Εργοστάσιο – Μουσείο Ducati

Στο λίκνο των θρύλων
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

27/6/2017

Η Bologna είναι μια πόλη που διαθέτει πάρα πολλά στοιχεία που θα μπορούσαν να την κάνουν ξεχωριστή και να την συνυφάνουν με διάφορα πολιτιστικά και πολιτισμικά δεδομένα. Σε όλους εμάς όμως, το όνομα της Bologna είναι το ένα και το αυτό με μία μόνο θρυλική επωνυμία: της Ducati.

Πριν από λίγο καιρό βρεθήκαμε στην Bologna για μια από εκείνες τις σπάνιες περιπτώσεις που μια εταιρεία επιλέγει να κάνει την παρουσίαση ενός νέου μοντέλου στην έδρα της. Συνήθως το μπουλούκι των δημοσιογράφων συγκεντρώνεται σε κάποιο θέρετρο, που συνδυάζει τον καλό καιρό με τις απαραίτητες υποδομές και το πολύ καλό οδικό δίκτυο, προκειμένου να διαπιστώσουμε την αποτελεσματικότητα των σχεδιαστών του. Με το Scrambler Café Racer όμως, η Ducati επέλεξε να το δείξει για πρώτη φορά στον ειδικό τύπο καλώντας τους δημοσιογράφους στο "σπίτι" της. Να οδηγήσουμε το νέο μοντέλο λίγα χιλιόμετρα από εκεί που είδε για πρώτη φορά το φως του ήλιου, εκεί που οδηγήθηκε για πρώτη φορά από τους αναβάτες εξέλιξης, εκεί ουσιαστικά που διαμορφώθηκαν τα χαρακτηριστικά της απόδοσης και της συμπεριφοράς της. Όποιος έχει οδηγήσει εκεί στους πρόποδες των Απέννινων, στο περίφημο Passo della Futa, μπορεί να καταλάβει γιατί γενικότερα οι κόκκινες μοτοσυκλέτες διαθέτουν αυτόν τον ιδιαίτερο και ξεχωριστό χαρακτήρα. Το bonus όμως στην συγκεκριμένη περίπτωση ήταν η δυνατότητα που είχαμε να επισκεφθούμε το εργοστάσιο με τις γραμμές παραγωγής και στη συνέχεια το ανανεωμένο μουσείο της εταιρείας πριν καν οδηγήσουμε την μοτοσυκλέτα, για να δούμε από κοντά πώς φτιάχνονται τα πραγματικά αντικείμενα του πάθους.

 

Η ιστορική γραμμή

Στις αρχές της δεκαετίας του 1900, δημιουργήθηκε μια μεγάλη δραστηριότητα γύρω από την τεχνολογία των τηλεπικοινωνιών, με τον Giuglielmo Marconi –γνήσιο τέκνο της Bologna- να κατοχυρώνει την πατέντα του ραδιοτηλέγραφου. Την ίδια εποχή, ένας συντοπίτης του, ο Adriano Cavalieri Ducati κατοχυρώνει την πατέντα για τον πομπό βραχέων ραδιοκυμάτων και στις 4 Ιουλίου του 1926, μαζί με τα αδέρφια του Bruno και Marcello, ιδρύει την Societa Scientifica Radio Brevetti Ducati. Το αντικείμενο της εταιρείας ήταν η κατασκευή μικρών πυκνωτών Manens, οι οποίοι φτιάχνονταν σε ένα μικρό σπίτι από δύο εργάτες και μια γραμματέα! Μέσα σε δέκα χρόνια, η ανάπτυξη της εταιρείας ήταν τέτοια που απασχολούσε χιλιάδες υπαλλήλους στο καινούργιο εργοστάσιο στην περιοχή του Borgo Panigale. Τον Οκτώβρη του 1944 όμως, το εργοστάσιο βομβαρδίστηκε από τους συμμάχους με αποτέλεσμα να καταστραφεί σχεδόν ολοκληρωτικά, αλλά μέσα σε έναν χρόνο ξαναχτίστηκε με αντικείμενο πλέον την κατασκευή μικρών μοτοσυκλετών, που αποτελούσαν ένα φθηνό μέσο μετακίνησης στην μεταπολεμική περίοδο της Ιταλίας.

