Η αναγέννηση ενός VOR EN 503

Μηχανικός ή ψυχολόγος, ιδού η απορία!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

14/11/2019

Πριν λίγο καιρό, είχαμε δημοσιεύσει την ιστορία της ανακατασκευής ενός Husqvarna WR360 από τον Αλέξη Στεφανίδη, έναν άνθρωπο που το… "κόλλημά" του τον κάνει να ξεπερνά κάθε εμπόδιο και δυσκολία. Το δεύτερο project του, ένα VOR EN503, το αποδεικνύει περίτρανα!

 

ΜH-ΨΥ

 

Του Αλέξη Στεφανίδη

Φωτό: του ιδίου, Κωνσταντίνου Ανούση και Λεωνίδα Γερμανόπουλου

 

Υπάρχουν τρεις κατηγορίες μηχανικών. Aλλά μόνο μία μπορεί να πάρει ένα γερασμένο εξωτικό endurο και να το κάνει καλύτερο και από καινούριο

 

Πρώτη κατηγορία είναι οι "μηχανικοί κατ’ επάγγελμα" στους οποίους πας την μηχανή σου για την προκαθορισμένη συντήρηση ή να σου την μαζέψουν αν έχεις μετρήσει καμιά σαβούρα. Η δεύτερη κατηγορία είναι οι λεγόμενοι "μερακλήδες" που με μια ματιά και μια γκαζιά έχουν καταλάβει ότι βαράνε οι βαλβίδες στον τρίτο κύλινδρο και θα κάνουν αυτό το έξτρα κατιτίς, όπως να σου αλλάξουν το ταλαιπωρημένο οκταράκι παξιμάδι πριν στην παραδώσουν. Ωραίοι και οι δύο με τα καλά τους και τα κακά τους, αλλά εγώ προτιμώ την τρίτη κατηγορία...

‘Εχετε ακούσει ποτέ για τους ΜH-ΨΥ, aka "μηχανικούς ψυχολόγους"; Είναι αυτοί που πας και βγάζεις πάνω τους όλα τα σπασμένα. Πληρώνουν την νύφη για το κάθε τι μακρύ και κοντό σου. Έ... σε αυτούς πάω εγώ. Τους καταλαβαίνεις κατευθείαν από τον χώρο εργασίας τους. Αντί για ξώβυζα έχουν φωτογραφίες του Tamburini, του Enzo Ferrari και του Fogarty. Σου πετάνε και σε μια γωνίτσα ξέμπαρκο ένα βιβλίο του Mark Rothko ή του Νίκου Δανιηλίδη και για να την ακούσεις ακόμα περισσότερο, καμιά γνήσια μπιέλα από το 888 του Falappa. Η μουσική υπόκρουση συνήθως θα πρέπει να ηρεμεί τον ασθενή (εμένα δηλαδή) με ακούσματα από Bocelli, Muddy Waters, Phil Collins, Eric Clapton και Van Halen ή Mötley Crüe αν είναι πιο rock η διάθεση. Στους τοίχους θα βρείς μια όμορφη αταξία από σημαίες, fairings, επιπλέον φωτογραφίες, λοιπά άσχετα αλλά ενδιαφέροντα αντικείμενα που κοιτάζοντάς τα, σου δένει τόσο καλά η εικόνα που δεν θα τολμούσες να ανακατατάξεις τίποτα.

Έχει και αυτό την σημασία του γιατί μόλις μπαίνεις σε τέτοιους χώρους "φτιάχνεσαι" κατευθείαν. Αισθάνεσαι σαν ζώο που επιστρέφει στο φυσικό του περιβάλλον. Και μόλις αισθανθείς άνετα, αναπαυτικά, έχεις πιει τον κερασμένο καφέ σου και έχεις φάει κανένα 60λέπτο να μιλάς για μηχανές, τέχνη, ιστορία, αρχιτεκτονική και άλλα πολλά υπέροχα πράματα που υπάρχουν σε αυτόν τον κόσμο (γιατί οι ΜΗ ΨΥ έχουν συνήθως ένα ευρύ πεδίο γνώσης), αρχίζεις και του ξεδιπλώνεις τα ψυχολογικά σου.

- Λοιπόν Κωνσταντίνε....(Κωνσταντίνος Ανούσης – Nimateck) Έχω ένα VOR ΕΝ503 που αγόρασα πριν έξι χρόνια και είναι καιρός να κάνουμε κάτι γι αυτό.

Όσο του εξηγώ τι και πώς, εκείνος με παρακολουθεί και κρατάει σημειώσεις με ευλάβια μαθητή, ενώ στο κεφάλι μου ακομά αντηχούν τα λόγια του φίλου μου του Γιάννη:

- "Πωωωω τι πήγες και πήρες πάλι ρε μαλ...&^%. Ρε πας καλά; Τι να φτιάξεις από αυτό; Αυτά βγαίνανε χαλασμένα απ’το κουτί τους. Ρε, σύνελθε και έλα στα λογικά σου."

