοκίνητα, τετρακύλινδρες εν σειρά μοτοσυκλέτες, V12 και V16 αυτοκίνητα, αυτοφερόμενα πλαίσια monocoque, αναρτήσεις μοχλισμού, υδραυλικά αμορτισέρ, υδραυλικά φρένα, περιστροφικά αμορτισέρ… You name it!

 

Τετρακύλινδρη εν σειρά του 1912

Οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα και αυτοκίνητο έχει κατασκευαστεί μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έχει “αντιγράψει” μία ή περισσότερες τεχνολογικές λύσεις που ήδη υπήρχαν από το 1930 (οι περισσότερες από αυτές από το 1915). Οπότε όποιος κατηγορεί οποιονδήποτε για αντιγραφή βλέπει τον κόσμο μέσα από την κλειδαρότρυπα του δωματίου του, διότι στην πραγματικότητα θα πρέπει να χρησιμοποιούμε τον όρο “επιλογή” και όχι “αντιγραφή”.

 

Μέχρι το 1950 που οι Αμερικάνοι και οι Ρώσοι άρχισαν να χρησιμοποιούν μαζικά την τεχνολογία των κινητήρων Jet και των πυραύλων που είχαν πάρει από τους Ναζί, ξεκινώντας τον σκληρό ανταγωνισμό τους για την κατάκτηση του διαστήματος, τα μαχητικά αεροπλάνα χρησιμοποιούσαν κινητήρες εσωτερικής καύσης με έμβολα. Διαθέτοντας άφθονο χρήμα και τους καλύτερους μηχανολόγους του κόσμου, οι πολεμικοί αεροπορικοί κινητήρες της κάθε χώρας αποτελούσαν την τεχνολογική αφρόκρεμα, καθώς η απόδοση και η αξιοπιστία τους έκρινε το αποτέλεσμα της μάχης. Την ίδια στιγμή, τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες απευθύνονταν αποκλειστικά στους βαθύπλουτους και την πολύ υψηλή κοινωνία, αποτελώντας αντικείμενα επίδειξης οικονομικής δύναμης και όχι μεταφορικά μέσα. Αυτό σημαίνει πως ο βασικός στόχος των κατασκευαστών τους ήταν να εντυπωσιάσουν τους πελάτες με τις επιδόσεις και την “ανώτερη” τεχνολογία τους, υιοθετώντας κάθε τι που είχε σχέση με τα πολεμικά αεροπλάνα και δεν είναι καθόλου τυχαίο που πολλά αυτοκίνητα της εποχής είχαν στον πίνακα οργάνων τους δείκτη υψόμετρου! 

 

Κινητήρας Peugeot με δεσμοδρομικό σύστημα κίνησης βαλβίδων του 1916

Η μέγαλη διαφορά του τότε με το σήμερα είναι πως δεν υπήρχε εύκολος τρόπος να αντιγράψεις τις τεχνολογικές λύσεις μιας άλλης χώρας.

Τα ταξίδια από τη μία χώρα στην άλλη διαρκούσαν μήνες, τα πανεπιστήμια δεν είχαν internet και η επικοινωνία γινόταν με… ταχυδρομικά περιστέρια.

Το τί έκαναν οι υπόλοιποι μηχανολόγοι στις άλλες χώρες το μάθαινες και το έβλεπες στους αγώνες ταχύτητας και στο πεδίο της μάχης. Προφανώς στις μάχες δεν υπήρχε περίπτωση να σου πει ο πιλότος της αντίπαλης χώρας για την τεχνολογία του αεροπλάνου του, ούτε φυσικά στους αγώνες σου έλεγαν τί είχαν τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες τους, αφού έτρεχαν ως εθνικές ομάδες και τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες ήταν βαμμένα στα εθνικά χρώματα (μπλε τα γαλλικά, πράσινα τα βρετανικά, ασημί τα γερμανικά, κόκκινα τα ιταλικά κ.ο.κ.). Η κατασκοπία και η “κλοπή” σχεδίων, ακόμα και οι δολοφονίες μηχανολόγων ήταν πολύ συνηθισμένη πρακτική.