Η αρχή έγινε με το περίφημο Cucciolo (κουτάβι στα ιταλικά), έναν μικρό τετράχρονο κινητήρα 48 κυβικών που μπορούσε να προσαρμοστεί σε οποιοδήποτε ποδήλατο, ο οποίος απέκτησε διαστάσεις φαινομένου. Λίγο αργότερα φτιάχτηκε το "60", η πρώτη ολοκληρωμένη μοτοσυκλέτα της Ducati, και στη συνέχεια "μπήκε το νερό στ' αυλάκι" με την έλευση του Fabio Taglioni και την σχεδίαση του 125 Sport. Έκτοτε, η Ducati είχε μια διαρκώς ανοδική πορεία, τόσο εμπορικά όσο και αγωνιστικά, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το Ducati Siluro 100 που έσπασε 46 (!) παγκόσμια ρεκόρ ταχύτητας εν έτει 1956. Η ιστορική συνέχεια επεφύλαξε πολλά ορόσημα για την Ducati, όπως τα Scrambler και το 750GT, το πρώτο superbike της εταιρείας την δεκαετία του '70 με τον πρώτο δικύλινδρο desmo V 90° και πρόγονος του SuperSport Desmo του '73 που μπήκε στη συλλογή του μουσείου Guggenheim ως μια από τις ομορφότερες μοτοσυκλέτες που φτιάχτηκαν ποτέ. Το έτερο σήμα-κατατεθέν της Ducati, το πλαίσιο χωροδικτύωμα, εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1979 στο Pantah 500 και την επόμενη χρονιά επανασχεδιάστηκε από τον Taglioni για το 600 ΤΤ2, με το βάρος του να φτάνει μόλις στα 7 κιλά!

Η λίστα με τους ιστορικούς σταθμούς της Ducati είναι μακρά, η οποία συμπεριλαμβάνει από νίκες στο Dakar (με το Cagiva Elefant που είχε κινητήρα της Ducati), μέχρι το θρυλικό 916 που επαναπροσδιόρισε τα superbikes της σύγχρονης εποχής και το Monster που έκανε το ίδιο για την κατηγορία των Naked. Η συνεργασία με την Cagiva δημιούργησε πολύ ισχυρότερους δεσμούς, καθώς το 1985 η εταιρεία του Castiglioni ενέταξε την Ducati στον όμιλο (αφού πιο πριν, το 1950, είχε αναλάβει τον έλεγχο το ιταλικό κράτος), ενώ το 1996 η εταιρεία άλλαξε ιδιοκτησιακό καθεστώς περνώντας στα χέρια της αμερικανικής Texas Pacific Group και το 2005 τα αδέρφια Bonomi επανέφεραν την εταιρεία σε ιταλικά χέρια. Το 2012 όμως, η Ducati εξαγοράστηκε από το Volkswagen Group –και πιο συγκεκριμένα από την Audi που ανήκει στον όμιλο- όπου και παραμένει μέχρι σήμερα ακολουθώντας το επιχειρηματικό πλάνο των Γερμανών.

Το "κόκκινο" εργοστάσιο

Όπως αναφέραμε και παραπάνω, το πρώτο εργοστάσιο της Ducati ήταν ουσιαστικά το υπόγειο του σπιτιού των αδερφών Ducati, όπου κατασκεύαζαν πυκνωτές και εξοπλισμό για ραδιόφωνα. Το 1935 λειτούργησαν για πρώτη φορά οι εγκαταστήσεις στο Borgo Panigale, ως αποτέλεσμα της ραγδαίας αύξησης του κύκλου εργασιών της εταιρείας, δίνοντας μια επιπλέον ώθηση στην δυναμική της Ducati. Μέσα σε λίγα χρόνια κατέληξε να αποτελεί ένα… μικρό χωριό, ενώ λίγο μετά άνοιξαν δύο νέα εργοστάσια της εταιρείας με αντικείμενο τις δραστηριότητες της Ducati στον τομέα των οπτικών. Ενώ το όλο εγχείρημα βρισκόταν σε μια οργιώδη ανάπτυξη, ήρθε ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος να βάλει ένα απότομο φρένο. Το 1943 το εργοστάσιο επιτάχθηκε από τους Γερμανούς και τον Οκτώβριο του 1944 καταστράφηκε από τους βομβαρδισμούς των συμμάχων. Μετά το τέλος του πολέμου ξεκίνησε αμέσως η ανακατασκευή του και το 1948 τα αδέρφια Ducati έφυγαν από την εταιρεία. To 1954 η Ducati διασπάστηκε σε δύο εταιρείες, την Ducati Elettrotecnica και την Ducati Meccanica. Η Ducati Meccanica ήταν η εταιρεία που συνέχισε την παραγωγή μοτοσυκλετών, το εργοστάσιο της οποίας αποτελεί μέχρι σήμερα το βασικό εργοστάσιο της Ducati, καθώς η εταιρεία διαθέτει πλέον κι ένα εργοστάσιο στην Ταϊλάνδη όπου συναρμολογούνται οι μοτοσυκλέτες που έχουν προορισμός τις αγορές της Ασίας.