Και δε θα χάσει να συμπληρώσει ο άλλος κολλητός (Βαγγέλης στ’όνομα):

- "Αλέξη, βάψ’το μπλε και ξέρεις εσύ μετά... "

Θύμα bullying κατέφυγα και εγώ στο καταφύγιο του Κωσταντίνου που αυτός καταλαβαίνει απόλυτα τέτοιου είδους βίτσια γιατί κουβαλάει και αυτός την δική του τρέλα. Ναι, το παραδέχομαι, με τραβάνε μοτοσυκλέτες που μηχανολογικά δεν είναι άρτιες. Αυτές τις μοτοσυκλέτες που τις λένε underdeveloped οι Αγγλοσάξωνες. Αυτές τις μοτοσυκλέτες που τις βάζεις μπρος και κάνεις τον σταυρό σου για να σου βγάλουν την διαδρομή. Αλλά άμα δουλέψουν, ζεις το απόλυτο όνειρο... Αυτές τις μοτοσυκλέτες που χλευάζουν οι τεχνοκράτες Hondaκηδες και Suzukaκηδες. Μοτοσυκλέτες τύπου Mondial Piega, Bimota VDue 500, Confederate Wraith, Vertemati, Ηusaberg από τα 2000's και άλλα πολλά, πάααααρα πολλά.

- Γιατρέ καταλαβαίνεις έτσι; Θέλω να το κάνω τζι τζι το VOR; Πειράζει; Γίνεται γιατρέ μου;

- Όλα γίνονται με θέληση και υπομονή Άλεξ, φέρτο εδώ να το δούμε .

To VOR όπως παρελήφθη

 

Η στιγμή της αλήθειας

Και εδώ ανοίγει το κουτί της Πανδώρας. Γιατί φαινομενικά ήταν απλά ένα σκονισμένο VOR ΕΝ503 του 2001, χωρίς αυτοκόλλητα, βαμμένα πλαστικά με σπρέι και κάποιες σκουριασμένες βίδες χωρίς καμιά άλλη κακοφωνία. Η "άριστη κατάσταση", βερεσέ ήταν γραμμένη στο car.gr. Έχει γίνει ψωμοτύρι αυτή η έκφραση. Δυνατός ισχυρισμός το "άριστη κατάσταση", πόσο μάλλον για ένα εξωτικό καθαρόαιμο enduro που έζησε την ζωή του στην πανέμορφη Κω.

"Πολύ πιθανό να έχει πέσει η πατέντα της πατέντας για να δουλέψει αυτό το πράμα στη Κω, γιατί εξιδικευμένο συνεργείο για τέτοιες μηχανές ψάχνεις με το δίκανο ακόμα και στην Αθήνα."

Αυτό σκέφτηκα. Αλλά κατά τ’ άλλα, το συγκεκριμένο 2001 μοντέλο (αυτή τη χρονιά έψαχνα συγκεκριμένα λόγω εμφάνισης) ήταν το πιο καθαρό απ’ όσα είχα δει στις αγγελίες τα τελευταία δύο χρόνια. Ακόμα πιο ενδιαφέρον το έκανε το γεγονός ότι ήταν πρώτο χέρι, καθώς ο ιδιοκτήτης το είχε αγοράσει απευθείας από την Ιταλία (!!!). Φυσικά ο προηγούμενος ιδιοκτήτης, έκανε ότι μπορούσε με τα μέσα που διέθετε στο νησί να διατηρήσει αυτό το εύθραυστο enduro σε όση καλύτερη και λειτουργική κατάσταση μπορούσε. Να είμαστε δίκαιοι. Φαινόταν ότι τη λάτρευε την συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα. Όμως, ένα ατύχημα το 2007, τον ανάγκασε να κλειδώσει το θηρίο στο κλουβί του.

Και φτάνουμε σ’ένα κρύο ξημερώμα τον Φεβρουάριο του 2013. Εγώ, η σύζυγος και ένας φίλος στο λιμάνι του Πειραία, να περιμένουμε το καράβι από την Κω με το VOR. Κατά την παραλαβή του, εκ πρώτης όψεως φαινόταν καλοδιατηρημένο αλλά το μεγάλο ερώτημα ήταν τι έκρυβε στα σωθικά του.

Το επόμενο στάδιο ήταν η συλλογή ανταλλακτικών. Για όσους δεν ξέρουν ποια είναι η VOR θα σας πω εν συντομία ότι ήταν το δημιούργημα το αδελφών Vertemati (Guido και Αlvaro), θρυλικές μορφές στην παγκόσμια motocross σκηνή και φανατικοί υποστηρικτές των τετράχρονων μονοκύλινδρων motocross. Μετά από πειραματισμούς με διάφορα πρωτότυπα στις αρχές της δεκαετίας του ’90 καταφέρνουν το 1998 να ιδρύσουν την Vertemati Off Road (VOR) και σε συνεργασία με την Bimota να αρχίσουν μια μικρή παραγωγή, αλλά πολύ σύντομα, διαφωνίες με την διεύθυνση της εταιρείας από το Rimini, τους ωθούν να την πουλήσουν και να ιδρύσουν εκ νέου την ομώνυμη εταιρεία (Vertemati σκέτο).