 

Δίχρονος DKW με υπερσυμπίεστη του 1935

Σήμερα βέβαια, η πρόσβαση στην υψηλή τεχνολογία είναι μόνο θέμα χρημάτων. Με ένα κλικ στο ποντίκι του ηλεκτρονικού σου υπολογιστή μπορείς να φτιάξεις τη δική σου εταιρεία μοτοσυκλετών ή αυτοκινήτων, χωρίς να χρειάζεται να έχεις δικό σου εργοστάσιο. Ούτε καν δικές σου αποθήκες δεν χρειάζεσαι. Εννοείται πως δεν υπάρχουν εθνικοί φραγμοί και είναι ελάχιστες οι περιπτώσεις που η εθνική ταυτότητα του αγοραστή αποτελεί πρόβλημα για την πώληση τεχνολογίας από την μία χώρα στην άλλη.

Όμως μετά τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά και η βιομηχανία των μοτοσυκλετών δεν είχε καμία σχέση με το παρόν.

Κάθε χώρα είχε τα δικά της προβλήματα και η εθνική οικονομία καθόριζε την στρατηγική των εταιρειών. Η Βρετανία ήταν από τους νικητές του πολέμου και ως σύγχρονη αυτοκρατορία της εποχής (Ινδία, Χονγκ Κονγκ, Μακάο, Αυστραλία, Καναδάς και πολλές αφρικανικές χώρες ήταν και παραμένουν…. υπό την πολιτική και επιχειρηματική επιρροή της) έπρεπε η εθνική βιομηχανία της να τροφοδοτήσει με οχήματα τις αποικίες της. Σε αυτή τη μεγάλη προστατευμένη αγορά, δεν είχε κανέναν σοβαρό ανταγωνιστή και η βιομηχανία της δεν χρειαζόταν να κοπιάσει ιδιαίτερα για να πουλήσει. Το ζητούμενο ήταν να φτιάξει όσα περισσότερο οχήματα μπορούσε, το συντομότερο χρονικό διάστημα. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που οι Βρετανοί άφησαν στην άκρη τους μεγάλους, πανάκριβους και περίπλοκους V2 κινητήρες των 1000 κυβικών και στράφηκαν στους μονοκύλινδρους και στην πιο απλή μορφή των δικύλινδρων εν σειρά.

Βρετανικός V2 κινητήρας JAP με 980 κυβικά του 1928

Την ίδια στιγμή η αποδεκατισμένη από επιστήμονες και κουτσή από εγκαταστάσεις εθνική βιομηχανία της Γερμανίας και της Ιταλίας, δηλαδή των χαμένων του πολέμου, έπρεπε να κατασκευάζει πολλά, μικρά-φτηνά οχήματα για να προσφέρουν οικονομική μετακίνηση στους κατοίκους τους, υπό τους αυστηρούς περιορισμούς στην πρόσβαση πρώτων υλών που τους είχαν θέσει οι νικητές του πολέμου.

Στη Γαλλία, τη χώρα που γεννήθηκαν οι πιο νεωτεριστικές μηχανολογικές ιδέες (στα όρια του σουρεαλισμού κάποιες φορές) η φορολογική πολιτική των μεταπολεμικών κυβερνήσεων στραγγάλισε την εθνική βιομηχανία της και την οδήγησε στην εσωστρέφεια. 

Στις ΗΠΑ από την άλλη μεριά, τα δολάρια και τα πετρέλαια “έτρεχαν” στους ολοκαίνουριους δρόμους με τις τέσσερεις λωρίδες κυκλοφορίας και οι Αμερικάνοι κατανάλωναν σε τεράστιες ποσότητες τα πάντα. Η εθνική βιομηχανία τους επικεντρώθηκε στην ποσότητα και τον εντυπωσιασμό, οπότε από τις Duesenberg με τους δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους και τους υπερσυμπιεστές του 1931 και τις V12 Packard και V16 Cadillac  του 1912 και του 1921 , κατάντησαν να κατασκευάζουν V8 αυτοκίνητα με ωστήρια και από τις τετρακύλινδρες Henderson έμειναν κολλημένοι για πάντα στις V2 με περιεχόμενη γωνία της 45⁰ και ξεχωριστό κιβώτιο ταχυτήτων που έπαιρνε κίνηση με αλυσίδα.  Άφθονα κυβικά και γρήγορη διαδικασία παραγωγής, με ευκολία επισκευής από ανειδίκευτους μηχανικούς. “Bigger – Looonger – Looower” και “You can fix it with a hammer” ήταν η συνταγή της επιτυχίας στις ΗΠΑ.

