Βοσνία – Ελλάδα, Πρωί-Απόγευμα: 4 χώρες σε μία μέρα nonstop με KTM 790 Adventure

Και Αθήνα – Βελιγράδι 1.200 χιλιόμετρα με μία ανάσα
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

18/6/2020

Τώρα που σιγά-σιγά ανοίγουν τα σύνορα, ας θυμηθούμε πως πέρσι ακριβώς τέτοιες ημέρες, επιστρέφαμε στην Αθήνα έχοντας ξεκινήσει το ίδιο πρωί από την Βοσνία. Τρεις μέρες πριν, αναχωρούσαμε για Βελιγράδι από Αθήνα με στόχο να είμαστε εκεί νωρίς το βράδυ κι έπειτα νωρίς το πρωί της επόμενης να περάσουμε απέναντι στο Σαράγιεβο. Κι από εκεί στα βουνά της Βοσνίας όπου μας περίμενε η εκκίνηση του KTM Rally Bosnia. Πρόκειται για μία ετήσια εκδήλωση για τους ιδιοκτήτες ΚΤΜ σε διαδρομές που λίγοι βάζουν μεσαίες και μεγάλες on-off. Διοργανώνεται από το εργοστάσιο και παίρνουν μέρος όλα τα στελέχη και οι αναβάτες στα Rally. Δηλαδή οδηγείς με τον άνθρωπο που έχει σχεδιάσει την μοτοσυκλέτα σου και με πλοηγό κάποιον από τους αναβάτες στο Dakar ή τους παγκόσμιους χωμάτινους αγώνες. Για αυτό και το εισιτήριο είναι δυσεύρετο, καθώς θέλοντας να κρατήσει το κλίμα οικογενειακό και φιλικό, η ΚΤΜ δεν διαθέτει πληθώρα θέσεων. Για την ιστορία, φέτος ήταν όλα έτοιμα για να γίνει εδώ, στην Ναύπακτο, παράλληλα με το Hellas Rally και είναι ακόμη ένα από τα πράγματα που ακυρώθηκαν και έχουν μεταφερθεί για αργότερα, τον Οκτώβριο. Με την ευκαιρία λοιπόν, τώρα που το KTM Rally θα γίνει στην χώρα μας, κι όσο είναι ακόμη καιρός πριν κλείσουν και οι ακυρώσεις από την αλλαγή ημερομηνίας, μην το σκέφτεστε όσοι είχατε αμφιβολίες για την συμμετοχή σας.

Για την δική μας συμμετοχή στο KTM Bosnia Rally δεν θα επεκταθούμε τώρα, μπορείτε να την θυμηθείτε μέσα από όλα τα ρεπορτάζ εκείνων των ημερών, τις εκατοντάδες φωτογραφίες και τα video, πέρα φυσικά από την αναλυτική δοκιμή του 790 Adventure R και το συγκριτικό με το 790 Adventure, αμέσως μετά στο ΜΟΤΟ, πέρσι τέτοια εποχή. Διότι στην Βοσνία έγινε αλλαγή ελαστικών και επί τρεις μέρες οδηγούσαμε εναλλάξ το 790 αλλά και το 790 R. Συνολικά σχεδόν 4.000 χιλιόμετρα σε ταξίδι εθνική - αστραπή, ταξίδι σε επαρχιακό, κι έπειτα σε χώμα και μάλιστα πολύ και δύσκολο. Αλλάζοντας ελαστικά στην Βοσνία πριν την εκκίνηση, η μοτοσυκλέτα που την προηγούμενη είχε ταξιδέψει αστραπή από την Αθήνα, έπαιρνε τώρα μέρος σε ένα Rally με στόχο να βγει αλώβητη για να συνεχίσει το ταξίδι της επιστροφής το οποίο είναι αρκετά εύκολο παρόλο που περνά από την «άγονη γραμμή των Βαλκανίων». Είναι εύκολο εκτός κι αν έχεις στόχο να το κάνεις αστραπή, μεταδίδοντας εικόνες ζωντανά στα social media και να φτάσεις εγκαίρως στο περίπτερο του ΜΟΤΟ στο Motoshow στο κέντρο της Αθήνας, σε συγκεκριμένη ώρα.