Η VOR παρέμεινε στα χέρια του νέου ιδιοκτήτη (Uberto Rasini στο όνομα) μέχρι και το 2003 που αγοράστηκε από την Mondial Moto Spa. Mε την επίσημη πτώχευση της Mondial τον Σεπτέμβριο του 2004, πέθανε και το όνειρο της VOR. Οπότε με αυτήν την συνοπτική ιστορία μπορείτε να καταλάβετε τι εστί η εύρεση ανταλλακτικών VOR. Tουλάχιστον στην αρχή, γιατί μετά από πέντε χρόνια ψάξιμο απέκτησα την εμπειρία και έγιναν πιο εύκολα τα πράματα.

Γκρι το ήθελα από την αρχή αλλά η απόχρωση που πρότεινε ο Κωνσταντίνο απογείωσε το project. Τα μαύρο βαμμένο κομμάτι ήταν δικιά του "τσαχπινιά"

 

Η οδύσσεια του restoring!

Tα πρώτα χρόνια ήταν σκέτη τρέλα. Ένα μόνο πράμα θα σας διηγηθώ και θα καταλάβετε το μέγεθος της καῒλας. Το 2013 βρισκόμουν σε κατασκευαστικό έργο σε μια έρημο στο μακρινό Τουρκμενιστάν. Το διαδίκτυο σε αυτό το αχανές μέρος δούλευε στην καλύτερη για 15 λεπτά ανά εβδομάδα και αυτό με διακοπές. Σε μία από εκείνες τις ημέρες που δούλεψε, εντοπίζω στο e-bay αυθεντικά αυτοκόλλητα της VOR σε ένα μικρό μαγαζάκι στη Γερμανία. Το άγχος με το οποίο έκανα copy paste τον σύνδεσμο και πληκτρολόγησα στο φίλο μου στο Messenger την ακόλουθη πρόταση πριν χαθεί στο σήμα δεν περιγράφεται: "Χτύπα τα τώρα, δεν με νοιάζει πόσο κάνουν, θα σου δώσω τα λεφτά όταν έρθω. Thanx in advance - Αlex" Και όλα αυτά γιατί το wi-fi ίσως να ξαναδούλευε μετά από 5-6 μέρες και άντε να ξαναβρείς πάλι γνήσια αυτοκόλλητα της VOR…

Το VOR είναι ο ορισμός του αντικομφορμισμού

Mε τον καιρό μάζεψα από διάφορες μεριές του κόσμου ανταλλακτικά. Έπειτα, το επόμενο βήμα ήταν να βρεθώ έτοιμος οικονομικά για το εγχείρημα. Σε τέτοιου είδους μηχανές πρέπει πάντα να προσθέσεις και τις ανθρωποώρες μελέτης του ΜΗ-ΨΥ. Τέτοιου είδους σπάνιες μοτοσυκλέτες ακολουθούν συνήθως εντελώς διαφορετικές τεχνολογικές λύσεις. Άλλοτε επιτυχημένες και άλλοτε παταγωδώς αποτυχημένες. Πάντα όμως άκρως ενδιαφέρουσες και ιδιαίτερες! To VOR ας πούμε είναι ο ορισμός του αντικομφορμισμού: Βιδωτό quick-release πλαίσιο, κίνηση βαλβίδων με γρανάζια, billet ψαλίδι, εφαρμογή φίλτρου πάνω στο πλαίσιο, λίπανση μέσω κίνησης του στροφάλου κλπ, κλπ. Μέχρι και η μανιβέλα έχει κίνηση προς τα εμπρός αντί προς τα πίσω!!!

- "Μάλλον γιατί o Giuseppe και ο Luigi θέλανε να φάνε τα panini τους στο μεσημεριανό, και γυρνώντας ξέχασαν να σχεδιάσουν την μανιβέλα. Θα το κατάλαβαν μία μέρα πριν την παραγωγή. Fanculo Luigi! Dovla pedivella???" Αυτή είναι η εξήγηση του Γιάννη για τις σχεδιαστικές λύσεις της VOR, στα πλαίσια του bullying που συνεχιζόταν καθ’όλη τη διάρκεια του project.

Φτάνουμε Φεβρουάριο του 2019, το VOR παραδίδεται στο εργαστήριο του Κωσταντίνου. Ο Γιάννης με κοιτάει απογοητευμένος και μουρμουράει:

 - "ΨΙΤ! Κατάλαβε το, δεν έχουν όλοι την όρεξη σου. Τι σου φταίει τώρα ο άνθρωπος να χάσει το χρόνο του με το τρίμμα που του έφερες για μηχανή;"

O Κωσταντίνος το γυρόφερνε, σκάλιζε, κρατούσε σημειώσεις και ταυτόχρονα παραμιλούσε, ενώ εγώ του έλεγα τι θα ήθελα, πώς θα το ήθελα και γιατί θα το ήθελα έτσι. Πραγματική ψυχανάλυση για να "νιώσει" ο ΜΗ-ΨΥ τα θέλω μου. Μόνο έτσι καταφέρνεις το τέλειο αποτέλεσμα με την πρώτη προσπάθεια σε τέτοιου είδους ιδιαίτερα projects.