 

Αμερικάνικος οκτακύλινδρος εν σειρά με 2ΕΕΚ και υπερσυμπιεστή των αδερφών Duesemberg του 1931

Σε όλη αυτή την ιδιόμορφη μεταπολιτική κατάσταση στον κόσμο, η Ιαπωνική εθνική βαριά βιομηχανία δεν είχε απολύτως τίποτα! Η τοπική αγορά ήταν πολύ μικρή και κυρίως πολύ φτωχή για να καταναλώσει τα προϊόντας της σε ποσότητες που θα της επέτρεπαν να επιβιώσει. Την ίδια στιγμή το τεχνολογικό επίπεδο και οι βιομηχανικές υποδομές της ήταν αστείες για να κατασκευάσει προϊόντα προς εξαγωγή.

Τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες που κατασκεύαζαν ήταν αντίγραφα προπολεμικών βρετανικών σχεδίων (όχι κλεμμένα, κανονικά αγορασμένα blue-print) και οι εγκαταστάσεις των εργοστασίων τους είχαν υποστεί ολική καταστροφή. Η βιομηχανική τεχνολογία/τεχνογνωσία τους (το know-how δηλαδή) ήταν υποτυπώδης και ο ισχυρισμός πως οι καμικάζι έριχναν τα αεροπλάνα στο στόχο τους (θυσιάζοντας τη ζωή τους προφανώς) γιατί ήταν τόσο κακά που δεν είχαν καμία άλλη επιχειρησιακή/επιθετική δυνατότητα έναντι των αντιπάλων τους, δεν είναι πολύ μακριά από την πραγματικότητα.

Ο μόνος τρόπος επιβίωσης της Ιαπωνικής εθνικής βιομηχανίας οχημάτων ήταν οι μαζικές εξαγωγές στην υπερκαταναλωτική αγορά των ΗΠΑ και ο μόνος τρόπος για να τα κατασκευάσουν σε σύντομο χρονικό διάστημα είναι να πάρουν έτοιμη τεχνογνωσία.

Το γεγονός όμως πως δεν είχαν “παράδοση” στην κατασκευή οχημάτων και τα εργοστάσια τους είχαν ισοπεδωθεί από τους βομβαρδισμούς είχε και ένα ΤΕΡΑΣΤΙΟ πλεονέκτημα.

Το πλεονέκτημα ήταν πως ξεκινούσαν από ένα λευκό χαρτί και μπορούσαν να διαλέξουν τα καλύτερα στοιχεία από τις εθνικές βιομηχανίες των υπόλοιπων χωρών. Επίσης, τα καινούρια εργοστάσια που έφτιαξαν διέθεταν σύγχρονο εξοπλισμό και ήταν έτοιμα να εφαρμόσουν στην παραγωγή τις νέες μεθόδους κατασκευής που είχαν ανακαλυφθεί από την πολεμική βιομηχανία κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (κυρίως τη γερμανική).

Έχοντας ήδη δεσμούς με την βρετανική βιομηχανία οχημάτων πριν τον πόλεμο, αλλά και με τους μηχανολόγους της Ανατολικής Γερμανίας να έχουν “τάσεις φυγής” από τη Σοβιετική Ένωση στην οποία είχε περιέλθει πλέον η μισή Γερμανία, τα Ιαπωνικά εργοστάσια ξεκίνησαν ένα σαφάρι συλλογής βιομηχανικής τεχνογνωσίας, κυρίως από αυτές τις δύο χώρες. Από τους Βρετανούς πήραν μόνο την εμφάνιση των μοτοσυκλετών τους, ενώ από τους Γερμανούς πήραν τις μεθόδους κατασκευής και την “στρατιωτικών προδιαγραφών” ποιότητα κατασκευής (μαζί με την τεχνολογία των δίχρονων και Wankel κινητήρων). Οι περισσότερες γερμανικές μοτοσυκλέτες εξελίχθηκαν για τις ανάγκες του στρατού και είχαν πολύ καλή στεγανοποίηση του ηλεκτρικού συστήματος .