Στα ταξίδια μετρά η πορεία και όχι ο προορισμός, εκτός φυσικά και αν ο σκοπός του ταξιδιού είναι πολύ συγκεκριμένος και ταξιδεύεις με επίσης πολύ συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα! Τότε δεν χωρά δεύτερη σκέψη, επιστροφή σε μία ημέρα και γρήγορα! Σε αντίθεση με το Αθήνα – Βελιγράδι που η συντριπτική πλειοψηφία των χιλιομέτρων μπορεί να γίνει σε εθνικές οδούς και αυτοκινητόδρομους, η επιστροφή ξεκινά με τον χειρότερο επαρχιακό που μπορεί κανείς να φανταστεί. Γεμάτο παγίδες στο απόλυτο σκοτάδι, πολύ πριν ο ήλιος ανατείλει. Μέχρι και την Λαμία, η επιστροφή που πρακτικά διασχίζει τέσσερις χώρες, αν υπολογίσεις και την ηπειρωτική Ελλάδα, γίνεται αποκλειστικά σε επαρχιακούς δρόμους. Ας πάμε να δούμε αυτό το κομμάτι. Ξεκινώντας με κρύο, μέγιστο 2ο Κελσίου στην Βοσνία και φτάνοντας τους 35ο Κελσίου μεσημέρι στην Αλβανία. Με στάσεις μονάχα για ανεφοδιασμό της μοτοσυκλέτας και ενημέρωση με φωτογραφίες στα social media για την πορεία του ταξιδιού.

Το ταξίδι ξεκίνησε αντίστροφα, από εθνική για να προλάβουμε την εκκίνηση στα σίγουρα, αλλά και για να σχηματίσουμε έναν κύκλο... Αυθυμνερόν Αθήνα - Βελιγράδι σε λίγες ώρες...

Όλα αυτά γίνονται πιο εύκολα με μία μοτοσυκλέτα που κάθεσαι άνετα στην σέλα της για όλη την διάρκεια της αυτονομίας της και ξανά βρίσκεσαι επάνω της, χωρίς να χρειάζεται να θυμηθείς όλες τις ασκήσεις γιόγκα που ξέρεις για να ξεπιαστείς. Και ακόμη περισσότερο, όταν η αυτονομία αυτή είναι από τις μεγαλύτερες της κατηγορίας, χάρη στο ρεζερβουάρ που πρώτη φορά σε μοτοσυκλέτα φτιαχνόταν με αυτό τον τρόπο. Και για να θυμηθούμε και την ιστορία – που μόνο το ΜΟΤΟ και κανείς άλλος στον κόσμο δεν έβγαλε προς τα έξω- είναι ακριβώς αυτή η πρωτιά που δημιούργησε και τα πρώτα προβλήματα τροφοδοσίας που από τότε έχουν λυθεί.

Πάνω από το Σαράγιεβο, περίπου μισή ώρα μακριά, στο τουριστικό θέρετρο της περιοχής που γεμίζει σκιέρ τον χειμώνα η εκκίνηση του ταξιδιού γίνεται λίγο πριν τις 05:00. Κι αυτό γιατί τα σύννεφα των προηγούμενων ημερών είχαν πλησιάσει και νωρίς το πρωί θα άνοιγαν την κάνουλα που με το ζόρι κρατιόταν τις προηγούμενες ημέρες. Αφήνοντας με έτσι, να απολαύσω οδήγηση σε νωπό χώμα παρέα με τον Chris Birch και την Leia Santz αντί να παίζω με τις λάσπες. Καλές και οι λάσπες βέβαια, αλλά τις τρώμε με κουτάλι στα Mega Test, δεν χρειάζεται να υπάρχουν συνέχεια στο μενού. Πόσο μάλιστα στην Βοσνία…

Από το Σαράγιεβο προς το Μαυροβούνιο δεν υπάρχουν πολλά περάσματα. Δηλαδή λίγα ασφαλτοστρωμένα και ο συνοριακός σταθμός Hum είναι ο χειρότερος από όλους από πλευράς διαδρομής. Αν είσαι με αυτοκίνητο ή λεωφορείο ή superbike. Γιατί αυτό που στο χάρτη εμφανίζεται με κίτρινη σήμανση ως κεντρικός δρόμος, είναι στην πράξη ένας ξεχασμένος επαρχιακός που στα τελευταία του χιλιόμετρα υπάρχει μόνο ο μισός. Το ένα ρεύμα είναι άσφαλτος το άλλο χώμα. Και όσο για τα σύνορα, αυτά περνούν πάνω από τον ποταμό Tara πριν το φράγμα στο Μαυροβούνιο που σημαίνει πως είναι ένα στενό και ψηλό φαράγγι που περνάς από μία γέφυρα που προσομοιάζει εκείνη της Αράδαινας στην Κρήτη. Ξύλινα μαδέρια σε ένα μεταλλικό σκελετό.