Σήμερα, το εργοστάσιο της Ducati στην Bologna παραμένει ένα μικρό… χωριό, με ένα σύμπλεγμα κτιρίων και εγκαταστάσεων να αποτελούν την καρδιά της ιταλικής εταιρείας. Εκεί που βρίσκονται τα γραφεία της εταιρείας ήταν οι γραμμές παραγωγής, ενώ οι τωρινές γραμμές συναρμολόγησης κινητήρων είναι στο κτήριο που χτίστηκε μεταξύ του 1969-1973 και αποτελούσε το εργοστάσιο παραγωγής των αλουμινένιων και τα ατσάλινων μερών.

Παντού βλέπεις χαμόγελα και ευχάριστες φυσιογνωμίες που δημιουργούν μια παρεΐστικη ατμόσφαιρα μέσα σε ένα επαγγελματικό και υψηλού τεχνολογικά επιπέδου περιβάλλον

Έχοντας επισκεφθεί πολλά εργοστάσια-και δη ευρωπαϊκά- κατασκευής μοτοσυκλετών, το εργοστάσιο της Ducati δεν ξεχωρίζει για τις τεχνολογικές του καινοτομίες ή για το πρωτότυπο σύστημα των logistics που χρησιμοποιεί, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν ακολουθεί ό,τι πιο σύγχρονο και άρτιο υπάρχει στον συγκεκριμένο τομέα. Λίγο ως πολύ όμως, τα περισσότερα εργοστάσια είναι εναρμονισμένα για τις σύγχρονες τεχνικές και ακολουθούν –με μικρές διαφοροποιήσεις- τις ίδιες μεθόδους. Το εργοστάσιο στο Borgo Panigale ξεχωρίζει για άλλο λόγο κι όχι τόσο για την μειωμένη παρουσία αυτοματισμών σε σχέση με τα άλλα εργοστάσια. Με το που περνάς την πύλη του ιστορικού εργοστασίου –πιστέψτε με, δεν είναι υπερβολή- γίνεσαι αποδέκτης μιας εντελώς διαφορετικής ατμόσφαιρας. Ένα εργοστάσιο, μια εταιρεία, ένας οργανισμός γενικότερα, είναι οι άνθρωποί του και στην Ducati αυτό δεν αποτελεί εξαίρεση. Οι εργάτες, οι μηχανικοί, οι διοικητικοί υπάλληλοι, είναι όλοι τους άνθρωποι παθιασμένοι με την μοτοσυκλέτα και την φίρμα. Δουλεύουν για την Ducati και γουστάρουν που το κάνουν. Παντού βλέπεις χαμόγελα και ευχάριστες φυσιογνωμίες που δημιουργούν μια παρεΐστικη ατμόσφαιρα μέσα σε ένα επαγγελματικό και υψηλού τεχνολογικά επιπέδου περιβάλλον. Στις τέσσερις γραμμές συναρμολόγησης οι εργάτες που μοντάρουν τα πλαίσια με τους κινητήρες δουλεύουν λες και πρόκειται για την δική τους μοτοσυκλέτα. Η έντονη γυναικεία παρουσία (πάνω από το 20% είναι γυναίκες) δίνει μια διαφορετική αισθητική στον βιομηχανικό σκηνικό. Ανάμεσα στα CNC και τους επεξεργασμένους στροφάλους, την μονοτονία του μετάλλου την σπάνε δύο μεγάλες γλάστρες με φίκους, γύρω από τις οποίες στρίβουν ξυστά τα περονοφόρα με τις εξαρτήματα για τις γραμμές παραγωγής. Ακόμη και στον λειτουργικό και ποιοτικό έλεγχο μέσα στα κλειστά δυναμόμετρα, οι εργάτες που κάνουν την διαδικασία μοιάζουν λες κι έχουν στηθεί για κόντρα σε φανάρι, αντί να αλλάζουν βαριεστημένα ταχύτητες και να συλλέγουν στοιχεία. Μικρές λεπτομέρειες που όλες μαζί όμως φτιάχνουν το διαφορετικό κλίμα που "μυρίζει" Ducati.