O Κωνστανίνος χρειάστηκε να σημειώσει με μαρκαδόρο τα σημεία χρονισμού των βαλβίδων. Αθάνατοι Ιταλοί!

 

Από εκεί και πέρα το VOR είχε γίνει πλέον πρόβλημα του Κωσταντίνου. Αφού τον φόρτωσα με τις ιδέες μου, την τσίτα, τον αγχώδη ενθουσιασμό μου, κούτες με parts, ένα VOR 503 με μηδενικό ιστορικό συντήρησης -και σημειωτέον μηδενική χρήση στα δικά μου χέρια (δεν το είχα βάλει μπρος ποτέ γιατί δεν είχα ιδέα σε τι κατάσταση ήταν ο κινητήρας)- "την έκανα" με ελαφρά…

Ο Κωνσταντίνος έπιασε κατευθείαν δουλειά και πολύ σύντομα επιβεβαιώθηκα για την επιλογή μου να μην το βάλω μπρος. Με το άνοιγμα του κινητήρα ανακάλυψε ένα after market πιστόνι με λάθος διαστάσεις και σημάδια των βαλβίδων πάνω του. Άουτς! Και καλά θα ήταν αν μέναμε μόνο σ’ αυτό το πρόβλημα. Το Nikasil στον κύλινδρο σκέτο χάλι. Το πλαίσιο έδενε με βίδες με λάθoς μέγεθος κεφαλής που είχαν δεχτεί από πάνω "τάπωμα" με ηλεκτροσυγκόλληση! Η μέτρηση στα διάκενα των βαλβίδων ήταν τελείως εκτός από τα επιτρεπόμενα όρια, σχεδόν τα διπλάσια! Κάτι ήξερα που δεν το έβαζα μπρος έξι χρόνια και ας με έκραξαν άπαντες για το πόσο ψείρας είμαι.

Πατέντες ανακαλύψαμε και στο DellOrto καρμπυρατέρ. Όσο άνοιγες, τόσα έβρισκες. Φυσικά για την δικιά μου τελειομανία και του Κωνσταντίνου, αυτά ήταν αδιανόητα πράματα. Καταλαβαίνετε την σύγχυση μας, όταν βλέπαμε τέτοιου είδους επεμβάσεις σε μια τόσο όμορφη μοτοσυκλέτα. Μας τρελαίνανε! Ωστόσο, από την άλλη καταλαβαίνω και την λαχτάρα του πρώην ιδιοκτήτη που ήθελε να ευχαριστιέται την μηχανή του με κάθε τρόπο.

 

Ο μηχανικός… καταλύτης

Εδώ είναι που ο ΜΗ­­-ΨΥ της ιστορίας μας αρχίζει και πληρώνει τα σπασμένα. Δεν μιλάω για τις ανθρωποώρες που έφαγε για να μελετήσει το service book, το parts manual και να καταχωρήσει με τον εργοστασιακό κωδικό και σε σακουλάκια το κάθε ανταλλακτικό. ‘Η τι έκανε για να βρει την κατάλληλη εταιρεία για να στείλουμε το κύλινδρο για την επιστρώση Nikasil (στο τέλος κατέληξε στην Ολλανδία). Ή για τις πατέντες με τα λαστιχάκια και για να δέσει το "τάχα μου" κιβώτιο τύπου κασέτας. ‘Η την σπαζοκεφαλιά με τα μπουζόνια της κεφαλής που πρέπει να μπουν με συγκεκριμένη σειρά αλλιώς ξεκινάς από την αρχή. Ή τον μηχανισμό του αποσυμπιεστή που δεν θα το έλεγες ότι είναι η πιο απλοϊκή κατασκευή στον κόσμο. Ή για τα γρανάζια κίνησης των εκκεντροφόρων που δεν είχαν σημάδια χρονισμού! Να συνεχίσω; Θα συνεχίσω. Το πλαίσιο για να ξαναδέσει με τα αντίστοιχα υποπλαίσια είχε και αυτό το ζόρι του. Ας μην ξεχάσουμε ότι η VOR ήταν περισσότερο μια βιοτεχνία παρά ένα εργοστάσιο και οι περισσότερες δουλειές ήταν χειρωνακτικές. Όπότε οι ανοχές των πλαισίων ήταν λογικό να έχουν αρκετά μεγαλύτερο εύρος απ’ ότι ενός Honda.