KTM Adventure Rally Bosnia 2019: Ζήσαμε μία επική περιπέτεια στα Βαλκάνια! 1000+ Φωτογραφίες!

Αν είσαι με Adventure μοτοσυκλέτα και θέλεις να περάσεις μέσα από ξεχασμένη φύση, είναι μία διαδρομή που πρέπει να δεις, διασχίζοντας σύνορα που έχουν μείνει αναλλοίωτα στο χρόνο. Και ο χρόνος στα Βαλκάνια έχει περάσει έντονα. Στο Σαράγιεβο ακόμη και τώρα, το 2020, βλέπεις κτήρια που σου θυμίζουν τον πόλεμο. Το ίδιο και στο Βελιγράδι. Η ιστορία δεν σβήνεται έτσι εύκολα από τα μάτια των περαστικών, γιατί στα μάτια των κατοίκων υπάρχει χαραγμένη έτσι κι αλλιώς…

Από Σαράγιεβο μέχρι Đeđevo τα πράγματα δεν είναι δύσκολα αλλά ενδιαφέροντα. Ανεβοκατεβαίνεις λόφους σε άσφαλτο που θυμίζει Ελλάδα. Ένα ρεύμα ανά κατεύθυνση και μηδενική κίνηση εκείνη την ώρα. Χρειάζεται προσοχή στην σήμανση αν ταξιδεύεις χωρίς ήλιο, καθώς το σκοτάδι είναι πάντα πυκνό ακόμη και το καλοκαίρι, και το καλό σημείο είναι όταν διασχίζεις κάθετα τον Δρίνο. Για πολλά χιλιόμετρα πηγαίνεις από την άλλη μεριά του ποταμού απλά σε χειρότερο δρόμο. Μετά γίνεται χειρότερο και έπειτα ξεκινά το κομμάτι που είναι μισό άσφαλτο και μισό χώμα μέχρι να φτάσεις στα σύνορα. Πανέμορφο όμως, ακόμη κι όταν το βλέπεις με λιγοστό φως. Γιατί είσαι συνέχεια δίπλα στο ποτάμι μέχρι αυτό να συναντήσει τον Tara και μαζί να τροφοδοτήσουν το φράγμα και τις τεχνητές λίμνες στο Μαυροβούνιο, που είναι το επόμενο σκηνικό που αντικρίζεις από την συγκεκριμένη διαδρομή. Σίγουρα δεν είναι η ταχύτερη, σίγουρα πιο επικίνδυνη από πλευράς δρόμου, αλλά σε ανταμείβει με τις εικόνες που αντικρίζεις. Ο Δρίνος σκάβει τα βράχια από την άλλη πλευρά του δρόμου και σε συντροφεύει με δροσιά και μπόλικη βλάστηση στο πέρασμά σου.

Μόλις περάσεις την γέφυρα, αμέσως αντιλαμβάνεσαι πως τα πράγματα στην άλλη πλευρά των συνόρων είναι λίγο καλύτερα από οικονομικής άποψης. Η διέλευση στην εποχή προ-κορωνοϊού γίνεται ταχύτατα και άλλωστε τέτοιες ώρες δεν συναντάς και αυτοκίνητα. Αμέσως μετά μπαίνεις σε μερικά από τα πιο απίστευτα τούνελ. Δεν έχουν επένδυση, απλά έχουν σκάψει το συμπαγές βουνό. Τρύπες την οροφή σε ορισμένα σημεία που δεν υπάρχει μεγάλος όγκος από πάνω σου, αφήνουν τον αέρα να κυκλοφορήσει στο εσωτερικό και μαζί το νερό της βροχής και ρίζες από δέντρα και φυτά που κρέμονται σε σημείο που να χτυπούν το κράνος. Είναι αμέτρητα και στα λιγοστά κενά σημεία σου επιτρέπουν να αντικρίσεις την τεχνητή λίμνη, που είναι απλά το πλημμυρισμένο φαράγγι. Αυτό σημαίνει πως στον χάρτη το αντιλαμβάνεσαι σαν ποτάμι, στην όψη όμως είναι μακρόστενη λίμνη και μάλιστα με πολλά παρακλάδια. Νωρίς το πρωί σχεδόν πάντα, πέρα από ελάχιστες ημέρες, δεν καλύπτεται από ομίχλη που είναι εξίσου εντυπωσιακό φαινόμενο καθώς τα σύννεφα ακολουθούν την ίδια δαιδαλώδη μορφή, κάτω από τον δρόμο που κινείσαι!

