Τα μοτο-ταξί στο Ναϊρόμπι αλλάζουν συνήθειες

Για την εμφάνιση αυτή φταίει Ολλανδός καλλιτέχνης
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

13/6/2018

Σε ολόκληρη την Αφρική, αλλά και πολλές χώρες της Ν. Ασίας και της Λατινικής Αμερικής, οπουδήποτε δηλαδή οι ανάγκες μετακίνησης αυξάνονται αντιστρόφως ανάλογα με το εισόδημα, κυριαρχούν τα moto-taxi. Ίσως η πιο πολυτελής πλευρά τους είναι η εικόνα που παρουσιάζουν στην Γαλλία, όπου Honda Goldwing περιμένουν να σε παραλάβουν από το αεροδρόμιο, για παράδειγμα, προσφέροντας κράνος με σκουφάκι μίας χρήσης, αδιάβροχα όταν χρειάζεται καθώς και μπόλικο χώρο για αποσκευές. Εδώ το ζητούμενο δεν είναι το χαμηλό κόστος, αλλά η ταχύτητα μετάβασης μέσα από τον μόνιμα μποτιλιαρισμένο αστικό ιστό του Παρισιού…

Στην Αφρική οι κατά κύριο λόγο εισαγόμενες από την Ινδία μοτοσυκλέτες που χρησιμοποιούν οι μοτο-ταξιτζήδες, προσφέρουν μία φθηνή λύση μετακίνησης την ώρα που οι δημόσιες συγκοινωνίες απέχουν έτη φωτός από την επάρκεια. Αποκαλούνται με διάφορα ονόματα, όμως σε ολόκληρη την ανατολική Αφρική έχει επικρατήσει το «Μπόντα Μπόντα» χωρίς κανείς να ξέρει πώς προέκυψε η ονομασία αυτή. Το πιθανότερο είναι να έχει βγει μεταφράζοντας τον μονοκύλινδρο ήχο…

Με τις περισσότερες αφρικανικές χώρες να επιτρέπουν την εισαγωγή ινδικών μοτοσυκλετών, όπως των Bajaj, χωρίς την επιβολή πρόσθετων δασμών και με την χρηματοδότηση για μοτοσυκλέτες να γίνεται για πρώτη φορά διαθέσιμη, οι μοτοσυκλετιστές στην Αφρική αυξάνονται με τεράστιο ρυθμό. Είναι χαρακτηριστικό πως σε ορισμένες χώρες μιλάμε για ποσοστά αυξήσεων στις πωλήσεις σε μία τάξη μεγαλύτερη του 12.000% μέσα σε μία πενταετία, καθώς από εκεί που πωλούνταν μερικές εκατοντάδες μοτοσυκλέτες, οι παραγγελίες ξεπέρασαν τα χιλιάδες μοντέλα.

Με αυτή την τρομακτική αύξηση νέων μοτοσυκλετιστών, είναι λογικό να ανθήσει και το επάγγελμα του μοτο-ταξιτζή που εξίσου γρήγορα άρχισε να πάσχει από κορεσμό. Οι πρώτοι ταξιτζήδες γνώρισαν την ευκαιρία της οικονομικής ανεξαρτησίας σε χώρες που κάτι τέτοιο είναι δύσκολο να συμβεί, κι έτσι σύντομα το αποτέλεσμα ήταν να υπάρχουν πολλοί περισσότεροι από όσους πρακτικά μπορούσε να σηκώσει η ζήτηση. Σε αυτό βοήθησε απόλυτα και η πλήρης απουσία νομικού πλαισίου και σχεδιασμού, που διέπει το σύνολο των χωρών που δραστηριοποιούνται οι  «Μπόντα Μπόντα». Για να καταπολεμήσουν την υπερπροσφορά, οι μοτο-ταξιτζήδες της Αφρικής άρχισαν να καστομάρουν τις μοτοσυκλέτες τους, ώστε να τραβήξουν τα βλέμματα, αποτελώντας ελκυστικότερη λύση για τον υποψήφιο πελάτη. «Και στην ζούγκλα το ίδιο κάνουν τα ζώα για να προσελκύσουν το θηλυκό ή το θήραμά τους. Υπάρχουν πουλιά που διακοσμούν τις φωλιές τους με κάθε χρωματιστό αντικείμενο που θα βρουν», είναι η εξήγηση που δίνει ένας από αυτούς για την πρακτική που ακολουθούν.

Μέχρι εδώ όμως τα πράγματα δεν είχαν γίνει τσίρκο. Τσίρκο θα γινόντουσαν μόνο όταν ένας Ολλανδός συγγραφέας – καλλιτέχνης, θα συνεργαζόταν με έναν σχεδιαστή μόδας από την Ουγκάντα, διαμορφώνοντας μερικούς μοτο-ταξιτζήδες σε πραγματικό θίασο, αλλάζοντας παράλληλα τις συνήθειες των μοτο-ταξί.