Ιδού τo τελικό αποτέλεσμα μετά από σχεδόν 7 χρόνια υπομονής και επιμονής

 

Πολύ ψάξιμο, πολύ δουλειά, πολύ υπομονή, αλλά μήνα με τον μήνα τα αποτελέσματα άρχιζαν να φαίνονται. Μέσα από αυτήν την διαδικασία άρχισα να κατανοώ και να εκτιμώ ακόμα περισσότερο τον λόγο που τα VOR ήταν οι μηχανές που ήταν. Για ανθρώπους σαν εμένα και τον Κωνσταντίνο, η διαδικασία μιας ανακατασκευής έχει και διδακτική υπόσταση: Γιατί μάς δίνεται η δυνατότητα να αποδομήσουμε μια σπάνια μηχανή και να καταλάβουμε γιατί οι δημιουργοί της πήραν τις συγκεκριμένες σχεδιαστικές κατευθύνσεις. Όλη η ιστορία της εξέλιξής της είναι εκεί, μπροστά σου, μπορείς να την πιάσεις στα χέρια σου και να την περιεργαστείς κομμάτι-κομμάτι. Και όλη αυτήν την ροή γνώσης, ο Κωνσταντίνος θα στην μεταλαμπαδεύσει με μακροσκελείς συζητήσεις λόγω του κοινού πάθους που μάς δένει για τέτοιου είδους ιδιαίτερες μοτοσυκλέτες. Και φυσικά, θα προκύψουν και άλλα ευρήματα από αυτήν την ανταλλαγή γνώσεων που αποτελούν την πεμπτουσία ενός petrolhead. Και βέβαια το κερασάκι στην τούρτα είναι ότι έχεις ξαναδώσει μια δεύτερη ευκαιρία σε μια μηχανή που το πιο πιθανό ήταν να κατέληγε για "μπάλωμα στα αμπάρια των πλοίων" όπως λέει και ο Γιάννης.

Το VOR ήταν, αισίως, έτοιμο τον Σεμπτέμβριο του 2019. Αλλά κατά την παράδοση φρόντισε να μας κάνει το τελευταίο καψόνι. Τα εργοστασιακά αυτοκόλλητα όντας πολυκαιρισμένα δεν ξεκολλούσαν με τίποτα. Όμως κανένα πρόβλημα, γιατί αυτό ήταν η δεύτερη ανακατασκευή που πραγματοποιούσα σε μοτοσυκλέτα και είχα μάθει πια τα κατατόπια. Ο Ντίνος Kαλιαμπέτσος από την DXL Graphics όχι μόνο φρόντισε να αναπαράγει τα αυτοκόλλητα με 100% ακρίβεια, αλλά χρησιμοποίησε σαφέστερα πολύ καλύτερη πρώτη ύλη απ’ ότι είχαν τα εργοστασιακά αυτοκόλλητα.

Προσωπικές πινελιές

Στο έργο εννοείται ότι ήθελα να κάνω κάποιες προσωπικές παρεμβάσεις που δεν θα άλλαζαν κατά πολύ την εργοστασιακή όψη. Το aftermarket number plate με την σίτα ήταν περισσότερο για τη συσχέτιση του VOR με την αδελφή Vertemati. Το πλαίσιο βάφτηκε κυρίως σε μια γκρι απόχρωση που θα ταίριαζε με τα χρώματα του πιρουνιού και των πλαστικών, αλλά οι κάθετοι δοκοί που οδηγούσαν στα ποδοστήρια βάφτηκε μαύρη. Το δε γκρι που διαλέχτηκε με την ιδιαίτερη "σαγρέ" αίσθηση ήταν ιδέα του Κωνσταντίνου, γιατί στο project brief πού είχαμε κατάλαβε ότι προσπαθούσα να δώσω μια ωμή εργοστασιακή όψη. Αυτό το συγκεκριμένο χρώμα απογείωσε το concept και το έκανε ακόμα καλύτερο από την αρχική μου ιδέα. Το καμπυρατερ βάφτηκε και αυτό στο χρώμα του μαγνησίου συνεχίζοντας το factory θέμα. Και αυτό επίσης ιδέα του Κωνσταντίνου. Σημειώστε το αυτό γιατί μόνο οι ΜΗ-ΨΥ μπορούν να κάνουν τέτοια μαγικά, γιατί έχουν την δυνατότητα να "νιώσουν" την ιδέα σου.

Οι ζάντες ανακατασκευάστηκαν με νέες ακτίνες και τα κέντρα γυαλίστηκαν. Τα στεφάνια βάφτηκαν σε ένα επίσης "σαγρέ" μαύρο χρώμα, όπως και τα καπάκια του κινητήρα. Από το τιμόνι, αφαιρέθηκε το cross bar για να δοθεί μία πιο FMX αισθητική στο ήδη πολύ ψηλό τιμόνι. Στην μοτοσυκλέτα όλα λύθηκαν, όλα καθαρίστηκαν / γυαλίστηκαν και ό,τι έχριζε αντικατάστασης, αντικαταστάθηκε με γνήσια ανταλλακτικά της VOR. Το αποτέλεσμα: Εκπληκτικό! Νομίζω οι φωτογραφίες μιλάνε μόνες τους. Φώτα δεν έβαλα, γιατί το προτιμούσα τελείως απλό και λιτό αν και ο Κωσταντίνος έχει την πλεξούδα έτοιμη αν αλλάξω ποτέ γνώμη.