Όσο κατεβαίνεις πιο νότια τόσο το τοπίο αλλάζει και από τα βουνά που ήσουν πιο πριν, αρχίζεις να αντικρύζεις πιο επίπεδο έδαφος. Ο κόσμος ξεκινά νωρίς στο Μαυροβούνιο και η αντίθεση της αυξημένης κίνησης όσο πλησιάζεις την πρώτη από τις μεγάλες πόλεις, συγκριτικά με την ερημιά που βρισκόσουν όλη αυτή την ώρα, είναι μεγάλη! Από την λίμνη Σκόδρα και μετά, μπαίνεις στην Αλβανία και με τον ήλιο ψηλά σε υποδέχεται και η ζέστη!

Γρήγορα στην Αλβανία είναι κάτι που πρέπει να αποφεύγεται. Γενικά στα Βαλκάνια βέβαια, αν και τα πράγματα τα τελευταία χρόνια στην γείτονα χώρα δεν διαφέρουν καθόλου από την εξίσου τραγελαφική κατάσταση που έχουμε κι εμείς εδώ. Χρειάζεται προσοχή στα σημεία που κόβουν απότομα μπροστά σου για να σταματήσουν δεξιά στον δρόμο, όμως μέχρι τα Τίρανα κινείσαι σε έναν πολύ όμορφο δρόμο. Από το Ελμπασάν και μετά έχεις διαφορετικές επιλογές αλλά ο δρόμος έχει φτιαχτεί στο σύνολό του και απλά διαλέγεις με βάση από πού θες να συνεχίσεις στην Ελλάδα.

Από την εκκίνηση του ταξιδιού - και για να μην υπάρχει παρανόηση, οι φωτογραφίες δεν είναι πάνω στον δρόμο, ούτε και στην άκρη δρόμου, αλλά στο περιθώριο ενός πάρκινγκ και ας φαίνεται πως είναι πάνω στην εθνική...

Το KTM 790 Adventure έκαιγε όλες τις βενζίνες που του τάισα με την ίδια ευκολία. Από το ψύχος, πραγματικό ψύχος κατά την εκκίνηση, μέχρι τον καύσωνα στα σύνορα της Αλβανίας με την Ελλάδα, το ταξίδι ήταν απροβλημάτιστο. Τις λεπτομέρειες τις έχουμε περιγράψει κατά την αναλυτική δοκιμή του, όμως φτάνοντας στην Αθήνα απόγευμα δεν υπάρχει κούραση από το ταξίδι παρά μόνο διέγερση από την πολύωρη οδήγηση. Οι πολλές εικόνες, οι διαφορετικές χώρες και τα μπόλικα χιλιόμετρα σε επαρχιακό δρόμο σε κρατούν σε εγρήγορση. Η εθνική είναι εκείνη που σε κουράζει με την μονοτονία της…

Ετικέτες

Αφιέρωμα ΜΟΤΟ: H Ιστορία των Yamaha Ténéré

Από τους δρόμους στους αμμόλοφους και αντίστροφα!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