Από τις τέσσερις γραμμές παραγωγής η μία είναι αφιερωμένη στην οικογένεια των Panigale λόγω της ιδιαιτερότητας των κινητήρων τους και στις άλλες τρεις συναρμολογούνται όλα τα υπόλοιπα μοντέλα της γκάμας. Στις τρεις αυτές γραμμές τα μοντέλα που συναρμολογούνται εξαρτώνται από τις προπαραγγελίες των αντιπροσώπων και όχι από την κάθε παραγγελία ξεχωριστά του εκάστοτε πελάτη, όπως για παράδειγμα συμβαίνει στο εργοστάσιο της BMW, και στην ακμή της σεζόν (που ξεκινάει την άνοιξη και τελειώνει το φθινόπωρο) σε ορισμένες απ' αυτές δουλεύουν έως και τρεις βάρδιες.

Κάπου ανάμεσα στις γραμμές συναρμολόγησης των κινητήρων και μοτοσυκλετών, υπάρχει μια κατακόκκινη –τι παράξενο!- πόρτα, ερμητικά κλεισμένη με ηλεκτρονικές κλειδαριές και καθόλου παράθυρα. Πάνω της έχει μόνο ένα μεγάλο αυτοκόλλητο: Ducati Corse. Πίσω από αυτή την πόρτα βρίσκεται το άντρο του αγωνιστικού τμήματος της Ducati. Η εξέλιξη, ο σχεδιασμός και η βάση των εργοστασιακών ομάδων, τόσο για τα MotoGP όσο και για τα WSBK, γίνεται σ' αυτό το τμήμα του εργοστασίου, στο οποίο φυσικά ούτε λόγος για να ρίξουμε έστω και μια κλεφτή ματιά.

Για τους λάτρεις των στατιστικών, να αναφέρουμε ότι οι εγκαταστάσεις του Borgo Panigale καταλαμβάνουν μια έκταση 71.657 τετραγωνικών μέτρων, ενώ η συνολική έκταση του οικοπέδου είναι 114.873m2. Εκεί εργάζονται 1.187 άνθρωποι, από τους 1.558 που απασχολεί η Ducati παγκοσμίως. Εξίσου εντυπωσιακά είναι και τα νούμερα της παραγωγής, καθώς το 2016 έγιναν 55.451 παραδόσεις μοτοσυκλετών στους ιδιοκτήτες τους (ένα νούμερο ρεκόρ για την εταιρεία), ενώ η παραγωγή της περασμένης χρονιάς στο εργοστάσιο της Bologna ήταν 47.054 μοτοσυκλέτες.

Επένδυση στην εκπαίδευση

Η Ducati είναι όμως κάτι περισσότερο από ένα εργοστάσιο παραγωγής μοτοσυκλετών. Είναι μια φίρμα με δυνατό σήμα και ιδιαίτερα ισχυρούς δεσμούς με τους πελάτες της –και όχι μόνο- όντας ταυτόχρονα συνώνυμο του πάθους και του ιταλικού σχεδιασμού. Αυτά τα στοιχεία είναι που της έδωσαν την ώθηση για να δραστηριοποιηθεί και σε τομείς διαφορετικούς από τον αυστηρά κατασκευαστικό χώρο, επενδύοντας τόσο στην εκπαίδευση, όσο και στην ενίσχυση του brand name της.

Το Fisica in Moto (η φυσική της μοτοσυκλέτας) είναι ένα διαδραστικό εργαστήριο φυσικής μέσα στο εργοστάσιο της Ducati. Είναι κατασκευασμένο για μαθητές γυμνασίου-λυκείου και είναι το αποτέλεσμα της συνεργασίας μεταξύ του Fondazione Ducati (του μη κερδοσκοπικού οργανισμού της Ducati που συμμετέχει σε κοινωνικές, εκπαιδευτικές και πολιτιστικές δράσεις) και του λυκείου Malpighi από την Bologna. Η διαδρομή που έχει σχεδιαστεί για τους μαθητές που επισκέπτονται το εργαστήριο, είναι σχεδιασμένη από κοινού από τους καθηγητές του σχολείου και καθηγητών από το πανεπιστήμιο της Bologna, στην οποία τα παιδιά έχουν την ευκαιρία να δουν στην πράξη την εφαρμογή των νόμων της φυσικής πάνω στην μοτοσυκλέτα, με ενδιαφέρουσες δράσεις και πειράματα.