Σας αφήνω να απολαύσετε τις φωτογραφίες αλλά θυμηθείτε: Αν μπλέκετε καλλιτεχνικά/ιστορικά/συναισθηματικά θέματα μαζί με μοτοσυκλέτες ή γενικά τραβάτε κολλήματα που δεν στέκουν στους πολλούς, μην σκάτε! Υπάρχουν και οι ΜΗ-ΨΥ εκεί έξω που θα σας καταλάβουν!

Το άρθρο συνοδεύεται από ένα ενδιαφέρον φωτογραφικό υλικό

Ένα εκατομμύριο χιλιόμετρα με το εξακύλινδρο Honda CBX1000!

Σαράντα ετών Γιαπωνέζικη στους Γερμανικούς δρόμους
1.000.000χμ με Honda CBX1000
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

27/12/2022

Ο Γερμανός Jürgen Hereth συμπλήρωσε ένα εκατομμύριο χιλιόμετρα στο CBX1000 του 1983 το οποίο έχει στην κατοχή του από το 1986 και αποτελεί το κατεξοχήν όχημά του συμπληρώνοντας ο ένας τον άλλο με κάθε τρόπο, συμπεριλαμβανομένων των συγκυριών: Έχουν τώρα μαζί γενέθλια, εκείνος κλείνει σε λίγες μέρες τα 60 και η μοτοσυκλέτα συμπληρώνει τα 40, οπότε μαζί στρογγυλοποιούν το νούμερο στα 100, που με πολλά ακόμη μηδενικά μας κάνουν τα χιλιόμετρα που έχουν διανύσει σε όλη την Ευρώπη καθώς όσα ταξίδια έχει κάνει ο Jürgen, είναι με την εξακύλινδρη CBX.

Πρόκειται για μία ιστορία που αποτελεί το cover-story του Γερμανικού περιοδικού MOTORRAD CLassic, μία έκδοση με πάρα πολλούς αναγνώστες για τους μοτοσυκλετιστές και φίλους της ανάγνωσης, όπως άλλωστε είναι στο σύνολό τους οι Γερμανόφωνοι. Στο πλούσιο κείμενο που έχουν οι Γερμανοί συνάδελφοι ξεδιπλώνεται η ιστορία του Jürgen και του CBX με όλα τα καλά αλλά και τα στραβά της που για ένα εκατομμύριο χιλιόμετρα δεν είναι πολλά, δεν είναι όμως και αμελητέα.

Γεννημένος το 1963 στο Stein στα περίχωρα της Νυρεμβέργης, ο Jürgen μπήκε στον κόσμο των δύο τροχών με τα μοτοποδήλατα, όπως είναι η σειρά για πλήθος Γερμανών ακόμη και σήμερα εξαιτίας του ξεκάθαρου νομικού πλαισίου για τους δεκαεξάχρονους αλλά και της οδικής εκπαίδευσης που λαμβάνουν. Από εκεί μεταπήδησε σε Hercules K50 RL κι έπειτα με την σειρά σε Honda CB 400 NC, CB 750 K2 και MTX 200 R. Είχε ξεκινήσει ήδη να κάνει όνειρα για ένα Honda CBX 1000 Pro-Link, την εξακύλινδρη μοτοσυκλέτα της εποχής εκείνης που ακόμη και τώρα και περισσότερο τότε, ενέπνεε τα όνειρα του κόσμου. Τελικά τα Χριστούγεννα του 1986 κατάφερε να κάνει μία δική του, ακριβώς όπως την ήθελε με το φαίρινγκ για τα ταξίδια που ονειρευόταν.

1.000.000χμ σε Honda CBX1000
Μαζί με τον ήχο, το πιο χαρακτηριστικό σημείο αυτής της μοτοσυκλέτας!

Ήταν ελαφρώς μεταχειρισμένη με 6.000 χιλιόμετρα και από εκείνη την ημέρα δεν θα έβλεπε ποτέ ξανά το συνεργείο. Ο Jürgen είναι ξεκάθαρος, δεν είχε κανένα σκοπό να την κρατήσει για το υπόλοιπο της ζωής του, δεν σκεφτόταν με αυτό τον τρόπο όπως συχνά βλέπουμε ορισμένους να εκφράζονται για την μοτοσυκλέτα των ονείρων τους: «αυτή να καταφέρω να πάρω και δεν θα φύγει από πάνω μου». Ο Jürgen δεν σκεφτόταν επίσης την εμπορική αξία της μοτοσυκλέτας αυτής και τις στερήσεις που έκανε για να την αποκτήσει. Διότι δυστυχώς το έχουμε δει και αυτό, να αποκτά κάποιος την μοτοσυκλέτα που ονειρευόταν αλλά να την τοποθετεί σε ένα σταντ και απλά να την κοιτά όσο περνούν τα χρόνια. Γνωστός σε μοτοσυκλετιστικές λέσχες της Γερμανίας με διάφορα ψευδώνυμα, ένα από αυτά ήταν ο «Άη Βασίλης» γιατί τέτοιες μέρες ντύνεται πάντα στα κόκκινα και ηγείται των υπολοίπων μελών μοιράζοντας δώρα. Το "χιλιομετροφάγος" είναι ένα άλλο παρατσούκλι με το οποίο είναι γνωστός, όπως και το "άφθαρτος" το οποίο το κέρδισε με άσχημο τρόπο.