2/9/2020

Η Yamaha ανέκαθεν είχε συνδέσει το όνομά της με τους αγώνες Rally, αλλά και τους χωμάτινους αγώνες εν γένει, κατέχοντας έναν ηγετικό ρόλο με καινοτομίες και πρωτοπορίες, όπως είχε συμβεί και με την περίπτωση του DT-1. Ήταν η μοτοσυκλέτα που έδωσε τα ηνία του motocross στην Yamaha εκείνη την εποχή, χάρη στην επαναστατική –για τα δεδομένα της εποχής- monocross πίσω ανάρτηση, αλλά και το εφαλτήριο για την εξέλιξη δύο μοτοσυκλετών-ορόσημο για την Ιστορία του εργοστασίου και της μοτοσυκλέτας γενικότερα: το enduro ΤΤ500 που παρουσιάστηκε το 1975 και το on-off XT500 που παρουσιάστηκε το 1976. Και οι δύο αυτές τετράχρονες μοτοσυκλέτες ήταν η απάντηση στις "προσευχές" των απανταχού χωματερών που ήθελαν μια μοτοσυκλέτα με δυνατότητα να ταξιδέψει στην άσφαλτο, στο χώμα, αλλά και στις αμερικάνικες ερήμους της Δυτικής Ακτής, της σημαντικότερης ίσως αγοράς για την Yamaha.

Ο γενάρχης, το ΧΤ500 του 1976

 

Η αξιοπιστία του κινητήρα, η ροπή από τις χαμηλές στροφές και το ελαφρύ και άκαμπτο πλαίσιο, ήταν τα στοιχεία που χαρακτήρισαν τις δημιουργίες της Yamaha. Όπως ήταν φυσικό, αυτό μεταφράστηκε πολύ γρήγορα, όχι μόνο σε εμπορικές αλλά και σε αγωνιστικές επιτυχίες.

Παράλληλα όμως, το μέγεθος της επιτυχίας που γνώρισε το ΧΤ500 στην Ευρώπη ήταν απείρως μεγαλύτερο και σε τελείως διαφορετικό πεδίο απ' ό,τι στην Αμερική, χάρη σε έναν συγκεκριμένο Γάλλο αναβάτη, ο οποίος έγινε αργότερα γνωστός ως ο "Mr. Yamaha" μέσα στην εταιρεία, που μετέτρεψε το ΧΤ500 ως βάση εξέλιξης μιας εντελώς νέας κατηγορίας από την Yamaha. Ο λόγος για τον Jean-Claude Olivier, ο οποίος εκείνη την εποχή ήταν ένας απλώς υπάλληλος στον Γάλλο εισαγωγέα της Yamaha, την Sonauto, αλλά αργότερα έγινε Πρόεδρος της Yamaha Motor France, ενώ άνοιξε και το μονοπάτι γι' αυτό που αποκαλούμε σήμερα Adventure κατηγορία.

Ο Jean Claud Olivier ήταν ο άνθρωπος που ουσιαστικά δημιούργησε τον θρύλο των Ténéré

 

Ο Olivier δεν άργησε να διακρίνει τις τεράστιες δυνατότητες του μεγάλου μονοκύλινδρου 500 στις αφρικανικές ερήμους, δηλώνοντας πως "έφτασε το πλήρωμα του χρόνου για να γίνει η μοτοσυκλέτα ένα όχημα περιπέτειας". Το 1977 ήταν η πρώτη χρονιά που ο Γάλλος συμμετείχε στο Rallye Côte d'Ivoire σε μια διαδρομή 10.000 χιλιομέτρων από την πρωτεύουσα της Ακτής Ελεφαντοστού Abidjan μέχρι τη Νίκαια της Γαλλίας. Το 1979 συμμετείχε μαζί με τρεις ακόμη αναβάτες στο πρώτο Paris-Dakar (που τότε λεγόταν Oasis Rally) ως ομάδα της "Sonauto Yamaha", πάνω σε ΧΤ500. Εκείνη την εποχή οι υπόλοιποι μεγάλοι κατασκευαστές μοτοσυκλετών, δεν έδειχναν ιδιαίτερο ενδιαφέρον γι' αυτό το νέο είδος αγώνων, αλλά ο ίδιος ο Olivier είχε δηλώσει ότι η φιλοσοφία κατασκευής του ΧΤ500 ταίριαζε ακριβώς με την συμμετοχή σε έναν τέτοιο αγώνα.