Ο Ολλανδός Hoek ονόμασε την καλλιτεχνική αυτή παρέμβαση «Παραφροσύνη Μπόντα Μπόντα» αν και η τρέλα ήταν μάλλον δική του. Έπεισε μερικούς μοτο-ταξιτζήδες πως μονάχα με το customάρισμα των μοτοσυκλετών δεν θα ξεχωρίσουν κι έπρεπε να κάνουν το ίδιο και για τους εαυτούς τους. Το αποτέλεσμα είναι αυτό που βλέπετε στις φωτογραφίες και έχει οδηγήσει τον Hoek σε δύο εκθέσεις φωτογραφίας, αν και τυπικά η ονομασία είναι λάθος. Κι αυτό γιατί παρόλο που στην ανατολική Αφρική ο όρος «Μπόντα Μπόντα», είναι ο πιο συνηθισμένος, συγκεκριμένα στο Ναϊρόμπι την πρωτεύουσα της Κένυας, τα μοτο-ταξί ονομάζονται «πίκι-πίκι». Είναι μία μικρή παρέμβαση βέβαια αυτή, μπροστά στην μόδα που ξεκίνησε ο Ολλανδός στο Ναϊρόμπι, την στιγμή που στην διπλανή Ουγκάντα, οι μοτο-ταξιτζήδες προσπαθούν να ξεχωρίσουν προσφέροντας στους πελάτες κράνη και ανακλαστικά γιλέκα… ενώ πλέον οργανώνονται μέσα από εφαρμογές κινητών που επίσης τα τελευταία χρόνια η χρήση τους έχει εκτοξευθεί

 

Πηγή έπνευσης του Ολλανδού μεταξύ άλλων είναι οι: Mad Max Driver, Machette, Vibze, Ghost Rider, Red Devil, Lion, The Rasta Driver αν και πολλοί στο Ναϊρόμπι δεν αναγνωρίζουν ορισμένες από τις προελεύσεις αυτές, αγνοώντας πχ, τον "Machette"

Honda NSR 500

Το απόλυτο αγωνιστικό
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

4/9/2017

 

Μία πρόσφατη βόλτα για λόγους συντήρησης που πραγματοποίησαν οι μηχανικοί της Honda, σε ένα από τα NSR500 που διατηρούν σε άψογη κατάσταση και καταγράφηκε στην κάμερα, μας θύμισε την απόλυτη αυτή αγωνιστική…

Ακόμη και σήμερα, την εποχή των MotoGP, των 250+ ίππων, των 340+km/h τελικών ταχυτήτων, των απόλυτων χρόνων και των εξωπραγματικών επιδόσεων, είναι πολλοί αυτοί που θεωρούν ότι οι τελευταίες πραγματικές αγωνιστικές μοτοσυκλέτες, ήταν τα δίχρονα 500 των GP. Εκείνα τα ατίθασα, υστερικά και ιδιαιτέρως δύστροπα δίχρονα τετρακύλινδρα, που χάρισαν μοναδικό θέαμα και αγώνες που έχουν μείνει στην ιστορία.

Κατά γενική ομολογία, το δυνατότερο, το πιο διαχρονικό και το πιο ασυμβίβαστο στην ιστορία των Grand Prix, ήταν το NSR500 της Honda, το οποίο πρωτοπαρουσιάστηκε το 1984 ως ο επιτυχημένος διάδοχος του τρικύλινδρου V NS500. Το NSR500 ήταν ένα τετρακύλινδρο V και αποτέλεσε την αιχμή του δόρατος για την Honda για 18 ολόκληρα χρόνια, ώσπου άλλαξαν οι κανονισμοί που απαγόρεψαν τις δίχρονες μοτοσυκλέτες ξεκινώντας την απόλυτη κυριαρχία των τετράχρονων MotoGP.

 

Η απόδοση του κινητήρα ήταν κοντά στους 200 ίππους στις 13.500 και η περιεχόμενη γωνία των κυλίνδρων ήταν στις 112 μοίρες (εκεί κατέληξαν από την έκδοση του 1987 κι έπειτα), ένα ασυνήθιστο νούμερο για V κινητήρες. Ο στρόφαλος ήταν crossplane (αυτό ίσχυε από το 1992 κι έπειτα), ενώ ο ακριβής κυβισμός ήταν 499 κυβικά εκατοστά με διαστάσεις 54x54,5mm. Σε συνδυασμό με το εκπληκτικό αλουμινένιο περιμετρικό πλαίσιο της Honda, το NSR έγινε σχεδόν αμέσως ο απόλυτος κυρίαρχος στα GP κερδίζοντας 10 παγκόσμιους τίτλους, εκ των οποίων οι έξι (1994-1999) ήταν σερί, με πέντε από αυτούς να ανήκουν στον θρύλο των GP Mick Doohan. Ο Αυστραλός, παραμένει μέχρι και σήμερα ο μοναδικός αναβάτης στην ιστορία του σπορ που έχει κερδίσει πέντε τίτλους στην σειρά.

Συνολικά, η μοτοσυκλέτα μάζεψε περισσότερες από 100 νίκες και το 2001, με αναβάτη τον Valentino Rossi πέτυχε το ορόσημο των 500 νικών της Honda στα GP από το 1961, ενώ η επόμενη σεζόν, το 2002, ήταν η τελευταία θητεία του δίχρονου NSR, το οποίο αγωνίστηκε κόντρα στα πρωτοεμφανιζόμενα –τότε- τετράχρονα MotoGP.

 

Εμείς, είμασταν μάλιστα από  τους ελάχιστους τυχερούς δημοσιογράφους που είχαν καταφέρει να οδηγήσουν το NSR του Mick Doohan (1996) και του Valentino Rossi (2001) σε δύο μεγάλες αποκλειστικότητες για τα ελληνικά δεδομένα.