1.000.000χμ σε Honda CBX1000
Φωτογραφημένος από το MOTORRAD CLassic δείχνει σαν να έχει 1.000 και όχι 1.000.000 στην πλάτη

Κάθε χρόνο κάνει κατά μέσο όρο 40.000 χιλιόμετρα και καταναλώνει 4 ζευγάρια ελαστικά, στην Γερμανία τα αλλάζουν και στο όριο που πρέπει, ενώ η μέγιστη κατανάλωση φτάνει τα 7 λίτρα που δεν είναι πολύ για μία τέτοια μοτοσυκλέτα. Ο Jürgen φτιάχνει τα πάντα μόνος του στην μοτοσυκλέτα χωρίς να είναι μηχανικός μοτοσυκλετών, δουλεύει όμως στην MAN από τότε που ήταν 16 ετών έχοντας αποκτήσει μεγάλη εμπειρία με τα μέταλλα και εκπαιδεύτηκε και στις CNC εργαλειομηχανές. Η δουλειά του, του έχει εξασφαλίσει τις γνώσεις αλλά και τα «μέσα» για να κάνει την ζωή που θέλει ταξιδεύοντας σε διάφορες χώρες όπως Σουηδία, Γαλλία, Ισπανία, Ολλανδία, Νορβηγία, και Πορτογαλία από όπου γύρισε αεροπορικώς:

Ήταν το 2016 στο χειρότερο ατύχημα των 1.000.000 χιλιομέτρων όπου σώθηκε εξαιτίας της άμεσης παρέμβασης των περαστικών και της ταχείας επέμβασης του ασθενοφόρου. Άλλη μία φορά έχει κινδυνέψει, στην Γερμανική Autobahn όπου στο CBX1000 καταστράφηκαν τα πάντα εκτός από τον κινητήρα. Το ξανά έφτιαξε από το μηδέν και αργότερα το 2016 όταν κέρδισε το παρατσούκλι «άφθαρτος» είχε να κάνει μόνο με τον ίδιο, το CBX1000 είχε μείνει σχεδόν ανέπαφο. Έχει πάει και στο Isle of Man τρεις φορές, το 1996, 1997 και το 2000, ενώ δεν έχει έρθει στα Βαλκάνια και την Ελλάδα…

Στα χρόνια αυτά δεν έχει κρατήσει το CBX τελείως εργοστασιακό γιατί ευτυχώς για τον ίδιο δεν πάσχει από κάποια ψευτολαγνεία και μπορεί να καταλάβει πως αναρτήσεις και πλαίσιο ήταν επιεικώς απαράδεκτα, ακόμη και για μία μοτοσυκλέτα φτιαγμένη για τα όνειρα όπως το CBX1000. Για αυτό και το πλαίσιο είναι ενός Γερμανού κατασκευαστή ο οποίος ειδικεύεται σε παλαιές μοτοσυκλέτες που γίνονται ανακατασκευή για να κυκλοφορούν και δεν είναι για το σαλόνι. Στην γκάμα του έχει μία σειρά από πλαίσια για παλαιότερα μοντέλα, αλλαγμένα και ενισχυμένα στα σημεία που πρέπει.

1.000.000χμ σε Honda CBX1000
Μια πιο αυθεντική φωτογραφία του Jürgen με την "ασφαλτίλα" του ταξιδιού​​​​​

Από εκεί και πέρα το CBX1000 έχει νέες αναρτήσεις και ρυθμιζόμενο πίσω αμορτισέρ. Ένα ZX-9R έχει γίνει ο δότης για διάφορα ηλεκτρονικά στο CBX, η ανάφλεξη είναι σύγχρονη τελείως και για αυτό έχει βάλει και μπουζί Ιριδίου, νέες και φυσικά σύγχρονες αλλαγές στην κεφαλή, φώτα LED και ορισμένα ακόμη χωρίς ωστόσο να πειράξει ο Jürgen το παραμικρό τόσο στον χρονισμό, όσο και στον κινητήρα από εκεί και κάτω. Οι 105 ονομαστικοί ίπποι δεν του φτάνουν, όπως λέει ο ίδιος, ιδιαίτερα στις χαμηλές στροφές αλλά δεν θέλει να πειράξει τίποτα περισσότερο καθώς είναι βέβαιο πως από εκεί και πέρα ξεκινούν τα μηχανικά προβλήματα τα οποία και φυσικά θέλει να αποφύγει.