Στην πρώτη, ιστορική, διοργάνωση του Paris-Dakar, οι μοτοσυκλέτες και τα αυτοκίνητα δεν αγωνιζόντουσαν σε ξεχωριστές κατηγορίες, αλλά ανταγωνιζόντουσαν για την συνολική νίκη. Ο Cyril Neveu και ο Gilles Comte με τα ΧΤ500 τους κατάφεραν να αφήσουν πίσω τους όλους τους οδηγούς των Range Rover και Renault, κάνοντας το 1-2 για την Yamaha. Την επόμενη χρονιά ο Neveu κέρδισε ξανά με τέσσερις αναβάτες ΧΤ500 να κερδίζουν αντίστοιχα τις τέσσερις πρώτες θέσεις! Ένα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι εκείνη την χρονιά από τις 25 μοτοσυκλέτες που τερμάτισαν, οι 11 ήταν ΧΤ500…

Από την επόμενη χρονιά (το 1981) το Paris-Dakar εντάχθηκε στην αιγίδα των FIM και FIA, με αποτέλεσμα να αρχίσουν να συμμετέχουν εργοστασιακές ομάδες στον αγώνα. Αυτή της BMW αποδείχθηκε ένας πολύ δύσκολος αντίπαλος για τους αναβάτες των ΧΤ500, οι οποίοι έτρωγαν τη σκόνη των Γερμανών. Η απάντηση της Yamaha ήταν η αναβάθμιση του XT500 σε XT550, με την τοποθέτηση του YDIS (Yamaha Dual Intake System), αλλά όσο ανέβαιναν οι επιδόσεις και οι ταχύτητες στο Dakar, ήταν όλο και πιο δύσκολο να παραμείνουν ανταγωνιστικοί.

Αυτό οδήγησε τον Olivier και την Sonauto να ζητήσουν από την Yamaha Motor στην Ιαπωνία να εξελίξουν τα ΧΤ παραγωγής, έτσι ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν στο υψηλότερο επίπεδο ανταγωνισμού. Οι μηχανολόγοι στο Iwata έπιασαν αμέσως δουλειά και το αποτέλεσμα της προσπάθειάς τους ήταν το ΧΤ 600 Ténéré. Ο κινητήρας διατήρησε το σύστημα YDIS, αλλά είχε αυξημένη χωρητικότητα στα 600 κυβικά, διέθετε μεγάλο ρεζερβουάρ 30 λίτρων, ήταν η πρώτη off-road μοτοσυκλέτα της Yamaha με δισκόφρενο μπροστά, με monocross πίσω ανάρτηση, αλουμινένιο ψαλίδι και πολλές άλλες τεχνολογίες αιχμής για την εποχή. Η εξέλιξη του Ténéré 600 μάλιστα, έγινε ταυτόχρονα με του ΤΤ600, την enduro εκδοχή για την αγορά της Β. Αμερικής. Όταν η μοτοσυκλέτα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Σαλόνι του Παρισιού το 1982, δημιούργησε ένα σαρωτικό ρεύμα που πολύ γρήγορα εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο με τεράστιο εμπορικό αντίκτυπο, κρίνοντας κι από προσωπική εμπειρία μιας και τρεις από τις 23 μοτοσυκλέτες που είχα μέχρι τώρα στην κατοχή μου, ανήκαν στην οικογένεια των Ténéré

Το πρώτο Ténéré του 1983 που ήταν ουσιαστικά ένα υπερκυβισμένο ΧΤ550 με ένα ρεζερβουάρ 30 λίτρων, ως ρέπλικα της μοτοσυκλέτας του Cyril Neveu

 

Σύντομα το Ténéré αποτέλεσε την επιλογή πάρα πολλών αναβατών που έτρεχαν στο Paris-Dakar, αλλά και για πολλούς απλούς αναβάτες που θαύμαζαν το πνεύμα της περιπέτειας που συμβόλιζε η μοτοσυκλέτα. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι ήταν η μοτοσυκλέτα που δημιούργησε την τάση κατασκευής των Dakar ρέπλικα. Μέσα στην επόμενη δεκαετία πουλήθηκαν 61.000 ΧΤ600 Tenere, ενώ λίγο μετά έγινε και η πρώτη μεγάλη αναβάθμιση, το 1991, με την γέννηση του ΧΤΖ660 Tenere το οποίο είχε πενταβάλβιδη κεφαλή για τον μονοκύλινδρο κινητήρα των 660 –πλέον- κυβικών εκατοστών. Το 1994 έγινε μια  αισθητική ανανέωση, με την μοτοσυκλέτα να αποκτά δίδυμους προβολείς μπροστά.