Παράλληλα, σε ένα πιο υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης λειτουργεί το project DESI (Ducati Education System Italy). Είναι ένα πρόγραμμα που ξεκίνησε να λειτουργεί το Σεπτέμβριο του 2014 από την Ducati και την Lamborghini –τις δύο ιταλικές εταιρείες που ανήκουν στο Audi group), με στόχο την φοίτηση και την εκπαίδευση στην Ιταλία. Μέσα απ' αυτό, δίδεται η δυνατότητα σε νεαρούς Ιταλούς να κάνουν το επόμενο βήμα σ' αυτούς τους τομείς και είναι βασισμένο στο σύστημα που χρησιμοποιείται ήδη στην Γερμανία. Ουσιαστικά, παρέχει την ευκαιρία στο να προχωρήσει η εκπαίδευση μέσα από την πρακτική άσκηση σε πραγματικές συνθήκες, μέσα στην εταιρεία. Σε συνεργασία με τα κολέγια Fiorovanti Belluzzi και Aldini Valeriani, συμμετείχαν 48 φοιτητές την πρώτη χρονιά και 26 την δεύτερη σε τρεις διαφορετικούς τομείς της παραγωγικής διαδικασία, παίρνοντας ένα πολύτιμο εφόδιο για την μετέπειτα ένταξή τους στην αγορά εργασίας.

 

Το νέο μουσείο της Ducati

Για την Ducati, κάθε προϊόν της αποτελεί ένα έργο τέχνης και ως τέτοια θα έπρεπε να έχουν τον δικό τους ξεχωριστό χώρο για να εκτίθενται στα μάτια του κοινού.

 

Γι' αυτό το λόγο, το 1998, ιδρύθηκε το μουσείο της Ducati, που συμπεριλαμβάνεται κι αυτό στις εγκαταστάσεις του Borgo Panigale. Πρόκειται για έναν χώρο 850 τετραγωνικών μέτρων το οποίο μέχρι πρότινος στέγαζε μόνο το αγωνιστικό κομμάτι της ιστορίας της Ducati. Πρόσφατα, ο χώρος ανακαινίσθηκε και αναδιοργανώθηκε και πλέον εκτίθενται όλα τα μοντέλα-ορόσημα της Ducati, μαζί με τις καινοτομίες και τα τεχνολογικά στοιχεία που την χαρακτηρίζουν.

Το καλωσόρισμα στο μουσείο γίνεται από μια ιστορική αναδρομή με εκθέματα από τότε που η Ducati δεν κατασκεύαζε μοτοσυκλέτες αλλά πυκνωτές και εξαρτήματα ραδιοφώνων, μαζί με φωτογραφίες από τα αδέρφια Ducati και το σπίτι τους, το οποίο αποτέλεσε το πρώτο εργοστάσιο της φίρμας.

Η συνέχεια είναι αφιερωμένη στις μοτοσυκλέτες, οι οποίες είναι μοιρασμένες σε τέσσερα δωμάτια και σε τρεις τομείς, με το λευκό χρώμα να κυριαρχεί στους τοίχους προκειμένου οι μοτοσυκλέτες να ξεχωρίζουν και να μην αποσπά τίποτε το βλέμμα από πάνω τους, όπως μας είπαν οι άνθρωποι που μας ξενάγησαν στον ανακαινισμένο χώρο.

Ο ένας τομέας έχει να κάνει με την ιστορία των μοτοσυκλετών παραγωγής παραθέτοντας τα κοινωνικά και πολιτιστικά στοιχεία της εποχής που δημιουργήθηκαν. Ο δεύτερος τομέας αφορά τις αγωνιστικές μοτοσυκλέτες και την αγωνιστική παράδοση της εταιρείας, όπου τα εκθέματα συνοδεύονται από τα αμέτρητα τρόπαια που έχουν κερδίσει σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ ο τρίτος τομέας είναι αφιερωμένος στους ίδιους τους αναβάτες της Ducati, τους "ήρωες της Ducati", όπως τους αποκαλούν οι άνθρωποι της εταιρείας.

Συνολικά εκτίθενται 46 μοτοσυκλέτες, εκ των οποίων οι 19 είναι μοτοσυκλέτες παραγωγής, ενώ για μερικές από αυτές είναι η πρώτη φορά που ποζάρουν ως εκθέματα.