Ο Jürgen έχει μία αυθεντικότητα όπως ακριβώς συμβαίνει με όλους αυτούς τους ανθρώπους που ξεκινά από την φιλοσοφία ζωής και δεν αντανακλάται μονάχα στην μοτοσυκλέτα του. Θα φορά τα ίδια δερμάτινα χειμώνα – καλοκαίρι (κυκλοφορεί με το CBX1000 όλους τους μήνες που αν υπάρχουν εδώ λίγοι που αφήνουν τις μοτοσυκλέτες τον χειμώνα, στην Γερμανία είναι πολλοί περισσότεροι) και είναι της άποψης «αν βραχώ θα στεγνώσω». Δερμάτινο καπέλο που το χειμώνα διπλώνει και γίνεται ένα windstopper για το κρύο στο στήθος μέσα από το μπουφάν και μόνιμα ένα αντίσκηνο, δεν ταξιδεύει ποτέ σε ξενοδοχεία. Το διαμέρισμά του είναι γεμάτο από ανταλλακτικά του CBX, καθώς σε τέτοιες μοτοσυκλέτες δεν τα ψάχνεις όταν τα χρειαστείς αλλά τα αγοράζεις όταν τα βρίσκεις. Για αυτό τον λόγο κάτω από το κρεβάτι του έχει μία ολόσωμη εξάτμιση και σε διάφορα ντουλάπια μέσα στο σπίτι θα βρεις τα πάντα για το CBX.

1.000.000χμ σε Honda CBX1000
Το εργοστασιακό οδόμετρο αλλάχτηκε στις 100.000χμ από έναν Γερμανό τεχνίτη που του έδωσε την σημερινή του μορφή...

Την τελευταία φορά που χρειάστηκε κάτι, ήταν σχετικά πρόσφατα όταν χτύπησε ένα ελάφι στην έξοδο μίας στροφής και δυστυχώς το πρώτο πράγμα που πάσχει σε αυτή την μοτοσυκλέτα, είναι και το πρώτο πράγμα που καταλαβαίνει κάποιος αν δεν είναι αυθεντικό και αποτελεί και το πιο όμορφο σημείο της: Οι λαιμοί της εξάτμισης! Δεν χρειάζεται να πέσεις με πολλά, ακόμη και από το σταντ να πέσει αυτή η μοτοσυκλέτα, αμέσως η ζημιά είναι μεγάλη. Ακόμη μία δικαιολογία για όλους εκείνους που δεν θα την φόρτωναν ποτέ με χιλιόμετρα, πόσο μάλλον με ένα εκατομμύριο.

Για ανθρώπους όπως ο Jürgen όμως ανοίγεται η ευκαιρία μίας μεγάλης οικογένειας που εκτείνεται σε Γαλλία και Ολλανδία όπου κατασκευάζουν πλέον μόνοι τους τα ανταλλακτικά, πολλά από αυτά σε CNC με ποιότητα ανώτερη της αρχικής και έτσι είναι δύσκολο να ξεμείνει ποτέ. Παρόλο που το CBX δεν σταματά να κυκλοφορεί, υπάρχουν περίοδοι που το χιόνι είναι περισσότερο από μία λευκή φλούδα στον δρόμο και τότε παίρνει ένα XR250RF που το αποκαλεί «χειμερινή μοτοσυκλέτα» καθώς όχι μόνο δεν διαθέτει αυτοκίνητο αλλά δεν έχει και δίπλωμα αυτοκινήτου. Την ερχόμενη Άνοιξη θα ξανά πάει στην Νορβηγία, δεν δέχεται να έρθει από την εδώ πλευρά του Νότου -κάτι ξέρει- ενώ σε κάθε συνέντευξη δηλώνει εργένης αλλά όχι από άποψη, καθώς καμία γυναίκα δεν έχει βρεθεί τα 60 αυτά χρόνια που να μπορεί να ακολουθήσει τον τρόπο ζωής του και κατά επέκταση καταλαβαίνει και ο ίδιος πως αυτό ήταν μάλλον δύσκολο. Αυτός και το CBX θα επιστρέψουν λοιπόν στο Βόρειο Ακρωτήρι αμέσως μόλις ο καιρός το επιτρέψει, γιατί την πρώτη φορά η ομίχλη δεν τους άφησε να τραβήξουν την φωτογραφία που ήθελαν. Επίσης και εδώ κατανοεί πως οι πιθανότητες να μην τα καταφέρει ούτε την δεύτερη, είναι εξίσου μεγάλες εκεί πάνω…

1.000.000χμ σε Honda CBX1000

Άλλη μία αυθεντική φωτογραφία αναβάτη και μοτοσυκλέτας, όπως συνήθως περνάνε τις ημέρες τους την καλοκαιρινή περίοδο:

1.000.000χμ σε Honda CBX1000

sk_motorium