Η πρώτη ανανέωση έφερε μικρότερο ρεζερβουάρ στα 21 λίτρα και αύξηση της ιπποδύναμης στους 46 ίππους

 

Παρόλο όμως που το Ténéré ήταν η μοτοσυκλέτα που ουσιαστικά "γέννησε" την adventure κατηγορία, εμπνέοντας πολλούς αναβάτες –ιδιώτες και εργοστασιακούς- να τρέξουν στο θρυλικό Paris-Dakar, η Yamaha δεν μπόρεσε να γευτεί τη χαρά της νίκης μετά από το 1980. Ο Olivier "έφτασε πολύ κοντά στην πηγή" το 1985 με ένα XT600 Ténéré ειδικά προετοιμασμένο για τον αγώνα, το οποίο αν και έφερε το ίδιο όνομα με το μοντέλο παραγωγής, ήταν ουσιαστικά η πρώτη μοτοσυκλέτα που είχε φτιάξει το εργοστάσιο ειδικά και αποκλειστικά για το Dakar Rally. Με αυτή την μοτοσυκλέτα ο Γάλλος τερμάτισε στην δεύτερη θέση, ενώ πίσω του στην τρίτη και τέταρτη θέση τερμάτισαν επίσης αναβάτες με την ίδια μοτοσυκλέτα.

Το 1988 έγινε ολοκληρωτική ανβάθμιση, με δύο προβολείς μπροστά, σταθερό φαίρινγκ, δισκόφρενο εμπρός πίσω και ρεζερβουάρ 23  λίτρων

 

Με το πέρασμα των χρόνων, δυσκολία και ο ανταγωνισμός μεγάλωνε, με τις νίκες να συσσωρεύονται στο παλμαρές των boxer κινητήρων της BMW. Για να το αντιμετωπίσει αυτό το γεγονός ο Olivier τοποθέτησε στην αγωνιστική μοτοσυκλέτα του 1986 έναν τετρακύλινδρο εν σειρά κινητήρα από FZ750. Εξαιτίας όμως του μεγάλου βάρους, δεν κατάφερε κάτι καλύτερο από την 12η θέση. Η αφοσίωσή του στον σκοπό τον έφερε άλλη μια φορά στο αρχηγείο της Yamaha και το 1987 το αγωνιστικό τμήμα του εργοστασίου άρχισε να δουλεύει πάνω στο project του 1988. Ήταν το YZE750 Ténéré με τον μονοκύλινδρο, πενταβάλβιδο κινητήρα, με το οποίο έτρεξε και ο νεαρός –τότε- Stephane Peterhansel. Εκείνη τη χρονιά, η μοτοσυκλέτα τερμάτισε στην δεύτερη θέση με τον Franco Picco, μετά από τις ατυχίες των Olivier και Peterhansel, αλλά και μετά από σκληρή μάχη με το Honda NXR750 του Edi Orioli.

Το ΥΖΕ750 με τον κινητήρα του FZ750 δεν είχε ιδιαίτερη τύχη στους αμμόλοφους του Dakar

 

Στα τέλη του 1987, η Yamaha ξεκίνησε και την δημιουργία της επόμενης γενιάς των Ténéré παραγωγής, του δικύλινδρου εν σειρά XTZ750 Super Ténéré. Οι άξονες πάνω στους οποίους κινήθηκαν για την κατασκευή του ήταν οι εξής τέσσερις: η άνεση στο πολύωρο ταξίδι, το ικανοποιητικό ποσοστό δύναμης για να πετυχαίνει υψηλές μουαγιέν, να διαθέτει την δυνατότητα για οδήγηση εκτός δρόμου και τέλος, να έχει ό,τι και όσα χρειάζεται για να μπορεί να οδηγείται καθημερινά στον δρόμο. Το πρώτο πράγμα που έκαναν, ήταν να αποφασίσουν τις διαστάσεις της μοτοσυκλέτας βάσει του αγωνιστικού πρωτότυπου του Picco, με κυριότερο το μεταξόνιο των 1.515mm. Το διπλό σωληνωτό πλαίσιο επιλέχθηκε για την ακαμψία του, ενώ ο κινητήρας διέθετε στρόφαλο 360 μοιρών και 10 βαλβίδες για να διατηρήσει όσο το δυνατόν περισσότερο την αίσθηση του μεγάλου μονοκύλινδρου Ténéré.