Ετικέτες

Dakar 2023 – Kove: Η πιο σοβαρή έως τώρα εργοστασιακή κινέζικη ομάδα στο Rally Dakar

Κινέζοι αναβάτες με κινέζικη μοτοσυκλέτα - Έχει ξανά γίνει, τώρα πιο σοβαρά
Η Kove στο DAKAR 2023
Κινέζοι αναβάτες με κινέζικη μοτοσυκλέτα - Έχει ξανά γίνει, τώρα πιο σοβαρά
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

2/1/2023

Στο φετινό Dakar αγωνίζεται η Kove με μία κανονική εργοστασιακή ομάδα και με Κινέζους αναβάτες. Κινέζοι αναβάτες έχουν υπάρξει πολλοί εδώ και χρόνια στο Dakar, επίσης έχει ξανά υπάρξει κινέζικη εργοστασιακή ομάδα, ήταν το 2017 με την Zongshen και θα δούμε στο τέλος του άρθρου τι έγινε τότε, καθώς υπάρχει μία μικρή σύνδεση και με την Kove στο σήμερα.

Η Kove είναι η μία σχετικά καινούρια κινέζικη εταιρεία που ξεκίνησε συναρμολογώντας εξαρτήματα από διαφορετικούς προμηθευτές, κατασκευάζοντας έτσι μία σειρά πετυχημένων μοντέλων, ανάμεσά τους και η πεντακοσίων κυβικών Adventure μοτοσυκλέτα που την ξέρουμε ως Maverick και που έχουμε δοκιμάσει και αναλύσει στο MOTO.

Είναι επίσης η εταιρεία που σας παρουσιάσαμε ζωντανά από την EICMA όπου ξεχώρισε με το μοντέλο motocross όπως και με το Rally της, γιατί υποσχόταν να φέρει κάτι οικονομικά προσιτό σε κατηγορίες που το «απλό» είναι πλέον απλησίαστο. Βέβαια τα off-road μοντέλα δεν έχουν φτάσει εκεί μόνα τους, ούτε επειδή ποντάρουν πως για το χόμπι του ξοδεύει κανείς περισσότερα από ό,τι για την καθημερινή του μοτοσυκλέτα. Οι Motocross και οι Rally επιλογές που έχεις, είναι απόλυτα εξιδεικευμένες και έτοιμες ή σχεδόν έτοιμες για να αγωνιστείς στα εθνικά και όχι μόνο πρωταθλήματα γιατί η αγορά πήγαινε συνέχεια σε εκείνο που αποδεικνυόταν καλύτερο. Η εξέλιξή τους αντικατοπτρίζεται σε κάθε γραμμάριο βάρους που εξοικονομείται, και έπειτα από αυτό στις επιδόσεις τους και στον τρόπου σου επιτρέπουν να οδηγήσεις. Στην απόλυτη αυτή εξειδίκευση φτάσαμε επειδή και το κοινό έχει αλλάξει και επενδύει περισσότερο χρόνο στο χόμπι του, όπως αντίστοιχα συμβαίνει και στα superbike. Κανείς λοιπόν δεν λέει πως κακώς φτάσαμε σε αυτό το σημείο, η εξελικτική πορεία δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετική αλλά δυστυχώς αντίστοιχα δεν εξελίχθηκε και το πορτοφόλι της πλειοψηφίας ώστε να μην ενοχλεί που μία Rally μοτοσυκλέτα έτοιμη για αγωνιστική χρήση, κοστίζει όσο δύο Adventure. Η Kove, ευτυχώς, δεν λέει πως με κόστος μισής Adventure θα μπορείς να κάνει ό,τι και με την άλλη που κοστίζει επί τέσσερα. Κι ευτυχώς γιατί αυτό θα ήταν ένα τεράστιο ψέμα που θα σηματοδοτούσε πως δεν πρέπει να ασχοληθεί κανείς περισσότερο μαζί τους. Αντιθέτως απευθύνονται στον κόσμο που θα ήθελε να ασχοληθεί με το άθλημα αλλά δεν θα το έκανε ποτέ γιατί δεν μπορεί να ξοδέψει το κόστος μίας μικρής γκαρσονιέρας για μία μοτοσυκλέτα που θα πετά στο χώμα, δεξιά και αριστερά. Λύσεις οικονομικές υπήρχαν και πριν από την Kove, αυτή απλά είναι μία διαφορετική προσέγγιση ενός έτσι κι αλλιώς χρόνιου προβλήματος.