 

Zundapp K 800, τετρακύλινδρη boxer του 1938

Επίσης οι Γερμανοί χρησιμοποιούσαν τα καλύτερα συστήματα τροφοδοσίας για μοτοσυκλέτες (τα γαλλικά καρμπιρατέρ της SOLEX, τα σχέδια των οποίων το 1960 αγόρασαν οι Ιάπωνες ιδρύοντας την Mikuni) ώστε να αντέχουν σε όλες τις καιρικές συνθήκες του πολέμου.

Επίσης από τις γερμανικές μοτοσυκλέτες εμπνεύστηκαν τη στρατιωτική (κυρίως αεροπορική) φιλοσοφία σχεδιασμού των κινητήρων τους, η οποία θέλει κάθε εξάρτημα να κάνει μόνο μία δουλειά και έπαιξε τεράστιο ρόλο στην αξιοπιστία τους.

Οι βρετανοί ήταν οπαδοί της σχεδιαστικής και κατασκευαστικής απλότητας και οι περισσότεροι κινητήρες τους χρησιμοποιούσαν απλοϊκά συστήματα λίπανσης και ηλεκτρικά συστήματα με αμφισβητούμενη αντοχή στο χρόνο (LUCAS…. The Prince Of Darkness…).

Όταν χρησιμοποιείς ένα εξάρτημα για να κάνει δύο ή τρεις δουλειές (π.χ. η καδένα κίνησης του εκκεντροφόρου να πρέπει ταυτόχρονα να μεταφέρει από τα κάρτερ το λάδι στην κεφαλή για λίπανση του συστήματος κίνησης των βαλβίδων ή η λίπανση να γίνεται με το λάδι που πλατσουρίζει ο στρόφαλος όταν περιστρέφεται, τότε το πιθανότερο είναι να κάνει και τις δύο δουλειές λάθος.

Αντιθέτως, όταν το κάθε εξάρτημα κάνει μόνο μία δουλειά μπορεί να την κάνει άριστα και οι πιθανότητες να χαλάσει είναι πολύ μικρότερες αφού κάνει μόνο τη δουλειά για την οποία έχει σχεδιαστεί και κατασκευαστεί.

Αυτό λοιπόν που εκ πρώτης όψεως φαίνεται περίπλοκο και σε κάνει να πιστεύεις ότι έχει πολλά πράγματα που θα μπορούσαν να χαλάσουν, στην πραγματικότητα ήταν το μυστικό της αξιοπιστίας των ιαπωνικών και γερμανικών κινητήρων, εκείνες τις πρώτες δεκαετίες μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Οι πρώτες Ιαπωνικές μοτοσυκλέτες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μοιάζουν πολύ με τις βρετανικές στα χαρτιά, όμως κατασκευαστικά είχαν πολύ πιο στενή σχέση με τη γερμανική βιομηχανία.

Έχοντας στα χέρια τους ό,τι χρειάζονταν για να κατασκευάσουν αξιόπιστες μοτοσυκλέτες και να τις πουλήσουν σε μεγάλες ποσότητες στις ΗΠΑ, το επόμενο βήμα που έπρεπε να κάνουν τα ιαπωνικά εργοστάσια για να κατακτήσουν τον κόσμο ήταν να μπουν στα μεγάλα σαλόνια της Ευρώπης συμμετέχοντας στα Grand Prix…

Μόνο που εκεί θα έβρισκαν μπροστά τους ένα ανορθόδοξο βιομηχανικό “γαλατικό χωριό”… τους Ιταλούς!