Το 1991, το Ténéré άλλαξε εντελώς, με κινητήρα 660 κυβικών και πενταβάλβιδη κεφαλή, αλλά και ριζικά επανσχεδιασμένη εμφάνιση

 

Όπως ήταν φυσικό, το μοντέλο παραγωγής (που παρουσιάστηκε το 1988) αποτέλεσε την βάση για το αγωνιστικά rally, το YZE750T Super Tenere των 802,5cc, με το οποίο ήρθε η πολυπόθητη νίκη στο Dakar μετά από 10 ολόκληρα χρόνια, το 1991, με αναβάτη τον Peterhansel. Από εκεί κι έπειτα ο δρόμος ήταν στρωμένος με επιτυχίες, ενώ το 1997 και το 1998 ο Γάλλος αναβάτης πήρε δύο ακόμη σερί καρό σημαίες, με τον κινητήρα που είχε στρόφαλο 270 μοιρών.

Το πρώτο Super Ténéré με τον δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα των 750 κυβικών

 

Αυτή η τεχνογνωσία που κερδήθηκε μέσα από τους αγώνες, πέρασε στα ΧΤΖ660 Ténéré και ΧΤΖ1200 Super Ténéré παραγωγής που καθιέρωσαν το λογότυπο των Ténéré ως ένα ορόσημο της μοτοσυκλετιστικής Ιστορίας. Η παραγωγή των μονοκύλινδρων όσο και των δικύλινδρων Ténéré και Super Ténéré σταμάτησε από το 1996 μέχρι το 2008 όταν παρουσιάστηκε το μονοκύλινδρο με την τετραβάλβιδη –πλέον- κεφαλή XT660Z Ténéré. Η επαναφορά του θρυλικού λογοτύπου δεν σημείωσε την αναμενόμενη εμπορική επιτυχία για την Yamaha, παρά το γεγονός ότι ήταν ένα πραγματικό on-of παντός δρόμου, με πολύ καλές δυνατότητες στις εκτός δρόμου διαδρομές.

Το 2008 η Yamaha επανέφερε το λογότυπο του Ténéré με μια μια μοτοσυκλέτα που ήταν βασισμένη στον κινητήρα των ΧΤ660

 

Με τον κινητήρα του XT660, το Ténéré του 2008 παρέμεινε στην παραγωγή μέχρι το 2016, έχοντας δεχθεί μικρές, ααισθητικές κυρίως, επεμβάσεις. Παράλληλα, το 2010 η Yamaha επανέφερε στο προσκήνιο το όνομα του Super Ténéré με έναν δικύλινδρο εν σειρά 1200 κυβικών.

To Super Ténéré των 1200cc, δεν έφερε την αναμενόμενη εμπορική απήχηση που περίμενε η Yamaha στον σκληρό ανταγωνισμό των mega on-off, παρά τα συγκεκριμένα καλά στοιχεία που διέθετε

 

Η εμπορική πορεία του ήταν αντίστοιχα χαμηλότερη των προσδοκιών και παρά τον εξοπλισμό του με ηλεκτρονικά βοηθήματα (όταν παρουσιάστηκε είχε ένα από τα καλύτερα traction control για το χώμα) και τις ημι-ενεργητικές αναρτήσεις (στην τελευταία του έκδοση) το μεγάλο βάρος του, η όχι και τόσο ορθή κατανομή του και το σετάρισμα των αναρτήσεων, αποτέλεσαν αποτρεπτικό παράγοντας για αρκετούς adventure tourer αναβάτες.

Το 2019 όμως η Yamaha έκανε την μεγάλη επιστροφή με το Ténéré 700, με τον δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα της οικογένειας ΜΤ και με πραγματικές δυνατότητες για οδήγηση σε εκτός δρόμου διαδρομές. Ήταν μια πολυαναμενόμενη επιστροφή η οποία μετά από πολύ καιρό κατάφερε να ανταποκριθεί στο βάρος του ονόματος που φέρει.

Το όνομα "Ténéré" στην διάλεκτο των Tuareg σημαίνει "έρημος" ή "μοναξιά" αλλά είναι και το όνομα μιας από τις πιο αφιλόξενες περιοχές της Β. Αφρικής και δεν θα μπορούσε να περιγράψει καλύτερα την πρόκληση που δέχτηκε η Yamaha πριν από τέσσερις δεκαετίες, συνυφαίνοντας το όνομά της με την περιπέτεια.