Και είναι πρόβλημα γιατί συρρικνώνεται η αγορά αυτή που συνήθως τροφοδοτείται από πολέμαρχους των motocross enduro ή από τους λίγους που ανεβαίνουν σκαλί μετά τις Adventure. Οι προσιτές κινέζικες Rally δύσκολα θα αποτρέψουν κάποιον που μπορεί να διαθέσει ένα σεβαστό ποσό για το καλύτερο. Αντιθέτως όμως μπορούν να επιτρέψουν την πίτα αυτής της αγοράς να μεγαλώσει, προσελκύοντας ένα κοινό που έως τώρα οι παραδοσιακοί παίκτες έτσι κι αλλιώς δεν μπορούσαν να απευθυνθούν. Και μαζί να μεγαλώσει και το κοινό των αξεσουάρ, του εξοπλισμού αναβάτη, των ελαστικών της κατηγορίας κτλ. Αν θεωρεί λοιπόν κανείς πως υπάρχει άμεσος ανταγωνισμός ας το ξανά σκεφτεί. Ανταγωνισμός σε βάθος (μεγάλο) χρόνου θα μπορούσε να υπάρξει, αλλά μόνο αν μείνει η άλλη πλευρά στάσιμη.

Η Kove στο Dakar 2023

Ανεξαρτήτως αποτελέσματος ή αν αύριο σπάσουν οι κινητήρες όλων των Kove, συμβαίνει με τους καλύτερους βλέπε Honda Yamaha όταν λίγα χρόνια πριν ξανά μπήκαν στο Dakar για να ανακόψουν το τρελό σερί της KTM, με την Honda τελικά να το καταφέρνει. Τον πρώτο καιρό βέβαια γράφαμε τίτλους όπως «Έσπασε ο κινητήρας της Honda του Brabec κτλ…», αντίστοιχα και της Yamaha διότι πολύ απλά αυτή ήταν η πραγματικότητα. Που επίσης ουδεμία σχέση έχει με την αξιοπιστία γενικά των εταιρειών. Αντικατοπτρίζει μονάχα με τη γνώση του πώς να κρατήσεις την σκόνη μακριά ή πώς να φτιάξεις έναν κινητήρα με ανοχή στην σκόνη. Δηλαδή θέμα εμπειρίας και μόνο. Ακόμη και αν σήμερα κιόλας ή τις επόμενες μέρες είναι η σειρά της Kove για έναν τέτοιο τίτλο, το γεγονός δεν αλλάζει πως αυτή είναι η πρώτη φορά που ένας Κινέζος κατασκευαστής αντιμετωπίζει το θέμα «παγκόσμιοι αγώνες» και το Dakar, πιο σοβαρά από πριν.

Η Kove έχει μία εργοστασιακή ομάδα με δυνατό χαρτί τον DENG LIANSONG, τον τριαντάχρονο αναβάτη που έχει αγωνιστεί και στο παγκόσμιο Motocross και έχει τεράστια εμπειρία στο χώμα, όχι τόσο και στα Rally όμως. Έπειτα είναι ο νεότερος από τους τρεις, ο SUNIER SUNIER, ο οποίος όμως είναι μέχρι στιγμής και ο ταχύτερος της ομάδας ενώ έχει επίσης μεγάλη εμπειρία στην οδήγηση. Τρίτος ο FANG MINGJI ένας πρώην αστυνομικός που είναι όμως πολυπρωταθλητής στην Κίνα καθώς αγωνίζεται σε όλους τους χωμάτινους αγώνες περίπου δεκατέσσερα χρόνια στην σειρά, ενώ είναι νικητής και στο Taklimakan Rally.

Η Kove στο Dakar 2023
Από την μέση και προς τα κάτω στην γενική κατάταξη στο 1ο σκέλος, οι αναβάτες της Kove

Για να καταφέρει να ανταπεξέλθει στην πρόκληση, η Kove έδωσε τις μοτοσυκλέτες στους τρεις αναβάτες για προπόνηση εντός των συνόρων της, που λόγο συγκυρίας με την πανδημία δεν ήταν εύκολη υπόθεση και έπειτα τους έστειλε στο Dubai για να προπονηθούν με τους πατέρα και γιο, Dabrowski, τα καμάρια της Πολωνίας που έχουν μεγάλη εμπειρία στο Dakar και τώρα θα αγωνίζονται για 16η φορά.

Οι Dabrowski αποκάλυψαν διάφορα μυστικά της αγωνιστικής οδήγησης στο χώμα και στους αμμόλοφους στους τρεις Κινέζους αναβάτες και τους προετοίμασαν για τις διαφορές του εδάφους στην Σαουδική Αραβία. Ουσιαστικά η Kove, όπως και η Ινδική Hero που έχει δεκάδες φορές μεγαλύτερο όγκο πωλήσεων από εκείνη, έκανε το ελάχιστο που θα έπρεπε να κάνει κάποιος νέος κατασκευαστής. Μην το θεωρήσετε ως κάποια υπερ-προσπάθεια. Διαφέρει όμως έτη φωτός από εκείνο που είχε κάνει η Zongshen, η οποία «σύρθηκε» στο Dakar. Υπεύθυνοι για αυτό ο Willy Jobard και ο Thierry Béthys, δύο Γάλλοι ημίθεοι στη χώρα τους, για το Enduro και το Dakar, που το 2016  είχαν ήδη μία δεκαετία συμμετοχών στο δυσκολότερο Rally και έψαχναν τρόπο να συνεχίσουν να το κάνουν άλλη μία φορά χωρίς να βάζουν το χέρι -πιο βαθιά- στην δική τους τσέπη. Μέσα από την μεγάλη Γαλλική αγορά που οι Κινέζοι πάντα ακούν πρώτη (ακολουθεί η Ιταλική, η Γερμανική και η Ισπανική) βρήκαν τον σύνδεσμο που έπρεπε και κατέληξαν στην Zongshen που είχε την ρευστότητα να κάνει ένα Dakar μόνη της, πληρώνοντας η ίδια τα πάντα αν το ήθελε. Αδυνατούσαν όμως να δουν την πρακτική πλευρά μίας τέτοιας επένδυσης και το αντιμετώπισαν μονάχα ως μάρκετινγκ. Για αυτό και απαίτησαν από τους δύο Γάλλους να πάρουν μαζί τους και τρεις Κινέζους φτιάχνοντας μία ομάδα πέντε ατόμων. Από πλευράς αριθμού θα νόμιζε κανείς πως η Zongshen το είχε πάρει πιο σοβαρά και από την Hero, αλλά δεν ήταν έτσι τα πράγματα. Για παράδειγμα ένας από αυτούς ήταν ο Ταϊβανέζος Richie Jen τραγουδιστής και ηθοποιός, σηματοδοτώντας και την πιο αγνή εποχή του 2017 μιας και οι σχέσεις Κίνας - Ταϊβάν  δεν είχαν φτάσει στο σημερινό επίπεδο. Οι άλλοι δύο, ο Zhao Hongyi και ο Zhangmin ήταν πολύ πιο έμπειροι και ικανοί αναβάτες. Το μοτέρ του Hongyi έσπασε βέβαια από το πρώτο σκέλος ενώ γενικά η όλη εμφάνιση της Zongshen ήταν να απλά για να γραφτεί ως η πρώτη εργοστασιακή κινέζικη παρουσία, ένα πυροτέχνημα που έσβησε γρήγορα. Η προσπάθεια της Kove λοιπόν με στόχο να πάρουν μία γεύση φέτος και να επιστρέφουν κάθε χρόνο με καλύτερες βλέψεις, χρησιμοποιώντας το Dakar ως στάδιο εξέλιξης και βελτίωσης, δεν έχει καμία σχέση με εκείνη της Zongshen.

Σε αυτή την φωτογραφία οι δύο αυτές προσπάθειες ενώνονται καθώς οι αναβάτες της Kove φωτογραφίζονται με τους υπόλοιπους Κινέζους της Wu Pu Da Hai Dao Rally Team (αγωνίζονται με KTM). Οι δύο από δεξιά είναι οι αναβάτες της Zongshen

Η Kove στο Dakar 2023
Το σύνολο των Κινέζων αναβατών στο φετινό Dakar, με μπλε οι αναβάτες της Wu Pu Da Hai Dao Rally Team και από δεξιά ο Zhao Hongyi και ο Zhangmin που είχαν τρέξει με Zongshen

Η άλλη βασική διαφορά που έχει η Kove με ακόμη πιο σοβαρές προσπάθειες των outsiders, όπως είναι η Hero, είναι πως ξυπνά τα ένστικτα ανταγωνισμού της αγοράς μοτοσυκλέτας. Γιατί έχει ξεκάθαρα δηλώσει πως έρχεται στην Ευρώπη, όπως άλλωστε έχουμε γράψει εδώ, πως την περιμένουμε και στην Ελλάδα. Η Hero μπορεί να είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος κατασκευαστής μετά την Bajaj, που σημαίνει πως έχει την ρευστότητα να υποστηρίξει μία ευρωπαϊκή επέκταση αλλά προς το παρόν δεν έχει τέτοιο στόχο, άρα δεν «ενοχλεί» και κανένα. Περισσότερος κόσμος που γίνονται μοτοσυκλετιστές και περισσότεροι στην αγωνιστική μοτοσυκλέτα πρέπει να είναι το ζητούμενο, για να μην καταλήγουμε κάθε χρόνο λιγότεροι.

 

Ετικέτες